Κυριακή 25 Μαΐου 2014


ΚΡΥΠΤΕΙΑ ΚΑΙ ΞΕΝΗΛΑΣΙΑ ΣΤΗΝ ΑΡΧΑΙΑ ΣΠΑΡΤΗ


Κρυπτεία στα αρχαία Ελληνικά σημαίνει η κρυφή, άρα μυστική (υπηρεσία) και ξενηλασία η απέλαση των ξένων. Συνεπώς «κρυπτεία» ήταν η αντίστοιχη μυστική υπηρεσία των σύγχρονων κρατών και «ξενηλασία» η διαδικασία απέλασης για λόγους κρατικής ασφάλειας (αποτροπή κατασκοπείας, δολιοφθοράς, κ.ά).
 
Όπως προκύπτει από αρχαία κείμενα, ο θεσμός της λεγομένης «κρυπτείας» προέβλεπε να παρακολουθούνται κρυφά οι είλωτες και οι περίοικοι είτε για τυχόν εξεγέρσεις είτε για κατασκοπεία και προδοσία στρατιωτικών μυστικών στους εχθρούς.
 
Όποιος από τους είλωτες ή τους περίοικους κρινόταν ότι κατασκόπευε ή μπορούσε να  προδώσει στρατιωτικά μυστικά στους εχθρούς θανατώνονταν εν κρυπτώ.
 
Ο θεσμός της λεγόμενης “ξενηλασίας” προέβλεπε ότι ουδείς ξένος επιτρεπόταν να εγκατασταθεί και να ζήσει στην πόλη για διάστημα αρκετό ώστε να κατασκοπεύσει, να εντοπίσει στρατηγικά σημεία και να καταμετρήσει τη δύναμη κρούσης που διέθετε η Σπάρτη.
 
Οι εν λόγω θεσμοί αναπτύχθηκαν στην Σπάρτη, επειδή η πόλη ήταν επί της ουσίας μια απομονωμένη πόλη και αυτό όχι τόσο διότι δεν ήθελε να μαθαίνουν οι άλλοι τα στρατιωτικά της μυστικά, αλλά διότι δεν μπορούσε να ακολουθήσει την αγορά των άλλων πόλεων, από την στιγμή που δεν επιτρεπόταν η κατοχή νομισμάτων και πολύτιμων μετάλλων από τους Σπαρτιάτες. Όταν σε ένα κράτος δεν μετρά το χρήμα, ένας ξένος δεν έρχεται εκεί ούτε και από αυτό το κράτος φεύγει πολίτης να πάει αλλού.
 
Ο Πλούταρχος αφήνει να εννοηθεί ότι δυο πράγματα ήταν άδικα στην Σπάρτη, οι είλωτες και η καλούμενη «κρυπτεία», τουλάχιστον όπως είχαν εξελιχθεί.
 
Σχετικά με αυτά ο Πλούταρχος αναφέρει: «Στα πιο πάνω δεν υπάρχει ίχνος αδικίας ή εγωισμού, καθώς κατηγορούν μερικοί τους νόμους του Λυκούργου, ότι δηλαδή είναι μεν αρκετά ανδρείοι, αλλά ελάχιστα άδικα.
 
Όσο για τη λεγομένη «κρυπτεία», αν πάντως είναι κι αυτή ένα από τα έργα του Λυκούργου, καθώς έχει πει ο Αριστοτέλης, αυτή θα προκάλεσε και στον Πλάτωνα την πιο πάνω κρίση για το Σπαρτιατικό πολίτευμα και το Λυκούργο προσωπικά.
 
Ήταν αυτή περίπου: οι επικεφαλής των νέων έστελναν κάθε τόσο τους πιο έξυπνους στην ύπαιθρο, κάθε φορά σε άλλο μέρος, οπλισμένους με εγχειρίδια και εφοδιασμένους με την απαραίτητη τροφή.
 
Αυτοί την ημέρα σκορπίζονταν σε κρυφούς τόπους, όπου κρύβονταν και αναπαύονταν, τη νύχτα, όμως, κατέβαιναν στους δρόμους κι όποιον από τους είλωτες έπιαναν, τον σκότωναν.
 
Πολλές φορές πήγαιναν και στα χωράφια, όπου σκότωναν τους πιο δυνατούς και γερούς από αυτούς, ο Θουκυδίδης αναφέρει ένα παρόμοιο περιστατικό στα Πελοποννησιακά του, δηλαδή ότι οι Σπαρτιάτες ξεχώρισαν τους πιο γενναίους και τους άφησαν να στεφανωθούν, διότι τάχα είχαν αποκτήσει την ελευθερία τους, ύστερα όμως από λίγο αυτοί εξαφανίστηκαν (περισσότεροι από δυο χιλιάδες) χωρίς να μπορεί κάποιος να προσδιορίσει με ποιον τρόπο χάθηκαν.
 
Η τέχνη της κρυπτογράφησης χρησιμοποιήθηκε ιδιαίτερα για πολεμικούς σκοπούς. Ο όρος σκυτάλη, μέθοδος των Σπαρτιατών, είναι ευφυής – διάσημος. Γύρω από ξύλινο κύλινδρο (σκυτάλη) τυλίγεται ταινία περγαμηνής ή υφάσματος ή δέρματος.
 
Κατά μήκος της περιέλιξης καταγράφονταν σειρές μηνύματος. Όταν ξετυλίγονταν η ταινία, τα γράμματα βρίσκονταν σε αταξία, η οποία δεν επέτρεπε να αποκωδικοποιηθεί το μήνυμα.
 
Ο παραλήπτης έπρεπε να τυλίξει την ταινία σε κύλινδρο (σκυτάλη) ίδιου μήκους και διαμέτρου, με τρόπο που είχε προ-συμφωνηθεί με τον αποστολέα, προκειμένου να αποκαλύψει το μήνυμα.
 
Τα μηνύματα που μεταφέρονταν με τη μέθοδο αυτή, έπρεπε να είναι σύντομα, δηλαδή «λακωνικά». Ο Πλούταρχος περιγράφει τη μέθοδο στο έργο του «ο βίος του Λύσανδρου» και αναφορές γίνονται από τους Θουκυδίδη, Ξενοφώντα, Αριστοφάνη, Πίνδαρο, Πλάτωνα κ.ά..
 
Σημειώνεται ότι:
 
1. Η ζωή στην αρχαία Σπάρτη δεν ήταν παράδεισος, ήταν όμως καλύτερη από όλες τις άλλες περιοχές. Σαφώς στην Σπάρτη υπήρχαν οι είλωτες και ήταν κάτι το άδικο.
 
Ωστόσο στις άλλες πόλεις (Αθήνα, Ρώμη κ.α.) για το ίδιο θέμα γίνονταν χειρότερα πράγματα. Σαφώς εκεί δεν υπήρχαν είλωτες διότι οι πόλεις αυτές είτε φόνευαν είτε εξανδραπόδιζαν τους αιχμάλωτους τους (αντί να τους καταδικάζουν σε καταναγκαστικά έργα, δηλαδή να τους κάνουν είλωτες) όπως π.χ. οι Μακεδόνες που επί Μεγ. Αλέξανδρου εξανδραπόδισαν τη Θήβα.
 
Απλώς μετά αντί να έχουν  αιχμάλωτους (είλωτες) ως υπηρέτες έκαναν εργάτες είτε φτωχούς συμπολίτες τους (ο Σόλωνας π.χ. αναγκάστηκε να κάνει τη σεισάχθεια για να ελευθερώσει Αθηναίους που είχαν σκλαβωθεί λόγω χρεών από άλλους Αθηναίους) είτε φτωχούς αλλοδαπούς.
 
2. Αρχικά στην Ελλάδα δεν υπήρχαν δούλοι ούτε στην Αθήνα ούτε και στις άλλες Ελληνικές πόλεις, πρβ: Διότι κατά την εποχήν εκείνην (μετά τη μάχη του Μαραθώνα και επί Μιλτιάδη, πατέρα του Κίμωνα) δεν είχον ακόμη δούλους ούτε αυτοί (οι Αθηναίοι) ούτε και οι άλλοι Έλληνες» (Ηρόδοτος 6,137).
 
Συνεπώς οι δούλοι υπήρξαν στην Ελλάδα μετά τα Περσικά, άρα η δουλεία ήρθε στην Ελλάδα από τους βάρβαρους.
 
Δούλοι στην Αθήνα γίνονταν οι αιχμάλωτοι πολέμου (άνδρες, γυναίκες) που καταδικάζονταν σε καταδικαστικά έργα και όσοι Αθηναίοι χρωστούσαν χρήματα και δεν είχαν να τα εξοφλήσουν.
 
Επίσης τα παιδιά των δούλων, καθώς και οι φτωχοί, Έλληνες ή μη,  που πουλιόντουσαν οικιοθελώς σε πλούσιους, κάτι ως οι μισθοφόροι, προκειμένου  να πάρει λεφτά η οικογένειά τους, αλλά και για να ζήσουν οι ίδιοι καλύτερα.
 
Οι δούλοι στην Αθήνα δεν ήσαν ελεύθεροι, αλλά ιδιοκτησία του κυρίου τους που μπορούσε μάλιστα να τους πουλήσει κιόλας και αφετέρου μπορούσαν να αποκτήσουν την ελευθερία τους, μόνο αν έδινε κάποιος στα αφεντικά τους το πόσο που τους χρωστούσαν ή το ποσό που τους αγόρασαν.  
 
Ενίοτε πολλοί βάρβαροι, όπως οι Φοίνικες, έκαναν επιδρομές και άρπαζαν όποιους έβρισκαν, Έλληνες ή βάρβαρους, και στη συνέχεια τους πουλούσαν στις αγορές (σκλαβοπάζαρα) ως δούλους δήθεν ότι οι ίδιοι τους είχαν αγοράσει από αλλού ή ήταν αιχμάλωτοί τους. Για όλους αυτούς τους δούλους μετά έκανε τη σεισάχθεια ο Σόλωνας. 
 
Αντίθετα οι είλωτες αφενός ανήκαν στο κράτος των Σπαρτιατών και αφετέρου αν ήθελαν να ελευθερωθούν ή να γίνουν όμοιοι (= ισότιμοι με τους Σπαρτιάτες πολίτες) το μόνο που είχαν να κάνουν ήταν να πάνε στο Σπαρτιατικό στρατό και εκεί να δείξουν ανδρεία ή να πολεμήσουν για χάρη της Σπάρτης και ονομάζοντο νεοδαμώδεις.
 
3. Οι είλωτες στην αρχή προστατεύονταν, επειδή δούλευαν προς χάρη της Σπάρτης ή επειδή έκαναν δουλειές που δεν έκαναν οι Σπαρτιάτες. Ωστόσο όταν οι Θηβαίοι εισέβαλαν στην Πελοπόννησο, προσέγγισαν τους είλωτες και αυτή η προσέγγιση, αφού δεν είχε επιτυχία, απέβη μετά σε βάρος τους.
 
Οι Σπαρτιάτες φρόντιζαν να αποσοβούνται κίνδυνοι επανάστασης εκ μέρους των ειλώτων και σ’ αυτές τις φροντίδες ήταν βέβαια μετά και ο θάνατος 2000 ειλώτων, πρβ:
 
«Διότι, τώρα που οι Αθηναίοι ελυμαίνοντο την Πελοπόννησον, και προ πάντων το Λακωνικον έδαφος, οι Λακεδαιμόνιοι ενομιζαν ότι το καλύτερον μέσον αντιπερισπασμού θα ήτο η χρησις αντιποίνων, δια της αποστολής στρατού προς τους δυσηρεστημένους συμμάχους των, οι οποίοι άλλωστε ανελάμβαναν την διατροφήν του και επεκαλούντο την βοήθειάν των δια ν’ αποστατήσουν.
 
Ήθελαν συγχρόνως να χρησιμοποιήσουν την αποστολήν αυτήν ως προφαση δια ν’  απομακρύνουν μέρος των Ειλώτων, καθόσον εφοβούντο μήπως επωφεληθούν της ευκαιρίας που τους παρείχεν η κατοχή της Πύλου δια να επαναστατήσουν.
 
Διότι κυριωτάτη ανέκαθεν μέρυμνα των Λακεδαιμόνίων, εις τας σχέσεις των προς τους Είλωτας, ήτο η αποσόβησις κινδύνων που εφοβούντο από αυτούς.
 
Κάποτε μάλιστα, φοβούμενοι τον μεγάλον αριθμόν της νεολαίας, κατέφυγαν και εις το εξής μέτρο. Προκήρυξαν ότι όσοι από τους Είλωτας φρονούν ότι έχουν προσφέρει μεγαλυτέρας υπηρεσίας εις τους Λακεδαιμόνίους δια της ανδρείας των κατά τον πόλεμον έπρεπε να δηλωθούν, διότι πρόκειται να τους απελευθερώσουν.
 
Σκοπός όμως της προκηρύξεως ήτο να τους δοκιμάσουν, διότι όσοι εφρόνουν ότι είχαν την αξίωσιν ν’ απελευθερωθούν πρώτοι, θα ήσαν και οι πρώτοι, οι οποίοι, λόγω του γενναίου φρονήματος των, θα εξεγείροντο εναντίον των.
 
Και εξέλεξαν δύο περίπου χιλιάδας από αυτούς, οι οποίοι εστολίσθησαν με στεφάνους και περιήλθαν τους ναούς ως απελευθερωθέντες, αλλ’ ολίγον βραδύτερον τους εξηφάνισαν, χωρίς κανείς να μάθη πώς καθείς απ’ αυτούς εξωλοθρεύθη.
 
Επίσης, τώρα έσπευσαν ν’  αποστείλουν επτακοσίους Είλωτας οπλίτας υπο τον Βρασίδαν, ο οποίος το υπόλοιπον του στρατού του εστρατόλογησεν από Πελοποννησίους εθελοντάς, ελκύσας αυτούς δια του μισθού. (Θουκυδίδης Δ, 80, μετάφραση Ελευθερίου Βενιζέλου).
 
 
(Α. Γ. Κρασανάκη «ΣΠΑΡΤΗ ΛΑΚΕΔΑΙΜΟΝΙΩΝ ΠΟΛΙΤΕΙΑ» Σπάρτη 2007)
 
 
Τμήμα ειδήσεων defencenet.gr
Θεσσαλία: Υστερη αρχαιότητα και μεσαίωνας
Από τον Κων/νο Αθ. Οικονόμου

Οι Σέρβοι στη Θεσσαλία (β’)
Χρονιά σταθμός για τις εξελίξεις στη νότια Βαλκανική είναι το 1354. Στη διάρκεια αυτού του  χρόνου ο αυτοκράτορας Ιωάννης ΣΤ’ Καντακουζηνός αποσύρθηκε από τα εγκόσμια,όντας αντιπαθής στον λαό λόγω της στήριξής του από την ολιγαρχία και τους Τούρκους, κι έγινε μοναχός. Τον επόμενο χρόνο πέθανε και ο Δουσάν που είχε δημιουργήσει μια μεγάλη σέρβο-ελληνική αυτοκρατορία, αλλά δεν είχε κατορθώσει να καταλάβει την Κων/λη. Το έργο του, αμέσως μετά το θάνατό του, άρχισε να αποσυντίθεται. Ο γιος του Στέφανος Uroc Ε’ ήταν ανίκανος να κρατήσει ενωμένη την κληροδοτημένη αυτοκρατορία. Έτσι διάφοροι συγγενείς του προέβαλλαν αξιώσεις για τις περιοχές που διοικούσαν, ακόμα και για τον ίδιο το θρόνο. Ακόμα και η μητέρα του κήρυξε την ανεξαρτησία της Ηπείρου υπό τη διοίκησή της. Το 1356/7 πέθανε και ο Γρηγόριος Preliub, ο λεγόμενος Καίσαρ της Θεσσαλίας μετά από τραυματισμό του κατά τη διάρκεια σύγκρουσής του με Αλβανούς.
Ο ΤΕΛΕΥΤΑΙΟΣ ΔΕΣΠΟΤΗΣ ΤΗΣ ΗΠΕΙΡΟΥ: Ο τελευταίος Έλληνας και μοναδικός κληρονόμος του Δεσποτάτου της Ηπείρου, ο Νικηφόρος, γαμπρός του Καντακουζηνού, εξό-
πλισε το 1356 μερικά πλοία και κατέπλευσε στη Θεσσαλία,όπου έτυχε ενθουσιώδους υποδοχής από ντόπιους, που προσδοκούσαν βοήθεια στην αντιμετώπιση των όλο και πε-
ρισσότερων Αλβανών που κατέφθαναν στην περιοχή. Η χήρα του Preliub, Ειρήνη, στην είδηση της άφιξης του Νικηφόρου,πήρε μαζί της το γιο της Θωμά και αναχώρησε από τα Τρίκαλα στη Σερβία. Η Θεσσαλία αναγνώρισε το Νικηφόρο ως κύριό της. Εκείνη την περίοδο, πρώτη φορά μετά από δεκαετίες,μπόρεσε κάποιος μητροπολίτης Λάρισας να επισκεφθεί την έδρα της Μητρόπολής του! Πραγματικά, ο μητροπολίτης Αντώνιος το 1356 παρέμεινε για μόλις τρεις μήνες στη Λάρισα.
Στα μέσα του επόμενου έτους (1357) το μεγαλύτερο μέρος της Ηπείρου και η Θεσσαλία αναγνώρισαν τον τίτλο του Δεσπότη στον Νικηφόρο. Αργότερα ο Νικηφόρος χώρισε τη σύζυγό του Μαρία, την οποία εξόρισε στη Σερβία, για να τη διασώσει αργότερα ο αδελφός της Μανουήλ Καντακουζηνός,δεσπότης του Μυστρά. Στη συνέχεια, ο Δεσπότης της Ηπείρου νυμφεύτηκε, για πολιτικούς λόγους, την αδελφή της χήρας του Στεφάνου Δουσάν. Κι ενώ εξασφάλιζε, κατ’ αυτό
τον τρόπο, τη σερβική συμμαχία, ο ίδιος γινόταν αντιπαθής στους υπηκόους του. Οι Αλβανοί της Ηπείρου χρησιμοποίησαν τη σκανδαλώδη ζωή του δεσπότη ως πρόφαση για ανταρσία.
Ο Νικηφόρος, φοβισμένος, υποχώρησε κι έδιωξε τη Σερβίδα σύζυγό του καλώντας τη νόμιμη πρώην σύζυγό του Μαρία να επιστρέψει. Όμως πριν ξεκινήσει εκείνη το ταξίδι της επιστροφής της από το Μυστρά, έμαθε τα δυσάρεστα νέα ότι ο δεσπότης ήταν πια νεκρός. Ο Νικηφόρος είχε προσπαθήσει με τη βοήθεια τυχοδιωκτικού σώματος Τούρκων πειρατών,που πρωτύτερα λεηλάτησαν τα θεσσαλικά παράλια, να χτυπήσει τους Αλβανούς κοντά στις όχθες του βόρειου ρου του Αχελώου. Εκεί, την άνοιξη του 1359, ο στρατός του καταστράφηκε ολοσχερώς και ο ίδιος σκοτώθηκε στη μάχη1. Η σύζυγός του Μαρία δεν γύρισε ποτέ, ούτε στην Ήπειρο ούτε
στη Θεσσαλία, αλλά αποσύρθηκε σε μοναστήρι (Ι. Μ. ΚυράΜάρθας) της Κων/λης, μαζί με τη μητέρα της, την πρώην αυτοκράτειρα Ειρήνη Καντακουζηνού.
Η ΝΟΤΙΑ ΚΑΘΟΔΟΣ ΤΩΝ ΑΛΒΑΝΩΝ: Οι Αλβανοί, υπό την ηγεσία του Μπούα Σπάτα (2) εξαπλώθηκαν νότια και ανατολικά δημιουργώντας μικρά κρατίδια (ανάλογα με τις φάρες τους), στα πρότυπα των «Σκλαβηνιών», κυρίως σε ορεινές περιοχές της Ακαρνανίας, της Βοιωτίας, της Φθιώτιδας, της Κορινθίας, της Αργολίδας, της Αττικής καθώς και σε κοντινά νησιά (Ύδρα, Πόρος, Σπέτσες, Άνδρος, Ν. Εύβοια). «Η μοίρα του ηπειρωτικού δεσποτάτου δεν βρισκόταν πια στα χέρια των Ελλήνων κατοίκων του ή των Βυζαντινών προστατών τους. Έμενε στους Σέρβους, τους Αλβανούς και τους νέους Ιταλούς κόμητες της Κεφαλλονιάς (3).
ΟΙ ΕΜΦΥΛΙΕΣ ΣΕΡΒΙΚΕΣ ΣΥΓΚΡΟΥΣΕΙΣ: Όταν ο Συμεών Uros άκουσε για την ήττα και το θάνατο του Νικηφόρου,συγκέντρωσε στρατό 4-5 χιλιάδων Ελλήνων και Αλβανών και κατέλαβε τα Τρίκαλα. Έπειτα κάλεσε τη σύζυγό του, Θωμαΐδα με τα δυο τους παιδιά να εγκατασταθούν στα Τρίκαλα. Ο Συμεών υπέγραφε τα χρυσόβουλά του ως Συμεών Παλαιολόγος,αυτοκράτορας των Ελλήνων και της Σερβίας. Στη συνέχεια άφησε την οικογένειά του στα Τρίκαλα και επιχείρησε να κατακτήσει τις υπόλοιπες περιοχές δυτικότερα της Πίνδου. Όσο όμως ο Συμεών απουσίαζε μακριά από την έδρα του, ένας νέος διεκδικητής της Θεσσαλίας εμφανίστηκε στο προσκήνιο,
ο Ραντισλάβος Χλάπενος (Radovan Chlapen), ο οποίος, αφού κατάλαβε τη Δ. Μακεδονία και έχοντας νυμφευτεί την Ειρήνη,χήρα του Γρηγορίου Preljub, προέβαλε απαιτήσεις διαδοχής
στη Θεσσαλία. Ο Χλάπενος, μάλιστα, σύμφωνα με τους σερβικούς νόμους, είχε το δίκαιο με το μέρος του. Οδήγησε,λοιπόν, τον στρατό του στη Θεσσαλία παίρνοντας μαζί του και το θετό του γιο (γιο του Preljub) Θωμά Preljubovic. Τα δυσάρεστα νέα έφεραν τον Συμεών πίσω στα Τρίκαλα. Οι δυο αντίπαλοι τελικά ήρθαν σε συμφωνία, που προέβλεπε τον αρραβώνα του Θωμά Preljubovic με την κόρη του Συμεών Μαρία. Επειδή η τελευταία ήταν ανήλικη, ο γάμος
έπρεπε να περιμένει τουλάχιστον δυο χρόνια.
Πάντως η τελετή των αρραβώνων έγινε με κάθε επισημότητα από τον μητροπολίτη Λάρισας Αν-
τώνιο. Συγχρόνως, ο Συμεών αναγνωρίστηκε ως ο αδιαμφισβήτητος αυτοκράτορας των Ελλήνων και των Σέρβων Θεσσαλίας και Ηπείρου. Μετά απ’ αυτό το... διακανονισμό ο Preljubovic έφυγε για την έδρα του, το κάστρο των Βοδενών (Έδεσσα), ενώ ο θετός του πατέρας, Chlapen, αναχώρησε για την Καστοριά. Πολύ σύντομα ο Χλάπενος, βλέποντας ότι οι Αλβανοί είχαν γίνει πολυάριθμοι, δυτικά της Πίνδου, χώρισε το κράτος του στα δυο. Ο ίδιος κράτησε τη Θεσσαλία, ενώ η Ήπειρος ουσιαστικά αφέθηκε στην τύχη της.
Τα επόμενα έτη η περιοχή του Αχελώου και του Αγγελόκαστρου (Αιτωλοακαρνανία) έγιναν ηγε-
μονία του Αλβανού Γκίνη Μπούα Σπάτα (Gjin Boua Spata). Ο Συμεών παραχώρησε επίσης τη
βορειότερη Ήπειρο σε έναν άλλον Αλβανό φύλαρχο τον Πέτρο Λ(ι)όσα4 (Losha). Μόνο ένα
μικρό τμήμα της Ηπείρου, η περιοχή των Ιωαννίνων, αποδόθηκε στο Θωμά Preljubovic. Αυτή
η διάσπαση του ηπειρο-θεσσαλικού δεσποτάτου πρόσθεσε κάτι παραπάνω στον ήδη βαρύγδουπο τίτλο του Συμεών: «Αυτοκράτορας των Ελλήνων και των Σέρβων Θεσσαλίας, Ηπείρου και όλης της Αλβανίας»!
ΑΝΤΙΠΑΛΟΤΗΤΑ ΣΕΡΒΩΝ - ΑΛΒΑΝΩΝ: Την περίοδο 1367-1370 οι Αλβανοί επιδίωξαν να
διώξουν τον Θωμά που κυβερνούσε τυραννικά τα Ιωάννινα,οδηγημένοι από τον Πέτρο Λιόσα που είχε στο πλευρό του τις αλβανικές φυλές των Μαζαρακέων και των Μαλακασέων.
Ο Θωμάς σώθηκε με την αλάνθαστη μέθοδο των... αρραβώνων. Έτσι πρόσφερε το χέρι της κόρης του στο γιο του Λιόσα,εξασφαλίζοντας την απαραίτητη ομαλότητα στο βασίλειό του. Όταν το 1374 πέθανε ο Λιόσα στην Άρτα, ο δεσπότης του Αχελώου Gjin Boua Spata κινήθηκε γρήγορα και ένωσε υπό την ηγεσία του τα δεσποτάτα Αχελώου και Άρτας ισχυροποιώντας το κράτος του και φέρνοντας «πονοκεφάλους»στον Συμεών της Θεσσαλίας και τα δυτικά σύνορά του. Όμως, η όλη κατάσταση στη Θεσσαλία και την ευρύτερη Νότια Βαλκανική φαινόταν χαώδης και η επακόλουθη πολυαρχία θα οδηγήσει σύντομα στην καταλυτική επικράτηση του νέου εξ
Ανατολών ισχυρού εχθρού, των Οθωμανών Τούρκων.
Στο επόμενο άρθρο, τη μεθεπόμενη Κυριακή θα ασχοληθούμε με την πρώτη κατάκτηση της Θεσσαλίας από τους Οθωμανούς.
* Ο Κωνσταντίνος Αθ. Οικονόμου είναι δάσκαλος στο
32ο Δ. Σχ. Λάρισας - συγγραφέας
konstantinosa.oikonomou@gmail.com
www.scribd.com/oikonomoukon
1 Καντακουζηνός, 4, 43, 3.
2 Σ’ αυτόν οφείλεται το τοπωνύμιο Σπάτα στην Αττική.
3 D. M. Nicol, ό.π., 196.
4 Σ’ αυτόν οφείλεται το τοπωνύμιο Λιόσια της Αττικής

Τετάρτη 14 Μαΐου 2014

ΑΠΟ ΤΟ ΛΕΙΜΩΝΑΡΙΟ ΤΩΝ ΘΕΣΣΑΛΩΝ ΑΓΙΩΝ
Ο Αγιος Αχίλλιος
* Του Κωνσταντίνου Αθ. Οικονόμου,
δασκάλου του 32ου Σχ. Λάρισας


Ο Άγιος Αχίλλιος γεννήθηκε στην Καππαδοκία πριν το τέλος του 3ου αιώνα, από γονείς πλούσιους και ευσεβείς. Αυτοί τον ανέθρεψαν χριστιανικά και τον μόρφωσαν πλουσιοπάροχα. Μετά τον θάνατο των γονέων του, μοίρασε την περιουσία τους στους φτωχούς και πήγε στους Αγίους Τόπους. Κατόπιν επισκέφτηκε διάφορα ασκητήρια όπου ασκήθηκε με νηστεία, προσευχή, αγρυπνία και άλλες χριστιανικές αρετές. Ύστερα πήγε στη Ρώμη και στη Θεσσαλία, όπου κήρυξε τον Χριστό και έκανε πολλά θαύματα. Έτσι διαδόθηκε πολύ η φήμη του και όταν χήρευσε ο θρόνος της Λαρίσης, αναδείχτηκε Αρχιεπίσκοπός της (315 περίπου). Ο Άγιος έλαβε μέρος μαζί με τον Οικουμένιο Τρίκκης και το Ρηγίνο Σκοπέλου, στην Α’ Οικουμενική Σύνοδο στη Νίκαια το 325, στην οποία καταδικάστηκε η αίρεση του Αρείου. Εκεί ο Άγιος θαυματούργησε, αναδεικνύοντας τη δύναμη της ορθής πίστης. Διαβάζουμε κατά λέξη σε κώδικα της Μονής Βαρλάαμ των Μετεώρων: «Τον Θεόν επικαλεσάμενος και έλαιον δι’ ευχής βλύσαι ποιεί (την πέτρα)».
Μετά το πέρας της Συνόδου ο Μ. Κωνσταντίνος οδήγησε όλους τους ιεράρχες στη νέα πόλη που έκτιζε (Κωνσταντινούπολη). Εκείνοι προσευχήθηκαν στον Κύριο για να μείνει η πόλη στέρεα, ασάλευτη και ανίκητη. Ο αυτοκράτορας προέπεμψε τον Άγιο στη Λάρισα με πλούσια δώρα για ανεγέρσεις ναών και φιλανθρωπίες. Πριν αναχωρήσει ο Αχίλλιος από τη Βασιλεύουσα, ο Οικουμενικός Πατριάρχης Μητροφάνης, που δεν παρευρέθη λόγω ασθενείας στη Σύνοδο, ακούγοντας τα κατορθώματα του Αχιλλίου ζήτησε να τον δει και όταν αυτός τον επισκέφθηκε τον τίμησε και τον μακάρισε. Όταν επέστρεψε στη Λάρισα, του ετοιμάστηκε υποδοχή στην είσοδο της πόλης από ιερείς, μοναχούς και πλήθη πιστών. Μόλις ο Άγιος
έφτασε, έπεφταν στα πόδια του και ασπάζονταν τα άκρα των ιματίων του. Το ποιμαντικό του έργο συνεχίστηκε μέχρι το θάνατό του, περίπου το 350, ως τα πέρατα της Ελλάδας. Έτσι ο Α. Αχίλλιος θεωρείται δίκαια Ισαπόστολος, φωτισμένος, χαρισματικός, ένθεος κήρυκας του Ευαγγελίου. Ακόμα τα συναξάρια τον χαρακτηρίζουν υπερασπιστή φτωχών, πατέρα ορφανών, ευεργέτη και πρόμαχο κάθε ανάγκης1.
Κύριο χαρακτηριστικό του ήταν η υψοποιός ταπείνωση, πράγμα που επιβεβαιώνεται με το ακόλουθο περιστατικό. Προσκλήθηκε κάποτε ο Αγ. Αχίλλιος σε μια θεσσαλική πόλη για κάποια ανάγκη της τοπικής τους Εκκλησίας. Οι κάτοικοι έκαναν μεγάλη προετοιμασία, αντάξια ενός επισκόπου, περιμένοντάς τον. Αφού ευπρέπισαν χώρους φιλοξενίας,καθάρισαν δρόμους, ετοίμασαν φαγητά, περίμεναν τον ερχομό του, που τον φαντάζονταν πάνω σε κάποιο άλογο με κουστωδία συνοδών, έναν δηλαδή ερχομό αντάξιο του αξιώματός του. Όμως, αντ' αυτών, είδαν δυο κληρικούς που έρχονταν πεζή. Οι ντόπιοι, νομίζοντας ότι ήταν προπομποί του Επισκόπου, ρώτησαν αν ο Άγιος ήταν κοντά.
Όταν ο ένας από τους δυο κληρικούς είπε ότι αυτός είναι ο Επίσκοπός τους, οι απλοϊκοί κάτοικοι το εξέλαβαν ως ειρωνεία. Μετά από λίγο, κι αφού επέμεναν ρωτώντας και ακούγοντας τα
ταπεινά, γλυκά του λόγια,πείστηκαν ότι αυτός ήταν ο αρχιερέας τους και θαύμασαν την ταπείνωσή του. 
Όταν κατάλαβε ότι πλησίαζε η μέρα της εκδημίας του, ζήτησε να κατασκευαστεί ο τάφος του. Κάλεσε τότε κλήρο και πιστούς, τους το ανακοίνωσε και τους έδωσε τις ύστατες συμβουλές. Λίγες μέρες αργότερα, γύρω στο 350, κοιμήθηκε ειρηνικά, παραδίδοντας την αγία του ψυχή στα χέρια του Θεού. Οι Λαρισαίοι τον θρήνησαν πολύ και τον κήδεψαν με μεγαλοπρέπεια. Λαός και
κλήρος έθαψαν το άγιο του λείψανο στον ήδη ετοιμασμένο τάφο του. Επειδή εκείνα τα πρώτα χριστιανικά χρόνια δεν συνηθίζονταν η ανακομιδή λειψάνων κι επειδή πέρασαν πολλά έτη, ενώ μεσολάβησαν βαρβαρικές επιδρομές, έμεινε ο τάφος του Αγίου άγνωστος. Όμως ο Κύριος με θαύμα του, τριακόσια περίπου έτη αργότερα, την 10η του Φεβρουαρίου, φανέρωσε το λείψανο του εκλεκτού του Αγίου. Έτσι για τα επόμενα χρόνια,μέχρι την άλωση της πόλης απ’ τους Βουλ-
γάρους, το λείψανο και ο τάφος του Αγίου ήταν πηγή θαυμάτων στους προστρέχοντες στη μεσιτεία του.
 Πάνω από τον τάφο του κτίστηκε και ιερός ναός, πιθανότατα αυτός που βλέπουμε ανεβαίνοντας στο λόφο του Φρουρίου2, νότια από την οθωμανική σκεπαστή αγορά. Στα χρόνια της βουλγαρικής ακμής, το 986, ο τσάρος Σαμουήλ άρπαξε το λείψανο του Αγίου και το τοποθέτησε σε λάρνακα στο νησάκι του Αγίου Αχιλλίου της Μικρής Πρέσπας, δημιουργώντας ένα προ-
σκυνηματικό κέντρο για το βασίλειό του, δίνοντας συγχρόνως κύρος στην εξουσία του.
Στο ίδιο νησάκι ο Σαμουήλ ανήγειρε μεγαλοπρεπή ναό, του οποίου σήμερα σώζονται τα ερείπια. 
Ο Βυζαντινος χρονογράφος Γεώργιος Κεδρηνός γράφει για την αρπαγή του αγίου λειψάνου: «Μετήγαγε δε (ο Σαμουήλ) και το λείψανον του Αγίου Αχιλλίου επισκόπου Λαρίσης χρηματίσαντος επί Κωνσταντίνου του μεγάλου, τη μεγάλη και πρώτη Συνόδω παρόντος, (...) και εις Πρέσπαν απέθετο, ένθα ήσαν αυτώ τα βασίλεια, οίκον κάλλιστον και μέγιστον επί τω ονόματι αυτού δομησάμενος». 
Από το 1981 το λείψανο του Αγίου βρίσκεται ξανά στη Λάρισα, στον Μητροπολιτικό Ιερό Ναό του Αγίου Αχιλλίου.«Χαίροις της εώας αστήρ λαμπρός, και των Λαρισαίων λαμπαδούχος και οδηγός, χαίροις ευσεβείας,λειμών ο ανθηφόρος, Αχίλλιε παμμάκαρ,Τριάδος σκήνωμα».

1 Ματθαίος Λαγγής, Ο Μέγας Συναξαριστής της Ορθοδόξου Εκκλησίας, Ε’ έκδοση,
τόμος Ε’ ,1996, σ. 428.

2 Αποκαλύφθηκε το 1978. Σχετικά: Κ. Α.Οικονόμου, Η Λάρισα και η θεσσαλική Ιστορία, γ’ τόμος (Λάρισα 2008).

Τρίτη 6 Μαΐου 2014

ΘΕΣΣΑΛΙΑ. Κέντρο της Ελλάδας και καρδιά του μυθικού της κόσμου. Θεσσαλία! Θέσις + αλς = θέση θάλασσας. Αυτό ισχυρίζονται οι γλωσσολόγοι και δεν έχουν άδικο. Πράγματι, μερικές χιλιετίες πριν η Θεσσαλία καλύπτονταν από νερά. Τα νερά μιας τεράστιας, μα σχετικά ρηχής λίμνης, από υδάτινους όγκους που συγκεντρώνονταν από πολυάριθμα μεγάλα ή μικρά ρεύματα που κατηφόριζαν από τα γύρω βουνά. Αυτά τα μικρά ποτάμια μετέφεραν μεγάλες ποσότητες φερτής ύλης η οποία συσσωρεύονταν στον πυθμένα της λίμνης. Κάποτε, με την πάροδο των αιώνων, αυτή η μεγάλη μάζα νερού βρήκε έξοδο προς το Αιγαίο πέλαγος, στην περιοχή μεταξύ των βουνών Ολύμπου και Όσσας.
Αυτό θεωρήθηκε, από τη μεριά των γεωλόγων,αποτέλεσμα της διάβρωσης των ορεινών όγκων,
μιας διάβρωσης που οφειλόταν στη δύναμη των υδάτων, ή, κατ' άλλους, αποτέλεσμα ισχυρής σεισμικής δραστηριότητας στην περιοχή. Αντίθετα,σύμφωνα με την πλούσια ελληνική Μυθολογία,«δράστης» αυτού του διαχωρισμού των ορεινών όγκων υπήρξε ο θαλάσσιος θεός Ποσειδών. Έτσι η περιοχή της Θεσσαλίας μετατράπηκε σε εύφορη πεδιάδα έχοντας μοναδικά κατάλοιπα που θύμιζαν το υδάτινο παρελθόν της: τον ρου του Πηνειού ποταμού και κάποιες αβαθείς λίμνες, όπως η Βοιβηίδα (Κάρλα) και η Νεσσωνίτιδα, που βεβαίως δεν υπάρχει σήμερα.
Όταν αναφερόμαστε στη Θεσσαλία, ιστορικά,δεν εννοούμε το σημερινό ομώνυμο διαμέρισμα
της σύγχρονης Ελλάδας, αλλά μια ευρύτερη περιοχή, που, σε γενικές γραμμές, εκτεινόταν στα
ανατολικά από την περιοχή των εκβολών του Πηνειού, μέχρι τις Θερμοπύλες, και δυτικά από την
περιοχή της Κεντρικής Πίνδου μέχρι το όρος Οίτη.Σύνορά της θεωρούνταν στους ιστορικούς χρόνους,προς Βορρά η Πιερία και η Ελίμεια της Μακεδονίας,δυτικά η Αθαμανία (ή Αθαμαντία) και η Μολοσσία,νότια η Λοκρίδα, η Δωρίδα και η Αιτωλία, ενώ στα ανατολικά η Θεσσαλία βρεχόταν από το Αιγαίο και τους κόλπους Παγασητικό, Μαλιακό και Βόρειο Ευβοϊκό. Πρόκειται δηλαδή για μια περιοχή τουλάχιστον μιάμιση φορά μεγαλύτερη από την έκταση της σημερινής Θεσσαλίας. Είναι βέβαιο ότι ακόμα και κατά την υστεροβυζαντινή εποχή η έκτασή της είναι ανάλογη με αυτή των αρχαίων χρόνων καθώς γνωρίζουμε ότι πρωτεύουσα του μεσαιωνικού κρατιδίου της Θεσσαλίας κατά τον 13ο αιώνα ήταν οι Νέες Πάτρες (Υπάτη), αρκετά νοτιότερα
από τα σημερινά σύνορά της.
ΟΙ ΠΕΡΙΟΔΟΙ ΤΗΣ ΘΕΣΣΑΛΙΚΗΣ ΙΣΤΟΡΙΑΣ: Οι περίοδοι της θεσσαλικής ιστορίας χωρίζονται ως εξής:
- 100.000- 8.000 π.Χ., παλαιολιθική εποχή.
- 8.000- 5.000 π.Χ., μεσολιθική εποχή.
- 5.000- 2.300 π.Χ., προκεραμική και κεραμική
εποχή.
- 2300- 2000 π.Χ., εποχή του χαλκού.
- 2000- 1250 π.Χ., μυκηναϊκή ή μινυακή εποχή
(είναι η περίοδος σχηματισμού των πρώτων μύθων
του γένους μας με τους οποίους θα ασχοληθούμε
στα επόμενα άρθρα).
- 1250- 600 π.Χ., γεωμετρική εποχή.
- 600- 197 π.Χ., κλασική και ελληνιστική εποχή:
αρχική οργάνωση του Κοινού των Θετταλών μέχρι
και τη ρωμαϊκή εισβολή στη Θεσσαλία.
- 197 π.Χ.- 330 μ.Χ., Ρωμαιοκρατία.
- 330- 610 μ.Χ., πρωτοβυζαντινή περίοδος- ει-
σβολή Σλάβων.
- 610- 986 μ.Χ., μεσοβυζαντινή περίοδος μέχρι
την άλωση της Λάρισας από τους Βουλγάρους και
την εισβολή διαφόρων βαλκανικών και άλλων φύ-
λων σ’ όλη τη Θεσσαλία.
- 986 - 1392 (ή 1423) μ.Χ., υστεροβυζαντινή
περίοδος και ίδρυση του κρατιδίου της Θεσσαλίας
μέχρι και την πρώτη τουρκική εισβολή στη Λάρισα
υπό τον Εβρέν Μπέη.
- 1393- 1881, Τουρκοκρατία.
- 1881- και σήμερα, Νεότερη ιστορία.
ΘΕΣΣΑΛΙΚΕΣ ΠΕΡΙΟΧΕΣ: Το παλαιότερο όνομα,της Βορειοανατολικής, αλλά και ολόκληρης της Θεσσαλίας που συναντάμε στους αρχαίους συγγραφείς είναι Πελασγία ή Πελασγιώτιδα. Το όνομα αυτό προέρχεται από τους πρώτους κατοίκους της,τους Πελασγούς που ήταν μια ομάδα Προελλήνων1. Στα χρόνια της κλασικής εποχής μόνο το όνομα της ανατολικής επαρχίας (Πελασγιώτις –περιοχή της Λάρισας) εξακολουθεί να τους θυμίζει.
Αντίθετα το ελληνικό φύλο των Αιολέων επικρατεί στα δυτικά (Αιολίς- Θεσσαλιώτις). Άλλα ονόματα της αρχαίας Θεσσαλίας είναι Πυρραία (στα λεξικά Σούδας και Ησύχιου), Πανδώρα Γη (Στράβων η’),Δρυοπίς, Ελλάδα (Πλίνιος) και, από το φύλο των Αιμόνων, Αιμονία (Πίνδαρος, Αθήναιος). Οι Θεσσαλοί ονομάζονταν αλλιώς και Εφυραίοι διότι προήλθαν από την Εφύρα της δυτικής Ηπείρου (Fr.Stαhlin – «Η Θεσσαλία»). Κυριάρχησαν στα νοτιοδυτικά, γι’ αυτό και το όνομα Θεσσαλιώτις, ενώ στην Ανατολή και το Βορρά συγχωνεύτηκαν με τους ντόπιους αρχαιότερους κατοίκους και διατηρήθηκαν τα παλαιότερα τοπωνύμια: Πελασγιώτις,Φθιώτις, Εστιαιώτις. Τότε αντικαταστάθηκαν και οι ονομασίες πόλεων Άρνη και Φθία με τις Κιέριον και Φάρσαλος αντίστοιχα.
ΜΥΡΜΗΔΟΝΕΣ: Αξίζει να αναφερθεί ότι οι Αχαιοί της Φθίας ονομάζονταν και Μυρμηδόνες. Γε-
νάρχης θεωρείται ο Αιακός που ήταν γιος του Δία και της Ευρώπης και ζούσε στην Αίγινα. Όταν μετά από μια τιμωρία της Ήρας ερημώθηκε από κατοίκους το νησί, ο Αιακός μένοντας μόνος του στο νησί, παρακάλεσε τον Δία να του χαρίσει συντρόφους. Τότε ο Ζευς μεταμόρφωσε ένα μεγάλο αριθμό μυρμηγκιών που βρίσκονταν στην κουφάλα ενός δέντρου, σε ανθρώπους. Αυτοίονομάστηκαν Μυρμηδόνες, δηλαδή μυρμήγκια, εξαιτίας της καταγωγής τους. Αργότερα οι Μυρμηδόνες ακολούθησαν τον γιο του Αιακού Πηλέα και κατοίκησαν στη Θεσσαλική Φθία, ενώ ο αδελφός του Πηλέα, ο Τελαμών έγινε βασιλιάς στη Σαλαμίνα.
ΛΑΡΙΣΑ: Κυρίαρχη θέση στο κράτος της Θεσσαλίας κατείχε η Λάρισα (ή Λάρισσα των αρχαίων).Κτισμένη στο χώρο που σήμερα λέμε «Φρούριο»,ήταν φυσικά προφυλαγμένη από Βορρά και Δύση χάρις στον ποταμό Πηνειό. Είναι βέβαιο ότι τεχνητή οχύρωση θα υπήρχε και προς Νότο και Ανατολή αλλά, όπως είναι φυσικό, θεωρείται αδύνατον να το βεβαιώσουμε αρχαιολογικά, λόγω των αλλεπάλληλων στρωμάτων των οικισμών που είχαν κτιστεί εκεί κατά τη διάρκεια της μακραίωνης ιστορίας της πόλης. Πιθανότερος πρώτος οικιστής της θεωρείται ο Λάρισσος, γιος του Πελασγού, ή, κατ’άλλες πηγές, ο ίδιος ο Πελασγός, που την ονόμασε έτσι προς τιμήν της κόρης του Λάρισσας. Μια τρίτη άποψη, που μάλλον συγκεντρώνει ελάχιστες πι-
θανότητες, είναι αυτή που μας παρουσιάζει τον Ακρίσιο, πατέρα του πρώτου βασιλιά της Λάρισας,του Τεύταμου, πρώτο οικιστή της. Ετυμολογικά η λέξη Λάρισ(σ)α είναι πελασγική και σημαίνει ακρόπολη ή ύψωμα-λόφος. Αυτό που στην ντόπια γλωσσολαλιά λέμε «τούμπα».
ΜΥΘΙΚΑ ΘΕΣΣΑΛΙΚΑ ΓΕΝΗ: Τα κυριότερα γενεαλογικά δέντρα της μυθικής Θεσσαλίας είναι:
των Λαπιθών της Λάρισας και της Μαγνησίας, των Κενταύρων και τρία του Αιόλου, δηλαδή των Φερών, της Φυλάκης και της Αθαμανίας. Αξίζει να σημειώσουμε πως σύμφωνα με την άποψη των αρχαίων ιστορικών, οι Θεσσαλοί ήταν οι πρώτοι άνθρωποι όλου του κόσμου, που εμφανίστηκαν μετά την Τιτανομαχία. Εδώ θα συναντήσουμε για πρώτη φορά το όνομα Έλληνας και Ελλάδα που χαρακτήρισαν έκτοτε όλο το έθνος μας.


Κυριακή 4 Μαΐου 2014


Θεσσαλία: Υστερη Αρχαιότητα και Μεσαίωνας
* Από τον Κων/νο Αθ. Οικονόμου

Οι Σέρβοι στη Θεσσαλία (α’)

Η περίοδος από το 1341 ως και το 1350 χαρακτηρίζεται από κυβερνητική αστάθεια στην Κων-
σταντινούπολη λόγω των συγκρούσεων του αυτοκράτορα Ιωάννη Ε’ Παλαιολόγου με τον διεκδικητή του θρόνου Καντακουζηνό, και,εν συνεχεία, εξαιτίας της «οικογενειακής» διαμάχης Ιωάννη Ε’ και Ανδρόνικου Δ’, παππού και εγγονού δηλαδή, για τον θρόνο της Αυτοκρατορίας. Όλο αυτό το διάστημα οι Σέρβοι, εκμεταλλευόταν τις εμφύλιες συγκρούσεις, παίρνοντας μέρος, πότε στο πλευρό του ενός και πότε του άλλου, ανάλογα με το συμφέρον τους. Ο Μιχαήλ Μονομάχος, άτυπος κυβερνήτης της Θεσσαλίας, την ίδια περίοδο, με τη σύμφωνη γνώμη των
Θεσσαλών φεουδαρχών, είχε ταχθεί στο πλευρό του Καντακουζηνού. Και αυτό ήταν φυσικό, αφού ο Καντακουζηνός θεωρούνταν εκπρόσωπος της αριστοκρατίας και προστάτης των λογής-λογής αρχόντων και «ευγενών». Ο τοπάρχης που είχε τη μεγαλύτερη δύναμη στη Θεσσαλία, μετά το Μονομάχο, ήταν το 1342 ο Μιχαήλ Γαβριηλόπουλος, συγγενής του παλιότερου Σεβαστοκράτορα Στέφανου Γαβριηλόπουλου.
 Κυριαρχικός του χώρος ήταν η ευρύτερη περιοχή των Τρικάλων, όμως η εξουσία του αμφισβητούνταν από άλλους μεγαλοκτηματίες της περιοχής. Έτσι, η ντόπια αριστοκρατία των γαιοκτημόνων εμπιστεύτηκε τη χώρα και τις περιουσίες τους στα χέρια του Καντακουζηνού, αναγνωρίζοντάς τον ως αυτοκράτορα. Ο Καντακουζηνός, ικανοποιημένος μεν απ’ αυτή την
εξέλιξη, αλλά αδυνατώντας να μεταβεί ο ίδιος στη Θεσσαλία, έστειλε σαν αντιπρόσωπό του τον εξάδελφό του Ιωάννη Άγγελο(1).
 Έτσι στα τέλη του 1342 αφίχθηκε στη Θεσσαλία και ανέλαβε τα καθήκοντά του. Ο Ιωάννης, σύμφωνα με αυτοκρατορικό χρυσόβουλο,διορίστηκε ισόβιος κυβερνήτης της επαρχίας και η εξουσία του δεν ήταν κληρονομική. Στο ίδιο χρυσόβουλο ορίζονταν και τα σύνορα μεταξύ Θεσσαλίας και Ηπείρου, που ήταν τα παλαιότερα ισχύοντα, προκειμένου να αποφευχθούν προστριβές. Ο Ιωάννης Άγγελος αποδείχτηκε ικανός κυβερνήτης, αγαπητός στο λαό. Επε-
ξέτεινε τα σύνορα της βυζαντινής Θεσσαλίας νότια και νοτιοανατολικά εις βάρος των Καταλανών, οι οποίοι, σύμφωνα με τον Γρηγορά,είχαν καταντήσει «αλκοολικοί ηδονιστές». Λίγο αργότερα εισέβαλε και στο κράτος της Ηπείρου καταλαμβάνοντας Αιτωλία και Ακαρνανία, ενώ μέχρι το τέλος του 1342,είχε προσαρτήσει όλο το ηπειρωτικό δεσποτάτο στη Θεσσαλία.
Η ΠΡΩΤΗ ΕΙΣΒΟΛΗ ΤΩΝ ΣΕΡΒΩΝ
Επωφελούμενοι, τότε, από τις ενδο – βυζαντινές συγκρούσεις,οι Σέρβοι με οργανωμένο στρατό
προχώρησαν ταχύτατα προς τη Μακεδονία και τη Βόρεια Ήπειρο.Κατεβαίνοντας ορμητικά συμπαρέσερναν στο διάβα τους και αλβανικούς πληθυσμούς αναγκάζοντάς τους να κινηθούν νοτιότερα.Οι Αλβανοί, με τη σειρά τους,πραγματοποιούσαν συχνά ληστρικές επιδρομές σε ελληνικές πόλεις και χωριά μέχρι τον Κορινθιακό κόλπο. Ως το 1345 η Αλβανία, πέραν του Σκούμπη ποταμού, έγινε τμήμα της σερβικής επικράτειας.
Τον Σεπτέμβριο του ίδιου χρόνου ο Δουσάν κατέλαβε τις Σέρρες και τον Απρίλιο του 1346 αυτοανακηρύχθηκε «Αυτοκράτωρ των Σέρβων και των Ρωμαίων», ενώ αργότερα κατέλαβε και τη Βέροια.Η Ήπειρος έπεσε στα χέρια του Δουσάν μέχρι τις αρχές του 1347,ενώ τους πρώτους μήνες της επόμενης χρονιάς ολοκλήρωσε και την κατάκτηση της Θεσσαλίας,μάλλον ειρηνικά.
 Η κατάκτηση της Ηπείρου έγινε με βίαιο τρόπο διότι ο Δουσάν αντιμετώπισε ισχυρή αντίδραση από τον Ιωάννη Άγγελο, που από το 1347 είχε τον τίτλο του Σεβαστοκράτορα. Όταν η Ήπειρος έπεσε στα χέρια του μεγάλου του αντιπάλου, ο Ιωάννης υποχώρησε ανατολικά της Πίνδου,
στη Θεσσαλία όπου λίγους μήνες αργότερα πέθανε. Ήταν ένα από τα δεκάδες χιλιάδες θύματα του «μαύρου θανάτου», όπως ονομαζόταν τότε η πανούκλα. Η θανατηφόρα αυτή επιδημία χτύπησε την Κωνσταντινούπολη το 1347,και εν συνεχεία, μέσα στα επόμενα δυο χρόνια, την υπόλοιπη Ελλάδα και το μεγαλύτερο τμήμα της ευρωπαϊκής ηπείρου. Μετά το θάνατο, λοιπόν, του Θεσσαλού διοικητή, οι Σέρβοι κατέλαβαν, προελαύνοντας, τη Θεσσαλία. Ο ηγέτης των Σέρβων, Στέφανος Δουσάν, πιστός στο δόγμα του καισαροπαπισμού, συγκρότησε Σύνοδο
από ιερωμένους της επικράτειάς του στο Βελεστίνο(2), η οποία εξέλεξε τον ίδιο... Πατριάρχη!
Ένας ικανότατος στρατηγός του Δουσάν, ο Γρηγόριος Πρελιούμπος (Preliub), που ήταν και ο επικεφαλής της εκστρατείας στη Θεσσαλία, ορίστηκε διοικητής - έπαρχός της, με έδρα τα Τρίκαλα. Τον Ιανουάριο του 1349 ο Στέφανος Δουσάν ονόμασε τον εαυτό του «Αυτοκράτορα της Rascia (Ν. Σερβία) και της Ρωμανίας, Δεσπότη Άρτας και κόμη της Θεσσαλίας(3)». Η Ήπειρος δόθηκε στον ετεροθαλή αδελφό του Δουσάν,τον Συμεών Ουρός (Uroc), ο οποίος έχοντας μακρινή συγγένεια με τους Παλαιολόγους, έδωσε βυζαντινό «χρώμα» στο όνομά του
προσθέτοντας στο επίθετό του και το όνομα Παλαιολόγος. Τη μεθεπόμενη Κυριακή θα δούμε την εξέλιξη της σερβικής κυριαρχίας στη Θεσσαλία.
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ:
Οι οικογένειες φεουδαρχών στη Θεσσαλία τον 13ο και 14ο αι.
(1) Η οικογένεια Μελισσηνών - Κων/νος Μελισσηνός-Κομνηνός-Δούκας-Βρυένιος γαμπρός του
Θεοδώρου της Ηπείρου (ιδρυτής της Ι. Μ. Παναγίας Μακρινίτισσας) - Νικόλαος Μελισσηνός γιος του προηγουμένου (1250-1280 περίπου)
- Ιωάννης Μελισσηνός Παλαιολόγος γιος του Νικολάου (ιδρυτής της Ι. Μ. Ιωάννη Προδρόμου
Δρυανούβαινας-Πορταριάς)
- Άννα Μαλιασσηνή Κομνηνή Δούκαινα Παλαιολογίνα ανιψιά του Μιχαήλ Η’, ιδρύτρια της Ι. Μ. Τι-
μίου Προδρόμου Ν. Πέτρας, πέθανε ως μοναχή Ανθούσα.
(2) Στρατηγόπουλοι - Κομνηνός Στρατηγόπουλος (Καίσαρ), ιδρυτής Ι. Μ. Αγίου Δημητρίου Μακρινίτσας
(3) Γαβριηλόπουλοι - Μιχαήλ Γαβριηλόπουλος, αυθέντης Θεσσαλίας-Φανάρι (συγγραφέας ορκωτικού γράμματος)
- Στέφανος Γαβριηλόπουλος,Ιδιοκτήτης Φαναρίου, Λυκοστομίου, Καστρίου, Σταγών, Τρικάλων,
Δαμασίου και Ελασσόνας
(4)Ζωριάνοι - Μιχαήλ Ζωριάνος, αυλικός του δεσπότη της Ηπείρου Θωμά Αγγέλου, ιδιοκτήτης Ζαγοράς
(5) Οικογένειες Αλβανών γαιοκτημόνων (1310-1350)
- οι Μπούα
- οι Μεσαρίτες
- οι Μαλακασαίοι ή Μαλακάσιοι
- οι Ματαράγκοι
- Πέτρος και Ιωάννης Σεβαστόπουλοι (Δομοκός)
(6) Άλλοι
- Λέων Σπίγγης
- Πηγωνίτης (Ιδιοκτήτης Ι. Μ.
Αγίου Γεωργίου Τρικάλων)
- Αλέξιος Αλβανίτης, (Ιδιοκτή-
της εκτάσεων στην Κλινοβίστα
Καλαμπάκας)
- Ιωάννης Αλβανίτης
- Μιχαήλ Αρχοντίτζης
- Μιχαήλ Μακρογένης
- Ανδρέας Ζαγκλιβάνης
- Νικηφόρος Νεόλος
- Δημήτριος Βούτος
- Ορφανοϊωάννης, (Ιδιοκτήτης περιοχής Σαμοσάδας)
- Βαρδάνης
- Σινιορινός
- Ταρωνάς (Βλάχος)
- Ζωή Συροπούλου (-Μελαχρηνού)
- Μαρμαράς (Πρωτονοβελίσσιμος)
Ο Κωνσταντίνος Αθ. Οικονόμου είναι δάσκαλος στο 32ο Δ.Σχ, Λάρισας – συγγραφέας
Konstantinosa.oikonomou@gmail.com www.scribd.com/oikonomoukon
(1) Καντακουζηνός, |||, 53:2.
(2) Επ. Φαρμακίδης, Η Λάρισα,ό. π.,. 139 και Κ. Α. Οικονόμου,Η Λάρισα και η θεσσ. Ιστορία,
γ’τόμος Λάρισα 2008.
(3) Jirecek – Radovic, Istorija Srba 1, sel. 226 και D. M. Nicol,ό. π.,. 198.