Κυριακή 30 Ιουνίου 2013

Η Θεσσαλία του Μύθου
Από τον Κων/νο Αθ. Οικονόμου

Πηλέας και Θέτις, οι γονείς του Αχιλλέα

Στην ενότητα του Τρωικού Πολέμου, είχαμε γράψει για την αφορμή του, το μήλο της Έριδας, που δόθηκε στον γάμο του Πηλέα με τη Θέτιδα, του ζεύγους, δηλαδή, των γονέων του Αχιλλέα. Αξίζει να αναφερθούμε λίγο και στη διαδρομή αυτών των δύο προσώπων, μέσα στους αρχέγονους ελληνικούς μύθους.
Η Θέτις ήταν μία από τις Νηρηίδες της ελληνικής μυθολογίας, κόρη του Νηρέα και εγγονή της Τιθύος. Ο Δίας την επιθύμησε, καθώς και ο αδελφός του Ποσειδών, αλλά εκείνη απέρριψε τις προσφορές τους. Η θεά Θέμις αποκάλυψε,ίσως κατόπιν ενεργειών της δικαίως ζηλιάρας Ήρας, πως η Θέτις θα έφερνε στον κόσμο έναν γιο που θα ήταν δυνατότερος από τον πατέρα του. Αυτό έφερε σε δύσκολη θέση τους ενδιαφερόμενους γι' αυτή θεούς κι έτσι υποχώρησαν,φοβούμενοι και πιθανή σύγκρουση μεταξύ των αδελφών-θεών, Δία και Ποσειδώνα. Η Ήρα και η Θέμις προόριζαν τη Θέτιδα για σύζυγο του Πηλέα, του γενναίου βασιλιά των Μυρμιδόνων. Η Θέτιδα όμως με κανένα λόγο δεν δεχόταν να πάρει θνητό σύζυγο, αλλά όταν η προφητική θεά, Θέμις,
αποκάλυψε, επίσημα, σ' ένα συνέδριο των αθανάτων, ότι ο γιος που έμελλε να γεννηθεί από τη Θέτιδα με οποιονδήποτε θεό, θα γινόταν μεγαλύτερος και δυνατότερος από τον Δία, οι θεοί αποφάσισαν οριστικά να την παντρέψουν με θνητό, διότι ο πατέρας των θεών δεν ήταν διατεθειμένος να αμφισβητηθεί ποτέ η εξουσία του.
Ο Πηλέας ή Πηλεύς ήταν γιος του μετέπειτα βασιλιά της Αίγινας Αιακού, που μετά τον θάνατό του φέρεται Κριτής του Άδη, και της Ενδηίδας. Αδελφός του ήταν ο Τελαμώνας,με τον οποίο συνήργησε στον φόνο του ετεροθαλούς τους αδελφού, του Φώκου, γιατί τον ζήλευαν και αποφάσισαν με κλήρο ποιος θα τον σκοτώσει. Ο Τελαμώνας τον κτύπησε θανάσιμα με ένα δίσκο στο κεφάλι. Για τον λόγο αυτό εξορίστηκαν από την Αίγινα. Έτσι ο Τελαμώνας βρέθηκε στη Σαλαμίνα και ο Πηλέας στη Φθία. Ο Πηλέας κατέφυγε στο παλάτι του βασιλιά της Φθίας Ευρυτίωνα και της γυναίκας του Αστυδάμειας, ο οποίος τον εξάγνισε για το έγκλημά του και του έδωσε γυναίκα του την κόρη του Αντιγόνη και το ένα τρίτο του βασιλείου του, το βασίλειο των Μυρμιδόνων.
 Ο Πηλέας με την Αντιγόνη απέκτησαν την Πολυδώρα. Στο κυνήγι του Καλυδώνιου κάπρου ο Πηλέας σκότωσε κατά λάθος τον Ευρυτίωνα και κατέφυγε στην Ιωλκό,όπου φιλοξενήθηκε από τον βασιλιά Άκαστο. Ο Πηλέας πήρε μέρος στην Αργοναυτική εκστρατεία. Κατά τη διάρκεια,
μάλιστα, αυτής της εκστρατείας ο Ιάσονας οργάνωσε αγώνες στη Λήμνο και ο Πηλέας του ζήτησε να ενώσει πέντε αγωνίσματα φτιάχνοντας το πένταθλο, όπου και αναδείχθηκε ο ίδιος νικητής, αφού ήταν ανίκητος στην πάλη, ενώ στη δισκοβολία, στον ακοντισμό, στο άλμα και στον δρόμο ερχόταν δεύτερος. Ο Πηλέας λοιπόν, για να επανέλθουμε στη σχέση του με τη Θέτιδα, καταδίωκε παντού την όμορφη θεά που του ξέφευγε, αλλάζοντας διαρκώς μορφές. Άλλοτε
γινόταν φωτιά και νερό, άλλοτε λιοντάρι και φίδι. Αλλά ο Πηλέας δεν το έβαζε κάτω. Εξημέρωνε, με τη βοήθεια των λαβών των χεριών του, το ένα μετά το άλλο καθένα από τα θηρία και βγήκε τέλος νικητής κερδίζοντας με το θάρρος του την ωραία Θέτιδα. Οι γάμοι του Πηλέα και της Θέτιδας έγιναν στην κορυφή του Πηλίου, μέσα στη σπηλιά του Κενταύρου Χείρωνα και παρευρέθηκαν όλοι οι, πλην της Έριδας,θεοί από τον Όλυμπο. Ο Ποσειδώνας προσέφερε στον Πηλέα ένα ζευγάρι αθάνατα άλογα, άλλοι θεοί του έδωσαν ανίκητα όπλα, που τα κληρονόμησε ο γιος του ο Αχιλλέας, ενώ ο Κένταυρος Χείρων του έδωσε ένα περίφημο δόρυ, που στον
Τρωικό Πόλεμο έκανε αξεπέραστα κατορθώματα. 
Τη μουσική των λαμπρών αυτών γάμων ανέλαβαν ο Απόλλων με τη λύρα του και οι Μούσες με τα τραγούδια τους. Τέλος οι Μοίρες προφήτεψαν την ένδοξη τύχη του μελλοντικού τους τέκνου. 
Η Θέτιδα, όταν γέννησε τον Αχιλλέα, για να τον κάνει άτρωτο, τον βύθισε μέσα στα νερά της Στύγας, που έκαναν το σώμα του άτρωτο, εκτός από τις φτέρνες που απ' αυτές τον κρατούσε. Ο Πηλέας, νομίζοντας ότι η Θέτιδα ήθελε να πνίξει το παιδί, την έδιωξε από το παλάτι του.
Παρόλα αυτά η Θέτιδα αγρυπνούσε διαρκώς για τον γιο της από τη θαλάσσια κατοικία της. Σε μια άλλη εκδοχή του μύθου, η Θέτις άλειψε το σώμα του νηπίου με αμβροσία και το έβαλε επάνω στη φωτιά, προκειμένου να καούν τα θνητά μέρη. Όταν διακόπηκε από τον τρομαγμένο πατέρα του παιδιού, εγκατέλειψε οργισμένη την εστία της. Η φιλανθρωπία που έδειχνε η θεά σε πολλές περιπτώσεις ήταν παροιμιώδης, όπως η βοήθεια που πρόσφερε στους Αργο-
ναύτες που κινδύνευαν, η διάσωση της Δανάης, η σωτηρία του Ήφαιστου, όταν τον έριξε η μητέρα του στη θάλασσα από τον Όλυμπο, κ.ά.

Σημείωση: Την επόμενη Κυριακή ολοκληρώνεται ο κύκλος των άρθρων μας (23 συνολικά) σχετικά με τη Θεσσαλία του Μύθου.


* Ο Κων/νος Α. Οικονόμου είναι δάσκαλος στο 32ο Δημ.

Κυριακή 23 Ιουνίου 2013

Η Θεσσαλία του Μύθου
* Από τον Κων/νο Αθ. Οικονόμου

Ίφικλος, Ποδάρκης και Κύκνος

Α΄ Φύλακος και Ίφικλος: Σημαντικά πρόσωπα της θεσσαλικής μυθολογίας είναι ο Φύλακος κι ο Ίφικλος, πατέρας και γιος αντίστοιχα. Ο Φύλακος, που ήταν ιδρυτής και βασιλιάς της πόλης Φυλάκης στη Αχαϊα Φθιώτιδα, είχε γιο τον Ίφικλο και κόρη την Αλκιμέδη (η οποία θα ήταν μελλοντική σύζυγος του Αίσονα και μητέρα του Ιάσονα). Όταν ο Ίφικλος ήταν ακόμα μικρό παιδί έκανε μια αταξία κι ο πατέρας του τον κυνήγησε με ένα μαχαίρι προσποιούμενος ότι θα το χρησιμοποιήσει. Όμως τα πόδια του τρομαγμένου παιδιού ήταν πολύ γρήγορα και αποκαμωμέ-
νος ο Φύλακος έμπηξε το μαχαίρι του στον κορμό μιας αγριαχλαδιάς, που αυτή σιγά-σιγά
με το πέρασμα των χρόνων το σκέπασε με τον φλοιό της. Ο Ίφικλος, όμως, είχε τόσο
πολύ τρομάξει με τον πατέρα του, ώστε, όταν μεγάλωσε, κατέστη ανίκανος για τεκνοποιία.
Όταν, χρόνια αργότερα, διαδέχτηκε στον θρόνο τον πατέρα του, ξέσπασε μια διαμάχη ανάμεσα σ’ αυτόν και τον θείο του Νηλέα, βασιλιά της Πύλου, για ένα φημισμένο κοπάδι βοδιών που ανήκαν στους προγόνους τους και το είχε στην κατοχή του ο Ίφικλος. Ο Νηλέας είχε βάλει σκοπό της ζωής του να αποκτήσει αυτό το κοπάδι, προκηρύσσοντας μάλιστα τους γάμους της κόρης του με όποιον θα κατόρθωνε να φέρει από τη Φυλάκη τα βόδια που ο ίδιος πίστευε ότι του ανήκαν.
Η κόρη του όμως, η Πηρώ, αγαπιόταν με τον Βία, τον γιο του Αμυθάοντα. Έτσι ο Βίας φο-
βούμενος μήπως χάσει την αγαπημένη του,έπεσε στα πόδια του αδελφού του, του Με-
λάμποδα, ζητώντας του, μιας και ήταν σπουδαίος μάντης και ήξερε τη γλώσσα των ζώων,
να τον βοηθήσει, αρπάζοντας το περιβόητο κοπάδι για λογαριασμό του Βία. Ο μάντης δέχτηκε κι αναχώρησε για το όρος Όθρυς, όπου και βρήκε το κοπάδι του Ιφίκλου το οποίο, δυστυχώς γι’ αυτόν, φυλάσσονταν από πολλούς βοσκούς και σκυλιά. Όταν ο Μελάμπους προσπάθησε να μπει στο μαντρί, συνελήφθη και παραδόθηκε στον βασιλιά Ίφικλο, ο οποίος διέταξε τη φυλάκισή του. 
Για ένα χρόνο έμεινε αλυσοδεμένος σ’ ένα κελί και φυλάσσονταν από δυο φρουρούς: μια άπονη και σκληρή γυναίκα και έναν πονόψυχο άνδρα που προσπαθούσε να μην του κάνει τη ζωή του ακόμα πιο δύσκολη. Όμως, μάντης καθώς ήταν ο Μελάμπους, άκουσε μια μέρα κάποια
σκουλήκια που σιγότρωγαν το μεγάλο δοκάρι της οροφής, να συζητούν μεταξύ τους και
να λένε ότι το δοκάρι από στιγμή σε στιγμή,σαρακοφαγωμένο όπως ήταν, θα έπεφτε.
Αμέσως ζήτησε απ’ τους φύλακές του να βγουν όλοι έξω, όμως εκείνοι γελούσαν μαζί
του. Με τα πολλά τους έπεισε και, την ώρα που τον έβγαζαν έξω να τον πάνε σ’ άλλη φυλακή, το δοκάρι έσπασε και η οροφή έπεσε με πάταγο σκοτώνοντας τη γυναίκα φύλακα,που έβγαινε τελευταία. Όταν ο Ίφικλος κι ο γέρο-Φύλακος έμαθε τι είχε γίνει και κατάλαβαν ότι είχαν να κάνουν μ’ ένα μάγο, ένα μάντη, πήγαν να τον βρουν και τον ρώτησαν αν θα μπορούσε να γιατρέψει τον Ίφικλο ώστε να μπορεί να κάνει παιδιά-διαδόχους για τον θρόνο της Φυλάκης. Εκείνος δέχτηκε,
ζητώντας όμως για αντάλλαγμα την ελευθερία του και τα φημισμένα βόδια. Αφού συμφώνησαν, ο Μελάμπους θυσίασε ένα βόδι στον Δία και αφού το κομμάτιασε, ζήτησε απ’ όλα τα πουλιά του ουρανού να έρθουν για να φάνε το μερίδιό τους. Όταν αυτά μαζεύτηκαν,ο μάντης τα ρώτησε στη γλώσσα τους αν ξέρουν πώς μπορεί να γίνει καλά ο βασιλιάς.
Κανένα όμως από τα πουλιά δεν γνώριζε το παραμικρό, εκτός από έναν γύπα τόσο μεγάλης ηλικίας που δεν μπορούσε να πετάξει και φυσικά δεν είχε έρθει στη σύναξη. Έστειλαν τότε στρατιώτες που τον βρήκαν και τον μετέφεραν στο μάντη. Αυτός τους φανέρωσε την αιτία και τους είπε μάλιστα και τη γιατρειά του κακού: έπρεπε, είπε, να βγάλουν το ξεχασμένο μαχαίρι, που ήταν η αιτία της παιδικής φοβίας του βασιλιά, απ’ το δέντρο, να ξύσουν τη σκουριά του, να την ανακατέψουν με κρασί και να δώσουν να πιει απ’ αυτό ο Ίφικλος για δέκα συνεχόμενες μέρες. Έτσι ο Ίφικλος γιατρεύτηκε και έδωσε στον Μελάμποδα τα βόδια ο οποίος τα παρέδωσε στον
Νηλέα για να παντρευτεί ο αδελφός του την όμορφη Πηρώ, πράγμα που έγινε. Ο Ίφικλος,που ήταν νυμφευμένος με την Αστυόχη, τελικά απέκτησε δυο γιους, τον Πρωτεσίλαο και τον Ποδάρκη. Αργότερα τον συναντάμε μεταξύ των ηρώων της Αργοναυτικής εκστρατείας.
Β΄ Ποδάρκης: Ο δεύτερος γιος του Ιφίκλου, ο αδελφός του Πρωτεσιλάου, Ποδάρκης, που ονομάστηκε έτσι προς τιμήν του πατέρα του επειδή ήταν πολύ γρήγορος στο τρέξιμο, πολέμησε ηρωικά για εννιά χρόνια στην Τροία. Σκοτώθηκε τον τελευταίο χρόνο της πολιορκίας απ’ τη σύμμαχο των Τρωάδων Πενθεσίλεια, τη βασίλισσα των Αμαζόνων. Ο Παυσανίας, ο Πίνδαρος και ο Φιλόστρατος αναφέρουν ότι υπήρχαν τρόποι λατρείας για τους δυο αδελφούς ήρωες (Πρωτεσίλαο και Ποδάρκη) σε διάφορους τόπους: στη Φυλάκη,στον Ελαιούντα της Θράκης και αλλού, όπου και διοργανώνονταν αθλητικοί αγώνες προς τιμήν του.
Γ΄ Κύκνος, ο γιος του Άρη: Υπήρξε ο γνωστότερος γιος του θεού Άρη. Μητέρα του ήταν η Πελόπεια ή η Πυρήνη. Ο Κύκνος αποπειράθηκε κάποτε να σκοτώσει τον ονομαστό ήρωα Ηρακλή. Από τον μύθο του αγώνα μεταξύ Κύκνου και Ηρακλέους γράφτηκε το, κακώς, αποδιδόμενο στον Ησίοδο έργο «Ασπίς Ηρακλέους”. Πηγαίνοντας, λοιπόν, κάποτε ο Ηρακλής και ο Ιόλαος στον Κύηκα, τον βασιλιά της Θεσσαλικής Τραχίνας, συνάντησε στον ναό του Απόλλωνα στις Παγασές τον Κύκνο με τον πατέρα του Άρη.
Ο Κύκνος ήταν σύζυγος της κόρης του Κύηκα κι έκοβε τα κεφάλια όσων περνούσαν από
εκεί επειδή ήθελε να χτίσει με τα κρανία ναό προς τιμήν του πατέρα του (!). Ο Ηρακλής μονομάχησε μαζί του και τον σκότωσε , ενώ, με τη βοήθεια της Αθηνάς, τραυμάτισε ακόμη και τον Άρη που είχε σπεύσει να βοηθήσει τον γιο του. Ο Κύηκας και οι περίοικοι έθαψαν τον Κύκνο,
αλλά ο τάφος του παρασύρθηκε από τα νερά του ποταμού Αναύρου που εκβάλλει στον
Παγασητικό κόλπο. Σύμφωνα με τον Παυσανία αυτό το περιστατικό συνέβη στις όχθες του Πηνειού, ενώ κατά τον Απολλόδωρο η μονομαχία έλαβε χώρα στο ναό της Ιτώνος, στις Παγασές.
 Τη στιγμή που ο Άρης μπήκε ανάμεσα στους αντιπάλους, έπεσε ένας κεραυνός σταλμένος από τον Δία ανάμεσά τους και σταμάτησε η μάχη. Η αναμέτρηση Ηρακλή-Κύκνου αποτέλεσε ένα από
τα προσφιλέστερα θέματα της αρχαϊκής τέχνης. Στον θρόνο του Αμυκλαίου Απόλλωνα
εικονιζόταν η «Ηρακλέους μονομαχία προς Κύκνον», ενώ στην Ακρόπολη της Αθήνας
η σκηνή «Κύκνος Ηρακλεί μαχόμενος». Ακόμη χαρακτηριστική είναι η μελανόμορφη αγ-
γειογραφία του Κόλχου όπου ο Κύκνος κείτεται νεκρός ενώ πάνω από το πτώμα του μάχονται ο Ηρακλής με τον Άρη. Στη σκηνή εμφανίζονται ακόμη ο Δίας, η Αθηνά, ο Ιόλαος, ο Φόβος, ο Ποσειδών, ο Απόλλων, ο Διόνυσος κι ο Νηρέας.

* Ο Κων/νος Αθ. Οικονόμου, είναι δά-
σκαλος του 32ου Δημ. Σχ. - συγγραφέας

Τρίτη 11 Ιουνίου 2013


 
Οι Αυτομάτονες ή Αυτόματοι (η ονομασία προέρχεται από την αρχαία ελληνική λέξη αὐτόματον= ενεργώ ιδία βουλήσει) ήσαν μυθολογικές «ζωντανές» κατασκευές με την μορφή ανθρώπων ή ζώων, δημιουργημένες ως επί το πλείστον από τον θεό Ήφαιστο και  ορισμένες από τον Δαίδαλο.
 
Οι κυριότερες ήσαν οι παρακάτω:
 
Καβειρικοί Ίπποι 
 
Ήσαν ζεύγος χάλκινων ίππων με πύρινη ανάσα κατασκευασμένοι από τον Ήφαιστο, οι οποίοι είχαν ως αποστολή να σύρουν το άρμα των Καβείρων.
 
Καυκάσιος Αετός
 
Ήταν γιγάντιος χάλκινος αετός, κατασκευασμένος από τον Ήφαιστο, ο οποίος είχε ως αποστολή να κατατρώγει το αναπαραγόμενο συκώτι του Τιτάνα Προμηθέα, ο οποίος είχε αλυσοδεθεί από τον Δία στον Καύκασο διότι είχε παραδώσει στους θνητούς την φωτιά.Ο αετός άλλοτε περιγράφεται ως χάλκινο αυτόματον κατασκευασμένο από τον Ήφαιστο και άλλοτε ως μέλος πλασμάτων γεννημένων από τον δαίμονα Έχιδνα. Στα «αδελφά» πλάσματα περιλαμβάνονται ο λέων της Νεμέας και η Λερναία Ύδρα.Όταν ο Ηρακλής ξεκίνησε να ελευθερώσει τον Προμηθέα από τα δεσμά του, «σκότωσε» τον Αετό με βέλη και στη συνέχεια ο Αετός, ο Τιτάνας και το βέλος τοποθετήθηκαν ανάμεσα στα άστρα με τη μορφή των αστερισμών Aquila (Αετός) – Kneeler (εν γόνασι ή Γονυκλινής)  και Saggita (Τόξο – να μην συγχέεται με τον αστερισμό Τοξότη). 
 
Χρυσές Κηλήδονες 
 
Ήσαν χρυσά κινούμενα αγάλματα κατασκευασμένα από τον Ήφαιστο, είτε με την μορφή γυναικών, είτε δρυοκολάπτη, είτε με μορφή παρόμοια των Σειρήνων, που είχαν το χάρισμα του τραγουδιού και είχαν δοθεί στον ναό του Απόλλωνα στους Δελφούς.
 
Χρυσές Κόρες
 
Ζεύγος χρυσών πανέμορφων κορασίδων κατασκευασμένων από τον Ήφαιστο, οι οποίες διέθεταν το χάρισμα του λόγου και της σκέψης, με αποστολή να υπηρετούν τον Ήφαιστο στην Ολύμπια κατοικία του.
 
Χρυσός & αργυρός κύων (σκύλος)
 
Κατασκευασμένοι από τον Ήφαιστο, ήσαν ζεύγος σκύλων – φυλάκων (ένας χρυσός και ένας αργυρός) αθάνατοι και αγέραστοι οι οποίοι είχαν ως αποστολή να φυλάνε την είσοδο του παλατιού του βασιλέα των Φαιάκων Αλκίνου (πατέρα της Ναυσικάς).
 
Τάλως
 
Ο Τάλως ήταν γιγάντιο χάλκινο κινούμενο άγαλμα κατασκευασμένο από τον θεό Ήφαιστο, το οποίο είχε δωρίσει ο Δίας στην ερωμένη του Ευρώπη, μετά την εγκατάστασή της στο νησί της ΚρήτηΟ Τάλως είχε αναλάβει το έργο της προστασίας του νησιού, περιπολώντας τρεις φορές ημερησίως και απωθούσε τους πειρατές, πετώντας βράχους ή αγκαλιάζοντας τα πλοία με πύρινη λαβή. Τελικά «σκοτώθηκε» από τον Ποία (συμμετείχε στην Αργοναυτική εκστρατεία και ήταν γιος του Θαυμάκου, σύζυγος της Μεθώνης και πατέρας του Φιλοκτήτη) όταν προσπάθησε να εμποδίσει τους Αργοναύτες να αποβιβασθούν στο νησί. Ο Ποίας τον σκότωσε με βέλος σημαδεύοντας την φτέρνα του στην οποία κατέληγε η μοναδική φλέβα που περιείχε το ιχώρ (αίμα των θεών, ή κατ’ άλλους υδράργυρος).
 
Στην γενεαλογία του επικού ποιητή Κιναίθωνα (Σπαρτιάτης επικός ποιητής) ο Τάλως παρουσιάζεται ως θεός – Ήλιος της Κρήτης, γιος του Κρη (εξ’ ου και το νησί της Κρήτης) και πατέρας του θεού Ήφαιστου. Επίσης ήταν πιθανώς πατέρας της Πασιφάης – συζύγου του βασιλιά Μίνωα. Η λέξη Τάλως στην αρχαία κρητική διάλεκτο σημαίνει «ήλιος».
 
 
Χάλκινοι Ταύροι 
 
Ζεύγος χάλκινων ταύρων με πύρινη αναπνοή, κατασκευασμένοι από τον Ήφαιστο για τον βασιλέα της Κολχίδας Αιήτη. Υπήρξαν από τους άθλους του Ιάσονα ο οποίος προκειμένου να πάρει το χρυσόμαλλο δέρας, έπρεπε να ζέψει τους εν λόγω ταύρους και να σπείρει ένα χωράφι χρησιμοποιώντας ως αλέτρι τα μαγικά δόντια του δράκοντα.
 
Χρυσοί Τρίποδες 
 
Αποτελούνταν από 20 χρυσούς αυτοκινούμενους τρίποδες με τροχούς,  τους οποίους είχε κατασκευάσει ο Ήφαιστος προκειμένου να μετακινούνται οι θεοί στις αίθουσες του Ολύμπου κατά την διάρκεια των εορτών.
 
Ο Ταύρος της Πασιφάης
 
Η Πασιφάη ήταν η αθάνατη κόρη του θεού Ήλιου (πιθανώς του Τάλως). Όπως και τα δύο αδέλφια της, ο Αιήτης και η Κίρκη, κατείχε το χάρισμα της μαγείας. Η Πασιφάη παντρεύτηκε τον βασιλιά της Κρήτης Μίνωα και του χάρισε πολλούς γιούς και κόρες. Ωστόσο, ως τιμωρία για κάποια προσβολή κατά των θεών που διέπραξε είτε η ίδια, είτε ο σύζυγός της, τιμωρήθηκε με την επιθυμία να ζευγαρώσει με τον καλύτερο ταύρο του βασιλιά τον Κρηταίο Ταύρο. Η βασίλισσα τότε επιστράτευσε τον τεχνίτη Δαίδαλο προκειμένου να την βοηθήσει και εκείνος κατασκεύασε μία κούφια ξύλινη αγελάδα, τυλιγμένη με δέρμα βοοειδών και προικισμένο με μηχανική ζωή. Η Πασιφάη κρυβόμενη μέσα σε αυτό το κατασκεύασμα ζευγάρωσε με τον Κρηταίο Ταύρο και γέννησε ένα υβριδικό παιδί, τον Μινώταυρο ο οποίος είχε σώμα ανθρώπου και κεφάλι ταύρου.
 
 
Πηγή: Ελλήνων Παλιγγενεσία
 
Τμήμα ειδήσεων  defencenet.gr

Κυριακή 9 Ιουνίου 2013



Η Θεσσαλία του Μύθου
* Από τον Κων/νο Οικονόμου

Μήστρα1

Η Μήστρα αγαπούσε πολύ τον πατέρα της Ερυσίχθονα (ή Αίθωνα), και, θέλοντας να του συμ-
παρασταθεί στο σκληρό του βάσανο, αυτό της αιώνιας πείνας, δεχόταν να την πουλάει για να
ικανοποιεί έτσι την άγρια πείνα του. Κατείχε όμως την τέχνη της μαγείας και έτσι συμφώνησε με
τον πατέρα της, τα πρωινά να παίρνει τη μορφή ενός ζώου, μιας φοράδας ή ενός μοσχαριού για
παράδειγμα, το οποίο στη συνέχεια ο πατέρας της θα το πουλούσε ανταλλάσσοντάς το με κάποια μικρότερα φαγώσιμα ζώα (μιας που δεν υπήρχαν ακόμη τα νομίσματα) κι έτσι θα ικανοποιούσε,μερικώς έστω, την πείνα του, ενώ τη νύχτα θα ξαναγινόταν κοπέλα και αφού έλυνε τα δεσμά της μέσα στον ξένο στάβλο, που, πιθανότατα,θα βρισκόταν, θα επέστρεφε στον πατέρα της.
Την άλλη μέρα θα μπορούσε φυσικά εκείνος να την ξαναπουλήσει. Οι ικανότητές της αυτές έγιναν
γνωστές και στον θεσσαλικής καταγωγής πονηρό Σίσυφο, βασιλιά της Κορίνθου. Έτσι αποφάσισε να ζητήσει τη Μήστρα απ’ τον πατέρα της με σκοπό, δήθεν, να την παντρέψει με τον γιο του τον Γλαύκο. Τα συνοικέσια την εποχή εκείνη γίνονταν με προσφορά προίκας από τον γαμπρό (και τον πατέρα του) προς τον συμπέθερο, πατέρα της νύφης. Έτσι ο Σίσυφος του πρόσφερε κοπάδια ολάκερα από πρόβατα, γίδες και βόδια. Εκείνος δέχτηκε, παρόλο που κατάλαβε τον πονηρό σκοπό του συμπεθέρου του, γιατί γνώριζε ότι η κόρη του θα έβρισκε και πάλι τον τρόπο να επιστρέψει κοντά του. Ο Σίσυφος οδήγησε τη μέλλουσα νύφη του στην Κόρινθο, όπου όμως ανέβαλε συνεχώς τον γάμο, προτείνοντάς της, αντ' αυτού, να κάνει αυτά που έκανε για χάρη του πατέρα της. Η Μήστρα δέχτηκε, όχι γιατί ήθελε να πληθύνουν τα
κοπάδια του πεθερού της, αλλά γιατί είχε τα δικά της σχέδια, την επιστροφή στο σπίτι του πατέρα
της. Το άλλο πρωί η Μήστρα πουλήθηκε με τη μορφή ζώου και το ίδιο βράδυ, μόλις πήρε ξανά
την ανθρώπινη μορφή της, επέστρεψε αντί στον Σίσυφο, στον πατέρα της. 
Την επόμενη μάταια περίμενε τη «νύφη» του ο Σίσυφος. Αφού συνειδητοποίησε το τέχνασμά της, πήγε στο παλάτι του Ερυσίχθονα και διαμαρτυρήθηκε ζητώντας τουλάχιστον πίσω την «προίκα», δηλαδή το τίμημα της αγοράς του. Όταν εκείνος αρνήθηκε, και μπροστά στον κίνδυνο να ξεσπάσει μια ανελέητη σύγκρουση, η Μήστρα μεσολάβησε μεταξύ τους προτείνοντας στον Σίσυφο να την αγοράσει ξανά, οριστικά, με σκοπό να πραγματοποιηθεί ο γάμος της με τον
Γλαύκο, αληθινά αυτή τη φορά.
 Έτσι ο Σίσυφος έκανε νέες προσφορές, μουλάρια και αγελάδες αυτή τη φορά και πήρε την κόρη στην Κόρινθο. Όμως αυτός ο γάμος δεν έμελλε να γίνει πραγματικότητα, γιατί ο Σίσυφος είχε κάνει κάποιο ατόπημα παλιότερα σε βάρος του Δία.Έτσι βρίσκοντας την κατάλληλη ευκαιρία
ο πατέρας των θεών, έβαλε τον Ποσειδώνα ν’ αρπάξει τη Μήστρα και να την φέρει στην Κω, παρά τη θέλησή της. Μάλιστα, για να αποφύγει εκείνη τον θεό της θάλασσας, έβαλε μπροστά τις μαγικές της τεχνικές και μεταμορφωνόταν συνεχώς σε διάφορα ζώα, όμως ο θεός της
θάλασσας την κρατούσε σφιχτά. Θέλοντας και μη, η κόρη πήρε την ανθρώπινη μορφή της και αναγκαστικά εγκαταστάθηκε στην Κω γεννώντας απ’ τον Ποσειδώνα τον Ευρύπυλο.

*Ο Κωνσταντίνος Αθ. Οικονόμου εί-
ναι δάσκαλος στο 32ου Δημ. Σχ. - συγ-
γραφέας

1. Οι μόνες πηγές που έχουμε για την κόρη του Ερυσίχθονα είναι κάποιοι αποσπασματικοί στίχοι του Ησιόδου και λίγοι πάπυροι σε συλλογές του Βερολίνου, του Καΐρου και της Οξφόρδης, που έχουν συνολικά εννιά αποσπάσματα της ιστορίας της , τα οποία και συνδυάστηκαν μετά το 1970.

Σάββατο 8 Ιουνίου 2013



ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΗΣ ΘΕΣΣΑΛΙΑΣ


ΘΕΣΣΑΛΙΑ. Κέντρο της Ελλάδας και καρδιά του μυθικού της κόσμου. Θεσσαλία! Θέσις + αλς = θέση θάλασσας. Αυτό ισχυρίζονται οι γλωσσολόγοι και δεν έχουν άδικο. Πράγματι, μερικές χιλιετίες πριν η Θεσσαλία καλύπτονταν από νερά. Τα νερά μιας τεράστιας, μα σχετικά ρηχής λίμνης, από υδάτινους όγκους που συγκεντρώνονταν από πολυάριθμα μεγάλα ή μικρά ρεύματα που κατηφόριζαν από τα γύρω βουνά. Αυτά τα μικρά ποτάμια μετέφεραν μεγάλες ποσότητες φερτής ύλης η οποία συσσωρεύονταν στον πυθμένα της λίμνης. Κάποτε, με την πάροδο των αιώνων, αυτή η μεγάλη μάζα νερού βρήκε έξοδο προς το Αιγαίο πέλαγος, στην περιοχή μεταξύ των βουνών Ολύμπου και Όσσας.
Αυτό θεωρήθηκε, από τη μεριά των γεωλόγων,αποτέλεσμα της διάβρωσης των ορεινών όγκων,
μιας διάβρωσης που οφειλόταν στη δύναμη των υδάτων, ή, κατ' άλλους, αποτέλεσμα ισχυρής σεισμικής δραστηριότητας στην περιοχή. Αντίθετα,σύμφωνα με την πλούσια ελληνική Μυθολογία,«δράστης» αυτού του διαχωρισμού των ορεινών όγκων υπήρξε ο θαλάσσιος θεός Ποσειδών. Έτσι η περιοχή της Θεσσαλίας μετατράπηκε σε εύφορη πεδιάδα έχοντας μοναδικά κατάλοιπα που θύμιζαν το υδάτινο παρελθόν της: τον ρου του Πηνειού ποταμού και κάποιες αβαθείς λίμνες, όπως η Βοιβηίδα (Κάρλα) και η Νεσσωνίτιδα, που βεβαίως δεν υπάρχει σήμερα.
Όταν αναφερόμαστε στη Θεσσαλία, ιστορικά,δεν εννοούμε το σημερινό ομώνυμο διαμέρισμα
της σύγχρονης Ελλάδας, αλλά μια ευρύτερη περιοχή, που, σε γενικές γραμμές, εκτεινόταν στα
ανατολικά από την περιοχή των εκβολών του Πηνειού, μέχρι τις Θερμοπύλες, και δυτικά από την
περιοχή της Κεντρικής Πίνδου μέχρι το όρος Οίτη.Σύνορά της θεωρούνταν στους ιστορικούς χρόνους,προς Βορρά η Πιερία και η Ελίμεια της Μακεδονίας,δυτικά η Αθαμανία (ή Αθαμαντία) και η Μολοσσία,νότια η Λοκρίδα, η Δωρίδα και η Αιτωλία, ενώ στα ανατολικά η Θεσσαλία βρεχόταν από το Αιγαίο και τους κόλπους Παγασητικό, Μαλιακό και Βόρειο Ευβοϊκό. Πρόκειται δηλαδή για μια περιοχή τουλάχιστον μιάμιση φορά μεγαλύτερη από την έκταση της σημερινής Θεσσαλίας. Είναι βέβαιο ότι ακόμα και κατά την υστεροβυζαντινή εποχή η έκτασή της είναι ανάλογη με αυτή των αρχαίων χρόνων καθώς γνωρίζουμε ότι πρωτεύουσα του μεσαιωνικού κρατιδίου της Θεσσαλίας κατά τον 13ο αιώνα ήταν οι Νέες Πάτρες (Υπάτη), αρκετά νοτιότερα
από τα σημερινά σύνορά της.

ΟΙ ΠΕΡΙΟΔΟΙ ΤΗΣ ΘΕΣΣΑΛΙΚΗΣ ΙΣΤΟΡΙΑΣ: Οι περίοδοι της θεσσαλικής ιστορίας χωρίζονται ως εξής:
- 100.000- 8.000 π.Χ., παλαιολιθική εποχή.
- 8.000- 5.000 π.Χ., μεσολιθική εποχή.
- 5.000- 2.300 π.Χ., προκεραμική και κεραμική εποχή.
- 2300- 2000 π.Χ., εποχή του χαλκού.
- 2000- 1250 π.Χ., μυκηναϊκή ή μινυακή εποχή
(είναι η περίοδος σχηματισμού των πρώτων μύθων του γένους μας με τους οποίους θα ασχοληθούμε στα επόμενα άρθρα).
- 1250- 600 π.Χ., γεωμετρική εποχή.
- 600- 197 π.Χ., κλασική και ελληνιστική εποχή: αρχική οργάνωση του Κοινού των Θετταλών μέχρι και τη ρωμαϊκή εισβολή στη Θεσσαλία.
- 197 π.Χ.- 330 μ.Χ., Ρωμαιοκρατία.
- 330- 610 μ.Χ., πρωτοβυζαντινή περίοδος- εισβολή Σλάβων.
- 610- 986 μ.Χ., μεσοβυζαντινή περίοδος μέχρι την άλωση της Λάρισας από τους Βουλγάρους και την εισβολή διαφόρων βαλκανικών και άλλων φύλων σ’ όλη τη Θεσσαλία.
- 986 - 1392 (ή 1423) μ.Χ., υστεροβυζαντινή περίοδος και ίδρυση του κρατιδίου της Θεσσαλίας
μέχρι και την πρώτη τουρκική εισβολή στη Λάρισα υπό τον Εβρέν Μπέη.
- 1393- 1881, Τουρκοκρατία.
- 1881- και σήμερα, Νεότερη ιστορία.

ΘΕΣΣΑΛΙΚΕΣ ΠΕΡΙΟΧΕΣ: Το παλαιότερο όνομα,της Βορειοανατολικής, αλλά και ολόκληρης της Θεσσαλίας που συναντάμε στους αρχαίους συγγραφείς είναι Πελασγία ή Πελασγιώτιδα. Το όνομα αυτό προέρχεται από τους πρώτους κατοίκους της,τους Πελασγούς που ήταν μια ομάδα Προελλήνων1. Στα χρόνια της κλασικής εποχής μόνο το όνομα της ανατολικής επαρχίας (Πελασγιώτις –περιοχή της Λάρισας) εξακολουθεί να τους θυμίζει. 
Αντίθετα το ελληνικό φύλο των Αιολέων επικρατεί στα δυτικά (Αιολίς- Θεσσαλιώτις). Άλλα ονόματα της αρχαίας Θεσσαλίας είναι Πυρραία (στα λεξικά Σούδας και Ησύχιου), Πανδώρα Γη (Στράβων η’), Δρυοπίς, Ελλάδα (Πλίνιος) και, από το φύλο των Αιμόνων, Αιμονία (Πίνδαρος, Αθήναιος). Οι Θεσσαλοί ονομάζονταν αλλιώς και Εφυραίοι διότι προήλθαν από την Εφύρα της δυτικής Ηπείρου (Fr.Stαhlin – «Η Θεσσαλία»). 
Κυριάρχησαν στα νοτιοδυτικά, γι’ αυτό και το όνομα Θεσσαλιώτις, ενώ στην Ανατολή και το Βορρά συγχωνεύτηκαν με τους ντόπιους αρχαιότερους κατοίκους και διατηρήθηκαν τα παλαιότερα τοπωνύμια: Πελασγιώτις,Φθιώτις, Εστιαιώτις. Τότε αντικαταστάθηκαν και οι ονομασίες πόλεων Άρνη και Φθία με τις Κιέριον και Φάρσαλος αντίστοιχα.

ΜΥΡΜΗΔΟΝΕΣ: Αξίζει να αναφερθεί ότι οι Αχαιοί της Φθίας ονομάζονταν και Μυρμηδόνες. Γε-
νάρχης θεωρείται ο Αιακός που ήταν γιος του Δία και της Ευρώπης και ζούσε στην Αίγινα. Όταν μετά από μια τιμωρία της Ήρας ερημώθηκε από κατοίκους το νησί, ο Αιακός μένοντας μόνος του στο νησί, παρακάλεσε τον Δία να του χαρίσει συντρόφους. Τότε ο Ζευς μεταμόρφωσε ένα μεγάλο αριθμό μυρμηγκιών που βρίσκονταν στην κουφάλα ενός δέντρου, σε ανθρώπους. Αυτοί ονομάστηκαν Μυρμηδόνες, δηλαδή μυρμήγκια, εξαιτίας της καταγωγής τους. Αργότερα οι Μυρμηδόνες ακολούθησαν τον γιο του Αιακού Πηλέα και κατοίκησαν στη Θεσσαλική Φθία, ενώ ο αδελφός του Πηλέα, ο Τελαμών έγινε βασιλιάς στη Σαλαμίνα.

ΛΑΡΙΣΑ: Κυρίαρχη θέση στο κράτος της Θεσσαλίας κατείχε η Λάρισα (ή Λάρισσα των ρχαίων).
Κτισμένη στο χώρο που σήμερα λέμε «Φρούριο»,ήταν φυσικά προφυλαγμένη από Βορρά και Δύση χάρις στον ποταμό Πηνειό. Είναι βέβαιο ότι τεχνητή οχύρωση θα υπήρχε και προς Νότο και Ανατολή αλλά, όπως είναι φυσικό, θεωρείται αδύνατον να το βεβαιώσουμε αρχαιολογικά, λόγω των αλλεπάλληλων στρωμάτων των οικισμών που είχαν κτιστεί εκεί κατά τη διάρκεια της μακραίωνης ιστορίας της πόλης. Πιθανότερος πρώτος οικιστής της θεωρείται ο Λάρισσος, γιος του Πελασγού, ή, κατ’άλλες πηγές, ο ίδιος ο Πελασγός, που την ονόμασε έτσι προς τιμήν της κόρης του Λάρισσας. Μια τρίτη άποψη, που μάλλον συγκεντρώνει ελάχιστες πιθανότητες, είναι αυτή που μας παρουσιάζει τον Ακρίσιο, πατέρα του πρώτου βασιλιά της Λάρισας, του Τεύταμου, πρώτο οικιστή της. Ετυμολογικά η λέξη Λάρισ(σ)α είναι πελασγική και σημαίνει ακρόπολη  ή ύψωμα-λόφος. Αυτό που στην ντόπια γλωσσολαλιά λέμε «τούμπα».

ΜΥΘΙΚΑ ΘΕΣΣΑΛΙΚΑ ΓΕΝΗ: Τα κυριότερα γενεαλογικά δέντρα της μυθικής Θεσσαλίας είναι:
των Λαπιθών της Λάρισας και της Μαγνησίας, 
των Κενταύρων και τρία του Αιόλου, δηλαδή των Φερών, της Φυλάκης και της Αθαμανίας.
 Αξίζει να σημειώσουμε πως σύμφωνα με την άποψη των αρχαίων ιστορικών, οι Θεσσαλοί ήταν οι πρώτοι άνθρωποι όλου του κόσμου, που εμφανίστηκαν μετά την Τιτανομαχία. Εδώ θα συναντήσουμε για πρώτη φορά το όνομα Έλληνας και Ελλάδα που χαρακτήρισαν έκτοτε όλο το έθνος μας.


Κυριακή 2 Ιουνίου 2013

Η Θεσσαλία του Μύθου
* Από τον Κων/νο Αθ. Οικονόμου
Ο Ερυσίχθων
Διδακτική ιστορία – περί ιεροσυλίας, θα τη λέγαμε είναι ο μύθος του Ερυσίχθονα ή Αίθωνα. Ο Ερυσίχθωνήταν βασιλιάς στη Θεσσαλία, κατά την προομηρική εποχή,κάπου στο Δώτιο πεδίο (σημερινή περιοχή Αγιάς) και προερχόταν από τη γενιά των Αιολιδών. Πατέρας του ήταν ο
Τρίοπας και προπάπποι του ο Αθάμας και η Νεφέλη. Κύριεςπληροφορίες για τη μυθική ιστορία του παίρνουμε από ένα Λατίνο συγγραφέα, τον Οβίδιο, δείγμα κι αυτό της μεγάλης διασποράς των ιδεών του ελληνικού Μύθου, των ελληνικών γραμμάτων, γενικά του πολιτισμού, σ’ όλους τους λαούς της Μεσογείου.
Ο Ερυσίχθων, για να επανέλθουμε στην ιστορία μας,φερόταν με καταφρόνια, αλαζονεία και ασέβεια στους θεούς, ενώ ποτέ δεν έκανε θυσίες σ’ αυτούς. Ήταν ένας άθεος της εποχής του. Μια μέρα μάλιστα μπήκε στο ιερό δρυόδασος της θεάς Δήμητρας, κάπου στη Λακέρεια, και σώριαζε σε άψυχα κούτσουρα τα ιερά δέντρα. Στην καρδιά του δάσους υπήρχε μια πελώρια βελανιδιά που το ύψος
της επισκίαζε μεγάλη έκταση του δάσους. Αυτό το δέντρο οι πιστοί της θεάς το στόλιζαν με κορδέλες και στίχους,τάματα και γιρλάντες για να ευχαριστήσουν τη θεά Δήμητρα για τις ευεργεσίες της.
Μόλις πρωτοαντίκρισε ο Ερυσίχθων αυτό τον γίγαντα του δάσους, αδιαφορώντας για την ανόσια ατιμία που θα επιχειρούσε, διέταξε τους δούλους του να το κόψουν.Βλέποντας όμως ότι οι δούλοι στέκονταν με κατεβασμένα χέρια και το πρόσωπο προς τη γη, αδυνατώντας να εκτελέσουν τέτοια διαταγή, αγρίεψε και πήρε στα χέρια του το πελέκι ξεστομίζοντας τα παρακάτω λόγια: «Είτε αυτό
το δέντρο είναι αγαπητό στη θεά, είτε είναι η ίδια η θεά,τώρα η κορφή του θ’ αγγίξει το χώμα». Και άρχισε να χτυπάει με λύσσα τον κορμό του. Η βελανιδιά βόγκηξε, χλωμιάσανε τα φύλλα και τα κλαδιά της κι απ’ τις «πληγές»που έκανε το τσεκούρι, αίμα ποτάμι έτρεξε. Όλοι τρόμαξαν,
μάλιστα ένας δούλος βλέποντας αυτό άρπαξε στον αέρα το οπλισμένο με το τσεκούρι χέρι του βέβηλου γιου του Τρίοπα. Όμως ο Ερυσίχθων, εκτός εαυτού πια, μούγκρισε γεμάτος ειρωνεία: «πάρε του ευλαβικού σου ζήλου την τιμή!» και με μια τσεκουριά του έκοψε το κεφάλι.
Ύστερα, αδιαφορώντας για την ανθρωποκτονία, συνέχισε το ανόσιο έργο του καταφέρνοντας απανωτά χτυπήματα στο δέντρο. Εκείνη τη στιγμή ακούστηκε μες από τον κορμό της δρυός η φωνή μιας Δρυάδας Νύμφης που προανήγγειλε την τιμωρία του δράστη αμέσως μετά το ξεψύχημά της: «Η τιμωρία σου δεν θα αργήσει κι ο θάνατός σου για το δικό μου θάνατο θα με παρηγορήσει». Αυτά
ήταν τα τελευταία λόγια της Νύμφης της Δήμητρας. Όμως ο Ερυσίχθων κωφεύοντας, μετά από συνεχόμενα χτυπήματα καταφέρνει με τη βοήθεια σχοινιών να γκρεμίσει το θεόρατο αυτό δέντρο. Με την πτώση του συνέθλιψε κάτω από το βάρος του και μεγάλο τμήμα του δάσους που αποτελούνταν από νεαρότερες βελανιδιές. Τότε με θρήνους οι Δρυάδες κατέφυγαν στην προστάτιδά τους θεά και ζήτησαν τη σκληρή τιμωρία του ενόχου. Η θεά Δήμητρα δέχτηκε και, χωρίς χρονοτριβή, εφηύρε μια πολύ σκληρή ποινή. Τον καταδίκασε να βασανίζεται συνέχεια από τρομερή και ανικανοποίητη πείνα.
Έτσι, την ίδια νύχτα, ένας σίφουνας αέρα σταλμένος από τη θεά άφησε στα σκαλιά του παλατιού του Ερυσίχθονα την ίδια την Πείνα προσωποποιημένη. Η Πείνα, μπαίνοντας στο παλάτι, κατευθύνθηκε στο κρεβάτι του ανόσιου βασιλιά. Εκεί με τα φτερά της τον σκέπασε και με το βρωμερό της χνώτο, γέμισε την ανάσα του, το στόμα του το λαρύγγι του, τα σωθικά του όλα, φυτεύοντάς του μια φρι-
κτή λιγούρα. Μετά απ’ αυτό επέστρεψε στην άγονη σπηλιά της, κάπου μακριά στην ερημιά. Μέσα στον ύπνο του ο δυστυχής Ερυσίχθων, νιώθοντας ότι πεινάει, αρχίζει ν’ ανοιγοκλείνει το στόμα του ξανά και ξανά, χτυπώντας τα δόντια του και καταπίνοντας αέρα. Σε μια στιγμή ξυπνάει απ’ την άγρια πείνα του και δίνει διαταγή να βρουν ότι υπάρχει φαγώσιμο σε αέρα, γη, θάλασσα και να του το
φέρουν. Κι ενώ είχε γύρω του πιατέλες απ’ ό,τι φαγώσιμο βάζει ο νους, αυτός ζητούσε να του φέρουν κι άλλα, κι άλλα. Κι όσο μασούσε βιαστικά και κατάπινε, όλο πιο λαίμαργος κι αχόρταγος γινόταν.
 Έτρωγε σε λίγα λεπτά της ώρας φαγητά που θα έφταναν να θρέψουν πολιτείες ολάκερες, κι όλο πεινούσε λες κι η κοιλιά του ήταν άβυσσος,που όσο τη γέμιζε με τροφές, άλλο τόσο βαθύτερη γινό-
ταν, ενώ παρ’ όλα τούτα συνεχώς αδυνάτιζε.Εξαιτίας της ακόρεστης πείνας του ξεπούλησε το βα-
σίλειό του κι όλη του την περιουσία μα και πάλι δεν χόρταινε. Σκέφτηκε μάλιστα να πουλήσει την ίδια την κόρη του Μήστρα για να βρει κι άλλα φαγητά, αλλά ο Ποσειδών,σύμφωνα με μια εκδοχή, την προστάτεψε μεταμορφώνοντάς την σε γέρο ψαρά. Μην μπορώντας να κορέσει την ανίκητη πείνα του, τελικά καταβροχθίζοντας τις ίδιες του τις σάρκες, βρήκε την ανάπαυση στον θάνατο.
Αξίζει να σημειώσουμε ότι στην αρχαία Ελληνική Γλώσσα έρυσις σημαίνει πληγή ή κόκκινο και χθών σημαίνει γη,οπότε το όνομα Ερυσίχθων σημαίνει πληγή ή αίμα της γης. Άλλωστε η ανθρώπινη απληστία δεν είναι η πληγή της Γης, που κάνει τον σύγχρονο άνθρωπο να τρώει τις σάρκες του και να καταστρέφει τον πλούτο της; Διδακτική ιστορία, αν μη τι άλλο.
Με τον μύθο ασχολήθηκαν, πλην του Οβίδιου, ο Καλλίμαχος στον 6ο ύμνο του προς τη Δήμητρα, ο Λυκόφρων και ο Νίκανδρος

* Ο Κωνσταντίνος Αθ. Οικονόμου είναι δάσκαλος
του 32ου Δημοτικού Σχολείου, συγγραφέας