Δευτέρα 20 Δεκεμβρίου 2021

 

Η Σκύλλα και η Χάρυβδις


Του Κωνσταντίνου Αθ. Οικονόμου δασκάλου, συγγραφέα

 

Η ΣΚΥΛΛΑ. ΓΕΝΙΚΑΗ Σκύλλα ήταν ένα θηλυκό τέρας της ελληνικής Μυθολογίας. Θεωρείτο, κατά την κύρια μυθική εκδοχή, κόρη του θεού της θάλασσας, Ποσειδώνα και της Γαίας. Κατοικούσε στην ευρωπαϊκή ακτή του πορθμού του Βοσπόρου, ενώ στην ασιατική ακτή κατοικούσε ένα άλλο τέρας, η Χάρυβδις. Είχε έξι ή εννιά λαιμούς που οδηγούσαν σε ισάριθμα τρομακτικά στόματα, με τα οποία άρπαζε ναυτικούς από τα διερχόμενα πλοία. Τα κεφάλια της έμοιαζαν με σκύλου, ομοιότητα η οποία εξηγεί και το όνομά της. Αργότερα, οι νεότεροι μυθικοί συγγραφείς, μετέφεραν την κατοικία των δύο τεράτων στον πορθμό της Μεσσήνης μεταξύ ιταλικής χερσονήσου και Σικελίας. Τα δύο αυτά τέρατα εμπλέκονται στους μύθους τόσο του Οδυσσέα όσο και των Αργοναυτών.

ΠΡΟΕΛΕΥΣΗ: Γονείς της Σκύλλας ήταν, σύμφωνα με μια άλλη παράδοση, ο Φόρκυς και η Κητώ, η οποία είχε γονείς της τον Πόντο και τη Γαία. Παιδιά τους ήταν επίσης και άλλα θαλάσσια τέρατα, όπως η Έχιδνα, οι Σειρήνες και η Θόωσσα, [μανιασμένη θάλασσα]. Άλλοι, πάλι, έλεγαν πως γονείς της Σκύλλας ήταν ο Φόρβας και η Εκάτη ή ο Φόρκυς και η Εκάτη. Το βασίλειο της Εκάτης ήταν η θάλασσα κι όταν δεν τριγυρνούσε, έμενε στη σπηλιά της, όπως ακριβώς η κόρη της, η Σκύλλα. Αρχικά, η Εκάτη, που ονομαζόταν αλλιώς και Λάμια, ήταν μια όμορφη βασίλισσα στη Λιβύη, ευνοούμενη του Δία. Η Ήρα, για να την εκδικηθεί, τη μεταμόρφωσε σε απαίσιο τέρας, κι εκείνη γέννησε αργότερα τη Σκύλλα. Τέλος, μια άλλη παράδοση θεωρεί γονείς της δυο άλλα τέρατα, τον Τυφωέα και την Έχιδνα.

ΤΟΠΟΣ ΔΡΑΣΗΣ: Έλεγαν πως η Σκύλλα και η Χάρυβδη βρίσκονταν η μια απέναντι από την άλλη, σε ένα στενό θαλάσσιο πέρασμα που, σύμφωνα με τον Όμηρο, ονομαζόταν “Πλαγκτές Πέτρες”. Το πέρασμα αυτό ήταν εντελώς αδύνατο να το διασχίσει κανείς, λόγω της φοβερής κατάστασης που επικρατούσε στην περιοχή αυτή από την παρουσία των δύο τεράτων. Εκεί υπήρχαν πολλά, απότομα και πανύψηλα βράχια, ενώ το κύμα έσκαγε πάνω τους με φοβερό πάταγο. Το στενό αυτό το τοποθετούσαν σε διάφορα σημεία. Άλλοι έλεγαν πως ήταν ο Βόσπορος, άλλοι στο ακρωτήριο Ταίναρο κι άλλοι κοντά στα Κανάρια νησιά, εκτός Μεσογείου, δηλαδή. Οι πιο πολλοί νεότεροι μυθογράφοι, πιστοί στη συνήθειά τους να »μεταφέρουν» τους ελληνικούς μύθους στο νέο κέντρο του »κόσμου» τη Ρώμη, πίστευαν πως η Σκύλλα και η Χάρυβδη κατοικούσαν στο στενό της Μεσσήνης, ανάμεσα στην Ιταλία και τη Σικελία. Τα δυο τέρατα ήταν εγκατεστημένα σε δύο σκοπέλους. Ο ένας ήταν τόσο ψηλός, που η κορυφή του χανόταν στον ουρανό και ήταν πάντα σκεπασμένη με πυκνά μαύρα σύννεφα.

 

ΤΡΟΠΟΣ ΔΡΑΣΗΣ: Η Σκύλλα ήταν κρυμμένη μέχρι τη μέση της μέσα σε βάραθρο μιας θαλάσσιας σπηλιάς. Είχε παραμορφωμένα πόδια, ενώ το κάθε κεφάλι της ήταν φριχτό, με τρία σαγόνια το καθένα. Έτσι δηλαδή, το κάθε στόμα της είχε τρεις σειρές δόντια, τα οποία μάλιστα στάζανε δηλητήριο. Από τη σπηλιά πρόβαλλαν τα κεφάλια της, που βουτούσαν ολόγυρα στο βράχο και μέσα στο νερό. Άρπαζαν τα μεγάλα κήτη της θάλασσας, δελφίνια, σκυλόψαρα, φώκιες και τα καταβρόχθιζαν με μανία. Έτρωγαν όμως και ανθρώπους, αν κάποιο καράβι τολμούσε να διασχίσει το στενό. Η Σκύλλα άρπαζε τόσους κωπηλάτες, όσα ήταν και τα φοβερά της στόματα.

Ο ΟΔΥΣΣΕΑΣ ΚΑΙ Η ΧΑΡΥΒΔΙΣ

 

Η ΧΑΡΥΒΔΙΣ: Η Χάρυβδη κατοικούσε στην απέναντι μεριά, όπου υπήρχε ένας δεύτερος σκόπελος, αλλά με μικρότερο ύψος. Πάνω του είχε φυτρώσει μια αγριοσυκιά και κάτω από το φύλλωμά της καθόταν το τέρας, που από το στόμα του ξερνούσε μαύρο νερό. Η Χάρυβδη μπορούσε να μετατρέπει το στενό πέρασμα σε μια τεράστια ρουφήχτρα. Έτσι, τρεις φορές τη μέρα ρουφούσε το νερό και τρεις φορές το ξανάβγαζε με φοβερή ταχύτητα. [Εδώ, ίσως, περιγράφεται κάποια εντυπωσιακή αποτύπωση του φαινομένου της παλίρροιας σε ένα στενό πέρασμα.] Έτσι, αν τύχαινε και βρισκόταν κανείς κοντά τις στιγμές που το ρουφούσε, δεν είχε ελπίδες να γλιτώσει. Ούτε καν ο ίδιος ο Ποσειδώνας δεν μπορούσε να επέμβει και να βοηθήσει τους προστατευόμενους του.

 

ΕΡΜΗΝΕΙΑ: Οι ναυτικοί που κινδύνευαν στα ταξίδια τους από τα απειλητικά κύματα και τις θύελλες, έπλαθαν με τη φαντασία τους μυθικές μορφές, που προσπαθούσαν αγριεμένες να τους καταστρέψουν. Έτσι γεννήθηκαν τα δυο τρομακτικά αυτά τέρατα. Οι θαλασσινοί έβαζαν με το νου τους πως δεν επρόκειτο απλώς για δυνατό άνεμο ή για θεόρατα κύματα. Πίστευαν ότι κάτι περισσότερο κρύβεται πίσω απ’ όλα αυτά, κάποιο πλάσμα κακό στην ψυχή και τρομερό στην όψη, που γύρευε το χαμό τους. Αυτό το γεμάτο κακία πλάσμα προκαλούσε όλη τη φοβερή αναταραχή και η κακοκαιρία δεν ήταν τυχαία. Δεν είναι τυχαίο πως ο μύθος αρχικά εξηγεί τις συχνές απώλειες ναυτικών, αλλά και ολόκληρων πλοίων κατά τις εξορμήσεις εμπόρων και αποίκων κατά τον πρώτο και δεύτερο ελληνικό αποικισμό. Άλλωστε οι άποικοι περνούσαν από τον Ελλήσποντο αλλά και τα στενά της Μεσσήνης, πράγμα που θα υποκινούσε τους κατοίκους των παρακτίων αυτών περιοχών να επιτεθούν και να σκοτώσουν τους “εισβολείς” αυτούς. Στη συνέχεια, πίσω στις Μητροπόλεις των αποίκων αυτών, μετά την εξαφάνιση των δικών τους αυτών πρωτοπόρων αποίκων, οι θλιμμένοι οιείοι τους θα έπλασαν διάφορες μυθοπλασίες σχετικά με την τύχη των εξαφανισμένων. Εύκολα μπορούμε να καταλάβουμε τι ιστορίες μπορεί να είχε τότε πλάσει η πάντα πλούσια ελληνική φαντασία. Εν συνεχεία, με την πάροδο των αιώνων, προέκυψαν και διάφορες ιστορίες σχετικά με την αρχική καταγωγή και τη μετέπειτα μεταμόρφωση των τεράτων αυτών που ήταν γεννήματα της φαντασίας τους. Οι άνθρωποι, δηλαδή, όσο περνούσαν τα χρόνια προσπαθούσαν να εξηγήσουν πώς γεννήθηκαν. Έτσι, φαντάζονταν πως στην αρχή ήταν πλάσματα της στεριάς και κατά τη διάρκεια της ζωής τους για κάποιο λόγο, μεταμορφώθηκαν.

Πηγή: ΕΝΤΥΠΗ LARISSANET

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου