Πέμπτη 28 Απριλίου 2022

 

ΙΧΝΗΛΑΤΩΝΤΑΣ ΤΗΝ ΠΑΛΙΑ ΛΑΡΙΣΑ

Οι τοπικές ιδιωτικές τράπεζες της Λάρισας


Το Μέγαρο Κατσαούνη στη νότια πλευρά της Κεντρικής πλατείας στέγασε κατά διαστήματα  διάφορα υποκαταστήματα τραπεζών, όπως στη συγκεκριμένη φωτογραφία τη Λαϊκή Τράπεζα.  Λεπτομέρεια φωτογραφίας του 1935. Συλλογή Αντώνη Γαλερίδη.Το Μέγαρο Κατσαούνη στη νότια πλευρά της Κεντρικής πλατείας στέγασε κατά διαστήματα διάφορα υποκαταστήματα τραπεζών, όπως στη συγκεκριμένη φωτογραφία τη Λαϊκή Τράπεζα. Λεπτομέρεια φωτογραφίας του 1935. Συλλογή Αντώνη Γαλερίδη.

Είναι γνωστό ότι ολόκληρη η Θεσσαλία (πλην της επαρχίας Ελασσόνος) και από την Ήπειρο η περιοχή της Άρτας ενσωματώθηκαν το 1881 με την υπόλοιπη Ελλάδα, σύμφωνα με τη Συνθήκη του Βερολίνου. Από την εποχή αυτή πολλά άλλαξαν στην πόλη μας. Ήταν επόμενο νόμοι και δομές του ελληνικού κράτους να αντικαταστήσουν άμεσα τη μακροχρόνια οθωμανική διοίκηση στη νεοπροσαρτηθείσα περιοχή. Εκκλησιαστικές, διοικητικές, δικαστικές, στρατιωτικές και πολλές άλλες μεταβολές παρατηρήθηκαν στη Λάρισα, η οποία είχε επιλεγεί από τότε ως πρωτεύουσα πόλη του θεσσαλικού χώρου.


Στο σημερινό σημείωμα θα αναφερθούμε στην εμφάνιση πολλών χρηματοπιστωτικών γραφείων και τραπεζικών καταστημάτων ή υποκαταστημάτων τοπικής εμβέλειας που εμφανίσθηκαν στη Λάρισα από τα πρώτα χρόνια της ελεύθερης ζωής της. Από τις πρώτες ήταν η «Προνομιούχος Τράπεζα Ηπειροθεσσαλίας». Ιδρύθηκε τον Ιανουάριο του 1882 με έδρα τον Βόλο και υποκαταστήματα στην Αθήνα, τη Λάρισα και άλλες θεσσαλικές πόλεις. Το υποκατάστημα της Λάρισας ιδρύθηκε τον Σεπτέμβριο του 1882, τα δε επίσημα εγκαίνια έγιναν στις 14 Νοεμβρίου του ίδιου έτους. Διευθυντής της διορίσθηκε ο επτανήσιος Κωνσταντίνος Τραυλός [1]. Το υποκατάστημα στεγάσθηκε αρχικά σε νεόδμητη κατοικία του Παράσχου μαχαλά (συνοικία Αγ. Νικολάου), ιδιοκτησίας του ιερέα Άνθιμου Πρωτοσύγκελου και του κτηματία Δημήτριου Πρωτοσύγκελου. Από τους μεγαλύτερους κεφαλαιούχους της Τράπεζας αυτής υπήρξε ο Ανδρέας Συγγρός, ο οποίος σύμφωνα με την τοπική παράδοση πιστεύεται ότι συνέβαλε και στην ανέγερση του κατεστραφέντος κατά τον ελληνοτουρκικό πόλεμο του 1897 ναού του Αγίου Χαραλάμπους στον Πέρα Μαχαλά. Το 1899 λόγω σοβαρών οικονομικών ζημιών της από τον προηγηθέντα πόλεμο, αλλά και του θανάτου του Ανδρέα Συγγρού συγχωνεύθηκε με την Εθνική Τράπεζα.
Ένα άλλο τοπικό χρηματοπιστωτικό ίδρυμα ήταν η Τράπεζα Θεσσαλίας. Ιδρύθηκε το 1921 από τον Γεώργιο Παπαγεωργίου, γιο του επιχειρηματία Στυλιανού Παπαγεωργίου (1848-1925) [2] και τον Αλέξανδρο Χρυσοχοΐδη, πρώην διευθυντή της Εθνικής Τράπεζας στον Βόλο. Το κεντρικό κατάστημά της βρισκόταν στον Βόλο και διοικητής ήταν ο Αλ. Χρυσοχοΐδης, ενώ ο Γεώργιος Παπαγεωργίου ήταν πρόεδρος του Διοικητικού Συμβουλίου της τράπεζας. Το 1923 η Τράπεζα Θεσσαλίας ίδρυσε κατάστημα και στην Αθήνα. Διευθυντής στο υποκατάστημα της Λάρισας διορίσθηκε ο Νικόλαος Φίλιος [3]. Στεγαζόταν στο Μέγαρο Κατσαούνη, το οποίο βρισκόταν στη νότια πλευρά της Κεντρικής πλατείας Θέμιδος, δίπλα από το κτίριο των Δικαστηρίων. Το Μέγαρο αυτό είναι περισσότερο γνωστό επειδή στον επάνω όροφο κατά τη διάρκεια του εθνικού διχασμού εγκατέστησαν το αρχηγείο τους οι Γάλλοι στρατιωτικοί της Αντάντ που κατέλαβαν τη Λάρισα, με επί κεφαλής τον στρατηγό Venel. Aργότερα και για αρκετά χρόνια φιλοξένησε το στρατηγείο του ελληνικής ταξιαρχίας Ιππικού που είχε έδρα τη Λάρισα. Τα γραφεία της Τράπεζας Θεσσαλίας κατελάμβαναν τα δύο από τα τρία καταστήματα του ισογείου του Μεγάρου. Η τράπεζα χρεοκόπησε μετά το μεγάλο παγκόσμιο τραπεζικό κραχ του 1929.
Άλλη τοπική τράπεζα που λειτούργησε κατά τη διάρκεια του Μεσοπολέμου ήταν η Τράπεζα Λαρίσης. Κατά το 1925 μια μικρή ομάδα ατόμων από γνωστές οικογένειες της πόλης αποφάσισε την ίδρυση τραπεζικού καταστήματος με την ως άνω επωνυμία. Ως ιδρυτικά μέλη αναφέρονται οι οικογένειες των αδελφών Οικονομίδη (Κωνσταντίνος, Γεώργιος και Κίτσος), του Μιλτιάδη Ζαρίμπα, Κωνσταντίνου Σκαλιώρα, Βασιλείου Αρσενίδη, Κωνσταντίνου Δημητριάδη [4], οι οποίες συνεισέφεραν το μεγαλύτερο μέρος του αρχικού εταιρικού κεφαλαίου που ανερχόταν σε 9.500.000 δραχμές και ουσιαστικά την ήλεγχαν. Βέβαια υπήρχαν και πολλά άλλα άτομα, τα οποία είχαν μετοχές, όμως την πλειοψηφία τη διατηρούσαν οι προαναφερθέντες κύριοι μέτοχοι.
Στην πρώτη Γενική Συνέλευση των μετόχων που έγινε ευθύς αμέσως επέλεξαν ως διοικητή και γενικό διευθυντή της Τράπεζας τον δικηγόρο Κωνσταντίνο Οικονομίδη. Προϊστάμενος Λογιστηρίου τοποθετήθηκε ο Κώστας Δημητριάδης, ο οποίος είχε χρηματίσει και δημοτικός σύμβουλος. Τα επίσημα εγκαίνια της Τραπέζης Λαρίσης έγιναν στις 31 Αυγούστου 1926. Στεγάσθηκε σε ένα ιδιόκτητο κομψό κτίριο, το οποίο βρισκόταν στη γωνία των οδών Μακεδονίας (Βενιζέλου) και Ακροπόλεως (Παπαναστασίου), το οποίο κτίσθηκε γύρω στα 1925 σε οικόπεδο ιδιοκτησίας του εμπόρου Ιωάννου Αλεξάνδρου. Το 1929 όταν ξεκίνησε η παγκόσμια οικονομική κρίση φυσικά δεν άφησε ανεπηρέαστη και τις μικρές τράπεζες της χώρας μας. Ο αντίκτυπος για τους καταθέτες των τραπεζών ήταν τραγικός. Στην αρχή η Τράπεζα Λαρίσης μπόρεσε να ανταποκριθεί κατά μεγάλο μέρος προς τους καταθέτες της, αλλά αργότερα κατέρρευσε και το 1932 οριστικά χρεοκόπησε.
Την ίδια τύχη είχε και η Τράπεζα Χολέβα – Μαρκατά. Ο Ιωάννης Χολέβας [5] (1844-1922) βρέθηκε από μικρός στη Ρουμανία, όπου απέκτησε μεγάλη περιουσία. Το 1886 εγκαταστάθηκε στη Λάρισα, όπου άνοιξε τραπεζιτικό γραφείο, το οποίο αργότερα, με τη συνεργασία του Μαρκατά, εξελίχθηκε στην ιδιωτική Τράπεζα Χολέβα-Μαρκατά. Στεγαζόταν σε κτίριο απέναντι από την Τράπεζα Λαρίσης. Μετά το 1930 ακολούθησε και αυτή τη μοίρα των άλλων μικρών τραπεζών της Λάρισας.
Η Τράπεζα Καρακίτη ήταν μία ακόμα από τις πολλές βραχύβιες τοπικές τράπεζες που λειτούργησαν στη Λάρισα την πρώτη 25ετία του 20ού αιώνα. Ιδρυτής και διευθυντής της ήταν ο Κωνσταντίνος Καρακίτης [6], σύζυγος της Ελένης Τέτση, γνωστής στα δημοσιογραφικά δεδομένα της Λάρισας ως «La Rebelle». Η τράπεζα αυτή ιδρύθηκε έπειτα από επιμονή της συζύγου του Κων. Καρακίτη, αμέσως μετά τον γάμο τους, περί το 1912-13 και στεγάσθηκε σε ισόγειο οίκημα στην αρχή της σημερινής οδού Ρούσβελτ, κοντά στη διασταύρωση με την Κύπρου. Όμως η ανεκτική πολιτική της στους αγρότες δανειστές γρήγορα την οδήγησε σε χρεοκοπία.
Και άλλες τοπικές Τράπεζες είχαν λειτουργήσει παλιότερα στη Λάρισα για μικρό χρονικό διάστημα. Θα αναφέρουμε την Τράπεζα Σαμπετάι, την Τράπεζα Καραστεργίου, αλλά και μερικές άλλες που είχαν πολύ περιορισμένο κύκλο εργασιών. Όλες αυτές όμως μετά το μεγάλο οικονομικό κραχ του 1929 άρχισαν βαθμιαία να χρεοκοπούν και έκλεισαν ή συγχωνεύθηκαν με τις κρατικές τράπεζες.

[1]. Γρηγορίου Αλέξανδρος, Κωσταντίνος Π. Τραυλός (1840-1890). Ο πρώτος διευθυντής της «Τράπεζας Ηπειροθεσσαλίας» στη Λάρισα, εφ. «Ελευθερία», φύλλο της 7ης Φεβρουαρίου 2016.
[2]. Η οικογένεια Στυλιανού Παπαγεωργίου έγινε επί πλέον γνωστή και από το μεγάλο αγρόκτημα της Γυρτώνης (Μπάκραινα), υπολείμματα του οποίου υπάρχουν μέχρι σήμερα. Επίσης από το κατάστημα γεωργικών μηχανημάτων και εργαλείων που βρισκόταν στην οδό Ακροπόλεως (Παπαναστασίου σήμερα), εκεί όπου τώρα στεγάζεται η Alpha Bank και από το μεγάλο κατάστημα υφαντουργίας που ίδρυσε στον Βόλο το 1905-1906.
[3]. Ο Νικόλαος Φίλιος (1876-1959) σπούδασε ιατρική, αλλά εξάσκησε την επιστήμη του για πολύ μικρό χρονικό διάστημα. Στην κοινωνία της Λάρισας του πρώτου μισού του 20ού αιώνα τον συναντάμε περισσότερο σαν τραπεζικό και πολιτευτή. Γεννήθηκε στην Πάτρα το 1876 και το 1881, σε ηλικία πέντε ετών, εγκαταστάθηκε με τους γονείς του στη Λάρισα. Τον Απρίλιο του 1909 νυμφεύθηκε τη Ματθίλδη Ν. Παπαγεωργίου από τη Χαλκίδα, ανιψιά του Γεωργίου Δεσύπρη, διευθυντού του υποκαταστήματος της Εθνικής Τράπεζας στη Λάρισα. Εκλέχθηκε από το 1907 μέχρι το 1923 τρεις φορές δημοτικός σύμβουλος, ενώ διετέλεσε και πρόεδρος του Δημοτικού Συμβουλίου. Επίσης αναδείχθηκε δύο φορές βουλευτής, το 1915 και το 1920. Όταν η Τράπεζα Θεσσαλίας σταμάτησε να λειτουργεί, διορίσθηκε το 1929 διευθυντής του υποκαταστήματος της Λαϊκής Τράπεζας στη Λάρισα. Το 1928 εκλέχθηκε πρώτος πρόεδρος του Διοικητικού Συμβουλίου της νεοσύστατης Εταιρείας Ύδρευσης και Ηλεκτροφωτισμού Λαρίσης (ΕΥΗΛ), όπου παρέμεινε μέχρι το 1940. Πέθανε το 1959. Βλέπε: Γρηγορίου Αλέξανδρος, Το Α’ Δημοτικό νεκροταφείο της Λάρισας (1899-1993), Θεσσαλονίκη (2013), σελ. 105.
[4]. Οι οικογένειες που ίδρυσαν την Τράπεζα Λαρίσης διατηρούσαν στενούς συγγενικούς δεσμούς μεταξύ τους. Λ.χ. η αδελφή του κτηματία και εργολάβου Κωνσταντίνου Σκαλιώρα, Φανή, είχε παντρευτεί το 1874 τον χρυσοχόο Νικόλαο Αρσενίδη, πατέρα του Βασιλείου Αρσενίδη. Ο δικηγόρος Κωνσταντίνος Οικονομίδης είχε νυμφευθεί το 1909 την Κλεοπάτρα, κόρη του Νικ. Αρσενίδη και αδελφή του κτηματία Βασιλείου Αρσενίδη. Ο τελευταίος κάποια στιγμή διορίσθηκε δήμαρχος Λαρίσης.
[5]. Η αρχοντική κατοικία της οικογένειας Ιωάννη Χολέβα αγοράσθηκε μαζί με την πλούσια επίπλωσή της από τους Τούρκους που εγκατέλειπαν τη Λάρισα μετά την απελευθέρωση και επέστρεφαν στην Κωνσταντινούπολη. Με τη χρεοκοπία της Τράπεζας Μαρκατά-Χολέβα, το σπίτι αυτό περιήλθε το 1932 στην κατοχή της Τράπεζας της Ελλάδος, η οποία το κατεδάφισε και οικοδόμησε το κτίριο που υπάρχει σήμερα και στεγάζει το τοπικό υποκατάστημά της. Τα στοιχεία αυτά έθεσε στη διάθεσή μας ο εγγονός του Ιωάννη Χολέβα, Δημήτριος Αλεξάνδρου.
[6]. O Κωνσταντίνος Καρακίτης ήταν γόνος πλούσιας και αρχοντικής οικογένειας γαιοκτημόνων της Λάρισας. Έκανε ανώτερες σπουδές στην Αθήνα, τις οποίες συμπλήρωσε με επιτυχία στην Ευρώπη. Στις εκλογές του 1902 και του 1905 εκλέχθηκε βουλευτής, ενώ στις επόμενες εκλογές του 1906 δεν κατόρθωσε να εκλεγεί και αποσύρθηκε από την κεντρική πολιτική σκηνή. Το 1911 νυμφεύθηκε την Ελένη, κόρη του δικηγόρου Γεωργίου Τέτση, η οποία ήταν μία από τις πιο χειραφετημένες γυναίκες (σουφραζέτες) της Λάρισας.

Του Νικ. Αθ. Παπαθεοδώρου (nikapap@hotmail.com)

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου