Πέμπτη 24 Μαρτίου 2022

 

IXNHΛΑΤΩΝΤΑΣ ΤΗΝ ΠΑΛΙΑ ΛΑΡΙΣΑ

Ο φονικός Ιταλικός βομβαρδισμός της Λάρισας

21 ΔεκεμβρΙου 1940


Το ξενοδοχείο "Το Στέμμα", η Λαϊκή Τράπεζα και η Στρατιωτική Λέσχη (πρώην Λέσχη Ασλάνη), κατεστραμμένα από τους βομβαρδισμούς  και τον σεισμό της 1ης Μαρτίου 1941. Η πέμπτη ιταλική βόμβα  έπεσε στον μολυβένιο τρούλο της Στρατιωτικής Λέσχης. Απρίλιος 1941.Το ξενοδοχείο "Το Στέμμα", η Λαϊκή Τράπεζα και η Στρατιωτική Λέσχη (πρώην Λέσχη Ασλάνη), κατεστραμμένα από τους βομβαρδισμούς και τον σεισμό της 1ης Μαρτίου 1941. Η πέμπτη ιταλική βόμβα έπεσε στον μολυβένιο τρούλο της Στρατιωτικής Λέσχης. Απρίλιος 1941.

Εδώ και τέσσερις εβδομάδες από τα μέσα ενημέρωσης γινόμαστε μάρτυρες μιας αναίτιας και ακατανόμαστης πολεμικής θηριωδίας των ρωσικών στρατευμάτων εις βάρος του Ουκρανικού λαού. Ανηλεείς βομβαρδισμοί καταστρέφουν στρατηγικά σημεία και πόλεις αυτής της χώρας, με χιλιάδες νεκρούς ως επί το πλείστον άμαχους.

Οι εικόνες που αντικρίζουμε μας υπενθυμίζουν κάτι αντίστοιχο το οποίο συνέβη κατά τη διάρκεια του ελληνοϊταλικού πολέμου του 1940. Η πόλη μας ήταν και τότε, όπως είναι πάντα, στρατιωτικό κέντρο. Οι φωτογραφίες της εποχής εκείνης που απεικονίζουν τις καταστροφές που υπέστη τότε η Λάρισα από τους βομβαρδισμούς της ιταλικής αεροπορίας συγκρίνονται ασυνείδητα με εκείνες που προβάλλονται από την Ουκρανία. Με την ευκαιρία αυτή στο σημερινό μας σημείωμα θα αναφερθούμε στην αεροπορική επιδρομή που έγινε την 21η Δεκεμβρίου 1940 από ιταλικά βομβαρδιστικά αεροπλάνα στο κέντρο της Λάρισας και τις επιπτώσεις του, ενώ ο ελληνικός στρατός πολεμούσε νικηφόρα και υποχρέωνε τον ιταλικό στρατό σε υποχώρηση στο αλβανικό μέτωπο. Οδηγοί μας θα είναι δύο άτομα που έζησαν από κοντά τη φρίκη εκείνη και την περιέγραψαν με ζωντανά χρώματα. Ο δικηγόρος και ιστορικός της Λάρισας Γεώργιος Ζιαζιάς και ο δημοσιογράφος της εφημερίδας "Ελευθερία" της Λάρισας Βασίλειος Βουτσιλάς.
Λίγες ημέρες μετά την έναρξη του ελληνοϊταλικού πολέμου, η Λάρισα είχε γίνει στόχος βομβαρδιστικών επιθέσεων εκ μέρους της ιταλικής αεροπορίας. Αρχικά οι επιθέσεις αυτές ήταν αραιές και είχαν σαν στόχους αποκλειστικά αποθήκες πυρομαχικών και υλικών στρατού, τον σιδηροδρομικό σταθμό του ΣΕΚ (Λαρισαϊκός) και του Μεζούρλου. Αλλά η αστοχία τους ήταν παροιμιώδης και αυτός ήταν ο λόγος που ένα μεγάλο μέρος των κατοίκων παρέμενε στην πόλη και δεν την είχε εγκαταλείψει, μετακομίζοντας σε πλησιόχωρους οικισμούς για ασφάλεια.
Όμως αυτά γίνονταν μέχρι τις παραμονές των Χριστουγέννων ώσπου ήλθε το μεσημέρι του Σαββάτου 21 Δεκεμβρίου του 1940. Οι Λαρισαίοι ετοιμάζονταν να εορτάσουν όσο καλύτερα μπορούσαν τα πολεμικά Χριστούγεννα. Την ημέρα εκείνη και ενώ όλα κυλούσαν ήρεμα και ομαλά, ξαφνικά άρχισαν να ηχούν δαιμονισμένα οι σειρήνες συναγερμού και σχεδόν ταυτόχρονα να ακούγονται στο κέντρο της Λάρισας εκρήξεις βομβών που εκσφενδόνιζαν τρία[1] ιταλικά βομβαρδιστικά αεροπλάνα. Η αεράμυνα είχε καταληφθεί "εξ απήνης". Λέγεται ότι η συννεφιά στον ουρανό στάθηκε εμπόδιο στην έγκαιρη εντόπισή τους. Άλλοι, ότι δεν υπήρξε η κατάλληλη ενημέρωση από την Αεράμυνα των Τρικάλων. Όμως "οι κακές γλώσσες" λένε ότι οι υπεύθυνοι της Αεράμυνας της Λάρισας έπαιζαν τάβλι στο καφενείο "Πανελλήνιον" και δεν ήταν δυνατόν να πληροφορηθούν άμεσα την ειδοποίηση[2]. Το αποτέλεσμα ήταν ότι όταν πλέον ήχησαν οι σειρήνες ο κόσμος έτρεχε πανικόβλητος προς τα καταφύγια[3] και οι βόμβες τους βρήκαν στους δρόμους.
Την ημέρα εκείνη οι Ιταλοί έριξαν πολλές βόμβες, χωρίς να διαχωρίσουν τους στόχους τους. Δεν βομβάρδισαν στρατιωτικούς σχηματισμούς ή διοικητικά κτήρια, αλλά απ' ευθείας τον άμαχο πληθυσμό. Καθώς το σμήνος των αεροπλάνων ερχόταν από νοτιοδυτικά προς το κέντρο της πόλης, η πρώτη βόμβα έπεσε στη γωνία των οδών Τζαβέλλα και Σκουφά, από την οποία προήλθε το πρώτο θύμα των βομβαρδισμών και ήταν γυναίκα. Η δεύτερη βόμβα έπεσε στη διασταύρωση των οδών Ταγματάρχου Βελισσαρίου και Σκουφά, αφαιρώντας τη ζωή από μια Εβραιοπούλα και προκαλώντας καταστροφές στα γύρω κτίρια. Η τρίτη βόμβα ήταν πιο φονική. Έπεσε στη γωνία των οδών Ανθίμου Γαζή και Παπακυριαζή και σκοτώθηκε μια μητέρα με τις τρεις κόρες της που τις κρατούσε από τα χέρια της, τη στιγμή που κατευθύνονταν προς το γειτονικό καταφύγιο, καθώς και μερικά άλλα άτομα τα οποία σκοτώθηκαν ή τραυματίστηκαν σοβαρά[4]. Μια τέταρτη βόμβα έπεσε στο οικόπεδο που βρισκόταν νότια της Εθνικής Τράπεζας και στέγαζε τότε τον θερινό κινηματογράφο "Τιτάνια", η οποία προκάλεσε μόνον καταστροφές στα διπλανά κτίσματα.
Όμως η πιο πολύνεκρη βόμβα ήταν η πέμπτη. Έπεσε πάνω στον τρούλο του κτιρίου της Στρατιωτικής Λέσχης (παλαιότερα Λέσχη Ασλάνη και μετά ξενοδοχείο "Μεγάλη Βρετανία"). Ο τρούλος ήταν καλυμμένος με μολυβένια φολιδωτά φύλλα, τα οποία από την ορμή της εκραγείσας βόμβας εκτινάχθηκαν μακριά και πήραν τη μορφή κινούμενης λαιμητόμου. Από την έκρηξη αυτή αποκεφαλίστηκαν στην κυριολεξία και σκοτώθηκαν πολλοί Λαρισαίοι, οι οποίοι την ώρα εκείνη έτρεχαν να κρυφτούν στα παρακείμενα καταφύγια. Μεταξύ των θυμάτων ήταν και μερικά λουστράκια τα οποία είχαν το στέκι τους στη βόρεια και την ανατολική πλευρά της Κεντρικής πλατείας (Β' Σώματος Στρατού) και τρεις απ' αυτούς γυάλιζαν τις μπότες αντίστοιχων Νεοζηλανδών αξιωματικών. Η έκτη βόμβα ήταν στην οδό Πανός, έξω από τα ψητοπωλεία. Στο σημείο αυτό σκοτώθηκε ένας χωρικός, του οποίου τα δύο άλογα που είχε ζεμένα στο διπλόκαρρο ήταν τραυματισμένα και ψυχορραγούσαν. Ένας Άγγλος αξιωματικός που βρέθηκε στο σημείο αυτό τα λυπήθηκε και με το πιστόλι του τα αποτελείωσε[5]. Η έβδομη βόμβα έπεσε ακριβώς επάνω στην οροφή του ζαχαροπλαστείου Πυγιόπουλου, το οποίο βρισκόταν επί της οδού Μακεδονίας (Βενιζέλου) στο ύψος της οδού Δήμητρας. Μάλιστα μεγάλα τμήματα της σκεπής του καταστήματος (κεραμίδια, τούβλα, ξύλα κλπ.) έφθασαν μέχρι την παρακείμενη Στοά Κουτσίνα (μαρτυρία Βαγγέλη Βοζαλή). Μια άλλη βόμβα, η όγδοη, έπεσε στην οδό Ολύμπου και ακολούθησαν και άλλες πιο κάτω. Μία που έπεσε στα Σουφλάρια (συνοικία Αγίων 40 Μαρτύρων) βρήκε την Αριάδνη Βουτσιλά, τη μητέρα του δημοσιογράφου της εφημερίδας "Ελευθερία" Βασιλείου Βουτσιλά την οποία σκότωσε.
Όταν έφυγαν από τον ουρανό της Λάρισας τα ιταλικά βομβαρδιστικά αεροπλάνα, η πλατεία και οι γύρω δρόμοι, όπου τα φονικά πετούμενα του εχθρού άφησαν πολλούς σκοτωμένους, τραυματίες και ερείπια, έμοιαζαν με πεδίο μάχης. Πτώματα σε πολλά σημεία, τραυματισμένοι οι οποίοι ζητούσαν γοερά βοήθεια, τούβλα, πέτρες, φύλλα μολύβδου, σπασμένα τζάμια, δάκρυα και κλάματα από επιζώντες και συγγενείς των θανόντων, είχαν δημιουργήσει μια φρικιαστική ατμόσφαιρα.
Πέρασαν λίγα λεπτά από τον βομβαρδισμό και οι κρυμμένοι στα καταφύγια ανέκτησαν το θάρρος τους και έτρεξαν αμέσως στα καταστήματα και στα σπίτια τους. Συγχρόνως άρχισαν να καταφθάνουν πολιτοφύλακες, χωροφύλακες, αξιωματικοί και στρατιώτες για να μεταφέρουν τους τραυματισμένους στο Νοσοκομείο και να περισυλλέξουν τους σκοτωμένους.
Σιγά-σιγά η πλατεία γέμισε κόσμο, ο οποίος από περιέργεια και συμπόνια συγκεντρωνόταν για να αντικρίσει με τα ίδια του τα μάτια το πολυαίμακτο φονικό. 61 άτομα, μεγάλοι άνδρες, γυναίκες και παιδιά, έχασαν τη ζωή τους στην αεροπορική αυτή επιδρομή άδικα, άνανδρα και απρόσμενα. Ο Βασίλειος Βουτσιλάς στο δημοσίευμά του, τους αναφέρει όλους ονομαστικά, μη εξαιρουμένης και της μητέρας του.
Ήταν μια δραματική ημέρα του ελληνοϊταλικού πολέμου, κατά την οποία η πόλη μας θρήνησε πολλές δεκάδες θυμάτων και ανυπολόγιστες καταστροφές κατά τη διάρκεια ενός αναίτιου βομβαρδισμού, ο οποίος στρεφόταν αποκλειστικά σε άμαχο πληθυσμό, αφού ο ενεργός ανδρικός πληθυσμός πολεμούσε με επιτυχία τον εχθρό στα ελληνοαλβανικά σύνορα. Στις 21 Δεκεμβρίου 1940 αθώοι άνθρωποι πλήρωσαν αρκετό φόρο αίματος, σαν να βρίσκονταν και αυτοί στην πρώτη γραμμή του μετώπου. Το ίδιο συνέβη δύο περίπου μήνες αργότερα. Στις 2 Μαρτίου 1941, την επόμενη ημέρα του μεγάλου σεισμού που ισοπέδωσε τη Λάρισα και ενώ ακόμα κάτω από τα χαλάσματα βρίσκονταν παγιδευμένοι νεκροί και τραυματισμένοι, σμήνος ιταλικών αεροπλάνων βομβάρδισε την πολύπαθη πόλη. Ήταν μια απάνθρωπη συμπεριφορά την οποία καταδίκασαν όλα τα πολιτισμένα κράτη του πλανήτη.
Φωτογραφία από τον βομβαρδισμό της πόλης μας στις 21 Δεκεμβρίου 1940 δεν βρήκαμε. Δημοσιεύουμε όμως μια άλλη η οποία απεικονίζει τις καταστροφές σε κεντρικά κτίρια της Λάρισας μετά από τον σεισμό και τους ανηλεείς βομβαρδισμούς της ιταλικής και της γερμανικής αεροπορίας κατά τον Μάρτιο και τον Απρίλιο του 1941. Η λήψη έγινε μετά την είσοδο των γερμανικών στρατευμάτων στην πόλη, από εξώστη του ξενοδοχείου "Ολύμπιον", με προσανατολισμό προς τη βόρεια πλευρά της πλατείας. Από αριστερά διακρίνεται το ξενοδοχείο "Το Στέμμα", δίπλα του το ισόγειο κτίριο στέγαζε το υποκατάστημα της Λαϊκής Τράπεζας, μεσολαβεί η οδός Φιλελλήνων και το επόμενο κτίσμα απεικονίζει τη Στρατιωτική Λέσχη. Λείπει ο τρούλος της, επειδή μετά τον βομβαρδισμό του Δεκεμβρίου του 1940 αποκαταστάθηκε μόνον η στέγη του. Εν τω μεταξύ τα συντρίμμια από τον σεισμό και τους βομβαρδισμούς έχουν συσσωρευτεί στο πεζοδρόμιο και δεν έχουν ακόμα απομακρυνθεί. Τα πλάκωνε όλα η σκλαβιά…

Του Νικ. Αθ. Παπαθεοδώρου (nikapap@hotmail.com)

[1]. Ο Γιώργος Ζιαζιάς αναφέρει ότι πετούσαν τέσσερα βομβαρδιστικά αεροπλάνα.
[2]. Χατζίδης Διονύσης. 21 Δεκεμβρίου 1940. Ο βομβαρδισμός της Λάρισας από τους Ιταλούς. εφ. "Ελευθερία", ένθετο "Reporter", φύλλο της 23ης Δεκεμβρίου 2001.
[3]. Καταφύγια κεντρικά υπήρχαν στα υπόγεια της Εθνικής και της Αγροτικής Τράπεζας, στην αυλή των Δικαστηρίων (μαρτυρία Βαγγέλη Βοζαλή) και κυρίως στο ξενοδοχείο "Ολύμπιον" το οποίο ήταν τότε νεότευκτο και κατασκευασμένο από οπλισμένο σκυρόδεμα (μπετόν).
[4]. Βουτσιλάς Βασίλειος. Στις 21 Δεκεμβρίου του 1940, όταν η Λάρισα βομβαρδίστηκε. Πολυάριθμοι οι νεκροί και τραυματίες. εφ. "Ελευθερία", Λάρισα, φύλλο της 19 Δεκεμβρίου 1982.
[5]. Ζιαζιάς Γιώργος. Χρονικό. Περασμένα και αξέχαστα του πολέμου, της κατοχής και της αντίστασης του Εμφυλίου. Λάρισα (1998), σελ 27.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου