Σάββατο 31 Οκτωβρίου 2015

ΕΛΛΗΝΩΝ  μύθοι
Από τον Κωνσταντίνο Οικονόμου

Ο Άδραστος(Ο Άδραστος ζωγραφισμένος από τον "ζωγράφο του Δαρείου")


Σύμφωνα με την Ελληνική Μυθολογία, ο Άδραστος ήταν βασιλιάς του Άργους, γιος του Ταλαού και της Λυσιμάχης. Κατά τον Παυσανία όμως, μητέρα του ήταν η Λυσιάνασσα, ενώ ο Υγίνος ισχυρίζεται πως ήταν η Ευρυνόμη. Καταγόταν από το αιολικό γένος του Αμυθάονα [Αμυθαονίδες] και υπήρξε ένας από τους λεγομένους “Επτά επί Θήβας”. Παιδιά του υπήρξαν: η Αργεία, η Διηπύλη, η Αιγιάλεια, ο Κυάνιππος και ο Αιγιαλέας. Το όνομα Άδραστος προέρχεται από το στερητικό (μη) και το ρήμα δράω (πράττω, κινούμαι, φεύγω), οπότε σημαίνει τον ακλόνητο, τον ατρόμητο. 
Η ΣΥΜΜΕΤΟΧΗ ΣΤΗΝ ΕΚΣΤΡΑΤΕΙΑ ΤΩΝ ΕΠΤΑ ΕΠΙ ΘΗΒΑΣ: Κάποτε ο Άδραστος διώχθηκε από το Άργος από τον Αμφιάραο και αναγκάστηκε να καταφύγει στη γειτονική Σικυώνα, όπου βασίλευε ο Πόλυβος, παππούς του Αδράστου [πατέρας της Λυσιμάχης]. Σύντομα, ο Πόλυβος πέθανε άτεκνος και τότε ο Άδραστος, ως στενότερος συγγενής, ανακηρύχθηκε βασιλιάς της Σικυώνας. Κάποια χρόνια μετά συμφιλιώθηκε με τον Αμφιάραο και επέστρεψε στο Άργος. Εκεί νύμφευσε τον παλιό του εχθρό με την αδελφή του, την Εριφύλη. Μάλιστα συμφώνησαν να επιλύουν στο εξής τις διαφορές τους, όποτε και όποιες κι αν προκύψουν, με τη διαιτησία της Εριφύλης. Μετά απ’ αυτά ο θρόνος του Άργους επεστράφη στον Άδραστο. Στο μεταξύ, ο διωγμένος από τον αδελφό του παρ’ ολίγον βασιλιάς της Θήβας, Πολυνείκης, έφτασε ικέτης στο Άργος, ζητώντας, παρακαλώντας καλύ- τερα, επιτακτικά τον Άδραστο να τον βοηθήσει να ξαναγυρίσει στην πατρίδα του ως βασιλιάς. Έτσι, ο Άδραστος αποφάσισε να στηρίξει την αξίωσή του. Ας δούμε όμως, πώς ακριβώς περιγράφονται τα σχετικά μυθικά “γεγονότα”. Κάποια νύχτα, ο Άδραστος άκουσε φασαρία στον προθάλαμο του ανακτόρου του και βγήκε ανήσυχος να δει τι συνέβαινε. Βρέθηκε μπροστά σε δύο άνδρες που μάλωναν για το ποιος θα ζητήσει πρώτος τη φιλοξενία του. Ο ένας ήταν ο Πολυνείκης και ο άλλος ο Τυδεύς, διωγμένος κι αυτός από τη δική του πατρίδα, την Καλυδώνα της Αιτωλίας, για κάποιο φόνο που είχε διαπράξει κατά λάθος. Ο Άδραστος τους χώρισε και δέχθηκε να φιλοξενήσει και τους δύο στο παλάτι του. Ο Πολυνείκης είχε μια ασπίδα με παράσταση λιονταριού, ενώ ο Τυδέας ασπίδα με παράσταση αγριόχοιρου1. Τότε ο Άδραστος θυμήθηκε πως κάποτε του είχε δοθεί ένας περίεργος χρησμός: να παντρέψει τις κόρες του με ένα λιοντάρι και με ένα αγριόχοιρο! Αμέσως κατάλαβε ότι αυτούς θα εννοούσε ο χρησμός. Πάντρεψε λοιπόν τις δύο κόρες του, τη Διηπύλη με τον Τυδέα και την Αργεία με τον Πολυνείκη. Ανέλαβε έτσι, όμως, την υποχρέωση, ως πεθερός τους, να τους βοηθήσει να επιστρέψουν στις πατρίδες τους. Και πρώτα αποφάσισε να στηρίξει τη δίκαιη αξίωση του Πολυνείκη. Σε αυτή την απόφαση ο γαμπρός του, ο Αμφιάραος, εναντιώθηκε από την πρώτη στιγμή και αρνήθηκε να συμμετάσχει στην εκστρατεία, καθώς ως γνώστης της μαντικής ήξερε(!) ότι, από όσους θα λάβαιναν μέρος στην εκστρατεία εκείνη, μόνον ο Άδραστος θα επέστρεφε ζωντανός. Κατέφυγαν λοιπόν κατά τη συμφωνία τους στη διαιτησία της Εριφύλης, η οποία αποδέχθηκε την άποψη του αδελφού της και παρότρυνε τον σύζυγό της να εκστρατεύσει μαζί με τους υπόλοιπους, για να αποκτήσει δόξα και τιμή. Η εκστρατεία αυτή έγινε γνωστή ως οι “Επτά επί Θήβας”. Συμμετείχαν σ’ αυτή ο Τυδέας, ο Αμφιάραος, ο ίδιος ο Άδραστος και άλλοι. Φθάνοντας στη Θήβα, οι επτά ηγέτες της εκστρατείας παρατάχθηκαν με τις δυνάμεις τους μπροστά στις ισάριθμες πύλες της πόλεως. Παρ’ όλη την ορμή και τη γενναιότητά τους, οι πολιορκητές δεν μπόρεσαν να κυριεύσουν την πόλη, γιατί αυτή ήταν η απόφαση του Δία, ύστερα από την αυθόρμητη θυσία του Μενοικέα στον Άρη. Στο τέλος λοιπόν, αφού σκοτώθηκαν σε μονομαχία τα δύο αδέλφια Ετεοκλής και Πολυνείκης, οι πολιορκητές τράπηκαν σε φυγή, αφού πρωτύτερα σκοτώθηκαν στη μάχη όλοι οι επικεφαλής, εκτός από τον Άδραστο. Ο Άδραστος σώθηκε χάρη στο φτερωτό άλογο του Αρίωνα και έφθασε καταδιωκόμενος στον Κολωνό της Αττικής. Εκεί εμφανίσθηκε ως ικέτης στους Αθηναίους και με τη μεσολάβησή τους κατάφερε να πάρει πίσω τους νεκρούς του από τον νέο βασιλιά της Θήβας, τον Κρέοντα, και να τους θάψει στην Ελευσίνα. 
Η ΕΚΣΤΡΑΤΕΙΑ ΤΩΝ ΕΠΙΓΟΝΩΝ: Ο Άδραστος, αισθανόμενος βαθιά ταπείνωση από την ήττα του, ξεσήκωσε μετά από δέκα χρόνια τα παιδιά των σκοτωμένων ηγετών, τους λεγόμενους «Επιγόνους» και εκστράτευσε εκ νέου κατά των Θηβών. Τη φορά αυτή πέτυχε: οι Θηβαίοι νικήθηκαν, η πόλη τους κυριεύθηκε και καταστράφηκε. Τέλος, οι Αργείοι ανέβασαν στον θρόνο της τον γιο του Πολυνείκη, τον Θέρσανδρο, και αποχώρησαν. Όμως ο Άδραστος στάθηκε άτυχος: σκοτώθηκε ο πολυαγαπημένος γιος του, ο Αιγιαλέας κι έτσι ο τραγικός πατέρας, μόλις έφθασαν στα Μέγαρα, πέθανε από τη μεγάλη του θλίψη και τάφηκε εκεί. 
ΤΙΜΗ ΤΟΥ ΗΡΩΑ – ΑΝΑΦΟΡΕΣ: Ο Άδραστος τιμήθηκε πολύ στα Μέγαρα, στον Κολωνό της Αττικής και στη Σικυώνα ως ήρωας. Ιδιαίτερα στην τελευταία πόλη, τιμούσαν τα παθήματά του με γιορτές, θυσίες και ταφικούς χορούς ως την εποχή του Κλεισθένη. Το επεισόδιο όπου ο Άδραστος κατέφυγε ως ικέτης (με τις μητέρες και τα παιδιά των σκοτωμένων Αργείων) στους Αθηναίους, και συγκεκριμένα στο τότε βασιλικό ζεύγος, το Θησέα και την Αίθρα, ενέπνευσε τον Ευριπίδη να δημιουργήσει μία από τις γνωστότερες τραγωδίες του, τις “Ικέτιδες”, που παραμένει και σήμερα ένα δυνατό κήρυγμα για την ειρήνη στον κόσμο.

 * Ο Κωνσταντίνος Αθ. Οικονόμου, είναι δάσκαλος, συγγραφέας 
1. Άλλωστε στην Καλυδώνα έζησε κάποτε ο φημισμένος Κα- λυδώνιος κάπρος.

ελευθερία λάρισας.

Σάββατο 24 Οκτωβρίου 2015

ΕΛΛΗΝΩΝ μύθοι
Από τον Κων/νο Aθ. Οικονόμου*

Ο Πενθέας [ο “σπαραχθείς” βασιλιάς]
Ο φρικτός θάνατος του Πενθέα από τις μαινάδες 


ΓΕΝΙΚΑ – ΚΑΤΑΓΩΓΗ: Στην Ελληνική Μυθολογία, ο Πενθεύς ή Πενθέας ήταν ένας βασιλιάς της Θήβας. Πρόκειται για ένα πρόσωπο που ο μύθος του φανερώνει μια απεχθή πλευρά της Ελληνικής Μυθολογίας. Πατέρας του ήταν ο Εχίων, ο σοφότερος από την ομάδα των Σπαρτών1. Μητέρα του ήταν η Αγαύη, κόρη του Κάδμου, του ιδρυτή των Θηβών, και της θεάς Αρμονίας. Ο Πενθέας είχε και μια αδελφή, την Ήπειρο. Τα περισσότερα εκ των όσων γνωρίζουμε για το μύθο του προέρχονται από την τραγωδία του Ευριπίδη Βάκχες. Το όνομα "Πενθέας", σημαίνει «άνθρωπος των θλίψεων» και προέρχεται από τη λέξη πένθος, δηλαδή λύπη ή θλίψη. Σήμερα σημαίνει ιδιαίτερα την οδύνη που προκαλείται από το θάνατο ενός αγαπημένου προσώπου. 
Ο ΜΥΘΟΣ: Ο Κάδμος, ο βασιλιάς της Θήβας, όταν έφτασε σε προχωρημένη ηλικία, παραιτήθηκε υπέρ του εγγονού του Πενθέα. Μια από τις πρώτες αποφάσεις που έλαβε ο νέος βασιλιάς ήταν κι αυτή που απαγόρευε τη λατρεία του νέου θεού Διονύσου, η λατρεία του οποίου είχε αρχίσει να διαδίδεται σε πλήθος ελληνικών πόλεων. Ο Διόνυσος ήταν μάλιστα γιος της θείας του Σεμέλης από την ένωσή της με το Δία. Μία διαταγή του, ωστόσο, με την οποία δεν επέτρεπε στις γυναίκες της Καδμείας2 να συμμετάσχουν σε τελετές του νέου θεού, έφερε την οργή του Βάκχου! Έτσι ο Διόνυσος ενεφύσησε “ιερή μανία” στη μητέρα του βασιλιά, την Αγαύη, στις θείες του Ινώ και Αυτονόη, αλλά και σε πολλές άλλες γυναίκες της Θήβας, οδηγώντας τις στο όρος Κιθαιρώνα. Ο Πενθέας, στο μεταξύ, έδωσε εντολή να συλληφθούν οι οπαδοί του θεού, αλλά χωρίς να το γνωρίζει, συνέλαβε και φυλάκισε τον ίδιο το θεό! Όμως ο Διόνυσος έσπασε τις αλυσίδες και την πόρτα της φυλακής και παρουσιάστηκε στον Πενθέα. Ο Διόνυσος κατάφερε να δελεάσει τον Πενθέα και να τον πείσει τελικά να κατασκοπεύσει ο ίδιος τις βακχικές τελετές μεταμφιεζόμενος μάλιστα ως γυναίκα! Ο Πενθέας κατευθύνθηκε στο βουνό και αφού κρύφτηκε ανάμεσα στα δέντρα περίμενε να δει τις οργιαστικές τελετές των γυναικών της πόλης του. Οι κόρες του Κάδμου, δηλαδή η μητέρα του και οι θείες του, τον είδαν πάνω σε ένα δέντρο και φαντάστηκαν [μάλλον ο Διόνυσος τους υπέβαλε αυτή τη σκέψη], ως ένα άγριο ζώο. Έτσι, τράβηξαν τον Πενθέα κάτω και τον έσκισαν από πάνω μέχρι κάτω(!), με έναν τελετουργικό τόπο που είναι γνωστός ως σπαραγμός3. Όταν η αληθινή του ταυτότητα ανακαλύφθηκε αργότερα, οι αξιωματούχοι της Θήβας εξόρισαν τις γυναίκες-μαινάδες από τη Θήβα. Κάποιες πηγές βεβαιώνουν ότι η μητέρα του ήταν η πρώτη που έφερε το θανατηφόρο κτύπημα σκίζοντάς τον στο κεφάλι. Έβαλε έπειτα το κεφάλι σε ένα ραβδί και το πήρε πίσω στην Θήβα, σαν μακάβριο θύρσο4, μέχρι που συνάντησε το γέρο-Κάδμο, ο οποίος και την έβγαλε από το φρικτό κόσμο των “ιερών” ψευδαισθήσεών της!
 ΔΙΑΔΟΧΗ ΣΤΟ ΘΡΟΝΟ: Τον Πενθέα διαδέχτηκε στο θρόνο των Θηβών ο θείος του Πολύδωρος. Πριν ή ενδεχομένως λίγο μετά το φρικτό φόνο του Πενθέα, η σύζυγός του γέννησε ένα γιο που ονομά- στηκε Μενοικέας και ο οποίος έγινε ο πατέρας του Κρέοντα και της Ιοκάστης και παππούς του Οιδίποδα. 
Ο ΟΒΙΔΙΟΣ ΓΙΑ ΤΟΝ ΠΕΝΘΕΑ: Η ιστορία του Πενθέα απασχόλησε και τον μεγάλο Ρωμαίο μυθογράφο, Οβίδιο, στις “Μεταμορφώσεις” του5. Η εκδοχή του Οβίδιου αποκλίνει αρκετά από το έργο του Ευριπίδη. Έτσι, στις “Μεταμορφώσεις”, τον βασιλιά Πενθέα προειδοποιεί ο τυφλός μάντης Τειρεσίας λέγοντάς του: “να καλωσορίσεις τον Βάκχο, αλλιώς το αίμα σου θα χύνεται πάνω από τη μητέρα και τις αδελφές της!" Ο Πενθέας, όμως, απέρριψε και αγνόησε τις προειδοποιήσεις του. Όταν, λίγο αργότερα, η Θήβα υποκύπτει στη “γοητεία” του νέου θεού, ο Πενθέας εκφράζει τη λύπη του και απαιτεί τη σύλληψη του Βάκχου. Οι φρουροί του, όμως, συλλαμβάνουν αντ’ αυτού έναν ναύτη, ο οποίος επιβεβαιώνει την θεότητα του Διονύσου και λέει πως όλα τα υπόλοιπα μέλη του πληρώματος του πλοίου του κατέληξαν νεκροί μετά από την προσπάθειά τους να απαγάγουν το νεαρό θεό. Ο Πενθέας, πιστεύοντας ότι ο ναύτης λέει ψέματα, προσπάθησε να τον ρίξει στη φυλακή. Όταν οι φρουροί τον αλυσόδεσαν, οι αλυσίδες έπεσαν. Τότε, οργισμενος ο Πενθέας, μέ μια άγρια λάμψη στα μάτια του, έτρεξε να ασχοληθεί ο ίδιος με το Διόνυσο στον Κιθαιρώνα. Εκεί οι συμμετέχοντες στη “λατρεία” του θεού, θεώρησαν τον Πενθέα αγριογούρουνο(;) και του επιτέθηκαν. Η συνέχεια είναι γνωστή....
 ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ: Ευριπίδης, Βάκχες. Οβίδιος, Μετααμορφώσεις, 3 511-733. 

konstantinosa.oikonomou@gmail.com www.scribd.com/oikonomoukon

 1. Ο θεός Άρης, κάποτε, διέταξε τον πρώτο βασιλιά της Θήβας, Κάδμο, να σπείρει τα δόντια του δράκου που εκείνος είχε σκοτώσει σε οργωμένο χωράφι και από τη γη φύτρωσαν άγριοι πολεμιστές που ονομάστηκαν Σπαρτοί. Με ένα έξυπνο σχέδιο του Κάδμου αυτοί αλληλοεξοντώθηκαν και επέζησαν μόνο πέντε, που αποτέλεσαν τους πρώτους πολίτες της Θήβας. Ο πιο γνωστός απ' αυτούς υπήρξε ο Εχίων που ήταν πατέρας της Ιοκάστης, συζύγου του βασιλιά Λάιου, αλλά και του Πενθέα. Σχετικά, έχουμε αναφερθεί στο μύθο που αφορούσε τον Κάδμο. 
2. Καδμεία ήταν η ακρόπολη [των Μηκυναϊκών χρόνων] της Θήβας. Είχε τείχη κυκλώπεια που σώζονται ακόμη σε μερικά σημεία. 
3. Ο Σπαραγμός και η Ωμοφαγία είναι στοιχεία της διονυσιακής λατρείας και αποτελούν δείγμα της άγριας πλευράς της Ελληνικής Μυθολογίας. Μάλιστα, ένα από τα επίθετα του Διονύσου είναι Ωμοφάγος”. Η ωμοφαγία και ο σπαραγμός του θύματος, συνηθέστερα ζώου, μπορεί να ήταν ένα σύμβολο του θριάμβου της άγριας φύσης στον πολιτισμό. Οι λάτρεις του Διόνυσου, συμβολικά με το σπαραγμό και την ωμοφαγία, εσωτευρικεύαν κατά κάποιο τρόπο τον άγριο Διόνυσο και την ένωσή τους με την “ωμή” φύση, μιμούμενοι το φρικτό θεό τους! Αρκετές μυθικές απεικονίσεις της Αρχαιότητας εμφανίζουν γυναίκες λάτρεις του Διονύσου, τις λεγόμενες Μαινάδες, να καταναλίσκουν ωμό κρέας ως μέρος τελετουργικού της λατρείας τους. Προφανώς, πίσω από το μύθο, υποκρύπτεται το παρελθόν του πρωτόγονου ανθρώπου με τις ανθρωποθυσίες και τον κανιβαλισμό! 
4. Ο θύρσος ήταν σύμβολο του Διόνυσου. Ήταν ένα μακρό ευθύγραμμο ραβδί φυσικής προέλευσης, και είναι κλαδί από κάποιο φυτό, ίσως από μάραθο, με φουντωτό άνθος στην κορυφή του. Συχνά απεικονίζεται δεμένος με κορδέλα ή πλεγμένος με αμπελόφυλλα. Στην κορυφή είναι στεφανωμένος με κισσό, αμπελόφυλλα ή με ένα κου- κουνάρι πεύκου. Το μήκος του θύρσου ήταν μέχρι δύο μέτρα. 5. Μεταμ. 3, 511-733 

*O Κωνσταντίνος Αθ. Οικονόμου, είναι δάσκαλος στο 32ο Δ. Σχ. Λάρισας, συγγραφέας

ελευθερία  λάρισας


Δευτέρα 19 Οκτωβρίου 2015

ΛΑΡΙΣΑ - Μια εικόνα χίλιες λέξεις...

Η εβδομαδιαία αγορά της «Τετάρτης»


Με την πρώτη ματιά, η άποψη αυτή της Λάρισας φαίνεται να είναι άγνωστη για τον σημερινό κάτοικό της. Πρόκειται για ασυνήθιστη λήψη. Ο φωτογράφος έστησε τον τρίποδα της μηχανής του στο ύψος του πυργίσκου του προπολεμικού ρολογιού της πόλεως. Έστρεψε τον φακό του βορειοανατολικά και κατέγραψε την ανατολική πλευρά του λόφου του Φρουρίου και την κάτω από τον λόφοπεριοχή της Λάρισας, μακριά μέχρι τον Κίσσαβο. Η φωτογραφία κυκλοφόρησε σε επιστολικό δελτάριο (καρτ-ποστάλ) με τον αριθμό 17, από το τοπικό βιβλιοχαρτοπωλείο του Γεωργίου Δημητρακόπουλου και είναι προπολεμική. Για να μελετήσουμε την φωτογραφία θα τη διαιρέσουμε νοερά σε τρεις εγκάρσιες ζώνες. Στην κάτω ζώνη αριστερά υπάρχει μικρό αλσύλλιο. Είναι η περιοχή στην οποία μετά τον μεγάλο σεισμό του 1941 ανοικοδομήθηκε η προσωρινή ξύλινη εκκλησία του Αγίου Αχιλλίου (η γνωστή ως παράγκα), που λειτούργησε, με ορισμένες βελτιώσεις, μέχρι το 1956, όταν εγκαινιάσθηκε ο σημερινός μεγαλοπρεπής ναός. Σήμερα στη θέση αυτή, μετά απόπροσεκτικές ανασκαφές από την τοπική αρχαιολογική υπηρεσία, αποκαλύφθηκαν τα θεμέλια του βυ- ζαντινού ναού τουπολιούχου της Λάρισας καιπιθανολογείται και ο τάφος του. Δεξιά διαγράφονται οι στέγες δύο διώροφων κτισμάτων νεοκλασικής γραμμής. Στο δεύτερο,που βρισκόταν επί της σημερινής οδού μητροπολίτου Αρσενίου και στο οποίο τα νεοκλασικά στοιχεία είναι εμφανή, στεγαζόταν μέχρι το 1935 τα γραφεία της Ιεράς Μητροπόλεως Λαρίσης και Πλαταμώνος, καθώς και η μητροπολιτική κατοικία[1]. Σήμερα τα κτίρια αυτά έχουν κατεδαφισθεί και στη θέση τους υπάρχουν οι πρόχειρες εγκαταστάσεις της αρχαιολογικής υπηρεσίας. Στη μεσαία ζώνη αριστερά, πίσω από τα φυλλώματα των δένδρων, μόλις ξεχωρίζει τμήμα από την κατεστραμμένη σκεπαστή τούρκικη αγορά (μπεζεστένι). Στη συνέχεια διακρίνονται ταπρόχειρα εφήμεραπαραπήγματα της υπαίθριας λαϊκής αγοράς που γινόταν στη θέση αυτή κάθε Τετάρτη, γι’ αυτό και είχε επικρατήσει να ονομάζεται από τους Λαρισαίους ο χώρος αυτός «Τετάρτη» και παλαιότερα «Τετράδη». Η αγορά αυτή καθιερώθηκε να γίνεται το 1854, από την εποχή της τουρκοκρατίας ακόμη, όταν τα εσνάφια (συντεχνίες), δηλαδή οι διοικήσεις των επαγγελματικών σωματείων της Λάρισας, αποφάσισαν να επιλέξουν μία ημέρα της εβδομάδος για την λειτουργία υπαίθριας λαϊκής αγοράς, η οποία θα εξυπηρε- τούσε και τους παραγωγούς των οικισμών της περιοχής. Αρχικά επιλέχθηκε από τους χριστιανούς εμπόρους ως ημέρα λειτουργίας το Σάββατο. Στην πρόταση όμως αυτή αντέδρασαν οι Ισραηλίτες της πόλεως, γιατί το Σάββατο ήταν γι’ αυτούς ημέρα προσευχής. Γι’ αυτό συμφώνησαν από κοινού Χριστιανοί και Εβραίοι να γίνεται κάθε Παρασκευή. Αλλά τώρα ήταν η σειρά των Οθωμανών κατακτητών να αντιδράσουν και μάλιστα έντονα, γιατί δεν μπορούσαν να βεβηλώσουν την Παρασκευή, που ήταν γι’ αυτούς η ημέρα αυτή ιερή. Έτσι κατέληξαν τελικά να επιλέξουν την Τετάρτη ως ημέρα λειτουργίας της εβδομαδιαίας λαϊκής αγοράς και έτσι λειτουργούσε επί ένα αιώνα περίπου. Επί δημαρχίας Δημητρίου Κα- ραθάνου (1951-1954), για να νοικοκυρευτεί ο κεντρικός αυτός χώρος από την αναρχία των παραπηγμάτων, κατασκευάσθηκαν από την Δημοτική αρχή τρεις σειρές από μόνιμα τσι- μεντένια υπόστεγα, ο όγκος των οποίων ενοχλούσε αισθητικά. Το 1978 τα υπόστεγα αυτά κρημνίστηκαν και σήμερα στη θέση τους έχει δημιουργηθεί η πλατεία δημάρχου Αριστείδη Λαμπρούλη, μέσα στον χώρο της οποίας έχουν ενσωματωθεί και τα ανευρεθέντα κατά τις ανασκαφές βυζαντινά μνημεία (ένα μικρός ναός και λουτρά). Πίσω από την αγορά της Τετάρτης εκτείνεται μια σειρά κα- ταστημάτων τα οποία έχουν πρόσοψη επί της σημερινής οδού Ξάνθου. Είναι όλα ισόγεια, εκτός από ένα τριώροφο κτίσμα στο κέντρο, το οποίο υπέστη σοβαρές ζημιές κατά τον σεισμό του 1941 και οι δύο ετοιμόρροποι όροφοι κρημνίστηκαν. Στην επάνω ζώνη της φωτογραφίας από αριστερά διακρίνεται ο Μύλος του Παππά, αμέσως μετά ένα μέρος της κοίτης του Πηνειού και στη συνέχεια ο Μύλος του Ιωάννου Τσιμπούκη που δεν υπάρχει σήμερα. Ακολουθεί στο βάθος του Κουτλιμπάνειο και Τριανταφύλλειο Δημοτικό Νοσοκομείο. Το κτίσμα του Νοσοκομείου είναι διώροφο [2]και έχει πλέον πάρει την οριστική του μορφή. Η περιοχή κάτω από τις ανατολικές παρυφές του Φρουρίου μέχρι το Νοσοκομείο και πιο κάτω, μέχρι τη συνοικία Σουφλάρια (συνοικία 40 Μαρτύρων), είναι πυκνοκατοικημένη με πολλές απλές και κατά τόπους στριμωγμένες μονώροφες κατοικίες. Στο βάθος πίσω από το Νοσοκομείο διακρίνεται αμυδρά ο οικισμός Καλύβια που υπαγόταν στον Δήμο Λαρίσης και αντιστοιχεί σήμερα στηνπεριοχή της Αγίας Μαρίνας. Η εικόνα ολοκληρώνεται πιο πίσω με τα υψώματα της Χασάμπαλης και στο βάθος-βάθος δεσπόζει η κωνική κορυφή της Όσσας. Από τα εκτεθέντα στοιχεία δεν φαίνεται να είναι δύσκολη η χρονολόγηση της φωτογραφίας. Οδηγός είναι η μορφή του Δημοτικού τότε Νοσοκομείου. Γνωστού όντος ότι ο επάνω όροφος ολοκληρώθηκε και εγκαινιάσθηκε το 1939, η φωτογραφία αυτή πρέπει να είναι της περιόδου 1939-1940.
 [1]. Μετά τον ερχομό του μητροπολίτου Δωροθέου (1935- 1956) στη Λάρισα, αγοράσθηκε από την μητρόπολη ένα ημιτριώροφο οίκημα ιδιοκτησίας Γεωργίου Τσάπανου, το οποίο βρισκόταν δεξιά στον ανηφορικό δρόμο προς το Φρούριο. Σ’ αυτό μεταφέρθηκαν τα γραφεία της Μητροπόλεως και η μητροπολιτική κατοικία. Με τον σεισμό του 1941 ο επάνω όροφος κατέστη ακατοίκητος και το 1957 κρημνίστηκε. Όταν άρχισαν οι εργασίες αποκαλύψεως του Αρχαίου Θεάτρου το κτίριο αυτό ισοπεδώθηκε.
 [2]. Μέχρι το 1937 το κτίριο του Δημοτικού Νοσοκομείου ήταν ισόγειο, όπως είχε κτισθεί με δαπάνες του Ιωάννη Κουτλιμπανά το 1889. Τη χρονιά εκείνη ο Λαρισαίος έμπορος Ηλίας Τριανταφύλλου διέθεσε 1.000.000 δραχμές, ποσό σημαντικό για την εποχή εκείνη, για την ανέγερση του άνω ορόφου. Η κατασκευή έγινε με σχέδια και επίβλεψη από τον συμπολίτη αρχιτέκτονα Ελευθέριο Κολονέλο. Στα εγκαίνια του ορόφου που έγιναν με κάθε επισημότητα το 1939 παρέστη και ο τότε πρωθυπουργός Ιωάννης Μεταξάς.

 nikapap@hotmail.com

ελευθερία λάρισας

Σάββατο 17 Οκτωβρίου 2015

ΕΛΛΗΝΩΝ  μύθοι
Από τον Κων/νο Οικονόμου*

Ο Αλκμαίων

Ο Πολυνείκης προσφέρει στην Εριφύλη το περιδέραιο της Αρμονίας (Μουσείο Λούβρου)

ΓΕΝΙΚΑ: Ο μυθικός Αλκμαίων ήταν γιος του μάντη Αμ- φιάραου και της Εριφύλης. Πρόκειται για το κεντρικό πρό- σωπο δύο χαμένων επών του λεγόμενου Θηβαϊκού κύκλου [Οιδίπους, Αντιγόνη, κ.τ.λ.] με τίτλο “Επίγονοι” και “Αλκ- μαιωνίς”
Η ΕΚΣΤΡΑΤΕΙΑ ΤΩΝ ΕΠΙΓΟΝΩΝ ΣΤΗ ΘΗΒΑ: Ο πατέρας του Αλκμαίωνα, Αμφιάραος, παρακινήθηκε από τον βασιλιά του Άργους Άδραστο να πάρει μέρος στην εκστρα- τεία κατά της Θήβας. Σκοπός της εκστρατείας αυτής ήταν η εκδίωξη από το θρόνο της πόλης του Ετεοκλή και η παράδοση του θρόνου στον αδελφό του Πολυνείκη. Επρόκειτο για τους δύο αδελφούς, στους οποίους αναφερθήκαμε στο προηγούμενο σημείωμά μας, που έπρεπε να μοιράζονται το βασιλικό αξίωμα της Θήβας κατόπιν συμφωνίας, που αθετήθηκε, όμως, από τον Ετεοκλή. Ο Αμφιάραος δεν δέχτηκε γιατί ήξερε, χάρη στις μαντικές ικανότητες που κατείχε, πως όλοι οι αρχηγοί της εκστρατείας θα σκοτώνοντας [σχετικά στην τραγωδία “Επτά επί Θήβας”, του Αισχύλου]. Συμφωνήθηκε τότε, την τελική απόφαση να την πάρει η Εριφύλη. Αυτή όμως δωροδοκήθηκε από τον Πο- λυνείκη, που της πρόσφερε το περιδέραιο της Αρμονίας, της γυναίκας του Κάδμου. Έτσι η Εριφύλη αποφάσισε να συμμετάσχει ο άντρας της στον πόλεμο. Πριν φύγει για τον πόλεμο ο Αμφιάραος, που έμαθε για τη δωροδοκία της συζύγου του, ζήτησε από τον ανήλικο γιο του, Αλκμαίωνα, να εκδικηθεί για λογαριασμό του την Εριφύλη που τον πρόδωσε, σκοτώνοντας την μόλις εκείνος ενηλικιωθεί. Μετά το θάνατο του Αμφιάραου, ο Αλκμαίων, ενήλικας πια, πήρε μέρος ως αρχηγός στην λεγόμενη εκστρατεία των Επιγόνων κατά της Θήβας. Αρχικά ήταν απρόθυμος να συμμε- τάσχει, αλλά οι υπόλοιποι επίγονοι έλαβαν χρησμό πως στην εκστρατεία αυτή έπρεπε να ηγηθεί ο Αλκμαίων. Ο Θέρσανδρος, που διεκδικούσε τον θρόνο της Θήβας μετά τον αλληλοσκοτωμό των Πολυνείκη και Ετεοκλή, δωροδόκησε την Εριφύλη, και πάλι, δίνοντάς της το πέπλο της Αρμονίας, τη φορά αυτή, και εκείνη έπεισε και τον γιο της να συμμετάσχει στην εκστρατεία. Οι επίγονοι κατέλαβαν την Θήβα και ο Αλκμαίων σκότωσε τον βασιλιά της πόλης, Λαοδάμαντα. Στην συνέχεια όμως, παρακινούμενος και από ένα χρησμό, αποφάσισε να εκδικηθεί για τον πατέρα του και σκότωσε την μητέρα του, βοηθούμενος στην πράξη του αυτή από τον αδερφό του Αμφίλοχο. 
ΑΛΚΜΑΙΩΝ ΚΑΙ ΕΡΙΝΥΕΣ: Μετά την μητροκτονία άρχισαν να τον κυνηγούν οι Ερινύες. Καταδιωκόμενος απ' αυτές συνεχώς, ο Αλκμαίων κατέληξε στην Ψωφίδα της Αρκαδίας. Ο βασιλιάς της Ψωφίδας, Φηγεύς, αφού τον εξάγνισε, τον πάντρεψε με την κόρη του Αρσινόη1. Ο Αλκμαίων, μετά τον γάμο, προσέφερε στην Αρσινόη το περιδέραιο και το πέπλο της Αρμονίας που είχε πάρει από την μητέρα του. Κατά τον Απολλόδωρο, η παρουσία του Αλκμαίωνα στην Ψωφίδα συνοδεύτηκε από ακαρπία της γης. Ο Αλκμαίων, πιστεύοντας πως αιτία για την αγονία ήταν η παρουσία του στην πόλη, κατέφυγε στο Μαντείο των Δελφών. Το Μαντείο τον συμβούλεψε πως θα απαλλαγεί από τις Ερινύες μόνο όταν καταφύγει σε μία χώρα που δεν υπήρχε όταν έκανε το έγκλημα(!), αλλά σχηματίστηκε μετά. Αναζητώντας αυτή την χώρα ο Αλκμαίων κατέληξε στην περιοχή των εκβολών του Αχελώου. Εκεί ο θεός Αχελώος, τον εξάγνισε, ξανά, για το έγκλημα και του έδωσε για γυ- ναίκα του την κόρη του Νύμφη Καλλιρρόη. Η Καλλιρρόη θέλησε, από γυναικεία φιλαρέσκεια, να αποκτήσει το πέπλο και το περιδέραιο της Αρμονίας που είχαν χρησιμοποιηθεί για την δωροδοκία της Εριφύλης. Όμως, αυτά που ζητούσε η νέα του σύζυγος, ο Αλκμαίωνας τα είχε χαρίσει στην πρώτη του γυναίκα την Αρσινόη. Έτσι αποφάσισε να γυρίσει στην Ψωφίδα και να τα πάρει. Με την δικαιολογία πως τα ήθελε δήθεν για να τα εξαγνίσει τα πήρε από τον Φηγέα. Οι δύο γιοι του Φηγέα όμως, οι Πρόνοος και Αγήνωρ2, ανακάλυψαν την αλήθεια και σκότωσαν τον Αλκμαίωνα. Ο Παυσανίας αναφέρει πως ο τάφος του Αλκμαίωνα βρίσκόταν στην Ψωφίδα. Πάνω στον τάφο αυτό ήταν φυτεμένα κυπαρίσσια, τα οποία θεωρούνταν ιερά για τους κατοίκους και δεν επιτρεπόταν σε κανέναν να τα κόψει, 
ΑΛΚΜΑΙΩΝ ΚΑΙ ΜΑΝΤΩ: Την διάρκεια της περιόδου που τον είχε κυριεύσει η τρέλα εξαιτίας της καταδιώξής του από τις Ερινύες, ο Αλκμαίων είχε αποκτήσει δύο παιδιά με την Μαντώ, κόρη του μάντη Τειρεσία, τον Αμφίλοχο και την Τισιφόνη. Ο Αλκμαίων, ψάχνοντας ακόμη για τον εξα- γνισμό και τη λύτρωσή του από τις τύψεις για το φόνο της μητέρας του, εμπιστεύτηκε τα παιδιά του στον Κρέοντα, που τότε ήταν βασιλιάς της Κορίνθου για να τα μεγαλώσει. Όταν η κόρη του Αλκμαίωνα, Τισιφόνη, μεγάλωσε, ήταν τόσο όμορφη που έκανε την γυναίκα του Κρέοντα να ζηλέψει. Φοβούμενη μήπως την ερωτευτεί ο άντρας της την πούλησε για σκλάβα. Ο αγοραστής της όμως έτυχε να είναι ο ίδιος ο Αλκμαίων. Ο Αλκμαίων ανακάλυψε τι είχε συμβεί όταν επέστρεψε στην Κόρινθο για να πάρει τα παιδιά του. Η ιστορία αυτή ήταν θέμα μίας τραγωδίας του Ευρυπίδη, με τίτλο “Αλκμαίων ο διά Κορίνθου”, η οποία δεν διασώζεται. Ο Αλκμαίων, στην συνέχεια, μαζί με τον γιο του Αμφίλοχο πήγε στην Ακαρνανία όπου για χάρη του βασιλιά της Αιτωλίας Οινέα, νίκησε τους γειτονικούς Ακαρνάνες. Ο γιος του Αμφίλοχος ίδρυσε μία πόλη στην περιοχή που ονομάστηκε Αμφιλοχικό Άργος [Στράβων].

 * Ο Κωνσταντίνος Αθ. Οικονόμου, είναι δάσκαλος στο 32ο Δ. Σχ. Λάρισας, συγγραφέας.

Βιβλιογραφία: Απολλόδωρος, Βιβλιοθήκη γ’7 [2-7]. 
Θουκιδίδης Ιστορία 2, 101-102.
 Παυσανίας, Αρκαδικά 24, 8. 
Στράβων, Γεωγραφικά. 
1. Ο Παυσανίας την ονομάζει Αλφεσίβοια.
 2. Ο Παυσανίας, και στην περίπτωση αυτή, δίνει διαφορετικά ονόματα των δύο αδελφών [Τήμενος ο Αφίων].

ελευθερία λάρισας.

Δευτέρα 12 Οκτωβρίου 2015


ΤΟ ΘΕΣΣΑΛΙΚΟ ΠΟΤΑΜΙ ΜΕ ΤΟ ΠΑΛΑΙΟ ΟΝΟΜΑ «ΡΕΕΙ» ΣΤΙΣ ΣΕΛΙΔΕΣ ΤΟΥ «Θ.Η.»

Πηνειός ο αρχαίος...

 Του Αποστόλη Ζώη 
 

«Ο Πηνειός, κυρίως στην περιοχή της Λάρισας, είναι γνωστός για τον πλούο των ψαριών του. Τα καλύτερα ψάρια του είναι οι κυπρίνοι και οι λούτσοι, τα οποία ο Lucas αναφέρει ως τα πιο γευστικά, καθώς και ρίνες, χέλια και hancen. Τα τελευταία, τα οποία οι Έλληνες ονομάζουν γουλιανούς, βρίσκονται σε μεγάλο μέγεθος και λόγω του νόστιμου κρέατός τους τα προτιμούν πολύ οι κάτοικοι». Πρόκειται για τμήμα της περιγραφής της θεσσαλικής πεδιάδας από τον Γερμανό ιστορικό και γεωγράφο Georg Ludwig Kriegk, η οποία περιλαμβάνεται στο έργο του Ueber die thessalische Ebene (Frankfurt 185). Το έργο αυτό, σε μετάφραση του Γιώργου Παπασωτηρίου, δημοσιεύεται σε συνέχειες από τον 62ο τόμο του «Θεσσαλικού Ημερολογίου». Η αναφορά στον Πηνειό είναι από τη συνέχεια του 68ου τόμου. Πηνειός, σύμφωνα με τον Kriegk, είναι το αρχαίο όνομα του βασικού ποταμού της θεσσαλικής πεδιάδας. Το όνομα αυτό είναι αρχαιότατο, καθώς αναφέρεται στον Όμηρο και στην ελληνική μυθολογία. Το όνομα αυτό έφερε ο ποταμός συνεχώς μέχρι τον Μεσαίωνα. Ο τελευταίος συγγραφέας που τον αναφέρει με αυτό το όνομα είναι ο Προκόπιος. Ένας τύπος ως επίθετο αυτού του ονόματος δεν απαντάται στους Έλληνες συγγραφείς. Στους λατίνους συγγραφείς, όμως, όπως ο ίδιος συνεχίζει, εμφανίζονται οι εξής τύποι: Peneius, Peneis και Penens. ‘Αλλο όνομα δεν είχε ο Πηνειός στην Αρχαιότητα. Υπήρχε ακόμα ένα όνομα, το οποίο όμως, όπως αναφέρει ο Στράβωνας, δεν το χρησιμοποιούσε ο λαός και ήταν ένα απλό εφεύρημα δύο Θεσσαλών. Εκτός από τον Στράβωνα, στον οποίο παραπέμπουν ο Στέφανος Βυζάντιος και ο Ευστάθιος της Θεσσαλονίκης, δεν το αναφέρει κανένας άλλος. Ο Στράβωνας, περιγράφοντας την Αρμενία, σημειώνει ότι η χώρα αυτή, κατά τη γνώμη των δύο Θεσσαλών Κυρσίλου και Μηδίου που είχαν υπηρετήσει υπό τον Μ. Αλέξανδρο στην Ασία, οφείλει το όνομά της στον συμπατριώτη τους ‘Αρμενο, έναν από τους Αργοναύτες, και επίσης ότι ο ρέων στην Αρμενία ποταμός Αράξης ονομάσθηκε έτσι αρχικά από τον ‘Αρμενο και μάλιστα λόγω της ομοιότητας του με τον Πηνειό, ο οποίος είχε επίσης και το όνομα Αράξης επειδή διερχόταν (διά το άπαράξαι) ανάμεσα στην Όσσα και στον Όλυμπο. Ο Πηνειός, συνεχίζει ο συγγραφέας, δεν διατήρησε το αρχαίο όνομά του μετά την πρώτη περίοδο του Μεσαίωνα και ακολούθησε και αυτός τη μοίρα των ελληνικών ποταμών που έχασαν, όλοι σχεδόν, το αρχαίο όνομά τους. Στον ιστορικό συγγραφέα της βυζαντινής εποχής Νικήτα Χωνιάτη (803), μάλιστα, ο Πηνειός διατηρεί ακόμα το όνομά του,προφανώς επειδή αυτός είχε στη μνήμη του, από διαβάσματά του, το όνομα αυτό όπως και το όνομα Οίτη και μερικά άλλα, και όχι ασφαλώς επειδή τα ονόματα αυτά χρησιμοποιούνταν στην εποχή του. Στον Μεσαίωνα και στη νεότερη εποχή ο Πηνειός λεγόταν Σαλαμπριά. Το όνομα αυτό αναφέρεται για πρώτη φορά από την ‘Αννα Κομνηνή. Ο ποταμός αναφέρεται, επίσης, με τους τύπους: Σαλεμβρία, Σαλέμβρα, Σαλυμπρία, Σελυμβρία. Ο Πηνειός ονομάζεται, συνεχίζει, επίσης και μάλιστα όχι σπάνια όπως φαίνεται, ποταμός της Λάρισας. Το τουρκικό όνομά του είναι Κιοστούμ ή Κιοστέμ [από το Λυκοστόμιο]. Ο Haci Kalfa, o οποίος χρησιμοποιεί, συνήθως, το όνομα αυτό σε μία περιοχή, χρησιμοποιεί γι’ αυτόν το όνομα Scheftalunehr, δηλαδή ροδακινοποταμός. Ο Lucas, αναφερόμενος σ’ αυτόν, λέει για το τελευταίο τμήμα της διαδρομής του Πηνειού ότι λεγόταν Ababa [Μπαμπά, το όνομα του οικισμού Τέμπη] και σε έναν χάρτη του ‘Ατλαντα του ‘Αμστερνταμ (1642) ονομάζεται ποταμός Asababa.

ελευθερία λάρισας

Σάββατο 10 Οκτωβρίου 2015

ΕΛΛΗΝΩΝ  μύθοι
Από τον Κων/νο Οικονόμου*

Ετεοκλής - Πολυνείκης 
[Επτά επί Θήβας - Αντιγόνη]

 


ΟΙ ΔΙΑΔΟΧΟΙ ΤΟΥ ΘΗΒΑΪΚΟΥ ΘΡΟΝΟΥ: Μετά την παραίτηση από το θρόνο της Θήβας, ο Οιδίποδας παρέδωσε την πόλη στους δυο γιους του, Ετεοκλή και Πολυνείκη, που συμφώνησαν να παίρνουν το βασίλειο εναλλάξ κάθε χρόνο. Έπειτα ο Οιδίποδας κατέφυγε στον Κολωνό της Αθήνας. Τον πρώτο χρόνο, κατά τα συμφωνηθέντα, ανέλαβε την εξουσία ο Ετεοκλής. Μετά το πέρας της θ η τ ε ί α ς του, όμως, αρνήθηκε να παραδώσει το θρόνο στον Πολυνείκη. Ο Πολυνείκης, ο οποίος διέμενε στην αυλή του βασιλιά Άδρατου, οργισμένος από την άρνηση παράδοση ς του θρόνου, οργάνωσε συμμαχία βασιλέων από επτά συμμαχικές πόλεις [Επτά επί Θήβας] και επιτέθηκε με τους συμμάχους του στην πόλη των Θηβών. Όμως, και τα δυο αδέρφια σκοτώθηκαν σε μονομαχία, μπροστά στην έβδομη πύλη της πόλης, που έκρινε και τον πόλεμο. Αξίζει να αναφερθεί η ηρωική προσπάθεια της αδελφής τους, Αντιγόνης, που είχε επιστρέψει από την Αθήνα μετά το θάνατο του Οιδίποδα, να προλάβει τον αλληλοσκοτωμό των δύο αδελφών της. Η επικράτηση της Θήβας στον πόλεμο αυτό, ονομάστηκε Κάδμειος Νίκη. 
ΤΟ ΔΙΑΤΑΓΜΑ ΤΟΥ ΚΡΕΟΝΤΑ: Ο βασιλιάς Κρέων, θείος των δυο αδελφιών που ανέβηκε στο θρόνο μετά το θάνατο των Ετεοκλή και Πολυνείκη, διέταξε να παραμείνει άταφο το σώμα του δευτέρου, επειδή επιτέθηκε στην ίδια του την πατρίδα φέροντας μαζί του και άλλους εχθρούς της Θήβας. Με τον τρόπο αυτό ο Κρέων χαρακτήριζε τον Πολυνείκη προδότη της πατρίδας του. Η αδερφή του, όμως, η Αντι- γόνη, υπακούοντας περισσότερο στους θείους νόμους και όχι στους ανθρώπινους, παράκουσε τη διαταγή και έθαψε τη σορό του αδελφού της. Η ιστορία αυτή της Αντιγόνης παρουσιάζεται αριστοτεχνικά στην κορυφαία, ίσως, τραγωδία του Σοφοκλή, “Αντιγόνη”. 
ΤΟ ΤΕΛΟΣ ΤΗΣ ΑΝΤΙΓΟΝΗΣ: Η Αντιγόνη, όπως προαναφέρθηκε, σε αντίθεση με την Ισμήνη, αψήφησε τους νόμους του Κρέοντα και ενταφίασε τον νεκρό αδελφό της, σύμφωνα με την θέληση των θεών. Ένας φρουρός, όμως, αποκάλυψε το γεγονός και οδήγησε την Αντιγόνη στον Κρέοντα. Εκείνος, άκαμπτος, παρότι η γενναία Αντιγόνη υπήρξε μνηστή του γιου του, την τιμώρησε να φυλακιστεί σε σπήλαιο, χωρίς τροφή και νερό, μέχρι να πεθάνει. Ο αρραβωνιαστικός της Αί- μων, γιος του Κρέοντα, υπερασπίστηκε την Αντιγόνη, κατηγορώντας τον πατέρα του. Μετά από λίγο, ο Κρέων, αφού και ο μάντης Τειρεσίας τον προειδοποίησε πως κάτι κακό επρόκειτο να συμβεί εξαιτίας της αδιαλλαξίας του, μετανόησε. Μα ήταν πια πολύ αργά. Η Αντιγόνη είχε πια αυτοκτονήσει. Μαθαίνοντας το γεγονός ο αγαπημένος της Αίμονας, αυτοκτόνησε κι αυτός συμπαρασύροντας και τη μητέρα του Ευρυδίκη, που επίσης απαγχονίστηκε. Όμως, η τραγική σειρά του Θηβαϊκού Κύκλου δεν σταμάτησε εδώ. Συνεχίστηκε κι ολοκληρώθηκε με τον Αλκμαίονα, στον οποίο θα αναφερθούμε στο επόμενο άρθρο


konstantinosa.oikonomou@gmail.com 
www.scribd.com/oikonomoukon

ελευθερία λάρισας

Σάββατο 3 Οκτωβρίου 2015


ΕΛΛΗΝΩΝ μύθοι
Από τον Κων/νο Οικονόμου*

Ο Οιδίποδας [Θηβαϊκός Κύκλος]

Ο ΛΑΪΟΣ ΚΑΙ Η ΜΗΝΙΣ ΤΩΝ ΘΕΩΝ: Ο Οιδίποδας ή Οιδίπους, ήταν το πιο τραγικό πρόσωπο της αρχαίας ελληνικής μυθολογίας. Γονείς του ήταν ο βασιλιάς της Θήβας Λάιος και η Ιοκάστη. Πριν από τη γέννηση του Οιδίποδα, ο πατέρας του αποφάσισε να μάθει τι επρόκειτο να γίνει σχετικά με την απόκτηση διαδόχου, επειδή η γυναίκα του, Ιοκάστη, δεν είχε μείνει ως τότε έγγυος παρά τις πολύχρονες προσπάθειες. Η Πυθία των Δελφών του διεμήνυσε πως θα αποκτούσε σύντομα γιο και μάλιστα αυτός θα τον σκότωνε! Πρέπει να αναφέρουμε ότι σπάνια οι χρησμοί ήταν τόσο σαφείς όσο σ’ αυτήν την περίπτωση. Επίσης πρέπει να θυμίσουμε πως ο Λάιος είχε προκαλέσει την μήνιν των Θεών για την ανάρμοστη συμπεριφορά του προς το γιο του Πέλοπα, Χρύσιππο. Η αυτοκτονία του Χρυσίππου στη Θήβα, όπου τον είχε απαγάγει ο Λάιος, προκάλεσε την οργή του Πέλοπα, που καταράστηκε το Λάιο αν αποκτήσει ποτέ γιο, να πεθάνει από το χέρι του. 
ΣΤΑ ΚΟΡΙΝΘΙΑΚΑ ΑΝΑΚΤΟΡΑ: Ο Λάιος, παίρνοντας σοβαρά υπ’ όψιν του το χρησμό, μετά την γέννηση του γιου του, τον έδεσε τον από τα πόδια [εξ ου και το όνομα Οιδίπους> οίδημα=πρήξιμο+ πους=πόδι] και τον έδωσε σ’ έναν δούλο, τον οποίο διέταξε να τον αφήσει έκθετο στον Κιθαιρώνα. Έτσι, εναπόθεσε την τύχη του βρέφους στα χέρια των Θεών ή της Τύχης, όπως αναφωνεί ο ίδιος ο Οιδίπους στην ομώνυμη τραγωδία του Σοφοκλή. Ένας βοσκός, όμως, βρήκε το παιδί και το παρέδωσε στη γυναίκα του βασιλιά της Κορίνθου, Πόλυβου, τη Μερόπη [κατ’ άλλους το όνομά της ήταν Περίβοια]. Αυτοί μην έχοντας δικά τους τέκνα, τον δέχτηκαν σαν «θείο δώρο». Έτσι ο Οιδίποδας έζησε και μεγάλωσε σαν βασιλόπουλο και κληρονόμος του κορινθιακού θρόνου, στην πόλη Τεγέα.
 Η ΑΝΑΖΗΤΗΣΗ ΤΗΣ ΑΛΗΘΕΙΑΣ: Μια μέρα όμως κάποιος στην Κόρινθο τον απεκάλεσε με την, διαχρονικά προσβλητική, προσφώνηση «νόθε». Θέλοντας να μάθει το αληθές του λόγου, επειδή κανείς δεν του εξη- γούσε στο παλάτι το λόγο που αποκλήθηκε έτσι, κατευθύνθηκε στο Μαντείο των Δελφών. Εκεί η ιέρεια του Απόλλωνα, με ξεκάθαρο, και πάλι, χρησμό τον έδιωξε(!) από τον ιερό χώρο της, επειδή θα γινόταν «ομόκλινος του πατρός του», πατροκτόνος και αιμομίκτης. Ακόμη του τόνισε πως αυτός και τα παιδιά του θα ήταν αιτία πολλών δεινών. Τα λόγια αυτά έπεσαν σαν μαχαιριά στην ψυχή του Οιδίποδα. Έτσι, ξεχνώντας τους λόγους προσέλευσής του στην Πυθία, αποφάσισε να μην γυρίσει στην, θεωρούμενη κατ’ αυτόν, πατρίδα του, την Κόρινθο, για να μην προκαλέσει δεινά στους θετούς του γονείς, μιας κι εκείνος τους θεωρούσε ακόμη πραγματικούς γονείς.
 ΦΟΝΙΚΟ ΣΤΗ ΣΧΙΣΤΗ ΟΔΟ: Κατά την περιπλάνησή του στον ελλαδικό χώρο, κατευθύνθηκε προς τη Θήβα. Σ’ ένα σταυροδρόμι, λίγο πιο έξω από τις πύλες της πόλης, σ’ ένα τρίστρατο με το όνομα «Σχιστή οδός», συνάντησε μια άμαξα και ύστερα από έντονη λογομαχία σκότωσε τον κάτοχο της άμαξας και τους συνοδούς - δούλους του, εκτός από έναν. Όπως αποδείχθηκε αργότερα, με μαρτυρία του δούλου που σώθηκε, ο Οιδίποδας σκότωσε τον πατέρα του Λάιο, ο οποίος κατευθυνόταν προς την Πυθία για να μάθει τι απέγινε το παιδί του! 
Η ΣΦΙΓΓΑ ΚΑΙ Ο ΘΗΒΑΪΚΟΣ ΘΡΟΝΟΣ: Ο Οιδίποδας πλησιάζοντας στη Θήβα, συνάντησε το μυθικό τέρας που οναμαζόταν Σφίγγα. Η Σφίγγα, μια μάστιγα για τους Θηβαίους, σκότωνε κάθε διαβάτη που τη συναντούσε, επειδή δεν απαντούσε στο γρίφο της. Έτσι, η Σφίγγα έθεσε στον Οιδίποδα το ερώτημα: «Ποιο ον το πρωί στέκεται στα τέσσερα, το μεση- μέρι στα δύο και το βράδυ στα τρία». Τότε έλαβε από εκείνον την εξής απάντηση: «Ο Άνθρωπος είναι εκείνο τον ον, που το ξημέρωμα της ζωής του, ως βρέφος, κινείται στα τέσσερα, το βράδυ της ζωής του, στα γεράματα, στα τρία, με τη βοήθεια του μπαστουνιού, ενώ στο μεσοδιάστημα (μεσημέρι) της ζωής κινείται με σιγουριά στα δυο». Μετά την λύση του γρίφου η Σφίγγα έπεσε στον γκρεμό και σκοτώθηκε [άλλοι αρχαίοι συγγραφείς βεβαιώνουν ότι ο Οιδίποδας της επιτέθηκε όταν ήταν ξαφνιασμένη από τη λύση του γρίφου και τη σκότωσε]. Ο Οιδίποδας, μετά το κατόρθωμά του αυτό, αναγορεύτηκε βασιλιάς της Θήβας, από τον προσωρινό βασιλιά της πόλης Κρέοντα. Έτσι, όμως, συζεύχθηκε την Ιοκάστη, που ήταν αδελφή του Κρέοντα, αλλά, κι αυτό ήταν το πιο αλλόκοτο, που ήταν και χήρα του Λάιου και μητέρα του ίδιου του Οιδίποδα! 
ΤΑ ΠΑΙΔΙΑ ΤΟΥ, ΑΛΛΑ ΚΑΙ ΑΔΕΛΦΙΑ ΤΟΥ!: Με την Ιοκάστη απέκτησε τέσσερα παιδιά, δυο γιους, τον Πολυνείκη και τον Ετεοκλή και δυο κόρες, την Αντιγόνη και την Ισμήνη, που ήταν, βεβαίως, στην πραγματικότητα και αδέλφια του. Έτσι πραγματοποιήθηκαν στο ακέραιο οι χρησμοί που έδωσε η Πυθία στον Λάιο πρώτα και στον Οιδίποδα αργότερα. Υπάρχει άλλη μια μαρτυρία, κατά την οποία η Ιοκάστη έμαθε πως παντρεύτηκε τον γιο της και αυτοκτόνησε. [Βεβαίως την άποψη αυτή δεν την ενστερ- νίστηκαν όλοι οι αρχαίοι τραγικοί ποιητές]. Ο Οιδίποδας, κατά μια εκδοχή του μύθου, αργότερα ξαναπαντρεύτηκε και με τη νέα σύζυγό του, την Ευρυγανεία, απέκτησε τέσσερα παιδιά. Αξίζει να αναφέρουμε πως η αλή- θεια αποκαλύφθηκε εξαιτίας του λιμού που μάστιζε την Θήβα, για εφτά χρόνια (όσα και τα χρόνια εξουσίας του Οιδίποδα). Τότε, ένας χρησμός από τον μάντη Τειρεσία, υπέδειξε πως η αιτία του κακού είναι ο φονιάς του Λάιου. 
Η ΑΡΧΑΙΑ ΤΡΑΓΙΚΗ ΠΟΙΗΣΗ: Στην τραγωδία «Οιδίπους Τύραννος», εκτυλίσσεται η αποκάλυψη του φονιά, που είχε ως αποτέλεσμα την αυτοτύφλωση του Οιδίποδα και την αυτοκτονία της Ιοκάστης (κρεμάστηκε). Στην άλλη σχετική τραγωδία του Σοφοκλή, «Οιδίπους επί Κολωνώ», πληροφορούμαστε πως ο Οιδίποδας, περιπλανήθηκε στον ελλαδικό χώρο, με συνοδό την κόρη του Ισμήνη [κατ’ άλλους με την Αντιγόνη]. Κατέληξε στην Αθήνα, όπου ο βασιλιάς της, Θησέας, τον δέχτηκε και μεσολάβησε για τη συμφιλίωσή του με τους Θεούς. Ακολούθησε ο λυτρωτικός του θάνατος. Στην κορυφαία τραγωδία, «Αντιγόνη», μαθαίνουμε για την τύχη της ομώνυμης ηρωίδας, ενώ με την αισχύλεια τραγωδία «Επτά επί Θή- βας», μαθαίνουμε για την τύχη του Πολυνείκη, του Ετεοκλή και του Κρέοντα.
 * Ο Κωνσταντίνος Αθ. Οικονόμου, είναι δάσκαλος στο 32ο Δ. Σχ. Λάρισας, συγγραφέας

ελευθερία λάρισας