Τετάρτη 12 Απριλίου 2017

ΛΑΡΙΣΑ. Μια εικόνα, χίλιες λέξεις

Η οδός των Εξ


Η οδός των Εξ, όπως ονομαζόταν η σημερινή Κύπρου, στις αρχές της δεκαετίας του 1930. Ο φωτογράφος είναι άγνωστος. Από το αρχείο του Θανάση ΜπετχαβέΗ οδός των Εξ, όπως ονομαζόταν η σημερινή Κύπρου, στις αρχές της δεκαετίας του 1930. Ο φωτογράφος είναι άγνωστος. Από το αρχείο του Θανάση Μπετχαβέ
Η σημερινή φωτογραφία ουσιαστικά είναι ένας δρόμος, ένας ευθύς μεγάλος δρόμος της προπολεμικής Λάρισας, ο οποίος αποτυπώνει ουσιαστικά την κίνηση των ανθρώπων, γιατί τροχήλατα οχήματα δεν εντοπίζονται πουθενά σε ολόκληρο το μήκος του, εκτός από τα σταθμευμένα αμάξια, τα αγοραία της εποχής, στη δεξιά πλευρά της φωτογραφίας.
Ο δρόμος που απεικονίζεται είναι η οδός των Έξ (Έξη), η σημερινή οδός Κύπρου. Η λήψη έγινε από την διασταύρωση των οδών Ακροπόλεως (Παπαναστασίου) και των Έξ κάποια συννεφιασμένη ημέρα του χειμώνα, όπως συμπεραίνεται από τη βαριά ενδυμασία των ανθρώπων που διακρίνονται. Ο φωτογράφος μάς είναι άγνωστος. Χρονολογικά η φωτογράφιση τοποθετείται στις αρχές της δεκαετίας του 1930 και βασίζεται στη μορφή των κτισμάτων που διακρίνονται στην εικόνα.
Ο δρόμος αυτός της Λάρισας ήταν και παραμένει ένας από τους κεντρικότερους, αν όχι ο κεντρικότερος δρόμος της Λάρισας. Διατηρείται από τους χρόνους της τουρκοκρατίας, μόνο που την περίοδο εκείνη δεν ήταν ευθύς, αλλά ελικοειδής, όπως όλοι σχεδόν οι δρόμοι κατά την περίοδο της οθωμανικής κυριαρχίας, όπως παρατηρούμε σε χάρτες του 19ου αιώνα[1].Με το νέο ρυμοτομικό σχέδιο της Λάρισας, το οποίο εκπονήθηκε το 1882 και άρχισε σταδιακά να εφαρμόζεται, ο δρόμος αυτός απέκτησε την ευθύτητα που εμφανίζεται στη φωτογραφία. Εκτός από την μορφή του όμως, ο δρόμος αυτός άλλαξε και πολλές ονομασίες από τότε μέχρι σήμερα. Πριν την απελευθέρωση της Λάρισας ονομαζόταν Χατζή Χουσεΐν πασά. Τους πρώτους χρόνους μετά την απελευθέρωση τον συναντούμε στις εφημερίδες και στις συμβολαιογραφικές πράξεις ως οδό Ντάρκουλη ενώ το 1891 μετονομάσθηκε σε οδό Πριγκίπισσας Αλεξάνδρας. Η ονομασία αυτή διατηρήθηκε μέχρι το 1932 περίπου, όταν άλλαξε ονομασία τότε σε οδό των Έξ. Την χρονολογία αυτή ο πρωθυπουργός Ελευθέριος Βενιζέλος εξέφρασε την επιθυμία να αποκατασταθεί πανελλήνια η μνήμη των έξι προσωπικοτήτων (οι πέντε ήταν πολιτικοί και ο έκτος στρατιωτικός), οι οποίοι εκτελέσθηκαν το 1922 ως πρωταίτιοι της μικρασιατικής καταστροφής. Το Δημοτικό Συμβούλιο Λαρίσης με δήμαρχο τον Μιχαήλ Σάπκα ενέκρινε την πρωτοβουλία του Βενιζέλου και μετονόμασε τον κεντρικό αυτό δρόμο σε οδό των Έξ. Τελικά μετά τα γεγονότα της Κύπρου την δεκαετία 1950-1960 και την εξορία του αρχιεπισκόπου της Κύπρου Μακαρίου στις Σεϋχέλλες το 1956, απέκτησε την σημερινή της ονομασία, οδός Κύπρου.
Αναλύοντας τη σημερινή εικόνα και ξεκινώντας από αριστερά, διακρίνουμε ένα μικρό τμήμα του ξενοδοχείου «Το Στέμμα». Είχε κτισθεί επί δημαρχίας Διονυσίου Γαλάτη σε μια περιοχή όπου υπήρχαν από τους χρόνους της τουρκοκρατίας ερειπωμένες ιδιοκτησίες Οθωμανών, οι οποίες περιήλθαν στη δημοτική αρχή μετά την αποχώρησή τους από τη Λάρισα το 1881. Το ξενοδοχείο άρχισε να λειτουργεί από το 1887 ως δημοτική επιχείρηση, με ανεπτυγμένα 18 δωμάτια στον όροφο. Στο ισόγειο υπήρχαν δύο μεγάλες αίθουσες, η μία στέγαζε εστιατόριο και η άλλη καφενείο. Στη δεύτερη δημαρχία του Μιχαήλ Σάπκα (1925-1929) αγοράσθηκε από τους αδελφούς Πολύζου από το Συκούριο, οι οποίοι στη συνέχεια διαχειρίζονταν το ξενοδοχείο και τα καταστήματα μέχρι τον σεισμό του 1941.
Αμέσως μετά και πίσω από τα δένδρα του πεζοδρομίου κρύβεται το τοπικό υποκατάστημα της Λαϊκής Τράπεζας, το οποίο λειτούργησε στη θέση αυτή για πολλά χρόνια. Μεσολαβεί η οδός Φιλελλήνων και αμέσως μετά ακολουθεί το ομορφότερο κτίριο που υπήρχε προπολεμικά γύρω από την Κεντρική πλατεία (Θέμιδος τότε, Σάπκα σήμερα).Αρχές του 20ου αιώνα ισοπεδώθηκαν οι ποινικές φυλακές και ορισμένα καταστήματα του μουσουλμάνου μεγαλοκτηματία Χατζημέτου που υπήρχαν στην περιοχή αυτή και στη θέση τους κατασκευάσθηκε το 1905 διώροφη οικοδομή, η οποία εκμεταλλευόμενη τη γωνιακή της θέση κοσμήθηκε στη στέγη με έναν κομψό τρούλο. Στην εικόνα ο τρούλος δεν διακρίνεται ίσως γιατί το contrast της φωτογραφίας κατά την εμφάνιση δεν ήταν το σωστό. Το 1906 ο επιχειρηματίας Ιωάννης Ασλάνης ενοικίασε τον επάνω όροφο του κτιρίου, στον οποίο δημιούργησε τη περίφημη «Λέσχη Ασλάνη», ένα πολυτελέστατο κέντρο ψυχαγωγίας και αναψυχής που αναβάθμισε την κοινωνική ζωή της Λάρισας. Το 1919 στη θέση της Λέσχης στεγάσθηκε το ξενοδοχείο «Μεγάλη Βρετανία» με επιχειρηματίες τους αδελφούς Μίχου. Εν τω μεταξύ το 1923, μετά την μικρασιατική καταστροφή και τις ανταλλαγές των πληθυσμών, η ιδιοκτησία του κτιρίουπεριήλθε στο Δημόσιο και το 1935 σταμάτησε η λειτουργία του ξενοδοχείου και ο όροφος παραχωρήθηκε στον Στρατό για την στέγαση της Λέσχης Αξιωματικών Φρουράς Λαρίσης. Το ισόγειο του κτιρίου του Χατζημέτου όλο αυτό το διάστημα στέγαζε και από τις δύο πλευρές διάφορα κατά καιρούς καταστήματα.
Στη συνέχεια στην ίδια πλευρά ακολουθούν και άλλα κτίρια, τα οποία λόγω αποστάσεως, της παρουσίας κόσμου και των φυλλωμάτων των δένδρων, είναι δυσδιάκριτα.
Στο δεξιό μέρος της φωτογραφίας διακρίνεται μια σειρά αμαξών να είναι σταθμευμένες δίπλα από τον πεζοδρόμιο της Κεντρικής πλατείας. Ήταν τα ταξί της εποχής και ο χώρος αυτός ήταν η «πιάτσα» τους. Συνήθως οι αμαξάδες σύχναζαν στο απέναντι καφενείο «Εμπορικόν», το οποίο βρισκόταν αμέσως μετά το κτίριο του Χατζημέτου (Λέσχη Ασλάνη)και ήταν από τα παλαιότερα της πόλεως.
Αμέσως μετά, στη γωνία των οδών των Έξ και Μεγ. Αλεξάνδρου μόλις διακρίνεται ο επάνω όροφος ενός μεγάλου κτιρίου, ο οποίος στέγαζε το «Ξενοδοχείον Ύπνου Κεντρικόν» όπως ανέφερε η επιγραφή του. Το 1938 κατεδαφίσθηκε και στη θέση του κατασκευάσθηκε πάλι ξενοδοχείο με την ονομασία «Ολύμπιον».
 [1]. Βλέπε χάρτη του 1827 από τον μηχανικό Χαλήλ μπέη ο οποίος δημοσιεύθηκε το 1974 από τον Yusuf Halacoglu: Παλιούγκας Θεόδωρος, Η Λάρισα της περιόδου 1810-1881. Στοιχεία από τον Κώδικα του Ιερού Ναού του Αγίου Αχιλλίου. Πρακτικά Ημερίδας, Λάρισα (1994) σελ. 43. Επίσης χάρτη του 1880 ο οποίος δημοσιεύθηκε στο βιβλίο του Επαμεινώνδα Φαρμακίδη, Η Λάρισα. Από των μυθολογικών χρόνων μέχρι της προσαρτήσεως αυτής εις την Ελλάδα (1881), Βόλος (1926). Ο Φαρμακίδης σημειώνει στον χάρτη ότι παραχωρήθηκε «προθύμως παρά του Συμπολίτου μου κ. Ιωάννου Τσιμπούκη».
Του Νικ. Αθ. Παπαθεοδώρου
nikapap@hotmail.com

Τρίτη 11 Απριλίου 2017

Ιχνηλατώντας την παλιά Λάρισα

Το τέμπλο του ναού του Αγ. Αχιλλίου (1888)

Ο μητροπολιτικός ναός του Αγ. Αχιλλίου (βασιλική του Καλλιάρχη), με το παρακείμενο Επισκοπείο. Λεπτομέρεια φωτογραφίας από επιστολικό δελτάριο του Στέφ. Στουρνάρα αριθ. 9. Τελευταία δεκαετία του 19ου αιώνα.Ο μητροπολιτικός ναός του Αγ. Αχιλλίου (βασιλική του Καλλιάρχη), με το παρακείμενο Επισκοπείο. Λεπτομέρεια φωτογραφίας από επιστολικό δελτάριο του Στέφ. Στουρνάρα αριθ. 9. Τελευταία δεκαετία του 19ου αιώνα.
Μία αξιόπιστη πηγή πληροφοριών για την παλιά Λάρισα από την περίοδο της προσάρτησης και εντεύθεν αποτελούν οι πρώτες συμβολαιογραφικές πράξεις, οι οποίες ευτυχώς έχουν διασωθεί, και σήμερα βρίσκονται στα Γενικά Αρχεία του Κράτους του νομού μας και μάλιστα αρκετές ψηφιοποιημένες.
Η αξία τους αποκτά μεγαλύτερη σημασία και από το γεγονός ότι δεν έχει διασωθεί για διάφορους λόγους η πλήρης σειρά όλων των εφημερίδων οι οποίες εκδόθηκαν στην πόλη μας από το 1881 μέχρι τα πρώτα μεταπολεμικά χρόνια. Υπάρχουν ιστορικοί ερευνητές οι οποίοι αξιοποιούν καταλλήλως τον άγνωστο αυτό πλούτο. Παλαιότερα οι Σταύρος Γουλούλης, Θεόδωρος Παλιούγκας και Κώστας Θεοδωρόπουλος και τώρα τελευταία ο Αλέξανδρος Γρηγορίου έχουν εντοπίσει άγνωστες και ενδιαφέρουσες πληροφορίες, πολλές από τις οποίες διορθώνουν τα όσα μέχρι σήμερα γνωρίζαμε. Σ’ αυτό βοηθούσαν οι εκάστοτε διευθυντές των Γενικών Αρχείων,μεταξύ των οποίων και η Φανή Καραγιάννη η οποία προΐσταται σήμερα της Υπηρεσίας.
Στο σημερινό σημείωμα θα αναδιφήσουμε ένα συμφωνητικό του 1888, τα οποίον αφορά την κατασκευή του τέμπλου του μητροπολιτικού ναού του Αγ. Αχιλλίου, από αντίγραφο που προσέφερε ο φίλος καθηγητής Κώστας Θεοδωρόπουλος. Το συμφωνητικό αριθ.8626 του συμβολαιογράφου Παναγιώτη Σκαμβούγερα συντάχθηκε στις 4 Απριλίου 1888. Συμβαλλόμενοι ήταν αφ’ ενός τα μέλη του Εκκλησιαστικού Συμβουλίου του Ι. Ν. του Αγίου Αχιλλίου, όλοι ενορίτες του Τρανού Μαχαλά, αφ’ ετέρου ο ξυλογλύπτης Κωνσταντίνος Αναστασίου Ταλιαδόρος, κάτοικος Τουρνόβου Κονίτσης και ως εγγυητής ο εργολάβος Κωνσταντίνος Αθανασίου Οικονόμου, κάτοικος Αμπελώνα (Καζακλάρ). Στη συνέχεια θα παρατεθεί τμήμα του συμφωνητικού και θα σχολιασθεί καταλλήλως:
 «Εν Λαρίση και εν τω γραφείω μου κειμένω κάτωθι της οικίας του Μπεκιάρ Βέη Χατζη Χουσεΐν Πασσά, συνοικία Καζγανή[1], σήμερον την Tετάρτην του μηνός Απριλίου του χιλιοστού οκτακοσιοστού ογδοηκοστού ογδόου, ημέραν Δευτέραν Μ. Μ., ενώπιον εμού του Συμβολαιογράφου Λαρίσης Παναγιώτου Σκαμβούγερα, εδρεύοντος και κατοικούντος ενταύθα και των μαρτύρων Κωνσταντίνου Γεωργούση δικαστικού κλητήρος και Αθανασίου Παζάρα εμποροϋπαλλήλου κατοίκων Λαρίσης γνωστών μοι και μη εξαιρετέων, ενεφανίσθησαν οι γνωστοί μοι και μη εξαιρετέοι επίσης, αφ’ ενός Ιωάννης Ζήλος, κτηματίας, Γεώργιος Μακρής[2], βιβλιοπώλης, Γεώργιος Χατζή Μιχαήλ, έμπορος, Αστέριος Πάππα Ιωάννου, κτηματίας[3], Δημήτριος Γεωργίου, ράπτης[4]. και Κωνσταντίνος Αστεριάδης, κτηματίας[5], άπαντες κάτοικοι Λαρίσης, αποτελούντες το Εκκλησιαστικόν Συμβούλιον του ενταύθα Ιερού Ναού Άγιος Αχίλλειος, αφ’ ετέρου Κωνσταντίνος Αναστασίου Ταλιαδόρος, σκαλιστής[6] κάτοικος Τουρνόβου της επαρχίας Κονίτσης της Ηπείρου, υπήκοος Οθωμανός διαμένων ενταύθα και εκ τρίτου Κωνσταντίνος Αθανασίου Οικονόμου, εργολάβος, κάτοικος Καζακλάρ του Δήμου Τυρνάβου[7] και συνωμολόγησαν τα εξής. Οι μεν έξ πρώτοι των Συμβαλλομένων υπό την εκτεθείσαν ιδιότητά των, ότι χορηγούν εργολαβικώς προς τον δεύτερον την κατασκευήν του Τέμπλου του ενταύθα Ιερού Ναού Άγιος Αχίλλειος αντί δραχμών πέντε χιλιάδων (5.000) πληρωτέων εκ του εκκλησιαστικού Ταμείου του ειρημένου Ναού υπό τους εξής όρους.
 1). Ο εργολάβος θέλει κατεδαφίσει το ήδη υπάρχον Τέμπλον[8] και επ’ αυτού θέλει κατασκευάσει νέον συμφώνως με το σχέδιον αυτού του εργολάβου, υπογεγραμμένον παρά πάντων των Συμβαλλομένων, και το οποίον θα απαρτίζεται από δέκα εικονοστάσια πλάτους ογδοήκοντα πόντων εκάστου, δεκαπέντε κολώνας τριάκοντα πόντων εκάστη, η μεσαία θύρα θα είναι πλάτους ενός μέτρου και είκοσι εκατοστών, αι δε δύο θύραι αι ένθεν και ένθεν εις τα άκρα του Τέμπλου κατασκευασθησόμεναι, θα είναι εννενήκοντα πόντων εκάστη. Ύψος Τέμπλου. δέκα πέντε πόντους βάσεις τετραγώνους δέκα πέντε πόντων εκάστη, δέκα πέντε βάσεις στρογγύλους δώδεκα πόντων εκάστη, κολώνας στρογγύλους ύψους μέτρων δύο και είκοσιν εννέα εκατοστών, κιονόκρανα ύψους είκοσι πέντε εκατοστών, άμπελος μετά της κορνίζας πόντων τεσσαράκοντα πέντε ύψους καθ’ όλην την έκτασιν του Τέμπλου κατά πλάτος, δέκα πέντε βάσεις των εορτών το ύψος εκάστης πόντων δέκα, κολώνας των εορτών μέχρι γρυπίδος ενός μέτρου και είκοσι πέντε εκατοστών, η δε γρυπίς μετά των κορωνίδων τριάκοντα πέντε πόντων και εν γένει ως ερρέθη συμφώνως με το ειρημένον σχέδιον.
 2). Ο εργολάβος ποιήσεται έναρξιν της εργασίας άμα η παρούσα συμφωνία εγκριθή παρά του Δημοτικού Συμβουλίου του Δήμου Λαρίσης, της Βασιλικής Νομαρχίας Λαρίσης και θέλει περατώσει ταύτην εντός οκτώ μηνών από της ενάρξεως.
 3). Η εργασία γενήσεται σκαλιστή και υπό την επίβλεψιν ειδήμονος διορισθησομένου εκ μέρους της Εκκλησιαστικής Επιτροπής.
 4). Άπαν το υλικόν όπερ θα είναι από ξύλον φλαμούρι και λοιπά, έσεται εις βάρος του εργολάβου.
 5). Η Επιτροπή οφείλει να παραχωρήση προς τον εργολάβον έν δωμάτιον πλησίον της εκκλησίας ίνα κατοικήση δωρεάν μέχρι του πέρατος της εργασίας.
 6). Εάν η εργασία δεν γίνη συμφώνως με το σχέδιον και εντός της ταχθείσης προθεσμίας ο εργολάβος υπόκειται εις ποινικήν ρήτραν δραχ. δύο χιλιάδων (2.000).
 7). Η πληρωμή του τιμήματος της εργασίας γενήσεται ως εξής. Δραχμάςχιλίας θα λάβη ο εργολάβος μετά την έγκρισιν του παρόντος υπό τε του Συμβουλίου και της Νομαρχίας, δραχ. πεντακοσίας κατά τα τέλη Μαΐου ενεστώτος έτους και το υπόλοιπον εκ διαλειμμάτων κατά τριμηνίαν μέχρι του πέρατος της εργασίας αναλόγως, εις τρόπον ώστε μετά την εντελή κατασκευήν και παράδοσιν του Τέμπλου να μένη υπόλοιπον δραχμαί χίλιαι έως χίλιαι πεντακόσιαι, άς θέλει πληρωθή ο εργολάβος μετά τρεις μήνας από της περατώσεως και παραδόσεως της εργασίας, και…».
Σύμφωνα με τις διαστάσεις που αναφέρονται στο συμφωνητικό, το τέμπλο είχε πλάτος 16,25 μέτρα, προφανώς όσο και η κατά πλάτος έκταση της Βασιλικής του Καλλιάρχη, το δε ύψος του ανερχόταν σε 4,96 μέτρα, χωρίς να γίνεται μνεία για την κατασκευή σταυρού και λυπηρών. Ο Γιώργος Γουργιώτης γράφει για το τέμπλο αυτό: «Το τέμπλο του ναού, ξυλόγλυπτο παραδοσιακής τεχνοτροπίας, ήταν σκαλισμένο από αρίστους τουρνοβίτες ταλιαδόρους … Η τύχη του τέμπλου αυτού υπήρξε απαράδεκτα οικτρή. Κατά την ανέγερσιν στις αρχές του αιώνα μας του βυζαντινίζοντος ναού ο οποίος αντικατέστησε την βασιλική του Καλλιάρχου, νέες αισθητικές αντιλήψεις επικράτησαν στην εκκλησιαστική αρχιτεκτονική … Το τέμπλο της τουρκοκρατίας[9] θεωρήθηκε απαράδεκτο σύμφωνα με τα νέα αισθητικά ιδεώδη και «πετάχθηκε» σαν κάτι το μηδαμινό και άχρηστο. Έτσι ένας ανεκτίμητος θησαυρός απωλέσθη»[10].
-----------------------------------------------
 [1]. Η συνοικία αυτή δεν είναι σήμερα σαφώς οριοθετημένη. Πάντως βρισκόταν στο δυτικό τμήμα της Λάρισας, κοντά στον Παράσχου μαχαλά, την σημερινή συνοικία Αγ. Νικολάου.
 [2]. Ήταν ο πατέρας του δημοσιογράφου και διευθυντού της εφημερίδας «Μικρά» Θρασύβουλου Μακρή.
 [3]. Αναφέρεται και στον Κώδικα αρ. 15 του Αγ. Αχιλλίου κατά τις χρονολογίες 1864-1870 και 1880.
 [4].Αναφέρεται και στον Κώδικα αρ. 15 του Αγ. Αχιλλίου κατά τις χρονολογίες 1845 και 1869-1870.
 [5]. Αναφέρεται και στον Κώδικα αρ. 15 του Αγ. Αχιλλίου κατά τις χρονολογίες 1845-1858. Ήταν επίτροπος του ναού και το 1858. Βλέπε: Παπαθεοδώρου Νικόλαος, Αργυρός δίσκος του 1858 στο ναό του Αγίου Αχιλλίου, εφ. «Ελευθερία» φύλλο της 7ης Μαΐου 2014.
 [6]. Ο Κωνσταντίνος Αναστασίου Ταλιαδόρος, ήταν ξυλογλύπτης και κατά τη λόγια γλώσσα της εποχής σκαλιστής. Αλλά και το επίθετό του Ταλιαδόρος σημαίνει στη γλώσσα των μαστόρων ξυλογλύπτης. Τα επώνυμο λοιπόν προέρχεται από την επαγγελματική του ιδιότητα, όπως ήταν πολύ συνηθισμένο τότε.
 [7]. Ένας από τα τρία αδέλφια Οικονόμου από τον Αμπελώνα, οι οποίοι ήταν και οι τρεις εμπειρικοί εργολάβοι, και κατασκευαστές και ιδιοκτήτες του αρχοντικού Οικονόμου–Φαληρέα, το οποίο διατηρείται μέχρι σήμερα στην οδό Μανωλάκη 11.Βλέπε: Γουργιώτη Λένα, Οικία Οικονόμου-Φαληρέα, ένα διατηρητέο νεοκλασικό στη Λάρισα, Πρακτικά επιστημονικής συνάντησης «Ο Νεοκλασικισμός στη Θεσσαλία», Λάρισα (2005), σελ. 90.
 [8]. Η λέξη «κατεδαφίσει» προφανώς υπονοεί ότι το προϋπάρχον τέμπλο ήταν κτιστό, πιθανόν από την κατασκευή του το 1794.
 [9]. Το τέμπλο δεν ήταν από την εποχή της τουρκοκρατίας, αλλά από το 1888, δηλαδή όταν ξηλώθηκε ήταν σχετικά νέο, αφού είναι γνωστό ότι τα εγκαίνια του νέου αναγεννησιακού ρυθμού ναού του Αγ. Αχιλλίου έγιναν στις 25 Σεπτεμβρίου του 1907.
 [10]. Βλέπε: Γουργιώτης Γεώργιος, Σχεδίασμα Μεταβυζαντινής–Νεοελληνικής ιστορίας του Ναού Αγίου Αχιλλίου Λαρίσης. Ιστορική διαδρομή, Λάρισα (1986) σελ. 7-8.

Του Νικ. Αθ. Παπαθεοδώρου
nikapap@hotmail.com