Κυριακή 24 Μαρτίου 2019

Ιχνηλατώντας την παλιά Λάρισα

ΤΟ ΖΑΧΑΡΟΠΛΑΣΤΕΙΟ ΤΟΥ ΚΟΚΚΑΛΗ


ΤΟ ΖΑΧΑΡΟΠΛΑΣΤΕΙΟ ΤΟΥ ΚΟΚΚΑΛΗ
Το ζαχαροπλαστείο του Κόκκαλη στη γωνία των οδών Ακροπόλεως (Παπαναστασίου) και Κούμα. Αριστερά μέρος από το ξενοδοχείο και καφενείο «Πανελλήνιον» και δεξιά το κτίριο του Γεωργίου Νικόδημου, όπου στεγαζόταν η Νομαρχία Λαρίσης. Λεπτομέρεια από επιστολικό δελτάριο του Γεωργίου Δημητρακόπουλου. Φωτογραφία του 1930 περίπου. Αρχείο Φωτοθήκης Λάρισας
Έχουμε αναφερθεί αρκετές φορές στα διάφορα κτίρια τα οποία περιτριγύριζαν την Κεντρική πλατεία της Λάρισας, το πιο πολυσύχναστο σημείο της πόλης ανέκαθεν. Δεν έχουμε αναφέρει όμως πολλά λόγια για το ισόγειο κτίσμα το οποίο καταλάμβανε τη γωνία των οδών Ακροπόλεως (Παπαναστασίου σήμερα) και Κούμα, το οποίο ήταν από τα τελευταία που κατεδαφίσθηκε μεταπολεμικά (1977) στην περιοχή της πλατείας, για να ανεγερθεί πολυώροφη οικοδομή.
Ήταν κτιριακά ένα ταπεινό κτίσμα, το οποίο καθ' όλη τη μακροχρόνια διάρκεια της λειτουργίας του από τα τέλη του 19ου αιώνα μέχρι το 1977, νοικιαζόταν σε καταστηματάρχες οι οποίοι το χρησιμοποιούσαν συνήθως ως ζαχαροπλαστείο. Στις αρχές του 20ού αιώνα είχε γίνει ευρύτατα γνωστό ως ζαχαροπλαστείο του Κόκκαλη. Ήταν ένα από τα παλαιότερα της Λάρισας, και ίσως το δημοφιλέστερο στη μαθητική νεολαία της εποχής.
Ο Γεώργιος Κόκκαλης προερχόταν από φτωχή οικογένεια και σε νεαρή ηλικία ξενιτεύτηκε αναζητώντας τη «γη της επαγγελίας», την οποία βρήκε στην Αλεξάνδρεια της Αιγύπτου. Στα τέλη του 19ου και τις αρχές του 20ού αιώνα, Αμερική και Αίγυπτος πρόσφεραν τη δυνατότητα σε πολλούς νέους της χώρας μας να βρουν την τύχη τους, εργαζόμενοι σκληρά σε ξένες χώρες. Την Αίγυπτο είναι γνωστό ότι την επέλεγαν πολλοί Πηλιορείτες και κοντά σ' αυτούς ακολούθησε και ο Κόκκαλης. Εκεί εργάσθηκε για κάποια χρόνια σκληρά σε κατάστημα ζαχαροπλαστικής και όταν πλέον διαπίστωσε ότι ήταν έτοιμος, γύρισε στην Ελλάδα για να ανοίξει δικό του κατάστημα και να κάνει οικογένεια.
Εγκαταστάθηκε στη Λάρισα και εδώ θέλησε να ασκήσει την τέχνη που έμαθε στην Αλεξάνδρεια. Μίσθωσε το μεγαλύτερο μέρος από ένα ισόγειο κατάστημα της Κεντρικής πλατείας, στη γωνία Ακροπόλεως (Παπαναστασίου) και Κούμα, ακριβώς δίπλα και σε επαφή με το ξενοδοχείο και καφενείο "Πανελλήνιον". Το οίκημα είχε πρόσοψη επί της Κούμα και η μία πόρτα, αυτή που ήταν δίπλα από την είσοδο του διπλανού ξενοδοχείου, οδηγούσε στο Συμβολαιογραφείο του Αγαθάγγελου Ιωαννίδη[1]. Ο Κώστας Περραιβός, βαθύς γνώστης της Λάρισας του Μεσοπολέμου, αναφέρει ότι ο εν λόγω συμβολαιογράφος ήταν πεθερός του αλευροβιομήχανου Φώτη Παππά[2]. Ο εσωτερικός χώρος του ζαχαροπλαστείου του Κόκκαλη ήταν σχετικά μικρός, αλλά αρκετός για να χωρέσει την πελατεία του, η οποία κατά ένα μεγάλο ποσοστό αποτελούνταν από μαθητές του Γυμνασίου. Καθώς τελείωναν την προετοιμασία τους για τα μαθήματα της επόμενης ημέρας, αρκετοί εξ αυτών συγκεντρώνονταν εδώ τις βραδινές ώρες, καθώς ήταν το μοναδικό σημείο της πόλης στο οποίο επιτρεπόταν στους μαθητές του Γυμνασίου[3] όχι μόνο να το επισκέπτονται, αλλά και να συχνάζουν "συναινέσει και εγκρίσει του Συλλόγου των αξιοτίμων κ. κ. καθηγητών, ένεκα της ανεπιλήπτου συμπεριφοράς του ζαχαροπλάστου κ. Γεωργίου Κόκκαλη", όπως έγραφαν οι χρονογράφοι των εφημερίδων στις αρχές του 20ού αιώνα. Ο καταστηματάρχης παρακολουθούσε τη συμπεριφορά τους, τις διάφορες συζητήσεις οι οποίες θα έπρεπε να περιστρέφονται σε θέματα τα οποία αφορούσαν τον σχολικό τους χώρο και να μην εκτρέπονται σε απρέπειες. Με τους περιοριστικούς αυτούς όρους τα μαθητικά τους αστεία και η κριτική στους καθηγητές τους ήταν ελεγχόμενα και μόνον σιωπηρά εξομολογούντο τις εφηβικές τους ανησυχίες.
Είναι γνωστό στους παλιούς Λαρισαίους ότι μέχρι και τα πρώτα μεταπολεμικά χρόνια, το σώμα των καθηγητών κάθε σχολείου παρακολουθούσε τη διαγωγή των μαθητών όχι μόνο στις αίθουσες και στον αύλειο χώρο κατά τις ώρες λειτουργίας του, αλλά και εξωσχολικά. Υπήρχαν στην αρχή οι λεγόμενοι παιδονόμοι, τους οποίους κατόπιν τους είπαν επιστάτες ή κλητήρες, οι οποίοι είχαν ως καθήκον να παρακολουθούν τους μαθητές και κατά τις υπόλοιπες ώρες της ημέρας κυρίως σε πολυσύχναστους και ακατάλληλους για τους νέους χώρους (καφενεία, κέντρα, θέατρα, κινηματογράφοι, κλπ.). Τα άτομα αυτά αποτελούσαν τον φόβο και τον τρόμο των μαθητών, γιατί όταν οι τελευταίοι κατά τις εξωσχολικές τους δραστηριότητες αθετούσαν τις παραινέσεις και οδηγίες των καθηγητών και παρεκτρέπονταν, αναφέρονταν στη σχολική επιτροπή και το γεγονός αυτό είχε δυσμενείς επιπτώσεις τόσο στη βαθμολογία των μαθημάτων όσο και στη διαγωγή τους.
Αναφερόμαστε στους μαθητές αποκλειστικά, γιατί παρεκτροπές μαθητριών τα παλιά χρόνια ήταν αδιανόητες. Η εξωσχολική τους δραστηριότητα βρισκόταν πάντα υπό την αυστηρή εποπτεία της οικογένειας και περιοριζόταν μόνον κατά τις Κυριακές και τις εορτές, όταν η οικογενειακή έξοδος κατέληγε σε κάποια ανεπίληπτα ζαχαροπλαστεία. Σαν τέτοια λογίζονταν το "Κυβέλεια" των αδελφών Βρεττόπουλου, το οποίο βρισκόταν στην οδό Ακροπόλεως (απέναντι από το σημερινό ξενοδοχείο "Διβάνη Παλλάς") ή στα καφεζαχαροπλαστεία της Κεντρικής πλατείας (Ντορέ, Πανελλήνιον, Παράδεισος, Παλάκα κ.ά.), για να απολαύσουν οικογενειακώς τις καταπληκτικές "πάστες" τους.
Ο Γεώργιος Κόκκαλης συντηρούσε μόνος του το ζαχαροπλαστείο. Κατασκεύαζε τα γλυκά, καθάριζε το κατάστημα, έπαιρνε παραγγελίες και σερβίριζε. Ήταν μικρό το μαγαζί και τον χειμώνα δεν είχε ανάγκη βοήθειας. Το καλοκαίρι όμως, λόγω θέσεως, άπλωνε τραπεζοκαθίσματα στο πεζοδρόμιο, σε ένα τμήμα της οδού Κούμα[4] και στην πλατεία, οπότε ο ίδιος έμενε μέσα και για την εξυπηρέτηση των πελατών προσλάμβανε σερβιτόρους.
Κάποια στιγμή ο Κόκκαλης κατάλαβε ότι πέρασαν τα χρόνια, μεγάλωσε, άρχισαν να τον εγκαταλείπουν οι δυνάμεις και η εξυπηρέτηση των μαθητών δεν ήταν η πρέπουσα. Από την άλλη οι τελευταίοι άρχισαν να αραιώνουν, καθώς τα αυστηρά μέτρα του σχολείου ατόνησαν και έτσι είχαν την ευκαιρία να βρουν νέα και σύγχρονα "στέκια" για τις συναντήσεις τους. Αναγκάστηκε εκ των πραγμάτων ο Κόκκαλης να παραδώσει τη σκυτάλη του καταστήματος στον Βασίλη Μέγα, ο οποίος συνέχισε και αυτός τη λειτουργία του ως ζαχαροπλαστείου. Ο Μέγας είχε το χάρισμα να είναι σπουδαίος στην τέχνη της ζαχαροπλαστικής και τα γλυκά του ήταν περιζήτητα σε όλη την πόλη. Το 1977 το μικρό αυτό κτίσμα κατεδαφίσθηκε και μαζί του ενταφιάσθηκαν οι αναμνήσεις περίπου ενός αιώνος που το συνόδευαν.
Κατά διαστήματα το ζαχαροπλαστείο είχε διαφορετικές ονομασίες. Όταν το είχε ο Κόκκαλης δεν μπόρεσα να εντοπίσω ποια ήταν η ονομασία του. Όμως από παλιές φωτογραφίες, από διαφημίσεις στον τοπικό Τύπο και από μεγάλους σε ηλικία Λαρισαίους μαθαίνουμε ότι το συγκεκριμένο ζαχαροπλαστείο ονομαζόταν πότε "Γαλλικόν", άλλοτε "Ελληνικόν" και άλλες ονομασίες που μπορεί οι αναγνώστες της εφημερίδας να θυμούνται και να μας το αναφέρουν στο τηλέφωνο 2410 287450.
Στη φωτογραφία που δημοσιεύεται διακρίνεται μόνον η επιγραφή "Ζαχαροπλαστείον", ενώ ο τίτλος του καλύπτεται από τα δένδρα της πλατείας και δεν μπορεί κανείς να έχει μια πλήρη εικόνα της μορφής του.
-------------------------------------------------
[1]. Ο Αγαθάγγελος Ιωαννίδης ήταν από τους πρώτους συμβολαιογράφους της Λάρισας. Εγκαταστάθηκε στην πόλη μας στις αρχές του 1882. Άλλαξε πολλές φορές συμβολαιογραφικό γραφείο και το 1891 στεγάσθηκε σε κατάστημα ιδιοκτησίας του παντοπώλη Αναστασίου Αποστολίδη, το οποίο βρισκόταν "παραπλεύρως της πλατείας Σεραγίου", δηλ. της σημερινής Κεντρικής πλατείας, η οποία ονομαζόταν Σεραγίου από την παρουσία εντός του χώρου της του τουρκικού Διοικητηρίου, το οποίο αργότερα έγινε το "Θέμιδος Μέλαθρον" δηλ. το Δικαστικό Μέγαρο. Βλέπε: Γρηγορίου Αλέξανδρος, Αγαθάγγελος Α. Ιωαννίδης (1856-1927). Δικηγόρος και συμβολαιογράφος της Λάρισας, εφ. "Ελευθερία", Λάρισα, φύλλο της 19ης Νοεμβρίου 2017.
[2]. Βλέπε: Ολύμπιος (Κώστας Περραιβός), Η Λάρισα που χάθηκε, Το ανεπίληπτο ζαχαροπλαστείο του Κόκκαλη, εφ. "Λάρισα", φύλλο της 9ης Μαΐου 1977. Την πληροφορία αυτή δεν την επιβεβαιώνει ο Αλέξανδρος Γρηγορίου στη δημοσίευση που αναφέρεται στην προηγούμενη σημείωση.
[3]. Κατά τα πρώτα χρόνια λειτουργίας του ήταν το μοναδικό Γυμνάσιο της Λάρισας και ως εκ τούτου ήταν μεικτό, αν και οι άρρενες μαθητές του αποτελούσαν τη μεγάλη πλειοψηφία, ενώ οι μαθήτριες ήταν στην αρχή απούσες ή ελάχιστες.
[4]. Το μισό κατάστρωμα της οδού Κούμα τις απογευματινές και βραδινές ώρες έμενε κενό από όλα στη σειρά τα καφεζαχαροπλαστεία (Κόκκαλη, Πανελλήνιον, Παλλάδιον) ώστε να επιτρέπεται η βόλτα από παρέες νεαρών κυρίως ατόμων, από αγόρια και κορίτσια. Επί ώρες ολόκληρες ανεβοκατέβαιναν με σιγανό βάδισμα τη διαδρομή από την οδό Παπαναστασίου μέχρι τη Μ. Αλεξάνδρου, ελπίζοντας να συναντήσουν τα βλέμματα μιας αδελφής ψυχής. Η διαδρομή αυτή είχε πάρει την ονομασία "νυφοπάζαρο" και είχε μείνει ιστορική ακόμα και κατά τα μεταπολεμικά χρόνια.


Του Νικ. Αθ. Παπαθεοδώρου

Παρασκευή 1 Μαρτίου 2019


Κένταυροι

Η Θεσσαλία του Μύθου
Α’ ΚΕΝΤΑΥΡΟΙ: Οι Κένταυροι κατά μία εκδοχή εμφανίστηκαν στο προσκήνιο της μυθικής Θεσσαλίας, από την ένωση του Ιξίωνα και της Νεφέλης. Υπάρχει όμως και μια δεύτερη εκδοχή γι’ αυτούς. Σύμφωνα μ’ αυτήν,όταν ο Ιξίων ήταν ακόμα βασιλιάς των Λαπιθών της Λάρισας, ένα κοπάδι εξαγριωμένων ταύρων, που είχαν καταφύγιο στο Πήλιο, άρχισε να εξορμά και να καταστρέφει τις αγρο-
τικές καλλιέργειες των Θεσσαλών. Βλέποντας αυτή την κατάσταση ο Ιξίων, επικήρυξε τους ταύρους, υποσχόμενος μεγάλες αμοιβές. Τότε παρουσιάστηκε μια ομάδα δυνατών νέων που επέβαιναν σε άλογα. Αυτοί λοιπόν με τα ακόν-
τιά τους και τα τόξα τους εξολόθρευσαν τους ταύρους. Γίνονται λοιπόν στον μύθο οι πρώτοι που επινόησαν την «ιππικήν τέχνην» και πήραν την ονομασία Ιπποκένταυροι ή Κένταυροι (από το «κεντώ»- τρυπώ και το «ταύρος»),επειδή κέντησαν ή τρύπησαν (χτύπησαν) τους ταύρους. Εδώ βλέπουμε ότι ο μύθος ουσιαστικά καλύπτει, όπως άλλωστε και οι περισσότεροι μύθοι, ένα ιστορικό γεγονός: την εξημέρωση των αλόγων. Οι Κένταυροι παρουσιάζονταν από τη μέση και πάνω σαν άνθρωποι και στο κάτω μέρος σαν άλογα (ίπποι). Αρχικός
τόπος κατοικίας τους ήταν οι νότιες υπώρειες της Όσσας και η περιοχή του Πηλίου ως το Τισσαίον όρος, λίγο πιο βόρεια από το σημερινό Τρίκερι. Αργότερα, στην τελευταία φάση της μυθικής μεταομηρικής εποχής, τους εν-
τοπίζουμε στη νότια Πελοπόννησο, όπου είχαν καταφύγει, κυνηγημένοι από τον Ηρακλή,κοντά στο ακρωτήριο Μαλέας μέχρι και το όρος Πάρνωνας. Θεωρούνταν κακόψυχοι, κλέφτες και μισάνθρωποι, πλην ελαχίστων εξαι-
ρέσεων, όπως αυτή του μυθικού δασκάλου του Αχιλλέα, Κενταύρου Χείρωνα. Αξίζει να σημειωθεί ότι το όνομα του Κενταύρου Νέσσου, γνωστού από τον θάνατο του Ηρακλή,δόθηκε σε λίμνη της ανατολικής Θεσσαλίας (Νεσσωνίτις).
Β’ ΚΕΝΤΑΥΡΟΜΑΧΙΑ: Επόμενος βασιλιάς των Λαπιθών της Λάρισας είναι ο Πειρίθους.Στα χρόνια της βασιλείας του οι Κένταυροι είχαν επεκταθεί σε όλη την περιοχή της ανατολικής Θεσσαλίας, από τη λίμνη Βοιβηίδα μέχρι τις ακτές του Αιγαίου. Στη γαμήλια εορτή του βασιλιά Πειρίθου με την Ιπποδάμεια,
την κόρη του Άτραγα, ήρθαν ως καλεσμένοι πολλοί, ανάμεσά τους και οι Κένταυροι, καθώς και ο αδελφικός φίλος του Πειρίθου, ο γνωστός Θησέας. Όμως, αυτός ο γάμος έμελλε να γίνει η αφορμή του μακροχρόνιου πολέμου
Λαπιθών - Κενταύρων, που έμεινε γνωστός με το όνομα Κενταυρομαχία.      Στο τραπέζι αυτό του γάμου, κι ενώ οι συνδαιτημόνες είχαν έρθει σε κατάσταση ευθυμίας, ένας από τους σημαντικότερους Κενταύρους, ο Ευρυτίων,έχοντας μεθύσει, προσπάθησε να αρπάξει την ίδια τη νύφη. Όμως ο Θησέας κατάφερε με αποφασιστική γρηγοράδα να διασώσει την Ιπποδάμεια. Οι υπόλοιποι Κένταυροι, επειδή φοβήθηκαν τα αντίποινα που θα ακολουθούσαν, αποχώρησαν απ’ τη Λάρισα. Δυστυχώς ο Ευρυτίων παρέμεινε αιχμάλωτος των Λαπιθών και δέχτηκε ατιμωτική ποινή απ’ αυτούς.
Του κόψανε τη μύτη και τα αυτιά. Μετά από αυτό του επέτρεψαν να φύγει ταπεινωμένος για το Πήλιο. Αυτή ήταν η αφορμή των συγκρούσεων Θεσσαλών - Κενταύρων, που κατέληξε στην οριστική εκδίωξη των τελευταίων, με τη βοήθεια του θεού Απόλλωνα, ως τη νότια Πίνδο. Αξίζει να αναφέρουμε τα δια-
σωθέντα ονόματα των ηρώων αυτής της σύγκρουσης, όπως διασώθηκαν από αρχαίους συγγραφείς. Απ’ την πλευρά των Λαπιθών: Οιλέας, Εξάδιος, Φάληρος, Πρόλοχος, Μόψος,καθώς και ο φίλος του Πειρίθου Θησέας. Απ’
τους Κενταύρους: Πετραίος, Άσβολος, Άρκτος,Ούρειος, Περιμήδης, Μίμας, Δρύαλος και οι δυο γιοι του Πευκέα.
Γ’ Ο ΚΕΝΤΑΥΡΟΣ ΧΕΙΡΩΝ: Αναφερθήκαμε στην ωμότητα και βιαιότητα των Κενταύρων,σημειώνοντας παράλληλα την εξαίρεση του Χείρωνα. Ο Χείρων θεωρούνταν γιος του Κρόνου και της Φιλλύρας και λόγω ακριβώς της πατρικής του καταγωγής ανήκε στη γενιά των θεών. Γεννήθηκε στις όχθες της Βοιβηίδας
λίμνης και ζούσε στο Πήλιο, απομονωμένος απ’ τους άλλους Κενταύρους, στο Χειρώνιον άντρον, δηλαδή σε μια σπηλιά, που βρισκόταν σε μεγάλο ύψομετρο του βουνού. Παντρεύτηκε μια Ναϊάδα, τη Χαρικλώ, και γέννησε τέσσερα παιδιά. Στη σπηλιά του ανατράφηκε και ανδρώθηκε μια σειρά Ελλήνων ηρώων
όπως οι: Ακταίων, Ιππόλυτος, Κέφαλος, Αμφιάραος, Κάστορας και Πολυδεύκης, Νέστορας, Θησέας, Μελέαγρος, Τελαμώνας, Αίαντας,Διομήδης, Οδυσσέας, Πρωτεσίλαος, Ιάσονας και ο κορυφαίος Θεσσαλός ήρωας Αχιλλέας.
Ήταν σοφός, πράος, δίκαιος και αγαπούσε τους ανθρώπους, ενώ ήταν σπουδαίος στην ανακούφιση των πόνων και γενικά στην ιατρική. Βρήκε όμως τον θάνατο απρόσμενα στο ακρωτήρι του Μαλέα από τον Ηρακλή, ο οποίος τον τραυμάτισε κατά λάθος στο γόνατο με βέλος. Παρ’ όλο που ήταν αθάνατος, δεν άντεχε τους πόνους και ζήτησε απ’ τον Προμηθέα να ανταλλάξει την αθανασία του με τη δική του θνητή ζωή. Έτσι έγινε ο Προμηθέας αθάνατος, ενώ τα βάσανα του Χείρωνα πήραν τέλος με τον ηθελημένο θάνατό του.