Τετάρτη 28 Σεπτεμβρίου 2022

 

ΛΑΡΙΣΑ ΜΙΑ ΕΙΚΟΝΑ, ΧΙΛΙΕΣ ΛΕΞΕΙΣ...

Ο Διάδοχος Κωνσταντίνος στα Ανάκτορα της Λάρισας


Ο Διάδοχος της Ελλάδος Κωνσταντίνος ζωγραφισμένος εκ του φυσικού  στα βασιλικά ανάκτορα της Λάρισας σε στιγμή χαλάρωσης.  εφ. The Illustrated London News, 24 Απριλίου 1897. Χαρακτικό του Seppings Wright.Ο Διάδοχος της Ελλάδος Κωνσταντίνος ζωγραφισμένος εκ του φυσικού στα βασιλικά ανάκτορα της Λάρισας σε στιγμή χαλάρωσης. εφ. The Illustrated London News, 24 Απριλίου 1897. Χαρακτικό του Seppings Wright.

Η σημερινή εικόνα είναι ιστορική. Εμφανίζει τον διάδοχο του ελληνικού θρόνου Κωνσταντίνο ασκεπή να αναπαύεται σε μια σεζλόνγκ (ανάκλιντρο) έξω από τα βασιλικά ανάκτορα της Λάρισας.

Βρίσκεται σε στιγμές χαλάρωσης και αυτό φαίνεται καθαρά από το πηλίκιό του που είναι κυριολεκτικά «πεταμένο» ανάποδα κάτω στο έδαφος. Ήταν οι ημέρες πριν από την έναρξη του ελληνοτουρκικού πολέμου του 1897 και οι πρώτες αψιμαχίες είχαν αρχίσει ήδη να εκδηλώνονται. Ο διάδοχος Κωνσταντίνος είχε ορισθεί αρχηγός των Ενόπλων Δυνάμεων και με τους συνεργάτες του είχε ορίσει ως έδρα του επιτελικού του γραφείου τα ανάκτορα [1]. Εν τω μεταξύ ο αναμενόμενος πόλεμος είχε προσελκύσει το παγκόσμιο ενδιαφέρον και στη Λάρισα είχαν φθάσει εκατοντάδες δημοσιογράφοι, απεσταλμένοι των μεγαλυτέρων Μέσων Ενημέρωσης της εποχής απ’ όλο τον κόσμο [2], με σκοπό να καλύψουν τις πολεμικές συγκρούσεις. Τα βασιλικά ανάκτορα της Λάρισας βρισκόταν στην πλατεία του Αγίου Βησσαρίωνος, ακριβώς στο σημείο όπου σήμερα υψώνεται το συγκρότημα του Δημοτικού Ωδείου.
Ο διάδοχος Κωνσταντίνος έφθασε στη Λάρισα στις 17 Μαρτίου (με το παλιό ημερολόγιο) 1897, συνοδευόμενος από τον αδελφό του πρίγκιπα Νικόλαο, για να αναλάβει την αρχηγία του στρατού στη διαγραφόμενη ελληνοτουρκική σύρραξη. Λίγες ημέρες μετά, στις 25 Μαρτίου 1897, γιορτάστηκε η εθνική επέτειος, την οποία η Αμαλία Παπασταύρου περιγράφει στο βιβλίο της ως εξής: «Η ημέρα αυτή επανηγυρίσθη ως συνήθως και μάλιστα επιδεικτικώτερον χάρις εις την παρουσίαν των βασιλικών Πριγκίπων. Δεν έλειψαν ούτε κανονιοβολισμοί, ούτε η πρωινή μουσική ανά τας οδούς της πόλεως ανακρούουσα το εωθινόν, ούτε αι παρατάξεις και δοξολογίαι και επί πλέον επίσημον εν τοις ανακτόροις γεύμα, εις ό παρεκάθησαν και Οθωμανοί! Και η πλατεία των δικαστηρίων εφωταγωγήθη και πυροτεχνήματα εκάησαν και μουσική επαιάνισε μέχρι βαθείας νυκτός…». Και πιο κάτω κατακεραυνώνει τους πρίγκιπες και τους επιτελείς τους: «Πολλήν θυμηδίαν επροξένησεν εις τους εκπλήκτους Λαρισαίους η είδησις εξ Αθηνών ότι ο διάδοχος επί κεφαλής του στρατού ανήλθε και κατέλαβε την Μελούνα, ενώ κάλλιστα εδώ εγνώριζον ενταύθα όλοι ότι ο Κωνσταντίνος έμενεν εις τα ανάκτορα και όταν δεν έπαιζε με τας Αγγλίδας νοσοκόμους, ανεγίνωσκε τα νεώτερα μυθιστορήματα, τα οποία απεστέλλοντο εξ Αθηνών [3].
Για το κτίριο των ανακτόρων έχουμε μια ωραία περιγραφή του παλιού δημάρχου Μιχαήλ Σάπκα, ο οποίος πρόλαβε και το επισκέφθηκε. Γράφει στις χειρόγραφες ανέκδοτες «Αναμνήσεις» του. «Ο διάδοχος μετά της ακολουθίας του εγκατεστάθη εις το μέγαρον του Χαϊρή βέη [4], το κεντρικώτερον και μεγαλοπρεπέστερον κονάκι της Λαρίσης, όπερ έκτοτε εχαρακτηρίσθη ως Ανάκτορον του ελευθερωτού Βασιλέως Γεωργίου του Α’. Ευρίσκετο τούτο εις κεντρικωτάτην θέσιν της πόλεως, ευρυχωρότατον, με δύο ορόφους, με αιθούσας ευρυτάτας, δωμάτια, θαλάμους και προθαλάμους πολλούς. Επιπλωμένον, με πλουσιωτάτους περσικούς τάπητας, μεταξωτά παραπετάσματα και επιτραπέζια σκεύη αργυρά και επίχρυσα. Το πράγματι Βασιλικόν τούτο Μέγαρον ηγείρετο εν μέσω κήπου ωραιοτάτου με άπειρον πρασινάδα, με συστάδας αειθαλών δένδρων και ανθώνας με όλως εξαιρετικά άνθη και με άφθονα ρέοντα ύδατα άτινα προωθούντο εκ του Πηνειού ποταμού δι’ ανυψωτικής αντλίας, τοποθετημένης εις τον παρά τον Πηνειόν ποταμόν ατμόμυλον των Χρ. Γεωργιάδου [5] και Ιωάννου. Διά την συντήρησιν του θαυμαστού αυτού κήπου ήσαν εις την υπηρεσίαν του Μεγάρου κηπουροί και ειδικοί ανθοκόμοι. Διά την άρδευσιν και το πότισμα υπήρχε ειδική δεξαμενή εις τον κήπον».
Η τύχη του ανακτόρου αυτού είναι γνωστή. Μετά τη δολοφονία του βασιλιά Γεωργίου Α’ στη Θεσσαλονίκη το 1913, περιήλθε κληρονομικά στην ιδιοκτησία του πρίγκιπα Νικολάου. Οι υπασπιστές του ήλθαν σε επαφή το 1915 με τον δήμαρχο Λαρίσης, που τότε ήταν ο Μιχαήλ Σάπκας και τελικά το 1916 διευθετήθηκε η πώληση όχι μόνον του κτιρίου, αλλά και του περιβάλλοντος χώρου, ο οποίος περιλάμβανε και τη σημερινή πλατεία Αγ. Βησσαρίωνος.

 

[1]. Είναι γνωστό και από άλλα δημοσιεύματα ότι στις αρχές Οκτωβρίου 1881, έναν μήνα μετά την προσάρτηση της Θεσσαλίας στην Ελλάδα, ο βασιλιάς Γεώργιος Α’ είχε επισκεφθεί τη Λάρισα. Κατά τη διάρκεια της παραμονής του στην πόλη μας αγόρασε το κονάκι όπου φιλοξενήθηκε και το οποίο ανήκε σε δύο Οθωμανούς μπέηδες, τον Χουσνή μπέη και τον αδελφό του Χαϊρή μπέη. Κάθε φθινόπωρο, όταν γίνονταν τα μεγάλα γυμνάσια του Ελληνικού Στρατού, ερχόταν για να τα παρακολουθούν πότε ο ίδιος και πότε ο διάδοχος Κωνσταντίνος για 1-2 μήνες. Η Λάρισα την περίοδο εκείνη ήταν ακριτική περιοχή και διέθετε στρατώνες μεγάλης χωρητικότητας (περίπου 10.000 ατόμων).
[2]. Βόγιας Χαράλαμπος, «Ο Ελληνοτουρκικός πόλεμος του 1897. Κινηματογραφικές, Υγειονομικές και άλλες πρωτοτυπίες. Ευρεία Γενική Βιβλιογραφία», Λάρισα, 2017, όπου ο συγγραφέας έχει συγκεντρώσει μια εκτεταμένη βιβλιογραφία του πολέμου.
[3]. Αμαλία Κ. Παπασταύρου, Ημερολόγιον του πολέμου, ανευρεθέν εν Λαρίσση από 1-14 Απριλίου 1897, Αλεξάνδρεια, 1897.
[4]. Ο Χαϊρή μπέης ήταν συνιδιοκτήτης του αρχοντικού αυτού με τον αδελφό του Χουσνή μπέη, ο οποίος όμως είχε φροντίσει να μετακομίσει στην Κωνσταντινούπολη πριν γίνει η ενσωμάτωση της Θεσσαλίας στην Ελλάδα.
[5]. Ο Χρήστος Γεωργιάδης ήταν επιτυχημένος επιχειρηματίας και εν συνεχεία υπήρξε ο πρώτος εκλεγμένος δήμαρχος της Λάρισας για το χρονικό διάστημα (1883-1887). Από τον Σάπκα γίνεται εδώ για πρώτη φορά μνεία της τροφοδοσίας του κτιρίου των ανακτόρων με νερό του Πηνειού, μέσω ειδικής αντλίας.

 

Από τον Νίκο Παπαθεοδώρου
nikapap@hotmail.com

Πέμπτη 22 Σεπτεμβρίου 2022

 

Το Παζάρι της Λάρισας: 134 χρόνια από τη «γένεσή του»


Το Παζάρι της Λάρισας: 134 χρόνια από τη «γένεσή του»

Φέτος, μετά από τις περιπέτειες με τους «κορονοϊούς», ορίστηκε η επαναφορά του «οχταήμερου Παζαριού», που αποτελεί για τη Λάρισα και την ευρύτερη περιοχή το μεγαλύτερο εμπορικό και πολιτιστικό γεγονός που κρατάει πάνω από έναν αιώνα.


Για το «παζάρι» γράφτηκαν πολλά, γιατί αποτέλεσε έναν από τους πρώτους παράγοντες, μετά το 1881, που συνέβαλε στην άνοιξη της Λάρισας. Αυτό παρακίνησε κάποιους να γράψουν πληθώρα υπερβολών και μύθων (όπως συνήθως γίνεται στα σημαντικά γεγονότα), ειδικά για τη χρονολογία «γέννησης» της ετήσιας εμποροπανήγυρης.
Δυστυχώς συνεχίζεται στον τοπικό Τύπο και το διαδίκτυο, από κάποιους «ιστορικούς» να «αυθαιρετούν», όταν αναφέρονται στο ιστορικό του ετήσιου «Παζαριού» και να ξεκινούν με το στερεότυπο: «Η ιστορική εμποροπανήγυρη και ζωοπανήγυρη της πόλης ήταν ένα σημαντικό εμπορικό γεγονός για πολλούς αιώνες στην Κεντρική Ελλάδα, κυρίως στα χρόνια της Τουρκοκρατίας» 1. Αυτά, δυστυχώς, γράφει και ο επίσημος ιστότοπος του Δήμου Λάρισας.
Για αποκατάσταση της ιστορικής πραγματικότητας πρέπει για άλλη μια φορά να αναφερθούμε στις αληθινές ημερομηνίες σύστασης και έναρξης της «ετήσιας εμποροπανήγυρης της Λάρισας».
ΤΑ ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΑ ΓΕΓΟΝΟΤΑ
Κανένας περιηγητής, κανένας ντόπιος ιστορικός συγγραφέας δεν αναφέρει για λαρισινή εμποροπανήγυρη κατά την οθωμανική περίοδο 2, ενώ αναφέρονται3 γι’ αυτές που λειτουργούσαν στην Ελασσόνα, το Μοσχολούρι και το Ζητούνι. Αργότερα, κατά τις αρχές του 19ου αιώνα, αναφέρονται και του Τυρνάβου και των Φαρσάλων 4.
Η σύγχυση μάλλον ξεκινάει από τη λέξη «παζάρι» που προέρχεται από την τούρκικη λέξη pazar, περσικής προέλευσης, που θα πει αγορά. Ο όρος αυτός έχει δημιουργήσει διάφορες στρεβλώσεις επειδή αναφέρεται σ’ όλες τις μορφές αγορών.
Ποιο συγκεκριμένα, στη δυναμική οικονομία της Λάρισας υπήρχαν τρεις 5 μορφές αγορών-παζαριών. Η καθημερινή αγορά συμπεριλάμβανε: α) τα μόνιμα καταστήματα και το μπεζεστένι 6, β) την κεντρική μεγάλη διαρκή αγορά (çarsi), που τη σχημάτιζαν μικρές διακεκριμένες αγορές (τα λεγόμενα «τσαρσιά») που το όνομά τους το έπαιρναν από το είδος των εμπορευμάτων που πωλούνταν σ’ αυτά (αμπατζίδικα, αραμπατζίδικα, καζαντίδικα, ξυλοπάζαρο κ.ά.) και γ) τις εβδομαδιαίες αγορές 7.
Σ’ αυτήν την αιτία αποδίδει ο Θ. Παλιούγκας, πως: «στην πόλη δε λειτούργησε κατά την περίοδο της τουρκοκρατίας κάποια μεγάλη ετήσια εμποροπανήγυρη...» 8.

Η ετήσια εμποροπανήγυρη
-(οχταήμερο Παζάρι) της Λάρισας 9.
Μετά την ένταξη της Θεσσαλίας στο Ελλαδικό κράτος το 1881, διαμορφώνονται νέες συνθήκες στο οικονομικό, πολιτικό και γενικότερα κοινωνικό πεδίο στη Λάρισα... Έτσι στις 13 Οκτώβρη 1888, ο δήμαρχος Διονύσης Σ. Γαλάτης, στην εισήγησή του προς το Δημοτικό Συμβούλιο, στο τέταρτο θέμα της ημερήσιας διάταξης, επισημαίνει την αναγκαιότητα και την ωρίμανση των συνθηκών λειτουργίας της «Ετήσιας Εμποροπανηγύρεως» στη Λάρισα.
Το περίφημο Παζάρι της Λάρισας αποφασίζεται να λειτουργήσει για πρώτη φορά τον Σεπτέμβρη του 1889.
Τον ορισμό ημερομηνίας του παζαριού καθόρισαν οι θρησκευτικές εκδηλώσεις της γιορτής του Αγίου Βησσαρίωνα (15 Σεπτέμβρη), όπως αναφέρεται στην εισήγηση της συνεδρίασης του Δημοτικού Συμβουλίου 10. Η ημερομηνία έναρξης της εμποροπανήγυρης, με άλλη απόφαση 11, μεταφέρθηκε για εννιά μέρες αργότερα και από τότε καθιερώθηκε η 24η Σεπτέμβρη ως εναρκτήρια ημερομηνία, που κρατάει ως σήμερα με ελάχιστες εξαιρέσεις.
Κατά την παραπάνω συνεδρίαση του Δημοτικού Συμβουλίου 12 καθορίστηκε εκτός από την ημερομηνία έναρξης, ο χρόνος διάρκειας λειτουργίας σε οκτώ μέρες και ο τόπος διεξαγωγής που ήταν η πεδινή θέση Μεργιάς της Λάρισας που συμπεριλαμβάνεται «μεταξύ του Πηνειού ποταμού, του δρόμου που πάει προς τον Τύρναβο, του κτήματος Σωκράτη Ποδάρα και του Δημοτικού Κήπου Αλκαζάρ, που κατά την περίοδο διεξαγωγής των ιππικών αγώνων έφθανε σχεδόν μέχρι τη δεύτερη κοίτη του Πηνειού».
Αυτή είναι η πραγματική ληξιαρχική πράξη γέννησης της «ετήσιας εμποροπανήγυρης» της Λάρισας που καθιερώθηκε με την αίγλη της να φέρει και το όνομα «ΘΕΣΣΑΛΙΚΟ ΠΑΖΑΡΙ».
ΜΠΑΡΜΠΑΣ ΔΗΜΗΤΡΗΣ
Takis-mp@hotmail.com
---------------------------------------------------
1 https://www.pazarilarissa.gr.
2 Evliya Çelebi (1668), o Edward Brawn (1669), ο πρόξενος Ζιρώ (1673), J. J. Björnstaahl (1779), Edward Dodwell (1806), ο Henry Holland, ο Ιωάννης Οικονόμου - Λαρισαίος ή Λογιώτατος (1817), François Pouqueville (1820), ο Ιωάννης Αναστ. Λεονάρδος (1836), ο Leon Heuzey (1858), Bernard Ornstein (1881) και ο Νικόλαος Γεωργιάδης (1894) κ.ά.
3 Ο Evliya Çelebi (1668) ο πρόξενος Ζιρώ (1673), ο Ιωάννης Οικονόμου - Λογιώτατος ή Λαρισαίος (1817), κ.ά.
4 Αναφέρονται σ’ αυτό ο Ιωάννης Οικονόμου - Λογιώτατος ή Λαρισαίος (1817), ο Ιωάννης Αναστ. Λεονάρδος (1836), ο Leon Heuzey (1858), o Αδάμ Κ. Ανακατωμένος-Μακεδών (1877) και ο Νικόλαος Γεωργιάδης (1894).
5 Τα τελευταία χρόνια με την εξέλιξη της τεχνολογίας προστέθηκε και η αγορά, δηλ. το εμπόριο μέσω του διαδικτύου, των οπτικοακουστικών μέσων, κ.λπ.
6 Evliya Çelebi (1668), ό.π., σ. 44. «Στην καρδιά της πολιτείας, μέσα στην αγορά και στο παζάρι, βρίσκεται ένα μπεζεστένι, ίδιο φρούριο, με πετρόχτιστο θόλο και τέσσερις σιδερένιες πόρτες, που λες κι είναι το καταφύγιο της πόλης και τ’ άπαρτο κάστρο της. Μέσα υπάρχουνε πλούσιοι έμποροι, που πουλάνε πολύτιμα πράγματα».
7 Ιω. Οικονόμου – Λαρισσαίου Λογιωτάτου, Ι) Αληθινή ιστορία του Λουκιανού Σαμοσατέως (μετάφραση στη δημοτική – 1817) ΙΙ) Ιστορική τοπογραφία ενός μέρους της Θεσσαλίας – 1817, εκδ. Δήμου Λάρισας, Αθήνα 1989, σ.171.
8 Θεόδωρος Παλιούγκας, Η Λάρισα κατά την τουρκοκρατία (1423-1881), τόμος Β’, εκδ. Μάτι, σ. 615.
9 Εισήγηση του Μπάρμπα Δημήτρη που παρουσιάστηκε στο 8ο Συνέδριο Λαρισαϊκών Σπουδών, που έγινε στη Λάρισα 6-7 Δεκέμβρη 2014 με θέμα: «Ετήσια εμπορική πανήγυρις της Λαρίσσης ή το παζάρι της Λάρισας» και δημοσιεύτηκε στα Πρακτικά του, σ. 213-212.
10 Απόφαση Δημοτικού Συμβούλιου (Α.Δ.Σ.) της 53ης συνεδρίασης της 13.10.1888.
11 Α.Δ.Σ. 140/14.9.1889.
12 Απόφαση 204/13.10.1888 του Δ.Σ.

 

Ιχνηλατώντας την παλιά Λάρισα

Το κέντρο «Καλλιθέα» στην περιοχή «Πευκάκια»


Η περιοχή «Πευκάκια» με το εξοχικό κέντρο «Καλλιθέα»  πίσω από τα κάγκελα της γέφυρας. Λεπτομέρεια από επιστολικό δελτάριο  του Νικολάου Στουρνάρα από τον Βόλο. Περίπου 1939-1940. Η περιοχή «Πευκάκια» με το εξοχικό κέντρο «Καλλιθέα» πίσω από τα κάγκελα της γέφυρας. Λεπτομέρεια από επιστολικό δελτάριο του Νικολάου Στουρνάρα από τον Βόλο. Περίπου 1939-1940.

Του Νικ. Αθ. Παπαθεοδώρου (nikapap@hotmail.com)


Τα παλιά τα χρόνια, όταν οι μετακινήσεις των Λαρισαίων εκτός της πόλης για λόγους αναψυχής ήταν πολύ δύσκολες, η διασκέδαση περιοριζόταν σε περιοχές της Λάρισας όπου η πρόσβαση ήταν εύκολη βαδίζοντας. Βέβαια υπήρχαν και τα μόνιππα, τα γνωστά σαν «παϊτόνια», τα αγοραία της εποχής, όμως η χρήση τους ήταν εφικτή μόνον από άτομα με κάποια οικονομική άνεση. Και επειδή ποτέ δεν έλειψε από τους κατοίκους της Λάρισας η διάθεση για ανάπαυση, χαλάρωση και συντροφικότητα μετά τον ημερήσιο κάματο, η πόλη είχε αποκτήσει άφθονα κέντρα διασκέδασης και μέσα στην πόλη και στις παρυφές της. Μάλιστα τα καλοκαίρια, όταν η ζέστη και ο καυτερός «λίβας» μετέτρεπαν τη Λάρισα σε καμίνι, προτιμούσαν τα εξοχικά κέντρα που βρίσκονταν σε περιοχές δροσερές.
Το προπολεμικό «Αλκαζάρ» και πιο κάτω η «Κιβωτός» του Ζαρκαδούλα, το «Φάληρο» του Μπλαδένη κοντά στους στρατώνες, η «Νεράιδα» του Παύλου Στρογγυλού απέναντι από το αγρόκτημα Αβέρωφ, στην αρχή του δρόμου προς Καρδίτσα, το «Μπαρ ΣΕΚ», η «Όασις» των αδελφών Γιαννάκου και το «Παυσίλυπο» στην περιοχή του Διεθνούς Σιδηροδρομικού Σταθμού, το κέντρο μπροστά από το κτίριο των Θεσσαλικών Σιδηροδρόμων [1], το «Καρύδειον» στο τέρμα της τότε οδού Βόλου κοντά στις γραμμές, το «Λούνα Πάρκ» του Ρωμύλου Αυδή στην αριστερή όχθη του Πηνειού, απέναντι από τα παλιά Σφαγεία και άλλα.
Εκτός αυτών υπήρχαν και μέσα στην πόλη τόποι διασκέδασης και χαλάρωσης για όλο τον χρόνο και εστίες δροσιάς για το καλοκαίρι, με μεγάλη προσέλευση κόσμου. Ο Λόφος της Ακρόπολης είχε το κέντρο «Φρούριο» του Ζήση Δημητρίου το οποίο καταλάμβανε τη θέση που έχει το σημερινό ομώνυμο κέντρο. Είχε και την «Καλλιθέα» του Μήτσου Μπόκοτα που βρισκόταν εκεί όπου σήμερα έχει αναπτυχθεί το Ηρώο της πόλης, ο «Κήπος των Ανακτόρων» του Πέτρου Χαλήμαγα» στην περιοχή της σημερινής πλατείας του Αγίου Βησσαρίωνος, και άλλα.
Ένα ακόμα πολύ γραφικό κέντρο το οποίο ο κόσμος το θεωρούσε και εξοχικό, παρ’ όλο που βρισκόταν στις παρυφές της πόλης, είχε αναπτύξει τη δεκαετία του 1930 ο Θεόδωρος Κόικος. Βρισκόταν σε έναν υπερυψωμένο χώρο πριν από την είσοδο στη γέφυρα, στο τέλος της οδού Κενταύρων αριστερά, στη γωνία της με την οδό Καλλιθέας (η οποία σήμερα έχει μετονομασθεί σε οδό Τάκη Τσόγκα). Πρόκειται για τον παρόχθιο δρόμο που οδηγεί στην περιοχή Σάλια. Στον υπερυψωμένο αυτό χώρο υπήρχε μέχρι το 1908 το τζαμί του Χασάν μπέη, το ομορφότερο και επισημότερο τέμενος της Λάρισας. Όλοι το είδαμε σε παλιές φωτογραφίες κτισμένο σε ένα χαμηλό λόφο και σύμφωνα με τη παράδοση οικοδομήθηκε στη θέση βυζαντινού ναού της Αγίας Σοφίας, ενώ στα κλασικά χρόνια στη θέση αυτή υπήρχε ναός αφιερωμένος στη θεά Δήμητρα, γι’ αυτό όταν κατεδαφίσθηκε βρέθηκαν αρχιτεκτονικά μέλη κλασικής και βυζαντινής περιόδου. Ο δημοσιογράφος Θρασύβουλος Μακρής σε ένα σημείωμά του γράφει το 1944 για το τζαμί του Χασάν μπέη: «Το τέμενος τούτο - ναός τουρκικός, απέναντι του χριστιανικού τοιούτου, του Αγίου Αχιλλείου – παρά τας διαμαρτυρίας του Τύπου και του Λαρισαϊκού λαού, επώλησε η Οθωμανική Κοινότης εις τον ασβεστοποιόν Κοσμάν Πέτρου, όστις το κατεδάφισε πωλήσας τα υλικά» [2].
Από το 1908 και για μεγάλο διάστημα ο χώρος αυτός έμεινε κενός. Σε αεροφωτογραφία του 1929 διακρίνονται μικρά σε ύψος δένδρα, γεγονός το οποίο σημαίνει ότι η περιοχή αυτή είχε πρόσφατα δενδροφυτευτεί. Κάποια στιγμή κατασκευάσθηκαν και ισχυροί τοίχοι αντιστήριξης (αναλληματικοί) δυτικά κατά μήκος της οδού Καλλιθέας και βόρεια επί της Κενταύρων, ο χώρος ισοπεδώθηκε και από το δάσος των μικρών τότε πεύκων η περιοχή ονομάσθηκε από τους Λαρισαίους «Πευκάκια». Στον χώρο αυτόν λειτούργησαν κατά διαστήματα διάφορα μικρά καφενεδάκια. Μετά το 1930 η προνομιακή του θέση με την απέραντη θέα κέντρισε το εμπορικό αισθητήριο του Θεόδωρου Ι. Κόικου και δημιούργησε μεγάλο εξοχικό κέντρο με το όνομα «Καλλιθέα». Στη δημοσιευόμενη φωτογραφία του 1939-40 διακρίνεται καθαρά η επιγραφή «Κέντρον Καλλιθέα Θ. Ι. Κόικου», η απέραντη έκτασή του και τα ψηλά σκιερά δένδρα.
Σ’ αυτό το κέντρο συγκεντρώνονταν την άνοιξη και το καλοκαίρι πολλοί ρομαντικοί περιπατητές, οι οποίοι μετά τη βόλτα τους κατέληγαν στα τραπεζοκαθίσματά του για να αναπαυθούν και να απολαύσουν τον καφέ ή το ουζάκι τους. Η θέα προς τον Πηνειό που την εποχή εκείνη είχε άφθονα νερά, η απέραντη θέα του θεσσαλικού κάμπου και στο βάθος ο μυθικός Όλυμπος, γαλήνευε το βλέμμα του επισκέπτη του κέντρου. Ένα μεγάλο πλεονέκτημά του ήταν ότι τα καλοκαιρινά βράδια ερχόταν ένα ελαφρό αεράκι από την πλευρά του Ολύμπου, το οποίο δρόσιζε τους Λαρισαίους από τον καύσωνα της ημέρας. Παρ’ όλο που η επίσημη ονομασία του ήταν «Καλλιθέα» ο κόσμος το ήξερε σαν «Πευκάκια» γιατί έτσι το διαχώριζε από το κέντρο «Καλλιθέα» του Μήτσου Μπόκοτα στον Λόφο. Τα «Πευκάκια» γνώρισαν προπολεμικά μεγάλες δόξες. Τα καλοκαίρια έφερνε ορχήστρες και τραγουδίστριες και γέμιζε από κόσμο ο οποίος απολάμβανε δροσιά, ωραία μουσική και χορό. Ξενύχτηδες από παράδοση οι Λαρισαίοι της προπολεμικής εποχής, πολλές φορές όταν η αυγή άρχιζε να ροδίζει, τους εύρισκε ακόμα να διασκεδάζουν.
Με την κήρυξη του πολέμου και την είσοδο των Γερμανών τον Απρίλιο του 1941 στη Λάρισα, το κέντρο σταμάτησε τη λειτουργία του και λόγω της σπουδαίας θέσης του τα στρατεύματα κατοχής επέλεξαν τα «Πευκάκια» ως παρατηρητήριο. Από το σημείο αυτό μπορούσαν να ελέγξουν τον θεσσαλικό κάμπο και ιδιαίτερα την ανατιναγμένη γέφυρα του Πηνειού που την είχαν αναστηλώσει με ξύλινη κατασκευή και ήταν η μοναδική προσπέλαση στην πόλη από βορρά.
Μετά την απελευθέρωση τα «Πευκάκια» λειτούργησαν ξανά, χωρίς όμως την παλιά αίγλη. Για ένα διάστημα παλιοί Λαρισαίοι θυμούνται ότι στους χώρους του λειτούργησε και Σχολή χορού. Στη δεύτερη φωτογραφία που είναι μεταπολεμική (του 1948) διακρίνεται το κέντρο «Πευκάκια» γεμάτο κόσμο. Η πρόσβασή του από τον δρόμο γινόταν από δύο σκάλες κτισμένες επάνω στους τοίχους αντιστήριξης. Η μία βρισκόταν κατά μήκος της οδού Καλλιθέας και η άλλη στην αρχή της οδού Κενταύρων. Στη νότια πλευρά του χώρου βρισκόταν το κτίριο που στέγαζε τις υπηρεσίες του κέντρου και εξυπηρετούσε τους λίγους πελάτες που έφθαναν εκεί κατά τη χειμερινή περίοδο. Στην ίδια φωτογραφία αποτυπώνεται μπροστά η ξύλινη γέφυρα η οποία συνέδεε τις όχθες του ποταμού μετά τις δύο ανατινάξεις τις οποίες υπέστη κατά τη διάρκεια της κατοχής.
Στα τέλη της δεκαετίας του ’60 τα δένδρα κόπηκαν, τα κτίρια κατεδαφίσθηκαν, ο λοφίσκος σταδιακά ισοπεδώθηκε χαμηλά στο ύψος του δρόμου και στη θέση του ανεγέρθηκαν οι πολυκατοικίες που αντικρίζουμε σήμερα. Η κατεδάφιση αυτή όμως είχε και ένα ευεργετικό αποτέλεσμα. Αποκαλύφθηκε το δεύτερο αρχαίο θέατρο της πόλης.
-------------------------------
[1]. Μπροστά από τον Σιδηροδρομικό Σταθμό του Θεσσαλικού υπήρχε παλιά μια κυκλική νησίδα με πολλή βλάστηση. Κάποιος ευφυής επιχειρηματίας, διαμόρφωσε στη νησίδα αυτή, κλαδεύοντας τα δένδρα με θαυμαστό τρόπο, διάφορα μικρά ξεμοναχιασμένα διαμερισματάκια, τα οποία τα ονόμαζαν «σεπαραδάκια». Τα διαμερισματάκια αυτά διαχωρίζονταν μεταξύ τους από πυκνή βλάστηση, η οποία τα καθιστούσε κατά κάποιον τρόπο απρόσιτα στα μάτια του κόσμου και ήταν κατάλληλα για παράνομα ζευγαράκια. Δεν μπόρεσα να μάθω το όνομα του κέντρου, ούτε και του ιδιοκτήτη.
[2]. Βλέπε: Παπαθεοδώρου Νικόλαος, Το τζαμί του Χασάν μπέη, εφ. «Ελευθερία», Λάρισα φύλλο της 13ης Αυγούστου 2014. Η μαρτυρία αυτή του Θρασύβουλου Μακρή δεν αμφισβητείται. Από το σημείωμα αυτό που είναι γραμμένο από τον ίδιο σε ένα βιβλίο του, γίνεται αντιληπτό ότι η πλειονότητα των κατοίκων της Λάρισας ήταν εναντίον της κατεδάφισής του και στο ζήτημα αυτό συμφωνούσε και ο τοπικός τύπος. Το γεγονός αυτό έρχεται να καταρρίψει την επικρατούσα τότε άποψη ότι η καταστροφή των πολλών τουρκικών τζαμιών που διέθετε κατά την απελευθέρωση του 1881 η Λάρισα οφείλεται αποκλειστικά στους Έλληνες κατοίκους της πόλης.

Δευτέρα 19 Σεπτεμβρίου 2022

 

ΛΑΡΙΣΑ ΜΙΑ ΕΙΚΟΝΑ, ΧΙΛΙΕΣ ΛΕΞΕΙΣ...

Μια άγνωστη αγορά της παλιάς Λάρισας

ΛΑΡΙΣΣΑ. Αγορά. Χρωμολιθόγραφο επιστολικό δελτάριο του Στέφ. Στουρνάρα, ταχυδρομημένο το 1910. Αρχείο Φωτοθήκης Λάρισας
ΛΑΡΙΣΣΑ. Αγορά. Χρωμολιθόγραφο επιστολικό δελτάριο του Στέφ. Στουρνάρα, ταχυδρομημένο το 1910. Αρχείο Φωτοθήκης Λάρισας

Από τον Νίκο Παπαθεοδώρου
nikapap@hotmail.com

Η σημερινή εικόνα προέρχεται από επιστολικό δελτάριο του φωτογράφου από τον Βόλο Στέφ. Στουρνάρα.

Είναι χρωμολιθόγραφο, αριθμημένο (αρ. 199) και ταχυδρομημένο από τη Λάρισα το 1910, όπως αποφαίνεται η ταχυδρομική σφραγίδα στην οπίσθια όψη της κάρτας. Γεγονός που σημαίνει ότι η λήψη της έγινε πριν από τη χρονολογία αυτή. Στο συμπέρασμα αυτό καταλήγει κανείς και από την απουσία του ναού και του τρούλου του Αγ. Αχιλλίου, αφού τα εγκαίνια του ναού έγιναν τον Σεπτέμβριο του 1907. Ο φωτογράφος στάθηκε στη δεξιά όχθη του Πηνειού, δίπλα από το δεξιό άκρο της εξόδου της μεγάλης πέτρινης γέφυρας του ποταμού με κατεύθυνση προς την πόλη και αποτύπωσε τη νότια πλευρά του λόφου του Φρουρίου, στην αρχή της οδού 1ης Μεραρχίας (αργότερα Μακεδονίας και σήμερα Βενιζέλου), εκεί που κατασκευάστηκε πρόσφατα ο κυκλικός κόμβος κυκλοφορίας.
Στο εμπρός μέρος της φωτογραφίας υπάρχει ένας σχετικά ευρύς, ενιαίος, ελαφρά κατηφορικός αδιαμόρφωτος χωμάτινος χώρος, ο οποίος οδηγεί αριστερά στο οδόστρωμα της γέφυρας και δεξιά προς το εσωτερικό της πόλης. Ολόκληρος ο χώρος ονομαζόταν «παζάρι» και στη φωτογραφία είναι κατειλημμένος από άμαξες, ζώα, ομάδες ανθρώπων που έχουν απλώσει τα προς πώληση προϊόντα τους και περιφερόμενα άτομα, τους αγοραστές. Εντύπωση προκαλεί η παρουσία αρκετών γυναικών και μερικών παιδιών, ασυνήθιστο για την εποχή φαινόμενο. Μια πολύ καλή περιγραφή της αγοράς αυτής μας έδωσε ο Σουηδός περιηγητής Julius Centerwall, ο οποίος επισκέφθηκε τη Λάρισα το 1886 [1].
Τα κτίρια στο πίσω μέρος της φωτογραφίας ανήκουν στη νότια πλευρά του λόφου και ξεκινώντας από αριστερά διακρίνουμε ένα ανηφορικό λιθόστρωτο δρομάκι (καλντερίμι) με οφιοειδή πορεία. Αυτός ο δρόμος ήταν παλαιότερα μία από τις σπουδαιότερες προσπελάσεις στον λόφο του Φρουρίου για τους πεζούς και οδηγούσε στην αυλή του μητροπολιτικού ναού του Αγίου Αχιλλίου. Το 1894 κατασκευάστηκε η μεγάλη κλίμακα με τα πέτρινα σκαλοπάτια στη δυτική πλευρά του λόφου, η οποία οδηγούσε από την αυλή του Αγ. Αχιλλίου στη δεξιά όχθη του ποταμού [2] και αντικατέστησε τη δύσκολη αυτή διάβαση.
Αμέσως μετά δεσπόζει ένα τεράστιο διώροφο κτίριο με ισχυρά ερείσματα στο έδαφος. Κτίσθηκε στα τελευταία χρόνια της Τουρκοκρατίας και αρχικά χρησιμοποιήθηκε από τους αδελφούς Σαχίνη από τη Σιάτιστα ως πανδοχείο. Ήταν το μεγαλύτερο και το σπουδαιότερο χάνι της Λάρισας και σ’ αυτό κατέλυαν συνήθως οι ταξιδιώτες, οι οποίοι διευθύνονταν προς τη Δυτική Μακεδονία μέσω Μελούνας. Το 1905, μετά την πυρπόληση του Δικαστικού Μεγάρου στην Κεντρική πλατεία, κατεδαφίσθηκε και το κτίριο των Φυλακών που βρίσκονταν εκεί που σήμερα υψώνεται το Μέγαρο της Λέσχης Αξιωματικών Φρουράς Λαρίσης. Οι φυλακισμένοι μεταφέρθηκαν στο κτίριο που στέγαζε το πανδοχείο των αδελφών Σαχίνη, αφού προηγουμένως έγιναν ορισμένες κατασκευαστικές μετατροπές για περισσότερη ασφάλεια. Κατά την περίοδο λήψης της φωτογραφίας το κτίριο στέγαζε τις Ποινικές Φυλακές. Μάλιστα ο Θρασύβουλος Μακρής αναφέρει κάπου ότι κατά τη διάρκεια της Κυριακάτικης βόλτας στο Αλκαζάρ, οι φυλακισμένοι έβγαιναν στα παράθυρα και στη θέα των γυναικών εκστόμιζαν διάφορες βωμολοχίες. Με τον σεισμό του 1941 και τους βομβαρδισμούς το κτίριο των Φυλακών υπέστη σοβαρές ζημιές και μεταπολεμικά κατεδαφίσθηκε με πολύ δυσκολία, λόγω της ισχυρής κατασκευής του.
Πίσω από το κτίριο των Φυλακών, μόλις διακρίνεται μέρος από τον τελευταίο όροφο του τριώροφου αρχοντικού του Ιωάννη Βελλίδη.
Τέλος στο δεξιό άκρο της φωτογραφίας διακρίνεται κάποιο διώροφο κτίριο με υπερώο στην οροφή του, το οποίο στέγαζε το ξενοδοχείο «Μακεδονία» και είχε πρόσοψη προς την οδό Μακεδονίας (Βενιζέλου). Όλα αυτά τα κτίσματα με τον σεισμό υπέστησαν ανεπανόρθωτες βλάβες.


[1]. Η λαϊκή αυτή αγορά ξεκινούσε από την περιοχή της γέφυρας και έφθανε μέχρι λίγο πιο πάνω, στην περιοχή του Τσούγκαρι. Γράφει ο Centervall: «Για να αποκτήσει κάποιος μια πραγματική εικόνα πολιτισμού στη Λάρισα πρέπει να επισκεφθεί το «Παζάρι». Πρόκειται για τη συνοικία, η οποία απλώνεται στη βάση του Φρουρίου. Στο παζάρι, μέσα σε σανιδένιες πρόχειρες παράγκες ή ακόμα και έξω στο ύπαιθρο αναπτύσσεται η αγορά, στην οποία οι κάτοικοι πωλούν τα προϊόντα τους και αγοράζουν ξένα. Όμως πόση ζωντάνια και τι φωνές κυριαρχούν σ’ αυτήν την αγορά! Το πλήθος που την κατακλύζει είναι τόσο μεγάλο, ώστε μερικές φορές είναι αδύνατο να προχωρήσεις. Κρέας, χόρτα και ιδιαίτερα το κουνουπίδι και άλλα σαλατικά, φρούτα με λαμπερά μεσογειακά χρώματα, μεγάλα καρβέλια ψωμί, χαλβάς, λουκούμια, ποικιλία από μοσχομυρισμένα τούρκικα γλυκά, λαχταριστά ψάρια, ασπρόψαρα με γυαλιστερά λέπια, από τον γειτονικό Σαλαμβριά, πρόβεια σφαχτά άπαχα, εντόσθια κάθε είδους, με τα οποία μαγειρεύουν μια νόστιμη πηκτή, είναι μερικά από την ποικιλία των τροφίμων, τα οποία προσφέρονται στο πολύβουο αυτό παζάρι. Κόσμος πολύς με τις ανατολίτικες φορεσιές του συνωστίζεται ανάμεσα στις παράγκες και τους πρόχειρους πάγκους. Επικρατεί χαρακτηριστικά η ελληνική φουστανέλα και η αρβανιτορωμαίικη κάπα των βοσκών. Στις πλαγιές του Φρουρίου κάθονται κάτω στο χώμα βλάχες από την Πίνδο, με κάποια διάχυτη μελαγχολία στο βλέμμα τους». Βλέπε: Παπαθεοδώρου Νικόλαος, Στη Λάρισα συνάντησα την ωραιότερη Ελληνίδα. Το ταξίδι του Σουηδού J. Centerwall στην Ελλάδα, εφ. «Ελευθερία», ένθετο Πολιτισμός, φύλλο της 23ης Ιανουαρίου 2011.
[2]. Παπαθεοδώρου Νικόλαος. Τα σκαλοπάτια στη δυτική πλευρά του Λόφου. Εφ. «Ελευθερία», φύλλο της 17ης Ιουλίου 2019.

Σάββατο 17 Σεπτεμβρίου 2022

 

Αμαζόνες, κόρες του Άρη! Μύθος και αλήθεια απ’ την αρχαιότητα ως σήμερα


Οι Αμαζονές, οι μυθικές, θρυλικές και υπαρκτές γυναίκες πολεμίστριες του αρχαίου κόσμου και οι διάδοχοί τους σε νεώτερους χρόνους έχουν απασχολήσει πλήθος ιστορικών ανά τους αιώνες. Περιγράφονται ως ατρόμητες και δυνατές, έμπειρες στον πόλεμο, άριστες στην ιππασία, εξαιρετικές στο τόξο που μπορούσαν εύκολα να επικρατήσουν πολλών ανδρών. Σύμφωνα με τις αρχαίες πηγές ζευγάρωναν με άνδρες μόνο για να τεκνοποιήσουν και κρατούσαν μόνο τα κορίτσια ενώ τα αγόρια που γεννούσαν τα έδιναν στους πατέρες τους ή, σύμφωνα με ορισμένες πηγές, τα σκότωναν.

ΤΟΥ ΠΑΝΤΕΛΗ Δ. ΚΑΡΥΚΑ

Η παρουσία τους μαρτυρείται σε μύθους, ιστορικά συγγράμματα, αλλά και βάσει αρχαιολογικών τεκμηρίων στην Ελλάδα, την Μικρά Ασία, την Αίγυπτο και τα εδάφη από την σημερινή Αρμενία μέχρι την Κίνα. Στην δυτική Ευρώπη υπάρχουν επίσης αποδείξεις παρουσίας γυναικών πολεμιστών και βασιλισσών.

Όνομα και καταγωγή

Το όνομά τους αποτελεί το πρώτο μυστήριο σχετικά με αυτές. Σύμφωνα με ορισμένες πηγές προέρχεται από παραφθορά περσικών όρων και σημαίνει «πολεμιστής» ή «αυτές που πολεμούν», άλλες απόψεις αναφέρουν ότι το όνομα προέρχεται από τα παλαιά Ελληνικά και σημαίνει «αυτή που δεν έχει άνδρα».

Αρχαίοι συγγραφείς υποστήριξαν ότι το όνομά τους προέρχεται από την συνήθεια να κόβουν τον δεξιό τους μαστό ώστε να τοξεύουν εύκολα. Αυτή όμως η υπόθεση από πουθενά δεν τεκμηριώνεται. Ο Ηρόδοτος αναφέρει ότι το όνομα «Αμαζών» σημαίνει την «ανδροκτόνο», ενώ τις ονομάζει και «καταστροφείς ανδρών» στο έργο του. Ο Αισχύλος τις ονομάζει ως «αυτές που μισούν τους άνδρες».

Οι αρχαίοι Έλληνες δεν είχαν καμία αμφιβολία για την ύπαρξή τους στους δικούς τους ή σε παλαιότερους χρόνους και τις είχαν συνδέσει με τους θρύλους των μεγαλυτέρων ηρώων του Ελληνισμού, τον Ηρακλή, τον Θησεά, τον Αχιλλέα, τον Βελλεροφόντη. Κοιτίδας τους θεωρείτο η Μινωική Κρήτη – όπου οι γυναίκες απολάμβαναν ελευθερίας και κυκλοφορούσαν χωρίς πρόβλημα με το στήθος ακάλυπτο.

Άλλοι αρχαίοι ιστορικοί, ποιητές κλπ. θεωρούσαν πατρίδα την Σκυθία και κάποιοι την Λυκία της Μικράς Ασίας όπου η κοινωνία ήταν μητριαρχική τουλάχιστον μέχρι τον 5ο αι. π.Χ. όπως μαρτυρά ο Ηρόδοτος. Σήμερα όμως τα στοιχεία ύπαρξης των μυθικών πολεμιστριών είναι πολλά και αδιάσειστα καθώς έχουν βρεθεί πολλοί τάφοι γυναικών πολεμιστριών που ετάφησαν με τα όπλα τους, από την αρχαιότητα ως τον μεσαίωνα, με πολλούς σκελετούς των οποίων να φέρουν εμφανή τα σημάδια ότι είχαν συμμετάσχει σε μάχη.

Μύθος και ιστορία

Σύμφωνα με τους μύθους η πρώτη βασίλισσα των Αμαζόνων ήταν η κόρη του θεού του πολέμου Άρη, η Οτρήρη. Άλλες ονομαστές βασίλισσές τους ήταν η Ιππολύτη και η Πενθεσίλια. Η πρώτη συνδέθηκε με τις περιπέτειες του Ηρακλή ενώ η δεύτερη αναφέρεται στον Ομηρικό Κύκλο ως σύμμαχος των Τρώων. Σύμφωνα με το Έπος «Αιθιοπίς» η βασίλισσα των Αμαζόνων νικήθηκε μόνο από τον Αχιλλέα και βρήκε τον θάνατο. Στην Τροία χάθηκε και άλλη μια βασίλισσα των Αμαζόνων, η Μυρίνη, σύμφωνα με τη Ιλιάδα.

Για αυτήν ο Διόδωρος Σικελός ανέφερε ότι με τον στρατό της είχε καταστρέψει την πόλη των Ατλάντων, στην μυθική Ατλαντίδα. Ο Ηρόδοτος τοποθετεί την πρωτεύουσά τους στην Θερμίσκυρα στον ποταμό Θερμώδοντα στις Ποντικές ακτές της Μαύρης Θάλασσας κοντά στην Σαμψούντα.

Ο μέγας γεωγράφος Στράβων δέχεται και αυτός ότι οι Αμαζόνες ζούσαν εκεί, στην περιοχή του ποταμού Θερμώδοντος. Αργότερα όμως πιεζόμενες εγκατασταθήκαν στην περιοχή του Καυκάσου όπου ζευγάρωναν με άνδρες από τον λαό των Γαργαρέων. Οι τελευταίοι κρατούσαν τα αρσενικά παιδιά ενώ οι Αμαζόνες τα θηλυκά. Ο θρύλος θέλει τις Αμαζόνες ακόμα και να εισβάλουν στη Αττική αλλά τελικά να ηττούνται από τον Θησέα. Οι Αμαζόνες απαντώνται σε διάφορους μύθους να αντιμάχονται θεούς.

Στην «Φυλλάδα του Μεγάλου Αλεξάνδρου» ο Αλέξανδρος φέρεται να συνδέεται με την βασίλισσα των Αμαζόνων Θάληστρις η οποία διέθεσε και 300 πολεμίστριές της στον Έλληνα στρατηλάτη. Αν και θεωρείται θρύλος ωστόσο η συγκεκριμένη διήγηση πιθανότατα αναφέρεται σε Ινδές γυναίκες πολεμίστριες. Γνωρίζουμε ότι πολλοί Ινδοί βασιλείς διέθεταν γυναίκες παρθένες φρουρούς που σχημάτιζαν ξεχωριστά σώματα. Αυτές είχαν ακάλυπτα τα στήθη και φορούσαν μόνο ένα περίζωμα-φούστα, ενώ ήταν οπλισμένες με ασπίδα και ένα βαρύ θλαστικό σπαθί. Ακόμα και το εβραϊκό Ταλμούδ αναφέρει ότι ο Αλέξανδρος ήθελε να κατακτήσει ένα βασίλειο γυναικών.

Οι Ρωμαίοι επέκτειναν τους ελληνικούς μύθους για τις Αμαζόνες, αλλά μαχόμενοι με Κέλτες στη Βρετανία είδαν τους μύθους να… ζωντανεύουν στο πρόσωπο της βασίλισσας Βοαδίκειας. Οι ίδιοι πάντως «τιμώντας» με το δικό τους βάρβαρο έθος τον μύθο χρησιμοποίησαν στην αρένα και γυναίκες μονομάχους κάποιες φορές.

Από το Βυζάντιο έως σήμερα

Τον 7ο αι. μ.Χ. ο Στέφανος ο Βυζάντιος στο έργο του «Εθνικά» αλλά και ο Ευστάθιος Θεσσαλονίκης (12ος αι.) στο έργο του «Παρεκβολαὶ εις την Ομήρου Ιλιάδα και Οδύσσειαν» αναφέρουν τις Αμαζόνες. Ο ιστορικός Ιορδάνης στα «Γετικά» του 6ου αι. μ.Χ. αναφέρεται σε αυτές επίσης, όπως και το περίφημο Έπος του Διγενή Ακρίτα όπου πρωταγωνιστεί η πολεμίστρια Μαξιμώ. Ο Ιωάννης Τζέτζης (12ος αι.) αναφέρει τα ονόματα Αμαζόνων που σκοτώθηκαν στην Τροία. Τα ονόματα όλων παραπέμπουν στον πόλεμο – π.χ. Τοξοφόνη, Τοξοάνασσα, Αγχημάχη. Δυτικές μεσαιωνικές πηγές επίσης αναφέρουν τις αμαζόνες, επηρεαζόμενες βέβαια και από την κελτική και τη νορδική ιστορία και μυθολογία.

Γνωρίζουμε, για παράδειγμα, ότι οι γυναίκες των Βίκινγκς ήταν σχεδόν επιβεβλημένο να γνωρίζουν να πολεμούν έστω για την προσωπική τους ασφάλεια. Οι αναφορές συνεχίζονται την περίοδο της Αναγέννησης ενώ το 1542 ο Ισπανός Κονκισταδόρ Φραγκίσκος ντε Ορεγιάνα ονόμαζε τον Αμαζόνιο ποταμό Αμαζόνιο εξαιτίας των ντόπιων γυναικών πολεμιστριών που αντιμετώπισε. Για Αμαζόνες κάνει λόγο και ο Χριστόφορος Κολόμβος, αλλά και ο Άγγλος εξερευνητής Βάλτερ Ράλει τον 16ο αι.

Αμαζόνες όμως, πολεμίστριες, όπως τις θέλει ο μύθος, υπήρξαν και στα νεότερα χρόνια. Στην Αφρική, ο βασιλιάς της Δαχομέης, σημερινό Μπενίν, διατηρούσε ένα σώμα γυναικών φρουρών. Το 1787 ο Ποτέμκιν σχημάτισε έναν λόχο Ελληνίδων Αμαζόνων προς τιμή της Αικατερίνης της Ρωσίας

Τμήματα αποκλειστικά γυναικών σχηματίστηκαν σε διάφορους πολέμους – έως και αεροπορικές μοίρες – ενώ σήμερα γυναίκες υπηρετούν σε όλους τους στρατούς του κόσμου, σχεδόν, ως νέες Αμαζόνες. Όσον αφορά τις αυθεντικές, τα αρχαιολογικά τεκμήρια είναι καταλυτικά καθώς σε ταφικά μνημεία που ανακαλύφθηκαν στην περιοχή της Σκυθίας και του πολιτισμού των Σαρματών περίπου το 1/5 έως και το 1/4 ανήκαν σε γυναίκες πολεμίστριες που είχαν ταφεί με όλα τους τα όπλα. Τέλος μην ξεχνάμε και τις Ελληνίδες «Αμαζόνες» και ειδικά αυτές των χρόνων της Τουρκοκρατίας, όπως τις Σουλιώτισσες και τις Μανιάτισσες

Δευτέρα 12 Σεπτεμβρίου 2022

 

ΛΑΡΙΣΑ ΜΙΑ ΕΙΚΟΝΑ, ΧΙΛΙΕΣ ΛΕΞΕΙΣ...

Νέα «ανάγνωση» σε μια παλιά εικόνα της πόλης


«Στη γωνία του δρόμου μπροστά από το Ταχυδρομείο της Λάρισας».  Μια κοσμοπολίτικη εικόνα του 1897 στην καρδιά της Λάρισας. Χαρακτικό από  την εφ. «The Illustrated London News». 1 Μαΐου 1897, σ. 606. Αρχείο Φωτοθήκης Λάρισας.«Στη γωνία του δρόμου μπροστά από το Ταχυδρομείο της Λάρισας». Μια κοσμοπολίτικη εικόνα του 1897 στην καρδιά της Λάρισας. Χαρακτικό από την εφ. «The Illustrated London News». 1 Μαΐου 1897, σ. 606. Αρχείο Φωτοθήκης Λάρισας.

Eχουμε τονίσει σε προηγούμενα σημειώματά μας ότι η αναζήτηση σκόρπιων μικρών ειδήσεων σε παλιές εφημερίδες της Λάρισας, αλλά και άλλων πόλεων (Αθήνα, Λαμία, κ.ά.) μπορεί να ανακαλύψει μικρά διαμαντάκια, τα οποία να συμβάλλουν σε μεγάλο βαθμό στη γεφύρωση χασμάτων της τοπικής ιστορίας και να διευκρινίσουν και επιλύσουν διάφορες διφορούμενες απόψεις.


Στο σημερινό μας σημείωμα επαναδημοσιεύουμε ένα γνωστό χαρακτικό της Λάρισας του 1897. Η αγγλική υποσημείωση αναφέρει ότι η εικόνα αναπαριστάνει σκηνή σε μια γωνιά του δρόμου κοντά στο Ταχυδρομείο της Λάρισας. Και επειδή η ονομασία της πλατείας Ταχυδρομείου συνδέεται με την παρουσία του κτιρίου της ομώνυμης υπηρεσίας, όπως αναφέρθηκε χαρακτηριστικά στο κείμενο της προηγούμενης Κυριακής[1], σε πρώτη ανάγνωση πριν από καιρό η απεικονιζόμενη στη σημερινή εικόνα σκηνή αποδόθηκε ότι συνέβη στη διασταύρωση των σημερινών οδών Παπακυριαζή και Παναγούλη. Όμως για όσους γνώριζαν την πολεοδομία της παλιάς Λάρισας, κάτι δεν τους φαινόταν φυσιολογικό. Δεν μπορούσε να εξηγηθεί η παρουσία του μιναρέ. Μεταξύ αυτών και ο Θεόδωρος Παλιούγκας, ιστορικός της Λάρισας ο οποίος ασχολήθηκε με την περίοδο της τουρκοκρατίας και κυκλοφόρησε μάλιστα ένα θαυμάσιο δίτομο έργο[2], πίστευε από παλιά ότι η εικόνα αυτή είναι μεν αναπαράσταση μιας σκηνής σε πολυσύχναστο δρόμο της Λάρισας, αλλά δεν είναι η αναφερόμενη γωνία της Πλατείας Ταχυδρομείου, αλλά κάπου αλλού στην πόλη, σε κεντρικότερο σημείο της.
Αυτές τις ημέρες ήλθαν δύο γεγονότα τα οποία απέδειξαν ότι η άποψη όσων πίστευαν την τελευταία εκδοχή δικαιώθηκαν. Το πρώτο γεγονός είναι ότι το κτίριο του Ταχυδρομείου στην ομώνυμη πλατεία ήταν διώροφο και κτίσθηκε στη Λάρισα από τους εργολάβους αδελφούς Οικονόμου γύρω στα 1900. Άρα το 1897 που έγινε η καταγραφή της εικόνας το κτίριο αυτό δεν υπήρχε, πράγμα που επιβεβαιώνεται και από το χαρακτικό, όπου το γωνιακό κτίριο (το υποτιθέμενο Ταχυδρομείο), όσο διακρίνεται, είναι μια ισόγεια οικοδομή. Το δεύτερο γεγονός προέρχεται από την πιο κάτω είδηση η οποία δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα «Μικρά» στο φύλλο της 19ης Οκτωβρίου 1907. Έχει τον τίτλο “Η ΛΑΡΙΣΑ ΟΥΡΗΤΗΡΙΟΝ” και δημοσιεύω το τμήμα που μας αφορά: «Τοιουτοτρόπως θα εκφρασθή δια την πόλιν μας πάς ξένος επισκεπτόμενος αυτήν και διερχόμενος της οδού Φιλελλήνων, όπου τα δημοτικά μαγαζεία. Όλος ο χώρος ο μεταξύ της Λέσχης και των δημοτικών μαγαζείων, ως και ο απέναντι, όπου ήτο το παλαιόν τηλεγραφείον, μετεβλήθησαν εις μεγάλα ουρητήρια και αποχωρητήρια, καταντά δε αδύνατος η διαμονή των πέριξ καταστηματαρχών εις τα μαγαζεία των». Το 1907 που δημοσιεύθηκε η είδηση το μέγαρο Χατζημέτου είχε οικοδομηθεί και στον όροφο λειτουργούσε η Λέσχη Ασλάνη. Είχε κτισθεί στον χώρο όπου μέχρι το 1905 βρίσκονταν οι ποινικές φυλακές. Στη συνέχεια επί της οδού Φιλελλήνων υπήρχαν δημοτικά καταστήματα και απέναντι στην άλλη γωνία βρισκόταν παλαιότερα το παλαιό Τηλεγραφείο. Το σημείο αυτό είναι κομβικό. Μας αποκαλύπτει ότι απέναντι από τη Λέσχη, εκεί όπου αργότερα στεγάσθηκε το υποκατάστημα της Λαϊκής Τράπεζας ήταν παλιότερα (πριν το 1907) το Τηλεγραφείο, το οποίο μάλιστα βρισκόταν δίπλα από το ξενοδοχείο «Στέμμα», όπου διέμεναν οι περισσότεροι πολεμικοί ανταποκριτές ξένων εφημερίδων και περιοδικών. Προφανώς με την κατασκευή του κτιρίου στην πλατεία Ταχυδρομείου στις αρχές του 1900, μεταστεγάσθηκαν σ’ αυτό το Ταχυδρομείο και το Τηλεγραφείο.
Επανερχόμενοι στη σημερινή εικόνα, αντικρίζουμε ένα από τα ωραιότερα χαρακτικά της Λάρισας εκείνης της περιόδου. Θεωρείται ότι καταγράφει μία από τις παραστατικότερες στιγμές καθημερινής ζωής στην πόλη μας πριν ακόμη αρχίσουν οι πολεμικές επιχειρήσεις. Προς τα αριστερά διακρίνεται μέρος της γωνίας ενός ισόγειου κτίσματος το οποίο βρίσκεται στη γωνία των οδών Φιλελλήνων και Αλεξάνδρας (Κύπρου) και στέγαζε το 1897 το Ταχυδρομείο-Τηλεγραφείο της Λάρισας. Στους τοίχους του είναι αναρτημένες διάφορες ανακοινώσεις, οι οποίες έχουν προφανώς κάποια σχέση με την επαπειλούμενη πολεμική σύρραξη, γι’ αυτό και δύο άτομα, στρατιωτικοί αν λάβει υπ’ όψη του κανείς τα πηλίκα που φορούν, τις διαβάζουν με προσοχή. Εκείνο όμως που χαρακτηρίζει την εικόνα αυτή είναι η έντονη κίνηση ατόμων και των δύο φύλων, με κάθε λογής ενδυμασίες να διασχίζουν την οδό Φιλελλήνων. Υπερέχουν αξιωματικοί με τις όμορφες στολές, τις μπέρτες και τα σπαθιά τους και στρατιώτες. Υπάρχουν επίσης ιερωμένοι και αγρότες. Αλλά η ομορφιά της ενισχύεται με την παρουσία τεσσάρων τουλάχιστον όμορφων καλοντυμένων γυναικών με καπελίνα και μαντήλες και ενός ευσταλούς εύζωνα με όπλο, σπαθί και σφαίρες.
Δεξιά και απέναντι από το Ταχυδρομείο, υπάρχουν στη σειρά ισόγεια κτίσματα τα οποία συνέχονται με τις φυλακές οι οποίες δεν διακρίνονται. Το ένα από αυτά παρουσιάζει μια όμορφη αλλά παραμελημένη πρόσοψη, με τη χαρακτηριστική ανατολική αρχιτεκτονική, κατάλοιπο της πρόσφατης τότε τουρκοκρατίας. Τα καταστήματα αυτά, όπως και το κτίριο των φυλακών ήταν ιδιοκτησία του Οθωμανού Μεχμέτ Χατζημέτου, τα οποία ο ιδιοκτήτης τα κατεδάφισε για να κτίσει το 1905 το επιβλητικό του μέγαρο με τον χαρακτηριστικό τρούλο. Στο βάθος πίσω από τα καταστήματα προβάλλει επιβλητικός ο μιναρές του Μπαϊρακλί τζαμί, που βρισκόταν επί της οδού Παπαφλέσσα και ίχνη του έχουν αποκαλυφθεί και διατηρούνται μέχρι σήμερα.


[1]. Παπαθεοδώρου Νικόλαος. Το παλιό Ταχυδρομείο, εφ. «Ελευθερία», φύλλο της 4ης Σεπτεμβρίου 2022.
[2]. Παλιούγκας Θεόδωρος. Η Λάρισα κατά την Τουρκοκρατία (1423-1881), τόμ. Α’, Λάρισα (1996) και τόμ. Β΄, Κατερίνη (2007).

 

Από τον Νίκο Παπαθεοδώρου
nikapap@hotmail.com

Πέμπτη 8 Σεπτεμβρίου 2022

 

ΙΧΝΗΛΑΤΩΝΤΑΣ ΤΗΝ ΠΑΛΙΑ ΛΑΡΙΣΑ

Οι Στρατώνες της Λάρισας


Το κτίριο της φωτογραφίας είναι ένα από τα οικήματα των στρατώνων της Λάρισας που κτίσθηκαν το 1887.  Φωτογραφία του 1917 από την παρουσία του στρατηγού Sarrail και Γάλλων στρατιωτών στη Λάρισα. Αρχείο Φωτοθήκης.Το κτίριο της φωτογραφίας είναι ένα από τα οικήματα των στρατώνων της Λάρισας που κτίσθηκαν το 1887. Φωτογραφία του 1917 από την παρουσία του στρατηγού Sarrail και Γάλλων στρατιωτών στη Λάρισα. Αρχείο Φωτοθήκης.

Στις 31 Αυγούστου 1881 κατά την αποχώρηση των Οθωμανών από τη Λάρισα, οι ελευθερωτές άνδρες του ελληνικού στρατού στρατωνίστηκαν, ελλείψει στρατώνων, σε πρόχειρα καταλύματα, σε σκηνές και σε άδεια τούρκικα κονάκια, οικήματα εντελώς ακατάλληλα.

Η έλλειψη αυτή έγινε αντιληπτή στην ελληνική κυβέρνηση από την πρώτη στιγμή, καθώς η πόλη γρήγορα θα αποτελούσε, όπως και κατά τη διάρκεια της Τουρκοκρατίας [1], στρατιωτικό κέντρο. Όπως θα δούμε, το 1887, μόλις έξι χρόνια από την ενσωμάτωση της Θεσσαλίας στην Ελλάδα, στην πόλη μας οικοδομήθηκαν σύγχρονοι για την εποχή τους στρατώνες μεγάλης χωρητικότητας, ίχνη των οποίων υπάρχουν και σήμερα. Αλλά για το ιστορικό της κατασκευής και τη λεπτομερή περιγραφή τους θα παραθέσουμε δημοσίευμα της αθηναϊκής εφημερίδας «Ακρόπολις» στο φύλλο της 25ης Σεπτεμβρίου 1887, το οποίο έχει τον τίτλο «Οι εν Λαρίσση Στρατώνες» [2] και ο συντάκτης του υπογράφεται ως Ι. Π. Κ. Επειδή το δημοσίευμα είναι γραμμένο στην καθαρεύουσα και η ανάγνωση σε πολλούς θα παρουσίαζε δυσκολίες, μεταφράσθηκε στην καθομιλουμένη για πλήρη κατανόηση. Όπου χρειάζεται θα υπάρχει και ο απαιτούμενος σχολιασμός:
ΟΙ ΣΤΡΑΤΩΝΕΣ ΤΗΣ ΛΑΡΙΣΑΣ
«Τέλος πάντων! Μπορούμε να πούμε ότι αρχίσαμε να σκεπτόμαστε κάπως σοβαρότερα γύρω από τα στρατιωτικά μας πράγματα. Βέβαια οι περισσότεροι, αν όχι όλοι, αντιληφθήκαμε πόση επιβάρυνση είχε κάθε επιστράτευση όσον αφορά την πειθαρχία, την άσκηση και την υγεία του στρατού, λόγω της παντελούς σχεδόν έλλειψης στρατώνων. Όπως είναι γνωστό, πολλά από τα θύματα αν όχι όλα, μπορούμε να πούμε ότι βρήκαν μαρτυρικό θάνατο λόγω του στρατωνισμού σε υγρά, μολυσμένα και σαπισμένα καταλύματα. Σε άλλους πάλι δυστυχείς, αν δεν επέφεραν τον θάνατο, μετέδιδαν τα μικρόβια, ποιος γνωρίζει, πόσων καταστροφικών νοσημάτων. Οι κατά καιρούς κυβερνήσεις επιδείκνυαν πάντοτε ασυγχώρητη αμέλεια στο θέμα αυτό, εκτός της κυβέρνησης του αείμνηστου Κουμουνδούρου. Τις ενέργειές της συνέχισε η προηγούμενη κυβέρνηση [3], η οποία είχε διατάξει την ανακαίνιση του καμένου και μισοερειπωμένου μεγάλου στρατώνα του Τυρνάβου, που είχε τη δυνατότητα να φιλοξενεί 12.000 άνδρες [4]. Όμως πριν ακόμη αρχίσει η ανακαίνιση εμφανίσθηκαν τα απρόοπτα εκείνα συνοριακά γεγονότα [5], τα οποία καταστρατήγησαν κάθε διαταγή. Όπως όμως αποδεικνύουν τα γεγονότα, τις κυβερνήσεις αυτές τις ξεπέρασε η παρούσα [6]. Θεώρησε το ζήτημα των στρατώνων ως την πρώτη απ’ όλες τις ανάγκες και υπέκυψε στην μεγάλη αλήθεια ότι χωρίς κατάλληλα καταλύματα, αντί να καταστήσουμε τον στρατό μας κατά την ειρηνική περίοδο γενικό σχολείο για ολόκληρη τη νεότητα, διατρέχουμε τον κίνδυνο να βλέπουμε τους στρατιώτες να απολύονται από τις τάξεις του στρατεύματος με πολλά ελαττώματα και κακές έξεις και ως μόνη ανάμνηση του στρατιωτικού τους βίου να είναι η απογοήτευση. Η παρούσα κυβέρνηση για να προλάβει όλα αυτά τα κακά προχώρησε στην κατασκευή μεγάλων στρατώνων στη Λάρισα, ικανών να φιλοξενούν 12.000 και πλέον άνδρες. Τα σχεδιαγράμματα των οικημάτων αυτών εκτέθηκαν πριν έναν χρόνο σε μειοδοσία και κατακυρώθηκαν στους εργολάβους μηχανικούς κ.κ. Μιλτ. Ζάννου, Στασινοπούλου και Σιας αντί 1.200.000 δραχμών [7]. Το έργο αυτό άρχισε αμέσως και με τον τρόπο που προχωρούν οι εργασίες πιστεύεται ότι εντός του προσεχούς μηνός [Οκτώβριος 1887] θα έχουν αποπερατωθεί και θα παραδοθούν τα τέλεια αυτά οικήματα προς χρήσιν του στρατού μας στη Λάρισα.
Οι στρατώνες αυτοί βρίσκονται στο νοτιοδυτικό μέρος της Λάρισας, σε απόσταση πέντε λεπτών. Αποτελούνται από 70 περίπου αυτοτελή οικήματα, τα οποία στο σύνολό τους καλύπτουν ένα ορθογώνιο τετράπλευρο. Η κύρια όψη των οικημάτων αυτών είναι κάθετη προς την πόλη και παρουσιάζουν τέσσερα επιμήκη παραλληλόγραμμα, τα οποία χωρίζονται μεταξύ τους με αρκετή απόσταση. Κάθε παραλληλόγραμμο αναλογεί σε ένα σύνταγμα και περιέχει δώδεκα οικήματα για τους ισάριθμους λόχους του, εκτός των αποθηκών ιματισμού, υλικού πολέμου και των στάβλων. Κάθε οίκημα είναι στερεά κτισμένο με λίθους συνδεδεμένους με τα κατάλληλα κονιάματα και μόνιμα χρωματισμένο, απέχει από το διπλανό του περί τα δέκα μέτρα, από δε σύνταγμα σε σύνταγμα απέχουν τα οικήματα περί τα είκοσι μέτρα. Τα οικήματα αυτά είναι μονώροφα και αρκετά ψηλά. Κάθε ένα απ’ αυτά μπορεί να φιλοξενεί άνετα από 250 άνδρες. Για να μπει κανείς σ’ αυτά πρέπει να ανεβεί τρία με τέσσερα πέτρινα σκαλοπάτια. Το εσωτερικό τους είναι χωρισμένο σε τέσσερις θαλάμους, εκ των οποίων οι δύο χρησιμοποιούνται ως θάλαμοι ύπνου, όπως έχουν τώρα οι λόχοι των ταγμάτων. Ο τρίτος θάλαμος είναι το εστιατόριο και ο τέταρτος η αίθουσα διδασκαλίας. Η διάταξη αυτή, όπως είναι φυσικό, δεν διατηρείται σε περίπτωση επιστράτευσης. Οι θάλαμοι του ύπνου διακρίνονται από τα κινητά από σίδερο και ξύλα κρεβάτια. Όλοι οι θάλαμοι φέρουν στους τοίχους σιδερένια ερείσματα με πολλά άγκιστρα για το κρέμασμα του ιματισμού και του οπλισμού των στρατιωτών.
Στο κέντρο των θαλάμων βρίσκονται αρκετοί λουτήρες για κάθε χρήση, απέναντι δε απ’ αυτούς υπάρχει ένας μικρός θάλαμος ο οποίος χρησιμοποιείται από τον επιλοχία του λόχου. Αμέσως μετά την είσοδο βρίσκονται δεξιά και αριστερά άλλοι δύο μικροί θάλαμοι, οι οποίοι χρησιμεύουν ο μεν ένας ως κοιτώνας των υπαξιωματικών, ο δε άλλος ως γραφείο του σιτιστή και του βοηθού του. Δίπλα από την έξοδο βρίσκεται ακόμα ένας θάλαμος ο οποίος χρησιμεύει σαν αποθήκη του λόχου. Ολόκληρο το οίκημα αερίζεται με αρκετά ψηλά παράθυρα και έχει επαρκή φωτισμό. Κάθε οίκημα έχει και το αφοδευτήριό του, το οποίο απέχει 2-3 μέτρα και αποτελείται από κινητό βόθρο, ο οποίος αδειάζει και ξεπλένεται κάθε 24 ώρες. Με τον τρόπο αυτόν δεν αποτελεί μολυσματική εστία, ούτε δηλητηριάζει σε μεγάλη απόσταση την ατμόσφαιρα, όπως δυστυχώς παρατηρείται σε όλα τα δημόσια καταστήματα. Κάθε οίκημα έχει το δικό του μαγειρείο, το οποίο γειτονεύει, σύμφωνα με μια άσχημη ελληνική συνήθεια, με το αφοδευτήριο (sic). Είναι κτισμένο με όλες τις απαιτούμενες προϋποθέσεις καλών μαγειρείων, με τις σκευοθήκες, τις πινακοθήκες και όλα τα συμπαρομαρτούντα.
Ως γραφείο του Συντάγματος χρησιμεύει τριώροφη οικία κτισμένη με πολλή καλαισθησία, η οποία βρίσκεται μερικά μέτρα πριν από την πρόσοψη κάθε παραλληλόγραμμου. Στο κέντρο του όλου ορθογωνίου που καταλαμβάνουν τα οικήματα υπάρχει τετράπλευρη πλατεία, η οποία μπορεί να χωρέσει και τα τέσσερα Συντάγματα σε φάλαγγα λόχου. Στο κέντρο της διακρίνεται ένα μεγάλο μαρμάρινο ηλιακό ρολόι. Πίσω από την πλατεία υπάρχουν διάφορες αποθήκες και οι στάβλοι του πεζικού και του ιππικού, οι οποίοι διακρίνονται για την πρωτοτυπία τους που τιμά τους διεκπεραιωτές αυτής της μελέτης. Το έδαφός τους είναι πλακόστρωτο και επικλινές, ώστε τα ρέοντα ούρα να αποβάλλονται με τη συμβολή κάποιου αυλακιού. Οι ξύλινες και επενδυμένες με λευκοσίδηρο φάτνες στηρίζονται πάνω σε κομψά μαρμάρινα ερείσματα τα οποία απέχουν μεταξύ τους δύο μέτρα. Πίσω από κάθε έρεισμα, βρίσκονται σιδερένιοι στύλοι με δύο προβολές για την ιπποσκευή των αντίστοιχων ίππων. Επί της οροφής υπάρχουν (χειροκίνητα) ανεμιστήρια, τα δε παράθυρα ανοιγοκλείνουν αρθρωτά εκ των άνω προς τα κάτω. Με τον τρόπο αυτόν οι ίπποι προφυλάγονται από το ψύχος, συγχρόνως δε αερίζονται οι στάβλοι και φωτίζονται καλώς. Εκτός των μεγάλων αποθηκών της νομής του ιππικού συντάγματος, κάθε οίκημα ίλης έχει και κάποια μικρή αποθηκούλα για τη νομή της τετραημερίας ή και εβδομάδος.
Κατά τις μαρτυρίες των ειδικών όλα αυτά έγιναν με τη χρήση των καλύτερων υλικών, καθώς οι αναλαβόντες την εργασία αυτή απέβλεπαν μόνον εις το ηθικόν και όχι εις το υλικόν συμφέρον».

ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ:

[1]. Υπάρχουν περιηγητές οι οποίοι αναφέρουν ότι η Λάρισα κατά την παρουσία του Σουλτάνου στη Λάρισα κατά τα χρόνια 1667-1669 είχε πληθυσμό 300.000 κατοίκων, γεγονός εξωπραγματικό, το οποίο δικαιολογείται κατά ένα μεγάλο μέρος από τον αυξημένο αριθμό στρατιωτικών.
[2]. Το συγκεκριμένο κείμενο εντόπισε το μέλος της Φωτοθήκης Αχιλλέας Καλτσάς, μου το παραχώρησε και τον ευχαριστώ ιδιαίτερα.
[3]. Αναφέρεται στην κυβέρνηση Θεόδωρου Δεληγιάννη (Μάιος 1885-Μάιος 1886).
[4]. Οι πυρπολημένοι στρατώνες του Τυρνάβου πρέπει να ήταν από την εποχή του Βελή πασά. Το 1822 ο τελευταίος συνελήφθη από τα στρατεύματα του Σουλτάνου και σκοτώθηκε στην Κωνσταντινούπολη. Λίγα χρόνια αργότερα πυρπολήθηκε από τους Οθωμανούς του Τυρνάβου και το μεγαλοπρεπέστατο Σαράι του, το οποίο βρισκόταν στη αριστερή όχθη του Τιταρήσιου (Ξηριά), στη σημερινή θέση Τούμπα.
[5]. Εννοεί τις συνοριακές εχθροπραξίες μεταξύ Ελλήνων και Τούρκων στα σύνορα της Μελούνας και του Ζάρκου τον Μάιο του 1886.
[6]. Από τον Μάιο του 1886 μέχρι το 1890 πρωθυπουργός ήταν ο Χαρίλαος Τρικούπης.
[7]. Ιστορικοί και δημοσιογράφοι της Λάρισας (Κώστας Περραιβός, Γιώργος Ζιαζιάς) αναφέρουν μεταξύ των εργολάβων και τον Λαρισαίο Κωνσταντίνο Σκαλιώρα. Μάλιστα λέγεται ότι από τα κέρδη της εργολαβίας αυτής έκτισε και το όμορφο αρχοντικό του που βρισκόταν στη γωνία των σημερινών οδών Πατρόκλου και Ρούσβελτ, εκεί όπου ήταν το Στρατολογικό γραφείο.

Από τον Νικ. Αθ. Παπαθεοδώρου

(nikapap@hotmail.com)

Δευτέρα 5 Σεπτεμβρίου 2022

 

ΓΥΝΑΙΚΕΙΕΣ ΘΕΟΤΗΤΕΣ ΣΤΟΝ ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΜΥΘΟ

Η Νέμεσις

Από τον Κωνσταντίνο Αθ. Οικονόμου, δάσκαλο, συγγραφέα

ΓΕΝΙΚΑ – ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΑ: Η Νέμεσις υπήρξε αρχαιότατη θεότητα, που άλλοτε προσδιορίζεται ως Ιχναίη(α), άλλοτε ως Αδράστεια ή Ραμνουσία. Το όνομά της προέρχεται από το ρήμα «νέμω», οπότε δήλωνε αρχικά τη δίκαιη διανομή, τη μοιρασιά που γίνεται βάσει νόμιμης εξουσίας. Αργότερα απέκτησε τη σημασία της δικαστικής δράσης εκ μέρους της εξουσίας, ώστε να απονεμηθεί δικαιοσύνη. Μεταφορικά λέγοντας «Νέμεση» εννοούμε τη θεία δίκη.

ΟΙ ΠΗΓΕΣ: Κατά τη “Θεογονία” του Ησιόδου, η Νύχτα δίχως σύντροφο αρσενικό γέννησε την Νέμεση, για να κρατά ισορροπία στις ανθρώπινες υποθέσεις1. Στα “Διονυσιακά” του Νόννου2 έχουμε μια διαφορετική άποψη, που θέλει την Νέμεση κόρη του Ωκεανού, ενώ ο Υγίνος3 χαρακτηρίζει γεννήτορες της Νέμεσης το Έρεβος και τη Νύχτα.

ΡΑΜΝΟΥΣΙΑ ΚΑΙ ΑΔΡΑΣΤΕΙΑ: Ονομαζόταν, επίσης, Ραμνουσία, εξαιτίας ενός αγάλματος και ενός ναού της στον Ραμνούντα της Β. Αττικής. Το επίθετο Αδράστεια που της αποδόθηκε, και που σημαίνει «εκείνη από την οποία κανείς δεν μπορεί να ξεφύγει», ανήκε μάλλον στη φρυγική θεότητα Κυβέλη και αποδόθηκε στη Νέμεση μεταγενέστερα. Αξίζει εδώ να σημειώσουμε πως υπήρχε ναός αφιερωμένος στη θεά και στη Σμύρνη.

ΤΙΜΩΡΟΣ ΤΗΣ ΥΒΡΕΩΣ: Η Νέμεσις ως θεότητα προσωποποιούσε, μαζί με τη Θέμιδα και την Ειμαρμένη, την έννοια της δικαιοσύνης και της αποκατάστασης της τάξης στη φύση, στην κοινωνία, στον κόσμο ευρύτερα, όταν αυτή διασαλευόταν. Τότε τιμωρούσε την υπεροψία και την αλαζονεία των ανθρώπων, τη λεγόμενη “ύβριν”. Αν κάποιος αδικεί τους άλλους συνεχώς, τότε κάποια στιγμή η ίδια η ζωή, ή η Νέμεσις για τους αρχαίους Έλληνες, θα του θέσει ένα επώδυνο »φρενάρισμα» στην πορεία του. Είναι η λεγόμενη θεία δίκη.

Ο ΜΥΘΟΣ: Κάποιοι αρχαίοι συγγραφείς, όπως ο Απολλόδωρος, γράφουν πως η Νέμεσις όταν ενώθηκε με τον Δία, γέννησε την Ελένη. Παρόλο που η Νέμεσις υπέστη μεγάλη καταδίωξη για να αποφύγει το Δία. Κατά την καταδίωξή της πέρασε από στεριές και θάλασσες, αλλάζοντας συνέχεια τη μορφή της. Όταν την έφτασε ο Δίας, ενώθηκε τελικά μαζί του με τη μορφή χήνας, όταν εκείνος είχε τη μορφή κύκνου. Η Νέμεσις γέννησε ένα αυγό το οποίο βρήκε στο δάσος ένας βοσκός και το έδωσε στη Λήδα. Η Λήδα το έκλεισε σε ένα ντουλάπι και όταν γεννήθηκε η Ελένη, την ανέθρεψε σαν κόρη της. Όμως, υπάρχουν τουλάχιστον άλλες δύο εκδοχές για το αυγό αυτό. Κατά την πρώτη εκδοχή, ο Ερμής το έριξε στον κόρφο της Λήδας. Ενώ κατά τη δεύτερη το αυγό αυτό έπεσε από τον ουρανό.

ΝΕΜΕΣΙΣ ΚΑΙ ΤΕΛΧΙΝΕΣ: Σε κάποιες αρχαίες μυθογραφικές διηγήσεις διαβάζουμε πως από την ένωση του Ταρτάρου και της Νέμεσης γεννήθηκαν οι Τελχίνες. Τα ονόματα αυτών των Τελχινών ήταν Χρυσός, Άργυρος και Χαλκός, από τα μέταλλα που είχαν ανακαλύψει. Ο Βακχυλίδης, αντίθετα, ισχυρίζεται πως τα ονόματα αυτών ήταν: Ακταίος, Μεγαλήσιος, Ορμενός και Λύκος. Οι Τελχίνες ήταν μάγοι ή πνεύματα που προκαλούσαν βροχή, χαλάζι, χιόνι και κεραυνούς. Περιγράφονται συχνά δίχως χέρια ή πόδια. Ήταν όντα αμφίβια και είχαν κάτι από άνθρωπο και κάτι από ψάρι. Τους περιέγραφαν με μεμβράνη στα δάχτυλα, ενώ φημισμένες οικογένειες ισχυρίζονταν ότι κατάγονταν από τη γενιά τους! Πάντως στους Τελχίνες θα αναφερθούμε με περισσότερες λεπτομέρειες στη σχετική ενότητα.

ΤΑ ΣΥΜΒΟΛΑ ΤΗΣ ΘΕΑΣ: Σύμβολα της θεάς είναι ο πήχυς και το χαλινάρι. Τα σύμβολα αυτά είναι ιδιαίτερα ενδεικτικά. Με τον πήχυ η Νέμεσις προσμετρά τις ανθρώπινες σκέψεις, τα συναισθήματα, τις δράσεις, ενώ με το χαλινάρι θέτει ένα όριο στην αχαλίνωτη ασυδοσία του εγωισμού των ανθρώπων. Έτσι η έπαρση και αλαζονεία των θνητών έναντι των Νόμων, η “ύβρις” δηλαδή, και η αδιαφορία για το κοινό καλό, “θεραπεύονται” με τη δράση της Νέμεσης που εν τέλει απονέμει τη δικαιοσύνη.

ΠΑΡΑΘΕΜΑ: Ορφικός Ύμνος [61]: εις την Νέμεσιν. “Εσένα τη Νέμεση καλώ,
τη βασίλισσα την πανίσχυρη, μέσω της οποίας αποκαλύπτονται οι πράξεις των θνητών ανθρώπων, την αιώνια, την αξιοσέβαστη, με την απεριόριστη όραση, εκείνη που αγκαλιάζει με το ορθό και το δίκαιο. […] σε κάθε θνητό είναι γνωστή η επιρροή σου, και οι άνθρωποι βογγούν πίσω από τα δίκαια δεσμά σου, γιατί κάθε σκέψη καλά κρυμμένη στο μυαλό, ξεκάθαρα αποκαλύπτεται στη θέα σου. […] Έλα ευλογημένη και ιερή Θεά, εισάκουσε την προσευχή μου, και βάλε στη φροντίδα σου τη ζωή του πιστού σου, την αγαθοεργή σου βοήθεια δώσε στην ώρα της ανάγκης, και άφθονη ισχύ στη δύναμη της λογικής, τις σκέψεις τις ασεβείς, τις αλαζονικές και τις χαμερπείς διώξε μακριά
”.

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ: Στράβων,9.1.17. Απολλόδωρος 3.127. Υγίνος, Αστρονομία, 2.8.Παυσανίας, 7.5.3. Νόννος, Διονυσιακά, 48, 375. Βακχυλίδης, Αποσπ. Ομηρικός Ύμνος III στον Δήλιο Απόλλωνα 89f. Ορφικός Ύμνος 61 στην Νέμεσιν. Βακχυλίδης Αποσπ. 52 (από τον Τζέτζη περί Θεογονίας) Dr. Vollmer, WörterbuchderMythologieallerVölker, Stuttgart: Hoffmann’scheVerlagsbuchhandlung, 1874. ΛεξικόνΣουΐδα, λήμμα: Ραμνουσία Νέμεσις.

  1. Ησίοδος, Θεογονία, 223.
  2. Νόννος, Διονυσιακά, 48, 375.
  3. Υγίνος, Αστρονομία, 2.8.

Πηγή: ΕΝΤΥΠΗ LARISSANET