Δευτέρα 5 Αυγούστου 2013


FREDERIC BOISSONAS, DANIEL BAUD-BOVY ΚΑΙ ΧΡΗΣΤΟΣ ΚΑΚΚΑΛΟΣ, ΟΙ ΤΡΕΙΣ «ΠΡΩΤΟΙ» ΤΟΥ ΟΛΥΜΠΟΥ

Ενας φωτογράφος, ένας συγγραφέας και ένας... κυνηγός αγριοκάτσικων!

Το ημερολόγιο έδειχνε 2 Αυγούστου 1913 και οι δείκτες του ρολογιού 10:25 το πρωί. Οι Ελβετοί Frederic Boissonnas και Daniel BaudBovy και ο Έλληνας οδηγός τους Χρήστος Κάκκαλος έγραφαν ιστορία, κατακτώντας, για πρώτη φορά, την ψηλότερη κορυφή του Ολύμπου, τον Μύ-
τικα (2918μ.).
Σήμερα, έναν αιώνα μετά, ο Όλυμπος, ένα βουνό «δεμένο» με μύθους και θρύλους, κατοικία των δώδεκα αρχαίων θεών και τόπος ασύγκριτου φυσικού κάλλους αποτελεί «μαγνήτη» για χιλιάδες επισκέπτες από κάθε γωνιά της γης, που κατακτώντας τις κορυφές του προσπαθούν να «αγγίξουν» λίγη από τη μαγεία του.
Η πρώτη, ιστορική εκείνη ανάβαση στην ψηλότερη κορυφή του «βουνού των Θεών» έγινε επίσημα γνωστή μερικά χρόνια αργότερα, το 1919, με την έκδοση του βιβλίου «La Grece Immortelle», όπου καταγράφεται το όλο εγχείρημα.Ήταν Ιούλιος του 1913, όταν ο Ελβετός φωτογράφος-εκδότης Frederic Boissonnas (1858-1946) και ο συμπατριώτης του, συγγραφέας-τεχνοκριτικός Daniel Baud Bovy (1870-1958) φθάνουν στη Θεσσαλονίκη για να παρακολουθήσουν και να φωτογραφίσουν τις πολεμικές επιχειρήσεις, προσκεκλημένοι της ελληνικής κυβέρνησης. Οι δύο Ελβετοί, για να αξιοποιήσουν τις οχτώ ημέρες που μεσολαβούν μεταξύ των δύο υποχρεωτικών εμβολιασμών τους για χολέρα, αποφάσισαν να εξερευνήσουν τον Όλυμπο, εκπληρώνοντας έτσι ένα παλιό τους όνειρο.Στις 28 Ιουλίου φτάνουν στο Λιτόχωρο, ερχόμενοι με καΐκι από τη Θεσσαλονίκη και αφού παίρνουν για οδηγό τον κυνηγό αγριοκάτσικων Χρήστο Κάκκαλο (1882-1976) ξεκινούν, την επόμενη μέρα, για τη Μονή Αγίου Διονυσίου, όπου φτάνουν το μεσημέρι.
 Ύστερα από μια μικρή στάση εκεί, ανηφορίζουν το παλιό μονοπάτι, στα βόρεια του μοναστηριού, και κατασκηνώνουν στην Πετρόστρουγκα.Στις 30 Ιουλίου αφήνουν την Πετρόστρουγκα και το κατεστραμμένο από μεγάλη πυρκαγιά δάσος της,ανηφορίζουν στη Σκούρτα και αφού διασχίσουν τον «λαιμό», φτάνουν στην άκρη του οροπεδίου που το ... βαφτίζουν «Λιβάδι των θεών». Στη συνέχεια, ανεβαίνουν στον Προφήτη Ηλία κι εξερευνούν
τη βάση της περιοχής. Την κορυφή αυτή τη βαφτίζουν «Θρόνο του Διός», ενώ στο Σκολιό δίνουν τη μάλλον... περίεργη ονομασία Μαύρη κορυφή» (γιατί εκείνη την ώρα ήταν σκοτεινή η πλευρά της προς τα Μεγάλα Καζάνια).
Από το οροπέδιο κατεβαίνουν κάποιες απότομες σάρες και σε δύο ώρες φθάνουν στην άκρη
του δάσους, όπου υπήρχε μία καλύβα ξυλοκόπων,εκεί όπου είναι σήμερα το μικρό ξέφωτο, Β.Α. του καταφυγίου «Σπήλιος Αγαπητός», που έχει διαμορφωθεί κατάλληλα για προσγείωση ελικοπτέρου. Εκεί, στην καλύβα συνειδητοποιούν ποιος είναι ο δρόμος για την κορυφή!
Στις 31 Ιουλίου, όλη η ομάδα παίρνει τον δρόμο της επιστροφής. Όμως, κοντά στο μοναστήρι αποφασίζουν να επιχειρήσουν την ανάβαση στην ψηλότερη και απάτητη κορυφή του Ολύμπου. Έτσι, γυρνούν στα Πριόνια, όπου το βράδυ δοκιμάζονται από μία φοβερή θύελλα. Την άλλη μέρα, αρκετά ταλαιπωρημένοι, ανηφορίζουν το Μαυρόλογγο και το απόγευμα φθάνουν στην Καλύβα, όπου και διανυκτερεύουν.Πριν να ξημερώσει ακόμα, ξεκινούν με ομίχλη, χαλάζι και δυνατό αέρα. Έπειτα από μια κοπιαστική ανάβαση μέσα από μικρές χαραδρώσεις, σάρες και απότομους γλιστερούς βράχους, φτάνουν, με μια τελευταία «έφοδο», πάνω σε μια στενή κορυφογραμμή (από την περιγραφή φαίνεται ότι ανέβηκαν κατευθείαν από τα Ζωνάρια). Σκαρφαλώνοντας συνέχεια μέσα στην ομίχλη - ο Χρήστος Κάκκαλος μπροστά, ξυπόλητος, και πίσω οι δύο Ελβετοί δεμένοι με σχοινί - ανεβαίνουν τελικά σε μια «καταφαγωμένη» κορυφή, που νομίζοντας ότι είναι η ψηλότερη τη βαφτίζουν «Κορυφή της Νίκης».
Οι Ελβετοί γράφουν λίγα λόγια σε μία κάρτα για την ανάβαση, τη βάζουν μέσα σε ένα μπουκάλι και το τοποθετούν προσεκτικά κάτω από ένα σωρό από πέτρες για να το προστατεύσουν.
Σε ένα ξάνοιγμα, όμως, του καιρού βλέπουν μια άλλη, φοβερότερη κορυφή, ψηλότερα από αυτούς και καταλαβαίνουν το λάθος τους. Απογοητευμένοι, κατεβαίνουν την απόκρημνη κορυφή που τώρα ονομάζουν «Ταρπηία Πέτρα» και παίρνουν τον δρόμο προς τα κάτω. Αλλά, όπως γράφει αργότερα ο Boissonnas,στην καρδιά κάθε θνητού βρίσκεται ένα κομματάκι από τη φωτιά του Προμηθέα.
Ο Χρήστος Κάκκαλος, με κατεβασμένο το κεφάλι,αμίλητος, κατεβαίνει την απότομη κόψη. Σταματάει.Μπροστά του, ο κατακόρυφος «διάδρομος», που οδηγεί στην ψηλότερη κορυφή. Απάνω; Ρωτάει. Οι Ελβετοί του γνέφουν «ναι». Είναι η μυστική απόφαση που είχαν πάρει προηγούμενα και οι τρεις τους - ο καθένας για τον εαυτό του - χωρίς να ανταλλάξουν λέξη. Όλοι τους μία σκέψη, μία καρδιά. Χωρίς άλλο λόγο, ο Κάκκαλος αφήνει τα φωτογραφικά σύνεργα που κουβαλούσε και ρίχνεται μπροστά, σκαρφαλώνει με πείσμα τους λείους και επικίνδυνους βράχους ακολουθούμενος από τους δύο Ελβετούς και να, σε λίγο, είναι στο τέρμα,δεν πάει παραπάνω, είναι στην κορυφή!
Οι τρεις τους έγραψαν ιστορία και ο Χρήστος Κάκκαλος έγινε αργότερα ο πρώτος επίσημος οδηγός του Ολύμπου και για τελευταία φορά ανέβηκε στην ψηλότερη κορυφή τον Μύτικα το 1972.Για τους ανθρώπους που δραστηριοποιούνται στα ορειβατικά δρώμενα, ο Χρήστος Κάκκαλος εκτός από μεγάλος ορειβάτης ήταν ο άνθρωπος που έμαθε σε πολλούς άλλους ορειβάτες τα πρώτα ορειβατικά βήματα, μαθαίνοντάς τους πάνω από όλα να σέβονται τη
φύση, ενώ παράλληλα αποτελούσε φωτεινό παράδειγμα ακόμη και για τους πλέον έμπειρους, για τον τρόπο με τον οποίο κινούνταν στο «μυθικό» βουνό.
Ο «ΒΕΝΙΖΕΛΟΣ» ΠΟΥ ΈΓΙΝΕ «ΜΥΤΙΚΑΣ»
Λίγοι ίσως γνωρίζουν πως όταν οι τολμηροί αναρριχητές Fred Boissonas και Daniel Baud Bovy μαζί με τον Χρήστο Κάκαλο «κατέκτησαν» την υψηλότερη κορυφή του Ολύμπου, τής έδωσαν το όνομα «Βενιζέλος»προς τιμήν του Έλληνα πολιτικού που είχε οδηγήσει τη χώρα σε νίκη στους Βαλκανικούς πολέμους. Η κορυφή απέκτησε το όνομα «Μύτικας», με το οποίο είναι γνωστή έως σήμερα αργότερα.
Ο Όλυμπος, πολλές φορές έχει γίνει σημείο αναφοράς, όχι μόνο των αρχαίων Ελλήνων, αλλά και όλης της ανθρωπότητας. Ο χαρακτηρισμός του ως το «κέντρο του κόσμου» δεν είναι τυχαίος, αφού αποτέλεσε την απαρχή ενός μύθου, που από τη μία φιλοξενούσε τους 12 θεούς και από την άλλη αποτελούσε το οχυρό για τις μάχες τους με τους Τιτάνες που αντίστοιχα κατοικούσαν στο βουνό Όθρυς, για την κυριαρχία του σύμπαντος.
Κατά τη διάρκεια της ελληνικής ιστορίας, η ευρύτερη περιοχή του Ολύμπου άλλαζε διαρκώς «χέρια». Πέρσες, Ρωμαίοι, Σλάβοι, Τούρκοι, Γερμανοί πήραν σειρά,πολεμώντας στο ψηλότερο βουνό της Ελλάδας. Παρ'όλο που οι αρχαίοι Έλληνες ανέβαιναν ψηλά - μέχρι την κορυφή του Προφήτη Ηλία όπου κι έκαναν θυσίες προς τους θεούς - δεν τολμούσαν να πλησιάσουν τις
ψηλότερες κορυφές, αφού γι' αυτούς ήταν ιερές.Οι πρώτες, αποτυχημένες, προσπάθειες ανάβασης στην κορυφή καταγράφηκαν τον 17ο και 19ο αιώνα.


ΠΟΥ ΘΑ ΜΕΙΝΕΤΕ ΣΤΟ ΒΟΥΝΟ ΤΩΝ ΘΕΩΝ
Τα καταφύγια του Ολύμπου

Ο Όλυμπος είναι το δημοφιλέστερο βουνό της Ελλάδας, αφoύ χιλιάδες είναι οι επισκέπτες που
περνούν κάθε χρόνο από το μοναδικό φυλάκιο ελέγχου (σ.σ. υπολογίζονται σε 150.000 άτομα,
αλλά οι αριθμοί δεν μπορεί να είναι ακριβείς αφού το φυλάκιο δεν λειτουργεί επί 24ωρης βάσης ούτε όλο τον χρόνο), που βρίσκεται στο δρόμο από το Λιτόχωρο προς τα Πριόνια.
Αποτέλεσμα της μεγάλης επισκεψιμότητας είναι η ανέγερση εννέα καταφυγίων σε όλες τις πλευρές του βουνού, ενώ εκτός των οργανωμένων καταφυγίων υπάρχουν και έξι καταφύγια ανάγκης, τα οποία, ωστόσο, δεν διαθέτουν προσωπικό.
Τα καταφύγια παρέχουν τις υπηρεσίες τους σε επισκέπτες και τουρίστες γενικού ενδιαφέροντος,
πεζοπόρους, ορειβάτες, ποδηλάτες, αναρριχητές και σκιέρ (χιονοδρόμους). Η κύρια περίοδος λειτουργίας τους είναι μεταξύ Μαΐου και Ιουνίου,ενώ κάποια από αυτά λειτουργούν και κατά τους
χειμερινούς μήνες.Το καταφύγιο «Χρήστος Κάκκαλος» βρίσκεται στο ανατολικό άκρο του Οροπεδίου των Μουσών σε ύψος 2650μ. Πήρε το όνομα του από τον Λιτοχωρινό ορειβάτη, ο οποίος μαζί με τους Ελβετούς ορειβάτες Fred Boissonnas και Daniel BaudBovy πραγματοποίησαν την πρώτη καταγεγραμμένη ανάβαση στην ψηλότερη κορυφή του Ολύμπου, τον Μύτικα, τον Αύγουστο του 1913.
Το καταφύγιο, που κτίστηκε το 1960-'61, ονομάστηκε το 1964 «καταφύγιο Βασιλεύς Παύλος»
προς τιμήν του εκλιπόντος επίτιμου προέδρου Ε.Ο.Σ. και μια εικοσαετία αργότερα μετονομάστηκε σε «Καταφύγιο Χρήστος Κάκκαλος» προς τιμήν του πρώτου οδηγού βουνού του Ολύμπου. Έχει χωρητικότητα 23 ατόμων και λειτουργεί από τέλη Μαΐου έως τέλη Οκτωβρίου, καθώς και κατά τους χειμερινούς μήνες (Δεκέμβριο - Απρίλιο).
Το καταφύγιο «Σπήλιος Αγαπητός» ανήκει στην Ελληνική Ομοσπονδία Ορειβασίας και Αναρρίχησης και βρίσκεται σε υψόμετρο 2060μ. στη θέση «Μπαλκόνι». Η ανέγερση του κτιρίου πραγματοποιήθηκε το 1930, ύστερα από υπόδειξη της θέσης από τον οδηγό Ολύμπου Χρήστο Κάκκαλο. Από τη δεκαετία του 1950 άρχισε η λειτουργία του ως ορειβατικό καταφύγιο, ενώ σήμερα αποτελεί το δεύτερο μεγαλύτερο καταφύγιο της χώρας μας, το αποτέλεσμα των πολυετών προσπαθειών τόσο της ΕΟΟΑ, αλλά κυρίως του επί 50 και χρόνια φύλακα Κώστα Ζολώτα και της συζύγου του Ίρμχιλντ.
Την τελευταία δεκαετία, τη διαχείριση του καταφυγίου έχει αναλάβει η κόρη του Κώστα Ζο-
λώτα, Μαρία. Έχει χωρητικότητα 120 ατόμων και διαθέτει οργανωμένη κουζίνα, εστιατόριο, τουα-
λέτες και μπάνια. Παρέχει, επίσης, υπηρεσίες διάσωσης και διαθέτει ελικοδρόμιο. Λειτουργεί από
τις αρχές Μαΐου μέχρι το τέλος Οκτωβρίου. Το καταφύγιο «Γιόσος Αποστολίδης» ονομάστηκε προς τιμή του Ιωσήφ (Γιόσου) Αποστολίδη,ο οποίος είναι υπεύθυνος για τη διάνοιξη νέων
πεζοπορικών διαδρομών που οδηγούν στο «Οροπέδιο των Μουσών». Ο Γιόσος Αποστολίδης πέθανε μετά από πτώση του από το Λούκι του Μύτικα στις 4 Μαΐου του 1964. Το μνημείο του βρ
σκεται λίγα μέτρα από το καταφύγιο, το οποίο με τη σειρά του βρίσκεται σε υψόμετρο 2700μ., στο διάσελο ανάμεσα στις κορυφές «Τούμπα» και «Προφήτης Ηλίας» και ανήκει στο Σύλλογο Ελλήνων Ορειβατών (ΣΕΟ) Θεσσαλονίκης. Έχει χωρητικότητα 100 ατόμων και διαθέτει οργανωμένη κουζίνα, εστιατόριο και τουαλέτες. Λειτουργεί από αρχές Ιουνίου έως αρχές Οκτωβρίου.
Το καταφύγιο «Πετρόστρουγκας» βρίσκεται σε υψόμετρο 1950 μ. και έχει δυνατότητα φιλοξενίας
μέχρι και 90 ατόμων. Tη διαχείρισή του έχει αναλάβει η Ελληνική Ομάδα Διάσωσης, τα μέλη της
οποίας ανακαίνισαν με εθελοντική εργασία το χώρο, με αποτέλεσμα να γίνει περισσότερο λειτουργικός και ζεστός για τους χειμερινούς μήνες. Επιπλέον, στον περιβάλλοντα χώρο έχει δημιουργηθεί και συντηρείται ένα πρόχειρο ελικοδρόμιο για περιπτώσεις ανάγκης.
Η ανάβαση γίνεται από πολύ καλά οδοσημασμένο μονοπάτι, με τη διαδρομή να ξεκινάει από
τη διασταύρωση «Γκορτσιά» και να ακολουθεί το ίδιο μονοπάτι που οδηγεί στο «Οροπέδιο των
Μουσών» του Ολύμπου και τις κορυφές, «Μύτικα», «Στεφάνι», «Σκολιό» και άλλες. Μέσα σε δύο  τρεις ώρες μπορεί κανείς να απολαύσει την υπέροχη θέα από τη βεράντα του καταφυγίου προς τον Θερμαϊκό κόλπο, τις Βόρειες Σποράδες, καθώς και το Αγιο Όρος, τη Θάσο, τη Σαμοθράκη, το Φαλακρό και το Παγγαίο.
Διαθέτει οργανωμένη κουζίνα, θέρμανση με τζάκια και σόμπες, τουαλέτες εντός του κτιρίου
και τρεχούμενο νερό. Υπάρχουν δύο όροφοιστον πρώτο υπάρχει το σαλόνι και το εστιατόριο
και στο δεύτερο τα υπνοδωμάτια. Επίσης, στο ισόγειο λειτουργεί καταφύγιο ανάγκης.
Το καταφύγιο λειτουργεί τους χειμερινούς μήνες, όλα τα Σαββατοκύριακα, καθώς και τις αργίες
και σε όλη τη διάρκεια του καλοκαιριού.
Ένα άλλο καταφύγιο, με την ονομασία «Δημήτρης Μπουντόλας», βρίσκεται στη θέση «Σταυρός», σε υψόμετρο 960 μ., κατά μήκος του δρόμου που οδηγεί από το Λιτόχωρο στα Πριόνια.
Πήρε το όνομα του από τον Δημήτρη Μπουντόλα,έναν από τους καλύτερους Έλληνες αλπινιστές
της δεκαετίας του 1980, ο οποίος παρασύρθηκε και σκοτώθηκε από χιονοστιβάδα τον Οκτώβριο
του 1985, στο Annapurna South των Ιμαλαΐων.Έχει χωρητικότητα 30 ατόμων και διαθέτει πολύ
καλά οργανωμένη κουζίνα και εστιατόριο. Λειτουργεί συνέχεια κατά τους καλοκαιρινούς μήνες
καθώς και όλες τις αργίες και Σαββατοκύριακα του χρόνου. Ο περιβάλλων χώρος του καταφυ-
γίου αποτελεί ιδανικό μέρος ως σημείο απογείωσης αιωροπτεριστών.
Το καταφύγιο «Βρυσοπούλες» βρίσκεται στη νότια πλευρά του Ολύμπου σε ύψος 1800μ. Έχει
χωρητικότητα 25 ατόμων. Το καταφύγιο βρίσκεται εντός του στρατοπέδου του Κέντρου Εκπαίδευσης
Ορεινού Αγώνα Χιονοδρόμων (ΚΕΟΑΧ) των Ειδικών Δυνάμεων του Ελληνικού Στρατού. Για τον
λόγο αυτό, για επικείμενες κρατήσεις πρέπει να ειδοποιείται εγκαίρων η στρατιωτική μονάδα. Το
καταφύγιο αποτελεί ιδανικό μέρος για εξορμήσεις με ορειβατικά σκι προς τη Μεγάλη Γούρνα και τις κορυφές του Καλόγερου, Αγίου Αντωνίου και Σκολιού.
Καταφύγιο υπάρχει και στη θέση «Κρεβάτια Βροντούς». Βρίσκεται σε υψόμετρο 950μ. και έχει
χωρητικότητα 20 ατόμων με εξαιρετική θέα προς τη βόρεια πλευρά και τις απότομες ορθοπλαγιές του βουνού. Αποτελεί τη βάση για πολλές πεζοπορικές διαδρομές, τόσο στα χαμηλότερα τμήματα του βουνού όσο και προς τις κορυφές (Διαδρομή Κόψη Μπαρμπαλά, Δίκτυο μονοπατιών βορείου Ολύμπου).
ΚΑΤΑΦΥΓΙΑ ΑΝΑΓΚΗΣ
Υπάρχουν, επίσης, τα εξής καταφύγια ανάγ-
κης:
- Άγιος Αντώνιος, 2817μ., 12 άτομα
- Άνω Πηγάδι, 1400μ., 18 άτομα
- Χριστάκη (πάντα ανοιχτό), 2550μ., 10 άτομα
- Κώστας Μιγκοτσίδης - Βρυσοπούλες, 450μ.,
6 άτομα
- Λιβαδάκι, 2100μ., 5 άτομα
- Σαλατούρα -Πυροφυλάκιο, 1850μ., 6 άτο-
μα.


Εκείνους που «κράτησε» το βουνό
Στα 100 χρόνια που έχουν μεσολαβήσει από την πρώτη κατάκτηση της ψηλότερης κορυφής του Ολύμπου, του Μύτικα, το 1913, έχουν γίνει αναρίθμητες αναβάσεις στο "βουνό των θεών"
κι έχουν καταγραφεί χιλιάδες σελίδες περιπετειών - ηρωικών αλλά και θλιβερών - καθώς και γεγονότων που "σημάδεψαν" την ιστορία.
Ένα γεγονός που σίγουρα θα μείνει βαθιά χαραγμένο για πάντα στη μνήμη όλων είναι το τραγικό δυστύχημα, τα Χριστούγεννα του 1979, που όμοιό του δεν έχει καταγραφεί ποτέ στα ελληνικά ορειβατικά χρονικά.
Το γεγονός είχε όλα τα χαρακτηριστικά ενός μεγάλου δράματος, απ' αυτά που μπορούμε να συναντήσουμε μόνο στις μεγάλες οροσειρές του κόσμου: μια πολυμελής ομάδα χάνει τον
προσανατολισμό της μέσα στη χιονοθύελλα, προσπαθώντας να βρει το καταφύγιο, αλλά δεν τα καταφέρνει εξαιτίας της χιονοθύελλας. Η ομάδα, εξαντλημένη, καθηλώνεται μια ολόκληρη
νύχτα, μην μπορώντας να βρει ούτε τη μοναδική έξοδο διαφυγής από το φυσικά "οχυρό" στο οποίο έχει εγκλωβιστεί, σε υψόμετρο 2.500 μέτρων. Πολλά από τα μέλη της καταφέρνουν να επιβιώσουν εκτεθειμένα στα αγριεμένα στοιχεία της φύσης, χάρη στις ολονύκτιες προσπάθειες των υπολοίπων. Την επόμενη μέρα, άυπνοι, χωρίς τροφή και χωρίς νερό, καταφέρνουν να αποδράσουν από τον εφιάλτη, ανακαλύπτοντας, μέσα στη θύελλα, τη μοναδική οδό διαφυγής, αυτήν που είχαν ακολουθήσει για να μπουν στον "εφιάλτη" τους. Όμως, για κάποιους ήταν ήδη αργά...
Όταν η περιπέτεια τελείωσε, έπειτα από δύο 24ωρα, η ελληνική κοινή γνώμη της εποχής παρακολουθούσε σοκαρισμένη το κουβάρι των γεγονότων, όπως αυτό ξετυλιγόταν από τις περιγραφές των πρωταγωνιστών. Ένα δράμα είχε παιχτεί, χωρίς να καταλάβει κανείς τίποτα. Το "δυστύχημα στον Όλυμπο" ήταν η αφορμή για να πυροδοτηθούν πολλές συζητήσεις τα χρόνια που ακολούθησαν, σχετικά με την κατάσταση της ορειβασίας στην Ελλάδα.

Το δυστύχημα του 1979 είναι το πλέον τραγικό αλλά δεν είναι το μόνο. Ο πρώτος θάνατος καταγράφηκε στις 4 Μαΐου 1964, όταν το μέλος του ΣΕΟ Θεσσαλονίκης Ιωσήφ Αποστολίδης, που έχτισε το καταφύγιο στον Όλυμπο το οποίο και φέρει το όνομά του, σκοτώθηκε από πτώση στο κεντρικό λούκι του Ολύμπου.
Ο θάνατός του συγκλόνισε την τότε ορειβατική κοινότητα.

Στις 5 Δεκεμβρίου 1976, στα Ζωνάρια του Ολύμπου, παρασύρονται και σκοτώνονται από χιονοστιβάδα, οι ορειβάτες Δ.Καστανιώτης, Β. Μπαρτζελάι, Κ. Λαζάρου, Π. Τυρνινής και Π.
Παπαδόπουλος.

Στις 23 Ιουλίου 1995 σκοτώνεται από πτώση στο Λούκι του Ολύμπου ο Γιώργος Μιχαηλίδης, που ήταν ένας από τους πρωτοπόρους της ελληνικής ορειβασίας.

Στις 14 Μαρτίου 1999, στην κόψη του Μπαρπαλά, σκοτώθηκαν οι ορειβάτες, Βλάχος, Πεολίδης και Αδαμαντίδης.


πηγή:ελευθερία λάρισας

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου