Πέμπτη 27 Φεβρουαρίου 2020

Ιχνηλατώντας την Παλιά Λάρισα

Η ΟΔΟΣ ΕΡΜΟΥ - E'

Ο εμπορικότερος δρόμος της Λάρισας


Οι αδελφοί Βασίλης (με την ποδιά) και Φώτης, παιδιά του Κωνσταντίνου Γώγου, στο κατάστημά τους επί της οδού Ερμού 13. Φωτογραφία του 1928. Από το οικογενειακό αρχείο του Ντίνου Γώγου.Οι αδελφοί Βασίλης (με την ποδιά) και Φώτης, παιδιά του Κωνσταντίνου Γώγου, στο κατάστημά τους επί της οδού Ερμού 13. Φωτογραφία του 1928. Από το οικογενειακό αρχείο του Ντίνου Γώγου.
Συνεχίζουμε και σήμερα την καταγραφή των καταστηματαρχών οι οποίοι πέρασαν από την οδό Ερμού από τις αρχές του 20ού αιώνα, μέχρι τα πρώτα μεταπολεμικά χρόνια και πριν ακόμα η εμπορική αυτή οδός πάρει τη σημερινή μορφή της.
Όπως γράψαμε και σε προηγούμενο σημείωμά μας η καταγραφή αυτή βασίζεται σε αρχειακό υλικό δημοσιευμένο σε παλιές εφημερίδες, περιοδικά και βιβλία και σε μαρτυρίες ανθρώπων οι οποίοι πέρασαν ολόκληρη τη ζωή τους εργαζόμενοι σε έναν από τους πιο πολυσύχναστους δρόμους της Λάρισας. Είμαστε σίγουροι πως σε ό,τι δημοσιεύθηκε ή πρόκειται να δημοσιευθεί έχουν παρεισφρήσει λάθη, υπήρξαν παραλήψεις και παρανοήσεις και αρκετοί πιθανόν να έχουν εκφράσει αντιρρήσεις για ορισμένες πληροφορίες που έχουν καταγραφεί. Το γνωρίζαμε, καθώς αλάθητο κείμενο δεν μπορεί να υπάρξει. Για τον λόγο αυτό ζητήσαμε τη συνδρομή και άλλων ατόμων, παραθέτοντας τα προσωπικά τηλέφωνα (2410-287.450 και 6951-004.232), ελπίζοντας ότι όταν αυτά τα κείμενα θα περιληφθούν σε βιβλίο η μορφή τους θα είναι αρτιότερη. Εξ άλλου είναι γνωστό ότι λάθη και παραλείψεις δεν κάνουν μόνον όσοι δεν γράφουν.
--Στρίβοντας από την ανώνυμη πάροδο της οδού Ερμού κατευθυνόμενοι αριστερά προς την οδό Κύπρου και ακολουθώντας την ανατολική πλευρά του δρόμου, το γωνιακό κατάστημα έχει μια μεγάλη ιστορία. Στη θέση αυτή στις αρχές του 20ού αιώνα Τούρκος έμπορος λειτουργούσε κατάστημα με κασμήρια που μόλις είχαν κάνει την εμφάνισή τους στην αγορά της πόλης μας. Το όνομά του δεν έφθασε μέχρι τις μέρες μας, στον εμπορικό όμως κόσμο της εποχής εκείνης ήταν γνωστός σαν "Μπέης". Όταν ο τελευταίος αποχώρησε, τον χώρο αυτό χρησιμοποίησε ο Ισραηλίτης χοροδιδάσκαλος Μωυσής Εσκενατζής, γνωστός στη Λάρισα ως "Μουσίκος". Υπήρξε ο πρώτος που δίδαξε σύγχρονους ευρωπαϊκούς χορούς στην πόλη μας[2] αποκλειστικά σε άνδρες, σε μια εποχή όπου οι μόνοι γνωστοί χοροί στις διασκεδάσεις ήταν οι δημοτικοί. Όταν ο Μουσίκος μετέφερε προσωρινά το χοροδιδασκαλείο στην ιδιωτική του κατοικία, στο κατάστημα εγκατέστησε το εμπορικό του ο Θωμάς Τσιρόπουλος, ο οποίος έμεινε μέχρι την ημέρα που κατεδαφίστηκε για να γίνουν στο σημείο αυτό τα νέα καταστήματα.
--Συνεχόμενα βρισκόταν το κατάστημα γουναρικών του Φώτη Γώγου. Μαζί με τον μεγαλύτερο αδελφό του Βασίλη[3] είχαν ανοίξει συνεταιρικά το 1928 στην απέναντι πλευρά της οδού Ερμού κατάστημα, αλλά το 1940 χώρισαν και ο Φώτης άνοιξε δικό του. Ο τελευταίος είχε υπάλληλο στο κατάστημά του τη Λουΐζα, τη μετέπειτα σύζυγο του δημάρχου Αριστείδη Λαμπρούλη, ενώ ο ίδιος (Φώτης Γώγος) νυμφεύθηκε την αδελφή του δημάρχου Λαμπρούλη Ελένη. Το μαγαζί του σταμάτησε να λειτουργεί το 1967.
--Ακολουθούσε το εμπορικό του Θεοφάνη Χατζηγρίβα. Από τα παιδιά του Θεοφάνη ο Ιωάννης σπούδασε δικηγόρος, ο Ανδρέας ασχολήθηκε με τα λογιστικά και οι Αλέκος, Νικόλαος και Κώστας έστησαν βιοτεχνία την οποία μετέφεραν στην οδό Βενιζέλου, η οποία παρήγαγε έτοιμα γυναικεία ενδύματα, ανδρικά εσώρουχα, σχολικές ποδιές, κ.ά. Είχαν όμως την ατυχία το εργοστάσιό τους να καεί.
--Στο διπλανό κατάστημα προπολεμικά είχε το ραφείο του ο Γούσιας. Ήταν ένα από τα παλαιότερα της Λάρισας και όταν αυτός μετακόμισε στην Κύπρου, άνοιξε υαλοπωλείο ο Ευριπίδης Καρυώτης. Μετά τον θάνατο του τελευταίου συνέχισαν τη λειτουργία του καταστήματος δύο από τα παιδιά του ο Ιωάννης και η Σοφία. Είχε και άλλα δύο μεγαλύτερα κορίτσια τη Λιλή και τη Μαριάνθη η οποία εργαζόταν στην πολεοδομική υπηρεσία του Δήμου. Και τα τέσσερα αδέλφια δεν βρήκαν συντρόφους, έμειναν άγαμοι και δεν υπήρξε διαδοχή στην επιχείρηση.
--Στη συνέχεια ακολουθούσε το εμπορικό κατάστημα του Ι. Κουτλιμπανά, τον οποίον διαδέχθηκε ο Ιωάννης Χρονιάδης και για ένα διάστημα είχε συνεταίρο τον Α. Νασίκα. Το εμπόρευμά τους ήταν ανδρικά υφάσματα (κασμήρια) κατάλληλα για κουστούμια, καθώς και για παλτά. Όταν τη δεκαετία του 1960 πέθανε ο Ιωάννης Χρονιάδης, τη λειτουργία του καταστήματος συνέχισε η σύζυγός του Αικατερίνη.
--Πιο κάτω είχε το εργαστήριο επισκευής υποδημάτων ο Ιωάννης Κονταξής. Στο κατάστημά του πωλούσε ανδρικά και γυναικεία παπούτσια, έτοιμα και με παραγγελία. Νυμφεύθηκε την κόρη του παπα-Στάμου, ενός γνωστού στους παλαιότερους Λαρισαίους … άτακτου ιερέα, ο οποίος υπηρετούσε στην εκκλησία των Ταξιαρχών στο παλαιό Κοιμητήριο. Μαζί του στο κατάστημα ο Γιάννης Κονταξής είχε και τον αδελφό του Μενέλαο, αλλά κάποια στιγμή ο τελευταίος δημιούργησε δικό του κατάστημα στην οδό Βενιζέλου με γυναικεία και παιδικά παπούτσια και αργότερα άνοιξε άλλο κατάστημα στην οδό Παναγούλη, δίπλα από το ζαχαροπλαστείο των αδελφών Κωνσταντινίδη, με ηλεκτρικά είδη. Υπήρξε υψηλόβαθμο στέλεχος στην Εφορία Προσκόπων της Λάρισας, μέλος του Μορφωτικού Εκδρομικού Συλλόγου "Αριστεύς" και διετέλεσε γενικός αρχηγός στην ομάδα μπάσκετ του "Αριστέως".
--Ακολουθούσε το εμπορικό κατάστημα του Ιωάννη Βλησσαρίδη, το οποίο διακινούσε γυναικεία υφάσματα και συναφή είδη. Ο πατέρας του Δημήτριος ήταν από τα Αμπελάκια και εγκαταστάθηκε στη Λάρισα όπου εργάσθηκε ως επιπλοποιός. Νυμφεύθηκε τη Γλυκερία Σδράλη από τη Βλάστη. Για να εγκαταστήσει την οικογένειά του ο Δημήτριος Βλησσαρίδης αγόρασε μια ωραία διώροφη κατοικία η οποία βρισκόταν στη γωνία των σημερινών οδών Ηπείρου και Παπαναστασίου. Απέκτησαν έξι τέκνα, από τα οποία ο Βασίλειος ήταν ο τελευταίος της οικογένειας. Γεννήθηκε γύρω στα 1897 και ήταν από τους πιο επιτυχημένους εμπόρους της Λάρισας. Όπως αναφέρθηκε, διέθετε στην οδό Ερμού κατάστημα με είδη προικός και υφάσματα, το οποίο είχε την επωνυμία «Ο Θησαυρός». Το 1947 νυμφεύθηκε τη Βασιλική Καράμπελου από τον Τύρναβο, της οποίας η οικογένεια διατηρούσε εργοστάσιο υφαντουργίας το οποίο παρήγαγε αλατζάδες. Το εργαστήριό τους πυρπολήθηκε κατά τον εμφύλιο. Απέκτησαν μια κόρη την Ελένη, η οποία είναι παντρεύτηκε τον δικηγόρο Δανιήλ Γάλλο. Τον Δεκέμβριο του 1941, κατά τη διάρκεια της γερμανικής κατοχής, ο Βασίλειος Βλησσαρίδης αγόρασε την κατοικία-πύργο της γυναίκας του αξιωματικού του Ιππικού Ανδρέα Βερύκιου, η οποία βρισκόταν στη γωνία των σημερινών οδών Παπαναστασίου και Μουρούζη και ήταν ονομαστή στη Λάρισα για την ιδιότυπη αρχιτεκτονική της μορφή. Ο πύργος αυτός διατηρήθηκε μέχρι το 1965, οπότε και κατεδαφίσθηκε για να ανεγερθεί πολυώροφη οικοδομή[4]. Ο Βασίλειος Βλησσαρίδης ήταν ένας πνευματώδης άνθρωπος με ανεπτυγμένο το αίσθημα του χιούμορ. Επιχειρούσε πολλές φάρσες σε διάφορους φίλους και καταστηματάρχες της εμπορικής αγοράς της Λάρισας, γι' αυτό όπως μας ανέφερε ο οδηγός μας σ' αυτό το οδοιπορικό Βαγγέλης Βοζαλής, του είχαν αποδώσει την προσωνυμία "ο χωραταζής της οδού Ερμού". Πέθανε το 1980 σε ηλικία 83 ετών.
----------------------------------------------------
[1]. Οι μέχρι τώρα διορθώσεις και υποδείξεις που μας έγιναν από αρκετούς αναγνώστες, έχουν ληφθεί σοβαρά υπόψη και ευελπιστούμε, όταν φθάσει η στιγμή να δημοσιευθούν όλα τα κείμενα σε βιβλίο τα λάθη και οι παραλείψεις να έχουν περιοριστεί στο ελάχιστο.
[2]. Λίγο αργότερα λειτούργησε και η "Σχολή Χορού Σαρρέα", η οποία όμως για άγνωστους λόγους διέκοψε σύντομα τη λειτουργία της.
[3]. Ο Βασίλης Γώγος είχε τρία τέκνα. Ο Κωνσταντίνος (Ντίνος) με τη σύζυγό του Μαρία Τσιμπίδα απέκτησαν τον Βασίλη, ο οποίος συνεχίζει την επιχείρηση μέχρι σήμερα στην Ερμού 13. Η Λίνα παντρεύτηκε τον Βασίλη Σκουλίδη, ο οποίος ασχολήθηκε ενεργά με τον προσκοπισμό. Η Ρίτα παντρεύτηκε τον τραπεζιτικό υπάλληλο Ιωάννη Μπουμπουγιατζή. Ο Βασίλης Γώγος πέθανε το 1964. Ευχαριστώ τον Ντίνο Γώγο για την προσφορά της προπολεμικής φωτογραφίας του καταστήματός τους και τον Γρηγόρη Γώγο για τις ιστορικές πληροφορίες.
[4]. Βλέπε: Παπαθεοδωρου Νικόλαος, Η οικία-πύργος του Βερύκιου Βελησσαρίδη, εφ. "Ελευθερία", Λάρισα, φύλλα της 10ης και 18ης Μαΐου 2017.

Πέμπτη 20 Φεβρουαρίου 2020

Η ΟΔΟΣ ΕΡΜΟΥ - Δ'

Ο εμπορικότερος δρόμος της Λάρισας


Το εσωτερικό του εμποροραφείου των αδελφών Μαρκίδη, το οποίο βρισκόταν στην πάροδο της οδού Ερμού. Καθισμένος ο Πέτρος Μαρκίδης. Περίπου 1935. Από το οικογενειακό αρχείο της Αριστέας Μαρκίδη-Παππά. Το εσωτερικό του εμποροραφείου των αδελφών Μαρκίδη, το οποίο βρισκόταν στην πάροδο της οδού Ερμού. Καθισμένος ο Πέτρος Μαρκίδης. Περίπου 1935. Από το οικογενειακό αρχείο της Αριστέας Μαρκίδη-Παππά.
Την προηγούμενη Τετάρτη τελειώσαμε την περιγραφή της δυτικής πλευράς της οδού Ερμού μέχρι το τελευταίο κατάστημα που βρίσκεται στη γωνία με την οδό Βενιζέλου. Σήμερα, με τη βοήθεια και πάλι του Βαγγέλη Βοζαλή και άλλων γνωστών μου, θα πεταχτούμε
στην απέναντι (ανατολική) πλευρά του δρόμου, αρχίζοντας από το κατάστημα που βρίσκεται στη γωνία με την οδό Βενιζέλου. --Από την τουρκοκρατία ακόμη υπήρχε στη γωνία αυτή εμπορική επιχείρηση κάποιου Τούρκου, ο οποίος πωλούσε υφάσματα. Όταν αυτός έφυγε, την επιχείρηση τη συνέχισαν οι αδελφοί Κέλλα. Αργότερα εγκαταστάθηκε το φαρμακείο του Οδυσσέα Κρίκη[1], το οποίο σύντομα μεταφέρθηκε λίγα μέτρα πιο πέρα, στην οδό Βενιζέλου, απέναντι από το σημείο όπου καταλήγει σ' αυτή η οδός Δήμητρας. Ακολούθως αγόρασε το ακίνητο ο Αναστάσιος (Τάσος) Κουτσοκώστας, ο οποίος πωλούσε έτοιμα ανδρικά ενδύματα και υφάσματα. Ήταν δραστήριος άνθρωπος και πολύ καλός επαγγελματίας. Εγινε γνωστός για τους συνδικαλιστικούς αγώνες του και μάλιστα διετέλεσε και πρόεδρος του Εμπορικού Συλλόγου. Ο Κουτσοκώστας απέκτησε τρία τέκνα, τον Ηλία ο οποίος ανέλαβε το μαγαζί του πατέρα του, την Έλλη η οποία παντρεύτηκε τον δικηγόρο Αριστείδη Ασημακόπουλο και τον Γρηγόρη. Ο τελευταίος με τη γυναίκα του Μαίρη απέκτησαν δύο κόρες, τη Βασιλική (Μιρέλλα) η οποία παντρεύτηκε τον γνωστό συνθέτη Γιώργο Κατσαρό και την Αγγελική. Μετά τον Κουτσοκώστα στο μαγαζί εγκαταστάθηκε ο Φώτης Σιμιτσής ο οποίος ανέπτυξε μια επικερδή επιχείρηση με ψιλικά είδη. --Κάτω από το κατάστημα του Σιμιτσή υπήρχε ημιυπόγειος χώρος ο οποίος ήταν προσπελάσιμος από το πεζοδρόμιο της οδού Ερμού με λίγα σκαλάκια. Στον χώρο αυτό οι αδελφοί Χρήστος και Λεωνίδας Σαλταγιάννης άνοιξαν το "Καφενείο των Εμπόρων" και εξυπηρετούσαν με καφέδες όλα τα καταστήματα της Ερμού και όχι μόνον. Διέθετε και έναν μικρό χώρο με τραπέζια, όπου τις ελεύθερες ώρες οι περίοικοι έπιναν τον καφέ τους, συζητούσαν και μερικές φορές χαρτόπαιζαν. Ήταν άνθρωποι πολύ εξυπηρετικοί και αγαπητοί στους μαγαζάτορες της οδού Ερμού. --Το αμέσως επόμενο κατάστημα προπολεμικά το είχε νοικιασμένο ο Ισραηλίτης Φιλοσώφ και το χρησιμοποιούσε ως παπλωματάδικο. Όταν ο τελευταίος μεταστεγάστηκε μέσα στη διπλανή πάροδο, το κατάστημα ενοικιάστηκε το 1943 από τους αδελφούς Π. Χρήστου. Ήταν το πρώτο κατάστημα που άνοιξε στη Λάρισα και το οποίο διέθετε καλλυντικά, μπιζού, είδη δώρων κλπ. Τα αδέλφια Χρήστου ήταν τρία, ο Χρήστος, ο Νικόλαος και ο Σωτήρης. Ο Χρήστος ήταν παντρεμένος με την Βασιλική Περηφάνη από τη Νίκαια και απέκτησαν δύο τέκνα, τον Παντελή και την Σοφία. Ο Νικόλαος παρέμεινε άγαμος, ενώ ο Σωτήρης παντρεύτηκε την Θεοδοσία (Σούλα) Κουτσιαφτούλη από τη Χάλκη. Μαζί της απέκτησε δύο κόρες, την Ασπασία και την Ιωάννα, οι οποίες ανέλαβαν με επιτυχία την μακροχρόνια επιχείρηση μετά τον θάνατο του πατέρα τους το 1989. Το 2012 εγκατέλειψαν το κατάστημά τους στην Ερμού και εγκαταστάθηκαν στην οδό Βενιζέλου 33, όπου και συνεχίζουν μέχρι σήμερα[2]. --Δίπλα από το κατάστημα των αδελφών Π. Χρήστου ήταν παλαιότερα το εμπορικό του Κώστα Πανέτσου με όνομα "Πλούτος" και συνεταιρίστηκε με την "Εμπορική Ένωση" της Θεσσαλονίκης που ήταν ένα από τα μεγαλύτερα καταστήματα υφασμάτων της Β. Ελλάδος. Από το ίδιο μαγαζί πέρασε μετά ο Θωμάς Ψυχούλης που εμπορεύονταν νήματα, κλωστές, κεντήματα, κλπ. Μια πόρτα του καταστήματος αυτού είχε χρησιμοποιήσει για μικρό διάστημα ο Νικόλαος Καρκαγιάννης από τα Αμπελάκια. Όταν οι Ψυχούλης και Καρκαγιάννης αποσύρθηκαν, πήρε όλο το κατάστημα ο Χρήστος Ζούκης (αδελφός του ζωγράφου Ζήση Ζούκη) και το ονόμασε "Ευρωπαία". --Στο επόμενο κατάστημα τα παλιά χρόνια στεγάστηκε το κατάστημα υφασμάτων Κων. Δομενικιώτου και του Ιωάννη Γαζέπη και μετά λειτούργησε το εμπορικό του Βασίλη Καραΐσκου. --Στη συνέχεια ακολουθεί ένα στενό δρομάκι που συνδέει την οδό Ερμού με την Ανδρούτσου, η πάροδος Ερμού. Επειδή στο στενό αυτό λειτούργησαν παλαιότερα σημαντικά καταστήματα τα οποία σήμερα δεν υπάρχουν, θα τα περιγράψουμε μαζί με τα υπόλοιπα της Ερμού. Πρώτο ήταν προπολεμικά το παπλωματάδικο του Φιλοσώφ, που τον διαδέχθηκε ο Σολομών Μαγρίζος με την ίδια επαγγελματική ιδιότητα. Ο Σολομών Μαγρίζος ήταν άνθρωπος που ζούσε με πολλές στερήσεις και έγινε γνωστός κυρίως από τη δολοφονία του γύρω στα 1990, η οποία συντάραξε τη Λάρισα και έμεινε ανεξιχνίαστη. --Στο επόμενο κατάστημα στην ίδια πάροδο είχε ανοίξει πολύ παλιά το εμποροραφείο του ο Θεόδωρος Μαρκίδης ( 1840-1936)[3]. Λόγω της εξαιρετικής τεχνικής που διέθετε πάνω στη δουλειά του, αλλά και του καλού χαρακτήρα, σύντομα απέκτησε μεγάλη πελατεία όχι μόνον Ελλήνων αλλά και Τούρκων. Ήταν φραγκοράφτης, όπως ονόμαζαν την εποχή εκείνη όσους εμπορεύονταν ανδρικά υφάσματα και έραβαν ευρωπαϊκά κουστούμια. Το κατάστημά του ήταν ένας τόπος συγκεντρώσεως πολλών και εκλεκτών μελών της λαρισαϊκής κοινωνίας. Με την τρίτη γυναίκα του την Αριστέα Παπαϊωάννου από τη Μακρινίτσα απέκτησε δύο αγόρια, τον Πέτρο και τον Γιάννη, οι οποίοι μαθήτευσαν κοντά του στην τέχνη της ραπτικής και τον διαδέχθηκαν στο κατάστημα όταν το 1925 εκείνος αποσύρθηκε. Ο Πέτρος Μαρκίδης (1900-1958) παράλληλα με την επαγγελματική του δραστηριότητα, συμμετείχε ενεργά στη μουσική κίνηση της πόλης και για πολλά χρόνια υπήρξε πρόεδρος του Μουσικού Συλλόγου Λαρίσης και μέλος του Φυσιολατρικού Ομίλου. Νυμφεύθηκε το 1944 τη Μαρίκα Χαντή με την οποία απέκτησε δύο κορίτσια, την Αριστέα (Ρίτα)[4] δασκάλα και την Ελένη (Νίτσα) νηπιαγωγό. Ο Γιάννης Μαρκίδης (1902-1986), μετά τον θάνατο του αδελφού του το 1958, ανέλαβε μόνος πλέον το μαγαζί μέχρι το 1968, οπότε και το έκλεισε. Υπήρξε δραστήριο μέλος του Ορειβατικού Συλλόγου Λαρίσης και παρέμεινε άγαμος. --Ακολουθούσε μέσα στο δρομάκι το κατάστημα του Χαράλαμπου Εμπορίδη με τον Ανδρέα Χατζηβασιλείου. Σύμφωνα με πληροφορίες που μου παρεχώρησε ο Ιωάννης Γώγουλας και η σύζυγός του Ελένη Κακάτσιου, ήταν και οι δύο δερματέμποροι. Είχαν έλθει στη Λάρισα το 1924 πρόσφυγες από τη Μ. Ασία και άνοιξαν στη θέση αυτή το κατάστημά τους, το οποίο λειτούργησε μέχρι το 1970. Σήμερα μέσα στο δρομάκι αυτό που παραμένει χωροταξικά αναλλοίωτο, δεν λειτουργεί πλέον κανένα κατάστημα. (Συνεχίζεται)
Του Νικ. Αθ. Παπαθεοδώρου

Δευτέρα 17 Φεβρουαρίου 2020

 Ηρακλής. Η γέννηση του πιο δυνατού και πιο γενναίου ανάμεσα στους θνητούς.(ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΜΥΘΟΛΟΓΙΑ, 

Ο Δίας είχε δει την Αλκμήνη, του άρεσε και αποφάσισε να την κάνει δική του. Αυτή τη φορά δεν ήταν από τυχαία επιθυμία, όπως με τόσες άλλες θνητές γυναίκες, αλλά γιατί ήθελε να κάνει μαζί της τον πιο δυνατό και τον πιο γενναίο ανάμεσα στους θνητούς, αυτόν που θα γινόταν λυτρωτής των ανθρώπων από τα δεινά. Αυτό ήθελε να γίνει πριν γυρίσει ο Αμφιτρύωνας, γι’αυτό βρήκε τώρα που έλειπε στην εκστρατεία κατά των Ταφίων. Επειδή όμως καταλάβαινε ότι η Αλκμήνη θα ήθελε να μείνει πιστή στον Αμφιτρύωνα, μεταχειρίστηκε απάτη για να τον δεχτεί στο δωμάτιό της. Πήρε τη μορφή του Αμφιτρύωνα, όπως θα ήταν καθώς θα γύριζε από την εκστρατεία, και το βράδυ εμφανίστηκε στην πόρτα της, ενώ γύρω του έβρεχε χρυσή βροχή. Στο χέρι του κρατούσε ένα χρυσό κύπελλο, το καρχήσιο, και ένα περιδέραιο, σαν και εκείνο που είχε δώσει κάποτε στην Ευρώπη, δώρα που τα πρόσφερε γιο την ερωτική νύχτα. Η Αλκμήνη ξεγελάστηκε και νόμισε πως ήταν ο Αμφιτρύωνας, γι’ αυτό και του ζήτησε να της διηγηθεί και για την εκστρατεία στους Τηλεβόες. Ο Δίας της διηγήθηκε όλο όσα έγιναν και την διαβεβαίωσε πως πια είχε πάρει εκδίκηση για το θάνατο των αδελφών της. Συγχρόνως της έδωσε το χρυσό κύπελλο και της είπε ότι του το έδωσαν δώρο τιμητικό οι στρατιώτες από το λάφυρο που πήραν. Της είπε ακόμα ότι το κύπελλο αυτό το είχε κάνει δώρο ο Ποσειδώνας στον Τηλεβόα και από αυτόν το κληρονόμησε ο Πτερέλαος. Μετά από όλες αυτές τις εξηγήσεις ο Δίας ενώθηκε μαζί της. Προηγουμένως όμως παρακάλεσε τον ήλιο να μη βγει για τρεις μέρες. Έτσι η νύχτα αυτή κράτησε όσο τρεις νύχτες. Γι’ αυτό και ο Ηρακλής, που γεννήθηκε από τη νύχτα αυτή, λεγόταν και “τριέσπερος”, γατί χρειάστηκαν τρεις νύχτες για τη σύλληψή του, ή και “τρισέληνος”, γιατί βγήκε τρεις φορές απανωτά το φεγγάρι χωρίς να γίνει μέρα. Μετά ο Δίας εξαφανίστηκε.
Την ίδια νύχτα όμως γύρισε και ο Αμφιτρύωνας από τον πόλεμο και περίμενε να τον υποδεχτεί η Αλκμήνη με ανυπομονησία και πόθο. Διαπίστωσε όμως, όταν κοιμήθηκε μαζί της, ότι δεν ήταν τρυφερή μαζί του, δυσαρεστήθηκε πολύ και ζήτησε να μάθει το λόγο. Η Αλκμήνη παραξενεύτηκε, και με τη σειρά της τον ρώτησε γιατί παραπονιόταν αφού πριν λίγο είχε πλαγιάσει μαζί της και μάλιστα της έφερε και δώρο το χρυσό κύπελλο. Ο Αμφιτρύωνας όμως το αρνιόταν και ορκιζόταν πως δεν είχε ξανάρθει το ίδιο βράδυ στο δωμάτιό της και δεν της είχε δώσει κανένα χρυσό κύπελλο. Απόδειξη για όλα αυτά, έλεγε, ήταν ότι το χρυσό κύπελλο που της έφερνε δώρο από τα λάφυρα βρισκόταν ακόμα μέσα στο κιβώτιό του. Όταν όμως άνοιξε το κιβώτιο για να της δείξει το κύπελλο, δεν βρήκε τίποτα μέσα και έτσι φάνηκε πως είχε δίκιο η Αλκμήνη. Ο Αμφιτρύωνας δεν ήξερε πια τι να βάλει με το νου του. Στην αμηχανία του κατέφυγε στο μάντη Τειρεσία, ο οποίος του φανέρωσε ότι ο Δίας είχε έρθει με τη δική του μορφή και είχε κοιμηθεί με την Αλκμήνη. Έτσι τη μακριά αυτή νύχτα η Αλκμήνη ενώθηκε με τον Δια, που έσπειρε τον Ηρακλή, και με τον Αμφιτρύωνα, από τον οποίο συνέλαβε τον Ιφικλή, που ήταν μια νύχτα νεότερος από τον Ηρακλή.

Οι μήνες περνούσαν και έφτασε ο καιρός να γεννηθεί ο Ηρακλής. Η Ήρα είχε μάθει όμως την απιστία του Δια και έβαλε στο μυαλό της να εκδικηθεί τον άπιστο σύζυγο, εξαπατώντας τον όπως τo συνήθιζε. Τη μέρα λοιπόν που θα γεννούσε η Αλκμήνη, ο Δίας φώναξε τους άλλους θεούς γύρω του στον Όλυμπο και καυχήθηκε πως το παιδί που θα έφερνε τη μέρα εκείνη στο φως η Ειλείθυια, η θεά της γέννας, θα εξουσίαζε όλους τους άλλους, γιατί θα ήταν από τους άντρες που ο η γενιά τους κρατάει από τον ίδιο. Η Ήρα όμως, που είχε βάλει κιόλας στο μυαλό της ένα σχέδιο για να τον εξαπατήσει, καμώθηκε πως δεν τον πίστευε και τον προκάλεσε να ορκιστεί ότι πραγματικά αυτός που τη μέρα εκείνη θα έπεφτε ανάμεσα στα πόδια της μάνας του, θα κυριαρχούσε σε όλους τους γείτονες. Ο Δίας δεν έβαλε τίποτα στο νου του, γατί δεν φαντάστηκε τους δολερούς σκοπούς της Ήρας, και έκανε τον πιο δυνατό όρκο. Μόλις έγινε αυτό, αμέσως έφυγε η Ήρα από τον Όλυμπο και πήγε στο Άργος, όπου η Νικίππη, η γυναίκα του Σθένελου, βρισκόταν στον έβδομο μήνα της. Σκοπός της εκδίκησης της Ήρας ήταν να μην εξουσιάσει ο Ηρακλής- αυτό όμως θα γινόταν μόνο αν δεν γεννιόταν πρώτος τη μέρα εκείνη, αλλά τον προλάβαινε κάποιος άλλος. Η Ήρα διάλεξε το γιο του Σθένελου. Τώρα έπρεπε από τη μια να καθυστερήσει τη γέννα της Αλκμήνης, που ήταν κιόλας στην ώρα της, και από την άλλη να επιταχύνει τη γέννα της Νικίππης. Διέταξε λοιπόν τις Μοίρες και την Ειλείθυια, που είχαν καθίσει κιόλας μπροστά από το δωμάτιο της Αλκμήνης περιμένοντάς την να γεννήσει, να καθυστερήσουν τη γέννηση του Ηρακλή ώσπου να γεννήσει η Νικίππη. Αυτές κάθισαν τότε κάτω και έδεσαν τα χέρια τους γύρω από τα γόνατα για να «δέσουν» τους πόνους της Αλκμήνης και να την εμποδίσουν να γεννήσει, ενώ επιτάχυναν τους πόνους της Νικίππης, ώστε να γεννήσει τον Ευρυσθέα πριν της ώρας του, στους εφτά μήνες. Καθώς όμως οι Μοίρες και η Ειλείθυια κάθονταν με σταυρωμένα τα χέρια εμποδίζοντας έτσι την Αλκμήνη, πέρασε μια νυφίτσα από μπροστά τους και τότε αυτές τρόμαξαν και έλυσαν τα χέρια τους. Αμέσως «λύθηκαν» και οι πόνοι της Αλκμήνης και γεννήθηκε ο Ηρακλής. (Από το γεγονός αυτό διηγούνταν αργότερα πως η πρώτη τροφός του Ηρακλή ήταν μια νυφίτσα). Παρ’ όλα αυτά η Ήρα είχε πετύχει το σκοπό της: στο μεταξύ είχε προλάβει να γεννηθεί ο Ευρυσθέας και σύμφωνα με τον όρκο που είχε δώσει ο Δίας – και που δεν μπορούσε να τον πάρει πίσω – έπρεπε αυτός να τους εξουσιάζει όλους και ο Ηρακλής να υπηρετήσει τον Ευρυσθέα. Από το γεγονός αυτό προήλθε η παροιμία «τετράδι γέγονας» που λέγεται για όσους κοπιάζουν και υπηρετούν άλλους, επειδή ο Ηρακλής με το να γεννηθεί την τέταρτη μέρα έπρεπε να κοπιάζει για τον Ευρυσθέα. Μια μέρα μετά τον Ηρακλή γεννήθηκε και ο γιος του Αμφιτρύωνα, ο Ιφικλής.
ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΜΥΘΟΛΟΓΙΑ
ΟΙ ΗΡΩΕΣ
ΕΚΔΟΤΙΚΗ ΑΘΗΝΩΝ

Πέμπτη 13 Φεβρουαρίου 2020

Ιχνηλατώντας την Παλιά Λάρισα

Η ΟΔΟΣ ΕΡΜΟΥ - Γ'

Ο εμπορικότερος δρόμος της Λάρισας


Η οδός Ερμού φωτογραφημένη από την οδό Βενιζέλου τον Απρίλιο του 1941, μετά τον σεισμό και κατά τη διάρκεια της γερμανικής κατοχής. Ο τοίχος από το κατάστημα των αδελφών Κουτσίνα έχει κρημνισθεί. Από το βιβλίο "Η Μνήμη της πόλης. Λάρισα. Κατοχή -Απελευθέρωση. 1941-1944". Αρχεία Βυρ. Μήτου και άλλων. Επιμέλεια Φωτοθήκης Λάρισας (2018) σελ. 98Η οδός Ερμού φωτογραφημένη από την οδό Βενιζέλου τον Απρίλιο του 1941, μετά τον σεισμό και κατά τη διάρκεια της γερμανικής κατοχής. Ο τοίχος από το κατάστημα των αδελφών Κουτσίνα έχει κρημνισθεί. Από το βιβλίο "Η Μνήμη της πόλης. Λάρισα. Κατοχή -Απελευθέρωση. 1941-1944". Αρχεία Βυρ. Μήτου και άλλων. Επιμέλεια Φωτοθήκης Λάρισας (2018) σελ. 98
Συνεχίζουμε[1] τον περίπατό μας στην εμπορική οδό Ερμού, περιγράφοντας τα διάφορα καταστήματά της από την περίοδο του μεσοπολέμου μέχρι και πριν λίγα χρόνια, με όσα ιστορικά στοιχεία έχουν συγκεντρωθεί από διάφορες πηγές.
-Το επόμενο κατάστημα, όπως καταγράφεται στο σχεδιάγραμμα του Βαγγέλη Βοζαλή, που δημοσιεύθηκε την περασμένη Τετάρτη, ήταν του Βασίλη Πράσσα. Στις αρχές του 20ού αιώνα στο μαγαζί αυτό λειτούργησε το εμπορικό του Καλογερόπουλου, ο οποίος ήταν ένας από τους μεγαλύτερους εμπόρους της εποχής του στη Λάρισα. Ο γιος του Νεοπτόλεμος Καλογερόπουλος είχε συγκεντρώσει πλούσιο ιστορικό υλικό που αφορούσε τη Λάρισα και την περιοχή της με πρόθεση να εκδώσει την ιστορία της, χωρίς όμως να ολοκληρώσει την επιθυμία του. Προπολεμικά είχε εκδώσει τον «Οδηγό της Λαρίσης». Όταν ο Καλογερόπουλος εγκατέλειψε το κατάστημα, στέγασαν στο σημείο αυτό το εμπορικό τους ο Γεώργιος Αντωνιάδης με τον αδελφό του. Οι τελευταίοι είχαν έλθει το 1883 από τη Σιάτιστα. Ο Γεώργιος Αντωνιάδης[2] ήταν αξιόλογος άνθρωπος, πολύ καλός επαγγελματίας και διετέλεσε πρόεδρος του Εμπορικού Συλλόγου. Παράλληλα ασχολήθηκε με τα πολιτικά πράγματα της Λάρισας και υπήρξε φανατικός οπαδός του κόμματος των Φιλελευθέρων. Ήταν ένα από τα σημαντικότερα τοπικά στελέχη του και από κοινού με τους Πέτρο Γέμτο, Στέργιο Αρχιμανδρίτη, Μιχάλη Σωτηρίου, Μανδραβέλη και άλλους, ίδρυσαν την τοπική «Λέσχη των Φιλελευθέρων». Στο κατάστημα των αδελφών Αντωνιάδη μπήκε νεότατος ως υπάλληλος ο Βασίλειος Πράσσας. Ο τελευταίος επέδειξε ιδιαίτερο ζήλο για την προαγωγή της επιχείρησης, γι' αυτό και όταν στις αρχές της δεκαετίας του 1930 οι ιδιοκτήτες του αποφάσισαν να μετακομίσουν οικ
ογενειακώς στην Αθήνα, παρέδωσαν την επιχείρηση στον Βασίλη Πράσσα. Μεταπολεμικά ο τελευταίος συνεταιρίστηκε με τα ανίψια του Ανδρέα και Αντώνη Γιάννακα, των οποίων ο πατέρας Δημήτριος είχε το ξενοδοχείο "Rex" επί της οδού Ίωνος Δραγούμη, απέναντι από την Αγροτική Τράπεζα. Αργότερα όταν ο Πράσσας αποχώρησε, ο μεν Ανδρέας άνοιξε κατάστημα πωλήσεως αυτοκινήτων δίπλα από το υποκατάστημα της Εθνικής Τράπεζας, ενώ ο Αντώνης συνεταιρίσθηκε με τον Τάκη Παπαδημητρίου και λειτούργησαν το "Salon vert", το οποίο πωλούσε γυναικεία υφάσματα.
--Το διπλανό κατάστημα προπολεμικά το είχε νοικιασμένο ο Δημήτριος Ψυχούλης και πωλούσε ψιλικά. Μάλιστα ένα διάστημα είχε συνεταιριστεί με τον Βασ. Δραγατσίκη. Αργότερα το δούλεψε ο Φιλίππου επίσης με ψιλικά και στη συνέχεια ενοικιάστηκε από τους αδελφούς Παρμενίωνα και Δημήτριο Γιαννιό, οι οποίοι το μετέτρεψαν σε εμπορικό κατάστημα με γυναικεία υφάσματα. Το κατάστημα αυτό ήταν το τελευταίο πριν από την είσοδο στη Στοά Κουτσίνα[3] και καταλάμβανε τη μία από τις δύο γωνίες της Στοάς προς την οδό Ερμού. Ως γνωστόν η Στοά Κουτσίνα είχε δημιουργηθεί το 1923-24.
--Την άλλη γωνία της Στοάς καταλάμβανε το μεγάλο εμπορικό κατάστημα των αδελφών Νικολάου και Ανδρέα Κουτσίνα. Η οικογένεια Κουτσίνα εγκαταστάθηκε στη Λάρισα πολύ πριν το 1907 και ο Φίλιππος Κουτσίνας, πατέρας των αδελφών, άνοιξε εμπορικό μαγαζί στην παλιά περιοχή Σιάουλο[4]. Αργότερα αγόρασε κάποια κατοικία που υπήρχε επί της οδού Ερμού, την οποία έπειτα από διάφορες μετασκευές τη μετέτρεψε σε ιδιόκτητο κατάστημα, το οποίο το 1907 το διαφήμιζε από τις στήλες των τοπικών εφημερίδων ως εξής: "Τρέξατε εις το επί της οδού Ερμού μέγα εμπορικόν κατάστημα Φιλίππου Κουτσίνα, να θαυμάσητε τα νέα υφάσματα της εποχής, ως και άλλα είδη πολυτελείας τα οποία εκόμισε κατ' αυτάς το κατάστημα απ' ευθείας εξ Ευρώπης…"[5]. Το 1919 πέθανε ο Φίλιππος Κουτσίνας και συνέχισαν τη λειτουργία του καταστήματος οι γιοι του Νικόλαος και Ανδρέας. Το 1923 οι τελευταίοι γκρέμισαν ένα τμήμα του καταστήματος μήκους τριών μέτρων, για να διανοιχτεί η Στοά Κουτσίνα προς την πλευρά της οδού Ερμού. Όταν αργότερα ο Νικόλαος Κουτσίνας μετακόμισε και άνοιξε μαγαζί στον Βόλο, ο Ανδρέας έμεινε μόνος του στη Λάρισα. Κατά τον σεισμό της 1ης Μαρτίου 1941 το κατάστημα υπέστη πολύ μεγάλες ζημιές. Η δημοσιευόμενη φωτογραφία αποτελεί αψευδή μαρτυρία του γεγονότος. Η λήψη της έγινε τον Απρίλιο του 1941 από Γερμανό στρατιώτη και αποτυπώνει τη δυτική πλευρά της οδού Ερμού όπως φαίνεται από την οδό Βενιζέλου. Μετά από την καταστροφή αυτή το κατάστημα του Ανδρέα Κουτσίνα έπαψε να λειτουργεί και στο βάθος προς τη Στοά είχαν το εμπορικό τους οι αδελφοί Μισούρα, οι οποίοι πωλούσαν γυναικεία υφάσματα. Αμέσως μετά την κατοχή στο σημείο όπου ήταν προπολεμικά το κατάστημα του Ανδρέα Κουτσίνα στεγάστηκε η UNRRA[6], ένας διεθνής οργανισμός περίθαλψης των θυμάτων πολέμου. Σύμφωνα με τον Γιώργο Ζιαζιά, όταν η UNRRA αποσύρθηκε, στον χώρο αυτό εγκατέστησε τα γραφεία της τον Μάρτιο του 1947 η Τ.Α.Ε. (Τεχνικές Αεροπορικές Εκμεταλλεύσεις), αεροπορική εταιρεία δημοσίου συμφέροντος, και άρχισε άμεσα η αεροπορική συγκοινωνία Αθηνών-Λαρίσης-Θεσσαλονίκης[7]. Μετά το 1951 στο κατάστημα αυτό στεγάστηκε η Εμπορική Ένωση. Ιδιοκτήτες του ήταν ο Τάκης Χατζής και ο Παναγιώτης Στωικίδης[8]. Σήμερα στο σημείο αυτό υπάρχει το εμπορικό κατάστημα Δ. Μισδραχής και Υιοί Ο.Ε.
--Δίπλα από το εμπορικό του Ανδρέα Κουτσίνα υπήρχε προπολεμικά το κατάστημα γουναρικών του Θεόδωρου Μπαλάνου και στη γωνία Ερμού-Βενιζέλου ο Σωτήριος Α. Λαγός, ο οποίος επισκεύαζε και πωλούσε ωρολόγια και κοσμήματα, όπως μας πληροφορεί η επιγραφή του καταστήματός του στη φωτογραφία, η οποία δημοσιεύεται σήμερα. Ο Σωτ. Λαγός είχε τη φήμη άριστου τεχνίτη και σ’ αυτόν κατέφευγαν οι παλιοί Λαρισαίοι για να διορθώσουν τα ρολόγια τσέπης που οι περισσότεροι είχαν στα γιλέκα τους. Ο Σωτήρης είχε την τέχνη να τα ανανεώνει και να παρατείνει τη λειτουργία τους. Μεταπολεμικά στη θέση αυτή στεγάστηκε το κατάστημα γυναικείων τσαντών και μπιζού "Κοντεσίνα" του Γεωργίου Κουρέλλου, το οποίο αργότερα το λειτούργησε ο ανεψιός του Ιωάννης Κουρέλος.
(Συνεχίζεται)
-----------------------------------------------
[1]. Θα πρέπει να διορθώσουμε ένα λάθος το οποίο παρεισέφρησε στο κείμενο της περασμένης Τετάρτης και επισήμανε ο κ. Μαγκαλίδης. Η Τούλα, η Φιφή και ο Θεόδωρος Αξενίδης ήταν μικρότερα αδέλφια του Κώστα Αξενίδη και όχι παιδιά του. Παλαιότερα σε τέτοιες περιπτώσεις οι δημοσιογράφοι ανέφεραν ότι το λάθος οφειλόταν στον "δαίμονα του τυπογραφείου", σήμερα αποδίδεται στον "δαίμονα του διαδικτύου", η αλήθεια όμως είναι ότι οφείλεται στην εσφαλμένη καθοδήγηση των πλήκτρων του υπολογιστή που χειρίζεται ο υποφαινόμενος.
[2]. Η κατοικία του βρισκόταν στην ανατολική πλευρά της πλατείας Ταχυδρομείου, ενώ του αδελφού του στην οδό Παπακυριαζή. Και οι δύο κατοικίες ήταν ιδιόκτητες και κατασκευαστής τους ήταν ο εργολάβος Δημήτριος Πουλιάδης. Όταν τα πράγματα στη δουλειά τους άρχισαν να μην πηγαίνουν οικονομικά καλά για τους αδελφούς Αντωνιάδη, ίσως και από την πολυτελή ζωή τους, αποφάσισαν στις αρχές της δεκαετίας του 1930 να εγκαταλείψουν τη Λάρισα και να εγκατασταθούν στην Αθήνα, ενώ τις κατοικίες τους τις αγόρασε ο έμπορος υαλικών Ιωάννης Αλεξάνδρου. Το κτίριο στην πλατεία Ταχυδρομείου μετατράπηκε σε ξενοδοχείο με την ονομασία "Τέμπη", ενώ στο άλλο της οδού Παπακυριαζή μετακόμισε η οικογένεια του αγοραστή. Το τελευταίο διατηρείται μέχρι και σήμερα, με ορισμένες επεμβάσεις στον όροφο έπειτα από τον σεισμό του 1941, και σ' αυτό διαμένει ο γιος του Δημήτριος.
[3].Βλέπε: Παπαθεοδώρου Νικόλαος, Η Στοά Κουτσίνα. εφ. "Ελευθερία", Λάρισα, φύλλα της 28ης Φεβρουαρίου, 7ης και 14ης Μαρτίου 2018.
[4]. Σιάουλο ονομαζόταν ο ανοικτός χώρος, ο οποίος υπάρχει και σήμερα και δημιουργείται από τη συμβολή των οδών 28ης Οκτωβρίου, 23ης Οκτωβρίου, Νικηταρά, Ογλ και Κύπρου.
[5]. Ζιαζιάς Γεώργιος. Αναζητώντας τη χαμένη Λάρισα. Πενήντα χρόνια μνήμες και αναπολήσεις (1900-1950), τόμ. Β΄, Λάρισα (2000) σελ. 12.
[6]. Η UNRRA (United Nations Relief and Rehabilitation Administration) ήταν ένας Οργανισμός Περίθαλψης και Αποκατάστασης των Ηνωμένων Εθνών, στον οποίο πρωτοστατούσαν οι Ηνωμένες Πολιτείες. Σκοπός της ήταν η μέριμνα για την περίθαλψη θυμάτων πολέμου σε κάθε πληγείσα χώρα, σε τομείς όπως ένδυση, σίτιση, ιατροφαρμακευτική περίθαλψη, κλπ.
[7]. Το 1951 με πρωτοβουλία της κυβέρνησης η Τ.Α.Ε. και άλλες τρεις αεροπορικές εταιρείες που υπήρχαν τότε στην Ελλάδα συγχωνεύθηκαν σε μία και δημιουργήθηκε η Ολυμπιακή Αεροπορία.
[8]. Ο Παναγιώτης Στωικίδης είναι γιος του παλιού πρωτοψάλτη του ναού του Αγ. Νικολάου και κατόπιν του μητροπολιτικού ναού του Αγ. Αχιλλίου Πλάτωνα Στωικίδη και αδελφός του Νικολάου Στωικίδη, διευθυντή παλαιότερα του Δημοτικού Αστεροσκοπείου Λάρισας "Αριστεύς" στη Γιάννουλη.

Δευτέρα 10 Φεβρουαρίου 2020

ΛΑΡΙΣΑ. Μια εικόνα, χίλιες λέξεις…

Το Διοικητήριο του Β΄ Σώματος Στρατού


Το αρχοντικό του Κων. Σκαλιώρα όπως μετατράπηκε σε Διοικητήριο του Β΄ Σώματος Στρατού. Επιστολικό δελτάριο αρ. 27 . Περίπου 1935-1936. Συλλογή του Αντώνη Γαλερίδη.Το αρχοντικό του Κων. Σκαλιώρα όπως μετατράπηκε σε Διοικητήριο του Β΄ Σώματος Στρατού. Επιστολικό δελτάριο αρ. 27 . Περίπου 1935-1936. Συλλογή του Αντώνη Γαλερίδη.
Η σημερινή εικόνα μάς επιβεβαιώνει τους στενούς δεσμούς που είχε η πόλη μας ανέκαθεν με το στράτευμα.
Δεν θα αναφερθώ στην παρουσία χιλιάδων στρατιωτών του οθωμανικού στρατού κατά τη διάρκεια της τουρκοκρατίας, που έχουν περιγράψει όλοι σχεδόν οι ξένοι περιηγητές, οι οποίοι πέρασαν από τη Λάρισα αυτό το διάστημα. Όμως και μετά την ενσωμάτωση της Θεσσαλίας στο ελληνικό κράτος το 1881, η Λάρισα ως ακριτική πόλη φιλοξενούσε αρκετούς στρατιωτικούς σχηματισμούς, για τους οποίους δεν υπήρχαν χώροι στρατωνισμού. Για τον λόγο αυτό το 1886 είχε ανατεθεί στους Κων. Σκαλιώρα και σε εργολάβο του Βόλου να κατασκευάσουν πολλούς και μεγάλους θαλάμους, οι οποίοι θα μπορούσαν να φιλοξενήσουν μέχρι και 10.000 στρατιώτες[1]. Λέγεται δε ότι από τα κέρδη της επιχείρησης αυτής ο Κων. Σκαλιώρας έχτισε το αρχοντικό του, το οποίο απεικονίζεται στη σημερινή φωτογραφία. Αντιλαμβάνεται κανείς ότι η παρουσία τόσου μεγάλου αριθμού αξιωματικών και στρατιωτών είχε ευεργετικές επιδράσεις στην οικονομία της πόλης από κάθε άποψη. Το γεγονός αυτό συνεχίζεται μέχρι και τις μέρες μας και αποτέλεσε σημαντικό παράγοντα ανάπτυξης της πόλης μας όλα αυτά τα χρόνια.
Αλλά και μέσα στην πόλη υπήρχαν κτίρια, στα οποία από τις αρχές του 20ού αιώνα στεγάζονταν οι διοικητικές υπηρεσίες διαφόρων στρατιωτικών σχηματισμών.
--Η 1η Μεραρχία Πεζικού είχε το στρατηγείο της στο αρχοντικό Στεφάνοβικ[2], το οποίο βρισκόταν στην αρχή της οδού Παπακυριαζή, κατεδαφίσθηκε μετά τον σεισμό του 1954 και στο σημείο αυτό στεγάζονται σήμερα σε απλά ισόγεια κτίσματα το στρατιωτικό πρατήριο και το στρατιωτικό οδοντιατρείο.
--Το Διοικητήριο της 1ης Ταξιαρχίας Ιππικού στεγαζόταν στον πρώτο όροφο κτιρίου ιδιοκτησίας του μεγαλοκτηματία Αθ. Κατσαούνη. Βρισκόταν στη νότια πλευρά της πλατείας, εκεί όπου σήμερα είναι ο πεζόδρομος Μαρίνου Αντύπα και κατά την κατοχή της Λάρισας από τους Γάλλους το 1917 στα ίδια γραφεία είχε εγκαταστήσει το στρατηγείο του ο στρατηγός Venel.
--Το Φρουραρχείο στεγαζόταν στη αρχή της οδού Μανωλάκη, στη γωνία με την οδό Απόλλωνος. Καταστράφηκε από τις κακουχίες της κατοχής (σεισμός, βομβαρδισμοί) και μεταπολεμικά σε ένα μικρό κτίσμα στέγασε σύστημα Προσκόπων, ενώ ο υπόλοιπος χώρος μετατράπηκε σε γήπεδο μπάσκετ όπου έπαιζαν οι ομάδες Αριστεύς, Γυμναστικός Σύλλογος, Άρης. Σήμερα στη θέση αυτή έχει ανεγερθεί το "σπίτι του στρατηγού".
--Η Λέσχη Αξιωματικών Φρουράς Λαρίσης αρχικά στεγαζόταν στον όροφο του αρχοντικού Νικ. Καρανίκα, το οποίο βρισκόταν στη νοτιοδυτική πλευρά της πλατείας. Μετά την εξαγορά το 1935 ως ανταλλάξιμου κτιρίου του μεγάρου του Οθωμανού Μεχμέτ Χατζημέτου (Λέσχη Ασλάνη), παραχωρήθηκε στον στρατό και μεταστεγάστηκε σ' αυτό η Στρατιωτική Λέσχη. Στον ίδιο χώρο υπάρχει και σήμερα, αλλά σε διαφορετικό κτήριο, το οποίο εγκαινιάστηκε τα 1954.
--Από τα τέλη της δεκαετίας του 1920 είχε αποφασισθεί ήδη η μεταφορά της έδρας του Β΄ Σώματος Στρατού στη Λάρισα και η πολιτεία αναζητούσε ευπρεπές κτίριο για να στεγαστεί το Διοικητήριό του. Διαβάζουμε σε εφημερίδα της Κυβερνήσεως απόφαση της Ελληνικής Δημοκρατίας, υπογεγραμμένη στις 14 Αυγούστου 1931 από τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας Αλέξανδρο Ζαΐμη και τον υπουργό Στρατιωτικών Γ. Κατεχάκη, για την απαλλοτρίωση στη Λάρισα χώρου εκτάσεως 1331,5 m2, με σκοπό τη μόνιμη εγκατάσταση του εδρεύοντος πλέον στη Λάρισα Β΄ Σ.Σ. Η έκταση αυτή περιλάμβανε το οικόπεδο όπου βρισκόταν το αρχοντικό του Κων. Σκαλιώρα, το οποίο ανήκε στους κληρονόμους του και τα διπλανά οικόπεδα με κατοικίες της χήρας Σαμολαδά και του Νικολάου Αγκωνάκη. Οι συνθήκες για την εγκατάσταση του Διοικητηρίου του Β΄ Σ.Σ. στο αρχοντικό Σκαλιώρα ήταν πολύ δύσκολες, καθώς στο κτέριο είχε εγκατασταθεί από τον Μάρτιο του 1919 η "Λαρισαϊκή Λέσχη"[3]. Τελικά η τελευταία δέχτηκε να αποχωρήσει έπειτα από πολύ μεγάλες πιέσεις και κυρίως έπειτα από την ψήφιση νόμου "περί αναγκαστικής απαλλοτριώσεως αγροτικών και αστικών κτημάτων προς ανέγερσιν στρατιωτικών ή ναυτικών κτιρίων", ο οποίος εγκρίθηκε από το Υπουργικό Συμβούλιο την 4η Αυγούστου 1931.
Με την εγκατάσταση στο αρχοντικό Σκαλιώρα του Διοικητηρίου του Β΄ Σώματος Στρατού, το εν λόγω κτίριο πήρε τη μορφή που έχει στη φωτογραφία, η οποία συνοδεύει το σημερινό κείμενο. Επειδή η λήψη της φωτογραφίας έγινε περί το 1935-36[4], το Διοικητήριο φέρει στην κορυφή της στέγης το βασιλικό σύμβολο, την κορώνα, ενώ στον εξώστη του ορόφου υπάρχει η επιγραφή "Β΄ Σώμα Στρατού".
Για το όμορφο αυτό κτίριο έχουμε γράψει επανειλημμένως[5]. Από τις αρχές του 20ου αιώνα μέχρι το 1919 κατοικούσε σ' αυτό κατά διαστήματα ο πρίγκιπας Ανδρέας, γιος του βασιλιά Γεωργίου Α΄ και αδελφός του Κωνσταντίνου, με τη σύζυγό του Αλίκη. Η παρουσία του δικαιολογείται από το γεγονός ότι υπηρετούσε στην 1η Ταξιαρχία Ιππικού, η οποία είχε έδρα τη Λάρισα. Στη φωτογραφία θα πρέπει να προσεχθεί και ο ψηλός σιδερένιος στύλος στο πεζοδρόμιο των σημερινών οδών Πατρόκλου κα Ρούσβελτ. Πρόκειται για στύλο της Ε.Υ.Η.Λ. "Εταιρεία Ύδρευσης Ηλεκτρισμού Λαρίσης", ο οποίος καλύπτει μικρό μέρος του αρχοντικού. Πρόκειται για στύλο ηλεκτρικών καλωδίων της Εταιρείας. Παρόμοιοι υπήρχαν και σε πολλά άλλα σημεία της Λάρισας. Μάλιστα ελάχιστους εξ αυτών συναντούμε και σήμερα.
-----------------------------------------------------
[1]. Χαρακτικά από τον "ατυχή" ελληνοτουρκικό πόλεμο επιβεβαιώνουν την παρουσία των στρατώνων αυτών στο νοτιοδυτικό τμήμα της Λάρισας. Βλέπε: εφ. Le Monde IllustreParis, 1 Μαΐου 1897, σελ 277, δημοσιευμένο στο ημέτερο βιβλίο "Η Λάρισα στα χαρακτικά των Ευρωπαίων περιηγητών. 16ος - 19ος αιώνας", Λάρισα (2006) σελ. 129. Μάλιστα οι θάλαμοι αυτοί απεικονίζονται και σε φωτογραφίες από την παρουσία των Γάλλων το 1917, ορισμένοι δε απ' αυτούς υπάρχουν μέχρι και σήμερα με κάποιες βελτιώσεις.
[2]. Αρκετές φωτογραφίες του κτιρίου Στεφάνοβικ της περιόδου, όπου στέγαζε την 1η Μεραρχία, υπάρχουν στο αρχείο Ε.Λ.Ι.Α. του Μορφωτικού Ιδρύματος της Εθνικής Τράπεζας.
[3]. Η "Λαρισαϊκή Λέσχη" ήταν μια κλειστή ιδιωτική ανδρική λέσχη, κατά το πρότυπο των λεσχών της Μεγ. Βρετανίας, στην οποία συγκεντρωνόταν όλη η καλή και εύπορη κοινωνία της Λάρισας, έπιναν το τσάι ή τον καφέ τους, συζητούσαν για πολιτικά και άλλα θέματα και χαρτόπαιζαν. Πριν το 1919 στεγαζόταν σε κτίριο επί της οδού Κούμα, δίπλα από το καφεζαχαροπλαστείο "Ο Παράδεισος".
[4]. Ο βασιλιάς Γεώργιος Β΄ βρισκόταν εξόριστος επί 11 χρόνια και επέστρεψε στην Ελλάδα τον Νοέμβριο του 1935, έπειτα από δημοψήφισμα. Επομένως η λήψη της σημερινής φωτογραφίας έγινε μετά την ημερομηνία αυτή.
[5]. Βλέπε: Παπαθεοδώρου Νικόλαος. Το αρχοντικό του Κων. Σκαλιώρα, εφ. "Ελευθερία" Λάρισας, φύλλο της 30ής Δεκεμβρίου 2015. Του ιδίου "Ιχνηλατώντας την παλιά Λάρισα - Β΄". Λάρισα (2018) σελ. 231-234.

Από τον Νικ. Αθ. Παπαθεοδώρου
nikapap@hotmail.com

Πέμπτη 6 Φεβρουαρίου 2020

Ιχνηλατώντας την Παλιά Λάρισα

Η ΟΔΟΣ ΕΡΜΟΥ - Β’

Ο εμπορικότερος δρόμος της Λάρισας


Η σειρά των καταστημάτων της οδού Ερμού όπως ήταν κατά τα πρώτα μεταπολεμικά χρόνια, σύμφωνα με τις αναμνήσεις του Βαγγέλη Βοζαλή, σε σχέδιο του ίδιου.Η σειρά των καταστημάτων της οδού Ερμού όπως ήταν κατά τα πρώτα μεταπολεμικά χρόνια, σύμφωνα με τις αναμνήσεις του Βαγγέλη Βοζαλή, σε σχέδιο του ίδιου.
Σήμερα, έπειτα από καιρό, συνεχίζουμε τον περίπατό μας στην οδό Ερμού. Είχαμε διακόψει απότομα πριν ενάμισι χρόνο (26 Σεπτεμβρίου 2018) για διάφορους λόγους.
Στο πρώτο μας κείμενο γράψαμε γενικά για την εμπορική αυτή οδό και είχαμε αρχίσει την περιγραφή των καταστημάτων της δυτικής πλευράς, αρχίζοντας από την οδό Κύπρου. Θα πρέπει να θυμίσουμε ότι βασικός οδηγός μας είναι ο Βαγγέλης Βοζαλής, ο οποίος μαθήτευσε και εργάστηκε επί χρόνια σε καταστήματα της οδού Ερμού και θυμάται πολλές λεπτομέρειες όχι μόνον από τους εκάστοτε καταστηματάρχες, αλλά και διάφορα χαριτωμένα επεισόδια που λάμβαναν χώρα στην καθημερινή ζωή τους κατά την μεταπολεμική περίοδο. Για την παλαιότερη περίοδο συμβουλευτήκαμε τα γραπτά με τις αναμνήσεις του δημοσιογράφου Κώστα Περραιβού στις εφημερίδες "Λάρισα" και "Ελευθερία", τα βιβλία του δικηγόρου και ιστορικού της Λάρισας Γιώργου Ζιαζιά και τις προπολεμικές τοπικές εφημερίδες, όσες έχουν διασωθεί.
--Μετά το Χρυσοχοείο του Σάπκα συναντάμε στο σχέδιο το κατάστημα γυναικείων υφασμάτων των Πέτρου Κολούντζου και Αντώνη Μπεκιαρόπουλου. Πιο πριν σ’ αυτή τη θέση ήταν το εμπορικό κατάστημα των αδελφών Αγαθοκλή και Αποστόλου Σιάφου το οποίο είχε ως επί το πλείστον ανδρικά είδη. Κατά τον πρώτο παγκόσμιο πόλεμο, όταν τα δύο αδέλφια επιστρατεύθηκαν, για να μη σταματήσει το κατάστημα τη λειτουργία του, ανέλαβε τη διεύθυνσή του η αδελφή τους Αθανασία, παραβιάζοντας τις προλήψεις της εποχής εκείνης που ήθελαν τη γυναίκα να ασχολείται "με τα του οίκου της". Ουσιαστικά πρέπει να ήταν η πρώτη γυναίκα της Λάρισας, η οποία λόγω ανάγκης αναλάμβανε κατάστημα και μάλιστα με ανδρικά είδη. Παρά τις αντίξοες πολεμικές συνθήκες το κατάστημα δούλεψε πολύ καλά και όταν τελείωσε ο πόλεμος και τα δύο αδέλφια επέστρεψαν στη Λάρισα, βρήκαν την επιχείρησή τους περισσότερο ανεπτυγμένη από πριν. Όπως ήταν φυσικό, η Αθανασία αποσύρθηκε από το κατάστημα και παντρεύτηκε τον αξιωματικό Κώστα Τουρτούρη. Μαζί του απέκτησε μια κόρη η οποία παντρεύτηκε τον δημοσιογράφο και πολιτικό Τάκη Γεωργίου[1].
--Συνεχόμενο με το προηγούμενο ήταν το κατάστημα του Σοφοκλή Τσαμκόσογλου. Ήταν πρόσφυγας στην πόλη μας, πωλούσε ανδρικά υφάσματα και αργότερα το ενοικίασε στον Λευθέρη Χωριανόπουλο. Ο τελευταίος διατηρούσε εργοστάσιο πλεκτών ρούχων στη Β. Ελλάδα, τα οποία εμπορεύονταν σε όλη την Ελλάδα, ανοίγοντας πρατήρια σε διάφορες πόλεις. Στο πρατήριο της Λάρισας για ένα διάστημα υπεύθυνη ήταν η Γωγώ Κωστίμπα. Προπολεμικά στο ίδιο σημείο είχε το εμπορικό του κατάστημα ο Ιωάννης Μπαλταδώρος, ένας πανέξυπνος άνθρωπος. Διατηρούσε ένα από τα μεγαλύτερα και σπουδαιότερα καταστήματα της προπολεμικής Λάρισας στο οποίο πωλούσε υφάσματα και είδη πολυτελείας για γυναίκες. Το όνομά του συνδέεται και με το γεγονός ότι ήταν από τους πρώτους ο οποίος κυκλοφόρησε ιδιωτικό αυτοκίνητο στη Λάρισα[2]. Επίσης είχε το πάθος της πολιτικής χωρίς όμως να πολιτεύεται και ήταν φίλος με τον Αγαμέμνονα Σλήμαν, τον οποίο υποστήριζε προεκλογικά. Όταν λίγο πριν από τον πόλεμο του ‘40 ο Ιωάννης Μπαλταδώρος τερμάτισε την επαγγελματική του σταδιοδρομία, το μαγαζί του το πήρε, όπως αναφέρθηκε, ο Σοφοκλής Τσαμκόσογλου.
--Ακολουθούσε, σύμφωνα με τον Βαγγέλη Βοζαλή, το κατάστημα γυναικείων υφασμάτων του Ανδρέα Δαλαμπύρα. Παλαιότερα το μαγαζί αυτό στέγασε για μερικά χρόνια τον εμποροράφτη Στεφανόπουλο, ο οποίος θεωρείτο ως ένας από τους καλύτερους σύγχρονους ράφτες (φραγκοράφτες) κατά την εποχή του μεσοπολέμου. Όταν αργότερα δημιουργήθηκε η Στοά Κουτσίνα, μετέφερε το ραφείο του στον πρώτο όροφο. Λίγο πριν από τον πόλεμο του ‘40 κατέφυγε στον Σταυρό Φαρσάλων, όπου και χάθηκε. Κατόπιν το ίδιο κατάστημα χρησιμοποιήθηκε από την ομόρρυθμο Εταιρεία Δαλαμπύρας-Παπαϊωάννου-Αντωνίου και τελικά έμεινε στον Ανδρέα Δαλαμπύρα, που μετά τον θάνατο τον διαδέχθηκαν τα παιδιά του Ιωάννης και Δημήτριος Δαλαμπύρας, οι οποίοι συνεχίζουν μέχρι σήμερα με επιτυχία την επιχείρηση.
--Δίπλα ήταν το εμπορικό κατάστημα του Κωνσταντίνου Αξενίδη. Παλαιότερα συναντάμε στο σημείο αυτό το εμπορικό του Ευθυμίου Χατζηευθυμίου και κατόπιν το κατάστημα του Δήμου Κωσταρίγκα. Ο τελευταίος καταγόταν από το τη Βερδικούσια Ελασσόνας, απ’ όπου ήρθε νεότατος στη Λάρισα και εργάσθηκε για πολλά χρόνια ως εμποροϋπάλληλος, κατόπιν ως πλανόδιος πωλητής και όταν αισθάνθηκε οικονομικά ασφαλής άνοιξε το εμπορικό κατάστημα της οδού Ερμού. Μετά τον Κωσταρίγκα το μαγαζί το πήρε ο Κώστας Αξενίδης, ο οποίος αργότερα το μετέφερε στο ιδιόκτητο, όπου και συνεχίζει την επιχείρησή του. Ο Κώστας Αξενίδης είχε δύο κόρες, τη Φιφή και τη Ρούλα και ένα γιο τον Θεόδωρο. Η Φιφή (Ευφημία) παντρεύτηκε τον φαρμακοποιό και επί σειρά ετών διευθυντή του Δημοτικού Ωδείου Βάσο Κυλικά, ενώ η Τούλα παρέμεινε άγαμος και μέχρι τον θάνατό της διαχειριζόταν το κατάστημα. Ο γιος του Θεόδωρος σπούδασε στη Φιλοσοφική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών και ακολούθησε πανεπιστημιακή καριέρα. Με τα πολλά ιστορικά συγγράμματά του κατατάσσεται στους επιφανείς ιστορικούς της Λάρισας. Στο ίδιο μαγαζί είχε στεγασθεί για ένα μικρό διάστημα ο δικηγόρος Στέφανος Παπαδόπουλος, ο οποίος αργότερα το μετέφερε στην οδό Μανωλάκη, στα καταστήματα Καλούση. Στην κατοχή οι Ιταλοί τον συνέλαβαν όμηρο και κατά τη μεταφορά του στην Ιταλία με το πλοίο Citta di Genova πνίγηκε στα νερά της Αδριατικής όταν το πλοίο τους τορπιλίσθηκε. Στο ίδιο κατάστημα στεγάσθηκε και ο Θωμάς Ψυχούλης, ο οποίος πωλούσε νήματα για πλέξιμο, εργασία την οποία συνέχισε με επιτυχία και ο γιος του Κώστας στον ίδιο δρόμο, αλλά σε άλλο κατάστημα απέναντι, στην ανατολική πλευρά του δρόμου, όπως θα δούμε στη συνέχεια[3].
--Στη συνέχεια ο Βαγγέλης Βοζαλής τοποθετεί το κατάστημα που είχαν συνεταιρικά ο Θεόδωρος Παπαϊωάννου με τον Γιώργο Καματερόπουλο οι οποίοι εμπορεύονταν γυναικεία υφάσματα. Ο πρώτος απέκτησε δύο τέκνα, τη Μαρίνα και τον Ανδρέα, ενώ ο δεύτερος ήταν άτεκνος.
--Ακολουθούσε το γουναράδικο του Βασιλείου Γώγου. Η οικογένεια Γώγου από προπολεμικά διατηρούσε ένα από τα καλύτερα καταστήματα γουναρικών στη Λάρισα, ιδιόκτητο, με μεγάλη πελατεία και συνεχίζει μέχρι σήμερα με τους απογόνους του.
--Τα πρώτα μεταπολεμικά χρόνια βρίσκουμε στη συνέχεια το εμπορικό κατάστημα της οικογένειας Σιρινιάν. Είχαν έλθει στη Λάρισα το 1918 πρόσφυγες και με σκληρή δουλειά κατόρθωσαν να ανοίξουν αρχικά κατάστημα στην οδό Μακεδονίας (Βενιζέλου) με την επωνυμία Σετράκ Σιρινιάν και Σία. Γύρω στα 1946 το κατάστημα μεταφέρθηκε στην Ερμού στο σημείο όπου περιγράψαμε και το 1967 εγκαινιάστηκε το νέο μεγάλο κατάστημα του Ονίκ Σιρινιάν λίγο πιο κάτω, στην οδό Ρούσβελτ. Παλαιότερα το κατάστημα αυτό στην Ερμού το είχε ο Ιωάννης Μάναγας με το όνομα "Παναθήναια" και το εμπόρευμά του ήταν υφάσματα και άλλα γυναικεία είδη (μπλούζες πλεκτές μεταξωτές και άλλα ψιλικά). Ο Ιωάννης Μάναγας είχε τρία παιδιά, τη Νίνη, η οποία εργαζόταν στο Δημοτικό Ωδείο, τον Δημήτριο, ο οποίος έγινε διευθυντής στην Εμπορική Τράπεζα και την Αθηναΐδα. Περί το 1928 το είχαν οι αδελφοί Αγαθοκλής και Στέφανος Παπαδόπουλος οι οποίο πωλούσαν το ίδιο εμπόρευμα όπως και οι προηγούμενοι, το οποίο ερχόταν από τη Γαλλία και την Αγγλία κατόπιν παραγγελίας.
--Στη σειρά ακολουθούσε το εμπορικό κατάστημα του Νικ. Τσαντάρα, με ειδικότητα στα γυναικεία υφάσματα. Ο Τσαντάρας είχε δύο αγόρια, τον Μάκη ο οποίος όταν μεγάλωσε έγινε λογιστής και τον Μίμη ο οποίος έγινε δικηγόρος. Όταν έκλεισε το μαγαζί του το αγόρασε ο Κων. Αξενίδης, όπου μετακόμισε μόνιμα πλέον στο δικό του κατάστημα και παρέμεινε σε λειτουργία μέχρι τον θάνατο της κόρης του Τούλας.
(Συνέχεια)
--------------------------------------------------
[1]. Ολύμπιος [Περραιβός Κώστας], Η οδός Ερμού, εφ. "Λάρισα", φύλλο της 9ης Ιουλίου 1973.
[2]. Παπαθεοδώρου Νικόλαος, Το πρώτο αυτοκίνητο που κυκλοφόρησε στη Λάρισα. εφ. "Ελευθερία" φύλλο της 19 Απριλίου 2014 και "Ιχνηλατώντας την παλιά Λάρισα - Α’" , Λάρισα (2016) σελ. 83-86.
[3]. Θέλω να επισημάνω ότι η ακριβής διαχρονική καταγραφή των καταστημάτων της οδού Ερμού, αλλά και άλλων τα οποία βρίσκονται κυρίως σε εμπορικούς δρόμους, είναι πολύ δύσκολη. Οι διαδοχικές ενοικιάσεις ή οι μετακομίσεις σε άλλα σημεία προβληματίζουν τους ερευνητές, οι οποίοι προσπαθούν να βασισθούν σε διάσπαρτα γραπτά κείμενα ή σε αναμνήσεις παλαιοτέρων ατόμων, η αξιοπιστία των οποίων μπορεί να είναι σε κάποια σημεία εσφαλμένη λόγω εξασθενημένης μνήμης. Έτσι η αναφορά μας στην οδό Ερμού θα έχει οπωσδήποτε σφάλματα, τα οποία οι αναγνώστες μπορεί να μας τα επισημάνουν και να είναι σίγουροι ότι κάθε επιπλέον πληροφορία θα είναι καλοδεχούμενη. (τηλ. 6951-004232 και 2410-287450).

Του Νικ. Αθ. Παπαθεοδώρου

Τετάρτη 5 Φεβρουαρίου 2020

ΔΩΛ: 90 χρόνια από την ίδρυσή του


ΔΩΛ: 90 χρόνια  από την ίδρυσή του
Αυτές τις μέρες παρακολουθούμε να εξελίσσεται ένα σημαντικό μουσικό δρώμενο στο Ωδείο, το «ΜΟΥΣΙΚΟΤΡΟΠΟ»1, που έχει πλέον γίνει θεσμός. Είναι απ’ αυτές τις όμορφες σελίδες που έχει γράψει στη ροή του χρόνου το Ωδείο, από τη γέννησή του, που μένουν
ανεξίτηλες. Φέτος, το Δημοτικού Ωδείου της Λάρισας, αυτή η πνευματική μουσική μήτρα, διανύει τα 90 χρόνια από την ίδρυσή του και η εκδήλωση είναι αφιερωμένη σ’ αυτό. Με αφορμή αυτής της επετείου θα αναφερθούμε στα πρώτα βήματα επώασης του Ωδείου της πόλης μας. Ο όρος Ωδείο χρησιμοποιήθηκε στην πόλη μας, από πολύ νωρίς, εκεί όπου έπαιζαν και τραγουδούσαν μουσικές ομάδες (κομπανίες). Έτσι, τα πρώτα χρόνια μετά το 1881 ονομάζονταν τα καφέ Αμάν και τα καφέ Σαντάν. Στη Λάρισα μετά το 1881 οργανωμένοι2 φορείς μουσικής έκφρασης υπήρξαν η Στρατιωτική Μουσική3, η Δημοτική Φιλαρμονική4, ο Μουσικός Σύλλογος5 και τα Σχολεία6. Μόλις εμφανίστηκε μια οργανωμένη προσπάθεια το 1900, η εφημερίδα «Μικρά» έγραψε: «Πολλοί φιλόμουσοι νέοι της πόλεώς μας ίδρυσαν προ τινών ημερών μικρόν νυκτερινόν ωδείον, εν ώ διδάσκονται διάφορα άσματα υπό του καθηγητού της μουσικής κ. Μπαμιέρου»7. Το 1905 έχει δημιουργήσει ιδιωτικό Ωδείο ο Γερμανός μουσικοδιδάσκαλος Ιάκωβος Μπεμ, ο οποίος δίδαξε στη Φιλαρμονική και στο Αρσάκειο. Το 1918 και πάλι η «Μικρά» αναφέρει: «Η μανδολινάτα του [Νικολάου] Σαρρέα μετετράπη εις Ωδείον, πλουτισθέν και διά κλειδοκυμβάλου (πιάνου). Ειδική διδασκάλισσα δε ανέλαβε την διδασκαλίαν αυτού ενώ αι εγγραφαί μαθητών είχαν αρχίσει από της προηγουμένης»8. Υπερτονίζοντας αυτό το γεγονός ο Βάσος Καλογιάννης αναφέρει9 πως από τότε άρχισε η συστηματική μουσική καλλιέργεια του κοινού της Λάρισας. Για το ίδιο θέμα γράφει και ο Βάσος Κυλικάς10: «λειτουργήσασα κατά την περίοδο αυτή Μανδολινάτα Νικολ. Σαρρέα μετατράπηκε το 1918 σε Ωδείο υπό την διεύθυνση του ίδιου και κατόπιν υπό την διεύθυνση του πατέρα του Ιω. Σαρρέα και συνετέλεσε κατά πολύ στη διάδοση των λαϊκών οργάνων». Το 192711 δήμαρχος της Λάρισας είναι ο Μιχαήλ Σάπκας. Αξιοποιώντας αυτήν την ευκαιρία η φιλόμουση γυναίκα του, Ιουλία, παίρνει την πρωτοβουλία «και με συμμετοχή των κυριών Όλγας Μ. Μπούρα, Καλλιόπης Ι. Άρτη, Κατίνας Μ. Ζαρίμπα, Ματθίλδης Νικολ. Φίλιου ιδρύθηκε υπό την προεδρία της πρώτης ο «Σύλλογος Φιλομούσων» συνδρομούμενος με τις δαπάνες του Δήμου Λάρισας και με τα δίδακτρα των μαθητών. Ο Σύλλογος αυτός ήλθε σε επαφή με το Εθνικό Ωδείο Αθηνών και λειτούργησε σαν παράρτημα αυτού και στεγάσθηκε στο οίκημα του φωτογράφου Γερ. Δαφνοπούλου στη διασταύρωση των οδών Μεγ. Αλεξάνδρου και Πατρόκλου. Σ’ αυτό δίδαξαν οι καθηγητές Γ. Δαγιάσης και Α. Τσάπαλος (βιολί) και οι δεσποινίδες Πιπίνα Κρόελ και Ελένη Διοσκουρίδου (πιάνο)»12. Στις 27 Γενάρη 1930 το Δημοτικό Συμβούλιο της Λάρισας, κατά τη διάρκεια συζήτησης ψήφισης του προϋπολογισμού εσόδων και εξόδων έτους 1930-1931, ο Δήμαρχος εισηγήθηκε την υιοθέτηση του υπάρχοντος Ωδείου από τον Δήμο και να μετατραπεί σε «Δημοτικό Ίδρυμα». Συγκεκριμένα, ο Δήμαρχος και εξήρε την αξία που έχει για την πόλη η ύπαρξη και η λειτουργία του Ωδείου. Πρότεινε να υιοθετηθεί από τον Δήμο και να χαρακτηρισθεί Δημοτικό Ωδείο, αφού έτσι κι αλλιώς ο πιο σημαντικός χορηγός ήταν ο Δήμος. Την πρόταση του Δημάρχου αποδέχτηκε παμψηφεί το Δ.Σ. θεωρώντας το Ωδείο «Δημοτικό Ίδρυμα» και από τη μέρα αυτή το Ωδείο αποτέλεσε τον πλοηγό, αφού χάραξε τη ρώτα των μουσικών σπουδών στη Λάρισα. Μετά την έκδοση και του Νομοθετικού Διατάγματος της 17ης Νοέμβρη 1930, άρχισε να λειτουργεί ως Νομικό Πρόσωπο Δ.Δ.. Διοικούνταν από εξαμελή Επιτροπή και πάντα υπό την προεδρία του εκάστοτε Δημάρχου. Από τότε λειτούργησε απρόσκοπτα ως το 1940. Στα χρόνια του πολέμου έκλεισε, όπως όλα τα σχολεία της πόλης και η περιουσία του λεηλατήθηκε από τα στρατεύματα κατοχής. Επαναλειτούργησε από το 1947 γράφοντας ακατάπαυστα τη μουσική ιστορία της πόλης, αφού υπήρξε ο Άτλας του λαρισινού πολιτισμού. 1 Εμπνευστής, καλλιτεχνικός διευθυντής και «ψυχή» του «Μουσικότροπου» - ενός πολυποίκιλου μουσικού δρώμενου - είναι ο εξαιρετικός και εμβαθύς δάσκαλος του πιάνου Χρήστος Λενούτσος. 2 Εννοούνται εδώ οι οργανωμένοι «φορείς» μουσικής έκφρασης, που στηρίχτηκαν οικονομικά από το κράτος ή τον Δήμο. 3 Αποδόθηκε από διάφορες στρατιωτικές μονάδες, όπως από την μπάντα του Β’ Σ.Σ., της Φρουράς Λάρισας, της 1ης Μεραρχίας, του Εμπέδου Πεζικού κ.λπ. 4 Η Δημοτική Φιλαρμονική ξέρουμε σίγουρα πως λειτουργούσε τον Απρίλη του 1897, αφού βρέθηκε ονομαστικά μισθολογική κατάσταση του αρχιμουσικού και των μουσικών που την συγκροτούσαν. 5 Ο Μουσικός και Γυμναστικός Σύλλογος ιδρύθηκε στις 22 Οκτώβρη 1900, και ήταν το πρώτο πολυποίκιλο μουσικό σχήμα που ίδρυσε μουσική σχολή, Φιλαρμονική και χορωδίες. 6 Τα σχολεία όλων των βαθμίδων, μα ιδιαίτερα το Γυμνάσιο, το Διδασκαλείο, το Παρθεναγωγείο, με κορυφαίο στην εφαρμογή των νέων παιδαγωγικών μεθόδων το Αρσάκειο, έκαναν σημαντική δουλειά και λειτούργησαν σαν φυτώρια μουσικής παιδείας. 7 «Μικρά» της Λάρισας, 05.03.1900. 8 «Μικρά» της Λάρισας, 25.09.1918. 9 «Ελευθερία» της Λάρισας 13.02.1948. 10 Βάσος Κυλικάς, «Μουσική Κίνηση της Λάρισας (1881 – 1931)». Χειρόγραφο κείμενο που έγραψε για το επετειακό λεύκωμα, της Λαογραφικής Εταιρείας των Θεσσαλών, με αφορμή τις πανθεσσαλικές γιορτές της πεντηκονταετηρίδας, από την απελευθέρωση της Θεσσαλίας. 11 Κώστας Περραιβός στην «Ελευθερία» Λάρισας γράφει το 1925. Πιο αξιόπιστη είναι η χρονολογία που μας δίνει ο Β. Κυλικάς που εμπλεκόταν άμεσα εκείνη την περίοδο με τα μουσικά δρώμενα. 12 Βάσος Κυλικάς, ό.π.
Γράφει ο Τάκης Μπάρμπας*
*ΜΠΑΡΜΠΑΣ ΔΗΜΗΤΡΗΣ Takis-mp@hotmail.com