Δευτέρα 13 Νοεμβρίου 2023

ΛΑΡΙΣΑ ΜΙΑ ΕΙΚΟΝΑ, ΧΙΛΙΕΣ ΛΕΞΕΙΣ...

Πλατεία Ακροπόλεως (Καλλιθέας)


Πλατεία Καλλιθέας (Ακροπόλεως).  Επιστολικό δελτάριο αρ. 374 των Πάλλη και Κοτζιά. Αρχείο Φωτοθήκης Λάρισας.Πλατεία Καλλιθέας (Ακροπόλεως). Επιστολικό δελτάριο αρ. 374 των Πάλλη και Κοτζιά. Αρχείο Φωτοθήκης Λάρισας.

Από τον Νίκο Παπαθεοδώρου
nikapap@hotmail.com

Η σημερινή φωτογραφία της Λάρισας είναι πολύ παλιά και σπάνια. Βρίσκεται εκτυπωμένη στο επιστολικό δελτάριο αρ. 374 του βιβλιοχαρτοπωλείου των Πάλλη και Κοτζιά της Αθήνας.

Είναι γνωστό ότι στα τέλη του 19ου και τις αρχές του 20ού αιώνα το συγκεκριμένο κατάστημα κυκλοφόρησε μια μεγάλη σειρά επιστολικών δελταρίων από τον ελληνικό χώρο της περιόδου εκείνης. Μάλιστα για τη Λάρισα είναι αρκετές και σε προσεχή κείμενά μας θα προσπαθήσουμε να τις παρουσιάσουμε σταδιακά όλες.

Η δημοσιευόμενη φωτογραφία αποτυπώνει, όπως αναφέρεται στο κάτω μέρος της κάρτας, την Πλατεία Καλλιθέας (Ακροπόλεως). Η πλατεία αυτή βρισκόταν στο λόφο του Φρουρίου [1], στο ύψος του σημερινού πάρκου που βρίσκεται νότια του Ηρώου και ανατολικά της σημερινής Πλατείας Μητέρας, η οποία ως γνωστόν έχει καταληφθεί εδώ και λίγα χρόνια από κάποιο υπαίθριο αναψυκτήριο.
Ο φωτογράφος στάθηκε σε παράθυρο του άνω ορόφου της διώροφης κατοικίας Μακρή, η οποία βρισκόταν στη δυτική πλευρά του Λόφου και σε επαφή με το οίκημα που είχε κατασκευασθεί με δαπάνες του μητροπολίτου Λαρίσης Νεοφύτου (1875-1896). Στη φωτογραφία χαμηλά διακρίνεται μέρος της αυλής της οικίας Μακρή και η χαρακτηριστική ξύλινη περίφραξή της. Στο μέσον υπάρχει η Πλατεία Καλλιθέας, ένας ευρύς αδιαμόρφωτος χώρος, με πλήθος κόσμου κάθε ηλικίας που παρακολουθεί κάποια τελετή και συνομιλεί. Ο συνωστισμός επεκτείνεται και δεξιά σε ένα ύψωμα που αντιστοιχεί στην περιοχή του ρολογιού της πόλης. Αριστερά είναι παρατεταγμένα τμήματα στρατού, ενώ άγημα κινείται σε πομπή, η οποία πρέπει να κατευθύνεται προς την εκκλησία του Αγίου Αχιλλίου [2].
Αριστερά διακρίνεται μικρό τμήμα ισόγειου κτίσματος, μεσολαβεί κενός χώρος όπου είναι παρατεταγμένα κανόνια πυροβολικού και στο βάθος προβάλλει ένα επίμηκες άσπρο ισόγειο οίκημα, με τοξωτή πύλη εισόδου, μέσω της οποίας διακρίνεται μέρος της εσωτερικής αυλής. Πάνω από την πύλη εισόδου, στη στέγη του κτιρίου και στο κέντρο της πρόσοψης, είναι κτισμένο μικρό υπερώο. Το κτίριο αυτό ήταν ο παλιός οθωμανικός στρατώνας, ο οποίος μετά την ενσωμάτωση της Θεσσαλίας στον εθνικό κορμό το 1881, στέγασε τις εγκαταστάσεις του ορεινού πυροβολικού του ελληνικού στρατού, όπως δηλώνει και μια σειρά από κανόνια που ήδη αναφέρθηκαν και βρίσκονται έξω από το κτίριο. Οι εγκαταστάσεις αυτές του πυροβολικού χωροταξικά βρίσκονταν στο σημείο που σήμερα υπάρχει ο χώρος όπου έχει διαμορφωθεί το Ηρώο της πόλης [3]. Πίσω από τη σκεπή του στρατώνα μόλις διακρίνονται σαν επάλξεις, ερειπωμένα τα ψηλά τμήματα του κελύφους της κλειστής τουρκικής αγοράς (μπεζεστένι).
Στο κέντρο της φωτογραφίας, αμέσως μετά τον στρατώνα και σε πολύ μακρινή απόσταση, μόλις διακρίνεται κάποιο θολωτό οίκημα με μιναρέ. Πρόκειται για το τζαμί του Ομέρ μπέη, γιου του κατακτητή της Λάρισας το 1423 Τουρχάν μπέη, το οποίο βρισκόταν πίσω από την περιοχή του Δημοτικού Ωδείου, στο ύψος της σημερινής οδού Γαριβάλδη. Το τζαμί αυτό ήταν από τα πρώτα που κτίσθηκαν μετά την κατάληψη της Λάρισας από τους Οθωμανούς.
Δίπλα από τον μιναρέ του υπήρχαν δύο ταφικά μνημεία (τουρμπέδες όπως ήταν γνωστοί) επιφανών Οθωμανών. Το 1907 το τζαμί κατεδαφίσθηκε από τη μουσουλμανική κοινότητα της Λάρισας καθώς θεωρήθηκε ετοιμόρροπο, ενώ τα ταφικά μνημεία ισοπεδώθηκαν μεταπολεμικά, όταν ο χώρος αυτός άρχισε να οικοδομείται.
Η φωτογραφία αυτή ασφαλώς αποτυπώνει μια μέρα γιορτής. Ο Βάσος Καλογιάννης υποστηρίζει ότι πρόκειται για τις εορταστικές εκδηλώσεις της 31ης Αυγούστου 1882, που έγιναν για την επέτειο συμπλήρωσης ενός έτους από την απελευθέρωση της Λάρισας από τους Τούρκους [4]. Όμως η βαριά ενδυμασία του πλήθους δεν συνηγορεί τόσο πολύ για καλοκαιρινή εκδήλωση. Η φωτογραφία αυτή ομοιάζει με ένα χαρακτικό της γαλλικής εφημερίδας Le Monde Illustre των Παρισίων της 24ης Απριλίου 1897, όπως αναφέρεται και στην υποσημείωση αρ. 2 του κειμένου. Ο συνδυασμός των δύο αυτών απεικονίσεων και η κυκλοφορία του επιστολικού δελταρίου από το βιβλιοχαρτοπωλείο Πάλλα-Κοτζιά, που δραστηριοποιήθηκε αυτή την περίοδο, μας επιτρέπει να χρονολογήσουμε τη φωτογραφία στα 1897, όταν ο διάδοχος Κωνσταντίνος με την άφιξή του στη Λάρισα τις παραμονές του ελληνοτουρκικού πολέμου, παρακολούθησε τη δοξολογία για την επέτειο της 25ης Μαρτίου στον μητροπολιτικό Ναό του Αγίου Αχιλλίου (Βασιλική του Καλλιάρχη).

[1]. Η αναφορά στον λόφο του Φρουρίου που έχει επικρατήσει, θεωρείται σήμερα εσφαλμένη. Ποτέ δεν υπήρξε φρούριο ή κάστρο σ’ αυτόν τον χώρο παρά μόνον η ακρόπολη της αρχαίας Λάρισας. Η ονομασία Φρούριο προήλθε προφανώς από το γεγονός ότι τα υπολείμματα της τουρκικής κλειστής αγοράς, το λεγόμενο μπεζεστένι, που διατηρούνται μέχρι σήμερα, θεωρούνταν για μεγάλο χρονικό διάστημα από τους κατοίκους της πόλης, παλαιότερα και από αρχαιολόγους ακόμα, ότι ήταν αρχαιοελληνικό ή μεσαιωνικό κάστρο.
[2]. Ανάλογη αντίστοιχη παράταξη με συνωστισμό, υπάρχει και σε χαρακτικό που έχει εντοπισθεί στη γαλλική εφημερίδα Le Monde Illustre των Παρισίων της 24ης Απριλίου 1897 και παριστάνει την αναχώρηση του διαδόχου Κωνσταντίνου, του πρίγκιπα Νικολάου και της συνοδείας τους, από τον ναό του Αγίου Αχιλλίου, έπειτα από τη δοξολογία που έγινε στις 25 Μαρτίου 1897. Βλέπε: Παπαθεοδώρου Νικόλαος, Η Λάρισα στα χαρακτικά των ευρωπαίων περιηγητών. 16ος -19ος αιώνας, Λάρισα (2006) σελ.130-132.
[3]. Παλιούγκας Θεόδωρος, Η Λάρισα κατά την Τουρκοκρατία (1423-1881), τόμ. Β’, Κατερίνη, (2007) σελ. 759, πίν. ΙΓ’.

[4]. Καλογιάννης Βάσος, Η Χρυσή Βίβλος του Δήμου Λαρίσης. Από την μακραίωνη ιστορία της Θεσσαλικής πρωτευούσης, Λάρισα (1963) σελ. 127. 

Πέμπτη 9 Νοεμβρίου 2023

ΙΧΝΗΛΑΤΩΝΤΑΣ ΤΗΝ ΠΑΛΙΑ ΛΑΡΙΣΑ

Ο Ιπποκράτης στη Λάρισα και ο τάφος του

 
Ιπποκράτης ο Κώος. Ακριβές αντίγραφο αρχαίου ελληνικού νομίσματος που βρίσκεται στην ΚωνσταντινούποληΙπποκράτης ο Κώος. Ακριβές αντίγραφο αρχαίου ελληνικού νομίσματος που βρίσκεται στην Κωνσταντινούπολη

Του Νικ. Αθ. Παπαθεοδώρου (nikapap@hotmail.com)

Την Παρασκευή 3 Νοεμβρίου η Ιατρική Σχολή του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας ανακήρυξε τον συμπολίτη μας Χρήστο Κίττα, καθηγητή της Ιατρικής Σχολής και διατελέσαντα πρύτανη στο Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών, σε επίτιμο διδάκτορα. Παρευρέθηκα.

Η τελετή έγινε στο μεγάλο αμφιθέατρο των κτιρίων της Σχολής, το οποίο είναι αφιερωμένο στον σπουδαιότερο ιατρό όλων των εποχών Ιπποκράτη. Τη στιγμή της τελετής και μια-δυο μέρες μετά σκεπτόμουνα πόσοι άραγε, στη χώρα μας τουλάχιστον, γνωρίζουν ότι ο Ιπποκράτης όχι μόνον έζησε και δίδαξε, αλλά απεβίωσε και ενταφιάσθηκε στη Λάρισα; Παλαιότερα σε ιατρικό Συνέδριο στην Αθήνα είχα κάνει μια μικρή στατιστική. Για το γεγονός αυτό ρώτησα εκατό περίπου ιατρούς της ειδικότητάς μου (μαιευτήρες-γυναικολόγους) απ’ όλη την Ελλάδα, μέλη του Συνεδρίου, και μόνον οι επτά απάντησαν σωστά. Δεν ξέρω αν σήμερα έχει βελτιωθεί και μέχρι σε ποιον βαθμό η γνώση αυτή στους Έλληνες Ασκληπιάδες. Για τους υπόλοιπους; Ας μη γίνεται λόγος.
Η στήλη αυτή έχει ασχοληθεί κατά καιρούς με τον πατέρα της Ιατρικής Ιπποκράτη. Παρ’ όλα αυτά, σήμερα, λόγω της τελετής αυτής, μου δίνεται η ευκαιρία να αναφερθώ και σε άλλα γεγονότα της ζωής του Ιπποκράτη κατά την παραμονή του στη Θεσσαλία, καθώς και την ασάφεια η οποία επικρατεί γύρω από τον τάφο του.
Ο Ιπποκράτης γεννήθηκε στην Κω το 460 π.Χ. Γονείς του ήταν ο Ηρακλείδης, ιατρός στο Ασκληπιείο της Κω και η Φαιναρέτη. Γενεαλογικά θεωρείται ο 20ός ή 19ος απόγονος του Ασκληπιού, σύμφωνα με τον Φερεκύδη από το νησί της Λέρου, τον αστρονόμο Ερατοσθένη και τον ιστορικό Απολλόδωρο, οι οποίοι έζησαν λίγα χρόνια μετά τον Ιπποκράτη και ασχολήθηκαν διεξοδικά με την εξακρίβωση των προγόνων του [1]. Την ιατρική διδάχθηκε από τον πατέρα του. Κατά τη διάρκεια του βίου του περιηγήθηκε πολλές χώρες. Από έργα του, τα οποία κατά γενική ομολογία ανήκουν σε εκείνα τα οποία έγραψε ο Ιπποκράτης, τα ονομαζόμενα «γνήσια», ο ίδιος «διέτρεξεν» τη Θεσσαλία, όπου πέρασε από πολλές πόλεις, κυρίως, όμως, παρέμεινε στη Λάρισα και τη Μελιβοία. Στη Λάρισα πιστεύεται ότι παρέμεινε για μεγάλο χρονικό διάστημα. Η μακρά παραμονή του στη Θεσσαλία φαίνεται ότι υπήρξε η αφορμή για να αναφέρεται σε ορισμένα επιγράμματα ως «Θεσσαλός».
Τη Θεσσαλία επισκέφθηκε ξανά και σε μεγάλη ηλικία και διέμενε στη Λάρισα. Η επιστροφή αυτή λέγεται ότι σχετίζεται με την επιθυμία του να βρίσκεται τις τελευταίες ημέρες της ζωής του στην πατρίδα του Ασκληπιού, που ήταν η Τρίκκη της Θεσσαλίας και ένιωθε την ανάγκη να πεθάνει και να ενταφιασθεί στην πατρίδα του μεγάλου προγόνου του. Άσκησε την ιατρική μέχρι το τέλος του βίου του και έχουμε καταγεγραμμένα περιστατικά ασθενών του στη Λάρισα, στον Κραννώνα και σε άλλες πόλεις. Τα περιστατικά αυτά αναφέρονται με λεπτομέρειες από τον ίδιο, όπως η συμπτωματολογία της ασθένειας, η πορεία και η κατάληξή της.
Ο Ιπποκράτης πέθανε γύρω στα 370 π.Χ. Υπήρχε παλαιότερα μια ασάφεια ως προς τη χρονολογία θανάτου. Αρχαίοι και νεότεροι συγγραφείς αναφέρουν διάφορες ηλικίες θανάτου του, οι οποίες κυμαίνονται από 83 έως 109 ετών! Πιθανότερη χρονολογία θανάτου θεωρείται το έτος 377 π.Χ. Απέκτησε δύο γιους, τον Θεσσαλό και τον Δράκοντα, και μία θυγατέρα. Οι γιοι του παρέμειναν στη Θεσσαλία και μάλιστα ο Θεσσαλός συνέλεξε τα γραπτά του Ιπποκράτη, τα οποία είναι γνωστά ως «Βιβλία Επιδημιών» [2]. Ο Σωρανός ο Εφέσιος στο βιβλίο του «Βίοι ιατρών και αιρέσεις και συντάγματα» αναφέρει ότι ο Ιπποκράτης «Τέθαπται μεταξύ Γυρτώνος και Λαρίσης και δείκνυται άχρι δεύρο το μνήμα».
Από τότε και επί αιώνες επικρατεί μια σιγή όσον αφορά τον τάφο του Ιπποκράτη. Απ’ όσα γνωρίζω, ο πρώτος που κάνει αναφορά είναι ο Άνθιμος Γαζής (1758-1828), που καταγόταν από τις Μηλιές του Πηλίου. Έγραψε: «Ο τάφος του Ιπποκράτους κείται έξω της Λαρίσης μεταξύ εις τα των Τούρκων μνήματα, επάνω εις τον δρόμον, μετά τινος επιγραφής, τον οποίον είδον και εγώ, αναγνώσας και την επιγραφήν, μη δυνηθείς δε να την αντιγράψω διά τον φόβον των περικυκλωσάντων με Τουρκοπαίδων, αναχώρησα λυπημένος και με στεναγμούς. Αυτόθι κείνται και ετέρων πολλών παλαιών μνημεία με επιγραφάς και ουδείς των εν Λαρίση λογίων ηξιώθη μέχρι τούδε να τας αντιγράψει» [3]. Η μαρτυρία του Άνθιμου Γαζή είναι σαφής. Εντόπισε τη θέση του τάφου, διάβασε την επιγραφή του, χωρίς, όμως, να προλάβει να την αντιγράφει. Εξαιρετικό ενδιαφέρον, όμως, παρουσιάζει μια επισήμανση που ακολουθεί. Γράφει ότι στην περιοχή αυτή υπάρχουν και άλλοι αρχαίοι τάφοι με επιγραφές και συμπεραίνει ο ίδιος ότι ίσως πρόκειται για αρχαία νεκρόπολη, η οποία κατά τη διάρκεια της Τουρκοκρατίας δέχθηκε και οθωμανικούς τάφους. Και τελειώνει με μια επώδυνη παρατήρηση ότι κανένας Λαρισαίος λόγιος δεν αξιώθηκε να τις αντιγράψει.
Υπάρχουν και άλλες δύο μαρτυρίες οι οποίες επαληθεύουν την παρουσία του τάφου του Ιπποκράτη στη Λάρισα. Η πρώτη προέρχεται από τον Ρήγα Βελεστινλή (1757-1798), ο οποίος αναφέρει ότι ο τάφος υπήρχε ανάμεσα σε οθωμανικά μνήματα, στη θέση Αρναούτ Μαχαλά (συνοικία Αγ. Αθανασίου σήμερα), ο οποίος βρισκόταν τότε εκτός του οικιστικού χώρου της πόλης. Η δεύτερη προέρχεται από τον Αδαμάντιο Κοραή (1748-1833) και ουσιαστικά επιβεβαιώνει τον Ρήγα Φεραίο [4].
Επίσης, απ’ τους ξένους μελετητές ο λεξικογράφος της αρχαιολογίας Pauly αναφέρεται στον τάφο του Ιπποκράτη, ενώ οι Γερμανοί Gurlt, Wernich και Hirsch στο πολύτομο έργο τους «Biographisches Lexicon Hervorragender Aerzte» (Βιογραφικό Λεξικό εξεχόντων Ιατρών) σημειώνουν μετά βεβαιότητος ότι «ο τάφος του Ιπποκράτους, ο οποίος ακόμη κατά τους χρόνους του Γαληνού, δηλ. του 2ου μ.Χ. αιώνος, υπήρχε, ανευρέθη μεταξύ Λαρίσης και Γυρτώνος» [5].
Το 1826, έπειτα από μια σφοδρή νεροποντή, αποκαλύφθηκε από κάποιους χωρικούς σε μικρή απόσταση έξω από τη Λάρισα, στον δρόμο προς τον Τύρναβο, μια μαρμάρινη σαρκοφάγος η οποία έφερε πλάκα με επιγραφή. Οι λόγιοι Ιωάννης Οικονόμου Λογιώτατος και Θωμάς Ανδρεάδης καθάρισαν τη σαρκοφάγο και διέκριναν στην επιγραφή της πλάκας τα γράμματα ΙΠΠΟΚΡΑΤ. Με το άνοιγμα της σαρκοφάγου εντοπίσθηκαν στο εσωτερικό της διάφορα αρχαία νομίσματα και μια μικρή χρυσή αλυσίδα σε σχήμα όφεως. Με εντολή του Νετζήπ μπέη, ισχυρού Οθωμανού, η πλάκα με την επιγραφή μεταφέρθηκε στο σπίτι του, το οποίο βρισκόταν εκεί όπου σήμερα είναι κτισμένο το Δικαστικό Μέγαρο τη Λάρισας.
Την 1η Μαρτίου 1857, λίγα χρόνια μετά την εγκατάστασή του στη Λάρισα, ο ιατρός Σπυρίδων Σαμαρτζίδης με επιστολή του στο περιοδικό «Η εν Αθήναις Ιατρική Μέλισσα» ανέφερε ότι σε επίσκεψή του στο σπίτι του μπέη, ο οποίος εν τω μεταξύ είχε πεθάνει, εντόπισε το κάλυμμα της σαρκοφάγου με την επιγραφή, στο λουτρό της οικίας του και αντέγραψε τα τμήματα της επιγραφής που ήταν ευδιάκριτα, μεταξύ των οποίων και την ημιτελή λέξη ΙΠΠΟΚΡΑΤ. Όπως ήταν φυσικό, η επιστολή αυτή ευαισθητοποίησε πολλούς Έλληνες και ξένους ιατροφιλοσόφους και λογίους της εποχής και αμφισβητήθηκε η γνησιότητα του ευρήματος. Με σύσταση της Ιατρικής Εταιρείας Αθηνών, η Ελληνική Κυβέρνηση απέστειλε ειδική επιτροπή στην τουρκοκρατούμενη τότε Λάρισα για την εξακρίβωση των γεγονότων. Το συμπέρασμά της ήταν ότι όσα υποστήριζε στην επιστολή του ο Σαμαρτζίδης δεν επιβεβαιώθηκαν από την αυτοψία η οποία έγινε στους αναφερόμενους απ’ αυτόν τόπους [6].
Η τύχη της ενεπίγραφης αυτής πλάκας παρέμεινε έκτοτε άγνωστη. Μια πληροφορία για την τύχη της μας δίνει ο δικηγόρος, πολιτικός και παλιός δήμαρχος της Λάρισας Δημήτριος Χατζηγιάννης, χωρίς, όμως, και να την τεκμηριώνει. Αναφέρει ότι «Η πλάξ μετεφέρθη εις Κωνσταντινούπολιν» [7]. Αν αυτό ανταποκρίνεται στην πραγματικότητα, τότε η πλάκα θα πρέπει να βρίσκεται ξεχασμένη σε αποθήκη κάποιου Μουσείου της Κωνσταντινούπολης.
Σήμερα ορισμένοι αρχαιολόγοι πιστεύουν ότι ο τάφος του Ιπποκράτη, βάσει της αναφοράς του Σωρανού: «Τέθαπται δε μεταξύ Γυρτώνος και Λαρίσσης», πρέπει να βρίσκεται κάπου στην περιοχή του αεροδρομίου, γιατί η αρχαία οδός Λαρίσσης-Γυρτώνης περνούσε απ’ αυτήν την περιοχή. Όσον αφορά την αλυσίδα με τον χρυσό όφη, η σύζυγος του Σαμαρτζίδη Ευφροσύνη αναφέρει ότι πωλήθηκε τελικά σε κάποιον χρυσοχόο, τα δε νομίσματα τα κατείχε Οθωμανός πολίτης της Λάρισας [8].

***

[1]. Λαμέρας Κωνσταντίνος. Ιπποκράτης. Μετά διορθώσεων, παραλλαγών διαφόρων εκδόσεων, ερμηνειών και λεξιλογίων, Αθήναι (1930), σελ. ιε’.
[2]. Του ιδίου, σελ. μγ’-μστ’.
[3]. Άνθιμος Γαζής. Ελληνική Βιβλιοθήκη, τόμ. Α’, Βενετία (1807), σελ. 200.
[4]. Σκεύος Ζερβός, Πρακτικά Ιατρικής Εταιρείας Αθηνών, συνεδρία 25.5.1940, σελ. 475.
[5]. Χατζηβασιλείου Βασίλειος. Ο Τάφος του Ιπποκράτη στη Λάρισα και μια επιγραφή.
[6]. Για λεπτομέρειες βλέπε: Γεώργιος Αντωνακόπουλος - Ιωάννης Ηλιούδης: Η «ανακάλυψη» του τάφου του Ιπποκράτη στη Λάρισα (1857). περ. «Δέλτος», Αθήναι, τεύχ. 45, (Δεκέμβριος 2016), σελ. 17-33.
[7]. Δημ. Α. Χατζηγιάννης, Από την Ιστορίαν της Λαρίσης, Τμήμα Διαλέξεων της Ιστορικής και Λαογραφικής Εταιρείας των Θεσσαλών, εν Αθήναις, 1951.
[8]. Παπαθεοδώρου Νικόλαος. Σπυρίδων και Ευφροσύνη Σαμαρτζίδου. Το ζευγάρι που ανακίνησε το θέμα του τάφου του Ιπποκράτη, εφ. «Ελευθερία», Λάρισα, φύλλο της 1ης Νοεμβρίου 2017. Του ιδίου: Ιχνηλατώντας την παλιά Λάρισα-Δ’, Λάρισα (2022), σελ.187-190.

 ΛΑΡΙΣΑ ΜΙΑ ΕΙΚΟΝΑ, ΧΙΛΙΕΣ ΛΕΞΕΙΣ...

Οι πρώτες κάρτες της Λάρισας


Η ανατολική πλευρά της Λάρισας, όπως φαίνεται από τον λόφο της Ακρόπολης. Λεπτομέρεια από  φωτογραφία επιστολικού δελταρίου της Ελληνικής Ταχυδρομικής Υπηρεσίας. Κυκλοφόρησε το 1902.Η ανατολική πλευρά της Λάρισας, όπως φαίνεται από τον λόφο της Ακρόπολης. Λεπτομέρεια από φωτογραφία επιστολικού δελταρίου της Ελληνικής Ταχυδρομικής Υπηρεσίας. Κυκλοφόρησε το 1902.

Από τον Νίκο Παπαθεοδώρου
nikapap@hotmail.com

Από το 1880, μια εποχή δύσκολη στις επικοινωνίες ανάμεσα σε απομακρυσμένες περιοχές, είχε επικρατήσει στην Ελλάδα ένα νέο είδος αλληλογραφίας, πέραν των κλασικών επιστολών. Ήταν τα λεγόμενα επιστολικά δελτάρια, τα οποία είναι περισσότερο γνωστά ως cartpostal ή μονολεκτικά κάρτες.

Τα δελτάρια αυτά ήταν απλές υπόλευκες κάρτες, διαστάσεων συνήθως 15 x 10 εκ. περίπου, οι οποίες σταδιακά είχαν αρχίσει να αντικαθιστούν πολλές από τις κλειστές σε φάκελο επιστολές. Στην μια όψη έφεραν έντυπο γραμματόσημο με την κεφαλή του Ερμή, την ένδειξη «ΕΠΙΣΤΟΛΙΚΟΝ ΔΕΛΤΑΡΙΟΝ/CARTE CORRESPONDENCE» και διέθεταν ειδικό χώρο για τη διεύθυνση του αποστολέα και του παραλήπτη, ενώ στην άλλη όψη ο αποστολέας έγραφε κάποιο σύντομο μήνυμα.
Όταν αργότερα στις προηγμένες χώρες η φωτογραφική τέχνη είχε πλέον εξελιχθεί, τα επιστολικά δελτάρια έγιναν εικονογραφημένα, δηλαδή από τη μια πλευρά εκτύπωναν κάποια φωτογραφία. Συνήθως απεικόνιζαν τοπία, αλλά για τους ρομαντικούς υπήρχαν και εικόνες με ερωτευμένα ζευγάρια. Από την πρώτη κιόλας στιγμή τα δελτάρια αυτά έγιναν πολύ δημοφιλή και άρχισαν να κυκλοφορούν μαζικά.
Φυσικό ήταν να ακολουθήσει και η Ελλάδα το πνεύμα της εποχής. Λίγο πριν από το 1900 εμφανίσθηκαν διάφορες ιδιωτικές πρωτοβουλίες στον τομέα των εικονογραφημένων δελταρίων. Το 1900 όμως η Γενική Διεύθυνση Ταχυδρομείων και Τηλεγράφων Ελλάδος προκήρυξε πανελλήνιο διαγωνισμό μεταξύ φωτογράφων και οι 384 καλύτερες κυκλοφόρησαν κατά διαστήματα σε αριθμημένες κάρτες με τοπία και αρχαιότητες απ’ όλη την μέχρι τότε Ελλάδα. Η πρώτη σειρά βγήκε στη αγορά τον Ιούλιο του 1901. Από τα 384 εικονογραφημένα δελτάρια της Ελληνικής Ταχυδρομικής Υπηρεσίας, τα 61 απεικονίζουν τοπία της Θεσσαλίας και τα οκτώ απ’ αυτά είναι διάφορες απόψεις της Λάρισας. Τα τελευταία κυκλοφόρησαν την 1η Μαΐου 1902. Το έντονο ενδιαφέρον των Λαρισαίων για τις πρώτες εικονογραφημένες κάρτες της πόλης μας αποτυπώνεται σε δημοσιεύματα του τοπικού τύπου της εποχής [1]. Είναι λογικό οι λήψεις των φωτογραφιών στις κάρτες της Ελληνικής Ταχυδρομικής Υπηρεσίας να έγιναν σε προγενέστερα χρονικά διαστήματα από την ημερομηνία κυκλοφορίας τους, χωρίς να γνωρίζουμε πότε ακριβώς. Σε ορισμένες μπορεί να εκτιμηθεί η χρονολογία τους από τη γνώση του χρόνου κατασκευής ή κατεδάφισης ορισμένων κτιρίων που απεικονίζονται. Γι’ αυτό και τοποθετούνται στην περίοδο 1899-1900. Βλέποντας κανείς τις απεικονίσεις αυτές και έχοντας κατά νουν την όψη της σημερινής Λάρισας δεν αναγνωρίζει παρά ελάχιστα σημεία της. Στα πρώτα αυτά εικονογραφημένα δελτάρια αναφέρονταν μόνον οι εκδότες οι οποίοι τα εκτύπωναν και τα διακινούσαν, χωρίς να αναφέρονται οι φωτογράφοι που είχαν κάνει τις λήψεις.
Τα πρώτα ιδιωτικά εικονογραφημένα φωτολιθογραφικά επιστολικά δελτάρια που απεικονίζουν τη Λάρισα κυκλοφόρησαν από το χαρτοπωλείο και τυπογραφείο των Πάλλη & Κοτζιά που η επιχείρησή τους βρισκόταν στην οδό Ερμού 8 στην Αθήνα από το 1880. Η εταιρεία αυτή είχε μεγάλη παραγωγή καρτών για όλες σχεδόν τις περιοχές της Ελλάδας και σήμερα οι απόψεις αυτές της Λάρισας αποτελούν σημείο αναφοράς για την ιστορία της μετά την ενσωμάτωση της Θεσσαλίας το 1881. Είναι αριθμημένες, ασπρόμαυρες και μερικές έχουν επιχρωματισθεί, όμως με όχι ιδιαίτερη επιμέλεια. Η παλαιότερη απεικόνιση της Λάρισας είναι η υπ’ αριθμ. 374 και φέρει τον υπότιτλο «Πλατεία Καλλιθέας (Ακροπόλεως)» και αποτυπώνει μια μέρα γιορτής πάνω στο Λόφο.
Από τους πρώτους που τύπωσαν εικονογραφημένα επιστολικά δελτάρια ήταν και ο εκδοτικός οίκος Κ. Ελευθερουδάκη, ο οποίος κατά το 1918 άνοιξε στην πλατεία Συντάγματος το γνωστό βιβλιοπωλείο του. Για τη Λάρισα είχε κυκλοφορήσει ελάχιστες κάρτες. Προσοχή όμως γιατί εκείνες με την ένδειξη «Θεσσαλία – Πηνειός» δεν απεικονίζουν σκηνές από το ποτάμι της Λάρισας. Προσεκτική ανάλυσή τους οδηγεί στην αποκάλυψη ότι οι λήψεις είναι από ποταμό μάλλον της Κεντρικής Ευρώπης.
Κοντά σ’ αυτούς πρέπει να προσθέσουμε και τον Βολιώτη ζωγράφο-φωτογράφο Στέφανο Στουρνάρα (1867-1928). Τα παλαιότερα επιστολικά δελτάρια είναι της Α’ σειράς, με φωτογραφίες του 1895-1905. Είναι ασπρόμαυρες, αριθμημένες και της Λάρισας έχουν εκτός από δικές του λήψεις και αντιγραφές άλλων. Μετά το 1905 ασχολήθηκε με τις έγχρωμες κάρτες. Αυτές ουσιαστικά ήταν οι ασπρόμαυρες φωτογραφίες, οι οποίες με μια ειδική χρωμολιθογραφική επεξεργασία εκτυπώνονταν στη Γερμανία. Οι κάρτες αυτές ήταν για τη Λάρισα πολλές και αποτελούσαν πρωτοπορία για τα ελληνικά δεδομένα της εποχής.
Η δημοσιευόμενη φωτογραφία είναι μία από τις οκτώ κάρτες που είχε κυκλοφορήσει η Ελληνική Ταχυδρομική Υπηρεσία και απεικονίζουν τοπία της Λάρισας. Η λήψη της συγκεκριμένης έγινε από το ύψος της τουρκικής αγοράς (μπεζεστένι) και απεικονίζει μέρος της ανατολικής περιοχής της Λάρισας. Μπροστά είναι ο χώρος της εβδομαδιαίας αγοράς (Τετάρτη) και εκείνο που διακρίνεται ανάμεσ στο χάος των χαμόσπιτων είναι προς τα δεξιά το κτίριο των ανακτόρων και πίσω του ακριβώς ο μιναρές του Γενί τζαμί.
Συμπερασματικά μπορούμε να πούμε ότι οι απόψεις της Λάρισας μέσα από τα πρώτα εικονογραφημένα επιστολικά δελτάρια που κυκλοφόρησαν διάφοροι εκδότες μας δίνουν την δυνατότητα να αναπλάσουμε με κάποια σχετική ακρίβεια την όψη της πόλης μας και κυρίως του κεντρικού τομέα της, έτσι όπως ήταν στις αρχές του περασμένου αιώνα, μόλις είκοσι χρόνια μετά την προσάρτηση της περιοχής μας στο ελεύθερο ελληνικό κράτος.

 

[1]. «Έφθασαν ήδη από τινος εις το Ταχυδρομείον εις αρκετήν ποσότητα και τα εικονογραφημένα δελτάρια της πόλεώς μας, των οποίων μεγάλη, ως πληροφορούμεθα, γίνεται ζήτησις …», εφ. «Όλυμπος», Λάρισα, φύλλο της 7 Ιουλίου 1902.