Τρίτη 28 Δεκεμβρίου 2021

 

Άδμητος και Άλκηστις: Αιώνιο πρότυπο θυσιαστικής συζυγικής αγάπης (βίντεο)


Από τον Κωνσταντίνο Αθ. Οικονόμου, δάσκαλο, συγγραφέα

Ο ΑΔΜΗΤΟΣ: Ο Άδμητος ήταν βασιλιάς των Φερών, σημερινό Βελεστίνο, της Θεσσαλίας. Ήταν γιος του Φέρητα και της Κλυμένης, ενώ θεωρείτο εγγονός του Μινύα, γενάρχη των Μινύων, που μετά την κάθοδο των προ-Θεσσαλών, εγκαταστάθηκαν γύρω από τον Ορχομενό της Βοιωτίας. Τα ανάκτορα του Αδμήτου βρίσκονταν στις παρυφές του Χαλκοδόνιου όρους [σήμερα ονομάζεται μάλλον κακόφωνα, τουρκιστί Καραντάου!

ΑΔΜΗΤΟΣ ΚΑΙ ΑΠΟΛΛΩΝ: Κατά τη μυθική παράδοση, όταν ο Δίας σκότωσε με κεραυνό τον γιο του Απόλλωνα, Ασκληπιό, ο Απόλλων, εκδικούμενος με τη σειρά του, σκότωσε τους Κύκλωπες, ή ίσως τους γιους των Κυκλώπων, που έφτιαχναν τους κεραυνούς του Δία. Ο πατέρας των θεών, για να τιμωρήσει και να ταπεινώσει τον Απόλλωνα, τον έστειλε να υπηρετήσει ως βοσκός επί ένα έτος τον Άδμητο. Ο βασιλιάς των Φερών του φέρθηκε με αγάπη και σεβασμό. Ο Απόλλωνας ανταπέδωσε αυτή τη συμπεριφορά του Θεσσαλού βασιλιά, σε δύσκολες στιγμές της ζωής του δεύτερου. Ακόμη, έκανε τα άλογα του Αδμήτου τα ωραιότερα και τα καλύτερα από όλα τα άλλα1, ενώ και “τας θηλείας βόας πάσας διδυμοτόκους εποίησεν2”. Ο Απόλλων βοήθησε ακόμη τον Άδμητο να αποκτήσει για σύζυγό του την Άλκηστη.

Η ΑΛΚΗΣΤΙΣ: Η Άλκηστις ήταν θυγατέρα του Πελία και της Αναξιβίας, που υπήρξε κόρη του Βίαντα. Η Άλκηστις ήταν αδελφή του Ακάστου, της Πεισιδίκης, της Πελοπίας και της Ιπποθόης. Πάντως, αυτή ήταν η ωραιότερη όλων των αδελφών, “δία γυνακών Άλκηστις Πελιάο θυγατρών είδος αρίστην3”.

Ο ΓΑΜΟΣ: Η Άλκηστις ζητήθηκε σε γάμο από πολλούς. Ο πατέρας της όμως την υποσχέθηκε σ’ εκείνον που θα κατάφερνε να ζεύξει θηρία διαφορετικού γένους. Την κέρδισε λοιπόν με την βοήθεια του Απόλλωνα ο Άδμητος, ο οποίος συνέζευξε λιοντάρι με αγριογούρουνο, θηρία που ο θεός προηγουμένως είχε εξημερώσει. Η σκηνή, μάλιστα, αυτή εικονιζόταν στον θρόνο του Aμυκλαίου Απόλλωνα στην Ολυμπία. Ακολούθησε ο γάμος τους, που γιορτάσθηκε με κάθε μεγαλοπρέπεια.

Η ΤΙΜΩΡΙΑ ΤΗΣ ΑΡΤΕΜΗΣ: Όμως, την ίδια ημέρα, αυτή της γιορτής των γάμων του, ο Άδμητος ξέχασε να θυσιάσει στην Άρτεμη, στις λεγόμενες θυσίες του Υμεναίου, και μπαίνοντας στα “δώματα παστάδος”, το νυφικό δηλαδή θάλαμο, είδε το χώρο γεμάτο δράκοντες, πράγμα που σήμαινε πως έπρεπε να πεθάνει. Ο Άδμητος διέφυγε τον κίνδυνο ή καλύτερα βρέθηκε μια διέξοδος για να σωθεί και πάλι χάρη στον Απόλλωνα, που πέτυχε να εξευμενίσει την αδελφή του θεά και να πείσει τις Μοίρες να απαλλάξουν τον βασιλιά από τον θάνατο, αν κάποιος στενός συγγενής του δεχόταν να πεθάνει στη θέση του. Όμως, οι γονείς του Αδμήτου, καίτοι υπέργηροι, δεν δέχθηκαν να θυσιασθούν για το παιδί τους. Αντίθετα, η Άλκηστη, χωρίς να διστάσει, θυσιάστηκε στη θέση του συζύγου της. Τότε η Περσεφόνη, η βασίλισσα του Άδη, συγκινημένη από την αγάπη της Άλκηστης, δεν τη δέχθηκε στον Άδη, αλλά την έστειλε πίσω στον επάνω κόσμο [σχετ. Πλάτων, Συμπόσιο].

ΣΩΤΗΡΙΑ ΑΠΟ ΤΟΝ ΗΡΑΚΛΗ: Αυτή ήταν και η αρχαιότερη παράδοση, ενώ νεότερη εκδοχή αναφέρει ότι, όταν ο Άδμητος θρηνούσε τη γυναίκα του, τον επισκέφθηκε ο Ηρακλής, παλιός του συναγωνιστής στην Αργοναυτική Εκστρατεία. Ο ήρωας, μόλις πληροφορήθηκε τον θάνατο της Άλκηστης, κατέβηκε στον Κάτω Κόσμο και, “μαχεσάμενος `Αιδη”, τον νίκησε, τόν έδεσε μάλιστα με αδαμάντινα δεσμά, και έφερε την Άλκηστη πίσω στον σύζυγό της4. Σύμφωνα με παραλλαγή αυτής της εκδοχής, ο Ηρακλής παραφύλαξε κοντά στην Άλκηστη όταν αυτή ξάπλωσε για να πεθάνει, και όταν ήρθε ο Θάνατος για να την πάρει τον ανάγκασε, ύστερα από πάλη, να την αφήσει5.

ΜΙΑ ΔΙΑΦΟΡΕΤΙΚΗ ΕΚΔΟΧΗ: Σύμφωνα με άλλη εκδοχή του μύθου, ο θάνατος της Άλκηστις δεν ήταν απαίτηση της Άρτεμης αλλά εκδίκηση του αδελφού της, του Ακάστου, για τον άδικο χαμό του πατέρα του που κατακρεουργήθηκε από τις κόρες του και αδελφές του ίδιου, κατόπιν εξαπάτησης της Μήδειας. Όταν λοιπόν κυνήγησε και συνέλαβε τον σύζυγο της Άλκηστης, εκείνη ομολόγησε την πράξη χωρίς όμως και η ίδια να είχε ανάμειξη σ΄ αυτή. Τότε ο Άκαστος φόνευσε την Άλκηστη και τις άλλες αδελφές του.

Η ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑ ΑΔΜΗΤΟΥ ΚΑΙ ΑΛΚΗΣΤΗΣ: Ο Άδμητος και η Άλκηστη θεωρούνταν στην αρχαιότητα πρότυπα συζυγικής στοργής. Πρότυπα που θα μπορούσαν να αφορούν και κάθε σημερινή ελληνική οικογένεια. Απέκτησαν τρία παιδιά, τον Εύμηλο, τον Ίππασο και τον Περιμήλη. Από αυτούς ο Εύμηλος διακρίθηκε ως αρχηγός των Φεραίων στην εκστρατεία των Ελλήνων κατά της Τροίας.

ΑΛΛΕΣ ΑΝΑΦΟΡΕΣ: Ο Φανόδημος6, σε σχόλιο στους Σφήκες του Αριστοφάνη, διασώζοντας μια αρχαία αττική παράδοση, ισχυρίζεται πως όταν γέρασαν, ο Άδμητος και η Άλκηστη διώχθηκαν από τις Φερές και, μαζί με τον γιο τους Ίππασο έφθασαν στην Αθήνα, όπου ο Θησέας τους υποδέχθηκε με εγκαρδιότητα. Σύμφωνα με το Στράβωνα ο Άδμητος ίδρυσε ιερό του Απόλλωνα στην Ερέτρια των Φαρσάλων7. Πρώτος ο Φρύνιχος και μετά ο Ευριπίδης, έγραψαν τις εμπνευσμένες ομώνυμες τραγωδίες, και από αυτούς παρέλαβαν τον μύθο και οι λυρικοί. Τέλος, μυθικές αναφορές στον Άδμητο καταγράφονται σε θέματα για την Αργοναυτική Εκστρατεία, για το Κυνήγι του Καλυδώνιου Κάπρου, αλλά και για τους αγώνες που έγιναν στη μνήμη του πεθερού του, του Πελία.

ΣΤΗΝ ΤΕΧΝΗ: Πέρα από την παράσταση στον θρόνο του Aμυκλαίου Απόλλωνα στην Ολυμπία, που παριστάνει τον Άδμητο πάνω σε άρμα που σέρνεται από ένα αγριογούρουνο και ένα λιοντάρι, άλλες παραστάσεις από γεγονότα της ζωής του υπάρχουν στη Λάρνακα του Κυψέλου στην Ολυμπία, όπου αγωνίζεται σε άρμα στους νεκρικούς αγώνες στη μνήμη του Πελία, εκεί όπου ο Άδμητος είχε αντίπαλο στην πυγμαχία τον επίσης Θεσσαλό Μόψο. Ακόμη, στο λεγόμενο ¨αγγείο Φρανσουά”, που εικονίζει τον βασιλιά να μάχεται με τον Καλυδώνιο κάπρο, αλλά και στη Βίλα Αλμπάνι της Ρώμης, όπου σώζονται σκηνές εμπνευσμένες από το δράμα του Ευριπίδη “Άλκηστις. Τέλος ένα πλήθος ετρούσκικων αγγείων εμφανίζουν σκηνές από τη ζωή τπυ αγαπημένου αυτού ζεύγους.

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ: Jean Richepin: «Ελληνική Μυθολογία», μετάφρ. Νικολάου Τετενέ, εκδ. Οίκος Βίβλος (Δημητράκος), Αθήνα 1953

konstantinosa.oikonomou@gmail. com www.scribd.com/oikonomoukon

1. Ομήρου, Ιλιάς, Β 763.
2. Δηλαδή έκανε τα θυλικά βόδια του Αδμήτου να γεννάν δίδυμα μοσχαράκια. Απολλόδωρος, Γ 10, 4.
3. “Η θειότερη των γυναικών, η Άλκηστις από τις θυγατέρες του Πελία η ωραιότερη στη μορφή”. Ιλιάς, Β715.
4. Απολλόδωρος, Α 9, 15.
5. Ευριπίδης, Άλκηστις, 1140 κ.εξ.
6. Ο Φανόδημος ήταν επιφανής ιστοριογράφος στην Αττική του δευτέρου μισού του 4ου π.Χ. αιώνος και στις αρχές του 3ου. Καταγόταν από την νήσο Ικό [προφανώς τη σημερινή Αλόννησο των Β. Σποράδων], για την οποία άλλωστε είχε γράψει ένα χρονικό με τίτλο Ικιακά. Διέμενε πάντως στην Αθήνα και υπήρξε οπαδός του Λυκούργου.
7. Στράβων, Ι 447.

Δευτέρα 20 Δεκεμβρίου 2021

 

Η Σκύλλα και η Χάρυβδις


Του Κωνσταντίνου Αθ. Οικονόμου δασκάλου, συγγραφέα

 

Η ΣΚΥΛΛΑ. ΓΕΝΙΚΑΗ Σκύλλα ήταν ένα θηλυκό τέρας της ελληνικής Μυθολογίας. Θεωρείτο, κατά την κύρια μυθική εκδοχή, κόρη του θεού της θάλασσας, Ποσειδώνα και της Γαίας. Κατοικούσε στην ευρωπαϊκή ακτή του πορθμού του Βοσπόρου, ενώ στην ασιατική ακτή κατοικούσε ένα άλλο τέρας, η Χάρυβδις. Είχε έξι ή εννιά λαιμούς που οδηγούσαν σε ισάριθμα τρομακτικά στόματα, με τα οποία άρπαζε ναυτικούς από τα διερχόμενα πλοία. Τα κεφάλια της έμοιαζαν με σκύλου, ομοιότητα η οποία εξηγεί και το όνομά της. Αργότερα, οι νεότεροι μυθικοί συγγραφείς, μετέφεραν την κατοικία των δύο τεράτων στον πορθμό της Μεσσήνης μεταξύ ιταλικής χερσονήσου και Σικελίας. Τα δύο αυτά τέρατα εμπλέκονται στους μύθους τόσο του Οδυσσέα όσο και των Αργοναυτών.

ΠΡΟΕΛΕΥΣΗ: Γονείς της Σκύλλας ήταν, σύμφωνα με μια άλλη παράδοση, ο Φόρκυς και η Κητώ, η οποία είχε γονείς της τον Πόντο και τη Γαία. Παιδιά τους ήταν επίσης και άλλα θαλάσσια τέρατα, όπως η Έχιδνα, οι Σειρήνες και η Θόωσσα, [μανιασμένη θάλασσα]. Άλλοι, πάλι, έλεγαν πως γονείς της Σκύλλας ήταν ο Φόρβας και η Εκάτη ή ο Φόρκυς και η Εκάτη. Το βασίλειο της Εκάτης ήταν η θάλασσα κι όταν δεν τριγυρνούσε, έμενε στη σπηλιά της, όπως ακριβώς η κόρη της, η Σκύλλα. Αρχικά, η Εκάτη, που ονομαζόταν αλλιώς και Λάμια, ήταν μια όμορφη βασίλισσα στη Λιβύη, ευνοούμενη του Δία. Η Ήρα, για να την εκδικηθεί, τη μεταμόρφωσε σε απαίσιο τέρας, κι εκείνη γέννησε αργότερα τη Σκύλλα. Τέλος, μια άλλη παράδοση θεωρεί γονείς της δυο άλλα τέρατα, τον Τυφωέα και την Έχιδνα.

ΤΟΠΟΣ ΔΡΑΣΗΣ: Έλεγαν πως η Σκύλλα και η Χάρυβδη βρίσκονταν η μια απέναντι από την άλλη, σε ένα στενό θαλάσσιο πέρασμα που, σύμφωνα με τον Όμηρο, ονομαζόταν “Πλαγκτές Πέτρες”. Το πέρασμα αυτό ήταν εντελώς αδύνατο να το διασχίσει κανείς, λόγω της φοβερής κατάστασης που επικρατούσε στην περιοχή αυτή από την παρουσία των δύο τεράτων. Εκεί υπήρχαν πολλά, απότομα και πανύψηλα βράχια, ενώ το κύμα έσκαγε πάνω τους με φοβερό πάταγο. Το στενό αυτό το τοποθετούσαν σε διάφορα σημεία. Άλλοι έλεγαν πως ήταν ο Βόσπορος, άλλοι στο ακρωτήριο Ταίναρο κι άλλοι κοντά στα Κανάρια νησιά, εκτός Μεσογείου, δηλαδή. Οι πιο πολλοί νεότεροι μυθογράφοι, πιστοί στη συνήθειά τους να »μεταφέρουν» τους ελληνικούς μύθους στο νέο κέντρο του »κόσμου» τη Ρώμη, πίστευαν πως η Σκύλλα και η Χάρυβδη κατοικούσαν στο στενό της Μεσσήνης, ανάμεσα στην Ιταλία και τη Σικελία. Τα δυο τέρατα ήταν εγκατεστημένα σε δύο σκοπέλους. Ο ένας ήταν τόσο ψηλός, που η κορυφή του χανόταν στον ουρανό και ήταν πάντα σκεπασμένη με πυκνά μαύρα σύννεφα.

 

ΤΡΟΠΟΣ ΔΡΑΣΗΣ: Η Σκύλλα ήταν κρυμμένη μέχρι τη μέση της μέσα σε βάραθρο μιας θαλάσσιας σπηλιάς. Είχε παραμορφωμένα πόδια, ενώ το κάθε κεφάλι της ήταν φριχτό, με τρία σαγόνια το καθένα. Έτσι δηλαδή, το κάθε στόμα της είχε τρεις σειρές δόντια, τα οποία μάλιστα στάζανε δηλητήριο. Από τη σπηλιά πρόβαλλαν τα κεφάλια της, που βουτούσαν ολόγυρα στο βράχο και μέσα στο νερό. Άρπαζαν τα μεγάλα κήτη της θάλασσας, δελφίνια, σκυλόψαρα, φώκιες και τα καταβρόχθιζαν με μανία. Έτρωγαν όμως και ανθρώπους, αν κάποιο καράβι τολμούσε να διασχίσει το στενό. Η Σκύλλα άρπαζε τόσους κωπηλάτες, όσα ήταν και τα φοβερά της στόματα.

Ο ΟΔΥΣΣΕΑΣ ΚΑΙ Η ΧΑΡΥΒΔΙΣ

 

Η ΧΑΡΥΒΔΙΣ: Η Χάρυβδη κατοικούσε στην απέναντι μεριά, όπου υπήρχε ένας δεύτερος σκόπελος, αλλά με μικρότερο ύψος. Πάνω του είχε φυτρώσει μια αγριοσυκιά και κάτω από το φύλλωμά της καθόταν το τέρας, που από το στόμα του ξερνούσε μαύρο νερό. Η Χάρυβδη μπορούσε να μετατρέπει το στενό πέρασμα σε μια τεράστια ρουφήχτρα. Έτσι, τρεις φορές τη μέρα ρουφούσε το νερό και τρεις φορές το ξανάβγαζε με φοβερή ταχύτητα. [Εδώ, ίσως, περιγράφεται κάποια εντυπωσιακή αποτύπωση του φαινομένου της παλίρροιας σε ένα στενό πέρασμα.] Έτσι, αν τύχαινε και βρισκόταν κανείς κοντά τις στιγμές που το ρουφούσε, δεν είχε ελπίδες να γλιτώσει. Ούτε καν ο ίδιος ο Ποσειδώνας δεν μπορούσε να επέμβει και να βοηθήσει τους προστατευόμενους του.

 

ΕΡΜΗΝΕΙΑ: Οι ναυτικοί που κινδύνευαν στα ταξίδια τους από τα απειλητικά κύματα και τις θύελλες, έπλαθαν με τη φαντασία τους μυθικές μορφές, που προσπαθούσαν αγριεμένες να τους καταστρέψουν. Έτσι γεννήθηκαν τα δυο τρομακτικά αυτά τέρατα. Οι θαλασσινοί έβαζαν με το νου τους πως δεν επρόκειτο απλώς για δυνατό άνεμο ή για θεόρατα κύματα. Πίστευαν ότι κάτι περισσότερο κρύβεται πίσω απ’ όλα αυτά, κάποιο πλάσμα κακό στην ψυχή και τρομερό στην όψη, που γύρευε το χαμό τους. Αυτό το γεμάτο κακία πλάσμα προκαλούσε όλη τη φοβερή αναταραχή και η κακοκαιρία δεν ήταν τυχαία. Δεν είναι τυχαίο πως ο μύθος αρχικά εξηγεί τις συχνές απώλειες ναυτικών, αλλά και ολόκληρων πλοίων κατά τις εξορμήσεις εμπόρων και αποίκων κατά τον πρώτο και δεύτερο ελληνικό αποικισμό. Άλλωστε οι άποικοι περνούσαν από τον Ελλήσποντο αλλά και τα στενά της Μεσσήνης, πράγμα που θα υποκινούσε τους κατοίκους των παρακτίων αυτών περιοχών να επιτεθούν και να σκοτώσουν τους “εισβολείς” αυτούς. Στη συνέχεια, πίσω στις Μητροπόλεις των αποίκων αυτών, μετά την εξαφάνιση των δικών τους αυτών πρωτοπόρων αποίκων, οι θλιμμένοι οιείοι τους θα έπλασαν διάφορες μυθοπλασίες σχετικά με την τύχη των εξαφανισμένων. Εύκολα μπορούμε να καταλάβουμε τι ιστορίες μπορεί να είχε τότε πλάσει η πάντα πλούσια ελληνική φαντασία. Εν συνεχεία, με την πάροδο των αιώνων, προέκυψαν και διάφορες ιστορίες σχετικά με την αρχική καταγωγή και τη μετέπειτα μεταμόρφωση των τεράτων αυτών που ήταν γεννήματα της φαντασίας τους. Οι άνθρωποι, δηλαδή, όσο περνούσαν τα χρόνια προσπαθούσαν να εξηγήσουν πώς γεννήθηκαν. Έτσι, φαντάζονταν πως στην αρχή ήταν πλάσματα της στεριάς και κατά τη διάρκεια της ζωής τους για κάποιο λόγο, μεταμορφώθηκαν.

Πηγή: ΕΝΤΥΠΗ LARISSANET

Δευτέρα 13 Δεκεμβρίου 2021

 

ΛΑΡΙΣΑ ΜΙΑ ΕΙΚΟΝΑ, ΧΙΛΙΕΣ ΛΕΞΕΙΣ...

Η δυτική πλευρά του Λόφου


Άποψη της δυτικής πλευράς του Λόφου της Ακρόπολης, όπως ήταν κατά  τα τελευταία χρόνια του 19ου αιώνα. Φωτογραφία από το λεύκωμα «Λάρισα.  Εικόνες του χθες» των Τάκη Τλούπα και Νικολάου Νάκου, σελ. 66.Άποψη της δυτικής πλευράς του Λόφου της Ακρόπολης, όπως ήταν κατά τα τελευταία χρόνια του 19ου αιώνα. Φωτογραφία από το λεύκωμα «Λάρισα. Εικόνες του χθες» των Τάκη Τλούπα και Νικολάου Νάκου, σελ. 66.

Σε έναν σύγχρονο Λαρισαίο κάτοικο η σημερινή φωτογραφία, αν και απεικονίζει ένα πολύ γνωστό σημείο της πόλης, δεν του θυμίζει απολύτως τίποτε.

Όμως απεικονίζει το μεγαλύτερο μέρος της δυτικής πλευράς του Λόφου όπως ήταν στα τέλη του 19ου αιώνα και είναι δημοσιευμένη από τον Τάκη Τλούπα και τον Νικ. Νάκο σε βιβλίο, το οποίο κυκλοφόρησε το 2003 σε τρίτη έκδοση από τη Δημοτική Πινακοθήκη Λάρισας-Μουσείο Γ. Ι. Κατσίγρα με τίτλο “Λάρισα. Εικόνες του χθες”. Είναι μία από τις παλαιότερες απεικονίσεις της Λάρισας που έχουν διασωθεί και το γεγονός αυτό έχει τη σημασία του. Ο φωτογράφος μάς είναι άγνωστος, όπως και η ακριβής χρονολογία της.
Η λήψη της έγινε με προσανατολισμό προς το δυτικό τμήμα του Λόφου της Ακρόπολης. Μπροστά υπάρχει ένας ελαφρά επικλινής χώρος, ανώμαλος και αδιαμόρφωτος. Σήμερα στη θέση του υπάρχει δενδροφυτευμένο πάρκο.
Στη συνέχεια θα μελετήσουμε την εικόνα, ξεκινώντας από την αριστερά πλευρά της φωτογραφίας και θα προσπαθήσουμε να περιγράψουμε με τη σειρά τα απεικονιζόμενα κτίσματα.
-Πρώτα διακρίνουμε στο βάθος τμήμα από τον τρούλο, καθώς και τον μιναρέ από το τζαμί του Χασάν μπέη. Ήταν εγγονός του κατακτητή της Λάρισας Τουρχάν μπέη και έμεινε γνωστός από την κατασκευή της μεγάλης γέφυρας του Πηνειού, η οποία ως γνωστόν καταστράφηκε κατά τη διάρκεια της γερμανικής κατοχής. Ήταν το μεγαλύτερο, το μητροπολιτικό θα λέγαμε, από τα πολλά τεμένη της τουρκοκρατούμενης Λάρισας και ένα από τα σπουδαιότερα στον ελλαδικό χώρο. Είχε κτισθεί στις αρχές του 16ου αιώνα σε προνομιακή θέση και αφού εξυπηρέτησε τις λατρευτικές ανάγκες των μουσουλμάνων της Λάρισας για περισσότερο από τέσσερες αιώνες, κατεδαφίσθηκε το 1908 έπειτα από τις σημαντικές φθορές που είχε συσσωρεύσει επάνω του ο χρόνος.
-Αμέσως δίπλα προεξέχει ένα όμορφο κτίσμα. Ήταν οικοδομή του Μητροπολίτου Λαρίσης Νεοφύτου Πετρίδη (1875-1896), κτισμένη σε νεοκλασικό ρυθμό, με το χαρακτηριστικό υπερώο στη στέγη. Κτίσθηκε με δαπάνες του αμέσως μετά την προσάρτηση της Θεσσαλίας [1] και επί σειρά ετών στέγασε, στον όροφο τα γραφεία της Εισαγγελίας Εφετών και στο ισόγειο καταστήματα. Ο Νεόφυτος έκτισε και δεύτερη μικρότερη κατοικία δίπλα από την προηγούμενη, η οποία δεν διακρίνεται στη φωτογραφία, στην οποία στο ισόγειο στεγαζόταν το Επισκοπείο και στο όροφο ήταν η ιδιωτική του κατοικία [2].
-Η επόμενη πέτρινη κατοικία με τη χαρακτηριστική περίφραξη της μεγάλης αυλής που διαθέτει, ανήκε στον Λαρισαίο Αθανάσιο Μακρή [3]. Δεν γνωρίζουμε ακριβώς τον χρόνο ανέγερσής του, αλλά από την αρχιτεκτονική εμφάνιση προσδιορίζεται ότι έγινε κατά την τελευταία δεκαετία των χρόνων της τουρκοκρατίας (1870-1881). Στη θέση των περιγραφέντων κτιρίων σήμερα βρίσκεται η πλατεία Μητέρας, η οποία τους θερινούς μήνες εξυπηρετεί τους θαμώνες διπλανού καφενείου.
-Κρυμμένο πίσω από τις δύο προηγούμενες κατοικίες και από μια συστάδα δένδρων, μόλις διακρίνεται ο τελευταίος όροφος του τριώροφου νεοκλασικού αρχοντικού του Ιωάννη Βελλίδη [4], το οποίο είχε κτισθεί λίγα χρόνια πριν το 1890. Το ύψος του το καθιστούσε ορατό από μακριά και είναι αποτυπωμένο σε όλα σχεδόν τα χαρακτικά και τις φωτογραφίες της εποχής.
Και οι τέσσερες κατοικίες που περιγράψαμε υπέστησαν από τον σεισμό της 1ης Μαρτίου 1941 και τους ιταλικούς και γερμανικούς βομβαρδισμούς σοβαρές καταστροφές και θεωρήθηκαν ακατοίκητες. Μεταπολεμικά όλα τα σεισμόπληκτα κτίσματα της περιοχής αυτής απαλλοτριώθηκαν και κατεδαφίσθηκαν, για να ανεγερθεί στη θέση τους ο σημερινός επιβλητικός μητροπολιτικός ναός του Αγίου Αχιλλίου.
-Στη συνέχεια προς τα δεξιά και ελαφρώς πιο πίσω, διακρίνουμε τον αύλειο χώρο και τη νοτιοανατολική πλευρά της τρίκλιτης βασιλικής του Αγίου Αχιλλίου, η οποία είναι γνωστή ως Βασιλική του Καλλιάρχη, από τον Μητροπολίτη Διονύσιο Ε΄ τον Καλλιάρχη (1791-1896), ο οποίος φρόντισε το 1794 για την ανέγερσή του. Είναι χαρακτηριστική η αετωματική κατάληξη της στέγης του κεντρικού κλίτους, καθώς και τα τρία ιδιόμορφης κατασκευής παράθυρα στην ανατολική πλευρά του ναού. Μετά το περιτοίχισμα της αυλής του σπιτιού του Αθανασίου Μακρή, υψώνεται το τριώροφο χαμηλό κωδωνοστάσιο του ναού. Το ισόγειο είναι ενσωματωμένο με τα υπόλοιπα κτίρια ανατολικά του ναού, ο μεσαίος όροφος είναι κτισμένος, ενώ ο άνω όροφος είναι ανοικτός, περιέχει την καμπάνα και καλύπτεται από ένα χαμηλό τετράκλινο επιστέγασμα [5]. Συνεχόμενα με το κωδωνοστάσιο διακρίνονται απλά ισόγεια κτίσματα. Αυτά πρέπει να είναι εξαρτήματα του ναού, αφού ο προσανατολισμός τους είναι δυτικός, δηλαδή βλέπουν προς την αυλή και πιστεύεται ότι σε μερικά απ’ αυτά στεγαζόταν κατά την τουρκοκρατία το ελληνικό σχολείο. Η ανατολική τους πλευρά αποτελούσε και μέρος του περιτοιχίσματος, το οποίο περιέκλειε κατά τη διάρκεια της τουρκοκρατίας τον χώρο του ναού και του επισκοπικού κτιρίου. Το τελευταίο βρισκόταν σε επαφή με μέρος του βόρειου τοίχου της βασιλικής.
Η ακριβής χρονολογία της φωτογραφίας αυτής είναι δύσκολο να υπολογισθεί. Πρέπει όμως να είναι προ του ελληνοτουρκικού πολέμου του 1897 και πιθανόν ανάγεται στα πρώτα χρόνια της δεκαετίας του 1890. Αυτό συμπεραίνεται μεταξύ άλλων και από τη σχετικά καλή κατάσταση στην οποία βρίσκεται εξωτερικά ο ναός του Αγίου Αχιλλίου και ο υπόλοιπος απεικονιζόμενος χώρος.


[1]. Ο Γιώργος Γουργιώτης, Σχεδίασμα μεταβυζαντινής – νεοελληνικής ιστορίας του ναού του Αγίου Αχιλλίου Λαρίσης. Ιστορική διαδρομή, Λάρισα (1986), σελ. 12, αναφέρει ότι το κτίριο κτίσθηκε το 1882 και μάλιστα όπως υποσημειώνει, η πληροφορία αυτή προήλθε από τον οφθαλμίατρο της Λάρισας Αριστείδη Σταυρόπουλο, η μητέρα του οποίου ήταν συγγενής του μητροπολίτη.
[2]. Γρηγορίου Αλέξανδρος. Νεόφυτος Γ’ Πετρίδης (1826-1896). Μητροπολίτης Λαρίσης και Πλαταμώνος, εφ. “Ελευθερία”, φύλλο της 2ας Ιουλίου 2017.
{3]. Ο Αθανάσιος Μακρής (1799-1882), εξέχων μέλος της λαρισαϊκής κοινωνίας, ήταν επιχειρηματίας και γαιοκτήμονας, με καταγωγή από την Καστανιά των Αγράφων, πατέρας του ιατρού Ευριπίδη Μακρή. Βλέπε: Γρηγορίου Αλέξανδρος, Το Α΄ Δημοτικό Νεκροταφείο της Λάρισας (1899-1933), Θεσσαλονίκη (2013) σελ. 83.
[4]. Ο Ιωάννης Βελλίδης ήταν πλούσιος γαιοκτήμονας, ιδιοκτήτης του χωριού Τατάρ, της σημερινής Φαλάνης. Μάλιστα για κάποιο χρονικό διάστημα είχε διατελέσει και νομαρχιακός σύμβουλος. Βλέπε: Παπαθεοδώρου Νικόλαος, Το αρχοντικό Βελλίδη, εφ. Larissanet, φύλλο της 27ης Ιουνίου 2014. και Γρηγορίου Αλέξανδρος. Ιωάννης Βελλίδης (1849-1890). Από την απόλυτη “παντοδυναμία” στην τραγική αυτοκτονία. εφ. “Ελευθερία”, φύλλο της 17ης Απριλίου 2016
[5]. Παλιούγκας Θεόδωρος, Η Λάρισα κατά την τουρκοκρατία (1423-1881), τόμ, Α΄, Λάρισα (1996) σελ. 197-198.

 

Από τον Νίκο Παπαθεοδώρου
nikapap@hotmail.com

Παρασκευή 10 Δεκεμβρίου 2021

 Η Αρχαία Ελληνική ευχή της μάνας στον Γιο της με έξι λέξεις μόνο φωνήεντα που οι ειδικοί καταρρίπτουν


Γράφει ο Σπύρος Μακρής

Βρισκόμαστε στα 1936. Ο Γερμανός αρχαιολόγος Tillmann Ueberroth βρισκόταν επικεφαλής σε ανασκαφές που γίνονταν στις Μυκήνες, στον αρχαιολογικό χώρο των Μυκηνών και ειδικότερα στην Υπόγεια Δεξαμενή. Η αποστολή συνδεόταν άμεσα με μια άλλη που λάμβανε χώρα παράλληλα, στον Θολωτό Τάφο του Ατρέως για τον οποίο υπήρχε μια περίεργη φήμη που σχετιζόταν με διαπλανητικά ταξίδια, σύμφωνα με κάποιους μύθους αλλά και μερικές εκτιμήσεις κορυφαίων επιστημόνων της εποχής. Και, είναι η γνωστή λατρεία που είχε ο Χίτλερ για παρόμοια θέματα και σχεδόν οτιδήποτε είχε να κάνει με τον αποκρυφισμό.

Οι ανασκαφικές δραστηριότητες του Ueberroth κράτησαν μόλις δύο μήνες αφού πολύ σύντομα, η αρχαιολογική σκαπάνη εντόπισε και έφερε στο φως μία πολύ ενδιαφέρουσα αρχαία πινακίδα και ήταν σχεδόν ακριβώς αυτό για το οποίο έψαχνε. Ο αρχαιολόγος κράτησε την ανακάλυψη σε απόλυτη μυστικότητα καθώς λογοδοτούσε κατευθείαν στον Φύρερ και το εύρημα ήταν πολύ παραπάνω από σπουδαίο και σημαντικό.

Η μαρμάρινη επιγραφή από πεντελικό μάρμαρο είχε χαραγμένα επάνω της μόλις δεκατέσσερα φωνήεντα σε ένα σύνολο έξι λέξεων και έγραφε: «OΙΑ ΗΩ Ω ΥΙΕ ΑΕΙ ΕΙ». Υποτίθεται πως ήταν η ευχή μιας μάνας προς το παιδί της και θα μπορούσε να μεταφραστεί ως «Όπως η αυγή, γιε μου να είσαι πάντα!».

Ναι, ήταν εκπληκτικό που μερικά φωνήεντα μπορούσαν να δώσουν ένα σαφές και πλήρες νόημα. Όμως για τον Γερμανό αρχαιολόγο Tillmann Ueberroth, υπήρχε ένα κρυφό μήνυμα ανάμεσα στις λέξεις και τα φωνήεντα. Είναι γνωστό στον μυστικισμό και στον αποκρυφισμό πως και τα πέντε ελληνικά φωνήεντα συνδέονται με τους πλανήτες του ηλιακού μας συστήματος. Το ιδιοφυές ήταν πως στο «OΙΑ ΗΩ Ω ΥΙΕ ΑΕΙ ΕΙ» τα φωνήεντα λειτουργούσαν σαν κώδικας, σαν μια φόρμουλα για ένα ταξίδι σε αυτούς τους πλανήτες, οπότε αυτομάτως και το νόημα της φράσης άλλαζε άμεσα. Αυτό ακριβώς αναζητούσαν οι άνθρωποι του Χίτλερ.

Ο Tillmann Ueberroth, αμέσως κάλεσε τον ειδικό φυσικό επιστήμονα και αποκρυφιστή Erik Kieber που ασχολούνταν με τους πλανήτες και τις εξισώσεις του Άλμπερτ Αϊνστάιν προκειμένου να κατανοήσουν τι ήθελε να πει ο αρχαίος συντάκτης που χάραξε την πινακίδα. Δηλαδή, με απλά λόγια, να αποκωδικοποιήσουν το μυστικό της φράσης με τα φωνήεντα, προκειμένου να την μετατρέψουν σε πραγματικότητα για το πρώτο ταξίδι εκτός Γης και πέρα από αυτήν.

Ο συνδυασμός των φωνηέντων σε λέξεις και η σωστή εκφορά τους μπορεί να επιφέρει μία πνευματική σύνδεση, Ουσιαστικά πρόκειται για “κλειδιά” που ξεκλειδώνουν τον κωδικό κάποιας συχνότητας ώστε να “μιλήσεις” με έναν πλανήτη. Μάλιστα, σύμφωνα με τον Erik Kieber και τις αποκρυφιστικές γνώσεις του, αφού συνδεθείς με τον πλανήτη που υποδεικνύεται από την φράση με τα φωνήεντα, μεταφέρεσαι με την φυσική σου παρουσία εκεί, σε ένα είδος πολυστασίας, δηλαδή, να βρίσκεσαι σε πολλά μέρη ταυτόχρονα, όπως υποτίθεται έκαναν ο Πυθαγόρας και ο Απολλώνιος Τυανέας.

Τόσο ο Erik Kieber όσο και ο Tillmann Ueberroth, πίστευαν πως η σειρά των φωνηέντων είχε έναν πολύ συγκεκριμένο σκοπό που δίνεται έμμεσα στην Γένεση Γ 19. Εκεί, Όταν Θεός διώχνει τον Αδάμ και την Εύα από τον Παράδεισο, για να είσαι σίγουρος ότι δεν θα βρουν ξανά το δρόμο της επιστροφής, στέλνει πολλά χερουβείμ και μια πύρινη ρομφαία για να φυλάει τον δρόμο. Η σειρά των φωνηέντων ανακαλεί την εντολή των χερουβείμ και του φλεγόμενου σπαθιού και ανοίγει τον δρόμο της επιστροφής. Τι σημαίνει αυτό; Ουσιαστικά ότι η ευχή της μάνας, της μαρμάρινης επιγραφής, σε ελεύθερη μετάφραση θα μπορούσε να είναι: “να ξεφύγεις από αυτή την Γη και να φτάσεις πέρα από τον Ήλιο, το άστρο που δημιουργεί την αυγή στη Γη.”

Μετά το τέλος του δεύτερου Παγκοσμίου Πολέμου η πινακίδα με την ευχή της μάνας χάθηκε αλλά επανεμφανίστηκε το 1952 σε ένα ιδιωτικό μουσείο που ζητήθηκε να μελετηθεί από ένα πανεπιστήμιο της Αμερικής λόγω της φήμης που το συνόδευε. Πολύ σύντομα εμφανίστηκαν άντρες από μυστικές υπηρεσίες που διέψευσαν την θρυλούμενη ιστορία και παρέλαβαν το εύρημα για να το μελετήσουν σε ειδικά εργαστήρια και προχωρημένους επιστήμονες. Στη συνέχεια, ανέλαβαν την σκυτάλη μεγάλα ΜΜΕ που κατέρριψαν επίσης την ιδέα πως υπήρξαν έρευνες για το αν η επιγραφή αποτελούσε κώδικα για ένα ταξίδι στο χωροχρόνο ή σε μια άλλη διάσταση. Κάποια, μάλιστα, αμφισβήτησαν και την ίδια την ύπαρξη της επιγραφής. Άραγε, αυτή η μία ή παρόμοια επωδή θα μπορούσε να ανοίξει τον δρόμο προς τα άστρα;

*Τα παραπάνω αποτελούν προϊόν φαντασίας και μυθοπλασίας. Οποιαδήποτε ομοιότητα με πρόσωπα αλλά και καταστάσεις είναι απλή σύμπτωση και ουδεμία σχέση έχουν με την πραγματικότητα. Η ιστορία που διαβάσατε είναι εμπνευσμένη από δημοσίευμα που αφορά την φράση «OΙΑ ΗΩ Ω ΥΙΕ ΑΕΙ ΕΙ» η οποία θεωρείται ψευδής ως προς το ότι “η φράση έχει μόνο φωνήεντα” και ότι “αυτό γίνεται μόνο με την Ελληνική γλώσσα”. Μπορείτε να μάθετε περισσότερα στο sarantakos αλλά και στο ellinikahoaxes.gr, ενώ στη συνέχεια ακολουθούν συνοπτικά κάποια πράγματα, ξεκινώντας από το αρχικό δημοσίευμα που στη συνέχεια διαψεύστηκε:

Ο Γάλλος συγγραφέας Ζακ Λακαριέρ έλεγε: «Στην Ελληνική υπάρχει ένας ίλιγγος λέξεων, διότι μόνον αυτή εξερεύνησε, κατέγραψε και ανέλυσε τις ενδότατες διαδικασίες της ομιλίας και της γλώσσης, όσο καμία άλλη γλώσσα». Προσέξτε, λοιπόν, κάτι: «OΙΑ ΗΩ Ω ΥΙΕ ΑΕΙ ΕΙ», που σημαίνει: «Όπως η αυγή, γιε μου να είσαι πάντα!».

Έξι (6) λέξεις, δεκατέσσερα (14) φωνήεντα, μια φράση. Ούτε ένα σύμφωνο, σε μια πλήρη φράση! Σε ποια άλλη γλώσσα μπορεί να συμβεί αυτό; Μάλλον μόνον στην Ελληνική… ΙΑ σημαίνει όπως, ΗΩ είναι η αυγή, Ω ΥΙΕ γιε μου, ΑΕΙ ΕΙ Να είσαι πάντα! Σύμφωνα, όμως, με το sarantakos: στην πραγματικότητα η φράση «οἷα ἠώ ὦ υἱέ ἀεί εἶ» είναι πειραγμένη για να μην έχει σύμφωνα. Επιπλέον σημειώνει:

“Το «ηώ» είναι αιτιατική, ενώ κανονικά εδώ χρειάζεται ονομαστική: όπως η αυγή. Αρα, Οία ηώς είναι το σωστό. Ή, μάλλον χρειάζεται και άρθρο: Οία η ηώς, ω υιέ αεί ει. Το οποίο, δεν σημαίνει, όπως νομίζει αυτός που σκάρωσε τη φράση, «να είσαι πάντα», αλλά «είσαι πάντα» -η προστακτική θα ήταν «ίσθι», που έχει κι αυτή σύμφωνα.

[Στο δικό μου το αισθητήριο, και η φράση «οία η ηώς, ω υιέ» μου φαίνεται να κουτσαίνει. Αφού το υποκείμενο της σύγκρισης είναι αρσενικό, δεν θα έπρεπε να είναι «οίος η ηώς ω υιέ»; Το έδειξα όμως σε μια φίλη φιλόλογο που δεν συμφώνησε μαζί μου, και θεώρησε σωστό το «οία η ηώς ω υιέ». Αν έχετε άποψη, σχολιάστε]”

Ωστόσο, θα πρέπει να έχουμε υπόψη μας ότι στην δημιουργία στίχων και ποιημάτων, τόσο στην σύγχρονη αλλά και σε αρκετά δημοτικά τραγούδια, συναντούμε “παρατυπίες” στο συντακτικό, την γραμματική έως και λεξιπλασίες. Κάπως έτσι, αλλά και για άλλους λόγους, δημιουργήθηκε η έκφραση “ποιητική αδεία” που ακούμε συχνά, όταν ο ποιητής ή ο στιχουργός “κάνει τα δικά του” παραβιάζοντας τους κανόνες της γραμματικής, του συντακτικού, της γλώσσας γενικότερα αλλά και της λογικής.

Πηγή: diadrastika

Τρίτη 7 Δεκεμβρίου 2021

 

Ο ΝΑΟΣ ΤΟΥ ΑΓ. ΝΙΚΟΛΑΟΥ

Προετοιμασίες για την κατεδάφισή του


Η παλαιά βασιλική του Αγ. Νικολάου περιμένει την κατεδάφισή τουΗ παλαιά βασιλική του Αγ. Νικολάου περιμένει την κατεδάφισή του

Αύριο Δευτέρα 6 Δεκεμβρίου, εορτή του Αγ. Νικολάου, πανηγυρίζει ο ομώνυμος ναός της παλιάς συνοικίας Παράσχου της πόλης μας. Μαζί με τον Τρανό Μαχαλά, ήταν συνοικία στην οποία επικρατούσαν ως επί το πλείστον χριστιανοί και ο ναός της, αν εξαιρεθεί ο μητροπολιτικός ναός του Αγ. Αχιλλίου, υπήρξε ο πρώτος ο οποίος ανεγέρθηκε στη Λάρισα μετά τα φιλελεύθερα νομοθετικά διατάγματα (Tanzimat) [1] των Οθωμανών. Με την ευκαιρία της εορτής αυτής θα θυμηθούμε ορισμένα ιστορικά στοιχεία του παλαιού ναού, ο οποίος υπήρξε όλα αυτά τα χρόνια από την ανέγερσή του μέχρι σήμερα ο «δεύτερος τη τάξει» ναός της Λάρισας.


Ο ναός του Αγίου Νικολάου κτίσθηκε το 1857 από τους χριστιανούς της συνοικίας Παράσχου. Ήταν μεγαλύτερος από τον μητροπολιτικό ναό (τη γνωστή ως βασιλική του Καλλιάρχη), αλλά και από τους άλλους ναούς οι οποίοι ακολούθησαν εν συνεχεία. Η απόδοση του ναού στη λατρεία του Αγίου Νικολάου δεν αποκλείεται να έχει σχέση με την αναφερόμενη κατά τη διάρκεια της τουρκοκρατίας (18ος αι.) παρουσία στην ίδια περιοχή, συνοικίας του Αγίου Νικολάου. Η τελετή θεμελίωσης του ναού αυτού έγινε στις 30 Μαΐου του 1857, όπως αναφέρεται στον θεμέλιο λίθο, ο οποίος ανευρέθηκε κατά τη σταδιακή κατεδάφισή του το 1973, με σκοπό την κατασκευή του σύγχρονου ναού: «Σεπτός ούτος Ναός Αγίου Νικολάου ανηγέρθη εκ βάθρων προς τιμήν αυτού επί Αρχιερατεύοντος Στεφάνου Μητροπολίτου Λαρίσσης. Κ. Κ. ΓΕΩΡΓΙΑΔΟΥ, ΑΝΑΣΤΑΣΙΟΥ χειρουργού, Κ. και Ι. Αθ. ΚΑΛΠΑΚΑ, 1857 ΜΑΪΟΥ 30» [2]. Δεν γνωρίζουμε τους αρχιτέκτονες. Πιθανολογείται ότι θα πρέπει να ήταν οι αδελφοί Δημητρίου, όπως αφήνουν να εννοηθεί οι αφιερωματικές επιγραφές που υπάρχουν στο όνομά τους σε τρεις εικόνες του 1859, οι οποίες υπάρχουν στο Σκευοφυλάκιο του ναού συντηρημένες πρόσφατα.
Νοτιοανατολικά του προαύλειου χώρου και σε μικρή απόσταση από τον ναό είχε κτισθεί το 1893, ψηλό τετραώροφο, πέτρινο κωδωνοστάσιο νεοκλασικού ρυθμού, το οποίο κατέληγε σε μια ψηλή κωνοειδή-πυργοειδή απόληξη. Ο ζωγράφος Αγήνορας Αστεριάδης, ενορίτης του Αγ. Νικολάου, έχει απεικονίσει τον ναό και το κωδωνοστάσιο, τόσο στον μεγάλο πίνακά του «Πολιτεία», όσο και στο λεύκωμά του «Λάρισα». Αρχικά από τον σεισμό του 1941 και στη συνέχεια του 1954, οι δύο τελευταίοι όροφοι κατέρρευσαν και τελικά το καμπαναριό τέθηκε σε αχρηστία. Για τον λόγο αυτόν το 1955 κατεδαφίσθηκε και στη θέση του ανεγέρθηκε άλλο, επίσης τετραώροφο, απλό, από ενισχυμένο σκυρόδεμα και χαμηλότερο σε ύψος του πρώτου.
Το 1897, έχουμε μια μαρτυρία από την Αμαλία Παπασταύρου ότι έγιναν εργασίες επεκτάσεως του ναού. Από απλή τρίκλιτη βασιλική επεκτάθηκε δυτικά κατά μήκος και προστέθηκε γυναικωνίτης, με αποτέλεσμα το δυτικό τμήμα του ναού να προεκταθεί και προς τα πλάγια, για να υπάρχει η δυνατότητα πρόσβασης στον γυναικωνίτη [3].
Στην τελική του μορφή ο ναός του Αγίου Νικολάου ήταν του τύπου τρίκλιτης βασιλικής, της οποίας η κάτοψη είχε το σχήμα του κεφαλαίου γράμματος Τ ανεστραμμένου. Ανατολικά υπήρχε κεντρική ημικυκλική κόγχη, πάνω από την οποία είχε κατασκευασθεί το χαρακτηριστικό αυτήν την περίοδο στη ναοδομία σύμπλεγμα τριών παραθύρων. Δυτικά βρισκόταν η κεντρική είσοδος του ναού, το δάπεδο του οποίου βρισκόταν χαμηλότερα από το έδαφος της αυλής. Από τις προεκτάσεις της δυτικής πλευράς η βόρεια οδηγούσε με ξύλινο κλιμακοστάσιο στον γυναικωνίτη, ενώ στη νότια στο ισόγειο στεγαζόταν το γραφείο του ναού, ενώ πάνω του επεκτεινόταν ο γυναικωνίτης.
Το εσωτερικό του, με την παρουσία έξι κτιστών κιόνων σε κάθε πλευρά, χωριζόταν σε τρία κλίτη. Στο κέντρο της οροφής υπήρχε ζωγραφισμένη η μορφή του Παντοκράτορα, ενώ ο υπόλοιπος χώρος της είχε τη μορφή έναστρου ουράνιου θόλου. Πάνω από τους κίονες απεικονίζονταν σε μετάλλια σχήματος ωοειδούς οι Δώδεκα Απόστολοι. Στη διακόσμηση του ναού συνέβαλαν δύο προσκυνητάρια, ο άμβωνας, ο δεσποτικός θρόνος και το τέμπλο. Ήταν όλα απλά, ξύλινα και λευκά χρωματισμένα. Στο τέμπλο, πάνω από τις δεσποτικές εικόνες υπήρχαν σαν επίστεψη, μαύρες ορθογώνιες επιφάνειες με σύντομες ευαγγελικές ρήσεις γραμμένες με χρυσαφί χρώμα.
Τοιχογραφίες αρχικά δεν υπήρχαν. Μεταπολεμικά μόνον αγιογραφήθηκε η κεντρική κόγχη του Ιερού Βήματος, η οποία απεικόνιζε ψηλά την Πλατυτέρα και πιο κάτω μέχρι το έδαφος έξι ολόσωμους ιεράρχες. Την ίδια περίοδο αγιογραφήθηκε και η κόγχη της Προθέσεως με την παράσταση της Γεννήσεως του Χριστού. Οι τοιχογραφίες αυτές είχαν φιλοτεχνηθεί από τον αγιογραφικό οίκο των Παπαμερκουρίου – Γκίνη.
Στους πλάγιους τοίχους, ανάμεσα από τα μεγάλα παράθυρα, ήταν αναρτημένες σε κάθε πλευρά, τρεις πολύ μεγάλες εικόνες, οι οποίες παρίσταναν σκηνές από τα θαύματα του Ιησού και ήταν ελαιογραφίες προσαρμοσμένες σε κάδρα. Η τεχνική των εικόνων του ναού ήταν επηρεασμένη από δυτικά πρότυπα, με τη χαρακτηριστική φυσική απόδοση των προσώπων, την ωραιότητα των χαρακτηριστικών και την προσεγμένη προοπτική του βάθους. Δεν γνωρίζουμε τον αγιογράφο (μήπως ο Νικ. Αργυρόπουλος;) [4], ούτε την τύχη αυτών των εικόνων.
Η σημερινή φωτογραφία απεικονίζει το νοτιοανατολικό τμήμα της εκκλησίας του Αγ. Νικολάου, λίγο πριν κατεδαφισθεί για την ανέγερση του σημερινού μεγαλοπρεπούς ναού.
Το χαμηλό καλοδουλεμένο τοιχίο από πελεκητή πέτρα (μωσαϊκό), πάνω από το οποίο ήταν ενσωματωμένο σε όλο το μήκος του πυκνό μεταλλικό κιγκλίδωμα και περιέκλειε απ’ όλες τις πλευρές τον ευρύχωρο προαύλειο χώρο, έχει ήδη κατεδαφισθεί και οι πέτρες του δεν έχουν ακόμη απομακρυνθεί. Τα τεράστια πεύκα, τα οποία κάλυπταν τον αύλειο χώρο, έχουν εκριζωθεί και το μεταπολεμικό κωδωνοστάσιο έχει και αυτό κατεδαφισθεί. Έχει κανείς την εντύπωση ότι η φωτογραφία αυτή αποτελεί το «κύκνειο άσμα» ενός από τους ναούς του 19ου αιώνα, τον οποίο κατασκεύασε η πίστη των πολιτών της χριστιανικής κοινότητας της.

—————————————————————
[1]. Ο όρος Tanzimat σημαίνει μεταρρύθμιση και υποδηλώνει μια σειρά φιλελεύθερων διαταγμάτων, τα οποία εκδόθηκαν το 1856 εκ μέρους της Οθωμανικής αυτοκρατορίας και είχαν ως βάση την αναδιοργάνωση των σχέσεών της με τους αλλόθρησκους υπηκόους της.
[2]. Παπαθεοδώρου Νικόλαος. Ι. Ν. Αγίου Νικολάου. ιστορική διαδρομή. περ. «Αχιλλίου Πόλις», τεύχ. 03 (2020), σελ.133-145.
[3]. Παπασταύρου Αμαλία, Ημερολόγιον του πολέμου ανευρεθέν εν Λαρίσση από 1-14 Απριλίου 1897, εν Αλεξανδρεία (1897), σελ. 22-23.
[4]. Στο Σκευοφυλάκιο του ναού υπάρχει φορητή εικόνα αγιογραφημένη το 1902 από τον εκ Νικαίας ζωγράφο-αγιογράφο Νικ. Αργυρόπουλο.

Πέμπτη 2 Δεκεμβρίου 2021

 

Ιχνηλατώντας την παλιά Λάρισα


Το παντοπωλείο του Νικολάου Πράττου, στη γωνία των οδών Πανός  και των Εξ (Κύπρου). Αριστερά ο γιος του καταστηματάρχη Μιχαήλ Πράττος. «Πανλαρισαϊκόν Φωτο-Κ. Ρούμσον». 1933.Το παντοπωλείο του Νικολάου Πράττου, στη γωνία των οδών Πανός και των Εξ (Κύπρου). Αριστερά ο γιος του καταστηματάρχη Μιχαήλ Πράττος. «Πανλαρισαϊκόν Φωτο-Κ. Ρούμσον». 1933.

Η ΟΔΟΣ ΠΑΝΟΣ


Του Νικ. Αθ. Παπαθεοδώρου (nikapap@hotmail.com)
Ο Παν ήταν αρχαία ελληνική δευτερεύουσα θεότητα με ανθρωπόμορφα και ζωικά χαρακτηριστικά. Απεικονιζόταν με δύο κέρατα τράγου (κατσίκας) στο κεφάλι, έχοντας κάτω άκρα ζώου. Αυτός ήταν και ο λόγος που ονομαζόταν «Θεός τραγοπόδαρος». Θεωρούνταν προστάτης των ποιμένων, των κυνηγών και των αλιέων, με μόνιμη διαμονή σε χώρους της φύσης (όρη, δάση, σπήλαια, κοιλάδες, ρεματιές κ.λπ.), όπου περνούσε τις ώρες παίζοντας τον ποιμενικό του αυλό. Αν τώρα με ρωτήσετε με πιο σκεπτικό δόθηκε η ονομασία Πανός στον κεντρικό αυτόν δρόμο της Λάρισας, δεν έχω να σας δώσω απάντηση.
Ο δρόμος αυτός αποτελούσε από πολύ παλιά, ίσως και από τους τελευταίους χρόνους της Τουρκοκρατίας, την κύρια αγορά της Λάρισας. Εδώ ήταν συγκεντρωμένα όλα σχεδόν τα κρεοπωλεία, ιχθυοπωλεία, οπωροπωλεία, παντοπωλεία και άλλα καταστήματα τροφίμων, με αποτέλεσμα να υπάρχει μεγάλη αγοραστική κίνηση. Όμως εκείνα τα χρόνια, λόγω της φύσεως των καταστημάτων και της απουσίας άφθονου τρεχούμενου νερού και αποχετευτικών μέσων, ολόκληρος ο χώρος του ανέδυε υπερβολική δυσοσμία. Αυτός είναι και ο λόγος που το 1930 περίπου ο δήμαρχος Μιχαήλ Σάπκας πήρε τη μεγάλη απόφαση να κατασκευάσει τη Δημοτική αγορά στην Πλατεία Ανακτόρων. Στην αρχή η μετακόμιση των καταστημάτων υπήρξε δύσκολη, καθώς οι καταστηματάρχες ήταν απρόθυμοι να αλλάξουν «στέκι». Τελικά, με τον χρόνο αποσυμφορήθηκε η οδός Πανός και η Δημοτική αγορά, με όλες τις σύγχρονες για την εποχή εκείνη ανέσεις, έγινε περιζήτητη.
Αυτόν τον κεντρικό δρόμο της πόλης μας θα περπατήσουμε στη συνέχεια, περιγράφοντας τα καταστήματα που κατά καιρούς στεγάσθηκαν στα οικήματά του, όσα βέβαια η έρευνα εντόπισε. Επειδή όμως θα υπάρχουν οπωσδήποτε παραλείψεις και λάθη, το τηλέφωνό μου (2410 287.450) είναι πάντα ανοικτό για επιπλέον πληροφορίες και διορθώσεις. Θα ξεκινήσουμε από την οδό Κύπρου και θα ακολουθήσουμε τη δεξιά πλευρά της οδού Πανός, η οποία σήμερα έχει πεζοδρομηθεί και έχει αλλάξει εντελώς χρήση και μορφή.
—Στη γωνία των οδών Κύπρου και Πανός υπήρχε μια ισόγεια οικοδομή, στην οποία κατά τη δεκαετία 1920-30 στεγαζόταν το φαρμακείο των Τζιώτη και Καλομοίρη. Στη συνέχεια στο κατάστημα αυτό στεγάστηκε το Παντοπωλείο του Νικολάου Πράττου (1873-1966). Ήταν ένα γωνιακό κατάστημα με όμορφα και ψηλά τοξωτά ανοίγματα και προς τους δύο δρόμους (βλέπε φωτογραφία). Από τον σεισμό του Μαρτίου του 1941 καταστράφηκε εντελώς, όπως και τα άλλα καταστήματα του ίδιου δρόμου, όπως διακρίνεται και στη δημοσιευόμενη γερμανική φωτογραφία. Στον χώρο αυτόν, μετά τον καθαρισμό από τα ερείπια, κατασκευάσθηκαν πρόχειρα παραπήγματα στα οποία κατά την κατοχή στέγασαν το στιλβωτήριο και το πρακτορείο εφημερίδων του Ιωάννη Δημητρόπουλου, το κατάστημα ξηρών καρπών του Δ. Μούλια και το οπωροπωλείο των αδελφών Μησούλη. Μετά τον πόλεμο η περιοχή αυτή αγοράσθηκε από τον έμπορο Νικόλαο Λύτρα. Όλα τα πρόχειρα κτίσματα κατεδαφίσθηκαν και στη θέση τους οικοδομήθηκε ένα διώροφο κτήριο. Το μεγαλύτερο μέρος του ισογείου ενοικίασε ο Ντίνος Ρουμελιώτης για να στεγάσει κατάστημα νεωτερισμών, και ένα άλλο μικρότερο μέρος που είχε πρόσοψη επί της Κύπρου ενοικίασε ο Σκύλας για να διαμορφώσει το κοσμηματοπωλείο του. Στον άνω όροφο υπήρχαν τα γραφεία ασφαλιστικής εταιρίας.
-Σε επαφή με το προηγούμενο βρισκόταν πριν εκατό περίπου χρόνια το κρεοπωλείο των Αναστασίου Τσιτώτα, Ιωάννου Γρίβα και Νισίμ Καλαμάρα, αργότερα το βιβλιοχαρτοπωλείο του Π. Παρασκευόπουλου και το κρεοπωλείο Τερζούδη. Μεταπολεμικά στη θέση τους το κατάστημα ψιλικών του Νικ. Οικονόμου και το «Μιούζικ Χωλ».
-Στη συνέχεια βρισκόταν μέχρι το 1930 το παντοπωλείο του Στέφανου Λέγγα. Ο Λέγγας ήταν άτομο με επιβλητική παρουσία. Είχε ανάστημα γύρω στα δύο μέτρα, ήταν σωματώδης και με εξαιρετική διάθεση, την οποία προσπαθούσε να διαδώσει σε ολόκληρη την οδό Πανός. Στη δουλειά του κατόρθωνε πάντα να είναι σχεδόν ο μόνιμος προμηθευτής του Στρατού σε είδη τροφίμων. Λίγο μετά το 1930 η επαγγελματική του σταδιοδρομία έφθασε στο τέλος του και στο κατάστημά του εγκαταστάθηκαν οι αδελφοί Ζούκη, οι οποίοι το έκαναν εστιατόριο με τον τίτλο «Μεγάλη Ταβέρνα». Για αρκετά χρόνια η ταβέρνα αυτή συγκέντρωνε μεγάλη πελατεία, τόσο για την καλή της κουζίνα, όσο και διότι διέθετε μια ιδιαίτερη αίθουσα στο βάθος όπου συγκεντρώνονταν νεαροί φιλόμουσοι της Λάρισας, οι περισσότεροι μέλη του Μουσικού Συλλόγου, οι οποίοι με τα χορωδιακά άσματα που εκτελούσαν (κυρίως καντάδες) δημιουργούσαν εύθυμη ατμόσφαιρα στους υπόλοιπους πελάτες. Μετά το 1958 η «Μεγάλη Ταβέρνα» πέρασε στα χέρια των Χρήστου και Βαγγέλη Καλογιάννη και στη συνέχεια στον χώρο αυτό στεγάσθηκαν το ψητοπωλείο του Χιώτη και το βιβλιοχαρτοπωλείο του Αγνάντη.
-Το επόμενο κατάστημα ήταν το οπωροπωλείο του Ιωάννη Μαλίτα, το οποίο αργότερα πέρασε στα χέρια των αδελφών Θωμά και Δημητρίου Μπαϊράμη. Κατόπιν μετατράπηκε σε κρεοπωλείο το οποίο διαχειριζόταν ο Κώστας Στίγκας. Μεταπολεμικά στο σημείο αυτό λειτούργησε η ψησταριά «Ρούμελη».
-Αμέσως μετά ήταν το εστιατόριο-πατσατζίδικο του Λάζαρου Χαμαϊδή. Η λειτουργία του καταστήματός του άρχισε λίγο μετά το 1920 και διατηρήθηκε μέχρι το τέλος της ζωής του. Η κουζίνα του ήταν εξαιρετική, όμως τα «Τέμπη» ήταν περισσότερο φημισμένα για τον πρωινό πατσά, η νοστιμιά του οποίου συναγωνιζόταν τους θαυμάσιους πατσάδες του Τσούγκαρι. Ο ίδιος ένιωθε υπερήφανος για την κουζίνα του, όμως πάνω απ’ όλα τα φαγητά θεωρούσε ότι σερβίριζε τον καλύτερο πατσά της Λάρισας και διέθετε το καλύτερο αμπελακιώτικο κρασί. Ο Λάζαρος Χαμαϊδής εκτός από το εστιατόριο τα «Τέμπη» είχε αναπτύξει επιχειρηματική δραστηριότητα και σε έναν άλλο τομέα. Στην οδό Αγίας Μαρίνας όπου ήταν και το σπίτι του, διατηρούσε βιοτεχνία αεριούχων ποτών, η οποία άρχιζε τη λειτουργία του την άνοιξη και σταματούσε το φθινόπωρο. Παρασκεύαζε λεμονάδες οι οποίες όμως δεν έμοιαζαν σαν τους σημερινούς χυμούς. Στο σημείο αυτό αξίζει να αναφέρουμε ότι δεν ήταν το μόνο κατάστημα αεριούχων ποτών στη Λάρισα κατά την προπολεμική εποχή. Υπήρχαν και άλλα, από τα οποία όμως δύο συναγωνίζονταν σε κατανάλωση τον Χαμαϊδή. Ήταν του Δικόπουλου [1] και του Ζουρτού. Απ’ αυτά το αρχαιότερο ήταν του Ζουρτού που πρόσφερε απίθανα αναψυκτικά στους Λαρισαίους πριν από εκατό και πλέον χρόνια [2]. Λόγω της δημοφιλίας του ο Λάζαρος Χαμαϊδής διετέλεσε για πολλά χρόνια Δημοτικός Σύμβουλος.
-Δίπλα από το εστιατόριο του Χαμαϊδή είχε το κουρείο του ο Σπύρος Αργυρίου. Καταγόταν από την Πελοπόννησο, αλλά μεγαλώνοντας αντί για την Αμερική βρέθηκε στη Λάρισα. Ήταν από τους γραφικούς τύπους που διέθετε άφθονους τότε η Λάρισα, αλλά και αρκετά πνευματώδης. Η παρουσία του έδινε μια γραφικότητα στον κεντρικό αυτό δρόμο της πόλης.
-Σε επαφή με το προηγούμενο κατάστημα βρισκόταν το κρεοπωλείο των αδελφών Θεοδώρου και Αθανασίου Μπίμπου. Το 1933 με τη δημιουργία της Δημοτικής Αγοράς μετακόμισε σ’ αυτήν ο ένας εκ των αδελφών.
-Δίπλα από το κρεοπωλείο των αδελφών Μπίμπου βρισκόταν το καπνοπωλείο των Δημ. Μπακρατσά και Μιλάνου Μπερατινού. Οι δύο συνεταίροι παρήγαγαν τσιγάρα για λογαριασμό του Κρατικού Καπνεργοστασίου[3].
Η οδός Πανός ήταν ένας πολυσύχναστος δρόμος που συγκέντρωνε πολλούς γραφικούς τύπους, οι οποίοι με την παρουσία τους έδιναν εύθυμο τόνο στην μονότονη ζωή της εποχής. Το 1929 έκανε την εμφάνισή του ο υπέρτατος όλων των «τύπων» της Λάρισας, Κώστας Τσαντζάλης. Είχε ξεκινήσει τον προεκλογικό αγώνα για την ανάδειξή του στο δημαρχιακό αξίωμα και έκανε το πολιτικό του ... ντεμπούτο τριγυρίζοντας σε όλους τους πολυσύχναστους χώρους της Λάρισας. Η διέλευσή του από την οδό Πανός γινόταν πολλές φορές την ημέρα, αφού από τους καταστηματάρχες της απολάμβανε την ...αποθέωση στο πρόσωπό του[4].
Θα συνεχίσουμε την περιγραφή των καταστημάτων της οδού Πανός σε προσεχές σημείωμά μας.
----------------
[1]. Το εργοστάσιο του Δικόπουλου βρισκόταν στην οδό Τζαβέλλα, κοντά στη διασταύρωσή της με την οδό Ηπείρου.
[2]. Παπαθεοδώρου Νικόλαος. Το «Κολωνάκι» της Λάρισας-Ε΄», εφ. «Ελευθερία», Λάρισα, φύλλο της 30ής Δεκεμβρίου του 2020.
[3]. Το Κρατικό Καπνεργοστάσιο βρισκόταν στην οδό Φιλελλήνων, στον χώρο όπου σήμερα καταλαμβάνει το μέγαρο του ΟΤΕ.
[4]. Ολύμπιος (Περραιβός Κώστας). Η Οδός Πανός και παλιοί τύποι, εφ. «Λάρισα», φύλλο της 12ης Νοεμβρίου 1973.

Πέμπτη 25 Νοεμβρίου 2021

ΙΧΝΗΛΑΤΩΝΤΑΣ ΤΗΝ ΠΑΛΙΑ ΛΑΡΙΣΑ

Η οδός Κούμα


Η οδός Κούμα φωτογραφημένη από τη διασταύρωσή της με τη Μεγ. Αλεξάνδρου.  Φωτογραφία του 1930 περίπου. Από το αρχείο του Θανάση Μπετχαβέ Η οδός Κούμα φωτογραφημένη από τη διασταύρωσή της με τη Μεγ. Αλεξάνδρου. Φωτογραφία του 1930 περίπου. Από το αρχείο του Θανάση Μπετχαβέ

Το Σχέδιο Πόλεως το οποίο εκπονήθηκε το 1882-1883 μετά την απελευθέρωση της Λάρισας, είχε την πρόθεση μεταξύ των άλλων να αλλάξει την παλιά όψη της, να αποτινάξει την πολεοδομική αναρχία που επικρατούσε από τους χρόνους της Τουρκοκρατίας και να τη μεταμορφώσει σε μια σύγχρονη πολιτεία. Σύμφωνα με τη νέα ρυμοτομία, σε μία από τις κεντρικότερες οδικές αρτηρίες που χαράχθηκε δόθηκε η ονομασία οδός Κωνσταντίνου Κούμα, αφιερωμένη στον σπουδαίο λόγιο και εκπρόσωπο του νεοελληνικού διαφωτισμού που γεννήθηκε στη Λάρισα το 1777 και απεβίωσε στην Τεργέστη το 1836, ο δε τάφος του μεταφέρθηκε πριν λίγες δεκαετίες στην πόλη μας.


Η φωτογραφία του 1930 που δημοσιεύεται με το σημερινό κείμενό μας εξοικειώνει με μια περιοχή της προπολεμικής Λάρισας, που παρ’ όλο ότι είναι κεντρικότατη, δεν είναι επαρκώς φωτογραφημένη, όπως άλλα τμήματα της πόλης (λ.χ. γέφυρα του Αλκαζάρ, κτίσματα Κεντρικής πλατείας και άλλα). Ο ανώνυμος φωτογράφος [1] στάθηκε στο κέντρο της διασταύρωσης των οδών Κούμα και Μεγ. Αλεξάνδρου και εστίασε τον φακό του ανατολικά, αποτυπώνοντας όλο το μήκος της οδού Κούμα μέχρι το βάθος. Δυστυχώς όμως το πλούσιο φύλλωμα των δένδρων εμποδίζει την απεικόνιση πολλών κτιρίων εκατέρωθεν του δρόμου και διακρίνονται με λεπτομέρειες μόνον τα πρώτα γωνιακά κτίσματα.
Αριστερά το ισόγειο κτίριο με τα τοξωτά ανοίγματα αποτυπώνει μικρό μέρος από το καφενείο «Παράδεισος». Επί Τουρκοκρατίας στο σημείο αυτό υπήρχε οικόπεδο ιδιοκτησίας του Οθωμανού κτηματία Τασίμ βέη Αχμέτ και το 1884 με συμβολαιογραφική πράξη το αγόρασε ο φαρμακοποιός της Λάρισας Κωνσταντίνος Μανεσιώτης. Στο οικόπεδο αυτό ο αγοραστής ανήγειρε την ιδιωτική του κατοικία και μία σειρά από καταστήματα, τα οποία ενοικίασε σε διάφορους επαγγελματίες [2]. Σε ένα απ’ αυτά εγκαταστάθηκαν το 1893 τα γραφεία και το τυπογραφείο της εφημερίδας «Σάλπιγξ» [3]. Κατά τη διάρκεια του ελληνοτουρκικού πολέμου του 1897 τα καταστήματα και η κατοικία του λεηλατήθηκαν και μερικώς καταστράφηκαν. Μετά την αποχώρηση των Τούρκων το 1898 ο ιδιοκτήτης τα κατεδάφισε και στη θέση τους έκτισε το 1900 ένα μεγάλο κτίριο στη γωνία των οδών Μεγ. Αλεξάνδρου και Κούμα. Ήταν ένα επίμηκες οικοδόμημα με οκτώ ψηλές τοξωτές πόρτες, οι οποίες έβλεπαν προς την πλατεία και άλλες δύο που έβλεπαν προς την οδό Κούμα. Ενοικιαστές ήταν αρχικά το «Καφενείον και Ζαχαροπλαστείον τα Τέμπη του Λάζαρου Αντωνιάδη» και δίπλα του το «Συμβολαιογραφείον του Ανδρέα Ροδόπουλου». Η οικογένεια του Ανδρέα Ροδόπουλου καταγόταν από την Πάτρα και εγκαταστάθηκε στη Λάρισα μετά την απελευθέρωση της Θεσσαλίας στα 1881. Η μετακόμιση πολλών Τούρκων και ιδίως των πλουσίων μπέηδων, οι οποίοι φοβήθηκαν μήπως χάσουν τις απέραντες γαιοκτησίες τους στον θεσσαλικό κάμπο και τα ακίνητά τους στην πόλη, τους οδήγησε να πωλούν τις περιουσίες τους σε πάμπλουτους Έλληνες της διασποράς (Χαροκόπος, Στεφάνοβικ, Ζάππας, κ.λπ.) ή και σε εύπορους Λαρισαίους. Επομένως η παρουσία συμβολαιογράφων σε μια πόλη όπου επί Τουρκοκρατίας δεν υπήρχαν, ήταν όχι μόνον επιβεβλημένη, αλλά και κερδοφόρα. Από τους δύο γιους του Ανδρέα Ροδόπουλου, ο δεύτερος ο Γεώργιος Ροδόπουλος σπούδασε νομικές επιστήμες στο Πανεπιστήμιο Αθηνών. Αρχικά εξάσκησε τη δικηγορία και συγχρόνως δραστηριοποιήθηκε στην τοπική αυτοδιοίκηση, όπου το 1895 τον συναντάμε δημοτικό σύμβουλο Λαρίσης και αργότερα επανειλημμένως βουλευτή της επαρχίας Τυρνάβου. Απέκτησε πέντε τέκνα. Μεταξύ αυτών η Ροδόπη παντρεύτηκε τον διευθυντή της Αβερωφείου Γεωργικής Σχολής Φιλοποίμενα Τζουλιάδη, ο Τάκης σταδιοδρόμησε ως πολιτικός και έφθασε μέχρι την προεδρία της Βουλής, ο Δημήτριος έγινε συγγραφέας και μας είναι γνωστός ως Μ. Καραγάτσης.
Το 1911 το κτίριο αυτό ενοικίασε ο Λαζ. Αντωνιάδης και το μετέτρεψε σε καφενείο με την ονομασία «Παράδεισος». Ήταν ένα από τα παλαιότερα καφενεία της Λάρισας, όπου συγκεντρωνόταν κυρίως η αστική τάξη και διέθετε και θεατρική σκηνή, στην οποία έδιναν παραστάσεις σπουδαίοι θίασοι περαστικοί από τη Λάρισα. Από το πάλκο του παρέλασαν από το 1911 περίπου μέχρι το 1940 όλες οι μεγάλες δόξες του ελληνικού θεάτρου και της επιθεώρησης, όπως η Κοτοπούλη, η Κυβέλη, η Βερώνη και πολλοί άλλοι αστέρες που μεσουρανούσαν στις αθηναϊκές θεατρικές σκηνές. Την επιχείρηση του καφενείου «Παράδεισος» ανέλαβαν αργότερα από κοινού ο Ζήσης Τσουρέλης με τον Γιάννη Μπέκα. Ο πρώτος απ’ αυτούς δεν περιοριζόταν μόνον στην επαγγελματική του δραστηριότητα, αλλά ήταν ένα έντονα πολιτικοποιημένο πρόσωπο, χωρίς ο ίδιος να έχει πολιτευθεί ποτέ. Επειδή το καφενείο του συγκέντρωνε πολλούς πολιτικούς, προσπαθούσε να προβληθεί ως κομματάρχης.
Ο «Παράδεισος» εκτός από τη χειμερινή θεατρική σκηνή, διέθετε από τις πρώτες δεκαετίες του 20ού αιώνα και θερινή θεατρική σκηνή. Βρισκόταν προς την πλευρά της οδού Κούμα, στη θέση ενός κήπου, ο οποίος βρισκόταν σε επαφή με το καφενείο. Ο χώρος του θεάτρου αυτού είχε διαμορφωθεί έτσι ώστε η σκηνή έστρεφε την πλάτη της στην οδό Κούμα και μ’ αυτόν τον τρόπο αποφεύγονταν οι λαθροθεατές.
Στον χώρο τον οποίο κάλυπτε το θερινό θέατρο «Παράδεισος» κτίστηκε αργότερα το διώροφο νεοκλασικό κτίριο που διακρίνεται στη φωτογραφία, σε επαφή με το καφενείο. Το κτίριο αυτό στέγασε για πολλά χρόνια τη «Λαρισαϊκή Λέσχη», κλειστό χώρο συγκέντρωσης αποκλειστικά αρρένων, την εκμετάλλευση της οποίας είχε ο Ιωάννης Ξυραδάκης, ένας εμφανίσιμος και ζωηρός άνδρας, ο οποίος κέρδιζε αρκετά από τη λειτουργία της Λέσχης. Ο χώρος αυτός συγκέντρωνε μεταξύ των άλλων, πάντα σε κλειστό κύκλο, και πολλούς μανιακούς χαρτοπαίκτες. Αργότερα ο ανήσυχος Ξυραδάκης εξασκούσε και το επάγγελμα του κουρέα και μάλιστα θεωρείται ότι υπήρξε ο πρώτος ο οποίος τόλμησε και άνοιξε εκείνη την εποχή κομμωτήριο στη Λάρισα.
Το καφενείο «Παράδεισος» και η «Λαρισαϊκή Λέσχη» υπέστησαν κατά τον σεισμό του 1941 σοβαρότατες καταστροφές [4]. Τα δύο αυτά κτίσματα μεταπολεμικά ισοπεδώθηκαν και στη θέση τους κτίσθηκε ο κινηματογράφος «Ορφέας» και μια σειρά καταστημάτων τα οποία είχαν πρόσοψη προς την πλατεία. Κάποια στιγμή στην ταράτσα πάνω από τα καταστήματα, ο χώρος διαμορφώθηκε σε θερινό κινηματογράφο, ο οποίος μαζί με τα «Τιτάνια» στην απέναντι πλευρά της πλατείας, αποτελούσαν τους καλοκαιρινούς μήνες προσφιλείς χώρους διασκέδασης των Λαρισαίων. Το 1972 κατεδαφίσθηκε ο «Ορφέας» και στη θέση του υψώθηκε πολυώροφο κτίριο, το οποίο υπάρχει μέχρι σήμερα.
Στην απέναντι γωνία διακρίνεται ένα ισόγειο κτίσμα με ημιυπόγειο το οποίο στα πρώτα χρόνια στέγαζε το φαρμακείο των Φώτη Παπαζήση και Δημητρίου Επιτρόπου. Αργότερα ο Παπαζήσης αποχώρησε και όπως φαίνεται και από την επιγραφή στη φωτογραφία, έμεινε μόνος του ο Επιτρόπου μέχρι τα μέσα της δεκαετίας του 1930. Τότε ο Επιτρόπου μετέφερε το φαρμακείο στη γωνία των οδών Μ. Αλεξάνδρου και Παπακυριαζή και το κτίριο το ενοικίασε ο Σπύρος Σιμιτσής. Σ’ αυτό λειτούργησε το εστιατόριο «Ερμής», το οποίο για την εποχή του θεωρούνταν από τα καλύτερα της πόλης, γι’ αυτό και συγκέντρωνε τις προτιμήσεις μιας μεγάλης μερίδας Λαρισαίων, αλλά και ξένων. Τα καλοκαίρια άπλωνε τραπέζια στον δροσόλουστο κήπο που διατηρούσε προς την πλευρά της οδού Κύπρου, καθώς και στα απέναντι πεζοδρόμια των παλαιών δικαστηρίων. Η επιχείρηση του «Ερμή» όλα αυτά τα χρόνια λειτουργίας του άλλαξε πολλούς κατόχους. Επούλωσε εύκολα τις καταστροφές της κατοχής και λειτούργησε και μεταπολεμικά μέχρι το 1970, οπότε έκλεισε οριστικά. Το κτίριο του «Ερμή» κατεδαφίσθηκε και στη θέση του αναγέρθηκε το Γαλακτοζαχαροπλαστείο «Σερραϊκόν», που έμεινε θρυλικό για τα επεισόδια μετά τον αγώνα Πανσερραϊκού - ΑΕΛ κατά τη διάρκεια της επταετίας, επί εποχής υπουργού Αθλητισμού του περιβόητου Ασλανίδη.
Στο βάθος διακρίνεται ολόκληρο σχεδόν το μήκος του καταστρώματος τη οδού Κούμα, όμως όπως αναφέρθηκε, δεν είναι διακριτά τα υπόλοιπα κτίσματα, καθώς καλύπτονται από τις φυλλωσιές των δένδρων τα οποία είναι φυτεμένα κατά μήκος των δύο πεζοδρομίων.

Tου Νικ. Αθ. Παπαθεοδώρου

(nikapap@hotmai.com)

—————————————————
[1]. Θα τολμούσα να υποστηρίξω, χωρίς όμως τεκμηρίωση, ότι φωτογράφος πρέπει να είναι ο Παντελής Γκίνης (1888-1988), γιατί έχει αποτυπώσει και άλλες περιοχές της Λάρισας την ίδια περίοδο (1930-1935), με την ίδια συγκρατημένη μεν, αλλά συγκροτημένη λήψη, χωρίς να τις υπογράφει, όπως το κάνουν οι περισσότεροι.
[2]. Γρηγορίου Αλέξανδρος. Κωνσταντίνος Α. Μανεσιώτης. Φαρμακοποιός και επιχειρηματίας της Λάρισας. εφ. «Ελευθερία», φύλλο της 26ης Νοεμβρίου 2017.
[3]. Η «Σάλπιγξ» ήταν από τις πρώτες εφημερίδες που κυκλοφόρησαν μετά την απελευθέρωση. Κυκλοφόρησε το 1889, ήταν εβδομαδιαία (κάθε Κυριακή) και εκδότης της ήταν ο ταχυδρομικός υπάλληλος Μιχαήλ Τσόγκας. Αρχισυντάκτη είχε τον δικηγόρο Κωνσταντίνο Πολύχρονο, ενώ ως συντάκτης αναφέρεται και ο δικηγόρος Δημήτριος Γαλανίδης, ο οποίος αργότερα διετέλεσε για πολλά χρόνια πρόεδρος του Δικηγορικού Συλλόγου Λαρίσης.
[4]. Έχουν διασωθεί φωτογραφίες που έχουν ληφθεί από τα στρατεύματα κατοχής και σήμερα βρίσκονται σε γερμανικά και ιταλικά κρατικά αρχεία, καθώς και σε ελληνικές και ξένες συλλογές. Απ’ αυτές αντιλαμβάνεται κανείς το μέγεθος των καταστροφών.

 

Κυριακή 21 Νοεμβρίου 2021

ΛΑΡΙΣΑ ΜΙΑ ΕΙΚΟΝΑ, ΧΙΛΙΕΣ ΛΕΞΕΙΣ...
 Το κέντρο «Αλκαζάρ» του Μήτσου Βρεττόπουλου
Το ψυχαγωγικό κέντρο «Αλκαζάρ» όπως το διαμόρφωσε μεταπολεμικά ο Μήτσος Βρεττόπουλος. Δυτική άποψη. Φωτογραφία του 1948 Το ψυχαγωγικό κέντρο «Αλκαζάρ» όπως το διαμόρφωσε μεταπολεμικά ο Μήτσος Βρεττόπουλος. Δυτική άποψη. Φωτογραφία του 1948 Η περιοχή δίπλα από την αριστερή όχθη του Πηνειού, κοντά στη μεγάλη γέφυρα, ήταν από τα πρώτα χρόνια της απελευθέρωσης της Λάρισας το 1881, τόπος αναψυχής για τους κατοίκους της. Για τον λόγο αυτόν διέθετε και εξοχικά κέντρα τα οποία πρόσφεραν στιγμές διασκέδασης και δροσιάς. Γνωστό έμεινε στην ιστορία της πόλης το «Αλκαζάρ». Το συγκεκριμένο κέντρο έπαιζε ενεργό ρόλο στη ζωή της πόλης από πολύ νωρίς και για έναν αιώνα περίπου. Από την εφημερίδα «Ανεξαρτησία» της 11ης Αυγούστου 1882 μαθαίνουμε ότι: «Χθες εν πλήρει μεσημβρία εγένετο παρανάλωμα του πυρός το πέραν της γεφύρας κείμενον Αλκαζάρ...» [1]. Άλλη εφημερίδα του έτους 1891 κάνει αναφορά: «... στο δασώδες μέρος του Δημοτικού Κήπου μέχρι της γεφύρας, εν ώ το ονομαστόν Αλκαζάρ και το ευρωπαϊκής οικοδομής καφεννείον...». Το 1903, με εισήγηση της βασίλισσας Όλγας, η οποία ερχόταν συνήθως το φθινόπωρο στη Λάρισα συνοδεύοντας τον σύζυγό της Γεώργιο Α΄, ιδρύθηκε και στην πόλη μας, «Φιλοδασική Ένωσις», με σκοπό να συμβάλλει στη δημιουργία πρασίνου στην ευρύτερη περιοχή του Αλκαζάρ. Με τη συμβολή μονάδων μηχανικού, δενδροφυτεύτηκε η περιοχή κατά μήκος της αριστερής όχθης του Πηνειού, μέχρι το κτήμα Παπασταύρου, περίπου μέχρι εκεί που αρχίζει σήμερα το Στάδιο Αλκαζάρ. Αυτός ο τεράστιος χώρος πρασίνου ονομάσθηκε από τον Δήμο «Άλσος των Νυμφών». Ο όρος αυτός αποτελεί την επίσημη ονομασία της περιοχής, αντί του ξενόγλωσσου Αλκαζάρ, όμως τελικά δεν επικράτησε. Το 1915 με απόφαση του Δημοτικού Συμβουλίου παραχωρήθηκε μέρος του Άλσους στον επιχειρηματία Ρωμύλο Αυδή για να κατασκευάσει ένα ευπρεπές αναψυκτήριο, με σκοπό να εξυπηρετεί τους περιπατητές, αλλά και τις οικογενειακές εξορμήσεις για λόγους αναψυχής ιδίως τις Κυριακές και τις γιορτές. Το 1925 πυρκαγιά από άγνωστη αιτία κατέστρεψε το κατάστημα του Ρωμύλου Αυδή, αλλά πολύ σύντομα, στις 15 Απριλίου 1926, το καφενεδάκι του Αλκαζάρ λειτούργησε πάλι. Ανοικοδομήθηκε από την αρχή από τον Νέστορα Αναστασίου με διαφορετική αρχιτεκτονική μορφή. Στην αρχή επιχειρηματίας ήταν ο Ζαχαρός και αργότερα ο Αποστόλης Καραγιάννης με τον Τηλέμαχο Τρυφωνίδη, οι οποίοι το μετέτρεψαν σε κοσμικό κέντρο με μουσικά συγκροτήματα και διάφορα θεάματα μέχρι το 1940 [2]. Στην κατοχή κατοικήθηκε για ένα διάστημα από Ιταλική στρατιωτική μονάδα, αλλά τελικά το κτίριο έμεινε μόνο με τους τοίχους, ενώ ολόκληρος σχεδόν ο χώρος του Αλκαζάρ με την αποχώρηση των κατακτητών ήταν τελείως αποψιλωμένος. Μετά τον πόλεμο άρχισε εντατική δενδροφύτευση στην περιοχή. Την άνοιξη του 1947, έπειτα από σχετική δημοπρασία ο Δήμος Λαρισαίων παραχώρησε στον επιχειρηματία Μήτσο Βρεττόπουλο την εκμετάλλευση επί 15ετία του χώρου του προπολεμικού κέντρου «Αλκαζάρ», με σκοπό την κατασκευή ενός νέου κτιρίου στη θέση του παλαιού και τη λειτουργία εξοχικού κέντρου. Συγχρόνως ο ενοικιαστής αναλάμβανε την υποχρέωση να εξωραΐσει τον περιβάλλοντα χώρο. Η προηγούμενη εμπειρία του επιχειρηματία Μήτσου Βρεττόπουλου σε τέτοιου είδους επιχειρήσεις προοιώνιζε την επιτυχία και της νέας του προσπάθειας. Ο Μήτσος Βρεττόπουλος γεννήθηκε το 1891. Γονείς του ήταν ο Κωνσταντίνος και η Θεοφανώ από το Λιβάδι Ελασσόνος, οι οποίοι μετά τον γάμο τους εγκαταστάθηκαν στο Λασποχώρι (Ομόλιο) όπου ο πατέρας του Κωνσταντίνος εργαζόταν ως δασοφύλακας. Όταν η οικογένεια μετακόμισε μόνιμα στη Λάρισα, ο Μήτσος μαζί με τον αδελφό του Θανάση άνοιξαν το ζαχαροπλαστείο «Κυβέλεια», το οποίο βρισκόταν ακριβώς απέναντι από το σημερινό ξενοδοχείο «Διβάνη Παλλάς». Το 1929, όταν ο Κώστας Πάλτσος εγκατέλειψε το «Ντορέ», ένα καφενείο και ψυχαγωγικό κέντρο, το οποίο στεγαζόταν στο ισόγειο του ξενοδοχείου «Πανελλήνιον» στην Κεντρική πλατεία, ο Βρεττόπουλος συνέχισε τη λειτουργία του καταστήματος, αλλάζοντας την ονομασία του σε «Πανελλήνιον», όπως ονομαζόταν και το ξενοδοχείο που στεγαζόταν στους δύο επάνω ορόφους του κτιρίου. Το 1937 παραχώρησε τη διαχείριση του «Πανελληνίου» στον υπάλληλό του Μήτσο Γάβρο και συνέχισε την επαγγελματική του δραστηριότητα ανοίγοντας το ζαχαροπλαστείο «Αίγλη», στη δυτική πλευρά της Πλατείας Ταχυδρομείου, επί της οδού Φαρσάλων (Ρούσβελτ). Συγχρόνως στον ίδιο χώρο εγκατέστησε και ειδικό μηχανικό εξοπλισμό για τη δημιουργία εργοστασίου χονδρικής παρασκευής γλυκών, τα οποία έφεραν την ονομασία «Βρεττό». Μεταπολεμικά ο Μήτσος Βρεττόπουλος βρέθηκε επαγγελματικά μετέωρος και τελικά ανέλαβε, όπως είδαμε, την αναβίωση του παλιού κέντρου «Αλκαζάρ». Έτσι τον Μάρτιο του 1947 άρχισε με εντατικούς ρυθμούς τις εργασίες κατασκευής και χωρίς να υπολογίσει έξοδα και κόπο μεταμόρφωσε τον χέρσο αυτόν σε μια πραγματική όαση ομορφιάς. Σε έξι μήνες, τον Σεπτέμβριο του ίδιου έτους, το νέο κέντρο «Αλκαζάρ» υπό τη διεύθυνση του Μήτσου Βρεττόπουλου υποδέχθηκε τους πρώτους θαμώνες. Αρχιτεκτονικά το νέο κτίσμα ήταν μια ευρύχωρη και υπερυψωμένη κατασκευή από ενισχυμένο ξύλο, με μεγάλα ανοίγματα, τα οποία από τη μία διέχεαν το φως της ημέρας στο εσωτερικό του κτιρίου και από την άλλη έδιναν τη δυνατότητα στον επισκέπτη να θαυμάσει την εξωτερική φυσική ομορφιά του κήπου και των δένδρων. Στον εξωτερικό χώρο βόρεια και δυτικά του κτιρίου αναπτύχθηκαν τραπεζοκαθίσματα, πίστα χορού με σιντριβάνι και υπερυψωμένη σκηνή για ορχήστρα. Αρχικά λειτούργησε σαν χώρος αναψυχής για τους περιπατητές, όμως από τον Ιούνιο του επόμενου έτους (1948) πήρε τη μορφή κοσμικού κέντρου με ορχήστρα, τραγουδιστές και διάφορα θεάματα. Από το κέντρο αυτό παρέλασαν όλα τα μεγάλα ονόματα του ελληνικού ελαφρού τραγουδιού εκείνης της περιόδου και οι Λαρισαίοι είχαν την ευκαιρία να απολαύσουν από κοντά σπουδαία ονόματα καλλιτεχνών που γνώριζαν μόνο από τους δίσκους και το ραδιόφωνο. Κοσμοπλημμύρα επικρατούσε στο κέντρο και τις ηλιόλουστες Κυριακές και γιορτές. Μετά την εκκλησία οικογένειες και φιλικές συντροφιές περνούσαν τη γέφυρα και κατηφόριζαν στον ευθύ δρόμο του Αλκαζάρ μέχρι το σημερινό στάδιο, για να καταλήξουν για καφέ ή τσίπουρο άλλοι στην «Κιβωτό» και οι περισσότεροι στο κέντρο «Αλκαζάρ». Όμως ο Μήτσος Βρεττόπουλος δεν μπόρεσε να ζήσει αρκετά για να απολαύσει τους καρπούς του σπουδαίου έργου του. Το 1952 αρρώστησε βαριά και εκχώρησε την επιχείρηση σε άλλους. Το κέντρο συνέχισε τη λειτουργία του μέχρι το 1972 και στη συνέχεια το κτίριο κατεδαφίστηκε. Μετά τη μεταπολίτευση δημιουργήθηκε στη θέση του το Κηποθέατρο.————————————————————— [1]. Ενοικιαστής του κέντρου ήταν ο Φερδ. Σφόρτσας, ο οποίος σε μια διαφημιστική του καταχώριση στην ίδια εφημερίδα αναγγέλλει «... την παράδοσιν των μαθημάτων της ξιφομαχίας επί της άνω αιθούσης του καφενείου Αλκαζάρ». [2]. Περραιβός Κώστας, Το Αλκαζάρ τον παλιό καιρό, εφ. «Λάρισα», φύλλο της 6ης Αυγούστου 1979.