Σάββατο 27 Μαρτίου 2021

Η ΔΥΤΙΚΗ ΚΑΙ ΝΟΤΙΑ ΠΛΕΥΡΑ ΤΗΣ ΠΛΑΤΕΙΑΣ ΤΑΧΥΔΡΟΜΕΙΟΥ - Γ΄


ΤΟΥ ΝΙΚ. ΑΘ. ΠΑΠΑΘΕΟΔΩΡΟΥ
nikapap@hotmail.com

Κατά την περιγραφή των κτιρίων της δυτικής πλευράς της πλατείας Ταχυδρομείου, είχαμε σταματήσει την προηγούμενη Τετάρτη στην ισόγεια κατοικία της οικογένειας Τσαγιάννη που βρισκόταν στη γωνία των οδών Παπακυριαζή και Ρούσβελτ. Συνεχίζουμε

σήμερα με τα υπόλοιπα κτίρια της ίδιας πλευράς.
Δυτικά από το σπίτι του Τσαγιάννη και αφού μεσολαβούσε ένας κενός χώρος στον οποίο υπήρχε αυλόπορτα, βρισκόταν ένα διώροφο κτίριο που ήταν ιδιοκτησία του Λαρισαίου εμπόρου Μιχαήλ Σωτηρίου. Όταν αυτός απεβίωσε και οι κόρες του παντρεύτηκαν, το σπίτι περιήλθε στην ιδιοκτησία του Θεόδωρου Καραναστάση. Αργότερα το διώροφο κατεδαφίστηκε και στη θέση του ο αδελφός του Θεόδωρου, Δημήτριος Καραναστάσης έκτισε πολυώροφη οικοδομή.
Τα παλαιότερα χρόνια σε επαφή με το σπίτι του Σωτηρίου, και στο βάθος μιας μεγάλης αυλής με πολλά δένδρα και όμορφα λουλούδια ήταν χτισμένη μια ισόγεια κατοικία. Στο ύφος του δρόμου υπήρχαν όμορφα σιδερένια κιγκλιδώματα και το όλο σύνολο του σπιτιού φάνταζε πολύ ωραίο. Για χρόνια πολλά έμενε σ’ αυτό ο οδοντίατρος Μπρέλης. Περί το 1933 το σπίτι αυτό κατεδαφίσθηκε και στη θέση του οικοπέδου οικοδομήθηκε ένα κομψό διώροφο κτίριο, το οποίο χρησιμοποιήθηκε ως γραφείο των επιβατικών λεωφορείων της περιοχής Λάρισας (πρόδρομος του σημερινού Κ.Τ.Ε.Λ.) και πρακτορείο αυτοκινήτων των γραμμών Φαρσάλων, Αγιάς, Τρικάλων, και άλλων περιοχών. Όταν στην κατοχή δεν υπήρχαν πια λεωφορεία, επειδή οι κατακτητές απαγόρευαν τις εσωτερικές μετακινήσεις, το κτίριο χρησιμοποιήθηκε ως ξενοδοχείο με την επωνυμία «Παρθενών». Το ξενοδοχείο αυτό συνήθως αποτελούσε το μόνιμο κατάλυμα των μαυραγοριτών, όταν έρχονταν από την Αθήνα και από άλλα μέρη της Ελλάδος για να ασκήσουν το αναίσχυντο εμπόριό τους. Μεταπολεμικά χρησιμοποιήθηκε ως κατοικία και γύρω στα 1970 γκρεμίσθηκε και τη θέση του πήρε, ως συνήθως, μια πολυώροφη πολυκατοικία.
Μεταξύ του προηγούμενου παλιού σπιτιού του Μπρέλη που αναφέραμε και μιας μεγάλης αποθήκης που υπήρχε δίπλα της, μεσολαβούσε ένας διάδρομος. Η εν λόγω αποθήκη ήταν ιδιοκτησία των αδελφών Παπαγεωργίου και περί το 1933 νοικιάσθηκε από τον Μήτσο Βρεττόπουλο[1] και διασκευάσθηκε σε ζαχαροπλαστείο με την ονομασία «Αίγλη». Στο πίσω μέρος του καταστήματος υπήρχε ευρύτατος χώρος ο οποίος χρησίμευε για εργοστάσιο Ζαχαροπλαστικής. Τα προϊόντα του εργοστασίου αυτού κυκλοφορούσαν με τη φίρμα «Βρεττό» και ήταν εξαίρετα. Για το κατάστημα αυτό γράφει σχετικά ο Κώστας Περραιβός: «Πρώτος τότε ο Βρεττόπουλος παρήγαγε στη Λάρισα παγωτά του χεριού, που τα πωλούσαν στους δρόμους οι παγωτατζήδες ... Η «Αίγλη» πέρασε στην τοπική ιστορία σαν ένα από τα κοσμικά εντευκτήρια των παλιών Λαρισινών. Παρέες νεαρών έκαμαν το καλοκαίρι γλέντια τρικούβερτα κάτω από τα βαθύσκια δένδρα της Πλατείας Ταχυδρομείου, όπου ο Βρεττόπουλος άπλωνε τραπέζια και καρέκλες … σημειώνουμε ότι ο Μήτσος Βρεττόπουλος δεν ήταν μόνον άριστος ζαχαροπλάστης, αλλά και ένας αριστοτέχνης παρασκευαστής πικάντικων μεζέδων και γκιουβετσιών … Τη μεγαλύτερη όμως νοστιμιά την αποτελούσε η παρουσία του αξέχαστου Μήτσου που ήταν άφθαστος κοζέρ[2] και σκορπούσε κέφι και γέλια με τα ατέλειωτα ανέκδοτα που αφηγούταν στους φίλους γκιουβετσοφάγους[3]. Τον χειμώνα τα γκιουβέτσια τρωγόντουσαν σε ένα ιδιαίτερο καμαράκι το οποίο βρισκόταν μεταξύ ζαχαροπλαστείου και εργοστασίου ζαχαροπλαστικής. Από τα γλέντια αυτά βγήκαν πολλά νόστιμα ανέκδοτα»[4].
Στην «Αίγλη» του Μήτσου Βρεττόπουλου πέρασαν ευτυχισμένες βραδιές πολλοί παλιοί συμπολίτες. Ήταν ανεξάντλητος σε ανέκδοτα και είχε έναν ιδιότυπο χιουμοριστικό τρόπο να τα αφηγείται, ώστε σκορπούσε αυθόρμητα το γέλιο. Εκτός από τα γκιουβέτσια, σπεσιαλιτέ του θεωρούσε τους κεφτέδες. Μάλιστα η νοστιμιά τους ήταν θαυμάσια και όταν κάποτε τους γεύτηκε μεταπολεμικά στο κέντρο «Αλκαζάρ» η τότε βασίλισσα Φρειδερίκη, ζήτησε τη συνταγή από τον Βρεττόπουλο. Μία από τις μόνιμες παρέες της «Αίγλης» κατά την προπολεμική περίοδο την αποτελούσαν ο πρόεδρος του Δικηγορικού Συλλόγου Τάκης Ιατρού, ο δικηγόρος Στέλιος Κολοκοτρώνης που εγκαταστάθηκε αργότερα στη Αθήνα, ο γραμματέας του Εφετείου Γιάννης Παπαστεφάνου, ο Τάκης Κοκκινάκης υπάλληλος των τριών ΤΤΤ. Μάλιστα ο τελευταίος ήταν βέρος Αθηναίος από την Πλάκα και όταν τον μετέθεσαν στη Λάρισα ερχόταν στενοχωρημένος γιατί θα στερούνταν το Πλακιώτικο περιβάλλον. Όμως τα πράγματα ήλθαν διαφορετικά, ώστε στο τέλος αγάπησε την πόλη και δεν ήθελε να φύγει. Ο Γιάννης Παπαστεφάνου έπαιζε ωραία κιθάρα και τα καλοκαίρια κάθε βράδυ στην πλατεία, κάτω από τα πεύκα και με όλη τη συντροφιά τραγουδούσε παλιές καντάδες. Μερικές φορές έρχονταν και άλλες παρέες, παιδιά του Μουσικού Συλλόγου που είχαν ωραίες καλλιεργημένες φωνές και το γλέντι τραβούσε ιδίως τα Σαββατοκύριακα, μέχρι τα ξημερώματα.
Το 1939 στην παρέα προστέθηκε και ένα ακόμη μέλος. Ήταν ο Μέγας Αυλάρχης του εξόριστου βασιλιά τη Αλβανίας Αχμέτ Ζώγου, που είχε φθάσει το βράδυ της Μ. Πέμπτης στη Λάρισα σιδηροδρομικώς, μαζί με την οικογένειά του, τους αυλικούς και μέλη του υπουργικού συμβουλίου[5]. Ο διευθυντής τότε της Νομαρχίας Στέφανος Βαφείδης που ερχόταν σε επαφή με τον Αυλάρχη, ο οποίος σημειωτέον μιλούσε άπταιστα τα ελληνικά, τού γνώρισε και πολλούς φίλους του, όπως τον γιατρό Νίκο Ράπτη, τον Θανάση Φασούλα, τον Φώτη Παπά, φυσικά τον Μήτσο Βρεττόπουλο και την «Αίγλη», όπου τακτικά έτρωγε τους μεζέδες και πίνανε μαζί τα τσιπουράκια τους.
***
Αφήνουμε τώρα τη δυτική πλευρά της πλατείας και πάμε στη νότια. Στη γωνία των οδών Πρωτοπαπαδάκη[6] και Ρούσβελτ υπήρχαν μερικά χαμηλά κτίσματα που χρησίμευαν για κατοικίες και ανήκαν στον Δημήτριο Βουρνάζο. Στη θέση τους ο ιδιοκτήτης ανήγειρε ισόγειο κατάστημα, όπου για πολλά χρόνια λειτούργησε καφεουζοπωλείο, σαν επιχείρηση του ίδιου του Βουρνάζου. Εξυπηρετούσε με καφέδες και αναψυκτικά το προσωπικό του Πρακτορείου Αυτοκινήτων που βρισκόταν, όπως αναφέραμε, εκεί κοντά, αλλά και τους ταξιδιώτες. Επίσης συγκέντρωνε και παρέες από μερακλήδες του καλού μεζέ και του τσίπουρου. Δύο από τους πιο τακτικούς θαμώνες του καφενείου αυτού ήταν ο δικηγόρος Τάκης Χατζημπύρος και ο Νίκος Στασινόπουλος διευθυντής του τοπικού Υποκαταστήματος της Αγροτικής Τραπέζης. Μεταπολεμικά το ίδιο κατάστημα χρησίμευσε και ως Πρακτορείο Αυτοκινήτων, πριν ανασυγκροτηθούν οι συγκοινωνίες και δημιουργηθούν τα ΚΤΕΛ. Αργότερα στο σημείο αυτό στεγάστηκε το κατάστημα μηχανημάτων του Σπύρου Συρίγου και μέχρι πριν λίγα χρόνια ένα από τα υποκαταστήματα της Αγροτικής Τράπεζας.
Δίπλα από το καφενείο του Βουρνάζου λειτουργούσε μέχρι τον πόλεμο του 1940 το Βαφείο και Καθαριστήριο του Μακρή. Τέσσερα ήταν όλα κι’ όλα τα καθαριστήρια στην προπολεμική Λάρισα. Του Μακρή, του Βέργου, του Τσόλκα και του Βλάχου. Το οίκημα αυτό του Μακρή κατεδαφίσθηκε και στον ίδιο χώρο τώρα υψώνεται το ξενοδοχείο «Αστόρια» του Χρ. Κακάτσιου που εδώ και μερικά χρόνια σταμάτησε να λειτουργεί.
Πλάι από το Βαφείο του Μακρή υπήρχε ένα σπίτι που αφού κατεδαφίσθηκε, στη θέση του υψώθηκε πολυκατοικία.
Πιο πάνω, στη γωνία με τη οδό Ασκληπιού βρισκόταν το Ξενοδοχείο «Αι Αθήναι» του Βασίλη Βουρνάζου. Ήταν ένα διώροφο κτίσμα και η πελατεία του αποτελούνταν από άγαμους δημόσιους υπαλλήλους και στρατιωτικούς. Στο πίσω μέρος είχε αυλή και γύρω στην αυλή υπήρχαν μερικά ισόγεια δωμάτια τα οποία νοικιάζονταν σε φθηνότερες τιμές. Ήταν ήσυχο και καθαρό και γι’ αυτό και το προτιμούσαν πολλοί.
Στην απέναντι γωνία άλλοτε υπήρχε ένα σπιτάκι με αυλή μπροστά και δίπλα δύο ισόγεια καταστήματα, στα οποία είχε εγκατεστημένα τα εργαστήριά του ο φαρμακοποιός Βασίλειος Κυλικάς του Χρήστου. Το φαρμακείο του βρισκόταν στη γωνία των σημερινών οδών Κύπρου και 28ης Οκτωβρίου και από τον σεισμό του 1941 έπαθε σοβαρές καταστροφές. Μεταπολεμικά ο Κυλικάς εγκαταστάθηκε στην Αθήνα, όπου δημιούργησε μια ακμάζουσα φαρμακοβιομηχανία την Kylifarm και στη θέση των εργαστηρίων του στεγάστηκε το αρτοζαχαροπλαστείο του Τάκη. Σήμερα έχει κατασκευαστεί πολυώροφη οικοδομή.
Στη γωνία Πρωτοπαπαδάκη και Παναγούλη υπήρχε το Καπνοπωλείο του Θωμά Οικονόμου και στον επάνω όροφο στεγαζόταν κάποιο ξενοδοχείο (βλέπε και φωτογραφία).
Με τις πληροφορίες αυτές ολοκληρώσαμε την περιγραφή των οικημάτων γύρω από την πλατεία Ταχυδρομείου, η ο οποία όπως είδαμε, μεταπολεμικά άλλαξε τελείως όψη.

 

[1]. Είναι γνωστός από παλαιότερα ως ιδιοκτήτης του ζαχαροπλαστείου «Κυβέλεια», το οποίο βρισκόταν επί της οδού Ακροπόλεως (Παπαναστασίου), απέναντι από το ξενοδοχείο Divani Palace και του καφεζαχαροπλαστείου «Πανελλήνιον» στη νότια πλευρά της Κεντρικής πλατείας. Μεταπολεμικά ήταν ο ιδρυτής και διαχειριστής του εξοχικού κέντρου «Αλκαζάρ» για πολλά χρόνια.
[2]. Κοζέρ σημαίνει ένα άτομο που έχει το χάρισμα να είναι γοητευτικός συνομιλητής.
[3]. Πρόκειται για νεολογισμό του Περραιβού. Εννοεί τον λάτρη των φαγητών τα οποία παρασκευάζονται σε γκιουβέτσια. Γιουβέτσι είναι το πήλινο σκεύος που έδωσε το όνομά του σε ένα απ’ τα νοστιμότερα φαγητά της ελληνικής κουζίνας με μοσχάρι και κριθαράκι στο φούρνο.
[4]. Ολύμπιος (Κώστας Περραιβός). Η Λάρισα που χάθηκε, εφ. «Λάρισα», φύλλο της 18ης Δεκεμβρίου 1972.
[5]. Παπαθεοδώρου Νικόλαος. Ένας βασιλιάς διαμένει το 1939 στη Λάρισα, «Ιχνηλατώντας την παλιά Λάρισα-Β’ -2015». Λάρισα (2018) σελ. 179-182.
[6]. Η παλαιότερη ονομασία της οδού Πρωτοπαπαδάκη ήταν Ηρακλείου.

 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου