Σάββατο 19 Σεπτεμβρίου 2015

ΕΛΛΗΝΩΝ μύθοι
Από τον Κων/νο Οικονόμου*

Κάδμος, Λάβδακος και Λάιος [Θηβαϊκός Κύκλος]

(Κάδμος και Δράκων, πίνακας του Francesco Zuccarelli)

Α’ Ο ΚΑΔΜΟΣ ΚΑΙ Η ΙΔΡΥΣΗ ΤΗΣ ΘΗΒΑΣ: Ο Κάδμος ήταν γιος του Αγήνορα και της Τηλέφασσας, βασιλέων της μυθικής Φοινίκης. Είχε αδέλφια τον Φοίνικα, τον Κίλικα και την Ευρώπη. Είναι προφανές, ακόμη και από την αναφορά των ονομάτων, ότι η οικογένεια του Αγήνορα συμβολίζει, μυθολογικά, την προέλευ- ση κάποιων ινδοευρωπαϊκών φύλων [Φοίνικες, Κίλικες] που εγκαταστάθηκαν στη Δύση, στο τέλος της δεύτερης π.Χ. χιλιετίας. Όταν, κατά το μύθο, ο Δίας απήγαγε την Ευρώπη, ο Κάδμος έψαξε για την αδερφή του, αλλά το Μαντείο των Δελφών, τον απέτρεψε από το να συνεχίσει τις έρευνες. Μάλιστα, η Πυθία του συνέστησε να ακολουθήσει μια αγελάδα κι όπου εκείνη σταματούσε, εκείνος να ίδρυε μια νέα πόλη. Στην περιοχή που σταμάτησε η αγελάδα, στη Νότια Βοιωτία, ο Κάδμος τη θυσίασε στους θεούς. Έπειτα αναζήτησε πηγή για να πλυθεί και να κάνει σπονδές. Στην πηγή Δίρκη, που κατέφυγε, συνάντησε έναν δράκοντα που φύλαγε την κρήνη. Ο Κάδμος εύκολα τον σκότωσε. Ο δράκοντας όμως αυτός ήταν γιος του Άρη και μιας Ναϊάδας Νύμφης, της Τέλφουσας. Ο Άρης, λοιπόν, τον τιμώρησε υποχρεώνοντάς τον να τον υπηρετήσει ως δούλος για ένα χρόνο. Σύμφωνα με άλλη παραλλαγή του μύθου, με εντολή του Άρη [ή με συμβουλή της Αθηνάς], ο Κάδμος έσπειρε τα μισά δόντια του δράκου σε οργωμένο χωράφι και από τη γη φύτρωσαν άγριοι πολεμιστές που ονομάστηκαν Σπαρτοί. Με ένα έξυπνο σχέδιο του Κάδμου αυτοί αλληλοεξοντώθηκαν και επέζησαν μόνο πέντε, που αποτέλεσαν τους πρώτους πολίτες της Θήβας. Ο πιο γνωστός απ' αυτούς υπήρξε ο Εχίων που ήταν και πατέρας της Ιοκάστης, συζύγου του βασιλιά Λάιου. Στη συνέχεια, ίδρυσε τη Θήβα και με τους πέντε Σπαρτούς έκτισε τα τείχη της πόλης. Αξίζει να αναφερθεί ότι στον Κάδμο αποδίδεται και η διάδοση της ελληνικής γλώσσας [φοινικικό αλφάβητο]. Ως ανταμοιβή για τα κατορθώματά του και την ευφυία του, ο Άρης του έδωσε για σύζυγό του μια κόρη του, την πανέμορφη Αρμονία. Ο Κάδμος, τη μέρα του γάμου, δώρισε στη σύζυγό του ένα πέπλο φτιαγμένο από την ίδια την Αθηνά κι ένα περίφημο περιδέραιο, που έμεινε γνωστό στην ιστορία ως “περιδέραιο της Αρμονίας”, αριστουργηματικό έργο του θεού Ηφαίστου. Ο Κάδμος στα γεράματα έπεσε στη δυσμένεια των θεών και, αφού άφησε τον θρόνο της πόλης στον Πενθέα, αναχώρησε για τη Βόρεια Ήπειρο, όπου ίδρυσε την πόλη Φοινίκη1. Ο διάδοχος του Κάδμου στο θηβαϊκό θρόνο, Πενθέας, υπήρξε ασεβής προς το Διόνυσο και ο θεός τον τιμώρησε2. Τον θρόνο στη συνέχεια ανέλαβε ο γιος του Κάδμου και της Αρμονίας, Πολύδωρος. Όταν πέθανε ο Πολύδωρος, ο γιος του ο Λάβδακος ήταν ακόμα ανήλικος. Ο πατέρας του είχε ήδη ορίσει επίτροπο τον Νυκτέα. Ο Νυκτέας όμως αυτοκτόνησε και την θέση του πήρε ο αδερφός του Λύκος. Ο Λύκος παρέδωσε την εξουσία στον νεαρό Λάβδακο όταν ενηλικιώθηκε. 
B’ Ο ΛΑΒΔΑΚΟΣ: Ο Λάβδακος, όπως προαναφέρθηκε, ήταν γιος του Πολύδωρου και εγγονός του Κάδμου. Μητέρα του ήταν η Νυκτηίδα, συγγενής με τη Νύκτα. Η λέξη Λάβδακος σημαίνει χωλός (ή αδέξιος ηγεμών). Υπήρξε ιδρυτής της [καταραμένης] γενιάς των Λαβδακιδών. Ήταν πατέρας του Λάιου και παππούς του Οιδίποδα. Μετά το πρώτο έτος της γέννησης του γιου του, σκοτώθηκε σε μάχη από το βασιλιά της Αθήνας, Πανδίονα. Τον Λάβδακο, προηγουμένως, είχε καταραστεί ο Πέλοπας, βασιλιάς της Κορίνθου, μετά την αυτοκτονία του γιου του Χρύσιπου, τον οποίον είχε ατιμάσει ο ίδιος ο Λάβδακος. Η κατάρα των Λαβδακιδών, που θα αρχίσει από την περιπέτεια του Οιδίποδα, ολοκληρώνεται με την Αντιγόνη. 
Γ’ Ο ΒΑΣΙΛΙΑΣ ΛΑΪΟΣ: Κατά τον πρώτο χρόνο της ζωής του, ο πατέρας του Λάιου πεθαίνει. Τη θέση στον θρόνο παίρνει ο Λύκος, ο οποίος έστειλε τον Λάιο στην Πελοπόννησο, όπου και φιλοξενήθηκε από τον βασιλιά της Ηλείας, Πέλοπα. Ο Πέλοπας, αργότερα εξεστράτευσε ανεπιτυχώς κατά των Θηβών, για να εκδικηθεί την αυτοκτονία του γιού του, Χρύσιππου, που είχε απαγάγει ο Λάβδακος για να τον κακοποιήσει. Μάλιστα, στεναχωρημένος και οργισμένος για τον άδικο χαμό του γιου του, καταράστηκε τον Λάιο να μην αποκτήσει ποτέ παιδιά, αλλά αν τυχόν αποκτήσει, να πεθάνει από το χέρι του γιου του! Η ευχή του εισακούστηκε από τους θεούς, κυρίως απ’ τη θεά Ήρα, επειδή η ενέργεια του Θηβαίου βασιλιά αποτέλεσε ύβρη για τους Νόμους. Ο Λάιος αργότερα νυμφεύτηκε την κόρη του Εχίονα [κατ' άλλους του Μενοικέα], Ιοκάστη. Αρκετά χρόνια μετά, μη έχοντας αποκτήσει παιδιά, αποφάσισε να μάθει από τους Δελφούς αν θα αποκτήσει κάποτε διάδοχο. Η Πυθία, επιβεβαίωσε την κατάρα του Πέλοπα, λέγοντάς του πως, αν γεννήσει γιο, θα πεθάνει από τα χέρια του. Έτσι μετά από αυτό ο Λάιος απέφευγε την επαφή με την γυναίκα του, αποκρύπτοντάς της τον χρησμό. Η Ιοκάστη όμως μια νύχτα τον μέθυσε και έτσι απέκτησε τον Οιδίποδα. Μόλις γεννήθηκε ο Οιδίπους, ο Λάιος έδωσε εντολή να τρυπήσουν τα πόδια του βρέφους [εξαιτίας του οιδήματος στα πόδια του το βρέφος ονομάστηκε Οιδίπους, δηλαδή αυτός που έχει οίδημα (πρήξιμο) στα πόδια], να τα δέσουν και να παραδώσουν τον μικρό σε έναν δούλο με την εντολή να το εγκαταλείψει στο βουνό Κιθαιρώνα, στο έλεος των Θεών, πράγμα που τελικά έγινε. Όταν, μετά από χρόνια, αποφάσισε να μάθει την τύχη του παιδιού του, κατευθύνθηκε προς τους Δελφούς. Στην πορεία του προς το μαντείο συνάντησε σε ένα τρίστρατο [Σχιστή Οδός], τον Οιδίποδα. Αγνοώντας ο ένας την αληθινή ταυτότητα του άλλου, συγκρούστηκαν, στην αρχή λεκτικά, και έπειτα με τα όπλα. Ο Οιδίποδας σκότωσε στη μάχη τον πατέρα του και τους συνοδούς του, εκτός από έναν. Ο διασωθείς δούλος, επέστρεψε και ανέφερε τα καθέκαστα στην Ιοκάστη. Konstantinosa.oikonomou@gmail.com www.scribd.com/oikonomoukon 
1. Ένας από τους απογόνους του, ο Ιλλυριός, έγινε ο γενάρχης του έθνους των Ιλλυριών, τους οποίους οι σημερινοί Αλβανοί θεωρούν προγόνους τους.
 2. Δες σχετικά την τραγωδία του Ευριπίδη, Βάκχαι. 
* Ο Κωνσταντίνος Αθ. Οικονόμου, είναι δάσκαλος στο 32ο Δ. Σχ. Λάρισας, συγγραφέας

ελευθερία λάρισας.

Κυριακή 13 Σεπτεμβρίου 2015



ΛΑΡΙΣΑ - Μια εικόνα χίλιες λέξεις...


Ο Λόφος του Φρουρίου( η εικόνα δεν συνάδει με την περιγραφή)

Είναι χαρακτηριστικό ότι στις παλιές απεικο- νίσεις της Λάρισας, η περιοχή που προτιμούσαν να αποτυπώσουν αρχικά οι ζωγράφοι και αργότερα οι φωτογράφοι ήταν η περιοχή του λόφου της Ακροπόλεως ή του Φρουρίου όπως επικράτησε να ονομάζεται σήμερα, με την όμορφη λίθινη γέφυρα του Πηνειού και το τζαμί του Χασάν μπέη. Αυτές τις τρείς αντιπροσωπευτικές περιοχές της πόλεως, οι οποίες βρίσκονταν κοντά η μία με την άλλη, ήταν εκείνες που εντυπω- σίαζαν τους επισκέπτες και έδιναν κάποια ομορφιά στην τουρκοκρατούμενη Λάρισα. Αντίθετα, το εσωτερικό της πόλεως δεν παρουσίαζε ιδιαίτερη αισθητική αξία. Ό,τι είχε να επιδείξει η πόλη ήταν πολλά ισόγεια σπίτια κατασκευασμένα με πλιθιά και ξύλινους δοκούς, ορισμένα διώρο- φα κονάκια μπέηδων κτισμένα με την παλιά πα- ραδοσιακή αρχιτεκτονική και στενά και ακάθαρτα σοκάκια που ακολουθούσαν την δαιδαλώδη οθωμανική ρυμοτομία, στρωμένα τα κεντρικότερα με λιθόστρωτο (καλντερίμι). Έτσι και η σημερινή φωτογραφία απεικονίζει τα τρία αυτά χαρακτηριστικά σημεία της Λάρι- σας. Ο φωτογράφος και η χρονολογία λήψεως της φωτογραφίας μας είναι άγνωστα. Από τα απεικονιζόμενα όμως κτίσματα μπορούμε με σχετική ακρίβεια να προσεγγίσουμε την χρονο- λογία της. Ο προσανατολισμός είναι εύκολος. Ο φωτογράφος στάθηκε στην αριστερή όχθη του Πηνειού, κοντά στο σημερινό στάδιο Αλκαζάρ και από το σημείο αυτό κατέγραψε την βορειοδυτική πλευρά της πόλεως. Το ιδιαίτερο όμως της φωτογραφίας που την κάνει να θεωρείται σπάνια είναι το γεγονός ότι ο ναός του Αγίου Αχιλλίου βρίσκεται σε μια μεταβατική φάση ανακατασκευής. Συγκεκριμένα, ενώ ο κυρίως ναός εξακολουθεί να είναι η ξυλόστεγη τρίκλιτη βασιλική του Καλλιάρχη που είχε κτισθεί το 1794, στη δυτική πλευρά του έχουν κτι- σθεί δύο ψηλά τετραώροφα κωδωνοστάσια (καμπαναριά), τα οποία συναγωνίζονται σε ύψος το ρολόι με τον κωνικό πυργίσκο, ο οποίος διακρίνεται στην αριστερή άκρη καθώς κοιτάμε τη φωτογραφία. Είναι γνωστό ότι με την απελευθέρωση της Θεσσαλίας καταβλήθηκε προσπάθεια να εξωραϊσθεί ο ναός, όχι μόνο γιατί ήταν αφιερωμένος στον πολιούχο της Λάρισας, αλλά και γιατί ήταν ο μητροπολιτικός ναός της πόλεως, στον οποίο γίνονταν όλες οι εορταστικές εκδηλώσεις (δοξολογίες, Θεοφάνεια, Πάσχα, κλπ). Όμως λόγω της παλαιότητας του ναού, το εκκλησιαστικό συμβούλιο είχε αρχίσει από πολύ νωρίς την αισθητική αναβάθμισή του. Σαν πρώτο βήμα προτάθηκε το 1896 να οικοδομηθεί, σε επα- φή με τη δυτική πλευρά της βασιλικής, ένα σύμπλεγμα αψιδωτού πρόπυλου σε ρυθμό νεοκλασικό, με δύο ψηλά καμπαναριά στις δύο πλευρές του[1]. Αρχές του 1900 η νέα αυτή προσθήκη ήταν έτοιμη και σ’ αυτή τη φάση έγινε η λήψη της φωτογραφίας που παρουσιάζουμε. Περισσότερες λεπτομέρειες της νέας προσθήκης μπορούμε να αποκτήσουμε από το επιστολικό δελτάριο της Ελληνικής Ταχυδρομικής Υπηρεσίας αριθ. 244, το οποίο κυκλοφόρησε το 1903 με τον υπότιτλο: «ΛΑΡΙΣΣΑ. Η Μητρόπολις». Το 1904 ισοπεδώθηκε η παλιά βασιλική και στη θέση της ανοικοδομήθηκε νέος ναός σε ρυθμό σταυροειδή με τρούλο, ο οποίος εγκαινιάσθηκε το 1907. Βόρεια του ναού και πίσω από το βό- ρειο καμπαναριό διατηρείται ακόμη το κτίριο του επισκοπείου, το οποίο βρισκόταν σε επαφή με τον ναό. Από τα υπόλοιπα κτίσματα που διαγράφονται στη φωτογραφία θα εστιάσουμε την προσοχή μας αρχίζοντας από αριστερά πρώτα το ρολόι της πόλεως που αναφέραμε. Πιο κάτω διακρί- νεται με δυσκολία το υπερώο της κατοικίας που έκτισε ο μητροπολίτης Νεόφυτος το 1886. Πίσω από το ιερό της εκκλησίας υπάρχουν διάφορα ισόγεια βοηθητικά κτίσματα του ναού και πάνω από τη στέγη της βασιλικής του Αγίου Αχιλλίου εξέχει ο επάνω όροφος και το υπερώο του τριώ- ροφου αρχοντικού του γαιοκτήμονα Ιωάννη Βελ- λίδη, το οποίο κτίσθηκε γύρω στα 1884. Πιο κά- τω δεσπόζει το μεγαλοπρεπέστατο τζαμί του Χασάν μπέη με τον μιναρέ του, το οποίο θεω- ρούνταν ένα από τα λαμπρότερα μουσουλμα- νικά τεμένη του ελληνικού χώρου. Το 1908 η Οθωμανική κοινότητα της Λάρισας στην οποία ανήκε το τζαμί, το ισοπέδωσε λόγω παλαιότητας και παρά τις διαμαρτυρίες του Τύπου και του λαρισαϊκού λαού, πώλησε τα οικοδομικά υλικά της κατεδαφίσεως στον ασβεστοποιό Κοσμά Πέτρου. Λόγω επαγγέλματος του τελευταίου κα- ταλαβαίνει κανείς την τύχη τους[2]. Κάτω από το τζαμί διακρίνεται μέρος και συγ- κεκριμένα τα τρία πρώτα από τα εννέα τόξα, της παλιάς πέτρινης γέφυρας, η οποία συνέδεε τις όχθες του Σαλαμπριά όπως ήταν η μεσαιωνική ονομασία του Πηνειού, η οποία πρωτοπαρουσιάζεται στην «Αλεξιάδα» της Άννας Κομνηνής. Κάτω από τον λόφο του Φρουρίου διακρίνονται σπίτια της συνοικίας Ταμπάκικα και εργαστήρια κατεργασίας δερμάτων (βυρσοδεψεία), ενώ δίπλα τους κυλάει ήρεμα τα νερά του ο Πηνειός. [1]. Γουργιώτης Γεώργιος, Σχεδίασμα Μεταβυζαντινής-Νεοελληνικής Ιστορίας του Ναού του Αγίου Αχιλλίου. Ιστορική Αναδρομή, Λάρισα (1986) σ. 13.Βλέπε και Παλιούγκας Θεόδωρος,Η Λάρισα κατά την Τουρκοκρατία (1453-1881), τόμ. Α’ Λάρισα, (1996), σ. 199. [2]. Παπαθεοδώρου Νικόλαος, Θρασύβουλος Μακρής, Ένας χαρισματικός δημοσιογράφος, εφ. Larissanet, φύλλο της 3ης Ιανουαρίου 2014.

ελευθερία λάρισας

Η Μάχη του Μαραθώνα


  
Περίφημη μάχη, που έγινε τον Αύγουστο ή τον Σεπτέμβριο του 490 π.Χ. στην πεδιάδα του Μαραθώνα, μεταξύ των Αθηναίων και των Πλαταιέων με αρχηγό τον Μιλτιάδη και των Περσών με αρχηγούς τον Δάτι και τον Αρταφέρνη. Η κύρια πηγή πληροφόρησης για τη Μάχη του Μαραθώνα, όπως και για το σύνολο των Περσικών Πολέμων, παραμένει ο Ηρόδοτος, ο αποκαλούμενος «πατέρας της ιστορίας». Όσον αφορά την ακριβή ημερομηνία της μάχης, ο Γερμανός φιλόλογος Φίλιπ Άουγκουστ Μπεκ (1785 -1867) πρότεινε το 1855 τη 12η Σεπτεμβρίου, η οποία από τότε επικράτησε ως η συμβατική ημερομηνία για τη Μάχη του Μαραθώνα.
Το 490 π.Χ. έγινε η δεύτερη περσική εκστρατεία εναντίον της Ελλάδας, με σκοπό να τιμωρηθούν οι Αθηναίοι και οι Ερετριείς, επειδή είχαν βοηθήσει τους Ίωνες να ξεσηκωθούν κατά των Περσών. Παράλληλα, όμως, ήταν και η αρχή για την πραγματοποίηση του σχεδίου υποταγής ολόκληρης της Ελλάδας από τον Δαρείο. Μαζί τους, οι Πέρσες είχαν ως οδηγό και σύμβουλο τον πρώην τύραννο της Αθήνας Ιππία, γιο του Πεισίστρατου.
Ο Περσικός στόλος με το στρατό ακολούθησε αυτή τη φορά διαφορετικό δρόμο σε σχέση με την πρώτη εκστρατεία του Μαρδόνιου (492 π.Χ). Από την Κιλικία, όπου συγκεντρώθηκε, έπλευσε στη Σάμο, πέρασε από τις Κυκλάδες κι έφθασε στην Ερέτρια. Μετά την κατάληψη της Ερέτριας, οι Πέρσες είχαν στόχο να υποτάξουν την Αθήνα και να επαναφέρουν στην αρχή τον πιστό σ’ αυτούς Ιππία. Με την καθοδήγηση του ηλικιωμένου άνδρα πέρασαν από την Ερέτρια απέναντι στον Μαραθώνα και στην αμμώδη παραλία του σημερινού Σχοινιά.
Την εκλογή του τόπου επέβαλαν από κοινού πολιτικά κριτήρια (οι φτωχοί κάτοικοι της περιοχής, οι Διάκριοι, υποστήριζαν τους Πεισιστρατίδες) και στρατηγικοί λόγοι (η πεδιάδα ήταν κατάλληλη για τη δράση του περσικού ιππικού). Από την πλευρά των Αθηναίων η αποστολή του στρατού τους στον Μαραθώνα αποτελούσε στρατηγική επιλογή, καθώς η Αθήνα δεν περιστοιχιζόταν από ισχυρά τείχη και δεν διέθετε στόλο για να αντιμετωπίσει τον ανεφοδιασμό σε περίπτωση πολιορκίας. Εξάλλου, η πεδιάδα προσφερόταν για τη δράση της αθηναϊκής φάλαγγας.

Οι Αθηναίοι ζήτησαν τη βοήθεια των Σπαρτιατών, με αγγελιοφόρο τον Φειδιππίδη. Οι Σπαρτιάτες, αν και δέχτηκαν, δεν έστειλαν εγκαίρως βοήθεια (οι 2.000 άνδρες που υποσχέθηκαν έφθασαν στο Μαραθώνα την επομένη της μάχης). Ο λόγος που επικαλέστηκαν ήταν θρησκευτικός. Γιόρταζαν τα Κάρνια και δεν μπορούσαν να εκστρατεύσουν πριν από την πανσέληνο. Ο Πλάτωνας, όμως, αναφέρει (Νόμοι 3, 698 Ε) ότι δίσταζαν να υλοποιήσουν τη δέσμευσή τους προς τους Αθηναίους, επειδή βρίσκονταν σε εμπόλεμη κατάσταση με τους Μεσσηνίους και τους είλωτες. Στο κάλεσμα των Αθηναίων ανταποκρίθηκαν μόνο οι Πλαταιείς με 1.000 άνδρες.
Σύμφωνα με τον Ηρόδοτο, οι Αθηναίοι στρατοπέδευσαν στο Ηράκλειο του Μαραθώνος, στις βορειοανατολικές υπώρειες του όρους Αγριελίκι, όπου υπήρχε νερό και μπορούσαν να ελέγξουν τον ορεινό όγκο προς την Αθήνα και να υποχωρήσουν σε περίπτωση ήττας. Από το ύψωμα, επίσης, μπορούσαν να παρακολουθούν τις κινήσεις του εχθρού. Η δύναμη των Αθηναίων, σύμφωνα με την κρατούσα άποψη, ανερχόταν σε 10.000 και των Πλαταιέων σε 1.000 άνδρες, ενώ των Περσών σε 44.000 με 55.000 άνδρες (νεώτερες εκτιμήσεις τους υπολογίζουν σε 26.000). Οι στρατηγοί των Αθηναίων είχαν διχαστεί, καθώς μερικοί δεν ήθελαν να ξεκινήσει η μάχη, προτού έλθει η βοήθεια των Σπαρτιατών. Τελικά, ο Μιλτιάδης τούς έπεισε να επιτεθούν αμέσως κατά των Περσών και του ανατέθηκε η αρχιστρατηγία.
Η έναρξη της επίθεσης ορίστηκε για το πρωί, προκειμένου να επιτευχθεί ο αιφνιδιασμός των αντιπάλων. Η σύγκρουση έγινε στην ομαλή περιοχή κοντά στον τύμβο, όπου βρισκόταν το περσικό στρατόπεδο. Οι Αθηναίοι έπρεπε να διατρέξουν απόσταση 8 σταδίων (περίπου 1,5 χιλιομέτρου) προς τις εχθρικές γραμμές για να αποφευχθούν κατά το δυνατόν οι βολές από τους τοξότες που διέθεταν οι αντίπαλοι. Οι οπλίτες ήταν παρατεταγμένοι σε πλάτος ίσο με αυτό της περσικής δύναμης. Οι πτέρυγες ήταν ενισχυμένες, ενώ το κέντρο, όπου αντιστοιχούσε το ισχυρότερο τμήμα του περσικού στρατού, ήταν ασθενές. Στο αριστερό άκρο, όπως έβλεπαν προς τον εχθρό, βρίσκονταν οι Πλαταιείς. Στο δεξιό άκρο έλαβε τη θέση του, σύμφωνα με την παλιά συνήθεια, ο πολέμαρχος Καλλίμαχος. Το ανίσχυρο κέντρο οδηγούσαν ο Αριστείδης και ο Θεμιστοκλής, που διέθεταν την απαραίτητη στρατιωτική ικανότητα, ώστε να καλύψουν την εύθραυστη αυτή γραμμή και να καθοδηγήσουν την προγραμματισμένη υποχώρηση.
Όπως είχε σχεδιαστεί, το ελληνικό κέντρο εξασθένησε, αλλά οι πτέρυγες αναπτύχθηκαν και περικύκλωσαν τους Πέρσες, που τελικά τράπηκαν σε φυγή. Μέσα στη σύγχυση, πολλοί Πέρσες που δεν γνώριζαν την περιοχή, έπεφταν στο μεγάλο έλος, όπου οι απώλειες ήταν βαριές. Οι περισσότεροι, όμως, έτρεχαν στα πλοία που ήταν αναπτυγμένα στην ακτή του Σχοινιά. Στη συμπλοκή σώμα με σώμα που ακολούθησε, καθώς οι Πέρσες προσπαθούσαν να επιβιβαστούν στα πλοία και οι Αθηναίοι να τους εμποδίσουν και να τα κάψουν, έπεσαν ο πολέμαρχος Καλλίμαχος, ο στρατηγός Στησίλαος και ο Κυναίγειρος, αδελφός του τραγικού ποιητή Αισχύλου.

H ηρωική μορφή του Κυναίγειρου έμεινε μοναδικό παράδειγμα ανδρείας και αυταπάρνησης στην Ιστορία. Όταν οι νικημένοι Πέρσες έτρεξαν πανικόβλητοι στα καράβια τους για να σωθούν, ο Κυναίγειρος άρπαξε με τα στιβαρά χέρια του ένα καράβι και προσπάθησε να το συγκρατήσει για να μην αποπλεύσει και να προφτάσουν έτσι οι συμπολεμιστές του να το καταλάβουν. Τότε, ένας Πέρσης του έκοψε το χέρι, αλλά ο Κυναίγειρος έπιασε το πλοίο με το άλλο του χέρι. Όταν ο Πέρσης του έκοψε και το δεύτερο χέρι, ο Κυναίγειρος γράπωσε το πλοίο με τα δόντια του. Ο γενναίος Αθηναίος εγκατέλειψε την προσπάθεια, όταν ο Πέρσης στρατιώτης του έκοψε το κεφάλι.
Κι ενώ εξακολουθούσε η μάχη γύρω από τα πλοία των Περσών, ο αγγελιοφόρος Φειδιππίδης έφυγε πεζός από τον Μαραθώνα για να φέρει τη χαρμόσυνη είδηση της νίκης στους Αθηναίους. Υπερέβαλε εαυτόν κατά τη διαδρομή και μόλις αναφώνησε «Νενικήκαμεν» ενώπιον των συμπολιτών του, έπεσε νεκρός από την εξάντληση. Ο Ηροδότος δεν αναφέρει κάτι σχετικό, αλλά ο θρύλος αυτός διαδόθηκε μεταγενέστερα από τον ιστορικό Πλούταρχο (ο Φειδιππίδης αναφέρεται ως Θέρσιππος) και στη συνέχεια από τον ρητοροδιδάσκαλο και συγγραφέα Λουκιανό τον Σαμοσατέα, που αναφέρει τον Φειδιππίδη ως Φιλιππίδη.
Σύμφωνα με τον Ηρόδοτο, οι Αθηναίοι έχασαν στη μάχη 192 άνδρες και οι Πλαταιείς 11, ενώ οι απώλειες των Περσών ανήλθαν σε 6.400 νεκρούς και 7 βυθισμένα πλοία. Νεώτερες εκτιμήσεις, που αναφέρει η Wikipedia στο σχετικό αγγλικό λήμμα, ανεβάζουν τους νεκρούς των ελληνικών δυνάμεων σε 1.000 - 3.000 και υποβιβάζουν αυτές των Περσών στις 4.000 - 5.000.
Οι Αθηναίοι, αφού έθαψαν τους νεκρούς τους στον Μαραθώνα, ανήγειραν μνημείο από λευκή πέτρα, πάνω στο οποίο χαράχτηκε το επίγραμμα του λυρικού ποιητή Σιμωνίδη του Κείου:
Ελλήνων προμαχούντες Αθηναίοι Μαραθώνι
χρυσοφόρων Μήδων εστόρεσαν δύναμιν.
Μετά την ήττα τους στο Μαραθώνα, οι Πέρσες έπλευσαν με το στόλο τους προς την Αθήνα, ελπίζοντας να τη βρουν αφρούρητη και να την καταλάβουν. Ο Μιλτιάδης, όμως, πρόλαβε να οδηγήσει έγκαιρα το στρατό στην πόλη κι έτσι οι Πέρσες αναγκάστηκαν να επιστρέψουν στην Ασία.
Η νίκη των Αθηναίων στο Μαραθώνα:
  • Διέλυσε τον μύθο του αήττητου των Περσών και αναπτέρωσε το ηθικό των Ελλήνων.
  • Έδειξε την ανωτερότητα της ελληνικής πολεμικής τακτικής και ανέδειξε τη στρατιωτική μεγαλοφυΐα του Μιλτιάδη.
  • Ανέδειξε την πόλη τους σε δεύτερη δύναμη στην Ελλάδα, μετά τη Σπάρτη.
  • Ανέκοψε την προσπάθεια παλινόρθωσης της τυραννίας στην Αθήνα.
  • Εξασφάλισε τον αναγκαίο χρόνο, ώστε οι Έλληνες να προετοιμαστούν για τη συνέχιση του αγώνα τους κατά των Περσών.
  • Διέσωσε τον πολιτισμό τους κι έσωσε την Ευρώπη από το βάρβαρο ασιατισμό της εποχής εκείνης. Όπως είπε ο σπουδαίος βρετανός φιλόσοφος και οικονομολόγος Τζον Στιούαρτ Μιλ «η μάχη του Μαραθώνα υπήρξε, ακόμα και για τη βρετανική ιστορία, σημαντικότερη κι από τη μάχη του Χέιστινγκς».
Λαϊκές παραδόσεις ή μύθοι περιέβαλαν από πολύ νωρίς τη νίκη των Αθηναίων στον Μαραθώνα, ενώ η πίστη πως οι θεοί παρουσιάστηκαν και βοήθησαν στη μάχη ήταν διάχυτη. Εκτός από την ιστορία με τον Φειδιππίδη, ο Πλούταρχος αναφέρει ότι οι στρατιώτες είδαν το φάντασμα του μυθικού βασιλιά της Αθήνας Θησέα με πλήρη στρατιωτική εξάρτυση να καθοδηγεί και να οδηγεί τον ελληνικό στρατό προς τη νίκη. Ο Παυσανίας αφηγείται ότι κατά τη διάρκεια της μάχης εμφανίστηκε ένας αγρότης, που κρατούσε ένα άροτρο και «θέρισε» αρκετούς Πέρσες. Μετά τη μάχη, όταν τον αναζήτησαν, δεν το βρήκαν. Ρώτησαν το μαντείο, από το οποίο έλαβαν την απάντηση ότι πρέπει να τιμήσουν τον Εχετλαίο (εχέτλη = λαβή αρότρου). Σύμφωνα με τον ρωμαίο ιστορικό Κλαύδιο Αιλιανό, στη μάχη πήρε μέρος κι ένας σκύλος, που πολέμησε γενναία στο πλευρό του αφεντικού του.

Σχετικά

  • Εμπνευσμένος από τη διαδρομή του Φειδιππίδη από τον Μαραθώνα στην Αθήνα για να μεταφέρει το άγγελμα της νίκης είναι ο Μαραθώνιος δρόμος, που ως αγώνισμα δεν υπήρχε στην αρχαιότητα. Η ιδέα γέννησης αυτού του αθλήματος και η ένταξή του στους σύγχρονουςΟλυμπιακούς Αγώνες οφείλεται στον Γάλλο γλωσσολόγο και ελληνιστή Μισέλ Μπράλ, φίλο του Πιερ ντε Κουμπερτέν, που πρότεινε κατά την αναβίωση των Ολυμπιακών Αγώνων του 1896 στην Αθήνα «την επανάληψη του διάσημου εκείνου δρόμου που εξετέλεσε ο στρατιώτης του Μαραθώνος».
  • Το Σπάρταθλον, ο ετήσιος διεθνής αγώνας υπερμαραθωνίου δρόμου 245,3 χιλιομέτρων, που διεξάγεται από το 1983 στη διαδρομή Αθήνα – Σπάρτη, αναβιώνει την πορεία του αγγελιοφόρου Φειδιππίδη, που εστάλη από τους Αθηναίους για να ζητήσει βοήθεια από τη Σπάρτη, λίγες ημέρες πριν από τη Μάχη του Μαραθώνα.
  • Ο σπουδαίος τραγικός ποιητής Αισχύλος θεωρούσε ως μεγαλύτερο επίτευγμά του τη συμμετοχή του στη Μάχη του Μαραθώνα, παρά τα θεατρικά του έργα. Γι’ αυτό στον τάφο του υπήρχε το επίγραμμα:     «Αισχύλον Εοφορίωνος Αθηναίον τόδε κεύθει
         μνήμα καταφθίμενον πυροφόροιο Γέλας·
         αλκήν δ’ ευδόκιμον Μαραθώνιον άλσος αν είποι
         και βαθυχαιτήεις Μήδος επιστάμενος».
  • Το 1959 ο Γάλλος σκηνοθέτης Ζακ Τουρνέρ γύρισε την ταινία «Η Μάχη του Μαραθώνα» με πρωταγωνιστή τον Στιβ Ριβς στο ρόλο του Φειδιππίδη.
  • Στις 8 Δεκεμβρίου 2010, κατά την 2500η επέτειο του γεγονότος, η Βουλή των Αντιπροσώπων των ΗΠΑ με ψήφισμά της αναγνώρισε ότι η μάχη του Μαραθώνα αποτελεί μία από τις σημαντικότερες μάχες στην ιστορίας της ανθρωπότητας.

Σάββατο 12 Σεπτεμβρίου 2015

ΕΛΛΗΝΩΝ μύθοι
Από τον Κων/νο Οικονόμου*

Η Νιόβη
Ο θάνατος των παιδιών της Νιόβης (Πίνακας του David)

ΝΙΟΒΗ ΚΑΙ ΝΙΟΒΙΔΕΣ: Η Νιόβη ήταν κόρη του βασιλιά της Φρυγίας Ταντάλου και τηςΔιώνης, και όπως συχνά συμβαίνει στην ελληνική Μυθολογία «κληρονόμησε» τη δυστυχία του πατέρα της. Η Νιόβη νυμφεύτηκε τον Θηβαίο βασιλιά Αμφίονα και ήταν μητέρα πολλών και ωραίων τέκνων, που αποτελούσαν ζεύγη δι-
δύμων, με τη γενική ονομασία Νιοβίδες. Οι αρχαίοι μυθικοί συγγραφείς αναφέρουν αριθμό από δώδεκα έως είκοσι Νιοβιδών.
Επικρατέστερη άποψη είναι αυτή των δεκατεσσάρων παιδιών (εφτά αγοριών και εφτά κοριτσιών). Αξίζει να αναφέρουμε πως οι εφτά πύλες της Θήβας είχαν τα ονόματα των κοριτσιών της.
ΥΒΡΙΣ ΚΑΙ ΤΙΜΩΡΙΑ: Κάποτε η Νιόβη υπερηφανεύθηκε για την ευγονία και την ομορφιά των τέκνων της λέγοντας πως ακόμη και η εκλεκτή του Δία, η Λητώ, έχει να επιδείξει ένα μόνο ζεύγος διδύμων έναντι των τόσων δικών της. Όταν το έμαθε αυτό η Λητώ,αγανάκτησε και ζήτησε από τα παιδιά της να τιμωρήσουν την υπερήφανη αυτή θνητή. Γενικά, άλλωστε, κάθε σύγκριση ανθρώπου με θεό στην Αρχαιότητα θεωρείτο «ύβρις», κάτι σαν βλασφημία, που οι θεοί πάντα τιμωρούσαν παραδειγματικά. Έτσι κατά την παράδοση, οι δύο θεοί τόξευσαν με τα αλάθητα βέλη τους,η μεν Αρτεμη τις κόρες, ο δε Απόλλων τους γιους. Από την καταστροφή αυτή των τέκνων της Νιόβης, σώθηκαν μόνο δύο, ο Αμύκλας και η Μελίβοια που όμως από τη διάσωσή της κι έπειτα μετονομάσθηκε Χλωρίς. Μετά το γεγονός αυτό ο πατέρας των παιδιών, Αμφίων αυτοκτόνησε από τη θλίψη του.
ΚΑΙ ΜΕΤΑ ΘΑΝΑΤΟΝ ΤΙΜΩΡΙΑ: Τα νεκρά σώματα των Νιοβιδών έμειναν επί εννέα ημέρες άταφα κατ’ εντολή των θεών. Μάλιστα, ο Δίας μετέβαλλε σε λίθο όποιον επιχειρούσε να αποδώσει νεκρικές τιμές σ’ αυτά! Τελικά, μετά την ένατη μέρα υπέκυψαν οι θεοί, στις ικεσίες της απελπισμένης μητέρας τους. Τότε τα νεκρά σώματα των παιδιών ενταφιάστηκαν σε δύο κοινούς τάφους1.
Ακόμη, ο Δίας μεταμόρφωσε τη Νιόβη σε βράχο [Οβίδιος], που πάντοτε δακρύζει!
Η ΝΙΟΒΗ ΣΤΗΝ ΤΡΑΓΙΚΗ ΠΟΙΗΣΗ: Οι τραγικοί ποιητές της αρχαιότητας χρησιμοποίησαν σε έργα τους το μύθο της Νιόβης.Έτσι, ο Αισχύλος εμφανίζει την ηρωίδα του παραδομένη στον πόνο πάνω στον τάφο των τέκνων της. Ο Σοφοκλής ανίθετα παρουσιάζει τη Νιόβη φυγάδα από τη Βοιωτία στη Σίπυλο της Μ. Ασίας να θρηνεί, ικετεύοντας συνεχώς τους
θεούς να σπλαχνισθούν τον πόνο της, μέχρι που ο Ζεύς την μεταμορφώνει σε βράχο
από τον οποίο μέρα και νύκτα στάλαζαν σταγόνες δακρύων.
Ο Οβίδιος [«Μεταμορφώσεις»,VI 146 – 312], την παρουσιάζει να εκσφενδονίζεται από ανε-
μοστρόβιλο, ενώ είναι ήδη απολιθωμένη, από τη Θήβα στη Σίπυλο και να σχηματίζει βράχο σε μορφή θρηνούσας γυναίκας.
Αξίζει να σημειωθεί ότι και στην αγγειογραφία αλλά και στη νεότερη ζωγραφική χρησιμοποιείται» συχνά ο μύθος της Νιόβης.
ΤΟ ΑΙΩΝΙΟ ΔΑΚΡΥ ΤΗΣ ΝΙΟΒΗΣ: Σήμερα, η Νιόβη «ζει» μεταμορφωμένη σε βράχο στη Σίπυλο της Μικράς Ασίας. «Επέζησε»περισσότερα από 3.000 χρόνια, με σεισμούς και αντίξοες καιρικές συνθήκες. Σε έναν απόκρημνο γκρεμό σμιλεμένο στον βράχο υπάρχει ο θρόνος του Πέλοπα, γιου του Τάνταλου. Ο παράξενος σχηματισμός των βράχων, που απεικονίζει τη Νιόβη, έχει διαμορφωθεί από τα στοιχεία της φύσης. Μοιάζει με μια γυναίκα που θρηνεί. Ο Όμηρος αναφέρει στην Ιλιάδα ότι η Νιόβη στέκεται ανάμεσα στις χαράδρες, στα απάτητα βουνά της Σίπυλου [Μανισά Νταγ], εκεί που λένε ότι κοιμούνται οι νύμφες. Εκεί κι η Νιόβη θρηνεί αιωνίως και αενάως για την κατάρα που της έστειλαν οι θεοί. Ο βράχος της Νιόβης είναι ένα μνημείο που προσελκύει πολλούς τουρίστες. Η καλύτερη θέα είναι από το πλάι, όπου διακρίνεται η γυναικεία μορφή με λυμένα μαλλιά, σκυμμένη μπροστά,με μια έκφραση αβάστακτης αγωνίας και λύπης. Από διαφορετικά σημεία φαίνεται το βλέμμα και διάφορες εκφράσεις του προσώπου της. Όσο για τα δάκρυα της Νιόβης, και μάλιστα το καλοκαίρι,εξηγούνται από το ότι το χιόνι που μαζεύεται στην κορυφή του βράχου τον χειμώνα, λιώνει την άνοιξη και κυλάει σαν δάκρυα.
ΣΗΜΕΙΩΣΗ – ΜΙΑ ΑΛΛΗ ΝΙΟΒΗ: Η Νιόβη αυτή ήταν κόρη του Φορωνέα και της νύμφης Τηλεδίκης. Ήταν, μάλιστα, η πρώτη θνητή που αγάπησε ο Δίας και ο οποίος ήταν πατέρας, μετά από την ένωσή του μαζί της, του Άργου και του Πελασγού. Κατά μία άλλη παραλλαγή του μύθου, ήταν αδελφή του Άπιου και μητέρα του Φορωνέα μετά την ένωσή της με τον ποταμό Ίναχο.
ΠΑΡΑΘΕΜΑΤΑ:
1. ΣΟΦΟΚΛΗΣ: «Άκουσα όμως πως βρήκε θάνατο πικρό κι η ξένη απ' τη Φρυγία, η κόρη του Ταντάλου, επάνω στην κορυφή του Σίπυλου που φύτρωσε ο βράχος και σαν κισσός την τύλιξε, κι έτσι την απολίθωσε και ενώ λιώνει από τον πόνο της, καθώς η φήμη λέει των ανθρώπων, βροχές και χιόνια δεν της λείπουν ποτέ, και κάτω από τα μάτια της τα πολυκλαμένα, δάκρυα βρέχουν το λαιμό της όμοια κι η δική μου μοίρα στο βαθύ ύπνο του θανάτου με οδηγεί». [Αντιγόνη 822-833]
2. ΟΜΗΡΟΣ: «Ο γιος σου, Πρίαμε, πια λυτρώθηκε, το θέλημά του εγίνη, κι απά στο στρώμα τώρα κείτεται: θα τονε ιδείς κι ατός σου ευτύς ως φέξει, κουβαλώντας τον, καιρός για δείπνο τώρα. Κι η Νιόβη ακόμα η καλοπλέξουδη στερνά να φάει θυμήθη, που δώδεκα παιδιά της έχασε οτο αρχοντικό της μέσα, γιους έξι στον ανθό της νιότης τος και θυγατέρες έξι' τους γιους ο Απόλλωνας,τους σκότωσε με το αργυρό δοξάρι θυμώνοντας της Νιόβης, κι η Άρτεμη τις κόρες η δοξεύτρα, με τη Λητώ τη ροδομάγουλη καθώς συνεριζόταν, τάχα παιδιά πολλά πως γέννησε, και δυο η Λητώ μονάχα' όμως εκείνοι, δυο κι ας ήτανε, της τα σκοτώσαν όλα. Μέρες εννιά κοιτόταν στο αίμα τους, κι οϋτ' ένας δε βρισκόταν για να τα
θάψει' τι είχε γύρω τους τον κόσμο ο Δίας πετρώσει. Τέλος, στις δέκα απάνω, τα 'θαψαν οι αθάνατοι του Ολύμπου' κι αυτή να κλαίει σαν πια κουράστηκε, στερνά να φάει θυμήθη. Τώρα σε βράχια κάπου, ανάμεσα σε απάτητα φαράγγια, στη Σίπυλο, που λεν πως
διάλεξαν οι αθάνατες νεράιδες να 'χουν λημέρι, και χορεύανε στον Αχελώο τρογύρο, κλωτσάει τους πόνους τους θεόσταλτους, κι ας έχει γίνει πέτρα.» [Ιλιάδα Ω 610-618]
ΣΗΜΕΙΩΣΗ: Από το επόμενο Σάββατο θα διακόψουμε προσωρινά τους μύθους που αφορούν γυναίκες για να κάνουμε μια στάση στο λεγόμενο Θηβαϊκό Κύκλο του Ελληνικού Μύθου. Αργότερα,μετά από οκτώ άρθρα, συν Θεώ, θα επανέρθουμε στις γυναικείες
μυθικές φιγούρες.

konstantinosa.oikonomou@gmail.com www.scribd.com/oikonomoukon
*Ο Κωνσταντίνος Αθ. Οικονόμου, είναι δάσκαλος, συγγραφέας.
1. Παυσανίας, ΙΧ 17,2.

ελευθερία λάρισας.

Κυριακή 6 Σεπτεμβρίου 2015

ΕΛΛΗΝΩΝ μύθοι
Από τον Κων/νο Οικονόμου*

Η Καλλιστώ

ΓΕΝΙΚΑ: Η Καλλιστώ, κατά την ελληνική Μυθολογία, ήταν κόρη του βασιλιά της Αρκαδίας Λυκάονα. Το όνομά της προέρχεται από την λέξη κάλλος, που σημαίνει ωραιότητα, συνεπώς «καλλίστη» είναι η ωραιότερη. Η Καλλιστώ εμφανίζεται αργότερα ως μία από τις Νύμφες, που είχαν δώσει όρκο παρθενίας, στον κύκλο της παρθένας θεάς Αρτέμιδος. Το όνομα Καλλίστη, η “πιο όμορφη”, μπορεί να αναγνωριστεί ως επίθετο της ίδιας της θεάς Αρτέμιδος, αν και καμία από τις επιγραφές στην αρχαία Αθήνα, τουλάχιστον, δεν καταγράφει το όνομα «Άρτεμις Καλλίστη», πριν από τον τρίτο π.Χ. αιώνα. Από εκείνη την εποχή και έως την ύστερη Ρωμαϊκή Εποχή, η Άρτεμις Καλλίστη λατρευόταν στην Αθήνα σε ένα ιερό που βρισκόταν έξω από την πύλη του Διπύλου, από την πλευρά του δρόμου προς την Ακαδημία. Κάποιοι ιστο- ρικοί πιστεύουν ότι τελικά, η Άρτεμις Σωτείρα, όπως ήταν το αρχικό όνομα της θεάς, και η Άρτεμις Καλλίστη ενώθηκαν σε μια κοινή λατρεία από τον 3ο π.Χ.αι. Μάλιστα χαρακτηριστικά της αρκούδας δόθηκαν στο πρότυπο της Αρτέμιδος στην περιοχή της Βραυρωνίας στην Αττική. Ας δούμε γιατί συνέβη αυτό: Οι αρχαίοι Έλληνες ονοματοδοτώντας του αστερισμούς είδαν ότι μια σειρά απ’ αυτές τις συγκεντρώσεις άστρων εμφανίζονται κοντά μεταξύ τους στον ουρανό, μέσα και κοντά στο λεγόμενο Ζωδιακό Κύκλο. Δηλαδή, στην περίπτωσή μας, οι αστερισμοί Μεγάλη και Μικρά Άρκτος, ο Βοώτης και η Παρθένος αποτελούν ένα γειτονικό σύνολο. Όπως, μάλιστα, εντοπίστηκε σε ένα απόσπασμα σχετικού κειμένου του Ησιόδου, οι ονομασίες αυτών των αστερισμών έφεραν και τα ονόματα Αρκάς και Αρκτοφύλαξ1. 
Ο ΜΥΘΟΣ: Η Καλλιστώ, εξαπατημένη από τον Δία, που πήρε τη μορφή της Αρτέμιδος, συνδέθηκε μαζί του και γέννησε από την ένωσή της με τον πάτέρα των θεών το μεγάλο ήρωα της Αρκαδίας, τον Αρκάδα. Κατά μία εκδοχή, η Άρτεμη, εκνευρισμένη για την κατάληξη μιας παρθένας Νύμφης της, την μεταμόρφωσε σε άρκτο (αρκούδα). Αντιθέτως, ο Οβίδιος γράφει πως η εγκυμοσύνη της Καλλιστούς ανακαλύφθηκε μερικούς μήνες αργότερα, ενώ έκανε μπάνιο με την Άρτεμη και τις άλλες Νύμφες της σε ένα αρκαδικό πο- ταμό. Μετά το γεγονός αυτό η Άρτεμις έδιωξε από την ομάδα της την ερωμένη του Δία. Όταν τελικά η Καλλιστώ γέννησε τον Αρκάδα, η Ήρα, ως απατημένη σύζυγος, βρήκε την ευκαιρία να εκδικηθεί για τον πληγωμένο εγωισμό της και μεταμόρφωσε τη λεχώνα Νύμφη σε αρκούδα. Η Μαία, μητέρα του Ερμή, ανέλαβε τότε τον μικρό Αρκάδα για να τον προστατέψει. [Κατά μία άλλη εκδοχή, η Καλλιστώ, από σχέση της με τον θεό το Δία [ή τον Ερμή], γέννησε και τον «τραγοπόδαρο» θεό Πάνα.] Όταν ο Αρκάς μεγάλωσε, μια μέρα που πήγε στο δάσος για να κυνηγήσει, είδε τη μεταμορφωμένη σε αρ- κούδα μητέρα του, η οποία, σημειωτέον, διατηρούσε την ανθρώπινη σκέψη και αντίληψη, και ετοιμάστηκε να την τοξεύσει. Τότε ο Δίας για να αποτρέψει τη μητροκτονία, τον μεταμόρφωσε σε αρκουδάκι κι έτσι ο Αρκάς αναγνώρισε τη μητέρα του. Επειδή όμως ο Δίας φοβήθηκε την οργή της Ήρας, η οποία έιχε μάθει για τις νέες περιπέτειες του συζύγου της, τους μετέφερε και τους δύο στον ουρανό και τους μεταμόρφωσε σε αστερισμό, βάζοντας μάλιστα τον αστέρα Αρκτούρο να τους προστατεύει. Από τότε η Καλλιστώ είναι η Μεγάλη Άρκτος και ο Αρκάς η Μικρά Άρκτος. Όμως, συνεχίζει ο Μύθος, η Ήρα εξοργίστηκε με την, έστω, ουράνια αθανασία που θα απολάμβανε η αντίζηλός της και το παιδί της, και κατέφυγε στη βοήθεια του θεού Ωκεανού. Το μόνο που κατάφερε από την προσπάθειά της αυτή, ήταν η υπόσχεση του Ωκεανού πως δεν θα δεχθεί ποτέ στα νερά του τους δυο αυτούς αστερισμούς. Έτσι «εξηγείται» ποιητικά η αειφανής θέση των δύο αυτών αστερι- σμών! Τα αστέρια της Με- γάλης Άρκτου ήταν όλα σε κύκλο πάνω από τον ουρα- νό της Αθήνας του 400 π.Χ., και σχεδόν το ίδιο συνέβαινε δυο-τρεις αιώνες αργότερα στη γειτονική Ρώμη. Τώρα, όμως, λόγω της μετάπτωσης των ισημε- ριών, τα πόδια του αστερισμού της Μεγάλης Άρκτου βυθίζονται κάτω από το δυτικό ορίζοντα και της Ρώ- μης και της Αθήνας, όπως μπορούμε και εμείς να παρατηρήσουμε μετά τις 12 τα μεσάνυχτα των καλοκαιρινών βραδιών. ΛΑΤΡΕΙΑ: Για τους αρχαίους Αρκάδες, η Καλλιστώ ήταν εθνική ηρωίδα, την οποία τιμούσαν δίπλα από το ναό της Αρτέμιδος, όπου πίστευαν ότι ήταν ο τάφος της. Από το όνομα του γιου της πήραν και την ονομασία οι κάτοικοι της περιοχής [Αρ- κάς> Αρκάδες]. Στην Τεγέα, οι κάτοικοί της είχαν αφιερώσει και ναό προς τιμήν της Καλλιστούς. Σύμφωνα με τον Παυσανία, οι Αρκάδες είχαν αφιε- ρώσει λατρευτικό άγαλμα της Καλλιστούς στους Δελφούς. 
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ: Homerica, Ο Διαγωνισμός του Ομήρου και του Ησιόδου, 316 κ.ε. (μτφρ. Hugh G. Evelyn-White). Παυσανίας, VIII.35.8. Οβίδιος. Με- ταμορφώσεις II, 405-531.Απολλόδωρος. Βιβλιοθήκη III.8.2. Υγίνος, Poeticon Astronomicon, II.1 «η Μεγάλη Άρκτος». Αισχύλος, Καλλιστώ, χαμένη τρα- γωδία. konstantinosaoikonomlou@gmail.com www.scribd.com/oikonomoukon 1 .

 Ησίοδος, Astronomia, τεμάχιο 3, ως ένα απόσπασμα σε σχόλιο σχετικά με τον Άρατο

ελευθερία λάρισας.
ΛΑΡΙΣΑ - Μια εικόνα χίλιες λέξεις...

Η περιοχή των Ανακτόρων το 1897

Κατά τη διάρκεια του ελληνοτουρκικού πολέμου του 1897 κατέφθασαν στη Λάρισα πολλοί δημοσιογράφοι, Έλληνες και ξένοι, απεσταλμένοι του γραπτού Τύπου, ημερήσιου και περιοδικού, για να καλύψουν την διαφαινόμενη σύρραξη μεταξύ των δύο κρατών. Όλοι αυτοί, ιδιαίτερα οι ξένοι, συνοδεύονταν από ζωγράφους και φωτογράφους, οι οποίοι απαθανάτιζαν εκτός από πολεμικές στιγμές και διάφορα τοπία της Λάρισας και της περιοχής της. 
Ένα από τα τοπία αυτά παρουσιάζουμε σήμερα. Πρόκειται για ένα χαρακτικό το οποίο δημοσιεύθηκε στο γαλλικό εβδομαδιαίο περιοδικό Le Monde Illustrée των Παρισίων στο φύλλο της 17ης Απριλίου του 1897. Το χαρακτικό αυτό είναι αντιγραφή φωτογραφίας[1] του Γάλλου δημοσιογράφου Henri Turot και ως εκ τούτου η αξιοπιστία και η ακριβής καταγραφή των εικονιζομένων δεν αμφισβητείται. Ο γαλλικός υπότιτλος του σχεδίου είναι λιτός. Σε μετάφραση αναφέρει «Μερική άποψη της Λάρισας», χωρίς άλλα διευκρινιστικά στοιχεία. Το χαρακτικό αυτό απεικονίζει την περιοχή όπου σήμερα βρίσκεται η πλατεία Λαού (Αγαμ. Μπλάνα) και η περιοχή του Δημοτικού Ωδείου με το τζαμί. Ο φωτογράφος στάθηκε περίπου στη συμβολή της σημερινής οδού Κύπρου με την οδό μητροπολίτου Νεοφύτου και έστρεψε τον φακό του προς βορρά. Μπροστά σε πρώτο επίπεδο διακρίνεται ένας μεγάλος ανοικτός, ανώμαλος, αδιαμόρφωτος και ακάθαρτος χώρος. Τέτοιοι χώροι υπήρχαν αρκετοί την εποχή εκείνη μέσα στην πόλη, οι οποίοι μάλιστα πολύ συχνά δημιουργούσαν προβλήματα καθαριότητος και υγιεινής.
 Εδώ πρόκειται για τον χώρο της πλατείας Ανακτόρων όπως λεγόταν τότε, ο οποίος προπολεμικά στέγασε την κατεδαφισμένη από το 1978 Δημοτική Αγορά και αφού άλλαξε πολλές ονομασίες, ανάλογα με τις επιθυμίες της εκάστοτε δημοτικής αρχής, σήμερα ονομάζεται επίσημα πλατεία δημάρχου Αγαμέμνονα Μπλάνα. Κάτω της στεγάζεται υπόγειος χώρος στάθμευσης, ενώ στην επιφάνειά της φιλοξενεί υπολείμματα βυζαντινών μνημείων τα οποία αποκαλύφθηκαν κατά την εκσκαφή για τη δημιουργία του χώρου στάθμευσης. Πίσω, σε ένα δεύτερο επίπεδο αποτυπώνονται διάφορα κτίρια.
 Ξεκινώντας από αριστερά, το πρώτο κτίριο είναι το κονάκι του Οθωμανού Χουσνή Μπέη, στο οποίο φιλοξενήθηκε τον Οκτώβριο του 1881, όταν επισκέφθηκε για πρώτη φορά τη Λάρισα, ο βασιλέας Γεώργιος Α’ και το ίδιο διάστημα το αγόρασε[2]από τον ιδιοκτήτη. Είναι ένα ογκώδες τετράγωνο οίκημα, γνωστό στους παλιούς Λαρισαίους ως ανάκτορα. Το κτίριο είναι περιφραγμένο, βρίσκεται στο κέντρο μιας δενδροφυτευμένης αυλής και η έκτασή του καλύπτει τον χώρο όπου σήμερα ορθώνεται το οικοδομικό συγκρότημα του Δημοτικού Ωδείου. 
Μάλιστα με λίγη προσοχή μπορεί να διακρίνει κανείς μπροστά από τα ανάκτορα ένα στρατιωτικό φυλάκιο, επειδή τις ημέρες εκείνες του 1897, τα ανάκτορα φιλοξενούσαν τον διάδοχο Κωνσταντίνο με το επιτελείο του και στέγαζαν το στρατηγείο των πολεμικών επιχειρήσεων. Το κτίριο ανατολικά του ανακτόρου, που αντιστοιχεί στη σημερινή πλατεία του Αγίου Βησσαρίωνος, είναι η μεγάλη διώροφη κατοικία της οικογένειας του συμβολαιογράφου Ανδρέα Ροδόπουλου, γενάρχη της οικογένειας Ροδόπουλου. Εγγονοί του ήταν μεταξύ των άλλων ο πολιτικός Τάκης Ροδόπουλος που διετέλεσε και πρόεδρος της Βουλής και ο Δημήτριος Ροδόπουλος, ο οποίος όμως μας είναι περισσότερο γνωστός ως ο συγγραφέας Μ. Καραγάτσης. Το οίκημα αυτό αγοράσθηκε από τον βασιλέα και επειδή είχε υποστεί πολλαπλές φθορές κατεδαφίσθηκε, προφανώς για να αυξηθεί σε έκταση ο αύλειος χώρος των ανακτόρων.
 Η κατεδάφιση πρέπει να έγινε πριν το 1910, γιατί σε επιστολικό δελτάριο της περιόδου αυτής δεν απεικονίζεται. Πίσω του δια- γράφεται ο τρούλος του τεμένους του Ομέρ μπέη, ο μιναρές του οποίου είναι κολοβωμένος και ακόμα πιο πίσω κάποιος άλλος μιναρές μισοκατεστραμμένος και αυτός. Δεξιά απεικονίζεται το Γενή τζαμί, το μοναδικό σωζόμενο σήμερα τζαμί στη Λάρισα. Κτίσθηκε μετά την απελευθέρωση της πόλεως για να εξυπηρετήσει τις λατρευτικές ανάγκες των μουσουλμάνων κατοίκων της, επειδή όλα τα άλλα τζαμιά ήταν ερειπωμένα και ακατάλληλα.
 Όμως ο σεισμός του Μαρτίου του 1941 κατέστρεψε την κωνική απόληξη του μιναρέ του. Μετά την ανταλλαγή των πληθυσμών το 1922 μέχρι και σήμερα το τζαμί έχει πολλαπλές χρήσεις και πρόσφατα στέγαζε το αρχαιολογικό μουσείο της Λάρισας. [1].Την περίοδο εκείνη η φωτογραφική τέχνη βρισκόταν ακόμη στα πρώτα της βήματα και η αναπαραγωγή φωτογραφιών σε έντυπα παρουσίαζε τεχνικές δυσκολίες. Γι’ αυτό και πολλά περιοδικά και εφημερίδες αναγκάζονταν να αναθέτουν σε ζωγράφους την αντιγραφή τους σε σχέδια, τα οποία είχαν πολύ καλή απόδοση στο χαρτί. [2]. Το κονάκι αγοράσθηκε από τον άνακτα στις 11 Οκτωβρίου 1881 έναντι του ποσού των 1.100 Οθωμανικών λιρών, που μεταφράζεται σε 27.752 δρχ. της εποχής. Επειδή ο Τούρκος ιδιοκτήτης λέγεται ότι αποποιήθηκε τη χρηματική προσφορά, ο Βασιλέας, με εισήγηση της βασίλισσας Όλγας, προσέφερε τα χρήματα για την ανέγερση του γειτονικού Γενή Τζαμί, του μοναδικού τεμένους που διατηρήθηκε στην πόλη μέχρι τις μέρες μας, ώστε να εξυπηρετούνται οι θρησκευτικές ανάγκες των Τούρκων που παρέμειναν στη Λάρισα έπειτα από την προσάρτηση. Μετά τη δολοφονία του Γεωργίου Α’ στη Θεσσαλονίκη το 1913, το ανάκτορο της Λάρισας κληρονόμησε ο γιος του πρίγκιπας Νικόλαος, ο οποίος και πρότεινε στο Δήμο την αγορά του σε συμφέρουσα τιμή.

ελευθερία λάρισας.