Δευτέρα 29 Μαρτίου 2021

ΛΑΡΙΣΑ ΜΙΑ ΕΙΚΟΝΑ, ΧΙΛΙΕΣ ΛΕΞΕΙΣ...

Η περιοχή των σιδηροδρομικών σταθμών 80 χρόνια πριν (1941)


Η σημερινή φωτογραφία είναι παλιά και κυρίως ιστορική. Απεικονίζει από αέρος την περιοχή των δύο σιδηροδρομικών σταθμών της Λάρισας, του Θεσσαλικού ο οποίος συνέδεε και συνδέει τη Λάρισα με την υπόλοιπη Θεσσαλία και του Διεθνούς ή Λαρισαϊκού ο οποίος συνδέει την Αθήνα με τη Βόρειο Ελλάδα.

Η λήψη έγινε από αναγνωριστικό αεροπλάνο της ιταλικής πολεμικής αεροπορίας, για ευνόητους λόγους. Οι σταθμοί αυτοί ήταν τα κέντρα εφοδιασμού και προώθησης πολεμικού υλικού και ένοπλων δυνάμεων προς το μέτωπο. Δεν έπρεπε να υπάρχουν… Μάλιστα υπάρχει και μια άλλη φωτογραφία από το ίδιο ύψος, η οποία απεικονίζει τους στόχους των ιταλικών βομβών που έπληξαν την περιοχή και τους πυκνούς καπνούς που αναδύθηκαν από τα βομβαρδισμένα σημεία. Επειδή η φωτογραφία είναι από μεγάλη σχετικά απόσταση, η τοπογραφία είναι μεν διακριτή και τα μεγάλα σε όγκο και χαρακτηριστικά κτίρια διακρίνονται με λίγη προσοχή, οι αριθμοί όμως και η αναγραφή οδών που προστέθηκαν διευκολύνουν τον προσανατολισμό. Καταβλήθηκε προσπάθεια η φωτογραφία να δημοσιευθεί σε μεγάλη ανάλυση, ώστε με τη βοήθεια μεγεθυντικού φακού να φανούν όσο το δυνατόν περισσότερες λεπτομέρειες. Στο κάτω μέρος της φωτογραφίας απεικονίζεται το νότιο τμήμα της Λάρισας μέχρι και την περιοχή του Θεσσαλικού Σταθμού, ενώ στο άνω μέρος η άποψη της πόλης φθάνει μέχρι το ύψος της οδού Ιουστινιανού. Είναι χαρακτηριστικό ότι δεν διακρίνονται ζημιές στα κτίρια ούτε από τον βομβαρδισμό, ούτε από τον σεισμό, γεγονός που σημαίνει ότι η λήψη της φωτογραφίας πρέπει να έγινε Νοέμβριο με Δεκέμβριο του 1940. Μέσα στον χώρο αυτόν μπορούμε να εντοπίσουμε με τη σειρά τα εξής κτίσματα:
Στον αριθ. 1 στο κάτω μέρος της εικόνας διακρίνεται από ψηλά το κεντρικό κτίσμα του Θεσσαλικού σιδηροδρόμου. Η κατασκευή του σταθμού αυτού προηγήθηκε 20 και πλέον χρόνια του Σταθμού του Διεθνούς. Πολύ νωρίς μετά την απελευθέρωση της Λάρισας, στις 11 Σεπτεμβρίου 1881, υπογράφηκε η σύμβαση για την κατασκευή σιδηροδρομικής γραμμής Λαρίσης-Βόλου με εργολήπτη τον Evaristo de Chirico[1]. Χρηματοδότης ήταν ένας πλούσιος Έλληνας τραπεζίτης της Κωνσταντινούπολης, ο Θεόδωρος Μαυρομιχάλης. Στις 28 Δεκεμβρίου του ίδιου χρόνου (1881) πραγματοποιήθηκε στη Λάρισα η επίσημη έναρξη των έργων. Η τελετή έγινε σε χώρο «πέραν της πύλης της Φαρσάλου». Ο αγιασμός τελέσθηκε από τον μητροπολίτη Λαρίσης Νεόφυτο μέσα σε εορταστική ατμόσφαιρα. Ευχές για την ευοίωνη πορεία των έργων απηύθυναν μεταξύ των άλλων και οι επικεφαλής των δύο θρησκευτικών μειονοτήτων της Λάρισας, ο Μουφτής Μεχμέτ Εμίν Εφέντης και ο Ραβίνος Σιμών Πεσά. Η σιδηροδρομική γραμμή άρχισε να στρώνεται κατά τα τέλη του 1882, αρχίζοντας από τον Βόλο και ολοκληρώθηκε στη Λάρισα τον Ιούλιο του 1883. Είχε πλάτος μεταξύ των σιδηροτροχιών ένα μέτρο. Τα εγκαίνια της γραμμής άργησαν να γίνουν (22 Απριλίου 1884), καθώς από τη μεγάλη πλημμύρα της Λάρισας του Οκτωβρίου 1883 οι γραμμές κοντά στην πόλη είχαν υποστεί σοβαρές καταστροφές. Η κατασκευή των κτιριακών εγκαταστάσεων των σταθμών άρχισε τον Μάρτιο του 1883 και το κτίριο του σταθμού ήταν πανομοιότυπο με το αντίστοιχο του Βόλου. Επειδή το τελευταίο διασώζεται και μάλιστα άριστα συντηρημένο, αντιλαμβάνεται κανείς την ομορφιά του σταθμού του Θεσσαλικού της Λάρισας. Δεν ήταν πολύ μεγάλο σε μέγεθος, ήταν όμως εντυπωσιακό σαν κτίριο χάρη στην ιδιότυπη αρχιτεκτονική του. Ήταν ένα επίμηκες ισόγειο κτίσμα και μόνον το μεσαίο τμήμα του εμφάνιζε δεύτερο όροφο, ο οποίος στη στέγη κατέληγε σε τριγωνική μετώπη. Το τμήμα αυτό με λίγη προσοχή διακρίνεται στη φωτογραφία.
Στον αριθ. 2 στην άκρη αριστερά διακρίνεται το κεντρικό κτίριο του Διεθνούς Σταθμού. Tον Ιούνιο του 1906 υπογράφηκε η σύμβαση για την κατασκευή της επέκτασης της γραμμής από Δεμερλί προς Λάρισα και μέχρι τα τότε σύνορα στο Παπαπούλι. Το 1908 είχε ήδη λειτουργήσει η γραμμή ως τη Λάρισα και το 1909 ως το Παπαπούλι, όπου βρισκόταν μέχρι το 1912 ο συνοριακός σιδηροδρομικός σταθμός με την Οθωμανική αυτοκρατορία. Το κυρίως κτίριο του Σιδηροδρομικού Σταθμού της Λάρισας ήταν διώροφο και ολοκληρώθηκε το 1908. Η πρόσοψή του προς την πλατεία του σταθμού στολιζόταν στη στέγη του ορόφου με ένα μεγάλο ρολόι, ενώ από την πλευρά των γραμμών υπήρχε ένα τεράστιο μεταλλικό στέγαστρο, το οποίο κάλυπτε ολόκληρη την πλατφόρμα του σταθμού. Ήταν ένα όμορφο σε εμφάνιση κτίριο, με ορισμένα νεοκλασικά στοιχεία ειδικά στον όροφο. Μπροστά από την πρόσοψη ανοιγόταν ένας τεράστιος ακάλυπτος χώρος για τη στάθμευση αμαξών και αυτοκινήτων. Αργότερα στη θέση αυτή δημιουργήθηκε η μικρή πλατεία του Σταθμού.
Στον αριθ. 3 διακρίνονται οι αποθήκες, οι οποίες υπάρχουν μέχρι και σήμερα και σε άλλα σημεία του σταθμού, καθώς και άλλα βοηθητικά κτίσματα. Μετά τους σταθμούς Αθηνών και Θεσσαλονίκης, ο σταθμός της Λάρισας ήταν ο μεγαλύτερος επαρχιακός σιδηροδρομικός σταθμός της χώρας σε γραμμές, έκταση και εγκαταστάσεις[2].
Στον αριθ. 4 στη φωτογραφία μόλις αποτυπώνεται το παλιό ξενοδοχείο ύπνου της Λάρισας «Διεθνές», το οποίο υπάρχει μέχρι και σήμερα, και η μία όψη της βρίσκεται επί της οδού Παλαιολόγου, ενώ η άλλη πλευρά της, η πρόσοψη, έχει μέτωπο προς την πλατεία του Σταθμού. Την περίοδο εκείνη ήταν τριώροφο και ιδιοκτησιακά ανήκε στους αδελφούς Παπαευθυμίου. Όμορφο αρχιτεκτονικά κτίριο, με απαλές γραμμές και πολλά νεοκλασικά στοιχεία. Τις παλαιότερες εποχές, όταν η Λάρισα δεν ήταν τόσο πυκνοκατοικημένη, το προτιμούσαν οι επισκέπτες των νυκτερινών αφίξεων των τρένων, λόγω της γειτνίασης με τον σταθμό.
Πάνω αριστερά στη φωτογραφία, ο αριθ. 5 υποδηλώνει το κτίριο του 3ου Δημοτικού Σχολείου, ένα από τα παλαιότερα σχολικά συγκροτήματα της Λάρισας, το οποίο όπως διάβασα, τελευταία πλήγηκε σοβαρά από τον σεισμό. Στο επάνω μέρος της φωτογραφίας μπορεί κανείς να διακρίνει το συγκρότημα των Φυλακών της Λάρισας. Είχαν μόλις στεγαστεί στην παλαιά Πυριτιδαποθήκη και είναι εμφανής η τετράγωνη υψηλή περιχαράκωση του όλου χώρου για ευνόητους λόγους[3]. Σήμερα στεγάζει το Μουσείο της Εθνικής Αντίστασης.
Χαρείτε την αυτήν τη φωτογραφία. Είναι από τις τελευταίες, αν όχι η τελευταία, που αποτυπώνει την προπολεμική Λάρισα.

Από τον Νίκο Παπαθεοδώρου
nikapap@hotmail.com

 

[1]. Ο μηχανικός Evaristo de Chirico ήταν ο πατέρας του μεγάλου Ιταλού ζωγράφου Giorgio de Chirico, ο οποίος ως γνωστόν γεννήθηκε στον Βόλο το 1888.
[2]. Παπαθεοδώρου Νικόλαος. Ο Σταθμός του «Διεθνούς» Σιδηροδρόμου, εφ. «Ελευθερία», Λάρισα, φύλλο της 7ης Απριλίου 2018.
[3]. Ο ίδιος. Οι Ποινικές φυλακές της Λάρισας. Σε ποια κτίρια στεγάσθηκαν από την τουρκοκρατία μέχρι σήμερα, εφ. «Ελευθερία», Λάρισα, φύλλο της 8ης Νοεμβρίου 2017.

 

Σάββατο 27 Μαρτίου 2021

Η ΔΥΤΙΚΗ ΚΑΙ ΝΟΤΙΑ ΠΛΕΥΡΑ ΤΗΣ ΠΛΑΤΕΙΑΣ ΤΑΧΥΔΡΟΜΕΙΟΥ - Γ΄


ΤΟΥ ΝΙΚ. ΑΘ. ΠΑΠΑΘΕΟΔΩΡΟΥ
nikapap@hotmail.com

Κατά την περιγραφή των κτιρίων της δυτικής πλευράς της πλατείας Ταχυδρομείου, είχαμε σταματήσει την προηγούμενη Τετάρτη στην ισόγεια κατοικία της οικογένειας Τσαγιάννη που βρισκόταν στη γωνία των οδών Παπακυριαζή και Ρούσβελτ. Συνεχίζουμε

σήμερα με τα υπόλοιπα κτίρια της ίδιας πλευράς.
Δυτικά από το σπίτι του Τσαγιάννη και αφού μεσολαβούσε ένας κενός χώρος στον οποίο υπήρχε αυλόπορτα, βρισκόταν ένα διώροφο κτίριο που ήταν ιδιοκτησία του Λαρισαίου εμπόρου Μιχαήλ Σωτηρίου. Όταν αυτός απεβίωσε και οι κόρες του παντρεύτηκαν, το σπίτι περιήλθε στην ιδιοκτησία του Θεόδωρου Καραναστάση. Αργότερα το διώροφο κατεδαφίστηκε και στη θέση του ο αδελφός του Θεόδωρου, Δημήτριος Καραναστάσης έκτισε πολυώροφη οικοδομή.
Τα παλαιότερα χρόνια σε επαφή με το σπίτι του Σωτηρίου, και στο βάθος μιας μεγάλης αυλής με πολλά δένδρα και όμορφα λουλούδια ήταν χτισμένη μια ισόγεια κατοικία. Στο ύφος του δρόμου υπήρχαν όμορφα σιδερένια κιγκλιδώματα και το όλο σύνολο του σπιτιού φάνταζε πολύ ωραίο. Για χρόνια πολλά έμενε σ’ αυτό ο οδοντίατρος Μπρέλης. Περί το 1933 το σπίτι αυτό κατεδαφίσθηκε και στη θέση του οικοπέδου οικοδομήθηκε ένα κομψό διώροφο κτίριο, το οποίο χρησιμοποιήθηκε ως γραφείο των επιβατικών λεωφορείων της περιοχής Λάρισας (πρόδρομος του σημερινού Κ.Τ.Ε.Λ.) και πρακτορείο αυτοκινήτων των γραμμών Φαρσάλων, Αγιάς, Τρικάλων, και άλλων περιοχών. Όταν στην κατοχή δεν υπήρχαν πια λεωφορεία, επειδή οι κατακτητές απαγόρευαν τις εσωτερικές μετακινήσεις, το κτίριο χρησιμοποιήθηκε ως ξενοδοχείο με την επωνυμία «Παρθενών». Το ξενοδοχείο αυτό συνήθως αποτελούσε το μόνιμο κατάλυμα των μαυραγοριτών, όταν έρχονταν από την Αθήνα και από άλλα μέρη της Ελλάδος για να ασκήσουν το αναίσχυντο εμπόριό τους. Μεταπολεμικά χρησιμοποιήθηκε ως κατοικία και γύρω στα 1970 γκρεμίσθηκε και τη θέση του πήρε, ως συνήθως, μια πολυώροφη πολυκατοικία.
Μεταξύ του προηγούμενου παλιού σπιτιού του Μπρέλη που αναφέραμε και μιας μεγάλης αποθήκης που υπήρχε δίπλα της, μεσολαβούσε ένας διάδρομος. Η εν λόγω αποθήκη ήταν ιδιοκτησία των αδελφών Παπαγεωργίου και περί το 1933 νοικιάσθηκε από τον Μήτσο Βρεττόπουλο[1] και διασκευάσθηκε σε ζαχαροπλαστείο με την ονομασία «Αίγλη». Στο πίσω μέρος του καταστήματος υπήρχε ευρύτατος χώρος ο οποίος χρησίμευε για εργοστάσιο Ζαχαροπλαστικής. Τα προϊόντα του εργοστασίου αυτού κυκλοφορούσαν με τη φίρμα «Βρεττό» και ήταν εξαίρετα. Για το κατάστημα αυτό γράφει σχετικά ο Κώστας Περραιβός: «Πρώτος τότε ο Βρεττόπουλος παρήγαγε στη Λάρισα παγωτά του χεριού, που τα πωλούσαν στους δρόμους οι παγωτατζήδες ... Η «Αίγλη» πέρασε στην τοπική ιστορία σαν ένα από τα κοσμικά εντευκτήρια των παλιών Λαρισινών. Παρέες νεαρών έκαμαν το καλοκαίρι γλέντια τρικούβερτα κάτω από τα βαθύσκια δένδρα της Πλατείας Ταχυδρομείου, όπου ο Βρεττόπουλος άπλωνε τραπέζια και καρέκλες … σημειώνουμε ότι ο Μήτσος Βρεττόπουλος δεν ήταν μόνον άριστος ζαχαροπλάστης, αλλά και ένας αριστοτέχνης παρασκευαστής πικάντικων μεζέδων και γκιουβετσιών … Τη μεγαλύτερη όμως νοστιμιά την αποτελούσε η παρουσία του αξέχαστου Μήτσου που ήταν άφθαστος κοζέρ[2] και σκορπούσε κέφι και γέλια με τα ατέλειωτα ανέκδοτα που αφηγούταν στους φίλους γκιουβετσοφάγους[3]. Τον χειμώνα τα γκιουβέτσια τρωγόντουσαν σε ένα ιδιαίτερο καμαράκι το οποίο βρισκόταν μεταξύ ζαχαροπλαστείου και εργοστασίου ζαχαροπλαστικής. Από τα γλέντια αυτά βγήκαν πολλά νόστιμα ανέκδοτα»[4].
Στην «Αίγλη» του Μήτσου Βρεττόπουλου πέρασαν ευτυχισμένες βραδιές πολλοί παλιοί συμπολίτες. Ήταν ανεξάντλητος σε ανέκδοτα και είχε έναν ιδιότυπο χιουμοριστικό τρόπο να τα αφηγείται, ώστε σκορπούσε αυθόρμητα το γέλιο. Εκτός από τα γκιουβέτσια, σπεσιαλιτέ του θεωρούσε τους κεφτέδες. Μάλιστα η νοστιμιά τους ήταν θαυμάσια και όταν κάποτε τους γεύτηκε μεταπολεμικά στο κέντρο «Αλκαζάρ» η τότε βασίλισσα Φρειδερίκη, ζήτησε τη συνταγή από τον Βρεττόπουλο. Μία από τις μόνιμες παρέες της «Αίγλης» κατά την προπολεμική περίοδο την αποτελούσαν ο πρόεδρος του Δικηγορικού Συλλόγου Τάκης Ιατρού, ο δικηγόρος Στέλιος Κολοκοτρώνης που εγκαταστάθηκε αργότερα στη Αθήνα, ο γραμματέας του Εφετείου Γιάννης Παπαστεφάνου, ο Τάκης Κοκκινάκης υπάλληλος των τριών ΤΤΤ. Μάλιστα ο τελευταίος ήταν βέρος Αθηναίος από την Πλάκα και όταν τον μετέθεσαν στη Λάρισα ερχόταν στενοχωρημένος γιατί θα στερούνταν το Πλακιώτικο περιβάλλον. Όμως τα πράγματα ήλθαν διαφορετικά, ώστε στο τέλος αγάπησε την πόλη και δεν ήθελε να φύγει. Ο Γιάννης Παπαστεφάνου έπαιζε ωραία κιθάρα και τα καλοκαίρια κάθε βράδυ στην πλατεία, κάτω από τα πεύκα και με όλη τη συντροφιά τραγουδούσε παλιές καντάδες. Μερικές φορές έρχονταν και άλλες παρέες, παιδιά του Μουσικού Συλλόγου που είχαν ωραίες καλλιεργημένες φωνές και το γλέντι τραβούσε ιδίως τα Σαββατοκύριακα, μέχρι τα ξημερώματα.
Το 1939 στην παρέα προστέθηκε και ένα ακόμη μέλος. Ήταν ο Μέγας Αυλάρχης του εξόριστου βασιλιά τη Αλβανίας Αχμέτ Ζώγου, που είχε φθάσει το βράδυ της Μ. Πέμπτης στη Λάρισα σιδηροδρομικώς, μαζί με την οικογένειά του, τους αυλικούς και μέλη του υπουργικού συμβουλίου[5]. Ο διευθυντής τότε της Νομαρχίας Στέφανος Βαφείδης που ερχόταν σε επαφή με τον Αυλάρχη, ο οποίος σημειωτέον μιλούσε άπταιστα τα ελληνικά, τού γνώρισε και πολλούς φίλους του, όπως τον γιατρό Νίκο Ράπτη, τον Θανάση Φασούλα, τον Φώτη Παπά, φυσικά τον Μήτσο Βρεττόπουλο και την «Αίγλη», όπου τακτικά έτρωγε τους μεζέδες και πίνανε μαζί τα τσιπουράκια τους.
***
Αφήνουμε τώρα τη δυτική πλευρά της πλατείας και πάμε στη νότια. Στη γωνία των οδών Πρωτοπαπαδάκη[6] και Ρούσβελτ υπήρχαν μερικά χαμηλά κτίσματα που χρησίμευαν για κατοικίες και ανήκαν στον Δημήτριο Βουρνάζο. Στη θέση τους ο ιδιοκτήτης ανήγειρε ισόγειο κατάστημα, όπου για πολλά χρόνια λειτούργησε καφεουζοπωλείο, σαν επιχείρηση του ίδιου του Βουρνάζου. Εξυπηρετούσε με καφέδες και αναψυκτικά το προσωπικό του Πρακτορείου Αυτοκινήτων που βρισκόταν, όπως αναφέραμε, εκεί κοντά, αλλά και τους ταξιδιώτες. Επίσης συγκέντρωνε και παρέες από μερακλήδες του καλού μεζέ και του τσίπουρου. Δύο από τους πιο τακτικούς θαμώνες του καφενείου αυτού ήταν ο δικηγόρος Τάκης Χατζημπύρος και ο Νίκος Στασινόπουλος διευθυντής του τοπικού Υποκαταστήματος της Αγροτικής Τραπέζης. Μεταπολεμικά το ίδιο κατάστημα χρησίμευσε και ως Πρακτορείο Αυτοκινήτων, πριν ανασυγκροτηθούν οι συγκοινωνίες και δημιουργηθούν τα ΚΤΕΛ. Αργότερα στο σημείο αυτό στεγάστηκε το κατάστημα μηχανημάτων του Σπύρου Συρίγου και μέχρι πριν λίγα χρόνια ένα από τα υποκαταστήματα της Αγροτικής Τράπεζας.
Δίπλα από το καφενείο του Βουρνάζου λειτουργούσε μέχρι τον πόλεμο του 1940 το Βαφείο και Καθαριστήριο του Μακρή. Τέσσερα ήταν όλα κι’ όλα τα καθαριστήρια στην προπολεμική Λάρισα. Του Μακρή, του Βέργου, του Τσόλκα και του Βλάχου. Το οίκημα αυτό του Μακρή κατεδαφίσθηκε και στον ίδιο χώρο τώρα υψώνεται το ξενοδοχείο «Αστόρια» του Χρ. Κακάτσιου που εδώ και μερικά χρόνια σταμάτησε να λειτουργεί.
Πλάι από το Βαφείο του Μακρή υπήρχε ένα σπίτι που αφού κατεδαφίσθηκε, στη θέση του υψώθηκε πολυκατοικία.
Πιο πάνω, στη γωνία με τη οδό Ασκληπιού βρισκόταν το Ξενοδοχείο «Αι Αθήναι» του Βασίλη Βουρνάζου. Ήταν ένα διώροφο κτίσμα και η πελατεία του αποτελούνταν από άγαμους δημόσιους υπαλλήλους και στρατιωτικούς. Στο πίσω μέρος είχε αυλή και γύρω στην αυλή υπήρχαν μερικά ισόγεια δωμάτια τα οποία νοικιάζονταν σε φθηνότερες τιμές. Ήταν ήσυχο και καθαρό και γι’ αυτό και το προτιμούσαν πολλοί.
Στην απέναντι γωνία άλλοτε υπήρχε ένα σπιτάκι με αυλή μπροστά και δίπλα δύο ισόγεια καταστήματα, στα οποία είχε εγκατεστημένα τα εργαστήριά του ο φαρμακοποιός Βασίλειος Κυλικάς του Χρήστου. Το φαρμακείο του βρισκόταν στη γωνία των σημερινών οδών Κύπρου και 28ης Οκτωβρίου και από τον σεισμό του 1941 έπαθε σοβαρές καταστροφές. Μεταπολεμικά ο Κυλικάς εγκαταστάθηκε στην Αθήνα, όπου δημιούργησε μια ακμάζουσα φαρμακοβιομηχανία την Kylifarm και στη θέση των εργαστηρίων του στεγάστηκε το αρτοζαχαροπλαστείο του Τάκη. Σήμερα έχει κατασκευαστεί πολυώροφη οικοδομή.
Στη γωνία Πρωτοπαπαδάκη και Παναγούλη υπήρχε το Καπνοπωλείο του Θωμά Οικονόμου και στον επάνω όροφο στεγαζόταν κάποιο ξενοδοχείο (βλέπε και φωτογραφία).
Με τις πληροφορίες αυτές ολοκληρώσαμε την περιγραφή των οικημάτων γύρω από την πλατεία Ταχυδρομείου, η ο οποία όπως είδαμε, μεταπολεμικά άλλαξε τελείως όψη.

 

[1]. Είναι γνωστός από παλαιότερα ως ιδιοκτήτης του ζαχαροπλαστείου «Κυβέλεια», το οποίο βρισκόταν επί της οδού Ακροπόλεως (Παπαναστασίου), απέναντι από το ξενοδοχείο Divani Palace και του καφεζαχαροπλαστείου «Πανελλήνιον» στη νότια πλευρά της Κεντρικής πλατείας. Μεταπολεμικά ήταν ο ιδρυτής και διαχειριστής του εξοχικού κέντρου «Αλκαζάρ» για πολλά χρόνια.
[2]. Κοζέρ σημαίνει ένα άτομο που έχει το χάρισμα να είναι γοητευτικός συνομιλητής.
[3]. Πρόκειται για νεολογισμό του Περραιβού. Εννοεί τον λάτρη των φαγητών τα οποία παρασκευάζονται σε γκιουβέτσια. Γιουβέτσι είναι το πήλινο σκεύος που έδωσε το όνομά του σε ένα απ’ τα νοστιμότερα φαγητά της ελληνικής κουζίνας με μοσχάρι και κριθαράκι στο φούρνο.
[4]. Ολύμπιος (Κώστας Περραιβός). Η Λάρισα που χάθηκε, εφ. «Λάρισα», φύλλο της 18ης Δεκεμβρίου 1972.
[5]. Παπαθεοδώρου Νικόλαος. Ένας βασιλιάς διαμένει το 1939 στη Λάρισα, «Ιχνηλατώντας την παλιά Λάρισα-Β’ -2015». Λάρισα (2018) σελ. 179-182.
[6]. Η παλαιότερη ονομασία της οδού Πρωτοπαπαδάκη ήταν Ηρακλείου.

 

Τρίτη 23 Μαρτίου 2021

ΛΑΡΙΣΑ ΜΙΑ ΕΙΚΟΝΑ, ΧΙΛΙΕΣ ΛΕΞΕΙΣ...

Η οδός Κούμα το 1960


Η οδός Κούμα, από τη διασταύρωσή της με τη Μ. Αλεξάνδρου.  Φωτογραφία του 1960. Από το αρχείο του Θανάση Μπετχαβέ. Η οδός Κούμα, από τη διασταύρωσή της με τη Μ. Αλεξάνδρου. Φωτογραφία του 1960. Από το αρχείο του Θανάση Μπετχαβέ.

Την Κυριακή 29 Νοεμβρίου 2015 δημοσιεύτηκε στη στήλη αυτή φωτογραφία της οδού Κούμα, από το αρχείο του Θανάση Μπετχαβέ, η οποία απεικόνιζε την κεντρική αυτήν οδό όπως ήταν περί το 1932 περίπου, δηλαδή την περίοδο προ του πολέμου.

Η σημερινή φωτογραφία απεικονίζει τον ίδιο δρόμο, από το ίδιο σημείο και μάλιστα προερχόμενη και από τον ίδιο συλλέκτη, τον Θανάση Μπετχαβέ, αλλά σε άλλη χρονική περίοδο, τη μεταπολεμική, γύρω στο 1960. Η παραβολή αυτών των δύο φωτογραφιών μπορεί να δώσει τη δυνατότητα αποκόμισης συγκριτικών στοιχείων της οικοδομικής εξέλιξης της Λάρισας και της μεγάλης αλλοίωσης που υπέστη από τον σεισμό του 1941 και τους βομβαρδισμούς.
Ο ανώνυμος φωτογράφος[1] στάθηκε στο κέντρο της διασταύρωσης των οδών Κούμα και Μεγ. Αλεξάνδρου και εστίασε τον φακό του προς ανατολάς, αποτυπώνοντας όλο το μήκος της οδού Κούμα μέχρι το βάθος. Αποτυπώνονται καθαρά τα κτίρια τα οποία βρίσκονται στο αρχικό τμήμα της, κυρίως μέχρι την οδό Ρούσβελτ. Αριστερά διακρίνεται μέρος του κινηματοθεάτρου «Ορφεύς». Στη θέση του προπολεμικά βρισκόταν το μεγάλο καφενείο «Παράδεισος», ιδιοκτησία της οικογένειας του φαρμακοποιού Μανεσιώτη. Ήταν ένα από τα σπουδαιότερα καφενεία της Λάρισας, το οποίο συγχρόνως διέθετε και ευρύχωρη σκηνή στην οποία εμφανίσθηκαν κατά διαστήματα σπουδαίοι θίασοι και διάσημα μουσικά συγκροτήματα. Η Κοτοπούλη, η Κυβέλη και πολλοί άλλοι μουσικοί καλλιτέχνες τίμησαν το παλκοσένικο του «Παραδείσου» για αρκετά χρόνια. Ας μην ξεχνάμε ότι τα παλιά χρόνια η Λάρισα διέθετε αρκετά καφενεία τα οποία μετατρέπονταν εύκολα σε θεατρικές σκηνές. Το καφενείο αυτό από τον σεισμό του 1941 υπέστη σοβαρές ζημιές, σχεδόν ισοπεδώθηκε[2]. Κατεδαφίστηκε σύντομα και από το καλοκαίρι του 1948 άρχισε να κτίζεται το μεγάλο συγκρότημα του «Ορφέα» με τα συνεχόμενα καταστήματα προς την πλευρά της οδού Μ. Αλεξάνδρου. Άρχισε να λειτουργεί ως κινηματογράφος το 1950. Τα πρώτα χρόνια επιχειρηματίας του ήταν ο Δροσόπουλος, αλλά έπειτα από μικρό διάστημα τον αγόρασε ο Μιχάλης Τζεζαϊρλίδης. Στη φωτογραφία διακρίνονται οι αναρτημένες φωτογραφίες του έργου που πρόβαλλε, το εκδοτήριο εισιτηρίων, η είσοδος στην κυρίως αίθουσα και πιο πάνω εξωτερικά ο τίτλος της ταινίας. Ήταν το «Χιροσίμα αγάπη μου», η αφίσα της οποίας διακρίνεται κατά το ήμισυ. Από τη λεπτομέρεια αυτήν μπορούμε να προσδιορίσουμε τη χρονολογία λήψης της φωτογραφίας, αφού η συγκεκριμένη ταινία γυρίστηκε ως γνωστόν το 1959 και στη Λάρισα παίχτηκε το 1960. Σήμερα βέβαια δεν υπάρχει ο «Ορφεύς», αφού εδώ και χρόνια κατεδαφίστηκε και στη θέση του έχει κατασκευαστεί πολυώροφη οικοδομή με καταστήματα και γραφεία.
Στην ίδια πλευρά και δίπλα από τον κινηματογράφο υπάρχουν και μερικά ισόγεια καταστήματα, τα οποία όμως καλύπτονται από τα δέντρα του σύστοιχου πεζοδρομίου. Οι σημερινές πολυκατοικίες δεν είχαν ακόμη κατασκευαστεί.
Από τη δεξιά πλευρά στη γωνία υπάρχει το «Εστιατόριον Ερμής». Η ιστορία του κτιρίου είναι παλαιότερη. Πότε ακριβώς κτίσθηκε δεν γνωρίζουμε, αλλά από την αρχιτεκτονική του και την ιστορική διαδρομή συμπεραίνεται ότι πρέπει να είναι κτίσμα της δεκαετίας 1910-20. Είναι ισόγειο και καταλαμβάνει τη γωνία των οδών Μ. Αλεξάνδρου και Κούμα. Επί της Κούμα διακρίνονται τρία ανοίγματα (πορτοπαράθυρα). Στα πρώτα χρόνια το κτίριο αυτό στέγαζε το Φαρμακείο των Φώτη Παπαζήση και Δημητρίου Επιτρόπου. Αργότερα ο Παπαζήσης αποχώρησε και ο Επιτρόπου έμεινε μοναδικός ιδιοκτήτης του Φαρμακείου. Στα μέσα της δεκαετίας του 1930 ο Επιτρόπου μετακόμισε το φαρμακείο του στη γωνία των οδών Παπακυριαζή και Μ. Αλεξάνδρου, όπου σήμερα βρίσκεται άλλο φαρμακείο. Τότε το κτίσμα αυτό, μαζί με το διπλανό προς την Κούμα, που παλαιότερα ήταν πρατήριο καυσίμων και τη συνεχόμενη αυλή, τα ενοικίασε ο Σπύρος Σιμιτσής, δημιούργησε δύο μεγάλες σάλες και σ’ αυτές λειτούργησε το εστιατόριο «Ερμής», το οποίο για την εποχή του θεωρείτο το καλύτερο και ο συναγωνισμός με άλλα ξακουστά εστιατόρια της Λάρισας ήταν έντονος. Συγκέντρωνε τις προτιμήσεις μεγάλης μερίδας Λαρισαίων αστών, καθώς και πολλούς επισκέπτες. Στις αίθουσες και στον κήπο του δόθηκαν πολλά επίσημα γεύματα προς τιμήν φιλοξενούμενων πολιτικών ή άλλων προσωπικοτήτων. Τα καλοκαίρια άπλωνε τραπέζια στον δροσόλουστο κήπο που διατηρούσε προς την πλευρά της οδού Κούμα, καθώς και στα απέναντι πεζοδρόμια των παλαιών δικαστηρίων. Η επιχείρηση του «Ερμή» όλα αυτά τα χρόνια λειτουργίας του άλλαξε πολλούς επιχειρηματίες. Επούλωσε εύκολα τις καταστροφές της κατοχής και λειτούργησε και μεταπολεμικά μέχρι το 1970, οπότε έκλεισε οριστικά. Το κτίριο του «Ερμή» κατεδαφίσθηκε και στη θέση του αναγέρθηκε το γαλακτοζαχαροπλαστείο «Σερραϊκόν». Σήμερα στη θέση του ορθώνεται πολυώροφη οικοδομή[3].
Σε επαφή με την αυλή του εστιατορίου «Ερμής» διακρίνεται στη φωτογραφία ένα τετραώροφο κτίριο με δώμα. Άρχισε να κτίζεται το 1958 (ημερομηνία έκδοσης αδείας 10 Δεκεμβρίου 1958) από τους αδελφούς Ιωάννη και Κωνσταντίνο Αγραφιώτη, οι οποίοι διατηρούσαν μεγάλο κατάστημα αποικιακών επί της οδού Βενιζέλου. Το κτίριο ολοκληρώθηκε το 1960 και κατασκευαστές υπήρξαν οι αδελφοί Μπλάνα, πολιτικοί μηχανικοί. Ο Αγαμέμνων (Μέμος) ο μετέπειτα δήμαρχος και ο Σπυρίδων (Σπύρος). Ήταν το πρώτο πολυώροφο κτίριο της Λάρισας το οποίο απέκτησε ανελκυστήρα (ασανσέρ). Στο ισόγειο διέθετε δύο καταστήματα. Το μεγαλύτερο στέγαζε το εστιατόριο «Χαβάη», το οποίο συναγωνιζόταν σε ποιότητα και πολυτέλεια τον διπλανό «Ερμή». Ήταν το εστιατόριο της αριστοκρατίας της πόλης και προσιτό μόνο σε πλούσια βαλάντια. Ο διευθυντής του Παπαμήλιος φρόντιζε να ικανοποιεί όλα τα γούστα των πελατών. Το άλλο ισόγειο κατάστημα φιλοξενούσε κατά διαστήματα διάφορες επιχειρήσεις με ηλεκτρικά είδη. Στους τρεις επάνω ορόφους, μετά την κατασκευή του κτιρίου στεγάστηκε η Χειρουργική Κλινική του Κλέωνα Κατσίγρα. Ο τελευταίος έμεινε στο κτίριο αυτό μέχρι το 1965-66, οπότε μετακόμισε στην ιδιόκτητη κλινική του που βρισκόταν επί της οδού Παπακυριαζή, δίπλα από το παλιό Ταχυδρομείο. Μετά τη μετακόμιση της κλινικής οι όροφοι στέγασαν το ξενοδοχείο «Σέσιλ». Πρώτος επιχειρηματίας του ξενοδοχείου ήταν ο Ντίνος Τσουκανέρης, παλιός ποδοσφαιριστής της ομάδας του Λαρισαϊκού και αργότερα ακολούθησαν και άλλοι, μεταξύ αυτών και οι Φουρκιώτης, Καραδήμος. Το 1984 το ξενοδοχείο «Σέσιλ» σταμάτησε τη λειτουργία του και μέχρι σήμερα οι όροφοί του χρησιμοποιούνται για διάφορα γραφεία και επιχειρήσεις[4].
Αμέσως μετά το κτίριο των αδελφών Αγραφιώτη μόλις διακρίνεται το νεοκλασικό κτίριο του Δημοσθένη Καρανίκα, το οποίο καταλαμβάνει τη γωνία των οδών Κούμα και Ρούσβελτ. Στο βάθος διακρίνεται ένα άλλο τετραώροφο κτίριο. Πρόκειται για το ξενοδοχείο «Ξενίας Μέλαθρον» των αδελφών Μπλιάτσου, το οποίο έχει σταματήσει προ πολλού τη λειτουργία του.


[1]. Η φωτογραφία αυτή δημοσιεύτηκε και στο βιβλίο των Μιχαήλ Αβραμόπουλου και Βασιλείου Βουτσιλά «Λάρισα», έκδοση Αύγουστος 1962, χ. σ.
[2]. Μια ιδέα από την καταστροφή του κτιρίου μπορούμε να πάρουμε από τις γερμανικές φωτογραφίες της εποχής. Βλέπε ιδιαίτερα: «Η Μνήμη της πόλης. Λάρισα. Κατοχή-Απελευθέρωση. 1941-1944». Φωτογραφίες του Βύρωνα Μήτου και άλλων συλλεκτών. Έκδοση του Δήμου Λαρισαίων. Λάρισα (2018) σελ. 68, 69 και 71.
[3]. Παπαθεοδώρου Νικόλαος. Το «Εστιατόριον Ερμής», Λάρισα, εφ. «Ελευθερία», φύλλο της 10ης Ιουνίου 2018.
[4]. Εκφράζω ευχαριστίες προς το ζεύγος Γρηγορίου Γώγου και Ουρα(Νίας) Γώγου-Αγραφιώτου, για τις πολύτιμες πληροφορίες τους.

 

Από τον Νίκο Παπαθεοδώρου
nikapap@hotmail.com

 

Παρασκευή 19 Μαρτίου 2021

Η ΔΥΤΙΚΗ ΠΛΕΥΡΑ ΤΗΣ ΠΛΑΤΕΙΑΣ ΤΑΧΥΔΡΟΜΕΙΟΥ - Β’

Δημοσίευση: 17 Μαρ 2021 15:25
 Η δυτική πλευρά της πλατείας Ταχυδρομείου από ψηλά κατά τη διάρκεια κατασκευής  του κτιρίου Μάρκου, απέναντι από το σημερινό ξενοδοχείο «Μετροπόλ». Αρχείο του Κλεάνθη Μάρκου. Η δυτική πλευρά της πλατείας Ταχυδρομείου από ψηλά κατά τη διάρκεια κατασκευής του κτιρίου Μάρκου, απέναντι από το σημερινό ξενοδοχείο «Μετροπόλ». Αρχείο του Κλεάνθη Μάρκου.

Πριν συνεχίσουμε, θα ήθελα σήμερα να κάνω μερικές προσθήκες στα όσα έγραψα για τα κτίρια επί της οδού Ρούσβελτ, στη δυτική πλευρά της πλατείας Ταχυδρομείου.

Τις νέες πληροφορίες τις είχα από τους γνωστούς μου φίλους Γόρη Γώγο, Ειρήνη Παπαϊωάννου και Λάκη Πράσσα, τους οποίους και ευχαριστώ πολύ.
Το αρχοντικό των αδελφών Σηλυβρίδη υπέστη σοβαρές ζημιές από τον μεγάλο σεισμό του 1941 και έμενε ακατοίκητο. Ο Πανουργιάς Παπαϊωάννου που έμενε μόνιμα στην Αθήνα διατηρώντας Γραφείο Μεταφορών, έπειτα από σύσταση του φίλου του αλευροβιομήχανου Φώτη Παππά, το αγόρασε και το χρησιμοποίησε ως τοπικό παράρτημα του γνωστού σε όλη τη Θεσσαλία Γραφείου Μεταφορών «Ο Πανουργιάς». Οι δύο οικογένειες Παπαϊωάννου και Παππά απέκτησαν πνευματική συγγένεια μεταξύ τους και κάποια στιγμή η οικογένεια Παπαϊωάννου εγκαταστάθηκε μόνιμα στη Λάρισα, απ' όπου επιστατούσε την επιχείρησή του. Το γραφείο μεταφορών λειτούργησε μέχρι το 1971. Τη χρονολογία αυτή όλα τα κτίσματα κατεδαφίστηκαν και στη θέση τους ανεγέρθηκε το Ξενοδοχείο «Μετροπόλ» που υπάρχει μέχρι σήμερα.
Προπολεμικά η θέση του Ξενοδοχείου «Κατερίνη» περιήλθε στην ιδιοκτησία της δασκάλας Λιλής Ψάλτη, η οποία έκτισε στη θέση του ένα διώροφο κτίριο, το οποίο ενοικίαζε, καθώς η ίδια μετακόμισε στην Αίγυπτο όπου εργαζόταν σαν δασκάλα σε ελληνικό σχολείο. Επανήλθε αναγκαστικά στην Ελλάδα μετά την επανάσταση και την εθνικοποίηση που επέβαλε το 1952 ο Αιγύπτιος πρόεδρος Νάσερ. Το κτίριο διέθετε και αυλή προς τη σημερινή οδό Ρούσβελτ. Το 1940 ο Γεώργιος Πράσσας[1] μετακόμισε το πρακτορείο αυτοκινήτων που είχε απέναντι από το Ξενοδοχείο «Ακροπόλ» στο Τσούγκαρι, ενοικίασε από την Ψάλτη τον χώρο της αυλής στη γωνία Παπακυριαζή-Φαρσάλων (Ρούσβελτ) και με δικά του έξοδα κατασκεύασε ισόγειο κατάστημα όπου στέγασε το πρακτορείο αυτοκινήτων το οποίο εξυπηρετούσε με λεωφορεία τη συγκοινωνία με τη Δυτική Θεσσαλία και τη Δυτική Μακεδονία, μέχρι Φλώρινα και συγχρόνως είχε τα γραφεία του και το 25ο Κοινό Ταμείο φορτηγών αυτοκινήτων Κοζάνης. Το διπλανό επί της οδού Παπακυριαζή διώροφο κτίριο, ιδιοκτησίας και αυτό της Λιλής Ψάλτη, στο μεν ισόγειο διέμενε μεταπολεμικά ο γεωπόνος Κατσαούνης, ενώ στον όροφο είχε στεγαστεί το Γαλλικό Ινστιτούτο (Γαλλική Ακαδημία όπως συνήθως την αποκαλούσαμε τότε), με διευθύντριες την Κάρπου και τη Λήτου[2]. Το 1957-58 το πρακτορείο αυτοκινήτων του Γεωργίου Νικ. Πράσσα και το διπλανό διώροφο κατεδαφίστηκαν και στη θέση τους η ιδιοκτήτρια Ψάλτη σε συνεργασία με τον Πράσσα, έκτισαν ένα ενιαίο μεγάλο ισόγειο οίκημα. Στο τμήμα που βρισκόταν στη γωνία των δύο δρόμων στεγάστηκε σύγχρονο πρακτορείο καυσίμων και πλυντήριο αυτοκινήτων από τους γιους του Γεωργίου Πράσσα, Νίκο και Λάκη, ενώ προς την κλινική του Ράπτη υπήρχαν δύο άλλα καταστήματα ένα εκ των οποίων ήταν το εστιατόριο «Λούκουλος».
Στη συνέχεια επί της Παπακυριαζή βρισκόταν η Πολυκλινική του ιατρού Νικολάου Ράπτη, η οποία το 1931 κτίστηκε αρχικά ως ισόγεια με υπερυψωμένο υπόγειο και το 1948 προστέθηκε και δεύτερος όροφος[3]. Θα συμπληρώσουμε εδώ ότι μεταπολεμικά στη θέση του parking του αυτοκινήτου του Νικ. Ράπτη στεγάστηκε το Κουρείο των Αθανασίου Τσερέπα και Γεωργίου Σαρακίνα, ενώ στο ημιυπόγειο της κλινικής υπήρχαν δύο γραφεία. Το πρώτο ήταν Δικηγορικό και στέγαζε τους Πέτρο Λογαρά και Λεωνίδα Αρχοντή και το δεύτερο ήταν Τεχνικό και είχε το γραφείο του ο πολιτικός μηχανικός Απόστολος Δαδιώτης.
Μετά από τις συμπληρώσεις που αναφέραμε, επανερχόμαστε στη οδό Ρούσβελτ, στη διασταύρωσή της με την Κούμα και οδοιπορώντας προς την πλατεία Ταχυδρομείου, ακολουθούμε το αριστερό πεζοδρόμιο. Στη γωνία Κούμα και Ρούσβελτ ήταν ένα διώροφο κτίριο με αυλή στα πλάγια. Βλέπετε στα παλιά χρόνια δεν υπήρχε περίπτωση να συναντήσει κανείς οποιασδήποτε φύσεως οίκημα, χωρίς αυλή, γεγονός άγνωστο σήμερα. Το οίκημα αυτό για πολλά χρόνια στέγαζε το ξενοδοχείο «Μινέρβα» του Παπασυννεφάκη. Όταν το κτίριο περιήλθε στην ιδιοκτησία του Γ. Κόβαλα, ο Παπασυννεφάκης μετέφερε την ξενοδοχειακή του επιχείρηση στο Τσούγκαρι, στο τριώροφο κτίριο που χρησίμευε ως ξενοδοχείο του Κώστα Κικίμη με την επωνυμία η «Θράκη»[4]. Στα τέλη της δεκαετίας του 1960 το παλιό ξενοδοχείο «Μινέρβα» κατεδαφίσθηκε και στη θέση του ανεγέρθηκαν διάφορα καταστήματα.
Στη συνέχεια υπήρχε προπολεμικά ένα ισόγειο ταπεινό σπιτάκι με μεγάλη αυλή που το οικόπεδο έφθανε μέχρι την οδό Παπακυριαζή, ακριβώς απέναντι από το ξενοδοχείο «Κατερίνη». Ο σεισμός του 1941 σχεδόν το ισοπέδωσε και η αυλή και ο χώρος που κάλυπτε το σπιτάκι χρησιμοποιήθηκαν σαν ξυλαποθήκη με οικοδομικά υλικά από τον Κλεάνθη Μπακαλούλη. Μεταπολεμικά στο σημείο αυτό και συγκεκριμένα το 1955 εκδόθηκε άδεια ανέγερσης τριώροφης οικοδομής επ' ονόματι των αδελφών Κλ. Μάρκου, η οποία όμως καθυστέρησε να αποπερατωθεί, καθώς κατά τη διάρκεια της εκσκαφής από τον αρχαιολόγο Γεώργιο Βερδελή ανευρέθηκαν αρχαιότητες[5]. Τελικά περί το 1958 αποπερατώθηκε η συγκεκριμένη οικοδομή, η οποία υπάρχει μέχρι σήμερα. Η δημοσιευόμενη φωτογραφία με τα κτίρια της δυτικής πλευράς της πλατείας Ταχυδρομείου στο βάθος προέρχεται από τις εργασίες κατασκευής της εν λόγω οικοδομής.
Ερχόμαστε τώρα στα κτίρια της δυτικής πλευράς της πλατείας Ταχυδρομείου και αρχίζουμε από τη γωνία των οδών Ρούσβελτ και Παπακυριαζή, ακριβώς απέναντι από το παλιό Πρατήριο Καυσίμων των αδελφών Πράσσα. Στη γωνία αυτή υπήρχε από τα προπολεμικά χρόνια ένα ισόγειο σπίτι, όπως διακρίνεται και στη δημοσιευόμενη φωτογραφία, το οποίο ανήκε στην οικογένεια Τσαγιάννη. Το γωνιακό δωμάτιο του σπιτιού είχε απομονωθεί από την υπόλοιπη κατοικία, έγινε αυτόνομο και ενοικιαζόταν ως κατάστημα. Στις αρχές της δεκαετίας του 1930 είχε εγκαταστήσει στο κατάστημα αυτό το εργαστήριο ραπτικής της η Βασιλική (Κούλα) Μαραμή, η οποία ήταν μία από τις καλύτερες μοδίστρες της εποχής εκείνης. Ήταν τα χρόνια που δεν υπήρχαν έτοιμα γυναικεία ενδύματα και οι γυναίκες έραβαν τα ρούχα τους στις πολλές μοδίστρες που διέθετε η προπολεμική Λάρισα. Η Κούλα Μαραμή παντρεύτηκε τον στρατιωτικό Ευάγγελο Βανταλή[6] και μετά τον γάμο της έπαυσε να εργάζεται. Αμέσως στο ίδιο κατάστημα εγκαταστάθηκε η Αγγελική Αρώνη η οποία κατασκεύαζε γυναικεία καπέλα. Το καπελάδικο αυτό εξακολουθούσε να λειτουργεί μέχρι τον πόλεμο του 1940 και μετά τον σεισμό και την επακολουθήσασα κατοχή έφυγε για την Αθήνα. Μεταπολεμικά για ένα χρονικό διάστημα ενοικιάστηκε ως κομμωτήριο των αδελφών Ζακάρ και αργότερα όταν έπαυσε να λειτουργεί το κομμωτήριο, το ανεξάρτητο αυτό δωμάτιο ενσωματώθηκε με την υπόλοιπη κατοικία και έγινε ολόκληρο το οίκημα αμιγής κατοικία, στην οποία κατοίκησαν εκτός από τους ιδιοκτήτες και η οικογένεια του Ηρακλή Οικονόμου, υπαλλήλου των ΣΕΚ (σήμερα ΟΣΕ), έως ότου το σπίτι προσφέρθηκε και έγινε πολυκατοικία[7].
(Συνεχίζεται)
----------------------------
[1]. Ο Γεώργιος Πράσσας (1898-1968) ήταν από τους πρώτους οδηγούς αυτοκινήτων στη Λάρισα, αρκεί να φανταστεί κανείς ότι το δίπλωμά του είχε διψήφιο αριθμό.
[2]. Μετά την κατεδάφιση του διώροφου κτιρίου του Ψάλτη το 1957, το Γαλλικό Ινστιτούτο μετακόμισε στο ισόγειο της οικοδομής του Ιωάννη Αγραφιώτη που βρισκόταν επί της οδού Παύλου Νιρβάνα 13, στην περιοχή Κολωνάκι. Παπαθεοδώρου Νικόλαος. Το Κολωνάκι της Λάρισας-Γ’, εφ. «Ελευθερία», Λάρισα, φύλλο της 11ης Νοεμβρίου 2020.
[3]. Του ιδίου: «Πολυκλινική Λαρίσης Νικ. Ι. Ράπτου», εφ. «Ελευθερία», Λάρισα, φύλλο της 28ης Αυγούστου 2016.
[4]. Στη θέση του ξενοδοχείου «Θράκη» όταν αυτό κατεδαφίστηκε, ανεγέρθηκε ένα νέο οίκημα το οποίο στέγασε το ξενοδοχείο «Ακροπόλ». Την ξενοδοχειακή επιχείρηση του Παπασυννεφάκη μετά τον θάνατο και του γιου του, ανέλαβε και συνέχισε ο σύζυγος της κόρης του Μάκης Δήμου, με την ονομασία «Μακεδονία». Αρχικά η «Μακεδονία» στεγάστηκε στον δεύτερο όροφο της οικίας Φαληρέα και κατόπιν σε μια νέα οικοδομή επί της οδού Πολυκάρπου 5, πίσω ακριβώς από το «Ακροπόλ». Βλέπε: Ολύμπιος (Κώστας Περραιβός). «Η Λάρισα που χάθηκε», σε. «Λάρισα», φύλλο της 11ης Δεκεμβρίου 1972.
[5].Κατά την περιγραφή των ευρημάτων τα οποία δημοσιεύτηκαν στα «Πρακτικά της Αρχαιολογικής Εταιρείας» του 1955 ο αρχαιολόγος Νικ. Βερδελής καταλήγει ως εξής: «Η περιορισμένη έκτασις της ανασκαφής δεν επέτρεψεν, ως ήτο επόμενον, την διελεύκανσιν των σχετικών προβλημάτων. Εν πάση όμως περιπτώσει, εάν ληφθή υπ' όψιν ότι εις άλλο σημείον της ιδίας πλατείας είχεν ορίσει παλαιότερον ο Αρβανιτόπουλος την θέσιν του αρχαίου Ωδείου, καθίσταται βέβαιον ότι ο χώρος μεταξύ της προκειμένης πλατείας και της περί τα 250 μέτρα βορειοδυτικώς Κεντρικής πλατείας της πόλεως κατέχει το κέντρον της αρχαίας Λαρίσης», σελ. 150. Ευχαριστώ τον φίλο και μέλος τη Φωτοθήκης Λάρισας του Ομίλου Φίλων τη Θεσσαλική Ιστορίας Θωμά Κυριάκο και μέσω αυτού τον Κλεάνθη Μάρκου για τη συνδρομή τους στην αποστολή αντιγράφου της μελέτης του Νικ. Βαρδαλή και φωτογραφιών από την ανέγερση του τριώροφου κτιρίου τους.
[6]. Ο Ευάγγελος Βανταλής (1901-1973) γεννήθηκε στα Τρίκαλα και σταδιοδρόμησε ως στρατιωτικός. Το 1946 αποστρατεύτηκε με τον βαθμό του συνταγματάρχη και στις εκλογές του 1963 εκλέχτηκε βουλευτής Λαρίσης με την Ένωση Κέντρου.
[7]. Ολύμπιος (Κώστας Περραιβός). Η Λάρισα που χάθηκε. Στην Πλατεία Ταχυδρομείων, εφ. «Λάρισα», φύλλο της 18ης Δεκεμβρίου 1972.

Του Νικ. Αθ. Παπαθεοδώρου (nikapap@hotmail.com)

 

Δευτέρα 15 Μαρτίου 2021

«ΝΟΣΤΑΛΓΩΝΤΑΣ ΤΗΝ ΠΑΛΙΑ ΛΑΡΙΣΑ – Το ξεχασμένο ηρώο της πόλης»

Γράφει ο Θωμάς Κυριάκος

Κατεβαίνοντας τα σκαλιά που οδηγούν στον κεντρικό διάδρομο του πάρκου Αλκαζάρ [1], δεξιά βρίσκεται η αναθηματική στήλη στη μνήμη των πεσόντων αξιωματικών και οπλιτών του «ατυχούς» Ελληνοτουρκικού πολέμου του 1897. Για πολλά χρόνια αποτέλεσε το Ηρώο της Λάρισας. Σήμερα έχει ξεχασθεί.

Λάρισσα-Αναθηματική στήλη ’97. Φωτογράφος: Fr. Caloutas
(Φραγκούλης Καλουτάς – Σύρος).

Το Ηρώο ανεγέρθηκε στις αρχές του 1900, αφενός για να τιμηθεί η μνήμη των πεσόντων του πολέμου, αφετέρου για να τονωθεί το φρόνημα του Ελληνικού λαού και ιδιαίτερα των αξιωματικών του Ελληνικού Στρατού μετά την ήττα, γιατί είχαν δημιουργηθεί μεγάλες προσδοκίες σε όλους για την επέκταση των Ελληνικών συνόρων. Δυστυχώς η ήττα του Στρατεύματος και η συνθηκολόγηση που αναγκάστηκε να υπογράψει το Ελληνικό κράτος, με τη μεσολάβηση των ευρωπαϊκών δυνάμεων και της Ρωσίας, πληρώνοντας ένα μεγάλο ποσό σαν πολεμικές αποζημιώσεις και παραχωρώντας ένα κομμάτι της Θεσσαλίας στην Τουρκία συμπεριλαμβανομένης και της πόλης της Λάρισας, είχαν αφήσει βαριές τραυματικές εμπειρίες. Γι’ αυτό, όπως αναφέρει ο ιστοριοδίφης κ. Νικ. Παπαπαθεοδώρου [2]: «από τις αρχές ακόμα του20ου αιώνα είχε αναληφθεί προσπάθεια από το Υπουργείο Στρατιωτικών να στηθεί μνημείο για να τιμηθούν οι αξιωματικοί και οι στρατιώτες που έχασαν τη ζωή τους κατά τη διάρκεια αυτού του πολέμου. Ως τόπος ανέγερσης επιλέχθηκε η Λάρισα, η οποία υπήρξε το κέντρο των αρχικών πολεμικών επιχειρήσεων. Κατά τον σχετικό διαγωνισμό εγκρίθηκε το σχέδιο του ταγματάρχη Σπυρ. Κλαυδιανού, όπως μας πληροφορεί τον Δεκέμβριο του 1907 η εφημερίδα της Λάρισας «Μικρά».

Κατάθεση στεφάνων μετά από παρέλαση. Χρονολογία: περίπου μέσα της δεκαετίας του 1950. Από το αρχείο του Αντώνη Γαλερίδη.

Έπειτα από δεκαέξι μήνες η ίδια εφημερίδα αναγγέλλει ότι καταφθάνει το «άγαλμα του τύμβου». «Την ερχομένην εβδομάδα φθάνει εξ Αθηνών το άγαλμα του τύμβου, το οποίον παρά την γέφυρανανεγείρουσιν οι κ. κ. Αξιωματικοί μας εις μνήμην των κατά το 1897 πεσόντων. Είναι έργον του γλύπτου Ξενάκη, επισήμωςδε θα γίνωσι τα αποκαλυπτήριά του», εφ. “Μικρά”, Λάρισα, φύλλο της 16ης Απριλίου 1909.»

Αεροφωτογραφία της περιοχής του πάρκου Αλκαζάρ και της συνοικίας του Πέρα Μαχαλά αμέσως μετά τη γέφυρα. Χρονολογία: αρχές της δεκαετίας του 1950. Αρχείο Θαν. Μπετχαβέ.

Η θέση εγκατάστασης του Ηρώου ήταν περίοπτη. Στην αεροφωτογραφία αποτυπώνεται η περιοχή που βρίσκεται στην έξοδο της γέφυρας του Πηνειού με κατεύθυνση προς Τύρναβο και Αλκαζάρ, στην αρχή της συνοικίας του Πέρα Μαχαλά. Στο πάνω μέρος της φωτογραφίας αριστερά βρίσκεται ο ανδριάντας του ποιητή Κρυστάλλη με την βρύση και το μικρό κυκλικό σιντριβάνι που είχε μπροστά του, πριν φυτευτεί με λουλούδια και δεξιά το Ηρώο για τους πεσόντες αξιωματικούς και οπλίτες. Ένας διάδρομος οδηγούσε σ’ αυτό.

Όσον αφορά την κατασκευή του, όπως αναφέρθηκε ανετέθη στον γλύπτη Γεώργιο Ξενάκη [3]. Περιμετρικά, στην τετράγωνη βάση του, υπήρχαν μαρμάρινα κολωνάκια στις τέσσερις γωνίες του, με περίτεχνο μεταλλικό κιγκλίδωμα, που τα τελευταία χρόνια, λόγω της αδιαφορίας συντήρησης και καλλωπισμού του, έχουν καλυφθεί από πυκνή βλάστηση. Η στήλη στο πάνω μέρος της φέρει μαρμάρινη περικεφαλαία, ενώ στον κορμό της και κάτω από τον ανάγλυφο σταυρό υπάρχει η επιγραφή: «ΕΙΣ ΜΝΗΜΗΝ ΤΩΝ ΕΝ ΘΕΣΣΑΛΙΑ ΠΕΣΟΝΤΩΝ ΑΞΙΩΜΑΤΙΚΩΝ ΚΑΙ ΟΠΛΙΤΩΝ ΚΑΤΑ ΤΟΝ ΠΟΛΕΜΟΝ ΤΟΥ 1897 ΑΦΙΕΡΟΥΣΙΝ ΟΙ ΑΞΙΩΜΑΤΙΚΟΙ».

Στη βάση της στήλης υπάρχουν ανάγλυφα πολεμικά όπλα, σημαίες και διάφορα άλλα στρατιωτικά σύμβολα.

Ενώ στο κάτω μέρος της αναθηματικής στήλης ο γλύπτης σμίλεψε το όνομά του: «Γ. ΞΕΝΑΚΗΣ ΕΠΟΙΕΙ».

ΑΛΚΑΖΑΡ δεξιά το Ηρώο του 1897 και στο βάθος το κέντρο ΑΛΚΑΖΑΡ.
Φωτο-Μούσιος τέλη της δεκαετίας του 1930.

Σε μεταπολεμικές καρτ ποστάλ το Ηρώο απεικονίζεται χωρίς την μαρμάρινη περικεφαλαία στο πάνω μέρος του, λόγω ζημιάς που υπέστη από θεομηνία που συνέβη στις 29 Μαρτίου του 1939, όπως μας πληροφορεί η εφημερίδα «Κήρυξ» καταστρέφοντας την κεφαλή της στήλης, ενώ ο κορμός του Ηρώου διεσώθη κατά την πτώση του από το βάθρο επειδή συγκρατήθηκε από τα κλαδιά ενός πεύκου.

Στις αρχές της δεκαετίας του 1960, στο λόφο Ακροπόλεως, κατασκευάστηκε το νέο Ηρώο της πόλης μας, από τον γλύπτη Λάζαρο Λαμέρα, καθηγητή της Ανωτάτης Σχολής Καλών Τεχνών.

Ηρώο πεσόντων, άγαλμα της σπαθοφόρου Νίκης. Χρονολογία: 1961~2.

Το άγαλμα αναπαριστά τη Νίκη να κρατά γερά στο δεξί της χέρι υψωμένο σπαθί, με το δεξί της πόδι πιο μπροστά και με τις πτυχώσεις στο φόρεμα της, φαίνεται να κινείτε επιθετικά, συμβολίζοντας ότι οι Έλληνες κατέκτησαν τη μεγάλη νίκη στον πόλεμο του 1940-41, ενάντια στους Ιταλούς, με πνεύμα επιθετικό. Το άγαλμα είναι τοποθετημένο σε πανύψηλη στήλη 10 μέτρων περίπου, ενώ στη βάση του υπάρχουν διάφορες συμβολικές αναπαραστάσεις από την εθνοτοπική ιστορία [4]. Έκτοτε αποτελεί το επίσημο Ηρώο της Λάρισας, ενώ το παλαιότερο Ηρώο στο πάρκο Αλκαζάρ άρχισε να περνάει στη λήθη.

Στις αρχές της δεκαετίας του 1970, μπροστά από το χώρο του Ηρώου, ο Μ.Ε.Σ. Λαρίσης «ΑΡΙΣΤΕΥΣ» έστησε τις προτομές του ήρωα του 1821 Αθανασίου Διάκου, του μακεδονομάχου Παύλου Μελά, του ιστορικού της Λάρισας Επαμεινώνδα Φαρμακίδη και του στρατιωτικού γιατρού Εμμανουήλ Μανουσάκη, προτομές φιλοτεχνημένες από τον Τυρναβίτη γλύπτη Γεώργιο Καλακαλά, αφαιρώντας ένα ακόμη κομμάτι από την παλιά του αίγλη.

Δυστυχώς η σημερινή κατάσταση του μνημείου δεν είναι καλή. Η μεταφορά του στη νέα θέση το απομόνωσε αντί να το αναδείξει. Είναι εμφανή τα σημεία φθοράς του από τον χρόνο. Διάφορα φυτά έχουν καλύψει το περίτεχνο μεταλλικό κιγκλίδωμα, ενώ από τη δεκαετία του 1960, που δημιουργήθηκε το νέο Ηρώο δεν υπάρχει καμία ιδιαίτερη μέριμνα  για την συντήρησή του.  Το χειρότερο όλων είναι η απαξιωτική θέση που του επιφυλάξαμε, δίπλα στις δημόσιες τουαλέτες, θέση που δεν τιμά καθόλου το σκοπό για τον οποίο ανεγέρθη.  Ίσως θα πρέπει να αναλάβουμε μια πρωτοβουλία ως πολίτες και να ζητήσουμε από τη Δημοτική Αρχή να το να το συντηρήσει  και να το μεταφέρει σε πιο περίοπτη θέση, τιμώντας το λόγο ανεγέρσεως του και την πόλη που επιλέχθηκε για να τοποθετηθεί.

Το οδοιπορικό μας στην παλιά Λάρισα συνεχίζεται…

Θωμάς Ζ. Κυριάκος
thomask.larissa@gmail.com

 

[1] «Νοσταλγώντας την παλιά Λάρισα – Το πάρκο Αλκαζάρ & η συνοικία του Πέρα Μαχαλά» του Θωμά Ζ. Κυριάκου, LarissaPress, 30 Μαρτίου 2020.

[2] «ΛΑΡΙΣΑ. Μια εικόνα, χίλιες λέξεις Το παλιό ηρώο στο Αλκαζάρ», Νικόλαος Αθ. Παπαθεοδώρου, εφημερίδα «ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ», 31 Ιανουαρίου 2016.

[3] Ο γλύπτης Γεώργιος Ξενάκης (1865-1911) γεννήθηκε στην Αθήνα και υπήρξε μαθητής του σπουδαίου γλύπτη Λεωνίδα Δρόση, ο οποίος φιλοτέχνησε τα γλυπτά της Ακαδημίας Αθηνών. Μετά τις σπουδές στη Σχολή Καλών Τεχνών δούλεψε μέχρι τον θάνατό του σε δικό του εργαστήριο. Ο Ξενάκης αναφέρεται μεταξύ των καλλιτεχνών που πήραν μέρος με έργα τους στην «Δ΄ ΟλυμπιάδαΤεχνών» του 1888. Βλέπε: ΣυραγώΤσιάρα, Η δημόσια γλυπτική στη Λάρισα και τον Βόλο. Από τον νεοκλασικισμό στον ακαδημαϊκό ρεαλισμό,Πρακτικά επιστημονικής συνάντησης στη Λάρισα (11 Οκτωβρίου 2003) με θέμα «Ο Νεοκλασικισμός στη Θεσσαλία, μέσα 19ου αιώνα – 1920», Λάρισα (2005).

[4] «Νοσταλγώντας την παλιά Λάρισα – Λόφος Ακροπόλεως», του Θωμά Ζ. Κυριάκου, LarissaPress, 12 Απριλίου 2020.

 

Κυριακή 14 Μαρτίου 2021

Ιχνηλατώντας την παλιά Λάρισα


ΤΟΥ ΝΙΚ. ΑΘ. ΠΑΠΑΘΕΟΔΩΡΟΥ
nikapap@hotmail.com

 

Η ΔΥΤΙΚΗ ΠΛΕΥΡΑ ΤΗΣ ΠΛΑΤΕΙΑΣ ΤΑΧΥΔΡΟΜΕΙΟΥ - Α’

Πριν από πέντε περίπου χρόνια (Απρίλιος 2016) είχαμε ξεκινήσει την περιγραφή των κτισμάτων τα οποία περιτριγύριζαν από τις τέσσερεις πλευρές την πλατεία Ταχυδρομείου[1]. Ξεκινήσαμε από την ανατολική, συνεχίσαμε στη βόρεια πλευρά της, και για λόγους

άσχετους από τη θέλησή μας σταματήσαμε στο σημείο αυτό. Σήμερα συνεχίζουμε την περιγραφή των κτιρίων της δυτικής πλευράς της πλατείας τα οποία έχουν μέτωπο επί της οδού Ρούσβελτ.
Η ονομασία πλατεία Ταχυδρομείου δεν υπήρξε ποτέ επίσημη. Πήρε κατά διαστήματα πολλές ονομασίες (Ρήγα Φεραίου, ταγματάρχου Κων. Λώρη, Herford, Δημ. Χατζηγιάννη, κ.ά.). Αλλά ενώ επίσημη ονομασία είναι σήμερα η Εθνάρχου Μακαρίου, όλοι εντόπιοι και ξένοι τη γνωρίζουν ως πλατεία Ταχυδρομείου. Η αιτία είναι το γεγονός ότι κατά τις πρώτες δεκαετίες του 20ού αιώνα στη βορεινή πλευρά της, στη γωνία με την οδό Αχιλλέως (Παναγούλη), ήταν εγκατεστημένο το Ταχυδρομείο και το Τηλεγραφείο και αργότερα συμπεριλήφθηκε και το Τηλεφωνείο (ΤΤΤ). Καθώς με τις υπηρεσίες αυτές οι Λαρισαίοι έρχονταν σε καθημερινή επαφή μαζί τους η γλώσσα επικοινωνίας τους συνήθισε τη λέξη Ταχυδρομείου, αν και ο χώρος της πλατείας ήταν άγονος και αδιαμόρφωτος και συνήθως φιλοξενούσε περιοδεύοντα θεάματα, κυρίως τσίρκα. Σε αντίθεση με την Κεντρική πλατεία, αυτή πάντοτε και μέχρι το 1955 περίπου, ήταν τόπος ησυχίας και ρεμβασμού, γιατί η περιοχή δεν είχε μεγάλη κίνηση, καταστήματα υπήρχαν ελάχιστα, ο φωτισμός της ήταν ανεπαρκής έως και διακριτικός. Ένα χαρακτηριστικό της πλατείας αυτής ήταν ότι ζωήρευε κατά τις ώρες που τελείωναν τα μαθήματα του Αρσακείου[2]. Τότε κατακλυζόταν από νεαρούς ερωτιδείς της εποχής, οι οποίοι απηύθυναν γλυκόλογα, χαριεντίζονταν και με πειράγματα ενοχλούσαν τις Αρσακειάδες που κατέκλυζαν την οδό Ασκληπιού, με προορισμό την επιστροφή στις κατοικίες τους.
Επιστέφουμε στο θέμα μας, και αρχίζουμε την περιγραφή της δυτικής πλευράς της πλατείας Ταχυδρομείου από τη διασταύρωση της οδού Ρούσβελτ με την Κούμα, καθώς όπως θα διαπιστώσετε έχει ιδιαίτερο ενδιαφέρον. Παλαιότερα η οδός Ρούσβελτ ονομαζόταν οδός Φαρσάλων. Ο Κώστας Περραιβός αναφέρει για τον δρόμο αυτόν ότι μέχρι το 1883 διακοπτόταν στο σημείο όπου σήμερα διασταυρώνεται με την οδό Πατρόκλου[3]. Από το σημείο αυτό μέχρι και την Τρίγωνη πλατεία ο δρόμος καλυπτόταν από μεγάλες, ξυλόπηκτες (με τσατμάδες) οικοδομές οι οποίες ανήκαν σε Οθωμανούς κατοίκους της πόλης. Μια παρέα άτακτων νεαρών, που την αποτελούσαν γνωστοί παλιοί Λαρισαίοι (αδελφοί Σταύρος και Νικόλαος Φίλιος, Σωκράτης Γκολφινόπουλος, Αδαμάντιος Νικολαΐδης, Θρασύβουλος Μακρής), κάποιο βράδυ του 1883 όταν οι μουσουλμάνοι εόρταζαν το Ραμαζάνι, βάλανε φωτιά στα σπίτια. Η καταστροφή τους αυτή στάθηκε αφορμή να εφαρμοσθεί στο συγκεκριμένο σημείο το νέο ρυμοτομικό σχέδιο, με τη διάνοιξη της οδού Φαρσάλων[4]. Μεταπολεμικά ο δρόμος αυτός μετονομάστηκε σε Φρ. Ρούσβελτ προς τιμήν του προέδρου των ΗΠΑ. Η οδός Φαρσάλων σήμερα βρίσκεται σε άλλο σημείο. Αρχίζει από την Πολυτεχνείου σαν προέκταση της Παναγούλη και συνεχίζεται προς τα Πυροβολικά.
Οδοιπορώντας την οδό Ρούσβελτ προς την πλατεία Ταχυδρομείου, ακολουθούμε το δεξιό πεζοδρόμιο. Στη γωνία με την Κούμα υπήρχε παλαιότερα το αρχοντικό του Δημοσθένη Καρανίκα, ένα θαυμάσιο διώροφο οικοδόμημα με υπόγειο, δομημένο αρχιτεκτονικά με νεοκλασική μορφή. Ήταν ένα από τα καλύτερα της παλιάς Λάρισας, κτίστηκε περί το 1920, διατηρήθηκε για πενήντα χρόνια σχεδόν και κατεδαφίσθηκε από τον ιδιοκτήτη το 1968 για να θεμελιωθεί μια νέα οικοδομή. Αργότερα στεγάστηκε σ’ αυτήν το φαρμακείο του Αγορογιάννη και δίπλα του το ανθοπωλείο του Ζμπήτα. Στη συνέχεια τα δύο αυτά καταστήματα, μαζί με άλλα δύο μικρότερα συνεχόμενα, επί της Ρούσβελτ, κάλυψαν τον χώρο όπου υψώθηκε η σημερινή πολυώροφη οικοδομή.
Δίπλα ακριβώς από το νεοκλασικό του Δημοσθένη Καρανίκα βρισκόταν ένα άλλο αρχοντικό που ανήκε στους αδελφούς Ιωάννη και Σοφοκλή Σηλυβρίδη. Ήταν διώροφο και αρκετά μεγάλο. Γύρω στα 1930 το οίκημα αυτό ενοικιάσθηκε από το Υπουργείο Στρατιωτικών για να χρησιμοποιήθηκε ως Λέσχη Αξιωματικών της Φρουράς Λαρίσης. Όταν η Λέσχη αυτή μεταφέρθηκε στο νεοκλασικό του Στεφάνοβικ[5], το ίδιο οίκημα χρησιμοποιήθηκε ως «Κέντρον Κοινωνίας», ουσιαστικά σε κέντρο διασκεδάσεως, όπου πραγματοποιούνταν διάφορες κοσμικές συγκεντρώσεις, χοροί και άλλα κοινωνικά γεγονότα. Σήμερα στη θέση του υψώνεται το ξενοδοχείο «Μετροπόλ».
Στη συνέχεια φθάνουμε στη γωνία όπου διασταυρώνεται η Ρούσβελτ με την οδό Παπακυριαζή. Πριν και από το 1920 στο σημείο αυτό υπήρχε κάποιο διώροφο κτίριο, με αυλή επί της οδού Φαρσάλων (Ρούσβελτ), το οποίο λειτουργούσε ως ξενοδοχείο με το όνομα «Κατερίνη». Ήταν κατ’ ευφημισμόν ξενοδοχείο, γιατί στην πραγματικότητα ήταν ένα άθλιο κτίριο με τη μορφή πανδοχείου, το οποίο φιλοξενούσε ως επί το πλείστον αρτίστες της εποχής, οι οποίες δούλευαν στα καφωδεία και τα καφέ σαντάν της Λάρισας και ουσιαστικά είχε καταντήσει οίκος ανοχής. Όταν το ξενοδοχείο «Κατερίνη» γκρεμίσθηκε, στη θέση του κτίσθηκε ένα διώροφο κτίριο. Στον επάνω όροφο είχε εγκαταστήσει το οδοντιατρείο του ο νεαρός την περίοδο εκείνη Ιωάννης Βαγενάς. Αργότερα στο ίδιο σημείο στεγάσθηκε χαρτοπαικτική λέσχη. Σε ένα από τα καταστήματα του ισογείου είχε το γραφείο του ο Λέανδρος Παρασκευάς, παραγγελιοδόχος το επάγγελμα. Κατά τη διάρκεια της κατοχής αναγκάστηκε να κλείσει το κατάστημά του και εγκαταστάθηκε μόνιμα στην Αθήνα. Μεταπολεμικά στη θέση αυτήν υπήρχε το πρακτορείο αυτοκινήτων Γεωργίου Νικ. Πράσσα, το οποίο εξυπηρετούσε με λεωφορεία την υπεραστική συγκοινωνία με Τρίκαλα, Καρδίτσα, Βόλο και Κοζάνη, όπως αναφέρει η επιγραφή στη φωτογραφία του Τάκη Τλούπα που δημοσιεύεται. Επίσης το ίδιο πρακτορείο εξυπηρετούσε και το 25ο Κοινό Ταμείο φορτηγών αυτοκινήτων Κοζάνης. Οι γιοί του Νικόλαος και Λάκης Πράσσας το μετέτρεψαν αργότερα σε πρατήριο καυσίμων. Δίπλα του υπήρχε και το εστιατόριο «Λούκουλος».
(Συνεχίζεται)

 

 

[1]. Παπαθεοδώρου Νικόλαος, Ιχνηλατώντας την παλιά Λάρισα-Γ’(2016), Λάρισα (2019) σελ. 67-78.
[2]. Για όσους το αγνοούν, σημειώνω ότι στη Λάρισα μέχρι το 1937 λειτουργούσε Αρσάκειο, το οποίο όμως καταργήθηκε για να ιδρυθεί η Παιδαγωγική Ακαδημία. Οι εγκαταστάσεις του Αρσακείου στεγάζονταν σε δύο διώροφα κτίρια, τα οποία με τον σεισμό του 1941 καταστράφηκαν, ισοπεδώθηκαν και μεταπολεμικά κτίστηκε το κτήριο το οποίο στέγαζε τις υπηρεσίες του ΙΚΑ. Προ ετών κατεδαφίστηκε και το κτήριο του ΙΚΑ και σήμερα υπάρχει από χρόνια ένας ακάθαρτος γηπεδικός χώρος στη γωνία των οδών Ασκληπιού και Ηπείρου.
[3]. Ολύμπιος (Περραιβός Κώστας). Η Λάρισα που χάθηκε, εφ «Λάρισα», φύλλο της 18ης Δεκεμβρίου 1972.
[4]. Παπαθεοδώρου Νικόλαος, Ιχνηλατώντας την παλιά Λάρισα-Β’(2015), Λάρισα (2018) σελ. 141-144.
[5]. Το αρχοντικό αυτό είχε μια συνεχόμενη εναλλαγή ιδιοκτησίας. Βλέπε του ιδίου: Αρχοντικό Στεφάνοβικ. Η ιδιοκτησιακή ιστορία του, εφ. «Ελευθερία», Λάρισα, φύλλο της 20ης Δεκεμβρίου 2020. Ο δικηγόρος Ευστάθιος Ιατρίδης ήταν διαχειριστής όλων των κτημάτων στη Θεσσαλία των αδελφών Ιωάννη και Παύλου Στεφάνοβικ. Το 1902, μετά τον θάνατο του Παύλου (1901), ο Ιωάννης Στεφάνοβικ δώρισε το αρχοντικό τους που βρισκόταν στην αρχή της οδού Παπακυριαζή στον Ευστάθιο Ιατρίδη ως ανταμοιβή για τις υπηρεσίες του που τους προσέφερε.

 

Δευτέρα 8 Μαρτίου 2021

Το ιστορικό φαρμακείο του Κυλικά

ΛΑΡΙΣΑ ΜΙΑ ΕΙΚΟΝΑ, ΧΙΛΙΕΣ ΛΕΞΕΙΣ...


Φαρμακείο Βάσου Στ. Κυλικά στη γωνία των οδών Κύπρου και Ασκληπιού. 1970.  Αρχείο Φωτοθήκης. Φαρμακείο Βάσου Στ. Κυλικά στη γωνία των οδών Κύπρου και Ασκληπιού. 1970. Αρχείο Φωτοθήκης.

Από τα πρώτα φαρμακεία που λειτούργησαν στη Λάρισα μετά την ενσωμάτωση της Θεσσαλίας με την Ελλάδα το 1881 ήταν μεταξύ άλλων και του Παναγιώτη (Γιώτα) Τσόκανου. Και αν δεν κάνω λάθος πρέπει να είναι και το μοναδικό το οποίο εξακολουθεί να λειτουργεί μέχρι και σήμερα στο ίδιο ακριβώς σημείο και με ιδιοκτήτη και διαχειριστή, απ’ ευθείας απόγονο του ιδρυτού του.


Ο Γιώτας Τσόκανος (1850; - 1924) καταγόταν από το Τσιότι (σήμερα Φαρκαδόνα) των Τρικάλων. Δεν γνωρίζουμε την ακριβή χρονολογία γεννήσεώς του, θα πρέπει όμως σύμφωνα με τα ιστορικά στοιχεία της ζωής του να γεννήθηκε περί το 1850. Μετακόμισε στη Λάρισα όταν αυτή βρισκόταν ακόμα υποδουλωμένη στους Οθωμανούς, και καθώς ήταν εμπειρικός φαρμακοποιός άνοιξε φαρμακείο, στην ουσία βοτανοπωλείο (drogeria), το οποίο βρισκόταν στη γωνία των σημερινών οδών Κύπρου και Ασκληπιού. Μετά την απελευθέρωση του 1881 και σύμφωνα με τους νόμους του ελληνικού κράτους, όλοι οι υγειονομικοί των περιοχών που απελευθερώθηκαν, για να συνεχίσουν την εξάσκηση του επαγγέλματός τους έπρεπε να υποβληθούν σε ειδικές εξετάσεις από το Ιατροσυνέδριο[1]. Έτσι στη συνεδρίαση της 7ης Σεπτεμβρίου 1982 ο Γιώτας Τσόκανος υποβλήθηκε σε πρακτική δοκιμασία από ειδική επιτροπή, μετά από την οποία αποφασίσθηκε να εκπαιδευθεί για μικρό χρονικό διάστημα σε φαρμακείο της Λάρισας «εις την εκτέλεσιν συνταγών και εις την κατασκευήν συνθέτων φαρμάκων εκ των ευχρήστων, κατά τα κεκανονισμένα». Έπειτα από επιτυχημένη νέα δοκιμασία, του χορηγήθηκε στις 5 Οκτωβρίου 1882, «περιορισμένη άδεια ίνα μετέρχεται την φαρμακευτικήν εις την Ελλάδα»[2].
Στο φαρμακείο του δεχόταν τους ασθενείς ο ιατρός Αχιλλεύς Λογιωτάτου[3], εγγονός του λόγιου Ιωάννη Οικονόμου Λογιωτάτου. Όταν στα τέλη του 1895 ήλθε στη Λάρισα ο Μιχαήλ Σάπκας με το δίπλωμα της ιατρικής στα χέρια του, από την πρώτη στιγμή συνεργάσθηκε στο φαρμακείο του Τσόκανου με τον Αχιλλέα Λογιωτάτου. Η συνεργασία όμως αυτή δεν κράτησε για πολύ, γιατί ο τελευταίος τον Φεβρουάριο του 1896 και ενώ ήταν δήμαρχος Λαρίσης, πέθανε νεότατος. Έτσι ο Σάπκας συνέχισε μόνος πλέον τη συνεργασία του με το φαρμακείο του Τσόκανου.
Με τη σύζυγό του Κατερίνα ο Γιώτας Τσόκανος απέκτησε μία κόρη τη Μάρθα, η οποία όταν ενηλικιώθηκε παντρεύτηκε τον Στέφανο Κυλικά, η οικογένεια του οποίου είχε καταγωγή από τα Άγραφα. Ο Στέφανος Κυλικάς βοήθησε αρχικά τον Τσόκανο στη λειτουργία του φαρμακείου και τελικά τον διαδέχθηκε.
Το 1901 ο Μιχαήλ Σάπκας, καθώς η καταγωγή του ήταν από το Μεγάροβο, μια πολίχνη λίγα χιλιόμετρα έξω από το Μοναστήρι, (Μπιτώλια) της Μακεδονίας, ανέλαβε την προεδρία της Φιλοπτώχου Μακεδονικής Αδελφότητος Λαρίσης. Προικισμένος με μια ασυνήθιστη δυναμικότητα, κατόρθωσε να συγκεντρώσει και να δραστηριοποιήσει όχι μόνον τους Μακεδόνες της περιοχής, αλλά και πολλά επίλεκτα μέλη της κοινωνίας της Λάρισας, μη Μακεδόνες, που ζούσαν με το όραμα της προσάρτησης της Μακεδονίας στην Ελλάδα, όπως ο Γιώτας Τσόκανος, ο φωτογράφος Γεράσιμος Δαφνόπουλος και πολλοί άλλοι φίλοι τους. Ο Σύλλογος, κρυμμένος κάτω από τον φιλάνθρωπο και φιλόπτωχο μανδύα του καταστατικού του, προχώρησε σε μια δραστήρια προετοιμασία για την ευόδωση των οραμάτων του Μακεδονικού αγώνα. Μάλιστα το φαρμακείο του Τσόκανου όπου ο Σάπκας εξέταζε τους ασθενείς είχε γίνει και τόπος μυστικής συγκέντρωσης των Μακεδόνων, χωρίς αυτό να κινεί υποψίες στους κατάσκοπους Τούρκους και Βουλγάρους, οι οποίοι την περίοδο εκείνη αφθονούσαν στη Λάρισα. Είναι γνωστό ότι στο υπόγειο του φαρμακείου αυτού φιλοξενήθηκε για λίγες ημέρες μεταμφιεσμένος ο Παύλος Μελάς στις δύο από τις τρεις κρυφές εξορμήσεις του στη Μακεδονία.
Όταν τον Οκτώβριο του 1904 ο Παύλος Μελάς τραυματίστηκε θανάσιμα, η ελληνική κυβέρνηση άρχισε να υποστηρίζει πλέον φανερά τη δράση του Μακεδονικού Συλλόγου Λαρίσης, με την αποστολή κατάλληλων αξιωματικών και τον εφοδιασμό πολεμικού υλικού και αγωνιστών από την Ελλάδα, με προορισμό τη Δυτική Μακεδονία. Τα όπλα που έφθαναν καμουφλαρισμένα από την Αθήνα, αποθηκεύονταν προσωρινά στο υπόγειο του φαρμακείου του Γιώτα Τσόκανου. Εκεί επίσης έβρισκαν καταφύγιο πολλοί αξιωματικοί και εθελοντές Μακεδόνες αγωνιστές οι οποίοι ήταν σεσημασμένοι και καταζητούμενοι από τους Τούρκους. Η γυναίκα του Τσόκανου, η Κατερίνα Γιώταινα όπως την αποκαλούσαν και η κόρη τους Μάρθα η οποία είχε παντρευτεί τον Στέφανο Κυλικά, είχαν αναλάβει την τροφοδοσία και την επιμέλειά τους. Ετοίμαζαν φαγητό, βοηθούσαν στην ατομική τους καθαριότητα και προετοίμαζαν όσο μπορούσαν την αποστολή τους στη Μακεδονία. Από το φαρμακείο του Τσόκανου έφευγαν με προορισμό το Τσάγεζι (σήμερα Στόμιο), σούστες, κάρα και ζώα, φορτωμένα με όπλα, πυρομαχικά, είδη ένδυσης και υπόδησης, συσκευασμένα με επιτηδειότητα ώστε να μη δίνουν υποψίες. Ο φαρμακοποιός Βάσος Κυλικάς, εγγονός του Γιώτα Τσόκανου, πολλές φορές περιέγραφε με γλαφυρό τρόπο τις αναμνήσεις του παππού και του πατέρα του, γύρω από τη μυστική διαδικασία συγκέντρωσης, απόκρυψης και προώθησης όλων των εφοδίων και εξιστορούσε μικρές καθημερινές ανθρώπινες λεπτομέρειες της επικίνδυνης επιχείρησης που είχαν αναλάβει με κίνδυνο της ζωής τους. Το 1924 Ο Γιώτας Τσόκανος πέθανε και ύστερα από ορισμένες περιπέτειες ανέλαβε τη λειτουργία του φαρμακείου ο γαμπρός του Στέφανος Κυλικάς. Αυτόν τον διαδέχθηκε τη δεκαετία του 1930 ο γιος του Βάσος Κυλικάς, μια πολύπλευρη προσωπικότητα της Λάρισας του μεσοπολέμου. Είναι ο ίδιος που συνέχισε τη δράση της Ιουλίας Σάπκα-Λογιωτάτου στη ίδρυση και εδραίωση του Δημοτικού Ωδείου Λάρισας, του οποίου επί χρόνια υπήρξε διευθυντής του. Τα φαρμακείο του μεταπολεμικά, ιδιαίτερα μετά τη μεταπολίτευση, υπήρξε και τόπος συγκέντρωσης φίλων του, προσωπικοτήτων της Λάρισας, όπως ο δήμαρχος Αλέκος Χονδρονάσιος, ο γυναικολόγος Αθανάσιος (Νάσος) Ρίζος, ο πρόεδρος του Δικηγορικού Συλλόγου Τάσος Γέμτος, ο δικηγόρος Στάθης Αραποστάθης, ο ιατρός Αχιλλέας Μπατζιανούλης, ο γυναικολόγος Τάσος Αρχιμανδρίτης και πολλοί άλλοι. Ήταν πραγματική απόλαυση να παρακολουθεί κανείς τις συζητήσεις τόσων πολλών μορφωμένων, χαρισματικών και διαφορετικών πολιτικών πεποιθήσεων ανθρώπων, με τον οικοδεσπότη Βάσο Κυλικά να διευθύνει ή να κατευνάζει τις εκρηκτικές πολλές φορές συζητήσεις, ιδίως σε πολιτικά θέματα.
Με τον θάνατο του Βάσου Κυλικά η διεύθυνση του φαρμακείου περιήλθε υπό τη διεύθυνση του Δημήτρη Κυλικά, γιου του Βάσου, το οποίο παρέμεινε στην ίδια ακριβώς θέση και με την ίδια περίπου διαρρύθμιση που είχε και πριν από 135 χρόνια, την περίοδο της τουρκοκρατίας. Σήμερα στη διαχείριση του φαρμακείου προστέθηκε και ο γιος του Δημήτρη Κυλικά, Βάσος, ο οποίος αποτελεί την πέμπτη γενεά της οικογένειας που διευθύνει το συγκεκριμένο φαρμακείο.

Από τον Νίκο Παπαθεοδώρου
nikapap@hotmail.com

[1]. Το Ιατροσυνέδριο της εποχής εκείνης ήταν η πρόδρομή μορφή του σημερινού Α.Υ.Σ. (Ανωτάτου Υγειονομικού Συμβουλίου).
[2]. Σγάντζος Μάρκος, Οι ιατροί, φαρμακοποιοί και μαίες της Θεσσαλίας κατά τα τέλη του 19ου αιώνα, Θεσσαλικό Ημερολόγιο, τ. 51, Λάρισα (2001) σ. 268.
[3]. Την περίοδο εκείνη οι γιατροί δεν είχαν ατομικά ιατρεία όπως σήμερα, αλλά ήταν συμβεβλημένοι με κάποιον φαρμακοποιό και δέχονταν τους περιπατητικούς ασθενείς σε επιλεγμένους χώρους στα ενδότερα του φαρμακείου. Για τους ασθενείς με σοβαρότερες παθήσεις έκαναν κατ’ οίκον επισκέψεις.

 

 

Ο ΚΑΡΑΓΑΤΣ-ΜΑΧΑΛΑΣ


Η οδός Βόλου (23ης Οκτωβρίου) στο ύψος του ναού του Αγ. Κωνσταντίνου και του Ε’ Δημοτικού Σχολείου. Φωτογραφία  από το προεκλογικό φυλλάδιο των Δημοτικών εκλογών του Φεβρουαρίου 1934 του υποψήφιου δημάρχου Μιχαήλ Σάπκα. Η οδός Βόλου (23ης Οκτωβρίου) στο ύψος του ναού του Αγ. Κωνσταντίνου και του Ε’ Δημοτικού Σχολείου. Φωτογραφία από το προεκλογικό φυλλάδιο των Δημοτικών εκλογών του Φεβρουαρίου 1934 του υποψήφιου δημάρχου Μιχαήλ Σάπκα.

Αναδιφώντας το ευρετήριο του αρχείου δημοσιεύσεων που διαθέτω, διαπίστωσα ότι όλο αυτό το διάστημα δεν έχω αναφερθεί καθόλου σε έναν από τους κεντρικότερους μαχαλάδες της παλιάς Λάρισας, τον Καραγάτς μαχαλά, δηλ. τη συνοικία του Αγ.

Κωνσταντίνου. Νομίζω ότι η σημερινή της ονομασία οριοθετεί και τη θέση της συνοικίας.
Στη συνοικία αυτή κατοικούσαν ως επί το πλείστον οι επώνυμοι Τούρκοι μπέηδες και γειτνίαζε με τον κεντρική τουρκική συνοικία Ντάρκουλη[1].
Στους χώρους του Καραγάτς μαχαλά υψώνονταν αρκετά διώροφα αρχοντικά σπίτια δομημένα με τσατμάδες (τα λεγόμενα ξυλόπηκτα), πολλά από τα οποία ήταν θαυμάσιες οικοδομικές κατασκευές. Συνήθως είχαν δύο ορόφους. Ο κάτω όροφος ήταν πλινθόκτιστος, δηλ. κατασκευασμένος με πλιθιά. Με λάσπη, χώμα, άχυρο και νερό έκαναν έναν αυτοσχέδιο πηλό, ο οποίος ζυμωνόταν με τα πόδια και τον τοποθετούσαν σε πρόχειρα καλούπια σε σχήμα τούβλων, τα οποία τα άφηναν με τις ώρες, ώστε να τα "ψήσει" ο ήλιος. Κατά το κτίσιμο των τοίχων χρησιμοποιούσαν ανά διαστήματα και εγκάρσια ξύλινα ζωνάρια, τα σενάζ ή σενάζια. Ο επάνω όροφος είχε μεγαλύτερο εμβαδόν, καθώς προεξείχε στην πρόσοψη εσωτερικά και εξωτερικά. Οι προεξοχές ονομάζονταν σαχνισιά και υποβαστάζονταν με ξύλινα φουρούσια ή δοκάρια. Με τον τρόπο αυτόν ο επάνω όροφος βρισκόταν έξω από τα όρια της τοιχοποιίας του ισογείου. Η αύξηση του εμβαδού δημιουργούσε πρόσθετο ωφέλιμο χώρο στον όροφο, για να αποκτά η κατοικία άνετο μουσαφίρ οντά (σαλόνι θα το λέγαμε) και υπνοδωμάτια, με ξυλόγλυπτες διακοσμημένες οροφές. Η κατασκευή των σπιτιών με αυτόν τον τρόπο ήταν αναγκαία γιατί ο ελληνικός χώρος και επομένως και η Θεσσαλία ήταν σεισμογενής περιοχή, και τα ξυλόπηκτα σπίτια είχαν αποδειχθεί με την πάροδο του χρόνου αντισεισμικά. Κάθε ένα απ' αυτά τα σπίτια βρισκόταν στο κέντρο μιας μεγάλης αυλής, μέσα στην οποία υπήρχαν εκτεταμένες κληματαριές, διάφορα δένδρα, κυρίως καρποφόρα, ανθισμένοι κήποι, χώροι υγιεινής (εξωτερικοί βόθροι) και πηγάδια. Το νερό των πηγαδιών φυσικά δεν ήταν πόσιμο λόγω της γειτνίασης με τους βόθρους, το χρησιμοποιούσαν όμως για την καθαριότητα και το πότισμα.
Για τα θρησκευτικά τους καθήκοντα οι μουσουλμάνοι του μαχαλά αυτού χρησιμοποιούσαν κατ΄ εξοχήν δύο τεμένη. Το Γενί τζαμί, το οποίο υπάρχει μέχρι σήμερα, το γνωρίζουμε όλοι, και βρίσκεται απέναντι από την πλατεία του Αγ. Βησσαρίωνος. Και το Μπουρμαλί τζαμί, που βρισκόταν στη θέση όπου σήμερα έχει κτιστεί το κινηματοθέατρο "Βικτώρια". Το πρώτο τζαμί το χρησιμοποιούσαν για προσευχή κυρίως οι χανούμισσες του τουρκομαχαλά που ανήκαν στην ανώτερη κοινωνική τάξη. Στο άλλο, στην οδό Κατσώνη, προσεύχονταν οι άρρενες μουσουλμάνοι κάθε κοινωνικής τάξεως[2].
Στην περιοχή του Καραγάτς μαχαλά υπάγεται και μία περιοχή, το όνομα της οποίας διατηρήθηκε για πολλά χρόνια μετά την ανταλλαγή των πληθυσμών του 1924, μερικοί μάλιστα μεγάλης ηλικίας, το χρησιμοποιούν ακόμη και σήμερα. Πρόκειται για την περιοχή Σιάουλου ή Σιάουλο. Κέντρο της είναι η διασταύρωση των σημερινών οδών Κύπρου, 28ης Οκτωβρίου, 23ης Οκτωβρίου, Νικηταρά και Ογλ και η περιοχή της οριοθετείται μεταξύ της μικρής πλατείας της Εθνικής Αντίστασης, των οδών Καλλιάρχου και Αγίας Μαρίνης, 31ης Αυγούστου, Πλατείας Αγ. Βησσαρίωνος, Παναγούλη, Κοραή και Νικοτσάρα. Για την ονομασία της Σιάουλο υπάρχουν πολλές εκδοχές, η επικρατέστερη όμως είναι ότι προέρχεται από το τζαμί Sahoglu, Seyh-oglu = γιος του Seyh, το οποίο βρισκόταν στην περιοχή αυτή, χωρίς όμως να γνωρίζουμε σε ποιο ακριβώς σημείο[3].
Όμως στον Καραγάτς μαχαλά δεν διέμεναν μόνον οι πλούσιοι Τούρκοι μπέηδες. Νοτιοδυτικά της σημερινής πλατείας της Εθνικής Αντίστασης, αλλά και κοντά στον Σουφλάρ μαχαλά (Σουφλάρια ή συνοικία 40 Μαρτύρων) κατοικούσαν και απλοί Τούρκοι χωρικοί. Οι περισσότεροι είχαν έλθει στη Λάρισα από το Ικόνιο, όταν ο γηγενής χριστιανικός πληθυσμός της είχε αραιωθεί ανησυχητικά και είχαν χαθεί τα εργατικά χέρια, τα οποία θα καλλιεργούσαν την εύφορη θεσσαλική γη. Από τον τόπο καταγωγής τους ονομάζονταν Κονιαραίοι ή Κονιάρηδες. Στην ίδια γειτονιά κατοίκησαν αργότερα και αρκετοί μαύροι, οι περισσότεροι από τους οποίους είχαν το χαρακτηριστικό επάγγελμα του στραγαλατζή.
Κατά την απελευθέρωση του 1881, στο κέντρο της συνοικίας αυτής κατείχε μία τεράστια οικοπεδική έκταση ο Οθωμανός Χασάν Ετέμ Εφένδης[4]. Ήταν ένας πλούσιος, φιλάνθρωπος και ευγενής στην ψυχή Λαρισαίος μεγαλοκτηματίας. Ήταν δήμαρχος της πόλης επί τουρκοκρατίας και χάρη στα έμπρακτα φιλελληνικά του αισθήματα θεωρήθηκε ικανός και έμπιστος από την ελληνική κυβέρνηση να καταλάβει τη θέση του προσωρινού υπηρεσιακού Δημάρχου Λαρίσης κατά το πρώτο έτος μετά την απελευθέρωση (1881-1882). Το φθινόπωρο του 1882 παραιτήθηκε και στη θέση του διορίσθηκε ο μεγαλοεπιχειρηματίας Αργύριος Διδίκας. Με την πάροδο των ετών και έπειτα από την αποχώρηση πολλών Τούρκων από την περιοχή, οι Έλληνες που τους αντικατέστησαν ήταν φανερό ότι στερούνταν ναού. Για την εκτέλεση των θρησκευτικών του καθηκόντων ήταν υποχρεωμένοι να καταφεύγουν σε εκκλησίες γειτονικών συνοικιών (Αγ. Σαράντα, Αγ. Νικόλαος). Για τον λόγο αυτόν πριν αποχωρήσει από τη Λάρισα ο Χασάν Ετέμ δώρισε στις 3 Ιουνίου 1887 ενώπιον του συμβολαιογράφου Λαρίσης Παναγιώτου Σκαμβούγερα «...έν οικόπεδον εκ μέτρων περίπου δύο χιλιάδων ...και παρέδωκε αυτό προς τον έμπορον Διονύσιον Σ. Γαλάτην αμετακλήτως, υπό τον όρον όπως εντός έξη μηνών από σήμερον τω χρησιμοποιήση ως οικόπεδον προς ανέγερσιν εκκλησίας εν τη συνοικία ταύτη του Καραγάτς...»[5]. Τον Αύγουστο του 1899 θεμελιώθηκε στον χώρο του δωρηθέντος οικοπέδου που βρισκόταν στη θέση Πέντε Δρόμοι[6] ο πρώτος προσωρινός λιτός ναός του Αγίου Κωνσταντίνου.
Επειδή το οικόπεδο ήταν τεράστιο και ο ελεύθερος χώρος μετά την ανέγερση του ναού του Αγίου Κωνσταντίνου ήταν μεγάλος, ο Μιχαήλ Σάπκας στην προσπάθειά του να λύσει το στεγαστικό πρόβλημα των σχολικών κτιρίων κατά τη διάρκεια των δύο πολύ δημιουργικών δημαρχιακών θητειών του που διήρκησαν από το 1925-1934, σκέφτηκε να χρησιμοποιήσει τον ελεύθερο αυτόν χώρο για την ανέγερση του διδακτηρίου του 5ου Δημοτικού Σχολείου. Έκανε πρόταση στα μέλη του εκκλησιαστικού συμβουλίου του ναού όπως μέρος του ακάλυπτου χώρου να χρησιμοποιηθεί για την ανέγερση σχολικού συγκροτήματος που θα εξυπηρετούσε τις ανάγκες της συνοικίας, δοθέντος ότι δεν υπήρχε άλλος ελεύθερος χώρος στο κέντρο της συνοικίας. Όμως στην προσπάθειά του αυτή συνάντησε αρκετές αντιδράσεις. Τελικά το οικόπεδο αυτό το οποίο τελικά έφτανε τα 2.500 τ.μ. περίπου, παραχωρήθηκε στον Δήμο με την υπογραφή του Αποστόλου Βακάλη, εμπόρου, που ήταν τότε πρόεδρος του Εκκλ. Συμβουλίου του Αγίου Κωνσταντίνου και του Κλεομένη Ζαχαρακόπουλου, στρατιωτικού εν αποστρατεία, που ήταν πρόεδρος της σχολικής εφορείας του 5ου Δημοτικού Σχολείου.
Ένα εμβληματικό και ιστορικό κτίσμα στη συνοικία αυτή ήταν και η λεγόμενη από τον κόσμο "Βίλα Λαχτάρα". Βρισκόταν στο ύψος της οδού Αδριανού 12, γωνία με την οδό Καλλιάρχου και ήταν ένα σπουδαίο αρχοντικό της παλιάς Λάρισας από την περίοδο της τουρκοκρατίας, το οποίο διατηρούνταν περίπου μέχρι το 1980 ερειπωμένο και ακατοίκητο. Το κτίριο αυτό ήταν επίσημα γνωστό ως κατοικία Αναγνωστοπούλου και αποτελούσε ένα χαρακτηριστικό δείγμα αστικής αρχιτεκτονικής των τελευταίων χρόνων της τουρκοκρατίας. Ο Βάσος Καλογιάννης υποστηρίζει ότι το κονάκι αυτό κατά την περίοδο της τουρκοκρατίας είχε χρησιμοποιηθεί σαν Δημαρχείο και εκεί είχε εγκατασταθεί ο Τούρκος Δήμαρχος της πόλης. Μάλιστα ισχυρίζεται ότι το κτίριο αυτό επισκέφθηκε και ο Γάλλος περιηγητής Leon Heuzey κατά την επίσκεψή του στη Λάρισα το καλοκαίρι του 1858, για να συναντήσει τον Τούρκο Δήμαρχο. Πάντως στις αρχές του 20ού αιώνα είναι γνωστό από δημοσιεύσεις ότι η οικία αυτή ήταν ιδιοκτησία του μουσουλμάνου Ρεσάτ Ελμάς. Μετά τη μικρασιατική καταστροφή του 1922 και την ανταλλαγή των πληθυσμών περιέπεσε στην κατηγορία των ανταλλαξίμων κτιρίων, περιήλθε στη δικαιοδοσία του ελληνικού δημοσίου και τη διαχείρισή του ανέλαβε η Εθνική Τράπεζα. Το 1932 το αγόρασε από την Τράπεζα η Όλγα χήρα του Κωνσταντίνου Αναγνωστοπούλου. Κληρονομήθηκε από τον γιο της Ευθύμιο Κωνσταντίνου Αναγνωστόπουλο, κάτοικο Τρικάλων, ο οποίος υπήρξε και ο τελευταίος ιδιοκτήτης του αρχοντικού πριν την κατεδάφισή του το 1980.
---------------------
[1]. Συναντάται και με άλλες παραπλήσιες ονομασίες και αντιπροσωπεύει την περιοχή γύρω από την Κεντρική πλατεία και τη σημερινή οδό Κύπρου.
[2]. Ολύμπιος (Κώστας Περραιβός). Η Λάρισα που χάθηκε, εφ. "Λάρισα", Λάρισα, φύλλο της 3ης Απριλίου 1978.
[3]. Θεόδωρος Παλιούγκας. Η Λάρισα κατά την Τουρκοκρατία (1423-1881), τόμ. Α΄, Λάρισα (1996) σελ. 176.
[4]. Ο Χασάν Ετέμ, όπως υπέγραφε, υπήρξε ο πρώτος διορισμένος δήμαρχος της Λάρισας, ο οποίος όπως αποδεικνύεται και από τα Πρακτικά των Συνεδριάσεων του Δημοτικού Συμβουλίου, υπέβαλε την παραίτησή του το 1882.
[5]. Φαρμακίδης Επαμεινώνδας, Η Λάρισα, από των μυθολογικών χρόνων μέχρι της προσαρτήσεως αυτής εις την Ελλάδα (1881), Βόλος (1926) σ. 19.
[6]. Ονομασία που προήλθε από τη συμβολή πέντε οδών (23ης Οκτωβρίου - Ισχομάχου - Κανάρη - Ιουστινιανού - Νικοτσάρα. Αντίστοιχη ονομασία διατηρείται μέχρι και σήμερα, αλλά σαν Έξη Δρόμοι, στη συνοικία του Αγίου Αθανασίου (Αρναούτ μαχαλάς)

Του Νικ. Αθ. Παπαθεοδώρου (nikapap@hotmail.com)

Κυριακή 7 Μαρτίου 2021

ΆΤΛΑΝΤΑΣ: Ο ΠΡΏΤΟΣ ΑΣΤΡΟΝΟΜΟΣ ΚΑΙ ΑΤΑΛΑΝΤΕΥΤΟΣ ΚΟΣΜΟΚΡΑΤΩΡ
 
Στην ελληνική μυθολογία και κατά τον Ησίοδο, ο Άτλας είναι η μυθική μορφή που κρατάει στους ώμους του το θόλο του Ουρανού πάνω από τη Γη.
Είναι γιος του Ιαπετού ή του Αιθέρα ή του Ποσειδώνα ή του Ουρανού και της Ωκεανίδας Κλυμένης, ή της Ωκεανίδας Ασίας, ή της Ασίας ή της Ημέρας ή της Λιβύης.
Αδελφός του Μενοίτιου, του Προμηθέα και του Επιμηθέα, σύζυγος της Εσπερίδας η κόρη του Έσπερου, που θεωρούνταν επίσης αδερφός του, από την οποία απέκτησε επτά κόρες, τις Ατλαντίδες ή Εσπερίδες· ή κατά άλλη εκδοχή σύζυγος της Ωκεανίδας Πλειόνης από την οποία απέκτησε τις επτά Πλειάδες· ή της Ησιόνης που του γέννησε την Ηλέκτρα· ή της Αίθρας που ήταν κόρη του Ωκεανού από την οποία απέκτησε τον Ύαντα και δώδεκα κόρες.
Αναφέρεται και ως πατέρας της Πασιφάης, της Καλυψώς και της αρκαδικής ηρωίδας Μαίρας· που του γέννησε ένα γιο, τον Αύσονα. Τιμωρήθηκε από τον Δία, όπως και οι άλλοι τρεις Υαπετίδες αδελφοί του.
Ο Ησίοδος γράφει στην Θεογονία:
"Και ο Ιαπετός την κόρη του Ωκεανού με τους ωραίους αστραγάλους
πήρε γυναίκα του, την Κλυμένη, κι ανέβηκε μαζί της σε κοινό κρεβάτι.
Εκείνη τον Άτλαντα το γενναιόψυχο του γέννησε παιδί, γέννησε και το μεγαλοφάνταστο Μενοίτιο και τον Προμηθέα, τον εύστροφο με τους ποικίλους δόλους, και τον Επιμηθέα τον ασυλλόγιστο, που έγινε του κακού η αρχή για τους θνητούς τους σιτοφάγους.
Αφού πρώτος αυτός υποδέχτηκε την πλασμένη από το Δία γυναίκα,
την παρθένα [την Πανδώρα].
Τον υβριστή Μενοίτιο ο Δίας που μακριά ηχεί στο έρεβος ξαπέστειλε χτυπώντας τον με τον γεμάτο αιθάλη κεραυνό για την αλαζονεία του και την υπεροπτική του ανδρεία.
Κι ο Άτλας τον πλατύ ουρανό βαστά με το κεφάλι και τα χέρια του
τ' ακάματα σε κρατερή ανάγκη υποταγμένος, στα πέρατα στέκοντας της γης, μπροστά απ' τις Εσπερίδες τις γλυκόφωνες."
(Ησ. Θεογ. 507-519, μετ. Σ. Γκιργκένης)
Στη Τιτανομαχία ήταν αρχηγός των Τιτανιδών (γιων των Τιτάνων) και μάλιστα ο δυνατότερος και ο επιδεξιότερος, που όμως μετά τη νίκη του ο Δίας τον τιμώρησε για πάντα υποχρεώνοντας τον να φέρει στους ώμους του τον Ουράνιο θόλο.
Ο πιθανότερος λόγος για τον οποίο καταδικάστηκε, ήταν μάλλον γιατί συμμάχησε με τους αντιπάλους του Δία, τους Τιτάνες, είτε γιατί μαζί με τα τρία αδέρφια του κρατούσαν γενικά περιφρονητική στάση απέναντι στον Δία ποτέ δεν τον αποδέχτηκαν ως βασιλιά των θεών.
Μια άλλη πιθανή εξήγηση είναι ότι ο Δίας τον εκδικήθηκε, γιατί κατασπάραξε τον Διόνυσο, μαζί με τους άλλους Τιτάνες.
Μετά την επικράτηση των Ολυμπίων οι τέσσερις γιοι του Ιαπετού εισέπραξαν την τιμωρία τους: ο Επιμηθέας και ο Μενοίτιος
κατακεραυνώνονται και γκρεμίζονται από τον Δία στο Έρεβος.
Ο Προμηθέας καρφώνεται στον Καύκασο στο ανατολικό άκρο της Γης.
Ο Άτλαντας βυθίζεται στα Τάρταρα βαθιά κάτω από τη Γη στο δυτικό άκρο, κοντά στα σύνορα του Χάους, εκεί όπου οι Εσπερίδες φυλάνε τα χρυσά μήλα και στο σημείο που βρίσκονται οι ρίζες της Γης, του Πόντου, του Ουρανού και του Τάρταρου.
Στο εξής θα ήταν καταδικασμένος να στηρίζει με τη δύναμή του τον Ουρανό πάνω από τη Γη.
Επειδή τη "θεία τιμωρία" αυτή την υπέμενε με θαυμαστή και παραδειγματική εγκαρτέρηση έλαβε το όνομα Άτλας,
(<αρχ. Ἄτλας<α- αθροιστ. + τλᾶ- | τλη-, από όπου και απαρ. τλῆ-ναι "τολμώ") συγγενεύει με το επίθετο "αταλάντευτος", που σημαίνει στερεός, σταθερός, ανθεκτικός, αυτός που υπομένει να σηκώνει βάρη.
Όνομα συγγενικό με της Αταλάντης, του Τάλω- του ηλιακού θεού της Κρήτης- όπως επίσης του Ταλαού του Τάνταλου και του Τελαμώνα.
Οι ποιητές τον χαρακτήριζαν κρατερόφρονα και με σθένος κραταιόν.
Οι άνθρωποι πίστευαν εκείνη την εποχή πως ο Κόσμος ήταν σαν ένα τεράστιο κτίριο με θεμέλια, κίονες και οροφή.
Ο Άτλας θα κρατούσε την κολόνα ή τις κολόνες, όπου πατά ο Ουρανός στη Γη ή τον άξονα του Κόσμου.
Άλλοι πάλι φαντάζονταν πως θα σήκωνε στους ώμους του το θόλο του Ουρανού ή τον Ουρανό και τη Γη μαζί.
Επιπλέον, ο Άτλαντας, λόγω της θέσης του κατείχε απέραντη σοφία και γνώση οικουμενική.
Ήξερε όλα τα βάθη της θάλασσας και τα περίεργα που κρύβονται στις αβύσσους του Ωκεανού.
Γνώριζε τα μυστικά του Ουρανού, όπως και το ότι ο Κόσμος είναι μια μεγάλη σφαίρα.
Κατά τον Απολλόδωρο ο Άτλαντας δεν σήκωνε τον ουρανό στη Δύση, στην Εσπερία αλλά στη χώρα των Υπερβόρειων.
Εκεί πήγε και τον βρήκε ο Ηρακλής, ενώ νωρίτερα είχε περάσει από τον Καύκασο, το άλλο όριο του κόσμου, το ανατολικό.
Εκεί, ο άλλος τιμωρημένος αδελφός, ο Προμηθέας, από ευγνωμοσύνη στον ήρωα που τον απάλλαξε από τον αετό που του έτρωγε το συκώτι, του υπέδειξε να πείσει τον Άτλαντα να πάρει για λογαριασμό του τα μήλα των Εσπερίδων, λέγοντάς του ότι θα κρατούσε στη θέση του το στερέωμα του ουρανού όσο θα κρατούσε το εγχείρημά του. Και ο Άτλαντας πήγε στον κήπο των Εσπερίδων, έκοψε τρία μήλα και τα έφερε στον Ηρακλή.
Όμως δεν ήθελε πια να κρατά τον ουρανό και σκόπευε να τον αφήσει στους ώμους του Ηρακλή.
Αλλά εκείνος τον ξεγέλασε με τέχνασμα· του είπε να κρατήσει μόνο στιγμιαία τον ουρανό, ώστε να βάλει στο κεφάλι του μια κουλούρα ύφασμα για να τον σηκώνει πιο εύκολα.
Ο Άτλαντας άφησε κάτω τα μήλα και παρέλαβε τον ουρανό· τότε ο Ηρακλής τα άρπαξε και έφυγε.
Κάποιοι λένε ότι δεν τα πήρε από τον Άτλαντα, αλλά ότι ο ίδιος τα έκοψε, αφού πρώτα σκότωσε το φίδι που τα φύλαγε.
Υπάρχει και μια διαφορετική εκδοχή.
Ληστές είχαν αρπάξει τις κόρες του Άτλαντα, τις Εσπερίδες. Ο Ηρακλής καταφέρνει να τους σκοτώσει και να ξαναφέρει τις κόρες πίσω στον πατέρα τους. Εκείνος τότε, για να τον ανταμείψει, του μεταφέρει τις απέραντες γνώσεις του, τα μυστικά του Ουρανού και την αστρονομία.
Ο Οβίδιος θέλει τον Άτλαντα πάμπλουτο βασιλιά της Μαυριτανίας με πολλά κοπάδια διαφόρων ζώων και απέραντους κήπους με τα περίφημα μήλα, για την προστασία των οποίων είχε υψώσει τείχη και έβαλε ένα δράκοντα να τα φυλά.
Αρνήθηκε να φιλοξενήσει τον Περσέα, όταν έμαθε την καταγωγή του, γιατί χρησμός από τη Θέτιδα στον Παρνασσό τον είχε προειδοποιήσει ότι ένας γιος του Δία θα του έκλεβε τα μήλα.
Ο Περσέας προσπάθησε να τον πείσει, αλλά δεν τα κατάφερε όσο κι αν τον παρακάλεσε. Και τότε έβγαλε από το σακούλι του το κεφάλι της Μέδουσας και τον απολίθωσε. Έτσι, ο Τιτάνας μεταβλήθηκε στο ομώνυμο βουνό, οι ώμοι και τα χέρια του έγιναν κορυφές με ψηλότερη αυτή του κεφαλιού του, τα μαλλιά και η γενειάδα του έγιναν δάση, τα κόκαλά του έγιναν βράχια.
Και το κάθε μέρος έγινε τεράστιο και ο ουρανός με τα αστέρια αναπαύονταν σε αυτόν.
Είναι πιθανό η ιστορία αυτής της μεταμόρφωσης να στηρίζεται στην περιγραφή του ομώνυμου βουνού στην Αφρική από τον Ηρόδοτο που οι κορυφές του δεν διακρίνονται ούτε χειμώνα ούτε καλοκαίρι από τα νέφη που τις καλύπτουν.
Οι ντόπιοι ονομάζουν το βουνό κίονα του ουρανού και τους εαυτούς τους Άτλαντες.
Κατά τον Πλάτωνα ο Άτλας ήταν ένας από τους δέκα βασιλείς της Ατλαντίδας.
Ο Διόδωρος Σικελιώτης αναφέρει τον Άτλαντα ως γιο του Ουρανού τον θεωρεί ως τον πρώτο αστρονόμο που δίδαξε στους ανθρώπους τους νόμους του ουρανού.
Γι' αυτό οι άνθρωποι πίστεψαν ότι ολόκληρο το σύμπαν στηρίζεται στους ώμους του Άτλαντα, ο μύθος δηλαδή υπαινίσσεται την ανακάλυψη και περιγραφή του σφαιρικού σύμπαντος από τον Άτλαντα που από το πανύψηλο αυτό βουνό της Αφρικής από το οποίο γλίστρησε και έπεσε στη παρακείμενη θάλασσα δίνοντας τόσο στο βουνό όσο και στη θάλασσα το όνομά του Άτλας και Ατλαντικός. (Διόδ. 60.2)
Ο ρόλος του Άτλαντα είναι, όπως είδαμε, να κρατά τον Ουρανό, καθώς στέκεται ανάμεσα σ' αυτόν και στη Γη.
Με αυτή την έννοια, ο Άτλαντας είναι ένας τρόπος να συμβολίζεται η πράξη της δημιουργίας του Κόσμου.
Ο Κόσμος προέκυψε από το Χάος, που μέχρι τότε επικρατούσε και όπου όλα ήταν ανακατεμένα μεταξύ τους.
Κάποια στιγμή τα στοιχεία του Σύμπαντος χωρίστηκαν και ο Κόσμος διακρίθηκε στα μέρη του.
Έτσι και ο Άτλαντας χωρίζει τον Ουρανό από τη Γη, κάτι δηλαδή σαν αυτό που είχε πράξει ο Κρόνος για πρώτη φορά.
Φαίνεται πως για τους αρχαίους ο Άτλας και οι τέσσερις γιοί του Ιαπετού συμβόλιζαν τους ακρογωνιαίους λίθους στο οικοδόμημα του κόσμου, καθώς και τα σημεία προσανατολισμού τους.
Επίσης, με τη θέση και τις απέραντες γνώσεις που είχε θεωρούνταν δικαιολογημένα ο εφευρέτης και πρώτος δάσκαλος της αστρονομίας.
▪️▪️▪️▪️▪️▪️▪️▪️▪️▪️▪️▪️▪️▪️▪️
*Η έρευνα έγινε από την Γιώβη Βασιλική. Το παραπάνω άρθρο αναρτήθηκε τον Ιούνιο του 2015 στο μπλογκ μου Μυθική Αναζήτηση με τον ίδιο τίτλο.