Τετάρτη 20 Απριλίου 2016


Εχετλαίος: O μυστηριώδης ήρωας της Μάχης του Μαραθώνα με το άγνωστο υπερόπλο

Εχετλαίος ή Έχετλος ήταν το όνομα ενός αγνώστου ήρωα που εμφανίστηκε στη μάχη του Μαραθώνα και βοήθησε να αναχαιτιστεί η περσική εισβολή στην Ελλάδα. Ιστορικά, ο Εχετλαίος…δεν αναφέρεται πουθενά στο παρελθόν και η ύπαρξή του στο πάνθεον των αρχαίων ηρώων γίνεται μετά τη μάχη του Μαραθώνα.
Στη μάχη εκείνη, ο Εχετλαίος είχε εμφανιστεί ξαφνικά στο Ελληνικό στρατόπεδο ντυμένος με στολή άγνωστη για τους Αθηναίους κρατώντας στα χέρια του μία εχέτλη (= λαβή αρότρου) ή κάτι που έμοιαζε με εχέτλη, αντί για όπλο.
exetleos_1
Με αυτό το παράξενο όπλο, ο Εχετλαίος χτυπούσε τους Πέρσες κι εξόντωσε πολλούς από αυτούς. Μετά τη μάχη, ο άγνωστος άνδρας εξαφανίστηκε με τον ίδιο τρόπο που είχε εμφανιστεί και κανείς δεν γνώριζε το παραμικρό γι’ αυτόν, ούτε καν το όνομά του.
Οι Αθηναίοι, μετά τη μάχη, ρώτησαν το Μαντείο των Δελφών να μάθουν ποιος ήταν αυτός ο άγνωστος ήρωας που πολέμησε μαζί τους και το Μαντείο τους έδωσε ως απάντηση πως θα έπρεπε να τιμούν τον ήρωα Εχετλαίο.
Οι Αθηναίοι από ευγνωμοσύνη προς αυτόν, όρισαν την επίσημη λατρεία του ως ήρωα. Γενικά, η νίκη στην μάχη του Μαραθώνα φαίνεται ότι ξάφνιασε ακόμα και τους Αθηναίους. Για να εξηγήσουν την πανωλεθρία των Περσών, αρκετοί από τους Αθηναίους πολεμιστές ισχυρίστηκαν ότι είδαν πολλούς ήρωες και θεούς να πολεμούν στο πλάι τους.
Ο κυριότερος από αυτούς ήταν ο Πάνας ο οποίος ενέπνευσε στους Πέρσες τον «Πανικό» τον ιερό, τρομερό φόβο. Σε αυτήν την μυθοπλασία μάλλον συγκαταλέγεται και η εμφάνιση του ήρωα Εχετλαίου.
exetleos2
Η περιγραφή του Παυσανία έχει ως εξής:
[…]«Λέγουν επίσης πως έτυχε να είναι παρών στη μάχη ένας άνδρας με παλαιική εμφάνιση κι ενδύματα. Σκοτώνοντας πολλούς από τους ξένους με την εχέτλη, εξαφανίστηκε μετά τη μάχη. Σαν ρώτησαν οι Αθηναίοι το μαντείο, ο θεός απλά τους έδωσε την εντολή να τιμήσουν τον Εχετλαίο ως ήρωα. Ανήγειραν και μνημείο μάλιστα με λευκό μάρμαρο!!!
ΗΡΟΔΟΤΟΣ: Ο Ηρόδοτος δίνει μια άλλη διάσταση στον άγνωστο αυτόν πολεμιστή και το όπλο του , περιγράφει λοιπόν ότι στην μάχη του Μαραθώνα σκοτώθηκαν 6.400 Πέρσες και 192 Αθηναίοι. Κατά την διάρκεια της συγκρούσεως συνέβη κάτι πολύ παράξενο, ένας Αθηναίος στρατιώτης, ο Επίζηλος, γιός του Κουφαγόρα, ενώ πολεμούσε γενναία στήθος με στήθος ξαφνικά έχασε την όραση του και στα δύο του μάτια, παρόλο που δεν τον είχε ακουμπήσει τίποτα, ούτε δόρυ ούτε ξίφος ούτε βέλος τόξου.
Συνεχίζοντας ο Ηρόδοτος αναφέρει ότι ο Επίζηλος διηγείται ότι είδε έναν μεγαλόσωμο οπλίτη που η γενειάδα του κάλυπτε ολόκληρη την ασπίδα του, και ότι αυτό το φάντασμα κρατούσε στα χέρια του ένα πολύ φωτεινό όπλο! Πέρασε ακριβώς δίπλα του, σκοτώνοντας Πέρσες αντιπάλους και αυτή η σκηνή ήταν η τελευταία που είδε ο Επίζηλος γιατί από κάποια υπερβολική λάμψη, τυφλώθηκε!

Δευτέρα 11 Απριλίου 2016

ΛΑΡΙΣΑ - Μια εικόνα χίλιες λέξεις...


Ο Υδατόπυργος

Η σημερινή εικόνα μας είναι αρκετά γνώριμη. Προέρχεται από το επιστολικό δελτάριο αρ. 19 του Π. Α. Παρασκευόπουλου, με τον υπότιτλο «ΛΑΡΙΣΑ. Υδραγωγείον» και παριστάνει τον Υδατόπυργο της Λάρισας όπως ήταν λίγα χρόνια μετά την κατασκευή και τα εγκαίνιά του. Το θέμα Ύδρευση είχε τεθεί για την πόλη της Λάρισας από τα πρώτα χρόνια της απελευθέρωσης από τον τουρκικό ζυγό. Υπάρχουν δημοσιεύματα τοπικών εφημερίδων του 1892, τα οποία αναφέρουν ότι το ζήτημα διοχέτευσης ύδατος από τον Πηνειό προς την πόλη πρέπει να θεωρείται λυμένο [1]. Βέβαια αυτό αποδείχθηκε τελικά ουτοπία. Τον Μάρτιο του 1909, έπειτα από έντονες συζητήσεις, το Δημοτικό Συμβούλιο με δήμαρχο τον Αχιλλέα  Αστεριάδη, ανέθεσε στην εταιρεία «Πηνειός» [2] την εκτέλεση έργων ύδρευσης και ηλεκτροφωτισμού της πόλεως και την εκμετάλλευσή τους από την εταιρεία για πενήντα χρόνια. Όμως λόγω των μικρών οικονομικών δυνατοτήτων της, η εταιρεία δεν μπόρεσε να φανεί συνεπής στις υποχρεώσεις προς τον Δήμο. Αναγκάσθηκε λοιπόν το 1912 να εκχωρήσει τη σύμβαση στη γαλλική εταιρεία «Omnium». Οι συζητήσεις στο Δημοτικό Συμβούλιο γύρω από το θέμα της σύμβασης αυτής, η οποία δεν ήταν εντελώς διαφανής, ήταν πολύ έντονες, σε σημείο να οδηγήσουν τον δήμαρχο Αχιλλέα Αστεριάδη σε έκπτωση από το αξίωμά του. Η «Omnium», παρ’ όλο που το 1914 ηλεκτροδότησε το κεντρικό τμήμα της Λάρισας, στα  έργα της ύδρευσης είχε σημαντικά υστερήσει. Όμως καθώς την εποχή αυτή μαίνονταν οι μάχες του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου, η γαλλική εταιρεία διέκοψε τις εργασίες της και τα έργα λίμνασαν. Με το τέλος του πολέμου η εταιρεία δεν έδειξε καμιά διάθεση να συνεχίσει τα έργα και έτσι ο Δήμος αναγκάσθηκε τον Οκτώβριο του 1924 να κηρύξει την «Omnium» έκπτωτη. Επειδή όμως μια τόσο μεγάλη πόλη όπως ήταν η Λάρισα δεν ήταν δυνατόν να στερείται του στοιχειώδους αγαθού της ύδρευσης και του ηλεκτρισμού, ανέλαβαν πρωτοβουλία προσωπικότητες της τοπικής κοινωνίας και επαγγελματικές οργανώσεις και προχώρησαν στην ίδρυση συνεταιρισμού καταναλωτών με την επωνυμία Ε.Υ.Η.Λ., «Εταιρεία Υδρεύσεως και Ηλεκτροφωτισμού Λαρίσης». Τον Ιούνιο του 1925 εξαγόρασαν με πραξικοπηματικές διαδικασίες από την «Omnium» το προνόμιο και τις εγκαταστάσεις που είχε δημιουργήσει στην πόλη, οι οποίες βρίσκονταν εκεί όπου σήμερα έχει κτισθεί το Δημοτικό Θέατρο και παλαιότερα στεγαζόταν το εργοστάσιο ηλεκτροφωτισμού του Ο.Υ.Η.Λ. Πρώτη φροντίδα της Εταιρείας ήταν να τεθεί σε υγιείς βάσεις ο κανονισμός λειτουργίας της. Στις δημοτικές εκλογές της 25ης Οκτωβρίου 1925, εκλέχθηκε δήμαρχος ο Μιχαήλ Σάπκας και εισηγήθηκε στο Δημοτικό Συμβούλιο την «καθ’ υπεροχήν συμμετοχήν του Δήμου Λαρίσης» στα οικονομικά της Εταιρείας. Με την μεσολάβηση πολιτικών προσώπων, κατόρθωσε να εξεύρει πόρους μέσω τραπεζικών δανείων, να αντιπαλέψει με όλα τα εμπόδια και να ολοκληρώσει τα έργα Ύδρευσης και Ηλεκτροφωτισμού, ώστε η πόλη να έχει στη διάθεσή της άφθονο και υγιεινό νερό και φως για τις ανάγκες των κατοίκων της[3]. Τον Δεκέμβριο του 1930 είχε ολοκληρωθεί και ο Υδατόπυργος. Όταν όλα ήταν έτοιμα ο δήμαρχος Μιχαήλ Σάπκας προσκάλεσε τον πρωθυπουργό Ελευθέριο Βενιζέλο να εγκαινιάσει τα έργα την Κυριακή 7 Δεκεμβρίου του 1930. Τις πρώτες μεσημβρινές ώρες της ημέρας ο πρωθυπουργός περιηγήθηκε, έπειτα από μια καταρρακτώδη βροχή, την περιοχή του Υδατόπυργου, με ξεναγό τον Διευθυντή των Τεχνικών Υπηρεσιών μηχανολόγο-ηλεκτρολόγο Αντώνιο Φασούλα, συνοδευόμενο από τον Δήμαρχο και άλλους υπηρεσιακούς παράγοντες. Η τελετή των εγκαινίων όμως έγινε στην αίθουσα του Εργοστασίου Ηλεκτροφωτισμού στην οδό Κουμουνδούρου. Προηγήθηκε αγιασμός από τον μητροπολίτη Λαρίσης Αρσένιο, ακολούθησαν οι ομιλίες του προέδρου του Διοικητικού Συμβουλίου της Εταιρείας Μιχαήλ Μπούρα, του Δημάρχου Μιχαήλ Σάπκα και του Ελευθερίου Βενιζέλου και εν συνεχεία ο πρωθυπουργός έθεσε σε κίνηση την μηχανή του ηλεκτροφωτισμού και άνοιξε τη βρύση, από το νερό της οποίας ράντισε το πλήθος των παρισταμένων. Μετά το τέλος της τελετής, ο Βενιζέλος ενθουσιασμένος από το γεγονός ότι ολόκληρο το έργο ύδρευσης και ηλεκτροφωτισμού της Λάρισας, αξίας 20 εκατομμυρίων δραχμών, εκτελέσθηκε αποκλειστικά από οικονομικούς πόρους των πολιτών και του Δήμου χωρίς καμία κρατική ενίσχυση, αναφέρθηκε με κολακευτικά λόγια για τον Δήμαρχο Σάπκα και τους πολίτες της Λάρισας. Την ευνοϊκή στάση προς την πόλη του πρωθυπουργού Ελευθερίου Βενιζέλου εκμεταλλεύθηκε τα επόμενα χρόνια ο δήμαρχος και ζήτησε την συνδρομή του σε διάφορα ζητήματα, όπως για την ατελή εισαγωγή διαφόρων υλικών σχετικών με την ύδρευση της Λάρισας και για τη διακοπή της επίταξης της πλατείας Ανακτόρων, ώστε να απομακρυνθούν τα παραπήγματα των προσφύγων που είχαν πρόχειρα εγκατασταθεί εκεί, για να κατασκευασθεί στη θέση αυτή η Δημοτική Αγορά. Σήμερα βέβαια ο Υδατόπυργος αποτελεί πλέον ένα ιστορικό μνημείο και υπενθυμίζει τους αγώνες μιας πόλεως που ενώ είχε άφθονο και υγιεινό νερό δίπλα της, μέχρι το 1930 υδρεύονταν με πρωτόγονα μέσα. 
[1]. «Το ζήτημα της διοχετεύσεως ύδατος εκ του Πηνειού ποταμού εις την πόλιν μας δύναται να θεωρηθή λελυμένον. Το Δημοτικόν Συμβούλιον έναντι των τελευταίων αυτού συνεδριάσεων, απεδέχθη τους όρους τους προταθέντας υπό τινος εταιρείας, αντι- προσωπευομένης υπό του κ. Πρωτοπαππαδάκη…», εφ. Όλυμπος, Λάρισσα, φύλλο της 7 Νοεμβρίου 1892. Από το αρχείο εφημερίδων του Θανάση Μπετχαβέ. 
[2]. Η οικονομική επιφάνεια της εταιρείας αυτής από την Κέρκυρα, ήταν περιορισμένη και οι δυνατότητές της δυσανάλογες για μια μεγάλη πόλη σαν τη Λάρισα, με προοπτικές ραγδαίας οικιστικής ανάπτυξης. 
[3].Μια μπεριγραφή του προβλήματος της Ύδρευσης και του Ηλεκτροφωτισμού της Λάρισας, μπορεί κανείς να βρει στο βιβλίο του Γιώργου Γουργιώτη «Μικρά Μελετήματα», στο κεφάλαιο «Σύντομη Ιστορική Ανασκόπηση ενός μεγάλου Δημοτικού έργου» το οποίο δημοσιεύεται στις σελίδες 118-124.

ελευθερία λάρισας

Τετάρτη 6 Απριλίου 2016


Ιχνηλατώντας` την παλιά Λάρισα

ΠΛΑΤΕΙΑ ΤΑΧΥΔΡΟΜΕΙΟΥ ( Ανατολική πλευρά)
Η πλατεία Ταχυδρομείου είναι η δεύτερη σε μέ- γεθος και σημασία πλατεία στην πόλη μας μετά την Κεντρική. Για τις διαφορετικές κατά καιρούς ονομασίες της αναφερθήκαμε σε πρόσφατο δημοσίευμα[1]. Θα συμπληρώσουμε μόνο σήμερα ότι το 1936, παραμονές των Ολυμπιακών αγώνων του Βερολίνου, είχε στηθεί στην ανατολική πλευρά της πλατείας μια μαρμάρινη στήλη. Βρισκόταν στο σημείο όπου σήμερα η Νέλλα Γκόλαντα έχει τοποθετήσει τις πηγές του Πηνειού, στο γλυπτό σύμπλεγμα που εμπνεύσθηκε. Οι Λαρισαίοι ονόμαζαν την στήλη αυτή «Φάρο», γιατί διέθετε κλειστό χώρο στον οποίο φιλοξενήθηκε για ένα βράδυ η ολυμπιακή δάδα, στη διαδρομή της προς την γερμανική πρωτεύουσα[2]. Στο σημερινό μας σημείωμα θα περιγράψουμε τα παλιά κτίρια και τους ελεύθερους χώρους που βρίσκονταν στην ανατολική πλευρά της πλατείας και τα οποία εφάπτονταν της οδού Αχιλλέως, κατόπιν βασιλέως Κωνσταντίνου και σήμερα Παναγούλη. Θα ξεκινήσουμε από δεξιά καθώς βλέπουμε τη φωτογραφία. Το πρώτο κτίριο είναι το κινηματοθέατρο «Ολύμπια», από το οποίο διακρίνονται μόνον οι διαδοχικές σκεπές με κεραμίδια, γιατί το πράσινο από τα δέν- δρα της πλατείας έχει καλύψει τα ισόγεια όλων των κτιρίων. Ξεκίνησε το 1919 περίπου σαν «Θέατρο Ασλάνη», όταν ο επιχειρηματίας Ιωάννης Ασλάνης εγκατέλειψε τη «Λέσχη Ασλάνη» στην Κεντρική Πλατεία. Το 1927 ο Ευάγγελος Μάρκας το αγόρασε από την κόρη του Ασλάνη και σήμερα αποτελεί ιδιοκτησία των παιδιών του Νικολάου και Νικήτα Μάρκα. Η ιστορία του κινηματοθεάτρου «Ολύμπια» είναι μεγάλη και ενδιαφέρουσα και νομίζω ότι αξίζει μελλοντικά να αφιερώσουμε ένα σημείωμα γι’ αυτό. Δίπλα από τα «Ολύμπια» βρισκόταν για αρκετό διάστημα μεταπολεμικά το κατάστημα ποδηλάτων του Δημητρίου Αντωνοπούλου, το οποίο σήμερα εξακολουθεί να λειτουργεί στον ίδιο δρόμο, κοντά στην διασταύρωση με την Ηπείρου από τους απογόνους του. Αμέσως μετά ήταν η διώροφη κατοικία του ωρο- λογοποιού-χρυσοχόου Παπανικολάου, ο οποίος είχε δύο πολύ όμορφες κόρες, την Τούλα και την Βίκυ. Η Τούλα είχε παντρευτεί με τον αξιωματικό της αεροπορίας Βαλλιανάτο, αλλά είχε την ατυχία να την ερωτευθεί παράφορα η ορντινάντσα [3] του Βαλλιανάτου, ονόματι Τζήμας, που λόγω της υπηρεσίας του μπαινόβγαινε στο σπίτι τους και επειδή εκείνη δεν ανταποκρινόταν, την δολοφόνησε με μαχαίρι. Η δολοφονία αυτή είχε γίνει στις αρχές της δεκαετίας του 1960 και συγκλόνισε όχι μόνο τη Λάρισα, αλλά και ολόκληρο το πανελλήνιο. Πίσω ακριβώς από το σπίτι του Παπανικολάου είχαν τις αποθήκες των κρασιών οι αδελφοί Λαγαρία. Επικοινωνούσαν με είσοδο από μια μικρή πόρτα που οδηγούσε σε στενό διάδρομο, ο οποίος διατηρείται μέχρι σήμερα.Όταν έφερναν τον μούστο και τον μετάγγιζαν από βαρέλι σε βαρέλι, στην γύρω περιοχή διαχέονταν η οσμή του κρασιού σε μεγάλη απόσταση και οι μερακλήδες που περνούσαν απ’ έξω οσφραίνονταν με αγαλλίαση και έπαιρναν βαθιές εισπνοές, περιμένοντας να ανοίξουν τα καινούρια κρασιά. Στο ίδιο τετράγωνο και πίσω από τις αποθήκες των κρασιών είχαν κτίσει τα σπίτια τους οι αδελφοί Λαγαρία. Στη φωτογραφία διακρίνονται σε δεύτερο πλάνο τα δύο σπίτια. Το ένα είχε πρόσοψη στην οδό Κοραή, απέναντι από την παλαιοημερολογίτικη εκκλησία των 12 Αποστόλων, της οποίας μόλις διακρίνεται ο τρούλος του καμπαναριού της πάνω από την επιμήκη σκεπή του κινηματοθεάτρου «Ολύμπια». Το άλλο, το ψηλότερο του Γεωργίου Λαγαρία, είχε πρόσοψη στην οδό 28ης Οκτωβρίου. Στη συνέχεια βρισκόταν η περίφημη ταβέρνα «Τα πέντε Φ». Ιδρύθηκε λίγο μετά τον πόλεμο από τον Ξενοφώντα Φράγκου και ήταν ιδιοκτησία της οικογένειας Πατέρα. Στις αρχές της δεκαετίας του 1950 το ενοικίασαν οι αδελφοί Θεόδωρος και Ιωάννης Τοπούζα, οι οποίοι το λειτούργησαν με τεράστια επιτυχία. Από την ταβέρνα τους περνούσαν όλοι οι επώνυμοι μερακλήδες Λαρισαίοι που αγαπούσαν τους μεζέδες και το καλό κρασί. Πίσω ακριβώς από την ταβέρνα διακρίνεται η σκεπή από το σπίτι του Μιχαήλ Πατέρα. Το 1962 περίπου ο ιδιοκτήτης ζήτησε το κτίσμα της ταβέρνας για δική του χρήση. Το κατεδάφισε και στη θέση του το 1963 έκτισε νέο ισόγειο κατάστημα εμπορίας γεωργικών μηχανημάτων, ενώ «Τα 5 Φ» μετακόμισαν στην μικρή πλατεία που σήμερα ονομάζεται πλατεία Ιωάννη Πατέρα, στη γωνία των οδών Υψηλάντου και Νικοτσά- ρα. Αλλά και γι’αυτήν την ταβέρνα θα αφιερώσουμε ειδικό σημείωμα. Αμέσως μετά ήταν το ξενοδοχείο «Τα Τέμπη» που διαχειριζόταν ο Απόστολος Γιαταγάνας, όπως αναφέραμε στο κείμενο της προηγούμενης Τετάρτης. Να συμπληρώσουμε μόνον ότι ο ιδιοκτήτης του ξενοδοχείου «Τα Τέμπη» Γκολφίνος καταγόταν από την Ποταμιά Αγιάς. Πιο πριν δούλευε στο εμπορικό ναυτικό και όταν σταμάτησε τα ταξίδια το 1945, ήλθε στη Λάρισα και έκανε διάφορες αγορές και επενδύσεις. Κατεδάφισε τα «Τέμπη» και έκτισε πολυόροφο ξενοδοχείο με το όνομα «Γαλαξίας». Το 2001 ο γιος του το πούλησε στην εταιρεία Bodyline. Μετά το ξενοδοχείο ήταν στα παλαιότερα χρόνια ένα ισόγειο σπιτάκι ιδιοκτησίας του Καραστεργίου, το οποίο γκρεμίσθηκε και με τη γύρω περιοχή μεταβλήθηκε σε μάνδρα η οποία χρησιμοποιήθηκε ως αποθήκη καυσόξυλων και κάρβουνων. Μεσολάβησαν παλαιότερα πολλοί ενοικιαστές της μάνδρας, αλλά τελευταίος ήταν ο Γκολφίνος, ο ίδιος που είχε και το ξενοδοχείο «Γαλαξίας». Το 1973 στη θέση της μάνδρας αυτής κτίσθηκε η γωνιακή πολυώροφη οικοδομή[4]. Στη φωτογραφία, πίσω από την μάνδρα αυτή διακρίνεται μία μεγάλη διώροφη κατοικία. Αυτή ανήκε στην Ευφροσύνη Ευσταθίου Ιατρίδη, από την οποία το 1954 την αγόρασε ο Κωνσταντίνος Τσιμπλούλης. Στο σπίτι αυτό έμενε η οικογένεια του Σωκράτη Δημητρίου μέχρι το 1964, οπότε αγοράσθηκε από τον μαιευτήρα Χριστόφορο Σωτηρίου. Ο τελευταίος την κατεδάφισε και στη θέση του κτίσθηκε το πολυώροφο κτίριο που για πολλά χρόνια στέγασε μεταξύ άλλων και την Μαιευτική-Γυναικολογική Κλινική «Θεοτόκος». Μεσολαβεί η οδός Παπακυριαζή και στην απέναντι ακριβώς γωνία βρισκόταν το αρχοντικό του δικηγόρου Νικολάου Καραστεργίου, το οποίο ήταν από τα λίγα όμορφα κτίρια της Λάρισας που άντεξαν στον μεγάλο σεισμό του 1941. Την τρίτη ημέρα των Χριστουγέννων του 1999 όμως, μπουλντόζες είχαν αρχίσει από πολύ πρωί τις εργασίες κατεδαφίσεως, βάζοντας οριστικό τέλος στις προσπάθειες που είχαν γίνει ώστε να σωθεί το κτίριο. Συμπερασματικά λοιπόν, απ’ όλα τα κτίρια που περιγράψαμε σ’ αυτή την πλευρά της πλατείας Ταχυδρομείου, το μόνο που έμεινε όρθιο μέχρι σήμερα είναι το κινηματοθέατρο «Ολύμπια». Σ’ αυτό ίσως μπορούμε να προσθέσουμε και την πόρτα που οδηγούσε σε ένα ευρύ ακάλυπτο χώρο όπου υπήρχαν οι αποθήκες κρασιών του Λαγαρία. Όλα τα άλλα κατεδαφίσθηκαν και σήμερα στη θέση τους ορθώνονται τεράστια πολυώροφα κτιριακά συγκροτήματα, στριμωγμένα το ένα δίπλα στο άλλο, χωρίς καμία αισθητική ομορφιά[5].
 [1]. ΛΑΡΙΣΑ. Μιαεικόνα, χίλιες λέξεις… Στηνπλατεία Ταχυδρομείου, εφ. Ελευθερία, Λάρισα, φύλλο της 27ης Μαρτίου 2016.
 [2]. Η στήλη αυτή είχε κατασκευασθεί μεπρωτοβουλία του τότε δημάρχου Στυλιανού Αστεριάδη ή Πατόλφα και διατηρήθηκε και μέχρι τα πρώτα μετα- πολεμικά χρόνια. Την πληροφορία αυτή, άγνωστη σε πολλούς, μου έκανε γνωστή ο καλός φίλος Παναγιώτης Παπαθανασίου, ο οποίος την θυμάται καλά, γιατί η πλατεία Ταχυδρομείου γι’ αυτόν και τους φίλους του ήταν ο χώρος των παιδικών τους παιχνιδιών. 
[3]. Προέρχεται από την ιταλική λέξη ordinanza που σημαίνει διαταγή. Στρατιωτικά αναφέρεται στον οπλίτη (στρατιώτη ή σμηνίτη)που είναι αποσπασμένος στην προσωπική υπηρεσία κάποιου αξιωματικού. 
[4]. Τα οικήματα που στέγαζαν κυρίως καταστήματα, κατά διαστήματα άλλαζαν ενοικιαστές, γι’ αυτό μπορεί κατά καιρούς να τα γνωρίζουμε με άλλα ονόματα. Η σημερινή περιγραφή αφορά κυρίως τη χρήση τους κατά την μεταπολεμική περίοδο, η οποία συμβαδίζει και με την περίοδο που ο Τάκης Τλούπας αποτύπωσε την περιοχή με τον φακό του (1950 περίπου).Αν σε κάποιο σημείο έχουμε σφάλει, το τηλέφωνό μας (2410287450) είναι μόνιμα ανοικτό για κάθε διόρθωση.
 [5]. Το κείμενο αυτό δεν θα είχε τις λεπτομέρειες που αναφέρθηκαν, χωρίς τη συνδρομή των αδελφών Νικολάου και Νικήτα Μάρκα, του Παναγιώτη Παπαθανασίου, της Βήτας Σωτηρίου και άλλων που βοήθησαν ο καθένας με τον τρόπο του.

ελευθερία λάρισας

Δευτέρα 4 Απριλίου 2016

ΛΑΡΙΣΑ - Μια εικόνα χίλιες λέξεις...

Η «παράγκα» του Αγίου Αχιλλίου

Η «παράγκα» του Αγίου Αχιλλίου Η σημερινή φωτογραφία είναι ερασιτεχνική και απεικονίζει τον προσωρινό ναό του Αγίου Αχιλλίου όπως ήταν περί το 1970, λίγα χρόνια πριν κατεδαφισθεί. Γνωρίζουμε ότι ο μεγάλος σεισμός της 1ης Μαρτίου 1941 και οι εχθρικοί βομβαρδισμοί είχαν τραυματίσει ανεπανόρθωτα την καθεδρική εκκλησία τηςπόλεως. Στα χρόνια της ιταλογερμανικής κατοχής που ακολούθησαν, οι ενορίτες του Αγίου Αχιλλίου αλλά και όλοι οι Λαρισαίοι, αντιλήφθηκαν ότι ήταν αδύνατη η επισκευή του νεοκλασικού ναού που είχε κτίσει ο μητροπολίτης Αμβρόσιος Κασσάρας (1900-1910). Αναγκάσθηκαν λοιπόν να καταφύγουν σε μια προσωρινή λύση για να ξεπεράσουν προσωρινά το πρόβλημα του εκκλησιασμού τους. Παρ’ όλες τις άσχημες κατοχικές συνθήκες επιβιώσεως και με ακμαίο το θρησκευτικό συναίσθημα, επέλεξαν έναν χώρο νότια της ερειπωμένης σκεπαστής τουρκικής αγοράς (μπεζεστένι) για να οικοδομήσουν κάποια πρόχειρη κατασκευή, ώστε να στεγάσουν τον πολιούχο άγιό τους. Λίγα μέτρα νοτιότερα, στον ανηφορικό δρόμο της οδού βασιλίσσης Σοφίας (σήμερα Παπαναστασίου) βρισκόταν μεταξύ άλλων κτιρίων και το Επισκοπείο με τη μητροπολιτική κατοικία. Τα κτίρια αυτά ήταν κτισμένα πάνω από το Αρχαίο Θέατροπου σήμερα έχει αποκαλυφθεί, αλλά την περίοδο εκείνη ήταν καταχωμένο. Η επιλογή αυτού του χώρου για την ανέγερση τουπροσωρινού μητροπολιτικού ναού έγινε χωρίς να γνωρίζουν εκείνοι που πήραν την απόφαση ότι αντιστοιχούσε στον ναό του πολιούχου τους κατά τη βυζαντινή περίοδο, ούτε φυσικά ακόμα μπορούσαν να προβλέψουν ότι σ’ αυτό το σημείο λίγες δεκαετίες αργότερα (1978) η αρχαιολογική σκαπάνη θα αποκάλυπτε τα θεμέλιά του. Αρχικά ο ναός αυτός ήταν μια πρόχειρη ξύλινη κατασκευή μικρών διαστάσεων, η οποία στήθηκε βιαστικά το 1941, έπειτα από τη θαρραλέα παρέμβαση του γερμανομαθούς μητροπολίτου Λαρίσης ΔωροθέουΚοτταρά[1]στους κατακτητές. Η εξωτερική εμφάνιση τής κατασκευής αυτής ήταν απλή και μόνον ηπαρουσίατουσταυρούστη στέγηυποδήλωνε ότι επρόκειτο για θρησκευτικό κτίσμα. Ο συμπολίτης μας ζωγράφος Αγήνορας Αστεριάδης έχει αποτυ- πώσει το 1942 το πρόχειρο αυτό κτίσμα σε ένα χαρακτηριστικό σχέδιό του. Έτσι έχουμε σήμερα σαφέστατη εικόνα της μορφής του και μπορούμε να δικαιολογήσουμε τον όρο «παράγκα» ο οποίος είχε επικρατήσει τότε μεταξύ των πιστών, ονομασία η οποία διατηρήθηκε μέχρι και σήμερα. Στο εσωτερικό του βρήκαν στέγη οι φορητές εικόνες και όλα τα ιερά σκεύη τα οποία είχαν ανασυρθεί από τα ερείπια του προηγούμενου ναού, όσα βέβαια δεν είχαν συληθεί ή ολοκληρωτικά καταστραφεί. Έπειτα από την αποχώρηση των κατακτητών, ο πρόχειρος ναός μεγάλωσε σε διαστάσεις, ενισχύθηκαν τα τοιχώματα με οικοδομικό υλικό και πήρε τη μορφή τρίκλιτης βασιλικής με υπερυψωμένο το μεσαίο κλίτος. Εσωτερικά τοποθετήθηκε απλό ξύλινο τέμπλο, το οποίο εμπλουτίσθηκε με δεσποτικές ει- κόνες-ελαιογραφίες του αγιογραφικού οίκου των Γκίνη-Παπαμερκουρίου, οι οποίοι είχαν την περίοδο εκείνη το εργαστήριό τους στη Β.Δ. γωνία των σημερινών οδών Παπαναστασίου και Παπακυριαζή. Εικόνες των ιδίων, με την ίδια τεχνοτροπία, ήταν αναρτημένες στους πλάγιους τοίχους του ναού και τα προσκυνητάρια[2]. Με τις προσθήκες αυτές η μορφή της «παράγκας» άλλαξε. Έγινε μεγαλύτερη καιπιο στερεή, οι εσωτερικοί χώροι τουπερισσότερο λειτουργικοί και μπορούσε πλέον να ανταποκριθεί, έστω και με λιτότητα, στις αυξημένες απαιτήσεις ενός καθεδρικού ναού. Βέβαια σε πολύ επίσημες τελετές, όπως κατά την υποδοχή του βασιλικού ζεύγους και άλλων κυβερνητικών επισήμων μεταπολεμικά, η Μητρόπολη με τη συγκατάθεση και των τοπικών αρχών, χρησιμοποιούσε τον ναό του Αγίου Νικολάου, ο οποίος ήταν πιο ευρύχωρος και οι ζημιές του από τον σεισμό ήταν μικρότερες και είχαν αποκατασταθεί έγκαιρα. Η βελτιωμένη αυτή προσωρινή κατασκευή εξακολούθησε να λειτουργεί ως μητροπολιτικός ναός μέχρι το 1965, ενώ παράλληλα μέσα από μύριες δυ- σκολίες και αντιξοότητες προετοίμαζε τον νέο ναό της. Το ημερολόγιο έδειχνε Κυριακή 6 Ιουνίου 1965 όταν έγιναν πανηγυρικά τα εγκαίνια του σημερινού καθεδρικού ναού του Αγίου Αχιλλίου, από τον μητροπολίτη Λαρίσης Ιάκωβο[3]. Έκτοτε ο πρόχειρος ναός λειτουργούσε μόνονπεριστασιακά τη δεκαετία του 1970, κατά τη διάρκεια εργασιών της δημοτικής αρχήςπου έγιναν στον χώρο μεταξύ τουπροσωρινού ναού του Αγίου Αχιλλίου και της παλαιάς τουρκικής αγοράς, αποκαλύφθηκαν τυχαία σημαντικότατα θρησκευτικά αρχαιολογικά ευρήματα τα οποία συνεχίζονταν και κάτω από τον πρόχειρο ναό. Έπειτα απ’ αυτό κρίθηκε σκόπιμη η άμεση κατεδάφισή του, η οποία τελικά υπήρξε σωτήρια, επειδή από κάτω εντοπίσθηκαν το 1978 τα θεμέλια μιας τρίκλιτης παλαιοχριστιανικής βασιλικής του 6ου αιώνα, μέσα στην οποία αποκαλύφθηκε μεγάλος σκεπαστός τάφος, για τον οποίο οι αρχαιολόγοι πιστεύουν ότι ανήκει στον Άγιο Αχίλλιο. 
[1]. Ο Δωρόθεος Κοτταράς, εκτός από θεολογία σπούδασε νομικά στο πανεπιστήμιο Αθηνών και έκανε και μεταπτυχιακές σπουδές στο Κανονικό Δίκαιο στο πανεπιστήμιο της Λειψίας. Διετέλεσε μη- τροπολίτης Λαρίσης από το 1935 έως το 1956, όταν η ιεραρχία τον εξέλεξε αρχιεπίσκοπο Αθηνών και πάσης Ελλάδος. Η θητεία του στον αρχιεπισκοπικό θρόνο υπήρξε πολύ σύντομη. Προσβλήθηκε από ανίατη ασθένεια και απεβίωσε τον Ιούλιο του 1957 νοσηλευόμενος στη Σουηδία. 
[2]. Μέρος του τέμπλου, οι δεσποτικές εικόνες και μερικά άλλα εκκλησιαστικά κειμήλια του ναού αυτού διασώθηκαν και στεγάζονται στο υπόγειο του σημερινού μεγαλοπρεπούς ναού του Αγίου Αχιλλίου.
 [3]. Ιάκωβος Σχίζας, μητροπολίτης Λαρίσης, Πλαταμώνος και Τυρνάβου (1960-1968). Διαδέχθηκε τον επίσκοπο Δημήτριο Θεοδόση (1956-1959) και το 1968, κατά τη διάρκεια της επταετίας, υπέβαλε παραίτηση. 

nikapap@hotmail.com

ελευθερία λάρισας