Δευτέρα 21 Αυγούστου 2017

ΛΑΡΙΣΑ - Μια εικόνα χίλιες λέξεις...

Η Λάρισα του Wordsworth. 1833


Bridge over the Peneus at Larissa.  Χαρακτικό του Άγγλου περιηγητή  Christopher Wordsworth. 1933Bridge over the Peneus at Larissa. Χαρακτικό του Άγγλου περιηγητή Christopher Wordsworth. 1933
Η σημερινή εικόνα έχει τον υπότιτλο Bridge over the Peneus at Larissa (=Γέφυρα πάνω από τον Πηνειό στη Λάρισα).
Προέρχεται από το βιβλίο του Άγγλου ταξιδιώτη Christopher Wordsworth (1807-1885) Greece. Pictorial, Descriptive & Historical, το οποίο εκδόθηκε στο Λονδίνο το έτος, M.DCCC.XXXIX (=1839) και αποτυπώνει το βορειοδυτικό τμήμα της πόλεως. Ο καλλιτέχνης στάθηκε στη δεξιά όχθη του Πηνειού, περίπου εκεί όπου σήμερα βρίσκεται η δεύτερη οδική γέφυρα του ποταμού. Εμπρός, στην ανώμαλη όχθη απεικονίζονται ανθρώπινες φιγούρες, ενώ πίσω καταγράφονται τα γνωστά κτίσματα της πόλεως κατά την περίοδο εκείνη, με αξιοπιστία όμως η οποία είναι αμφισβητούμενη. Αριστερά καταγράφεται μέσα σε θολό τοπίο ο μεγάλος σε έκταση τεκές (μονή) των Μεβλεβήδων, εν συνεχεία υπερτονίζεται η αμφικλινής διάταξη του οδοστρώματος της παλιάς λίθινης γέφυρας του Πηνειού και πίσω τους διαγράφεται πανύψηλη η κωνική κορυφή της Όσσας. Ο Τρανός μαχαλάς επάνω στον Λόφο φαίνεται αρκετά απομακρυσμένος από τη ματιά του ζωγράφου και σχεδιάσθηκε με λεπτές και άτονες γραμμές. Δεξιά, η στοά του τεμένους του Χασάν μπέη θα έμοιαζε μάλλον με ναό της ελληνιστικής εποχής (κίονες, μετώπη, κλπ.), αν δεν υπήρχε ο μιναρές.
O περιηγητής Christopher Wordsworth, σπουδαγμένος στα καλύτερα πανεπιστήμια της χώρας του, ακολούθησε τον ιερατικό κλάδο, όπου έφθασε μέχρι τον βαθμό του επισκόπου. Ένθερμος φιλέλληνας καθώς ήταν, περιηγήθηκε τη χώρα μας για να θαυμάσει από κοντά τις ξακουστές αρχαιότητες και περιόδευσε ολόκληρο τον ελληνικό χώρο, ελεύθερο και τουρκοκρατούμενο. Καρπός όλων αυτών των περιηγήσεών του ήταν η συγγραφή του σπουδαίου οδοιπορικού του. Στη Θεσσαλία ο Wordsworth βρέθηκε κατά το τέλος της άνοιξης του 1833 και της αφιέρωσε ένα εκτεταμένο κεφάλαιο με τις εντυπώσεις του, εμπλουτισμένο με άφθονες ξυλογραφίες. Για τη Λάρισα γράφει σχετικά: «Τα τείχη αυτού του τόπου είναι ένας συνδυασμός αρχαιοτήτων και κακόγουστης τουρκικής αρχιτεκτονικής. Απαρτίζονται από κομμάτια παλαιών κιόνων και αρχιτεκτονικών μελών, τα οποία συνενώθηκαν με πρόχειρο τρόπο. Αξίζει να αναφερθούν τα τζαμιά της για τον μεγάλο αριθμό και την επιβλητικότητά τους. Λέγεται ότι υπάρχουν 24, ενώ δεν υπάρχει παρά μόνον ένας χριστιανικός ναός στη Λάρισα. 
Ο χαρακτήρας του πληθυσμού ταιριάζει μ’ αυτή την εμφάνιση. Ο ταξιδιώτης που έχει έλθει από άλλα μέρη της Ελλάδος βλέπει για πρώτη φορά πολλές ήρεμες μορφές, ντυμένες με πλούσια ρούχα, να κάθονται ήσυχα μπροστά στις πόρτες τους[1]. Πουθενά αλλού δεν θα συναντήσει κανείς τόσες πολλές μορφές, κάτι σαν φαντάσματα, οι οποίες κινούνται κλεφτά στους δρόμους, μέσα στις μακριές άσπρες φορεσιές τους, που η μοναδική επαφή που έχουν με τον κόσμο γίνεται με τη βοήθεια δύο ανοιγμάτων στα λινά τους καλύμματα, στο ύψος των ματιών. Αυτή την εμφάνιση είχαν οι Τουρκάλες στη Λάρισα... 
Τα μεταφορικά μέσα τα οποία φαίνονται να πηγαινοέρχονται στις πύλες της πόλεως αποτελούν μια ιδιομορφία της Λάρισας. Τα βαριά κάρα κινούνται αργά πάνω στους συμπαγείς τροχούς τους και είναι η πιο ευχάριστη ανάμνηση του παρελθόντος… όπως ήταν στην πραγματικότητα κατά την αρχαιότητα». 
Στη συνέχεια περιγράφει το παράπονο του μητροπολίτη της Λάρισας[2] και κατ’ επέκταση και όλων των Θεσσαλών, που οι διπλωματικές ενέργειες των Ευρωπαίων, μετά την επανάσταση του 1821, τους κράτησαν έξω από την ελληνική επικράτεια: «Τι έχουμε κάνει;» είπε ο μητροπολίτης στον ξένο ταξιδιώτη, κοιτάζοντας προς τα νερά του Πηνειού από ένα παράθυρο της επισκοπής. «Για ποιο πράγμα είμαστε ένοχοι ώστε να αποκλειστούμε με την τελευταία συνθήκη από τα σύνορα της ελεύθερης Ελλάδος; Δεν έχουμε αγωνισθεί πλάι-πλάι με τους συμπατριώτες μας για την ελευθερία που τώρα μόνον αυτοί απολαμβάνουν; Δεν έχουμε υπομείνει χρόνο με τον χρόνο την άσπλαχνη βία των τωρινών μας κυρίων και δεν έχουμε παλέψει για να αποτινάξουμε τον ζυγό από τον τράχηλό μας; Είμαστε κάτοικοι της αρχαίας Ελλάδος, η κοιτίδα της Ελλάδος, που εξορισθήκαμε από την δική μας χώρα. Ο Όλυμπος είναι αποκλεισμένος και μαζί μ’ αυτόν οι θεοί της Ελλάδος είναι εξορισμένοι από τη χώρα τους με τις δικές σας συνθήκες… 
Τα απομεινάρια της αρχαίας πόλεως της Λάρισας είναι εντελώς ασήμαντα. Μερικά τμήματα των τειχών της ελληνιστικής ακροπόλεως έχουν ενσωματωθεί στα κτίρια του τουρκικού παζαριού. Το όνομα της πόλης είναι ακριβώς το ίδιο με το αρχαίο. Στους τοίχους της ελληνικής αρχιεπισκοπής είναι εντοιχισμένες πολλές αρχαίες επιγραφές που αναφέρονται στην απελευθέρωση σκλάβων… Άλλες αρχαίες επιγραφές εντοπίζονται στις επιτύμβιες στήλες, οι οποίες έχουν αποσπασθεί από τους φυσικούς τους χώρους και τώρα είναι τοποθετημένες πάνω από τους τάφους, στα τουρκικά κοιμητήρια της πόλης. Τα νεκροταφεία τα οποία υπάρχουν τώρα, παρουσιάζουν μια παράξενη εμφάνιση και καλύπτουν έναν σημαντικό χώρο. Οι πέτρινοι τάφοι από άσπρο μάρμαρο, που είναι στριμωγμένοι ο ένας δίπλα στον άλλο, καταλήγουν όλοι ψηλά σε ένα λοφίο ή κάλυμμα κεφαλής, που υποδεικνύει τον βαθμό ή το επάγγελμα του προσώπου στον οποίο ανήκει το μνημείο. Ο μπέης, ο καδής, ο μουλάς, ο ιμάμης, ο καθένας έχει το δικό του διακριτικό γνώρισμα…»[3].  
NIKOΣ ΠΑΠΑΘΕΟΔΩΡΟΥ
[1]. Η συνήθεια αυτή επικρατούσε μέχρι και τα πρώτα μεταπολεμικά χρόνια τις καλοκαιρινές βραδιές, όταν τα περισσότερα σπίτια ήταν μονοκατοικίες, είχαν αυλές και οι γείτονες είχαν στενές ανθρώπινες σχέσεις. Η συνήθεια αυτή εξαφανίσθηκε με την κατασκευή των πολυώροφων οικοδομών.
[2]. Τη περίοδο που επισκέφθηκε τη Λάρισα ο Wordswoth (Μάιος του 1833), μητροπολίτης Λαρίσης ήταν ο Μελέτιος Δ’ (1825-1835). 
[3]. Christopher Wordsworth. Ταξίδι στη Θεσσαλία του 1833. μετ. Σωτήρης Κύρκος, εισαγωγή-σχόλια-επιμέλεια Κώστας Πάνος, Θεσσαλικό Ημερολόγιο, τόμ. 30, Λάρισα (1966) σ. 20.

Πέμπτη 17 Αυγούστου 2017

ΛΑΡΙΣΑ. Μια εικόνα, χίλιες λέξεις...

Ο Λόφος από ψηλά

Λάρισα. Άποψη του δυτικού τμήματος του Λόφου. Αεροφωτογραφία της δεκαετίας του 1960
Λάρισα. Άποψη του δυτικού τμήματος του Λόφου. Αεροφωτογραφία της δεκαετίας του 1960
Ο λόφος που βρίσκεται σήμερα στο κεντρικότερο σημείο της Λάρισας, υπάρχει από τα προϊστορικά χρόνια και συντροφεύει τον Πηνειό στην πορεία του προς τα μαγευτικά Τέμπη και από κει στη θάλασσα.
Πρόκειται για μια χαμηλή έπαρση του εδάφους μέσα στον απέραντο και επίπεδο κάμπο της ανατολικής Θεσσαλίας, εκτάσεως μερικών δεκάδων στρεμμάτων, ο οποίος στα σπλάχνα του περικλείει όλη την ιστορική διαδρομή της πόλεως από τους προϊστορικούς χρόνους μέχρι και τις μέρες μας. Στους κλασικούς χρόνους ήταν η ακρόπολη της Λάρισας με τα αρχαία ιερά της και το αρχαίο θέατρο. Στους χριστιανικούς χρόνους φιλοξενούσε το ιερό σκήνωμα του πολιούχου της Αγίου Αχιλλίου μέσα στην βασιλική που είχε κτισθεί στη μνήμη του. Κατά την Τουρκοκρατία δημιουργήθηκε μεταξύ των άλλων στο ψηλότερο σημείο της και το μπεζεστένι, η τούρκικη κλειστή αγορά, το κέλυφος της οποίας διατηρείται μέχρι σήμερα. Από την απελευθέρωση του 1881 και μετά, αρκετοί δημοτικοί άρχοντες προσπάθησαν να βάλουν την σφραγίδα τους στον λόφο για λόγους υστεροφημίας, χωρίς όμως σημαντικό αποτέλεσμα.
Η σημερινή φωτογραφία απεικονίζει το δυτικό τμήμα του Λόφου από ψηλά, όπως ήταν κατά την δεκαετία του 1960. Πρόκειται για αεροφωτογράφιση χαμηλού ύψους. Η πρώτη γνωστή αεροφωτογράφιση της Λάρισας έγινε τον Ιούνιο του 1917 από τα γαλλικά στρατιωτικά αεροπλάνα της Αντάντ. Είναι γνωστό ότι ο γαλλικός στρατός στις 30 Μαΐου 1917 με το παλιό ημερολόγιο, κατά τη διάρκεια του εθνικού διχασμού, είχε καταλάβει τη Λάρισα. Η αεροφωτογραφία του 1917 αποτυπώνει ένα μεγάλο κεντρικό τμήμα της Λάρισας, είναι όμως από πολύ ψηλά και δεν διακρίνονται λεπτομέρειες. Καλύτερες είναι οι αεροφωτογραφίσεις του Λόφου που έγιναν τα Θεοφάνεια του 1929, με την ευκαιρία της τελετής Κατάδυσης του Τιμίου Σταυρού από την γέφυρα του Πηνειού. Ακολούθησαν και άλλες φωτογραφίσεις από αέρος, οι οποίες έγιναν κατά διαστήματα τόσο προπολεμικά όσο και μεταπολεμικά, από αεροπλάνα της Πολεμικής Αεροπορίας και οι οποίες φυσικά δεν εκχωρούνται προς δημοσίευση.
Στην αεροφωτογραφία που δημοσιεύεται παίρνουμε μια ιδέα πως ήταν το δυτικό τμήμα του Λόφου κατά την δεκαετία του 1960. Στο κάτω μισό της φωτογραφίας διακρίνουμε από αριστερά το ρολόι που κτίσθηκε το 1952 επί δημαρχίας Δημητρίου Καραθάνου δίπλα από τα θεμέλια του πύργου του παλιού ρολογιού το οποίο καταστράφηκε από τον σεισμό του 1941. Η μελέτη και κατασκευή του ανατέθηκε στον πολιτικό μηχανικό Νικόλαο Βασ. Μίχο. Ήταν λευκό ψηλόλιγνο ρολόι. Κάθε πλευρά του είχε διάσταση περίπου τρία μέτρα, ενώ το ύψος του έφθανε τα 18,5 μέτρα. Στηριζόταν σε μια ευρεία τετράγωνη βαθμιδωτή βάση. Οι περισσότεροι το θυμόμαστε γιατί ανεβήκαμε και παίξαμε στα σκαλιά της βάσης του και στους γύρω κήπους και ακούσαμε τους δυνατούς χτύπους του «Καραθάνου», όπως είχε εντυπωθεί στη σκέψη και στη συνείδηση κάθε Λαρισαίου το όνομά του. Η διάρκεια ζωής του ήταν 40 χρόνια[1]. Τον Σεπτέμβριο του 1992 κατεδαφίσθηκε αναγκαστικά για να αποκαλυφθεί το αρχαίο θέατρο και καθώς η παρουσία του εντοπιζόταν στην περιοχή του επιθεάτρου, η τύχη του είχε προδιαγραφεί από καιρό.
Δεξιότερα διακρίνεται η οδός μητροπολίτου Αρσενίου και το πάρκο του Λόφου με τα ψηλά δένδρα, ενώ χαμηλότερα μόλις προβάλλει μέρος από την σκεπή του προσωρινού ναού του Αγ. Αχιλλίου. Στο άκρο δεξιό φαίνεται ο ελεύθερος χώρος μπροστά από το Ηρώο, που είχε ανεγερθεί πριν λίγα χρόνια.
Στο επάνω μισό της φωτογραφίας από αριστερά αναγνωρίζονται οι δρόμοι μητροπολίτου Διονυσίου του Φιλοσόφου και μητροπολίτου Πολυκάρπου, καθώς και τα κτίσματα που βρίσκονται κατά μήκος τους. Στη συνέχεια εικονίζεται ένας ευρύς επίπεδος τετραγωνισμένος χώρος, ο οποίος μετατράπηκε αργότερα στην Πλατεία Μητέρας. Προπολεμικά στο σημείο αυτό βρισκόταν η κατοικία που είχε κτίσει το 1882 ο μητροπολίτης Νεόφυτος και δίπλα του η κατοικία του Μακρή, τα οποία με τον σεισμό καταστράφηκαν και μεταπολεμικά ισοπεδώθηκαν. Δυτικά του κενού χώρου προβάλλει ο νέος μητροπολιτικός ναός του Αγίου Αχιλλίου. Τα εγκαίνια του νέου μεγαλοπρεπούς ναού είχαν γίνει στις 6 Ιουνίου 1965 από τον μητροπολίτη Λαρίσης Ιάκωβο Σχίζα (1960-1967) και από τότε ο ναός εξακολουθεί συνεχώς να εμπλουτίζεται, έτσι ώστε σήμερα να θεωρείται σαν ένας από τους μεγαλύτερους και ομορφότερους ναούς της Θεσσαλίας. Κατά την χρονολογία λήψεως της φωτογραφίας δεν είχε ακόμα κτισθεί το καμπαναριό του.
Προς τα δεξιά διαγράφεται ο όγκος του Β΄ Δημοτικού Σχολείου. Ήταν ένα μεγάλο διώροφο διδακτήριο με μεγάλη αυλή, η οποία εκτεινόταν μέχρι τις βόρειες παρυφές του Λόφου. Όπως αναφέρθηκε και άλλες φορές, η κατασκευή του άρχισε το 1929 επί δημαρχίας Μιχαήλ Σάπκα και αποπερατώθηκε το 1932. Κατά τη διάρκεια της τελετής των εγκαινίων ήταν παρών και ο τότε υπουργός Παιδείας στην κυβέρνηση του Ελευθερίου Βενιζέλου, Γεώργιος Παπανδρέου. Η κατασκευή του έγινε από τον εργολάβο των Αθηνών Κωνσταντίνο Μιχαλέα. Η ζωή του Σχολείου αυτού ήταν σχετικά σύντομη. Το 1941 με τον σεισμό ο επάνω όροφος θεωρήθηκε επικίνδυνος για να στεγάζει μαθητές και χρησιμοποιήθηκε μόνον ο κάτω όροφος. Το 1978, μέσα στα πλαίσια εξωραϊσμού της περιοχής του λόφου του Φρουρίου, το κτίριο του Β΄ Δημοτικού Σχολείου κατεδαφίσθηκε και στη θέση του βρίσκεται σήμερα πάρκο με προτομές και αναμνηστικές στήλες[2].
 [1]. Βλέπε: Παπαθεοδώρου Νικόλαος. Το Ρολόι της Λάρισας. Ιστορική διαδρομή, εφ. "Ελευθερία" Λάρισας, φύλλο της 17ης Σεπτεμβρίου 2014.
[2]. Βλέπε: Παπαθεοδώρου Νικόλαος. Το Β΄ Δημοτικό Σχολείο στο Φρούριο. Ιστορική διαδρομή. εφ. "Ελευθερία" Λάρισας, φύλλο της 19ης Νοεμβρίου 2014..
Του Νικ. Αθ. Παπαθεοδώρου
nikapap@hotmail.com