Κυριακή 24 Μαΐου 2015

ΕΛΛΗΝΩΝ μύθοι.
Από τον Κων/νο Οικονόμου*
ΓΕΝΙΚΑ: Οι Ωκεανίδες ήταν μυθικά πλάσματα της θάλασσα, οι αλλιώς ήταν ενάλιες Νύμφες. Είχαν μορφή παρθένου από τη μέση και πάνω και ψαριού από τη μέση και κάτω, κάτι σαν τις γνωστές μας, δηλαδή, γοργόνες. Κάποιοι πίστευαν ότι είχαν δύο ουραία πτερύγια. Άλλα ονόματά τους ήταν: Ωκεανίνες, Ωκεανίτιδες ή Ωγενίδες.
ΠΟΙΕΣ ΗΤΑΝ: Ο Όμηρος αναφέρει ονομαστικά δύο Ωκεανίδες, τη μητέρα των Χαρίτων, Ευρυνόμη και την Περσηίδα, που ήταν σύζυγος του Ήλιου και μητέρα του βασιλιά της Κολχίδας Αία και της μάγισσας Κίρκης [Οδύσσεια, ι 139]. Αντίθετα ο Ησίοδος, στη Θεογονία [346-370], αναφέρει ότι ήταν 3.000, δίνοντας όμως τα ονόματα μόνο σαράντα μιάς εξ αυτών. Ο ίδιος συγγραφέας αναφέρει ότι οι Ωκεανίδες ήταν κόρες του Τιτάνα Ωκεανού και της Τηθύος. Ας δούμε μερικά στοιχεία για τις κυριότερες εξ αυτών:
Η Ωκεανίδα Ασια [ή Άσωπις, κατά τον Πρόκλο] που έδωσε το όνομά της στην ομώνυμη ήπειρο. Παντρεύτηκε τον Ιαπετό. Μαζί του έκανε τους Τιτάνες Προμηθέα, Επιμηθέα, Άτλαντα και Μενοίτιο.
Η Δωρίς που παντρεύτηκε το Νηρέα. Μαζί απέκτησαν 50 θυγατέρες, που είναι γνωστές ως Νηρηίδες. Πολλοί πιστεύουν ότι η Δωρίδα συμβολίζει το θαλάσσιο ζωικό βασίλειο. Σε αρχαία αγγεία απεικονίζεται η Δωρίς με τον Νηρέα στην πάλη του Πηλέα με τη Θέτιδα.
Η Ευρυνόμη που, πριν την εποχή του θεού Κρόνου, συμβασίλευε με τον σύζυγό της, Οφίωνα, στον 'Ολυμπο, από όπου τελικά εκδιώχθηκε από τον Κρόνο και τη Ρέα για να βρουν καταφύγιο στη θάλασσα. Η Ευρυνόμη με τη βοήθεια της Θέτιδας περιμάζεψε τον Ήφαιστο, όταν τον πέταξαν από τον Όλυμπο στη θάλασσα. Ο Δίας απέκτησε από την Ωκεανίδα Ευρυνόμη τρεις κόρες, τις Χάριτες. Γιος της Ευρυνόμης ήταν και ο ποτάμιος θεός Ασωπός. Ναός της Ευρυνόμης υπήρχε στη Φιγάλεια, μέσα σε κυπαρισσόδασος. Το ξόανο [λατρευτικό άγαλμα της θεάς] την παρίστανε από τη μέση και πάνω ως γυναίκα και από τη μέση και κάτω ως ψάρι. Τον ναό αυτό τον άνοιγαν οι κάτοικοι της Φιγαλείας άπαξ ετησίως και προσέφεραν θυσίες στη θεά.
Η Ιδυία [ή κατά τον Απολλώνιο Ρόδιο, Ειδυία] που παντρεύτηκε τον βασιλιά Αιήτη της Κολχίδας [Αία]. Παιδί της Ιδυίας και του Αιήτη ήταν η Μήδεια. Μερικές πηγές την αποκαλούν «θεά της γνώσεως».
Η Καλλιρρόη, που για πολλούς, δεν ήταν κόρη του Ωκεανού, αλλα του Αχελώου, η οποία παντρεύτηκε τον Αλκμέωνα, όταν εκείνος αναζήτησε καταφύγιο στις όχθες του ποταμού Αχελώου. Κάποτε η Καλλιρρόη ζήτησε από τον Αλκμέωνα να της φέρει το περιδέραιο της Εριφύλης. Όμως, όταν ο Αλκμέων επέστρεφε στην Ψωφίδα,τον σκότωσαν οι αδελφοί της πρώτης του συζύγου. Η Καλλιρρόη,όντας έμμεσα υπεύθυνη για τον θάνατο του συντρόφου της, ικέτευσε τον Δία να κάνει αμέσως άντρες τους γιους της, τον Αμφότερο και τον Ακαρνάνα, ώστε να μπορέσουν να εκδικηθούν τη δολοφονία του πατέρα τους. Τον μύθο παρουσίαζε ο Ευριπίδης στην τραγωδία του: «Αλκμέων δια Ψωφίδος» [χαμένη]. Όμως, με το όνομα Καλλιρρόη εμφανίζονται και άλλες τοπικές θεότητες, όλες κόρες ποταμών:
Έτσι Καλλιρρόη ήταν η κόρη του ποταμού Σκάμανδρου της Τροίας,Καλλιρόη η κόρη του Νέστου και Καλλιρρόη η κόρη του μικρασιατικού ποταμού Μαιάνδρου!
Η Καλυψώ, που στο Μύθο, εμφανίζεται είτε ως κόρη του Ωκεανού,είτε ως κόρη του Άτλαντα, είτε του θεού Ηλίου και της Ωκεανίδος Περσηίδας. Ζούσε στη νήσο Ωγυγία [ίσως η Θέουτα ή η Μάλτα].Κατοικούσε σε ένα μεγάλο σπήλαιο, κοντά στην είσοδο του οποίου υπήρχαν φυσικοί κήποι, ιερό δάσος και πηγές. Εκεί περνούσε την ημέρα της η Ωκεανίδα αυτή Νύμφη, κλώθοντας και υφαίνοντας με τις υπηρέτριές της, που ήταν και αυτές Νύμφες. Η Καλυψώ υποδέχθηκε τον Οδυσσέα στο νησί της ως ναυαγό.
Η Κλυτία, που κάποτε εγκαταλείφθηκε από τον θεό Απόλλωνα,ο οποίος την είχε βιάσει και θέλησε από τη στενοχώρια της να πεθάνει από πείνα. Αλλά ο Απόλλων τη μετεμόρφωσε σε ηλιοτρόπιο.Αναφέρεται επίσης ότι η Κλυτία κατήγγειλε την αδελφή της Λευκοθόη, ως ερωμένη του Απόλλωνα, στον πατέρα της, και αυτός την έθαψε ζωντανή!
Η Μήτις που ήταν, κατά τον Ησίοδο, κόρη του Ωκεανού και της Τηθύος και πρώτη σύζυγος του Δία. Κατά τον Ακουσίλαο, η Μήτις γεννήθηκε μαζί με τον Έρωτα και τον Αιθέρα από την ένωση του Ερέβους και της Νύχτας. Θεωρούνταν θεότητα της σοφίας και της φρόνησης, ιδιότητες που κληρονόμησε στην κόρη της Αθηνά.
Η Πλουτώ, που κατά την παράδοση, έπαιζε μαζί με την Περσεφόνη, κατά την αρπαγή της τελευταίας από τον Πλούτωνα.
Η Στύγα (Στυξ ή Στυγξ), που απέκτησε από τον Πάλλαντα τέσσερα παιδιά τον Ζήλο, τη Νίκη, το Κράτος και τη Βία. Ήταν μεν Ωκεανίδα, αλλά είχε το παλάτι της στα Τάρταρα και τη φύλαγαν μέ-
ρα νύχτα δράκοι ακοίμητοι. Από το παλάτι της προέρχονταν τα νερά της πηγής Ύδωρ Στυγός. Κατά μια άλλη μυθολογική θεώρηση, η Στυξ ήταν ένα από τα ποτάμια στις πύλες του Κάτω Κόσμου [σήμερα η ομώνυμη πηγή βρίσκεται σήμερα στην ανατολική πλαγιά του όρους Αροάνια]. Θεοί και θνητοί έδιναν όρκο στα νερά της και η παραβίαση του όρκου από τους θεούς ισοδυναμούσε με δέκα χρόνια λήθαργο όμοιο με το θάνατο! Στα νερά αυτά η Θέτις είχε βουτήξει
τον μικρό Αχιλλέα, κάνοντας το σώμα του άτρωτο, εκτός από το μέρος που τον κρατούσε, τη φτέρνα του. 
Άλλες σημαντικές Ωκεανίδες ήταν οι εξής: Αδμήτη, Γαλαξαύρη, Διώνη, Ιάνειρα και Ιάνθη [που αναφέρονται ως συνοδοί της Περσεφόνης στον Άδη], Ιππώ, Καλυψώ,
Κερκηίς, Κλυμένη, Λευκίππη, Ξάνθη, Τελεστώ, Χρυσηίς και Ωκυρρόη.
ΡΟΛΟΣ-ΣΥΜΒΟΛΙΣΜΟΣ: Οι Ωκεανίδες θεωρούνταν Νύμφες προστάτιδες των υδάτων, ιδιαίτερα των θαλασσίων, αφού η θάλασσα αποτελούσε και την κατοικία τους. Από τις περιγραφές των μυθικών παραδόσεων συμπεραίνουμε ότι οι Ωκεανίδες αποτελούσαν για
τους αρχαίους Έλληνες ιδεατές ανθρωπόμορφες έννοιες των πηγών, μιας που κατά το ήμισυ ήταν κόρες, που τα ύδατά τους μεταφέρονταν από τους ποταμούς στην ανοικτή θάλασσα, τον αρχαίο μυθικό πατέρα τους, δηλαδή τον Ωκεανό, έχοντας το άλλο τους μισό σαν ψάρι, καταλήγοντας σε απλή εκβολή (ένα ουραίο πτερύγιο)ή σε δέλτα ποταμού (διπλό ουραίο πτερύγιο). Σύμφωνα με τους ερμηνευτές των αρχαίων ελληνικών μύθων, ο μύθος των Ωκεανίδων προέκυψε αμέσως μετά την περίοδο του μεγάλου Κατακλυσμού [Δευκαλίων].
Το επόμενο Σάββατο, συν Θεώ, θα ασχοληθούμε στη σειρά "Ελλήνων Μύθοι" με τις Νύμφες των δασών και των δέντρων, τις Δρυάδες.
* Ο Κωνσταντίνος Αθ. Οικονόμου, είναι δάσκαλος στο 32ο Δ. Σχ.
Λάρισας, συγγραφέας
Konstantinosa.oikonomou@gmail.com www.scribd.com/oikonomoukon

ελευθερία λάρισας

Τρίτη 19 Μαΐου 2015


ΛΑΡΙΣΑ - Μια εικόνα χίλιες λέξεις...

Ο προπολεμικός ναός του Αγίου Αχιλλίου
Η επιβλητική παρουσία του προπολεμικού ναού του Αγίου Αχιλλίου δέσποζε στο ΝΔ τμήμα του λόφου του Φρουρίου. Διακρίνονται ο ενισχυτικός τοίχος υποστήριξης κατά μήκος της παρόχθιας οδού και τα προστατευτικά μεταλλικά κιγκλιδώματα στις ακάλυπτες πλευ-
ρές του προαύλειου χώρου.
Και σήμερα η στήλη θα παρακολουθήσει την επικαιρότητα, με την ευκαιρία της εορτής του πολιούχου μας Αγίου Αχιλλίου. Η εικόνα η οποία συνοδεύει το κείμενο προέρχεται από επιστολικό δελτάριο και είναι παραγωγή του «Φωτοτυπείου Α. Γκινάκου – Γ. Μαργαρίτη,
Στοά Συγγρού 5, Αθήναι». Σύμφωνα με κάποιες σφραγίδες ταχυδρόμησης συγκεκριμένων καρτών και ημερομηνίες των αποστολέων, η δράση του φωτογραφείου αυτού θα πρέπει να τοποθετηθεί στα πρώτα χρόνια της δεκαετίας του 1930. Για τη Λάρισα το εργαστήριο αυτό έχει τυπώσει πολλές κάρτες, τον αριθμό των οποίων ακριβώς δεν γνωρίζουμε, γιατί κυκλοφόρησαν χωρίς αρίθμηση. Ο φωτογράφος έστησε τη μηχανή του στην περιοχή του σημερινού Κηποθεάτρου, με πρόθεση να αποτυπώσει την βορειοδυτική γωνία του λόφου του Φρουρίου.
Η φωτογραφία αυτή επιβεβαιώνει την προνομιακή θέση που κατείχε ο μητροπολιτικός ναός Λαρίσης στον χώρο της Ακροπόλεως (Φρούριο έχει επικρατήσει από χρόνια στη Λάρισα να ονομάζεται η περιοχή αυτή). Κτισμένος πάνω σε υπερυψωμένο χώρο και με αρχιτεκτονικά στοιχεία που τον πρόσθεταν ύψος, δέσποζε από μακρινή απόσταση σε όσους έρχονταν στην πόλη από την πύλη του Τυρνάβου. Ο ναός αυτός αντικατέστησε τη βασιλική του Καλλιάρχη. Άρχισε να κτίζεται περί το 1900, αλλά τα εγκαίνια (θυρανοίξια) έγιναν τον Σεπτέμβριο του 1907 από τον μητροπολίτη Λαρίσης Αμβρόσιο Κασσάρα [1].Αρχιτεκτονικά η στέγη του έχει το σχήμα
του σταυρού (σταυρεπίστεγη), στο μέσον του οποίου υψώνεται πανύψηλος τρούλος, ενώ στη δυτική κύρια όψη του υπάρχουν δύο τετραώροφα καμπαναριά, τα οποία συναγωνίζονται σε ύψος τον τρούλο. Η όμορφη αυτή εκκλησία δυστυχώς είχε μικρό χρόνο ζωής, μόλις τριάντα τέσσερα χρόνια, γιατί ο τρομερός για την πόλη μας σεισμός της 1ης Μαρτίου του 1941 τον τραυμάτισε σοβαρά και οι επακολουθήσαντες κατοχικοί βομβαρδισμοί τον αποτελείωσαν. Σήμερα στη θέση του υπάρχει ανθόκηπος, στο μέσον του οποίου έχει στηθεί η προτομή του μαρτυρικού μητροπολίτου Λαρίσης Πολύκαρπου Δαρδαίου, από τη Δάρδα της Β. Ηπείρου,
με δαπάνες του συμπολίτη μας εμπόρου Ηλία Κολέσκα,ο οποίος είχε την ίδια καταγωγή με τον Πολύκαρπο. Ο σημερινός μεγαλοπρεπής ναός κτίσθηκε νοτιότερα, στο σημείο όπου στη φωτογραφία διακρίνονται οι δύο κατοικίες.
Μπροστά από την δυτική όψη του ναού εκτείνεται μικρός προαύλειος χώρος, που συνεχίζεται και βόρεια και ο οποίος ορίζεται από μια συστοιχία δένδρων. Στη φωτογραφία διακρίνεται καθαρά το ενισχυτικό τοιχίο υποστήριξης του λόφου κατά μήκος της παρόχθιας οδού, το οποίο συνεχίζεται σε μικρότερο ύψος και προς τα βόρεια, στην αρχή της σημερινής οδού Γεωργιάδου.
Δεξιότερα, δεν διακρίνεται όμως στη φωτογραφία, είχε κατασκευασθεί το 1894 μια σειρά από πολλά σκαλοπάτια «προς εξωραϊσμόν του Αγίου Αχιλλίου»[2], τα οποία συνέδεαν την αυλή του ναού με τον δρόμο δίπλα στη δεξιά όχθη του Πηνειού.
[1]. Ο μητροπολίτης Αμβρόσιος Κασσάρας διαδέχθηκε το 1900 στον θρόνο της Μητροπόλεως Λαρίσης τον Νεόφυτο Πετρίδη, με μετάθεση από την επισκοπή Πλαταμώνος. Το 1910,λόγω καταγγελιών εν πολλοίς ανυπόστατων, με απόφαση της Ιεράς Συνόδου καθαιρέθηκε από το επισκοπικό αξίωμα.
Μετά την καθαίρεσή του διέμενε «σχολάζων» στο Συκούριο,όπου από καιρό είχε μετακομίσει από την ιδιαίτερη πατρίδα τους την Κάλυμνο, όλη η οικογένεια. Το Πάσχα του 1918 αναπαύθηκε και ο τάφος του διατηρείται μέχρι σήμερα στο προαύλιο του Ναού του Αγ. Κωνσταντίνου στο Συκούριο.
[2]. Η περιγραφή αυτή υπάρχει αυτούσια στο συμβόλαιο αριθμ.16008, το οποίο συνέταξε στις 13 Ιανουαρίου 1894 ο συμβολαιογράφος Λαρίσης Αγαθάγγελος Ιωαννίδης, μεταξύ του δημάρχου Αχιλλέως Αστεριάδου ο οποίος εκπροσωπούσε ως πρόεδρος το εκκλησιαστικό συμβούλιο του ναού του Αγίου Αχιλλίου και του εργολάβου δημοσίων και δημοτικών έργων Αντωνίου Ν. Ρίζου, για την κατασκευή του κλιμακοστασίου.
Ο εργολάβος Αντώνιος Ρίζος είναι ο πατέρας του παλιού μαιευτήρα της Λάρισας Αθανασίου (Νάσου) Ρίζου και παππούς της γνωστής Λαρισαίας Ιουλίας (Λίλας) Ρίζου. Το συμβόλαιο
βρίσκεται στα Γ.Α.Κ. Λάρισας και αντίγραφό του μου προμήθευσε ο φίλος ερευνητής Κώστας Θεοδωρόπουλος.
nikapap@hotmail.com

ελευθερία λάρισας

Σάββατο 16 Μαΐου 2015

Οι Νηρηίδες [Νύμφες της θάλασσας]

* Από τον Κων/νο Οικονόμου

Η Θέτιδα με άλλες Νηρηίδες μεταφέρουν το σώμα του νεκρού Αχιλλέα

ΓΕΝΙΚΑ: Οι Νηρηίδες, που λατρεύονταν ως θεές της ήρεμης θάλασσας, φιλικές προς τους ανθρώπους, σύμφωνα με την ελληνική Μυ-
θολογία, ήταν νύμφες, που ροσωποποιούσαν καταστάσεις και χαρακτηριστικά της θάλασσας. Ήταν κόρες του θαλασσινού θεού Νηρέα και της Ωκεανίδας Δωρίδας. Και εφόσον η Δωρίς ήταν κόρη του Ωκεανού, οι Νηρηίδες ήταν εγγονές του.
Η ΖΩΗ ΤΟΥΣ: Οι Νηρηίδες ήταν, αναλόγως του συγγραφέα, μεταξύ των πενήντα και εκατό. Ζούσαν στο βυθό της θάλασσας, στο παλάτι
του πατέρα τους και περνούσαν τη μέρα τους κολυμπώντας και παίζοντας με δελφίνια, ή τραγουδούσαν και ύφαιναν καθισμένες στα βράχια ή σε χρυσούς θρόνους. Στην εικονογραφία παρουσιάζονται συχνά να στεγνώνουν τα πλούσια και μακριά μαλλιά τους. Δεν επέτρεπαν σε καμία θνητή να παραβάλλεται με αυτές στην ομορφιά. Πολλές φορές ακολουθούσαν τα άρματα άλλων θαλάσσιων θεοτήτων. Είχαν τη δύναμη
να ταράζουν τη θάλασσα αλλά και να την ηρεμούν. Γενικά ήταν πάντοτε χαρούμενες λόγω της αθανασίας τους.
ΟΙ ΠΙΟ ΓΝΩΣΤΕΣ: Οι πιο γνωστές από αυτές είναι η Αμφιτρίτη, επίσημη σύζυγος του Ποσειδώνα και μητέρα του Τρίτωνα, η Θέτις, σύζυγος του θνητού Πηλέα και μητέρα του Αχιλλέα, η Ψαμάθη, γυναίκα του Κριτή του Άδη, Αιακού και η Γαλάτεια, σύζυγος του κύκλωπα Πολύφημου. Τα ονόματα των Νηρηίδων που αναφέρει ο Ησίοδος στη Θεογονία,συμβολίζουν τις διάφορες καταστάσεις και χάρες της θάλασσας (ευεργετήματα της θάλασσας, πλούτη που δίνει στον άνθρωπο και την βοήθειά της στο ανθρώπινο εμπόριο), όπως άλλωστε φαίνεται από τα περισσότερα ονόματα, που παρατίθενται στη συνέχεια. Μερικά από τα ονόματα που μνημονεύει ο Ησίοδος είναι: Η Αγαύη, που ήταν γνωστή για την υπερηφάνεια της, τη μεγαλοπρέπειά της και τη λαμπρότητά της, που σέβονταν και αναγνώριζαν όλοι. Η Ακταία, που ήταν υπεύθυνη για το διακανονισμό των σχέσεων της θάλασσας με τις ακτές, όπως μαρτυρά και το όνομά της. Η Αλία όπως επίσης φαίνεται απ' το όνομά της, ήταν υπεύθυνη για τα ψάρια της θάλασσας. Μαζί με τον Ποσειδώνα απέκτησε 6 γιους και μια κόρη, τη Ρόδο, από την οποία πήρε το όνομά του το μεγαλύτερο νησί των Δωδεκανήσων. Άλλα ονόματα Νηρηίδων είναι τα παρακάτω: Δυναμήνη, Δωτώ, Ερατώ, Ευλιμένη, Θεμιστώ, Ιπποθόη, Θόη, Μενίππη, Πανόπη, Πασιθέα, Προνόη, Σπειώ, Φέρουσα,Γαλήνη, Ευδώρη, Ευκράτη, Ευνίκη, Ευπόμπη, Κυματολήγη, Κυμοδόκη,Κυμοθόη, Λειαγόρη, Λυσιάνασσα, Μελίτη, Νησαία, Νησώ, Πολυνόη,Ποντοπόρεια, Πρωτομέδεια, Πρωτώ.
ΑΝΔΡΟΜΕΔΑ ΚΑΙ ΝΗΡΗΙΔΕΣ: Σύμφωνα με την παράδοση ήταν ιδιαίτερα υπερήφανες για την ομορφιά τους. Όταν η Κασσιόπη, σύζυγος του Κηφέα, που βασίλευε στους Κηφήνες, καυχήθηκε ότι ήταν πιο ωραία από τις Νηρηίδες, εκείνες θύμωσαν και ζήτησαν από τον Ποσειδώνα την παραδειγματική τιμωρία της. Πράγματι ο Κηφέας αναγκάστηκε από το θεό της θάλασσας να δέσει την κόρη του Ανδρομέδα,σε ένα βράχο της θάλασσας προκειμένου να την κατασπαράξει ένα θαλάσσιος κήτος. Όμως, ως από μηχανής θεός, επενέβη ο Περσέας και την έσωσε από βέβαιο φρικτό θάνατο.
ΝΗΡΗΙΔΕΣ ΚΑΙ ΤΕΧΝΗ: Οι Νηρηίδες εμφανίζονται σε πλήθος αγγείων, από την κλασική εποχή και μετέπειτα. Απεικονίζονται συνήθως με σεμνή μορφή, ντυμένες. Άλλοτε πάλι εμφανίζονται γυμνές σε παιχνίδια με τους Ερωτιδείς, είτε σε παραστάσεις που αναφέρονται στη
νήσο των Μακάρων και φυσικά υπονοούν τη μεταθανάτια ζωή. Αλλά και στη γλυπτική κατέχουν πολύ αξιόλογη θέση.
ΛΑΟΓΡΑΦΙΚΑ: Οι Νηρηίδες παραμένουν μέχρι και σήμερα στις δοξασίες των Ελλήνων με παραφθορά του ονόματος ως νύμφες "Νεράιδες". Νηρηίδες ήταν ο πιο αρχαίος τύπος του ονόματος όπως τον μεταφέρει ο Όμηρος, ο Ησίοδος κ.α. Η παρετυμολογία του ονόματος,
σύμφωνα με την οποία το «νεράιδα» προέρχεται από τη λέξη «νερά»,αποδίδει επίσης τη στενή τους σχέση με το νερό. Άλλωστε οι νεράιδες των παραμυθιών, όπως και οι νύμφες ζουν στα βουνά, στα δάση, σε σπηλιές, ή όπως οι Ναϊάδες σε ποτάμια, σε βρύσες, σε συντριβάνια,
σε όλη τη φύση, και αποκαλούνται με πολλά ονόματα: ανεράδες, ανεραγόδες, νεράισσες, ξεραμένες, αβραγίδες κτλ. Κινούνται σε χώρους κυκλικούς (συντριβάνι, λίμνη, στέρνα), όπως κυκλικές είναι οι κινήσεις τους στον χορό ή στο γνέσιμο. Ο χορός τους αφήνει κυκλικά χνάρια
στο χορτάρι σύμφωνα με τις παραδόσεις πολλών λαών. Είναι όμορφες με μακριά ξανθά μαλλιά, συνήθως πράσινα μάτια, φορούν λευκά φουστάνια με λευκό μαντήλι, ενώ τις βλέπουν μόνο οι ... σαββατογεννημένοι και οι ελαφροϊσκιωτοι. Έχουν πολλά ονόματα, όπως Αστέρω, Ουρανία,Λαμπετία, Κανέλα, Κάλω κ.ά. Τους αρέσει ο χορός και συχνά αρπάζουν τους λυράρηδες για να τους παίξουν και να χορέψουν, συχνά συνήθως βγαίνουν τα μεσάνυχτα μπαίνουν στα σπίτια και κλέβουν τα ρούχα των γυναικών. Σαν γυναίκες, προκαλούν τους άνδρες, τους θέλγουν και ύστερα τους ξεφεύγουν! Παρά την υπερφυσική τους προέλευση οι
δραστηριότητές τους ταυτίζονται με τις παραδοσιακά γυναικείες: φροντίζουν για την καθαριότητα του σώματος και αγαπούν γενικά το νερό.
Οι Νεράιδες παντρεύονται με Νεράιδους(!), κάνουν παιδιά, ενώ σε κάποιες παραδόσεις υφαίνουν. Η Νεράιδα αναπαριστά την ιδανική αλλά και τρομακτική θηλυκότητα. Συγκεντρώνει συμβολικά ιδιότητες όπως,του νερού, του νοικοκυριού, της νύφης, του πόθου και εντέλει του θα-
νάτου.
* Ο Κωνσταντίνος Αθ. Οικονόμου, είναι δάσκαλος
στο 32ο Δ. Σχ. Λάρισας, συγγραφέας

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ: Νικόλαου Πολίτη, «Τα ονόματα των Νεράιδων και των Ανασκελάδων», Λαογραφικά Σείμμικτα, τομ. Δ, Αθήνα 1918.
Δημήτριος Λουκόπουλος, Φως από τους μύθους μας: Νεολ. Μυθολογία, εκδόσεις Αθηνά, Αθήνα 1926
Μαριλένα Παπαχριστοφόρου, Το παραμύθι της νεράιδας:αναπαραστάσεις των φύλων μέσα από την έλξη/άπωση του υπερφυσικού και του ανθρώπινου στοιχείου, Εθνολογία τομ.5 (1996-1997), σελ.181-210.

ελευθερία λάρισας

Παρασκευή 15 Μαΐου 2015

ΙΣΤΟΡΙΚΑ
Η αρπαγή του λειψάνου του Αγ. Αχιλλίου από τους Βούλγαρους (986 μ.Χ.)
Από τον Κων/νο Oικονόμου
ΟΙ ΒΟΥΛΓΑΡΟΙ ΣΤΑ ΤΕΛΗ ΤΟΥ 10ου ΑΙ.: Όταν το 976 πέθανε ο αυτοκράτορας Ιωάννης Τζιμισκής, οι Βούλγαροι της ΒΔ Μακεδονίας αποστάτησαν, έχοντας επικεφαλής τους τούς τέσσερις γιους του κόμη της περιοχής
Νικολάου (γι’ αυτό ονομάστηκαν από τους ιστορικούς της εποχής Κομητόπουλοι), Δαβίδ, Μωυσή, Ααρών και Σαμουήλ. Αυτοί ήταν αρμενο-βουλγαρικής καταγωγής διότι η μητέρα τους, Ριψίμη, ήταν Αρμένια. Φιλοδοξία τους ήταν να αναστήσουν το βουλγαρικό κράτος δίνοντάς του τη χαμένη του αίγλη.
Οι τρεις πρώτοι βγήκαν νωρίς εκτός μάχης. Ο Δαβίδ σκοτώθηκε στην Καστοριά, ο Μωυσής φονεύτηκε στην πολιορκία των Σερρών, ενώ ο Ααρών εξοντώθηκε μαζί με την οικογένειά του από τον αδελφό του Σαμουήλ, με την κατηγορία του φιλοβυζαντινού, άρα του προδότη.
ΣΑΜΟΥΗΛ – ΤΣΑΡΟΣ ΒΟΥΛΓΑΡΙΑΣ: Μόνος επιζών ο Σαμουήλ αυτοανακηρύχτηκε τσάρος της Βουλγαρίας, ξεκινώντας έναν 40ετή αγώνα κατά του Βυζαντίου, που κατέληξε σε σοβαρές ήττες στο Κλειδί, στο Σπερχειό και αλλού, με τελική κατάληξη την οριστική συντριβή του ιδίου και την κατάλυση του κράτους του το 1014 από το Βουλγαροκτόνο.
ΣΤΗ ΛΑΡΙΣΑ: Ο Σκυλίτσης αναφέρει ότι το έτος 986 ο Σαμουήλ κυρίεψε τη Λάρισα «της Θεσσαλίας αρχαίαν πρωτεύουσαν της πολυανθρώπου ταύτης επαρχίας». Για τις λεπτομέρειες αυτής της πολιορκίας και της άλωσης μπορούμε να καταφύγουμε στο «Στρατηγικόν» του Κεκαυμένου. Φαίνεται, λοιπόν,ότι η πόλη πολιορκούνταν χαλαρά για τρία με τέσσερα έτη και εξαιτίας των ενεργειών του στρατηγού Κεκαυμένου άντεχε χωρίς να λιμοκτονεί. Όταν,όμως, ο έμπειρος στρατηγός μετατέθηκε και αντικαταστάθηκε από άλλο
στρατιωτικό διοικητή, ο διάδοχός του δεν έδειξε τις ίδιες ικανότητες. Έτσι,οι Λαρισαίοι δεν μπόρεσαν να θερίσουν τη γη τους και, όταν τέλειωσαν τα αποθέματα τροφών, αναγκάστηκαν να φάνε ακόμα και σκύλους, άλογα και οτιδήποτε άλλο ξεγελούσε την πείνα τους. Ο Σαμουήλ άφησε να φύγει μόνο μια βλάχικη οικογένεια, αυτή του Νικουλιτζά, ενώ οι υπόλοιποι αναγκάστηκαν να ξεσπιτωθούν και, συρόμενοι από το στρατό των εισβολέων, να μετοικήσουν οικογενειακώς στην Πρέσπα και βορειότερα. Όλοι οι άνδρες υποχρεώθηκαν να καταταγούν στο βουλγαρικό στρατό. Σύμφωνα με τους Κεδρηνό και Σκυλίτση, ο Σαμουήλ άρπαξε και το λείψανο του Αγίου Αχιλλίου, μεταφέροντάς το στη Μικρή Πρέσπα, στο ομώνυμο νησάκι του Αγίου Αχιλλίου,όπου ο Βούλγαρος ηγεμόνας ανήγειρε ναό προς τιμήν του αγίου, πλάθοντας έτσι ένα σύμβολο θρησκευτικότητας για το λαό του και (δήθεν) θείας επιστασίας στο “μεγαλόπνοο” έργο του. Εκτός των άλλων, ο Σαμουήλ βρήκε μεταξύ των αιχμαλώτων Λαρισαίων μια πανέμορφη κόρη την Έλα ή Ελένη και την νυμφεύτηκε. Σύμφωνα με μερίδα ιστορικών μελετητών η Έλα ήταν
ήδη παντρεμένη με κάποιον αξιωματικό του βυζαντινού στρατού ονόματι Ρηγίνο. Αυτή υποχρεώθηκε να παντρευτεί τον Σαμουήλ, αλλά αργότερα εμφανίστηκε στο προσκήνιο ο Ρηγίνος, ο οποίος κατόρθωσε να την ελευθερώσει. Όμως, για κακή της τύχη, αυτή πνίγηκε κατά τη δραματική καταδίωξη του ζεύγους από τους Βουλγάρους στα νερά ενός ορμητικού ποταμού.
ΠΑΡΑΘΕΜΑΤΑ: 1. Ο Κεκαυμένος για την άλωση της Λάρισας1: «… μέχρι την εποχή που ήταν ο μακαρίτης ο παππούς μου ο Κεκαυμένος στη Λάρισα,έχοντας την εξουσία της Ελλάδας, επιχείρησε πολλές φορές ο Βούλγαρος τύραννος Σαμουήλ, άλλοτε με πόλεμο, άλλοτε με δόλο, να καταλάβει τη Λάρισα και δεν τα κατάφερε, αλλά τον απέκρουσε και τον κορόιδεψε (ενν.
ο παππούς του). Κι άλλες φορές τον έδιωχνε με πόλεμο, άλλες πάλι τον καλόπιανε με δώρα, προς τον ίδιο και τους ανθρώπους του, και με αυτά είχε το ελεύθερο να σπέρνει και να θερίζει τη γη και να διασώζει το λαό του έχοντας αυτάρκεια. Αλλά και όταν τον είδε να επικρατεί εντελώς, τον αναγνώρισε (ως ηγεμόνα), και έτσι ξεγελώντας τον πάλι έσπειρε και θέρισε. Έστειλε όμως και γράμμα προς τον Πορφυρογέννητο Βασίλειο (τον Β’), λέγοντας:
Εγώ, άγιε κύριέ μου, εξαναγκασμένος από τον αποστάτη πρόσταξα τους Λαρισαίους και τον επεφήμησαν, και με τη βοήθεια του Θεού έσπειρα και θέρισα. Και με τη βοήθεια της Μεγαλειότητάς σου αποθήκευσα καρπούς που φτάνουν στους Λαρισαίους για τέσσερα χρόνια και να(!), πάλι είναι δούλοι της Μεγαλειότητάς σου. Όταν τα πληροφορήθηκε αυτά ο αυτοκράτορας,αποδέχτηκε το τέχνασμα του παππού μου. Και μετά τρία χρόνια όρισε άλλον
στρατηγό στην Ελλάδα. Όμως ο παππούς μου δεν κατοικούσε στη Λάρισα αλλά βρισκόταν στη Κων/λη κι ο (νέος) στρατηγός δεν είχε την πονηριά να σοφιστεί κάποιο στρατήγημα. Ήλθε λοιπόν ο Σαμουήλ και δεν τους άφησε να θερίσουν, αλλά την εποχή της σποράς τους έδινε την άδεια να σπέρνουν,ενώ το θέρος δεν τους επέτρεπε να βγουν έξω (από τα τείχη) καθόλου. Αυτό το έκανε επί τρία χρόνια , ώστε τους τελείωσαν οι τροφές και αναγκάστηκαν να φάνε σκύλους γαϊδούρια κι άλλα ακάθαρτα κρέατα. Όταν τους τελείωσαν κι αυτά, μάζευαν δέρματα που βρίσκονταν στις κοπριές και τα έψηναν και τα έτρωγαν, θέλοντας να ξεγελάσουν την πείνα τους. Μάλιστα μια γυναίκα που πέθανε ο άντρας της έφαγε το μηρό του. Έτσι από την πίεση της αφόρητης πείνας, ο Σαμουήλ τους υπέταξε αναίμακτα και υποδούλωσε όλους τους Λαρισαίους εκτός από τη γενιά του Νικουλιτζά2.
2. Ο Ιωάννης Σκυλίτσης γράφει για την αιχμαλωσία των Λαρισαίων και του λειψάνου του Αγίου Αχιλλίου: «Ο Σαμουήλ επέδραμε [...] και στη Θεσσαλία, την Ελλάδα (Στερεά) και την Πελοπόννησο. Και πολλά φρούρια κατέκτησε, απ’ τα οποία το κορυφαίο η Λάρισα, τους κατοίκους της οποίας μετέφερε στα ενδότερα της Βουλγαρίας μαζί με τις οικοσκευές τους και
τους κατέταξε στα συμμαχικά του στρατεύματα που τα χρησιμοποιούσε κατά των Ρωμαίων (Βυζαντινών). Μετέφερε και το λείψανο του Αγίου Αχιλλίου, που είχε χρηματίσει επίσκοπος Λαρίσης στα χρόνια του Μεγάλου Κων/νου και ήταν παρών κατά την Πρώτη και μεγάλη (Οικουμενική) Σύνοδο μαζί με το Ρηγίνο της Σκοπέλου και το Διόδωρο της Τρίκκης και το τοποθέτησε στην Πρέσπα, όπου ήταν το βασίλειό του, οικοδομώντας ένα ναό πολύ όμορφο και πολύ μεγάλο στο όνομά του (ενν. του Α. Αχιλλίου)3.»
3. Ο Ι. Σκυλίτσης για την άλωση της Λάρισας από το Σαμουήλ: «καὶ καθίσταται μόναρχος Βουλγαρίας ἁπάσης ὁ Σαμουήλ. οὗτος πολεμικὸς ἄνθρωπος ὢν καὶ μηδέποτε εἰδὼς ἠρεμεῖν, τῶν Ῥωμαϊκῶν στρατευμάτων ταῖς πρὸς τὸν Σκληρὸν μάχαις ἀσχολουμένων ἀδείας τυχὼν κατέδραμε πᾶσαν τὴν ἑσπέραν, οὐ μόνον Θρᾴκην καὶ Μακεδονίαν καὶ τὰ τῇ Θεσσαλονίκῃ πρόσχωρα, ἀλλὰ καὶ Θετταλίαν καὶ Ἑλλάδα καὶ Πελοπόννησον.
καὶ πολλὰ φρούρια παρεστήσατο, ὧν ἦν τὸ κορυφαῖον ἡ Λάρισσα, ἧς τοὺς ἐποίκους μετῴκισεν εἰς τὰ τῆς Βουλγαρίας ἐνδότερα πανεστίους, καὶ τοῖς καταλόγοις τῶν ἑαυτοῦ κατατάξας στρατιωτῶν συμμάχοις ἐχρῆτο κατὰ Ῥωμαίων. μετήγαγε δὲ καὶ τὸ λείψανον τοῦ ἁγίου Ἀχιλλίου,
ἐπισκόπου Λαρίσσης χρηματίσαντος ἐπὶ Κωνσταντίνου τοῦ μεγάλου κἀν τῇ μεγάλῃ καὶ πρώτῃ συνόδῳ παρόντος σὺν Ῥηγίνῳ Σκοπέλων (Σκοπέλου α) καὶ Διοδώρῳ (Διοδώρου αξ) Τρίκκης (Τρίκης αξε), καὶ εἰς τὴν Πρέσπαν ἀπέθετο, ἔνθα ἦσαν αὐτῷ τὰ βασίλεια, οἶκον κάλλιστον καὶ μέγιστον ἐπὶ τῷ ὀνόματι αὐτοῦ δομησάμενος4.»
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ: Γ. Μωυσείδου, Βυζάντιο και σλαβο-βυζαντινός κόσμος, Ιστορία των Ελλήνων, τ. 6ος, Δομή, σελ. 460,1. www.aegean.gr/culturaltec/chmlab

Ο Κωνσταντίνος Αθ. Οικονόμου, είναι δάσκαλος στο 32ο Δ. Σχ. Λάρι-
σας, συγγραφέας
konstantinosa.oikonomou@gmail.com www.scribd.com/oikonomoukon
1. Κεκαυμένος, Στρατηγικόν, εισαγ. μετάφρ., σχόλια Δ. Τσουγκαράκης, Αθήνα
1996, σελ. 214-7. 2. Πρόκειται για την πιο ονομαστή βλάχικη οικογένεια στη Με-
σαιωνική Θεσσαλία. 3. Ιωάννης Σκυλίτσης, εκδ.I. Thurn, Βερολίνο, 1973, σελ. 330,
απόδ. Κ. Οικ. 4. Σύνοψις Ιστοριών Ι. Σκυλίτση (Βασ., Κων., 8,11).

ελευθερία λάρισας

Ιχνηλατώντας την παλιά Λάρισα

Τα κτίρια της Κεντρικής πλατείας. Δυτική πλευρά

(Τα κτίρια της δυτικής πλευράς της Κεντρικής Πλατείας.
Σχέδιο του αρχιτέκτονα-μηχανικού Βασιλείου Τσολάκη.1η φωτό)

(Η δυτική πλευρά της πλατείας κατά τα πρώτα μεταπολεμικά χρόνια,
με εμφανή τα σημάδια του σεισμού και της κατοχής στα κτίρια.2η φωτό)


Τελειώνει σήμερα η περιγραφή των κτισμάτων
τα οποία υπήρχαν γύρω από την Κεντρική Πλατεία της Λάρισας κατά την προπολεμική περίοδο, με την αναφορά σε εκείνα που βρίσκονταν στη δυτική πλευρά της. Οδηγός θα είναι και πάλι το σχέδιο που φιλοτέχνησε ο αρχιτέκτονας-μηχανικός Βασίλης Τσολάκης, άνθρωπος ευαισθητοποιημένος πάνω σ’ αυ-
τά τα θέματα και λόγω ειδικότητος.
--Πρώτο από αριστερά είναι το μέγαρο του Γεωργίου Νικόδημου που περιγράψαμε στο προηγούμενο κείμενο. Βρισκόταν στη γωνία όπου σήμερα στεγάζεται το Δημαρχιακό Μέγαρο και κτίσθηκε,όπως τα περισσότερα κτίρια της Κεντρικής Πλατείας, κατά τα πρώτα χρόνια του 20ού αιώνα. Ήταν διώροφο και στέγαζε για πολλά χρόνια τη Νομαρχία.
--Μεσολαβεί η οδός Ίωνος Δραγούμη και στη συνέχεια ήταν το αρχοντικό του Νικ. Καρανίκα. Στα τέλη του 19ου αιώνα στον χώρο αυτό μέχρι το κτίριο της Εθνικής Τραπέζης υπήρχε ένα ημιδιώροφο σπίτι με πολύ μεγάλη αυλή, το οποίο ανήκε στον Ισραηλίτη Σελήμ Σακή. Στις αρχές του 20ού αιώνα περιήλθε στην κυριότητα του επίσης Ισραηλίτη Μουσών Αβραάμ, από τον οποίον το αγόρασε κατόπιν ο γαιοκτήμονας Νικόλαος Καρανίκας και στη γωνία έκτισε γύρω στα 1910 το αρχοντικό του. Στον επάνω όροφο έμενε η οικογένεια του ιδιοκτήτη, ενώ το ισόγειο
νοικιάσθηκε στους αδελφούς Ρεμπάπη, οι οποίοι λειτούργησαν καφεζαχαροπλαστείον με το όνομα «Βασιλικόν». Δίπλα από το «Βασιλικόν» για πολλά χρόνια είχε το Κουρείο του ο Νίκος Πάτσιος.Η προνομιακή γωνιακή θέση του κτιρίου με θέα προς την Κεντρική Πλατεία έδωσε τη δυνατότητα στον αρχιτέκτονα να οικοδομήσει ένα θαυμάσιο σε σύνολο νεοκλασικό μέγαρο. Ο σεισμός του 1941 κατέστησε το οικοδόμημα ετοιμόρροπο, γι’ αυτό και οι ένοικοι του ορόφου αναγκάσθηκαν να το εγκαταλείψουν,ενώ στο ισόγειο με ορισμένες επιδιορθώσεις λειτούργησε για πολλά χρόνια το ζαχαροπλαστείο «Αίγλη» του Βασίλη Πασχονίδη. Στα τέλη της δεκαετίας του 1960 η κληρονόμος Θάλεια Καρανίκα-Δημητράτου κατεδάφισε το υπέροχο αυτό κτίσμα και στη θέση του ύψωσε το πολυώροφο μέγαρο που υπάρχει και σήμερα και μέχρι πρόσφατα στέγαζε οικονομικές υπηρεσίες του Δημοσίου.
--Το διπλανό οικόπεδο μέχρι το κτίριο του υποκαταστήματος της Εθνικής Τραπέζης περιήλθε κατά το 1928-29 στην κυριότητα της Τραπέζης Λαρίσης.Το 1932 με την πτώχευση της Τραπέζης αυτής, έγινε κτήμα της Εθνικής Τραπέζης, χωρίς καμία ανοικοδόμηση. Τα πρώτα μεταπολεμικά χρόνια λειτούργησε ο θερινός κινηματογράφος «Τιτάνια» του Μιχαήλ Τζεζαϊρλίδη. Πόσες αναμνήσεις ξυπνάει στους παλιούς η αναφορά του! Τα ζεστά βράδια του καλοκαιριού η βραδινή παράσταση κάθε έργου αποτελούσε κοσμικό γεγονός. Στο σημείο αυτό σήμερα ανεγείρεται ένα μεγάλο οικοδομικό συγκρότημα.
--Ακολουθούσε το λαμπρό κτίριο της Εθνικής Τραπέζης, το οποίο βρισκόταν ακριβώς στην ίδια δυτική γωνία της πλατείας όπου και το σημερινό άχαρο κτίριο. Επί τουρκοκρατίας στη θέση αυτή ήταν ο τεκές του Κουρά Εφέντη, που διατηρήθηκε και μετά το 1881, γιατί οι Έλληνες δεν θέλησαν να θίξουν το θρησκευτικό συναίσθημα των μουσουλμάνων που είχαν παραμείνει. Ο τεκές αγοράσθηκε από την Εθνική Τράπεζα, η οποία στη θέση του ύψωσε ένα θαυμάσιο νεοκλασικό κτίριο. Ο μηχανικός ο οποίος εκπόνησε τη μελέτη του έργου ονομαζόταν Μπαλάνος[1],ενώ τα εγκαίνια έγιναν τον Ιούνιο του 1907[2].Ήταν τριώροφο κτίριο με υπόγειο. Στο ισόγειο φιλοξενούσε τα γραφεία και τις διάφορες υπηρεσίες της Τραπέζης, ενώ στον όροφο ήταν η κατοικία του διευθυντή,στην οποία μερικές φορές φιλοξενήθηκαν ευκαιριακά και υψηλά πρόσωπα (το 1937 κατέλυσε εκεί ο βασιλιάς Γεώργιος ο Β’ και ο τότε διάδοχος Παύλος).Στο
μέγαρο αυτό πέρασαν τα νεανικά τους χρόνια οι κόρες του επί σειρά ετών διευθυντή του υποκαταστήματος Γεωργίου Δεσύπρη[3]. Από αυτές η Μαρία το 1912,μετά τον θάνατο του πατέρα της μετακόμισε στην Αθήνα, παντρεύτηκε τον συνταγματολόγο και πολιτικό Αλέξανδρο Σβώλο και μεταπολεμικά εκλέχθηκε βουλευτής με την ΕΔΑ. Επίσης στα διαμερίσματα αυτού του ορόφου έζησε και ο Μ. Καραγάτσης όταν διευθυντής ήταν ο πατέρας του Γεώργιος Ροδόπου-
λος και αργότερα κατοίκησε και ο Δημήτριος (Μίμης)Λογιωτάτου, γιος του δημάρχου Αχιλλέως Λογιωτάτου (1895-1896) και αδελφός της Ιουλίας Σάπκα-Λογιωτάτου. Το κτίριο στην οροφή έφερε ένα επίμηκες χαρακτηριστικό υπερώο με τριγωνικό αέτωμα στην όψη. Όμως η ομορφιά του κτίσματος επικεντρωνόταν στο νεοκλασικό προστώο το οποίο έβλεπε προς την πλευρά της πλατείας και αποτελούσε την είσοδο προς το υποκατάστημα. Ολόκληρο το κτίριο αντανακλούσε αισθητική ομορφιά και κομψότητα, ιδιαίτερα στην πρόσοψη και μαζί με τη Λέσχη Ασλάνη
αποτελούσαν τα αρχιτεκτονικά στολίδια της Κεντρικής Πλατείας Θέμιδος.Ο σεισμός του 1941 επέφερε ζημιές κυρίως στο υπερώο, το οποίο και κατεδαφίσθηκε. Μ’ αυτή τη μορφή φαίνεται στη φωτογραφία που δημοσιεύεται και έτσι λειτούργησε μέχρι τις αρχές της δεκαετίας του 1960, οπότε ή διοίκηση της τραπέζης υποχρεώθηκε να κατεδαφίσει και το υπόλοιπο κτίριο. Από τα χρόνια της κατοχής αντίκριζε κανείς πάνω στην ταράτσα του κτιρίου τη σειρήνα, η οποία ειδοποι-
ούσε τους Λαρισαίους για τυχόν επικείμενες εχθρικές αεροπορικές επιδρομές.
Στη θέση του κομψού αυτού κτιρίου οικοδομήθηκε ο αισθητικά άγευστος τσιμεντένιος κύβος που
αντικρίζουμε σήμερα.
--Απέναντι από την Εθνική Τράπεζα ήταν ένα όμορφο κομψό διώροφο κτίριο. Στον όροφο λειτουργούσε για πολλά χρόνια το ξενοδοχείο «Όλυμπος»,την εκμετάλλευση του οποίου είχε ο Χαράλαμπος Βουζίκας, ενώ στο μεγαλύτερο μέρος του ισογείου,ακριβώς στη γωνία, στεγαζόταν το γνωστό την προπολεμική περίοδο παντοπωλείο του Μακρυγιάννη.Υπήρχαν επίσης και άλλα καταστήματα, με συχνές εναλλαγές επαγγελματιών.
Με την αναφορά μας αυτή ολοκληρώσαμε την περιγραφή των κτιρίων που περιτριγύριζαν την Κεντρική Πλατεία της Λάρισας. Αναδιφώντας κανείς προπολεμικές φωτογραφίες και επιστολικά δελτάρια της εποχής, χαίρεται να βλέπει και να απολαμβάνει την ομορφιά που αντικρίζει στο φωτογραφικό χαρτί. Ασυνείδητα κάνει τη σύγκριση με τα σημερινά μεγαθήρια,τα οποία, πλην της Στρατιωτικής Λέσχης, δεν τα διακρίνει καμιά αισθητική ομορφιά και μελαγχολεί…

[1]. εφ. «Μικρά», Λάρισα, φύλλο της 23ης Οκτωβρίου 1905.
[2]. «Από της παρελθούσης εβδομάδος το ενταύθα Υποκατάστημα της Εθνικής Τραπέζης εγκατεστάθη εις το όπισθεν των πυρποληθέντων Δικαστηρίων λαμπρόν μέγαρον,το οποίον ιδίαις δαπάναις η Τράπεζα οικοδόμησεν», εφ.«Μικρά», Λάρισα, φύλλο της 17ης Ιουνίου 1907. Από το αρχείο του Θανάση Μπετχαβέ.
[3]. Έμεινε γνωστός στη Λάρισα όχι μόνο από την ιδιότητα αυτή, αλλά και από την γενικότερη κοινωνική και κοσμική του δράση. Ήταν μεγάλος άρχοντας για την εποχή του και υπήρξε επί σειρά ετών πρόεδρος του Αδελφάτου του Κουτλιμπάνειου Δημοτικού Νοσοκομείου, το οποίο λόγω της θέσεώς του στην Τράπεζα ενίσχυσε και οικονομικά.Ο Γεώργιος Δεσύπρης βρέθηκε νεκρός το 1912 σε ακάλυπτο χώρο που υπήρχε εκεί όπου σήμερα βρίσκεται το κτίριο του νεοαναγειρόμενου Δημοτικού Θεάτρου.

ελευθερία λάρισας

Δευτέρα 11 Μαΐου 2015

ΛΑΡΙΣΑ - Μια εικόνα χίλιες λέξεις...

Η εορτή του Αγ.Αχιλλίου το 1957
«Ενθύμιον 15 Μαΐου 1957, εορτής Αγίου Αχιλλείου Λαρίσης.Παρέστη ο Μακαριώτατος, πάσης Ελλάδος, Δωρόθεος»

Με την ευκαιρία της εορτής την επόμενη Παρασκευή του πολιούχου μας Αγίου Αχιλλίου, η σημερινή εικόνα είναι επίκαιρη. Πρόκειται για φωτογραφία του Γεωργίου Βαλσάμη η οποία αποτυπώνει τη λιτανεία της εικόνας του Αγίου στους κεντρικούς δρόμους της πόλεως, πριν από 58 χρόνια, στις 15 Μαΐου 1957. Προέρχεται από το αρχείο του αρχιμανδρίτη Δωροθέου Βασιλείου, ο οποίος όσο ζούσε ήταν αρχιερατικός επίτροπος Τυρνάβου και εφημέριος στον ιερό ναό του
Αγίου Γεωργίου της ίδιας πόλεως. Μάλιστα τα κείμενα στη φωτογραφία είναι δικά του.
Η πομπή διασχίζει την οδό Βασιλίσσης Σοφίας (σήμερα Παπαναστασίου) με κατεύθυνση προς το Φρούριο[1] και το κύριο σώμα βρίσκεται στη διασταύρωσή της με την Κύπρου.Πλήθος κόσμου είναι συγκεντρωμένο στην Κεντρική Πλατεία και στους γύρω δρόμους και παρακολουθεί την πομπή.
Προηγούνται όλοι οι ιερείς των ναών της Μητροπόλεως. Μπροστά και στο κέντρο ο αρχιμανδρίτης Δωρόθεος Βασιλείου από τον Τύρναβο κρατά στα χέρια του τη λειψανοθήκη του αγίου, την οποία είχε δωρίσει τον Ιούνιο του 1946 η Μητρόπολις Τρίκκης και Σταγών από τη Μονή Δουσίκου, όπου επί χρόνια ήταν θησαυρισμένη, στην τοπική μας Εκκλησία. Πίσω υπάρχουν πέντε αρχιερείς, από τους οποίους αναγνωρίζονται ο μητροπολίτης Λαρίσης Δημήτριος Θεοδόσης και ο μητροπολίτης Παραμυθίας, Φιλιατών και Γηρομερίου Δωρόθεος
Βασιλάς, ο οποίος μέχρι το 1952 που χειροτονήθηκε αρχιερέας ήταν αρχιμανδρίτης και ιεροκή-
ρυκας στην Μητρόπολη Λαρίσης.
Την εορτή του Αγίου Αχιλλίου εκείνη τη χρονιά λάμπρυνε και η παρουσία του πρώην Λαρίσης
Δωροθέου Κοτταρά,ο οποίος ένα χρόνο πριν είχε εκλεγεί αρχιεπίσκοπος Αθηνών και πάσης Ελλάδος[2]. Στη φωτογραφία διακρίνεται πίσω από τους πέντε αρχιερείς, χωρίς άμφια και περιστοιχιζόμενος από δύο διάκους. Ακολουθεί η επίσημη (εφέστια) εικόνα του Αγίου Αχιλλίου με την αργυρή επένδυση[3], την οποία υποβαστάζουν δύο εκκλησιαστικοί επίτροποι και πιο κάτω ακολουθούν οι επίσημοι. Η φωτογραφία είναι πολυπρόσωπη και τραβηγμένη από μακριά, γι’ αυτό και είναι δύσκολη η αναγνώριση των ατόμων με γυμνό μάτι.
Ενδιαφέρον παρουσιάζουν στη φωτογραφία τα κτίρια της νότιας πλευράς της Κεντρικής Πλατείας, τα οποία απεικονίζονται στο βάθος. Το ενδιαφέρον έγκειται στο γεγονός ότι τότε η Λάρισα ζούσε τα πρώτα μεταπολεμικά χρόνια και τα κτίριά της ήταν ακόμα βαριά τραυματισμένα από τις κατοχικές κακουχίες και τον σεισμό. Από αριστερά καθώς κοιτάμε την εικόνα υπάρχει μια πυκνή συστάδα δένδρων, τα οποία αντιστοιχούν στα ερείπια του κατεστραμμένου Δικαστικού Μεγάρου. Ακολουθεί το κτίριο Κατσαούνη, του οποίου έχει σαρωθεί ο επάνω όροφος, ο οποίος στέγαζε προπολεμικά για πολλά χρόνια την Διοίκηση της Μεραρχίας Ιππικού και έμεινε μόνον το ισόγειο που τότε στέγαζε το καφενείο «Παλλάδιον». Δίπλα, το κτίριο του υποκαταστήματος της Εμπορικής Τράπεζας φαίνεται ότι έχει αποκατασταθεί από τις ελαφρές ζημιές που είχε υποστεί . Στη συνέχεια αντικρίζουμε ό,τι απέμεινε από το τριώροφο μέγαρο του «Πανελληνίου». Ο τρίτος όροφος γκρεμίσθηκε, το ξενοδοχείο είχε σταματήσει να λειτουργεί και είχε παραμείνει μόνον το ισόγειο, που φιλοξενούσε το ομώνυμο καφενείο, το οποίο την ημέρα ήταν τόπος συγκεντρώσεως δικηγόρων,δημοσιογράφων και πολιτικών προσώπων της Λάρισας, ενώ τις βραδινές ώρες του καλοκαιριού, μαζί με τα διπλανά καταστήματα έβγαζαν τραπεζάκια στο δρόμο και οι αστοί της πόλεως μαζί με το αναψυκτικό ή το παγωτό τους παρακολουθούσαν και
σχολίαζαν τις συνεχείς πάνω-κάτω βόλτες των νέων στην οδό Κούμα.
Πόσα άτομα δεν καρδιοχτύπησαν πάνω σ’ αυτό το μέρος... Τέλος στη γωνία με την οδό Βασιλίσσης Σοφίας (Παπαναστασίου) διακρίνεται ένα ισόγειο οίκημα το οποίο στέγαζε ζα-
χαροπλαστείο με την επιγραφή «ΓΑΛΛΙΚΟΝ». Οι πάστες του ήταν ...αχτύπητες.

[1]. Με την καταστροφή του προπολεμικού ναού του Αγίου Αχιλλίου από τον σεισμό του 1941 και τους βομβαρδισμούς, ο μητροπολιτικός ναός στεγάσθηκε προσωρινά μέχρι το 1965 στη
γνωστή ως «παράγκα» κατασκευή, στην περιοχή όπου σήμερα βρίσκονται τα
υπολείμματα του πρώτου ναού του αγίου των βυζαντινών χρόνων, τα οποία ανέδειξε με επιτυχία ακριβώς πίσω από το αρχαίο θέατρο η τοπική Εφορεία Βυζαντινών Αρχαιοτήτων.
[2]. Ο Δωρόθεος Κοτταράς μετατέθηκε από την μητρόπολη Κυθήρων στη Λάρισα το 1935 και στις 29 Μαρτίου 1956 εκλέχθηκε αρχιεπίσκοπος. Στις 26 Ιουλίου 1957, δύο περίπου μήνες μετά την παρουσία του αυτή στις εορταστικές εκδηλώσεις για τον Άγιο Αχίλλιο στη Λάρισα, ο Δωρόθεος απεβίωσε στο νοσοκομείο Karolinska της Στοκχόλμης από όγκο του εγκεφάλου.
[3].Πιστεύεται ότι η εφέστια εικόνα του Αγίου Αχιλλίου ανήκει και αυτή, λόγω των ομοίων διαστάσεων της, στην ομάδα των ρωσικών εικόνων που είχε παραγγείλει στη Μόσχα το 1802 ο τότε μητροπολίτης Λαρίσης Διονύσιος Καλλιάρχης. Όμως το επάργυρο πουκάμισο που την καλύπτει δεν επιτρέπει την ταυτοποίησή της. Η αργυρή αυτή επένδυση κατασκευάσθηκε το 1929 στην Αθήνα και ήταν δωρεά του εμπόρου της Λάρισας και εκκλησιαστικού επιτρόπου του ναού του Αγίου Αχιλλίου, Ιωάννου Αλεξάνδρου,όπως αναφέρει σχετική επιγραφή: «Αφιέρωμα του
Ι. Δ. Αλεξάνδρου, εις μνήμην του αποβιώσαντος πατρός αυτού Δημητρίου».
nikapap@hotmail.com
ελευθερία λάρισας

ΕΛΛΗΝΩΝ Μύθοι

Από τον Κων/νο Οικονόμου*

Οι Ναϊάδες


ΓΕΝΙΚΑ: Οι Ναϊάδες είναι μια συλλογική ονομασία μυθολογικών προσώπων. Ήταν οι Νύμφες συγκεκριμένων λιμνών και των ποταμών και έδιναν το όνομά τους στις πηγές με τις οποίες συνδέονταν. Θεωρούνταν αθάνατες μικρές θεότητες. Τα συνηθέστερα προσωνύμιά τους ήταν: Κρηνίδες, Ποταμίδες,
Λιμνάδες [ή Λιμνακίδες], Ελειονόμοι, κ.ά. Πατέρας τους, κατά τον Όμηρο,ήταν ο Δίας [Ιλιάδα Ν 440]. Οι πιο γνωστές απ' αυτές ήταν οι εξής: Άβα,Αίγλη, Ακραία, Εύβοια, Νόμια, Περίβοια, Ηγερία, Κασταλία, κρέουσα,Σαλαμίς.Σε ορισμένους μυθικούς συγγραφείς προστίθενται και τα ονόματα: Αρεθούσα, Βάτεια, Λειριόπη, Λίλαια, Λύμφα, Μελίτη, Σαλμακίς και Σύριγξ. Η γνωστότερη όλων αυτών ήταν η Αρεθούσα, Ναϊάδα της ομώνυμης πηγής η οποία ανάβλυζε στο νησί Ορτυγία1. Φυσικός λαογραφικός “διάδοχος” των Ναϊάδων, θεωρούνται οι Νεράιδες.
ΙΑΜΑΤΙΚΕΣ: Οι Ναϊάδες, μαζί με την Άρτεμη, θεωρήθηκαν ως θεραπευτές των νέων και προστάτες των κοριτσιών και των παρθένων καθώς επέβλεπαν το ασφαλές πέρασμά τους από την παιδική στην ενήλικη ζωή. Κατά τον ίδιο τρόπο, ο Απόλλων και άλλες ποτάμιες μικρότερες θεότητες, ήταν οι προστάτες των αγοριών και των νέων. Οι αρχαίοι απέδιδαν στις Ναϊάδες γενικά
ιαματικές ικανότητες και πίστευαν ότι όσοι έπιναν ή λούζονταν το νερό των πηγών που ήταν αφιερωμένες σε αυτές, θεραπεύονταν από τις αρρώστειές τους. Άλλοτε πάλι το λουτρό αυτό θεωρείτο ιεροσυλία, επειδή μπορούσε να προκαλέσει μυστηριώδεις ασθένειες και παραφροσύνη.
ΠΡΟΣΤΑΤΙΔΕΣ ΠΟΛΕΩΝ: Πολλές από τις Ναϊάδες παντρεύτηκαν τοπικούς άρχοντες και έπαιξαν σημαντικό ρόλο στις γενεαλογίες των βασιλικών μυθικών οικογενειών, όπως η Κρέουσα στη Θεσσαλία. Άλλες, όπως οι όμορφες Ναϊάδες κόρες του Ασωπού, αγαπήθηκαν από τους θεούς. Συχνά έδιναν τα ονόματά τους σε πόλεις και νησιά, και θεωρούνταν ως οι θεότητες - προστάτες της ύδρευσης της κοινότητας. Γι' αυτό και οι βασικές πηγές ύδρευσης
αυτών των πόλεων έπαιρναν το όνομα της προστάτιδος Ναϊάδος. Οι πηγαίες Ναϊάδες ήταν φυσικά προστάτιδες των πηγών και οι Κρηναίες ήταν προστάτιδες του βασικού σημείου ύδρευσης στο εσωτερικό των πόλεων. Οι πηγές και οι κρήνες, αντίστοιχα, ήταν και οι χώροι λατρείας αυτών των Ναϊάδων.
ΠΑΡΑΣΤΑΣΕΙΣ: Μια Ναϊάδα απεικονίζεται στην αρχαία τέχνη ως όμορφη,νεαρή γυναίκα, καθιστή, όρθια ή ανακλινόμενη δίπλα στην ομώνυμη πηγή της ή συχνά και κρατώντας μια υδρία.
ΣΗΜΑΝΤΙΚΟΤΕΡΕΣ ΝΑΪΑΔΕΣ: Η Άβα γέννησε τον ήρωα Έργισκο, από τη σχέση της με τον θεό της θάλασσας Ποσειδώνα. Από τον γιο της αυτό πήρε το όνομά της η θρακική πόλη Εργίσκη [σήμερα Τσατάλτζα] της Ανατολικής Θράκης. Η Άβα φέρεται επίσης πρόγονος των Αβάντων, ενός προελληνικού φύλου. Η Αίγλη, ήταν η πιο όμορφη από τις Ναϊάδες, κόρη του
Δία και της Νέαιρας, από την οποία ο Ήλιος γέννησε τις Χάριτες. Η Ακραία ήταν κόρη του ποταμού Αστερίωνα και αδελφή της Εύβοιας και της Προσύμνης. Και οι τρεις αυτές Ναϊάδες, ήταν τροφοί της θεάς Ήρας. Η Σαλαμίς,που έδωσε το όνομά της στο ομώνυμο νησί του Σαρωνικού, είχε πατέρα τον θεό Ασωπό, μητέρα την Μετώπη, αδελφή τη Νύμφη Αίγινα και σύζυγό το θεό Ποσειδώνα. Η Εύβοια, ήταν κι αυτή κόρη του Ασωπού και έδωσε το όνομά
της στο ομώνυμο νησί. Την αναφέρουν ο Στράβων (Ι 445) και ο Ευστάθιος (Σχόλ. εις Ομήρου Ιλιάδα, 278, 30). Η Ναϊάς Κρέουσα ήταν Θεσσαλή κόρη της Γαίας. Από τον ποτάμιο θεό Πηνειό, η Κρέουσα γέννησε στις χαράδρες της Πίνδου, κοντά στις πηγές του ποταμού, τον βασιλιά Λαπίθη, τον Υψέα και τη Στίλβη. Η Κασταλία ήταν η Ναϊάς προστάτιδα της ομώνυμης ιερής πη-
γής των Δελφών. Η Κασταλία είχε πέσει στα νερά της πηγής αυτής για να γλυτώσει από την καταδίωξη του ερωτευμένου Απόλλωνα.
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ: Παυσανίας, Ελλάδος Περιήγησις. Ησίοδος, Θεογονία.Οβίδιος, Μεταμορφώσεις.

Konstantinosa.oikonomou@gmail.com www.scribd.com/oikonomoukon

1. Η Ορτυγία (Ortigia) σήμερα είναι νησίδα μόλις λίγα μέτρα μπροστά στην ακτή της Σικελίας, αλλά στην αρχαιότητα ήταν το κέντρο της αρχαίας πόλης των Συρακουσών, που οχυρώθηκε από τον τύραννο της πόλης, Διονύσιο.
* O Κωνσταντίνος Αθ. Οικονόμου, είναι δάσκαλος
στο 32ο Δ. Σ. Λάρισας, συγγραφέας

ελευθερία λάρισας